5. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στην περίπτωση προσώπου που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, για κάθε φορολογικό έτος επιβάλλεται φόρος με συντελεστή ή συντελεστές, όπως ειδικότερα καθορίζονται στον παρόντα Νόμο στο εισόδημα που κτάται ή προκύπτει από πηγές τόσο εντός όσο και εκτός της Δημοκρατίας, αναφορικά με:-
(α) οποιαδήποτε κέρδη ή άλλα οφέλη από οποιαδήποτε επιχείρηση για οποιαδήποτε χρονική περίοδο η εν λόγω επιχείρηση και αν ενασκείται·
(β) οποιαδήποτε κέρδη ή άλλα οφέλη από οποιοδήποτε αξίωμα ή μισθωτές υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της κατ' εκτίμηση ετήσιας αξίας καταλύματος, στέγης και διατροφής ή οικίας, καθώς και κάθε άλλο επίδομα, χρηματικής ή άλλης μορφής, που χορηγείται αναφορικά με παρεχόμενες μισθωτές υπηρεσίες στο άτομο το οποίο παρέχει τις μισθωτές υπηρεσίες ή σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας του·
(γ) μερίσματα, τόκους ή προεξοφλήματα·
(δ) οποιαδήποτε σύνταξη, ποσά εισοδήματος πληρωτέα σύμφωνα με απόφαση δικαστηρίου ή σύμφωνα με όρο που τέθηκε σε διαθήκη ή σύμβαση, καθώς και ετήσιες ισόβιοι ή για καθορισμένη περίοδο καταβαλλόμενες πρόσοδοι·
(ε) οποιαδήποτε μισθώματα, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ή ευρεσιτεχνίας, αμοιβές ή άλλα κέρδη που προκύπτουν από ιδιοκτησία, περιλαμβανομένης της αξίας του οφέλους το οποίο αποκτά ο ιδιοκτήτης γης εξαιτίας της ανέγερσης πάνω σ' αυτή, με δαπάνες του ενοικιαστή, οποιασδήποτε οικοδομής, ή οποιασδήποτε προσθήκης ή μετατροπής ή και τα δυο, που γίνονται, με δαπάνες του ενοικιαστή, σε οποιαδήποτε οικοδομή, κτίριο, ή έργα, όταν η οικοδομή αυτή ή η προσθήκη ή τροποποίηση θα περιέλθει κατά κυριότητα στον ιδιοκτήτη κατά τον τερματισμό της ενοικίασης, της αξίας του οφέλους αυτού καθοριζομένης υπό του Εφόρου κατά το έτος της ανέγερσης, προσθήκης ή τροποποίησης, χορηγουμένων, τηρουμένων των αναλογιών, των υπό του άρθρου 10 προβλεπόμενων εκπτώσεων και λαμβανομένων υπόψη όλων των συνθηκών της υπόθεσης:
Νοείται ότι η αξία του οφέλους αυτού-
(i) δεν θα λογίζεται ότι υπερβαίνει τη δαπάνη της ανέγερσης, προσθήκης ή τροποποίησης·
(ii) θα κατανέμεται με ομοιόμορφο τρόπο από τον Έφορο στο χρονικό διάστημα της διάρκειας της ενοικίασης· σε περίπτωση όμως κατά την οποία πριν την παρέλευση του χρονικού τούτου διαστήματος ο ιδιοκτήτης ήθελε αποξενώσει τη γη ή την οικοδομή ή το κτίριο ή τα έργα, το μη φορολογηθέν υπόλοιπο του οφέλους τούτου κατά την ημερομηνία της αποξένωσης της γης ή της οικοδομής ή του κτιρίου ή των έργων, θεωρείται ως εισόδημα του έτους κατά το οποίο η γή ή η οικοδομή ή το κτίριο ή τα έργα διατέθηκαν από τον ιδιοκτήτη, ή του έτους εκείνου και των προηγουμένων πέντε ετών, ή των πραγματικών ετών της ενοικίασης, οποιοδήποτε από αυτά συνιστά το μικρότερο αριθμό ετών·
(στ) οποιοδήποτε ποσό ή αντιπαροχή για φήμη και πελατεία- εμπορική εύνοια μειωμένο με οποιοδήποτε ποσό που δαπανήθηκε για την αγορά τέτοιας φήμης και πελατείας - εμπορικής εύνοιας·
(ζ) οποτεδήποτε εταιρεία παραχωρεί δάνειο ή οποιαδήποτε άλλη χρηματική διευκόλυνση συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ανάληψης, εξαιρουμένου υπολοίπου που προέρχεται από εμπορικές συναλλαγές, σε διευθυντές ή μετόχους της άτομα ή των συζύγων αυτών ή σε συγγενείς τους μέχρι και του δεύτερου βαθμού συγγένειας, τότε λογίζεται ότι το άτομο αυτό έχει μηνιαίο όφελος που ισούται με εννέα τοις εκατό (9%) ετήσια επί του υπολοίπου του δανείου ή της οποιασδήποτε άλλης μηνιαίας χρηματικής διευκόλυνσης στο τέλος κάθε μήνα (συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ανάληψης κατά τη διάρκεια του μήνα):
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στην περίπτωση προσώπου που δεν είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, για κάθε φορολογικό έτος επιβάλλεται φόρος με συντελεστή ή συντελεστές, όπως ειδικότερα καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, στο εισόδημα που κτάται ή προκύπτει, αναφορικά με:-
(α) οποιαδήποτε κέρδη ή άλλα οφέλη από μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι κέρδη ή οφέλη από την επιχείρηση εκμετάλλευσης πλοίων ή αεροσκαφών αναφορικά με εισιτήρια ή ναύλα επιβατών ή εμπορευμάτων ή αντικειμένων ταχυδρομείου που επιβιβάζονται ή φορτώνονται στη Δημοκρατία, θα υπόκεινται σε φόρο ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι μόνιμης εγκατάστασης·
(β) κέρδη ή άλλα οφέλη από οποιοδήποτε αξίωμα ή μισθωτές υπηρεσίες που ασκούνται στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένης της κατ' εκτίμηση ετήσιας αξίας καταλύματος, στέγης και διατροφής ή οικίας, καθώς και κάθε άλλου επιδόματος, χρηματικής ή άλλης μορφής, που χορηγείται αναφορικά με παρεχόμενες μισθωτές υπηρεσίες στο άτομο το οποίο παρέχει τις μισθωτές υπηρεσίες ή σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας του:
(γ) συντάξεις αναφορικά με εργοδότηση που ασκήθηκε στη Δημοκρατία, ποσά εισοδήματος πληρωτέα δυνάμει αποφάσεως δικαστηρίου ή όρου τεθέντος σε διαθήκη ή σύμβαση στη Δημοκρατία, καθώς και ετήσιες ισόβιοι ή για καθορισμένη περίοδο καταβαλλόμενες πρόσοδοι που βαρύνουν άμεσα ή έμμεσα πρόσωπο που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, με την εξαίρεση οποιασδήποτε σύνταξης που πληρώνεται από, ή από ταμείο που δημιουργήθηκε από, την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας ή Αρχή Τοπικής Διοίκησης·
(δ) εισόδημα το οποίο εμπίπτει στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1)·
(ε) οποιοδήποτε ποσό ή αντιπαροχή για φήμη και πελατεία - εμπορική εύνοια μειωμένο με οποιοδήποτε ποσό δαπανήθηκε για την αγορά τέτοιας φήμης και πελατείας - εμπορικής εύνοιας·
(στ) ανεξάρτητα από την ύπαρξη μόνιμης εγκατάστασης ή όχι, το ακαθάριστο εισόδημα το οποίο αποκτά οποιοδήποτε άτομο από την άσκηση στη Δημοκρατία οποιουδήποτε επαγγέλματος ή επιτηδεύματος, η αμοιβή προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες ψυχαγωγίας στο κοινό και οι ακαθάριστες εισπράξεις οποιουδήποτε θεατρικού ή μουσικού ή άλλου ομίλου ή άλλης ομάδας προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες ψυχαγωγίας στο κοινό, περιλαμβανομένων ποδοσφαιρικών ομάδων και άλλων αθλητικών αποστολών από το εξωτερικό, που προκύπτουν από παραστάσεις στη Δημοκρατία.
