4.–(1)(α) Ιδρύεται ανεξάρτητη τριμελής Επιτροπή, καλούμενη «Επιτροπή Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων», η οποία έχει τη συγκρότηση, τη λειτουργία, τις αρμοδιότητες, τις εξουσίες και τα καθήκοντα που καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο.
(β) Η Επιτροπή επικουρείται από την Υπηρεσία.
(2) Άνευ επηρεασμού της ανεξαρτησίας της Επιτροπής κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14, η Επιτροπή-
(α) τελεί, για σκοπούς κοινοβουλευτικού ελέγχου, υπό τη γενική εποπτεία του Υπουργού·
(β) εφοδιάζεται, όπως και η Υπηρεσία που την επικουρεί, από τον Υπουργό, με τα απαραίτητα μέσα και με επαρκείς πόρους ούτως ώστε να είναι σε θέση να κινητοποιείται άμεσα μόλις της γνωστοποιείται ατύχημα ή/και συμβάν και να εκτελεί με ανεξαρτησία τα καθήκοντά της.
(3) Αποστολή της Επιτροπής είναι –
(α) η ταχεία και αποτελεσματική διεξαγωγή διερευνήσεων θεμάτων ασφάλειας και η κατάλληλη ανάλυση έπειτα από ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα προκειμένου να διαπιστωθούν τα αίτια που τα προκάλεσαν·
(β) η υποβολή έγκαιρης και ακριβούς αναφοράς για τα αποτελέσματα διερεύνησης και προτάσεων για διορθωτικά μέτρα·
(γ) η εκτέλεση των καθηκόντων της που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με τον Κώδικα καθώς, επίσης, και με τα συναφή νομοθετήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τα διεθνή νομοθετήματα.
5.-(1) Η Επιτροπή είναι τριμελής και απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και δύο άλλα κανονικά μέλη, οι οποίοι διορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, μετά από πρόταση του Υπουργού. Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει επιπλέον και δύο αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7).
(2)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ως Πρόεδρο και δύο άλλα κανονικά μέλη της Επιτροπής, πρόσωπα προτεινόμενα από τον Υπουργό, τα οποία κατέχουν συνδυαστικά, ως ομάδα, ειδικευμένη γνώση και εκτενή πείρα σε ναυτιλιακά θέματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση ή/και επιθεώρηση πλοίων, διερεύνηση ατυχημάτων στη βιομηχανία γενικότερα καθώς, επίσης, νομική κατάρτιση.
(β) Ο Πρόεδρος και τα δύο άλλα κανονικά μέλη της Επιτροπής υπηρετούν υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης. Το καθεστώς απασχόλησης του Προέδρου και των δύο άλλων κανονικών μελών δύναται να διαφοροποιηθεί από μερική σε πλήρη απασχόληση με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
(3) Δεν επιτρέπεται στον Πρόεδρο, στα δύο άλλα κανονικά μέλη και στα δύο αναπληρωματικά μέλη να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της Επιτροπής. Σε δε περίπτωση που προκύψει οποιοδήποτε τέτοιο συμφέρον του Προέδρου ή άλλου κανονικού ή αναπληρωματικού μέλους, ο Πρόεδρος ή το άλλο μέλος έχει υποχρέωση να το δηλώσει στον Υπουργό και στα λοιπά μέλη της Επιτροπής και να αυτοεξαιρεθεί από την σχετική εργασία της Επιτροπής.
(4) Η θητεία του Προέδρου και των δύο άλλων κανονικών μελών της Επιτροπής είναι τριετής και δύναται να ανανεωθεί μόνο μία φορά, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2).
(5)(α) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου ή άλλου κανονικού μέλους της Επιτροπής κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του Υπουργού, προβαίνει στο διορισμό νέου Προέδρου ή άλλου νέου μέλους για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του Προέδρου ή του μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, του οποίου η θέση έχει κενωθεί, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2). Η θητεία του Προέδρου ή άλλου μέλους της Επιτροπής, που διορίζεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, δύναται να ανανεωθεί μέχρι δύο φορές.
(β) Η τυχόν κενή θέση του Προέδρου ή άλλου κανονικού μέλους της Επιτροπής δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.
(γ)(i) Σε περίπτωση που η θέση κανονικού μέλους της Επιτροπής, πλην του Προέδρου, κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, μέχρι το διορισμό νέου μέλους δυνάμει της παραγράφου (α), στην Επιτροπή συμμετέχει το αναπληρωματικό μέλος, το οποίο διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (7) για το μέλος του οποίου η θέση έχει κενωθεί.
(ii) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, μέχρι το διορισμό νέου Προέδρου δυνάμει της παραγράφου (α), η Επιτροπή συνεχίζει να λειτουργεί με τα λοιπά κανονικά μέλη της, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7).
