Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υφυπουργό Πολιτισμού παρά τω Προέδρω·

«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει τον Γενικό Διευθυντή του Υφυπουργείου Πολιτισμού·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«δημόσιος υπάλληλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου·

«εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου» σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ρύθμισης της Απασχόλησης Εργοδοτουμένων Αορίστου και Εργοδοτουμένων Ορισμένου Χρόνου στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμουˑ

«εργοδοτούμενος ορισμένου χρόνου» σημαίνει πρόσωπο το οποίο έχει συνάψει σύμβαση εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ρύθμισης της Απασχόλησης Εργοδοτουμένων Αορίστου και Εργοδοτουμένων Ορισμένου Χρόνου στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμουˑ

«θεατρική σκηνή» σημαίνει τον διαχωρισμό των θεατρικών παραστάσεων σε ενότητες, βάσει κοινών χαρακτηριστικών και κριτηρίων, συνυφασμένων με τον κοινό ή τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτών, που συνδέεται με την ετοιμασία ρεπερτορίουˑ

«Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου» σημαίνει το Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, ο οποίος καθιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμου·

«καλλιτεχνική δημιουργία» σημαίνει την κάθε μορφής έκφραση, εκδήλωση, δράση, ανάπτυξη και παραγωγή έργου τέχνης από πρόσωπο καλούμενο «δημιουργός», μέσω συστηματικής ενασχόλησηςˑ

«κρατικό θέατρο» σημαίνει το θέατρο του οποίου η λειτουργία και διαχείριση συνιστά αποκλειστική αρμοδιότητα του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμου, περιλαμβανομένων των θεατρικών σκηνών·

«νομοθεσία» σημαίνει όλους τους εν ισχύι Νόμους, όπως και όλους τους Κανονισμούς και τα διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει αυτών και αφορούν στις δραστηριότητες των Πολιτιστικών Υπηρεσιών, του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Κυπριακής Βιβλιοθήκης και της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας·

«Πολιτιστικές Υπηρεσίες» σημαίνει τις υπηρεσίες με τον ίδιο τίτλο, οι οποίες πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου υπάγονταν στο Υπουργείο Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας·

«πολιτιστική βιομηχανία» σημαίνει τις πολιτιστικές δράσεις και διοργανώσεις για τις οποίες δύναται να υπολογιστεί και να απαιτείται αντίτιμο και που δύναται να αποτελέσουν παράγοντα ικανό να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη·

«πολιτιστική δημιουργία» σημαίνει την έκφραση, εκδήλωση, δράση ή ανάπτυξη που οδηγεί στη δημιουργία πολιτιστικών επιτευγμάτων, πνευματικών και υλικών.

«Τμήμα Αρχαιοτήτων» σημαίνει το τμήμα με τον ίδιο τίτλο, το οποίο μέχρι τη μεταφορά και ένταξή του στο Υφυπουργείο Πολιτισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 (2) (γ) και 24, αποτελεί και/ή αποτέλεσε τμήμα του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων·

«υπάλληλος του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου» σημαίνει υπάλληλο του εν λόγω οργανισμού, ο οποίος κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου κατείχε θέση σε αυτόν, είτε ως μόνιμος είτε ως αορίστου χρόνου∙

«Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας» σημαίνει την υπηρεσία με τον ίδιο τίτλο, η οποία πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου υπαγόταν στο Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίαςˑ

«Υφυπουργείο Πολιτισμού» σημαίνει το υφυπουργείο, το οποίο καθιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3·

«Υφυπουργός Πολιτισμού παρά τω Προέδρω» σημαίνει το πρόσωπο το οποίο διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως υφυπουργός πολιτισμού δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, το οποίο προΐσταται του Υφυπουργείου Πολιτισμού.