(ζ) οποτεδήποτε εταιρεία παραχωρεί δάνειο ή οποιαδήποτε άλλη χρηματική διευκόλυνση συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ανάληψης, εξαιρουμένου υπολοίπου που προέρχεται από εμπορικές συναλλαγές, σε διευθυντές ή μετόχους της άτομα ή των συζύγων αυτών ή σε συγγενείς τους μέχρι και του δεύτερου βαθμού συγγένειας, τότε λογίζεται ότι το άτομο αυτό έχει μηνιαίο όφελος που ισούται με εννέα τοις εκατό (9%) ετήσια επί του υπολοίπου του δανείου ή της οποιασδήποτε άλλης μηνιαίας χρηματικής διευκόλυνσης στο τέλος κάθε μήνα (συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ανάληψης κατά τη διάρκεια του μήνα):
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οποιαδήποτε έσοδα από την πώληση δένδρων αναφορικά με τα οποία χορηγήθηκε έκπτωση σύμφωνα με το άρθρο 9 ή οποιαδήποτε αποζημίωση λήφθηκε ή θα ληφθεί δυνάμει ασφάλειας ή άλλως σε σχέση με ζημιά ή καταστροφή των δένδρων αυτών, θα λογίζεται ως εισόδημα υποκείμενο σε φορολογία:
(4) Πρόσωπα που δεν είναι κάτοικοι στη Δημοκρατία και έχουν μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία δύνανται να επιλέγουν όπως τυγχάνουν της ίδιας φορολογικής μεταχείρισης ως οι κάτοικοι της Δημοκρατίας.
6. Ο φόρος επιβάλλεται και εισπράττεται στο φορολογητέο εισόδημα κάθε προσώπου το οποίο αποκτάται κατά το φορολογικό έτος.
7. Οι λογαριασμοί προσώπων που ασκούν επιχείρηση κλείνουν κατά την τελευταία ημέρα του φορολογικού έτους:
Νοείται ότι ο Έφορος δύναται να επιτρέψει όπως οι λογαριασμοί επιχείρησης κλείνουν σε ημερομηνία διαφορετική από την τελευταία ημέρα του φορολογικού έτους αλλά σε τέτοια περίπτωση το φορολογητέο εισόδημα με βάση το εισόδημα του έτους που λήγει κατά την ίδια ημερομηνία επιμερίζεται στο φορολογικό έτος που αφορά σύμφωνα με τέτοιους όρους που ο Έφορος ήθελε κρίνει δικαίους και λογικούς.
8. Απαλλάσσονται από το φόρο-
(1) [Διαγράφηκε]·
(2) [Διαγράφηκε]·
(3) [Διαγράφηκε]·
(4) κάθε άλλο ωφέλημα ή επίδομα που χορηγείται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον Πρόεδρο της Βουλής κατά την αποχώρηση του από το λειτούργημα αυτό σύμφωνα με τους περί Ωφελημάτων (Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων) Νόμους του 1988 μέχρι 1989·
(5) τα έξοδα παραστάσεως των υπουργών, του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων και των μελών αυτής·
(6) το επίδομα που χορηγείται σε μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας της Δημοκρατίας ή σε υπάλληλο οποιουδήποτε οργανισμού δημόσιου δικαίου για υπηρεσία στο εξωτερικό, νοουμένου ότι ο Υπουργός Οικονομικών θα πιστοποιήσει ότι το επίδομα τούτο χορηγείται στα εν λόγω άτομα ως αποζημίωση για την έκτακτη δαπάνη την οποίαν αυτά αναγκάζονται να υφίστανται λόγω του ότι υποχρεούνται να διαμένουν μακριά από την Κύπρο προς εκτέλεση των καθηκόντων τους:
Νοείται ότι το ύψος του επιδόματος σε υπάλληλο νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου δεν υπερβαίνει το ύψος του αντίστοιχου επιδόματος σε μέλος της Δημόσιας Υπηρεσίας της Δημοκρατίας·
(7) οι συντάξεις και έκτακτα επιδόματα που χορηγούνται δυνάμει των περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμων του 1988 μέχρι 2001·
(8) [Διαγράφηκε]·
(9) οποιοδήποτε κατ' αποκοπή καθοριζόμενο ποσό το οποίο λαμβάνεται εφάπαξ σε μορφή φιλοδωρήματος επί αφυπηρετήσει, μετατροπή συντάξεως, φιλοδωρήματος λόγω θανάτου ή ως εφάπαξ αποζημίωση λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης·
(10) το εισόδημα το οποίο πηγάζει από υποτροφία ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο εκπαιδευτικό χορήγημα σε άτομο το οποίο φοιτά τακτικά σε πανεπιστήμιο, κολλέγιο, σχολή ή άλλο αναγνωρισμένο ίδρυμα·
(11) κεφάλαια καταβαλλόμενα σε άτομα από οποιεσδήποτε πληρωμές οι οποίες συνιστούν εκπτώσεις που δύνανται να χορηγηθούν δυνάμει του άρθρου 14·
(12) οι αποδοχές ξένων λειτουργών οποιουδήποτε ιδρύματος ασκούντος στη Δημοκρατία εκπαιδευτική, πολιτιστική ή επιστημονική λειτουργία, εάν ο Υπουργός Οικονομικών ικανοποιηθεί ότι δια της απαλλαγής αυτής εξυπηρετείται καλύτερα το δημόσιο συμφέρον
(13) το εισόδημα θρησκευτικού, φιλανθρωπικού ή εκπαιδευτικού ιδρύματος δημόσιου χαρακτήρα·
(14) το εισόδημα εγγεγραμμένης συνεργατικής εταιρείας αναφορικά με συναλλαγές με μέλη της·
(15) το εισόδημα αρχής τοπικής διοίκησης, όταν το εισόδημα τούτο δεν πηγάζει από οποιαδήποτε επιχείρηση που διεξάγεται από την αρχή αυτή ή από εκμίσθωση ιδιοκτησίας·
(16) το εισόδημα κάθε ταμείου που εμπίπτει στο εδάφιο (3) του άρθρου 14·
(17) τηρουμένων οποιωνδήποτε όρων τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε επιβάλει, το εισόδημα εταιρείας που συστάθηκε αποκλειστικά και μόνο για την προαγωγή της τέχνης, της επιστήμης ή του αθλητισμού, η οποία δεν συνεπάγεται την κτήση κέρδους από την εταιρεία αυτή ή τα μέλη της και της οποίας οι δραστηριότητες περιορίζονται μόνο στο σκοπό αυτό·
(18) οι αποδοχές ξένων διπλωματικών και προξενικών αντιπροσώπων, εάν αυτοί δεν είναι πολίτες της Δημοκρατίας, οι οποίοι σύμφωνα με τους κανόνες και τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου απολαμβάνουν διπλωματικής ασυλίας με όρους αμοιβαιότητας·
(19) Ολόκληρο το εισόδημα προσώπου από τόκους:
(20) εισόδημα από μερίσματα:
(21) είκοσι τοις εκατόν (20%) της αμοιβής από οποιαδήποτε εργοδότηση που ασκείται στη Δημοκρατία από άτομο το οποίο ήταν κάτοικος εκτός της Δημοκρατίας πριν την έναρξη της εργοδότησης του στη Δημοκρατία, ή €8.550, οποιοδήποτε είναι το μικρότερο. η απαλλαγή αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί το έτος στο οποίο άρχισε η εργοδότηση, αναφορικά με εργοδότηση που άρχισε εντός του έτους 2012 μέχρι και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 6) Νόμου του 2022, με μέγιστη χρονική περίοδο στα οποία χορηγείται η απαλλαγή τα πέντε (5) έτη που ακολουθούν από το έτος της εργοδότησης.