(6) Σε περίπτωση που –
(α) ο Πρόεδρος κωλύεται προσωρινά στην άσκηση των καθηκόντων του από οποιαδήποτε αιτία, ή
(β) η θέση του Προέδρου είναι κενή, μέχρι το διορισμό νέου Προέδρου,
χρέη προεδρεύοντος εκτελεί το πρεσβύτερο κανονικό μέλος της Επιτροπής.
(7)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του Υπουργού, διορίζει ως αναπληρωματικό μέλος, για κάθε μέλος της Επιτροπής, πλην του Προέδρου, πρόσωπα με ειδικευμένη γνώση και εκτενή πείρα σε ναυτιλιακά θέματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση ή/και επιθεώρηση πλοίων ή, στη διερεύνηση ατυχημάτων στη βιομηχανία γενικότερα, καθώς, επίσης, με νομική κατάρτιση. Το αναπληρωματικό μέλος αναπληροί το μέλος της Επιτροπής στην άσκηση των καθηκόντων του –
(i) όταν το μέλος της Επιτροπής κωλύεται προσωρινά από οποιαδήποτε αιτίαֹ ή
(ii) κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ).
(β) Η θητεία των αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται.
(γ) Σε περίπτωση που η Επιτροπή σε συνεδρία της (στο εξής, «η τρέχουσα συνεδρία») απασχολείται με θέμα το οποίο την απασχόλησε σε προηγούμενη συνεδρία (στο εξής, «η προηγούμενη συνεδρία») και στην τρέχουσα συνεδρία συμμετέχει –
(i) κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου ή την υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής το οποίο δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία, ή/ και
(ii) μέλος της Επιτροπής το οποίο δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία, είτε στην προηγούμενη συνεδρία συμμετείχε αντί αυτού το αναπληρωματικό του μέλος είτε όχι,
δεν επαναλαμβάνεται η διαδικασία και συζήτηση που προηγήθηκε στην προηγούμενη συνεδρία, χωρίς να επηρεάζεται η εγκυρότητα οποιασδήποτε απόφασης της Επιτροπής επί του θέματος, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος ή, κατά περίπτωση, το αναπληρωματικό μέλος ενημερώνεται για τα πρακτικά και τα λοιπά στοιχεία της προηγούμενης συνεδρίας και αυτή του η ενημέρωση αναφέρεται στα πρακτικά της τρέχουσας συνεδρίας.
(δ) Σε περίπτωση που, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής συμμετέχει σε συνεδρία της Επιτροπής κατά την οποία συζητείται ορισμένο θέμα, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει όπως το αναπληρωματικό μέλος συνεχίσει να αναπληροί το μέλος της Επιτροπής σε οποιαδήποτε ή όλες τις επόμενες συνεδρίες στις οποίες η Επιτροπή απασχολείται με το ίδιο θέμα.
(8) Ελάττωμα αναφορικά με το διορισμό του Προέδρου, άλλου μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.
6. Το Υπουργικό Συμβούλιο καθορίζει με απόφασή του τους όρους εργασίας και την αποζημίωση που καταβάλλεται στον Πρόεδρο, στα λοιπά κανονικά και αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής.
7.- (1) Η θέση του Προέδρου, άλλου κανονικού μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής κενούται -
(α) σε περίπτωση λήξης της θητείας του· ή
(β) σε περίπτωση θανάτου του. ή
(γ) σε περίπτωση παραίτησής του κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2). ή
(δ) σε περίπτωση κωλύματος στην άσκηση των καθηκόντων του για περίοδο πέραν των έξι μηνών. ή
(ε) σε περίπτωση έκπτωσής του, η οποία κηρύσσεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3).
(2) Ο Πρόεδρος, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής δύναται να υποβάλει γραπτώς στο Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτησή του από τη θέση του αυτή. Η προαναφερόμενη παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(3)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού, να κηρύξει έκπτωτο τον Πρόεδρο, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής, εάν συντρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους κηρύχτηκε σε κατάσταση πτώχευσης.
(ii) εάν καταδικάστηκε για ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(iii) εάν λόγω φυσικής αναπηρίας ή/ και φυσικής ή/ και διανοητικής ασθένειας αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του.
(iv) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους πάσχει από διανοητική νόσο που τον καθιστά ανίκανο να ασκήσει τα καθήκοντά του.
(v) εάν διατήρησε ή απέκτησε οικονομικό ή άλλο συμφέρον δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του και δεν υπέβαλε την παραίτησή του.
(vi) εάν καταχράστηκε τη θέση του κατά τρόπο ώστε τυχόν συνέχιση της θητείας του να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον.
(vii) σε περίπτωση αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και ιδιαίτερα ύστερα από αδικαιολόγητη απουσία από τις συνεδρίες της Επιτροπής για τρεις συνεχείς φορές.
(β) Πριν κηρύξει έκπτωτο οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει της παραγράφου (α), το Υπουργικό Συμβούλιο παρέχει την ευκαιρία στο πρόσωπο αυτό να του υποβάλει τις απόψεις του. Σε αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται τα εδάφια (3), (4) και (6) του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου.