(21Α) τo είκοσι τοις εκατόν (20%) της αμοιβής από πρώτη εργοδότηση στη Δημοκρατία ή ποσό ύψους οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα ευρώ (€8.550), οποιοδήποτε είναι το μικρότερο, από άτομο το οποίο για τρία (3) συνεχή έτη, αμέσως πριν από την έναρξη της εργοδότησής του στη Δημοκρατία, εργοδοτείτο εκτός της Δημοκρατίας σε εργοδότη μη κάτοικο της Δημοκρατίας και του οποίου η έναρξη πρώτης εργοδότησης στη Δημοκρατία γίνεται μετά την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 6) Νόμου του 2022 μέχρι και το έτος 2027:
(22) κέρδος από τη διάθεση τίτλων:
(23) Το πενήντα τοις εκατόν (50%) της αμοιβής από οποιαδήποτε εργοδότηση που ασκείται στη Δημοκρατία από άτομο το οποίο ήταν κάτοικος εκτός της Δημοκρατίας πριν την έναρξη της εργοδότησής του στη Δημοκρατία, η οποία έναρξη έγινε μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 6) Νόμου του 2022:
Νοείται ότι –
(i) η απαλλαγή χορηγείται για δέκα (10) έτη κατά τα οποία ασκείται εργοδότηση στη Δημοκρατία, αρχής γενομένης του έτους εργοδότησης, εφόσον τα εισοδήματα από την εν λόγω εργοδότηση υπερβαίνουν τις εκατόν χιλιάδες ευρώ (€100.000) ετησίως˙
(ii) η απαλλαγή αυτή δεν χορηγείται σε άτομο το οποίο ήταν κάτοικος στη Δημοκρατία σε οποιαδήποτε τρία (3) από τα πέντε (5) φορολογικά έτη που προηγούνται του έτους στο οποίο άρχισε η εργοδότηση του στη Δημοκρατία, καθώς και σε άτομο που ήταν κάτοικος στη Δημοκρατία κατά το έτος που προηγείται του έτους που άρχισε η εργοδότηση˙
(iii) η απαλλαγή αυτή χορηγείται σε οποιοδήποτε έτος στο οποίο τα εισοδήματα από την εργοδότηση του στη Δημοκρατία υπερβαίνουν τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ετησίως, ανεξάρτητα αν σε κάποιο έτος τα εισοδήματα από την εργοδότηση του μειώνονται κάτω από τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), νοουμένου ότι όταν άρχισε η εργοδότηση του στη Δημοκρατία τα εισοδήματα από την εργοδότηση του στη Δημοκρατία υπερέβαιναν τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ετησίως, και ο Έφορος ικανοποιείται ότι η αυξομείωση στα ετήσια εισοδήματα από την εργοδότηση στη Δημοκρατία δεν αποτελεί ρύθμιση που αποσκοπεί στη χορήγηση της απαλλαγής˙
(iv) η απαλλαγή που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδάφιου (21) δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν ισχύει η απαλλαγή που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου˙
(v) οι διατάξεις της υποπαραγράφου (ii) της παρούσας επιφύλαξης τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση ατόμου του οποίου η εργοδότηση ξεκινά από και μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015.
(23Α) τo πενήντα τοις εκατόν (50%) της αμοιβής από εργοδότηση στη Δημοκρατία από άτομο το οποίο δεν ήταν κάτοικος της Δημοκρατίας για χρονική περίοδο τουλάχιστον δεκαπέντε (15) συνεχόμενων ετών αμέσως πριν από την έναρξη της πρώτης εργοδότησής του στη Δημοκρατία και του οποίου η έναρξη πρώτης εργοδότησης στη Δημοκρατία γίνεται από την 1η Ιανουαρίου 2022 και μετέπειτα:
(i) η απαλλαγή χορηγείται για χρονική περίοδο δεκαεπτά (17) φορολογικών ετών ή μέχρι την κατάργηση του παρόντος εδαφίου, όποιο από τα δύο επισυμβεί νωρίτερα, αρχής γενομένης από το φορολογικό έτος έναρξης της πρώτης εργοδότησης στη Δημοκρατία·
(ii) η απαλλαγή χορηγείται για οποιοδήποτε έτος στο οποίο η αμοιβή από εργοδότηση στη Δημοκρατία υπερβαίνει τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000), ανεξαρτήτως εάν σε οποιοδήποτε φορολογικό έτος η αμοιβή μειώνεται κάτω των πενήντα πέντε χιλιάδων ευρώ (€55.000), νοουμένου ότι κατά το πρώτο ή δεύτερο έτος που έπεται της ημερομηνίας έναρξης της πρώτης εργοδότησης στη Δημοκρατία η αμοιβή υπερέβαινε τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000) ετησίως και ο Έφορος ικανοποιείται ότι η αυξομείωση στην ετήσια αμοιβή από εργοδότηση στη Δημοκρατία δεν αποτελεί ρύθμιση που αποσκοπεί στη χορήγηση της απαλλαγής·
(iii) ανεξαρτήτως των διατάξεων της υποπαραγράφου (ii), η απαλλαγή χορηγείται κατά το φορολογικό έτος έναρξης της πρώτης εργοδότησης, νοουμένου ότι η αμοιβή από την εργοδότηση στη Δημοκρατία κατά τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες υπερβαίνει τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000)·
(iv) για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, άτομο θεωρείται ότι έχει «έναρξη πρώτης εργοδότησης στη Δημοκρατία» όταν για πρώτη φορά, μετά από περίοδο δεκαπέντε (15) συνεχόμενων φορολογικών ετών κατά την οποία δεν ασκούσε οποιεσδήποτε μισθωτές υπηρεσίες στη Δημοκρατία, αρχίζει να ασκεί μισθωτές υπηρεσίες στη Δημοκρατία είτε σε εργοδότη κάτοικο της Δημοκρατίας είτε σε εργοδότη μη κάτοικο της Δημοκρατίας και ο όρος «πρώτη εργοδότηση στη Δημοκρατία» ερμηνεύεται ανάλογα:
(i) επωφελήθηκε της προβλεπόμενης στο εδάφιο (23) απαλλαγής· ή
(ii) του οποίου η πρώτη εργοδότηση στη Δημοκρατία άρχισε μεταξύ των ετών 2016 και 2021, με αμοιβή που υπερέβαινε τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000) ετησίως· ή
(iii) του οποίου η πρώτη εργοδότηση στη Δημοκρατία άρχισε μεταξύ των ετών 2016 και 2021, με αμοιβή που δεν υπερέβαινε τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000) ετησίως και εντός χρονικής περιόδου έξι (6) μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 6) Νόμου του 2022, η αμοιβή υπερβεί τις πενήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€55.000) ετησίως:
Νοείται έτι περαιτέρω ότι,
(i) σε περίπτωση κατά την οποία χορηγείται η προβλεπόμενη στο παρόν εδάφιο απαλλαγή, δεν χορηγούνται οι προβλεπόμενες στα εδάφια (21), (21Α) και (23) απαλλαγές·
(ii) η απαλλαγή χορηγείται σε κάθε άτομο, άπαξ εφ’ όρου ζωής, για τα έτη που εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου:
(24) Οποιοδήποτε κέρδος προκύπτει από συναλλαγματικές διαφορές που οφείλονται στη διακύμανση συναλλαγματικών ισοτιμιών, με εξαίρεση το κέρδος που προκύπτει από την εμπορία συναλλάγματος:
Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ο όρος «κέρδος που προκύπτει από συναλλαγματικές διαφορές» περιλαμβάνει και κέρδος από δικαιώματα ή παράγωγα συναλλάγματος και ο όρος «εμπορία συναλλάγματος» περιλαμβάνει και εμπορία δικαιωμάτων ή παραγώγων συναλλάγματος.
(25) Οποιοδήποτε όφελος, πλεόνασμα ή κέρδος προσώπου το οποίο προκύπτει στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης:
επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση στο δανειολήπτη οποιοδήποτε μέρος από το προϊόν διάθεσης, τότε καταβάλλεται φόρος από το δανειολήπτη κατ' αναλογία επί του ποσού που επιστρέφεται.
Για σκοπούς της παρούσας επιφύλαξης -
(i) Ο φόρος που προκύπτει βαρύνει το δανειολήπτη και παρακρατείται από το δανειστή από το εν λόγω ποσό που επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση και καταβάλλεται στον Έφορο·
(ii) o φόρος που προκύπτει και καταβάλλεται δυνάμει της παρούσας επιφύλαξης και των κατ’ αναλογίαν διατάξεων του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2015 και του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους το ποσό που επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση.
(26) Μέχρι του πενήντα τοις εκατόν (50%) του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου δραστηριοποιούμενου στη Δημοκρατία στον τομέα παραγωγής ταινιών, σειρών και άλλων συναφών προγραμμάτων οπτικοακουστικής όπως οι δραστηριότητες αυτές καθορίζονται στο Σχέδιο, το οποίο δεν υπερβαίνει το τριάντα πέντε τοις εκατόν (35%) των επιλέξιμων δαπανών, όπως αυτές εγκρίνονται από την Αρμόδια Αρχή εφαρμογής του Σχεδίου:
9. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), προς εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος κάθε προσώπου θα εκπίπτουν όλες οι δαπάνες τις οποίες το πρόσωπο αυτό υπέστη εξολοκλήρου και αποκλειστικά προς κτήση του εισοδήματος. Σ' αυτές περιλαμβάνονται:
(α) κάθε ποσό που δαπανήθηκε είτε για την επισκευή οικημάτων, μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και μεταφορικών μέσων, είτε για την ανανέωση, επισκευή ή μετατροπή οποιουδήποτε εργαλείου, σκεύους ή άλλου αντικειμένου, χρησιμοποιουμένων για την κτήση του εισοδήματος·
(β) οι συνήθεις ετήσιες εισφορές που καταβάλλονται από εργοδότη σε Ταμείο που εμπίπτει στο άρθρο 14·
(γ) οι ανεπίδεκτες εισπράξεως απαιτήσεις οποιασδήποτε επιχείρησης, εάν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι οι απαιτήσεις αυτές κατέστησαν ανεπίδεκτες εισπράξεως κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους και ότι πράγματι αποσβέσθηκαν με οριστική εγγραφή κατά τη διάρκεια του ιδίου έτους, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι απαιτήσεις αυτές κατέστησαν πληρωτέες προ της έναρξης του εν λόγω έτους, καθώς επίσης και το ποσό κάθε ειδικής πρόβλεψης αναφορικά με επισφαλείς απαιτήσεις σε σχέση με τις οποίες ο Έφορος ικανοποιείται ότι κατέστησαν ή θα καταστούν τελικά ανείσπρακτες:
(δ) οι δαπάνες για επιστημονική έρευνα, καθώς και οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη όπως αναγνωρίζονται με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, τις οποίες υπέστη πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση και έχει την οικονομική ιδιοκτησία του άυλου περιουσιακού στοιχείου που προκύπτει ή ενδέχεται να προκύψει από τη διενέργεια τέτοιων δαπανών:
(ε) Κάθε δαπάνη για την απόκτηση ή ανάπτυξη άυλων περιουσιακών στοιχείων όπως αυτά ορίζονται στον περί Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας Νόμο όπως αυτός τροποποιήθηκε, στον περί του Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμο όπως αυτός τροποποιήθηκε και στον περί Εμπορικών Σημάτων Νόμο όπως αυτός τροποποιήθηκε, η οποία έγινε από πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση:
(ii) αποκτήθηκαν άμεσα ή έμμεσα από συνδεδεμένο πρόσωπο κατά τη χρονική περίοδο που αρχίζει τη 2α Ιανουαρίου 2016 και λήγει την 30ή Ιουνίου 2016 και τα οποία κατά το χρόνο απόκτησής τους ενέπιπταν στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου ή στις διατάξεις παρόμοιου καθεστώτος για άυλα περιουσιακά στοιχεία σε άλλο κράτος ή των οποίων η απόκτηση δεν έγινε με κύριο σκοπό ή έχοντας ως ένα από τους κύριους σκοπούς την αποφυγή φόρουˑ ή
(iii) αποκτήθηκαν από μη συνδεδεμένο πρόσωπο ή αναπτύχθηκαν από το πρόσωπο το ίδιο, κατά τη χρονική περίοδο που αρχίζει τη 2α Ιανουαρίου 2016 και λήγει την 30ή Ιουνίου 2016·
(β) έως την 31η Δεκεμβρίου 2016 αναφορικά με άυλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποκτήθηκαν άμεσα ή έμμεσα από συνδεδεμένο πρόσωπο κατά τη χρονική περίοδο που αρχίζει τη 2α Ιανουαρίου 2016 και λήγει την 30ή Ιουνίου 2016 και τα οποία δεν εμπίπτουν στην υποπαράγραφο (ii):
(α) Το ενσωματωμένο εισόδημα που προκύπτει από την εμπορική χρήση άυλου περιουσιακού στοιχείου που εμπίπτει στον ορισμό «επιλέξιμο άυλο περιουσιακό στοιχείο» όπως αυτό καθορίζεται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (κ), ανεξαρτήτως της ημερομηνίας απόκτησης ή ανάπτυξης αυτούˑ ή
(β) το εισόδημα που προέρχεται από άυλο περιουσιακό στοιχείο που εμπίπτει στον ορισμό «επιλέξιμο άυλο περιουσιακό στοιχείο» σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (κ), ανεξαρτήτως της ημερομηνίας απόκτησης ή ανάπτυξης αυτού και για το οποίο υπάρχει μόνο οικονομική ιδιοκτησία:
«συνδεδεμένο πρόσωπο» σημαίνει το συνδεδεμένο πρόσωπο όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 33·
«άυλα περιουσιακά στοιχεία» θεωρούνται τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία μέχρι την 30η Ιουνίου 2016 είτε παρήγαν εισόδημα είτε είχε ολοκληρωθεί η ανάπτυξή τους.