8. Ο Πρόεδρος προεδρεύει της Επιτροπής, συγκαλεί την Επιτροπή σε συνεδρία κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9, και υπογράφει τα πρακτικά, τις εκθέσεις διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων, την ετήσια έκθεση της Επιτροπής και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
9.-(1) Ο Πρόεδρος συγκαλεί σε τακτική συνεδρία την Επιτροπή μία φορά το μήνα και εκτάκτως, σε περίπτωση πολύ σοβαρού ατυχήματος καθώς, επίσης, για την εξέταση και έγκριση έκθεσης διερεύνησης πολύ σοβαρού ατυχήματος. Η συχνότητα των τακτικών συνεδριάσεων δύναται να διαφοροποιηθεί με Διάταγμα του Υπουργού δημοσιευόμενο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται στα μέλη της Επιτροπής τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την ορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία. Κατ’ εξαίρεση, σε έκτακτες περιπτώσεις, συνεδρία της Επιτροπής συγκαλείται με πρόσκληση, που κυκλοφορεί μεταξύ των μελών αμέσως πριν από τη συνεδρίαση.
(3) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται μαζί με την πρόσκληση σε συνεδρία. Τα λοιπά μέλη της Επιτροπής μπορούν να εισαγάγουν θέμα προς συζήτηση νοουμένου ότι πληροφορήσουν σχετικά τον Πρόεδρο είκοσι τέσσερις (24) ώρες προηγουμένως. Κατεπείγοντα θέματα εκτός ημερήσιας διάταξης, μπορούν να συζητηθούν κατά τη συνεδρία, κατόπιν έγκρισης του Προέδρου.
10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5)(γ), (6) και (7) του άρθρου 5, η Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως εάν στη συνεδρία παρίστανται τουλάχιστον δύο μέλη.
(2) Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και, σε περίπτωση ισοψηφίας, επικρατεί η ψήφος του προεδρεύοντος.
11.–(1) Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής συνίστανται στις ακόλουθες:
(α) εξετάζει πληροφορίες αναφορικά με ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και αποφαίνεται ποια από αυτά θα τύχουν διερεύνησης·
(β) αναθέτει στην Υπηρεσία τη διερεύνηση κάθε ναυτικού ατυχήματος ή/ και ναυτικού συμβάντος. Σε περίπτωση πολύ σοβαρού ατυχήματος που απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις ή σε περίπτωση αδυναμίας του προσωπικού να καλύψει αριθμό ατυχημάτων δυσανάλογο προς τον αριθμό του υπάρχοντος προσωπικού δύναται να διαπραγματεύεται την ανάθεση όλης ή μέρους της εργασίας σε εμπειρογνώμονα με αγορά υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας τελική έγκριση, αναφορικά με το ποσό που θα διατεθεί, από το Γενικό Διευθυντή·
(γ) διασφαλίζει πως κάθε Διερευνητής διαθέτει γνώσεις και πρακτική εμπειρία για θέματα που αφορούν στα συνήθη καθήκοντα διερεύνησης·
(δ) εξασφαλίζει ταχεία πρόσβαση στην κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη, όταν χρειάζεται, και εξετάζει τα προσόντα των υποψήφιων εμπειρογνωμόνων και υποβάλλει σχετικές εισηγήσεις στον Υπουργό·
(ε) καθορίζει πολιτική αναφορικά με τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων, την έκταση και το περιεχόμενο της διερεύνησης·
(στ) εξετάζει τις εκθέσεις διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων που καταρτίζει η Υπηρεσία, και αποφαίνεται για την πληρότητα, τη μεθοδολογία και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την αξιοπιστία και ποιότητα και γενικότερα της λήψης και της επεξεργασίας των πληροφοριών·
(η) αποφαίνεται για τη μορφή της δημοσιοποίησης των εκθέσεων και των πορισμάτων τους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ, η δε ενημέρωση των μέσων μαζικής επικοινωνίας γίνεται από τον Πρόεδρο·
(θ) υποβάλλει τις τελικές εκθέσεις ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών ατυχημάτων της Επιτροπής στον Υπουργό και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22·
(ι) εγκρίνει και υποβάλλει στον Υπουργό την Ετήσια Έκθεση της Επιτροπής.
(2) Οι δραστηριότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή δύναται να επεκτείνονται στη συγκέντρωση και ανάλυση δεδομένων που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα, ιδιαιτέρως για προληπτικούς λόγους, στο βαθμό που οι δραστηριότητες αυτές δεν επηρεάζουν την αμεροληψία ή δεν συνεπάγονται ευθύνη σε θέματα κανονιστικά, διοικητικά ή τυποποίησης.
(3) Για κάθε συνεδρία της Επιτροπής τηρούνται συνοπτικά πρακτικά αναφορικά με τα θέματα που συζητήθηκαν και τις αποφάσεις που λήφθηκαν.