“κέρδος” για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, υπολογίζεται με την αφαίρεση από το εισόδημα που προέρχεται από την εκμετάλλευση ή την πώληση των άυλων περιουσιακών στοιχείων των άμεσων εξόδων για την κτήση του εισοδήματος αυτού.
(στ) δωρεές ή συνεισφορές που έγιναν για εκπαιδευτικούς, μορφωτικούς ή άλλους φιλανθρωπικούς σκοπούς προς τη Δημοκρατία ή Αρχή Τοπικής Διοίκησης ή προς οποιοδήποτε φιλανθρωπικό ίδρυμα που εγκρίνεται ως τέτοιο από το Υπουργικό Συμβούλιο:
(ζ) κάθε δαπάνη που έγινε, ανεξάρτητα από το εάν έγινε για κτήση εισοδήματος ή όχι,
(i) κατά την έκταση που το ποσό των δαπανών υπερβαίνει το ποσό των £350 σε περίπτωση οικοδομής εμβαδού μέχρι 100 τ.μ., ή το ποσό των £300 σε περίπτωση οικοδομής από 101-1000 τ.μ., ή το ποσό των £200 σε περίπτωση οικοδομής εμβαδού από 1001 τ.μ. και άνω, για κάθε τετραγωνικό μέτρο εμβαδού της οικοδομής ή του αρχαίου μνημείου·
(ii) για τη συντήρηση, διατήρηση ή αποκατάσταση αρχαίου μνημείου που καθορίζεται στο Δεύτερο Πίνακα του περί Αρχαιοτήτων Νόμου, εάν ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων πιστοποιεί ότι οι δαπάνες έγιναν για τη συμπλήρωση των έργων συντήρησης, διατήρησης ή αποκατάστασης του αρχαίου αυτού μνημείου:
(i) κατά την έκταση που το ποσό των δαπανών υπερβαίνει το ποσό των εκατόν ογδόντα λιρών για κάθε τετραγωνικό μέτρο εμβαδού της οικοδομής ή του αρχαίου μνημείου·
(ii) αναφορικά με οποιοδήποτε ποσό το οποίον ο ιδιοκτήτης της οικοδομής αυτής ή αρχαίου μνημείου έλαβε δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 8 του περί Αρχαιοτήτων Νόμου ή από οποιοδήποτε δημόσιο ταμείο·
(η) τόκος μέχρι ποσού πεντακοσίων λιρών αναφορικά με δάνειο που δημιουργήθηκε για την ανοικοδόμηση κατοικίας που χρησιμοποιείται συνήθως υπό ατόμου ή των παιδιών του για σκοπούς ιδιοκατοίκησης:
(θ) οποιοδήποτε ποσό τόκων αναφορικά με την απόκτηση στοιχείων ενεργητικού που χρησιμοποιούνται στην επιχείρηση·
(ι) ποσά που καταβάλλονται σε Ταμείο το οποίο εγκρίνεται σύμφωνα με Κανονισμούς για σκοπούς εκπαίδευσης και συντήρησης ατόμου το οποίο φοιτά σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο, κολλέγιο, σχολή ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
(κ) Ποσοστό ύψους ογδόντα τοις εκατόν (80%) των επιλέξιμων κερδών που παράγονται από επιλέξιμο άυλο περιουσιακό στοιχείοˑ πρόσωπο δύναται για κάθε φορολογικό έτος να αποποιείται ολόκληρης ή μέρους της έκπτωσης που χορηγείται δυνάμει της παρούσας παραγράφου:
(λ) Κάθε δαπάνη για την απόκτηση ή την ανάπτυξη του άυλου περιουσιακού στοιχείου, η οποία πραγματοποιήθηκε από πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση αναφορικά με την οποία ο Έφορος ήθελε ικανοποιηθεί ότι έγινε προς όφελος της επιχείρησης:
(μ) Δαπάνη για την εκπόνηση μελέτης εξοικονόμησης ενέργειας από ειδικευμένο εμπειρογνώμονα, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στον περί Ρύθμισης της Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων Νόμο ή από ενεργειακό ελεγκτή, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στον περί της Ενεργειακής Απόδοσης Νόμο αναφορικά με υποστατικό που χρησιμοποιείται στην επιχείρηση.
(1Α) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) δεν εκπίπτονται-
(i) οποιεσδήποτε δαπάνες δεν υποστηρίζονται από τιμολόγια και αποδείξεις είσπραξης ή άλλα στοιχεία που προβλέπονται στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 30 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου·
(ii) οι αποδοχές, που αφορούν μισθωτές υπηρεσίες που παρέχονται εντός του φορολογικού έτους, επί των οποίων οι εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, Ταμείο Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής, Ταμείο Συντάξεων και Ταμείο Προνοίας δεν καταβάλλονται στο έτος στο οποίο οφείλονται:
(2) Στην περίπτωση εισοδήματος ατόμου από ενοικίαση κτιρίων αφαιρείται ποσοστό είκοσι τοις εκατόν (20%) από το εν λόγω ακαθάριστο εισόδημα πριν να αφαιρεθεί η έκπτωση για μείωση της αξίας και φθοράς όπως προνοείται στις διατάξεις του άρθρου 10 και η δαπάνη για τόκους.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος 'επιχείρηση' περιλαμβάνει εκμίσθωση ιδιοκτησίας.
(9A). 1.- Δαπάνες που διενεργούνται από πρόσωπο, το οποίο είναι ανεξάρτητος επενδυτής, είτε απευθείας, είτε μέσω επενδυτικού ταμείου, είτε μέσω εναλλακτικής πλατφόρμας διαπραγμάτευσης, για επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου προς καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα του προσώπου αυτού κατά την επένδυσή τους:
Νοείται ότι
(i) Το ποσό που εκπίπτει του φορολογητέου εισοδήματος δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% του φορολογητέου εισοδήματος του προσώπου αυτού στο φορολογικό έτος εντός του οποίου πραγματοποιείται η επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου όπως αυτό έχει προσδιορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου προτού αφαιρεθεί από αυτό η έκπτωση που καθορίζεται στο παρόν άρθρο και αφού αφαιρεθεί από αυτό η έκπτωση με βάση το άρθρο 14 του παρόντος νόμου·
(ii) στην περίπτωση επενδυτή νομικού προσώπου, το οποίο είναι ανεξάρτητος επενδυτής εκπίπτει το τριάντα τοις εκατό (30%) των δαπανών που διενεργούνται είτε απευθείας, είτε μέσω επενδυτικού ταμείου, είτε μέσω εναλλακτικής πλατφόρμας διαπραγμάτευσης και μόνο για επενδύσεις ιδίων κεφαλαίων·
(iii) η αφαίρεση, στην έκταση που δεν παραχωρείται λόγω του περιορισμού της υποπαραγράφου (i) μπορεί να μεταφέρεται και να παραχωρείται κατά τα επόμενα πέντε έτη, τηρουμένου του πιο πάνω ποσοστιαίου περιορισμού·
(iv) το ποσό που εκπίπτει δεν μπορεί να υπερβεί στο σύνολο του τις εκατό πενήντα χιλιάδες ευρώ στο φορολογικό έτος·
(v) στην περίπτωση επενδύσεων συνέχειας πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014·
(vi) Ο Έφορος δύναται να μην επιτρέψει την παραχώρηση οποιασδήποτε έκπτωσης δυνάμει των διατάξεων παρόντος εδαφίου, εάν πρόσωπο που πραγματοποιεί δαπάνες για επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου βάση του παρόντος εδαφίου, δεν διατηρήσει στην κατοχή του την εν λόγω επένδυση στην καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ) για ελάχιστη περίοδο τριών ετών.
(vii) Ο Έφορος δύναται να μην επιτρέψει την παραχώρηση οποιασδήποτε έκπτωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που κρίνει ότι έχουν γίνει ενέργειες οι οποίες αποσκοπούν στην παραχώρηση της σχετικής έκπτωσης και καταστρατηγούν οποιαδήποτε ανώτατα όρια που τίθενται δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(viii) οι χρηματοπιστωτικοί διαμεσολαβητές και οι διαχειριστές τους μπορούν να επωφεληθούν από τη φορολογική έκπτωση μόνον εάν ενεργούν ως συνεπενδυτές ή από κοινού δανειοδότες, νοούμενου ότι δεν χορηγείται καμία φορολογική έκπτωση σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται από τον ενδιάμεσο χρηματοπιστωτικό οργανισμό ή τους διαχειριστές του για την εφαρμογή του μέτρου, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 90 των Κατευθυντήρων Γραμμών Χρηματοδότης Επιχειρηματικού Κινδύνου (ΚΓΧΕΚ)·
(ix) η έκπτωση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για υποστήριξη εξαγορών επιλέξιμης επιχείρησης, ούτε για υποστήριξη εξαγωγικών δραστηριοτήτων προς τρίτες χώρες ή άλλα κράτη μέλη ούτε δύναται να χρησιμοποιηθεί από επιλέξιμη επιχείρηση για εισαγωγή αγαθών, όπως καθορίζεται στις παραγράφους 27 μέχρι 29 των ΚΓΧΕΚ·
(x) σε περίπτωση κατά την οποία ανεξάρτητος επενδυτής παρέχει απευθείας χρηματοδότηση επιχειρηματικού κινδύνου σε καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), επιλέξιμη επένδυση θεωρείται μόνο η απόκτηση νεοεκδοθέντων συνήθων μετοχών (ordinary shares) και οι μετοχές αυτές θα πρέπει να διατηρηθούν στην κατοχή του επενδυτή για τουλάχιστον τρία (3) έτη, ενώ σε περίπτωση κεφαλαίου αντικατάστασης, θα πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 7 του Άρθρου 21 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014·
(xi) ανεξαρτήτως των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση κατά την οποία ανεξάρτητος επενδυτής, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, προβαίνει σε χρηματοδότηση επιχειρηματικού κινδύνου απευθείας σε καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), διασφαλίζεται η επαρκής συμμετοχή του ανεξάρτητου επενδυτή, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του Άρθρου 21α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014:
Νοείται ότι, η συνολική μέγιστη φορολογική απαλλαγή δεν υπερβαίνει τα ακόλουθα ανώτατα όρια:
(α) το πενήντα τοις εκατό (50%) της επιλέξιμης επένδυσης που πραγματοποιείται από ανεξάρτητο επενδυτή, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, προς την καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (β) του ορισμού του όρου “καινοτόμος μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ)”·
(β) το τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) της επιλέξιμης επένδυσης που πραγματοποιείται από ανεξάρτητο επενδυτή, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, προς την καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (β) του ορισμού του όρου “καινοτόμος μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ)”· και
(γ) το είκοσι τοις εκατό (20%) της επιλέξιμης επένδυσης που πραγματοποιείται από ανεξάρτητο επενδυτή που είναι φυσικό πρόσωπο προς την καινοτόμο μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ), όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (β) του ορισμού του όρου “καινοτόμος μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ)”.
Για σκοπούς του παρόντος άρθρου -
«καινοτόμος μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ)» σημαίνει την μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ):
(α) που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας˙ και
(β) η οποία θα πρέπει, τη στιγμή της επένδυσης να αποτελεί μη εισηγμένη ΜΜΕ και να έχει καταρτίσει επιχειρηματικό σχέδιο για την επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου και επιπλέον να πληροί τουλάχιστον μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) δεν ασκεί δραστηριότητες σε καμία αγορά· ή
(ii) ασκεί δραστηριότητες σε οποιαδήποτε αγορά είτε λιγότεροαπό δέκα (10) έτη μετά από την εγγραφή της στον Έφορο Εταιρειών είτε λιγότερο από επτά (7) έτη μετά την πρώτη εμπορική της πώληση· ή
(iii) χρειάζεται αρχική επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου η οποία, βάσει επιχειρηματικού σχεδίου που καταρτίζεται για νέο προϊόν ή τη διείσδυση σε νέα γεωγραφική αγορά, είναι ψηλότερη του 50% του μέσου ετήσιου κύκλου εργασιών της κατά τα προηγούμενα πέντε έτη:
(i) επενδύσεις που βελτιώνουν σημαντικά τις περιβαλλοντικές συνθήκες, σύμφωνα με την παράγραφο (2) του Άρθρου 36 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014·
(ii) άλλες περιβαλλοντικές βιώσιμες επενδύσεις, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του Άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2020/852·
(iii) επενδύσεις που στοχεύουν στη βελτίωση των εξορύξεων, διαχωρισμού, διύλισης, επεξεργασία ή ανακύκλωση κρίσιμης πρώτης ύλης που παρατίθεται στο Παράρτημα IV του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014.
(γ) η οποία έχει εγκριθεί ως τέτοια, από το Υπουργείο Οικονομικών ή άλλη αρμόδια αρχή που θα υποδείξει ο Υπουργός Οικονομικών κατόπιν αιτήσεως και αξιολόγησης ως ακολούθως:
(1)(i) Κατηγορία Α: Υφιστάμενες επιχειρήσεις με οικονομικό ιστορικό:
Η επιχείρηση υποβάλλει πιστοποιητικό/ βεβαίωση από εγκεκριμένο ελεγκτή, στην οποία πιστοποιείται ότι οι δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης, όπως αναγνωρίζονται με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το δέκα τοις εκατό (10%) του συνόλου των λειτουργικών της δαπανών:
(ii) Κατηγορία Β: Επιχειρήσεις σε φάση εκκίνησης, χωρίς οικονομικό ιστορικό:
Η επιχείρηση υποβάλλει επιχειρηματικό σχέδιο στο οποίο περιγράφεται η ικανότητα για ανάπτυξη νέων ή σαφώς βελτιωμένων προϊόντων, υπηρεσιών ή διαδικασιών με υψηλό τεχνολογικό ή βιομηχανικό ρίσκο, που χαρακτηρίζονται ως καινοτόμα στον τομέα ή στην αγορά τους.
(iii) Κατηγορία Γ: Επιχειρήσεις που λαμβάνουν πιστοποιητικό χωρίς αξιολόγηση:
Επιχειρήσεις οι οποίες πληρούν τουλάχιστον ένα από τα πιο κάτω κριτήρια, κατά τα τελευταία τρία (3) χρόνια:
(αα) Η επιχείρηση έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση από ένα εκ των προγραμμάτων SME Instrument (Φάση Ι ή και Φάση ΙΙ), EIC Pathfinder και EIC Accelerator του Χρηματοδοτικού Προγράμματος της ΕΕ Ορίζοντας 2020, ή από ένα εκ των Προγραμμάτων EIC Pathfinder και EIC Accelerator του Χρηματοδοτικού Προγράμματος της ΕΕ Οριζόντιας Ευρώπη 2021-27.
(ββ) Η επιχείρηση έχει λάβει Σφραγίδα Αριστείας (Seal of Excellence) στα προγράμματα που αναφέρονται πιο πάνω.
(γγ) Η επιχείρηση έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση από τα προγράμματα Καινοτομίας PRE-SEED, SEED ή INNOVATE ή από άλλα αντίστοιχα Προγράμματα Καινοτομίας που θα ανακοινωθούν στο πλαίσιο των Εθνικών Προγραμμάτων Πλαισίου για Έρευνα και Καινοτομία του Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας.
(δδ) Η επιχείρηση έχει εξασφαλίσει Startup Visa.
(2) Το Υπουργείο Οικονομικών δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας που προνοείται στην παράγραφο (1), υπό την μορφή εγκυκλίου.
(3) Μια επιχείρηση παύει να θεωρείται καινοτόμος μικρή και μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ) για σκοπούς του παρόντος νόμου οποιαδήποτε στιγμή αυτή λάβει συνολική επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου η οποία ξεπερνά το ανώτατο όριο που τίθεται στην παράγραφο 8 του άρθρου 21 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014.
(δ) η οποία δεν αποκλείεται από το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 651/2014 (άρθρο 1), δηλαδή, μεταξύ άλλων:
(i) δεν αποτελεί προβληματική επιχείρηση όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 18 του άρθρου 2 του Κανονισμού 651/2014 ή
(ii) δεν αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούσας διαταγής ανάκτησης μετά από προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής με την οποία ενίσχυση κηρύσσεται παράνομη και ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.
«ανεξάρτητος επενδυτής» σημαίνει επενδυτή, ο οποίος ανεξάρτητα από την ιδιοκτησιακή του δομή, επιδιώκει αμιγώς εμπορικά συμφέροντα, χρησιμοποιεί δικούς του πόρους και αναλαμβάνει τον πλήρη κίνδυνο όσον αφορά την επένδυσή του είτε ασκεί οικονομική δραστηριότητα είτε όχι και επιπλέον δεν είναι ήδη μέτοχος της καινοτόμου μικρής και μεσαίας επιχείρησης (ΜΜΕ) στην οποία επενδύει, ούτε είναι συνδεδεμένο πρόσωπο αυτής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 33:
«δάνειο» σημαίνει συμφωνία που υποχρεώνει τον δανειοδότη να διαθέσει στον δανειολήπτη χρηματικό ποσό συμφωνημένου ύψους για συμφωνημένο χρονικό διάστημα. Ο δανειολήπτης υποχρεούται βάση της συμφωνίας να αποπληρώσει το δάνειο που του χορηγήθηκε εντός της συμφωνηθείσας περιόδου. Δύναται να λάβει τη μορφή δανείου ή άλλου χρηματοδοτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδοτικής μίσθωσης, που παρέχει στο δανειοδότη ένα βασικό στοιχείο ελάχιστης απόδοσης. Η αναχρηματοδότηση υφιστάμενων δανείων δεν αποτελεί επιλέξιμο δάνειο.
«εναλλακτική πλατφόρμα διαπραγμάτευσης» σημαίνει ένα πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφο 1 σημείο 15 της οδηγίας 2004/3/ΕΚ, όπου η πλειονότητα των χρηματοοικονομικών μέσων που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση εκδίδονται από ΜΜΕ˙
«επενδυτικό ταμείο» σημαίνει
(α) είτε τον ΟΕΕ, όπως ορίζεται στον περί των Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμο του 2014, ο οποίος, σύμφωνα με την επενδυτική του πολιτική, επενδύει 60% τουλάχιστον του ενεργητικού του:
(i) σε μέσα ιδίων κεφαλαίων και οιονεί ιδίων κεφαλαίων, όπως συμμετοχικά δικαιώματα, μετοχικούς τίτλους ή κινητές αξίες κεφαλαιουχικών εταιριών ή εταιρικές συμμετοχές ή μερίδια προσωπικών εταιριών, συμμετοχικά δάνεια, δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη, τίτλους επιλογής ή άλλους τίτλους που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω συμμετοχικών δικαιωμάτων, τίτλων ή κινητών αξιών, μετατρέψιμες ομολογίες, τα οποία εκδίδονται από καινοτόμες ΜΜΕ, ως ορίζονται στον παρόντα Νόμο∙
(ii) σε εγγυημένα ή μη εγγυημένα δάνεια, που χορηγούνται στις παραπάνω καινοτόμες ΜΜΕ, υπό τους όρους ότι ο ΟΕΕ έχει ήδη πραγματοποιήσει στις εν λόγω καινοτόμες ΜΜΕ επενδύσεις της υποπαραγράφου (i) ανωτέρω, και υπό την προϋπόθεση ότι για τα δάνεια αυτά δεν χρησιμοποιούνται κεφάλαια περισσότερα από το 30% του ενεργητικού του ΟΕΕ, που δύναται να επενδυθεί σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο∙
(iii) σε τρέχουσες απαιτήσεις από αλληλόχρεους λογαριασμούς υπέρ καινοτόμων ΜΜΕ στις οποίες ο ΟΕΕ διατηρεί συμμετοχή, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) ανωτέρω σε ποσοστό τουλάχιστον 5%. Οι επενδύσεις σε τρέχουσες απαιτήσεις από αλληλόχρεους λογαριασμούς δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 15% της επένδυσης που έχει πραγματοποιήσει ο ΟΕΕ σε κάθε καινοτόμα ΜΜΕ, στην οποία διατηρεί συμμετοχή σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) ανωτέρω∙
(β) είτε τον ΟΕΕΠΑΠ, όπως ορίζεται στον περί των Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμο του 2014, ή που λειτουργεί ως τέτοιος δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 120 του περί Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμου του 2014, ο οποίος, σύμφωνα με την επενδυτική του πολιτική, επενδύει 60% τουλάχιστον του ενεργητικού του:
(i) σε μέσα ιδίων κεφαλαίων και οιονεί ιδίων κεφαλαίων, όπως συμμετοχικά δικαιώματα, μετοχικούς τίτλους ή κινητές αξίες κεφαλαιουχικών εταιριών ή εταιρικές συμμετοχές ή μερίδια προσωπικών εταιριών, συμμετοχικά δάνεια, δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη, τίτλους επιλογής ή άλλους τίτλους που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω συμμετοχικών δικαιωμάτων, τίτλων ή κινητών αξιών, μετατρέψιμες ομολογίες, τα οποία εκδίδονται από καινοτόμες ΜΜΕ, ως ορίζονται στον παρόντα Νόμο∙
(ii) σε εγγυημένα ή μη εγγυημένα δάνεια, που χορηγούνται στις παραπάνω καινοτόμες ΜΜΕ, υπό τους όρους ότι ο ΟΕΕΠΑΠ έχει ήδη πραγματοποιήσει στις εν λόγω καινοτόμες ΜΜΕ επενδύσεις της υποπαραγράφου (i) ανωτέρω, και υπό την προϋπόθεση ότι για τα δάνεια αυτά δεν χρησιμοποιούνται κεφάλαια περισσότερα από το 30% του ενεργητικού του ΟΕΕΠΑΠ, που δύναται να επενδυθεί σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο∙
(iii) σε τρέχουσες απαιτήσεις από αλληλόχρεους λογαριασμούς υπέρ καινοτόμων ΜΜΕ στις οποίες ο ΟΕΕΠΑΠ διατηρεί συμμετοχή, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) ανωτέρω σε ποσοστό τουλάχιστον 5%. Οι επενδύσεις σε τρέχουσες απαιτήσεις από αλληλόχρεους λογαριασμούς δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 15% της επένδυσης που έχει πραγματοποιήσει ο ΟΕΕΠΑΠ σε κάθε καινοτόμα ΜΜΕ, στην οποία διατηρεί συμμετοχή σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) ανωτέρω∙
(δ) είτε Ταμεία Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας (EuSEF) που πληρούν τις προϋποθέσεις, ως ορίζονται στον Κανονισμό 346/2013,
(ε) είτε Εταιρείες Επιχειρηματικού Κεφαλαίου (EuVECA) που πληρούν τις προϋποθέσεις, ως ορίζονται στον Κανονισμό 345/2013∙
«επένδυση συνέχειας» σημαίνει την επιπρόσθετη επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου σε επιχείρηση, που ακολουθεί ένα η περισσότερους προηγούμενους κύκλους επενδύσεων χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου·
«επένδυση οιονεί ιδίων κεφαλαίων»: σημαίνει ένα είδος χρηματοδότησης το οποίο τοποθετείται μεταξύ ιδίων και δανειακών κεφαλαίων και συνεπάγεται μεγαλύτερο κίνδυνο από το δάνειο αυξημένης εξασφάλισης και μικρότερο κίνδυνο από το κοινό μετοχικό κεφάλαιο, της οποίας η απόδοση για τον κάτοχο βασίζεται κυρίως στα κέρδη ή τις ζημίες της υποκείμενης στοχευόμενης επιχείρησης και η οποία δεν διασφαλίζεται σε περίπτωση αφερεγγυότητάς της. Οι επενδύσεις οιονεί ιδίων κεφαλαίων μπορεί να είναι δομημένες με τη μορφή χρέους, χωρίς εξασφάλιση και εξοφλητική προτεραιότητα, συμπεριλαμβανομένου χρέους υβριδικής μορφής, και σε ορισμένες περιπτώσεις μετατρέψιμου σε μετοχές, ή με τη μορφή προνομιούχων μετοχών·
«επένδυση χρηματοδότησης επιχειρηματικού κινδύνου» σημαίνει επενδύσεις ιδίων κεφαλαίων και οιονεί ιδίων κεφαλαίων, δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών μισθώσεων, εγγυήσεις ή συνδυασμός αυτών, σε επιλέξιμες επιχειρήσεις για την πραγματοποίηση νέων επενδύσεων˙
«επένδυση ιδίων κεφαλαίων» σημαίνει την παροχή κεφαλαίων σε επιχείρηση, επενδυόμενων άμεσα ή έμμεσα έναντι ιδιοκτησίας του αντίστοιχου μεριδίου της επιχείρησης αυτής·
«δάνειο» σημαίνει συμφωνία που υποχρεώνει τον δανειοδότη να διαθέσει στον δανειολήπτη χρηματικό ποσό συμφωνημένου ύψους και για συμφωνημένο χρονικό διάστημα. Ο δανειολήπτης υποχρεούται βάση της συμφωνίας να αποπληρώσει το δάνειο που του χορηγήθηκε εντός της συμφωνηθείσας περιόδου. Δύναται να λάβει τη μορφή δανείου ή άλλου χρηματοδοτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδοτικής μίσθωσης, που παρέχει στην δανειοδότη ένα βασικό στοιχείο ελάχιστης απόδοσης. Η αναχρηματοδότηση υφιστάμενων δανείων δεν αποτελεί επιλέξιμο δάνειο.
«πρώτη εμπορική πώληση» σημαίνει την πρώτη πώληση από μια επιχείρηση σε αγορά προϊόντων ή υπηρεσιών, πλην των περιορισμένων δοκιμαστικών πωλήσεων στην αγορά·
«μη εισηγμένη ΜΜΕ» σημαίνει κάθε ΜΜΕ που δεν περιλαμβάνεται σε επίσημο κατάλογο χρηματιστηρίου, εκτός από τις εναλλακτικές πλατφόρμες διαπραγμάτευσης˙
Οι όροι “μικρή και μεσαία επιχείρηση” ή “ΜΜΕ”, για σκοπούς του άρθρου 9A του παρόντος Νόμου ερμηνεύονται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2026.
9Β(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 9, από το φορολογητέο εισόδημα εταιρείας κάτοικου της Δημοκρατίας ή εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία η οποία ασκεί επιχείρηση, παραχωρείται έκπτωση ίση με το γινόμενο του επιτοκίου αναφοράς επί των νέων κεφαλαίων που ανήκουν στην επιχείρηση και που χρησιμοποιούνται από αυτή για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων της, και η έκπτωση αυτή αφαιρείται από το φορολογητέο εισόδημα του προσώπου αυτού για το εν λόγω φορολογικό έτος:
(2) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος –
(α) «επιτόκιο αναφοράς» σημαίνει το επιτόκιο απόδοσης δεκαετούς κυβερνητικού ομολόγου του κράτους, στο οποίο επενδύονται τα νέα κεφάλαια, αυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του φορολογικού έτους:
(β) «νέα κεφάλαια» σημαίνει κεφάλαια τα οποία έχουν εισαχθεί στην επιχείρηση κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2015, αλλά τα οποία δεν περιλαμβάνουν ποσά που έχουν κεφαλαιοποιηθεί και προέρχονται από επανεκτίμηση κινητών ή ακίνητων αξιών και «παλαιά κεφάλαια» σημαίνει τα κεφάλαια που υφίστανται κατά την 31η Δεκεμβρίου 2014:
(γ) «κεφάλαια» σημαίνει το εκδοθέν μετοχικό κεφάλαιο και το αποθεματικό υπέρ το άρτιον από την έκδοση μετοχών, στο βαθμό που αυτά έχουν εξοφληθεί.
(3) (α) Για την έκπτωση που παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου λαμβάνονται υπόψη μόνο κεφάλαια πέραν του ποσού των παλαιών κεφαλαίων.
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία τα ποσά των νέων κεφαλαίων μίας επιχείρησης που ασκείται από εταιρεία κάτοικο στη Δημοκρατία ή από εταιρεία μη κάτοικο στη Δημοκρατία με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από ποσά νέων κεφαλαίων άλλης επιχείρησης που ασκείται από εταιρεία κάτοικο στη Δημοκρατία ή από εταιρεία μη κάτοικο στη Δημοκρατία με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, η έκπτωση επί των νέων κεφαλαίων παραχωρείται μόνο σε μία από τις εν λόγω επιχειρήσεις.
(γ) Tο ποσό της έκπτωσης επί νέων κεφαλαίων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό του ογδόντα τοις εκατό (80%) του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει από την εισαγωγή των νέων κεφαλαίων, όπως αυτό έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου προτού αφαιρεθεί από αυτό η προβλεπόμενη στο παρόν άρθρο έκπτωση.
(δ) Σε περίπτωση κατά την οποία ποσά νέων κεφαλαίων προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από δάνεια για τα οποία παραχωρείται έκπτωση αναφορικά με τόκους, σύμφωνα με τις διατάξεις της πρώτης ή δεύτερης επιφύλαξης της παραγράφου (15) του άρθρου 11, το ποσό της έκπτωσης τόκου επί των νέων κεφαλαίων μειώνεται κατά το ποσό των τόκων που παραχωρούνται σε άλλη επιχείρηση.
(ε) Η έκπτωση λογίζεται ως τόκος και σε τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου 15 του άρθρου 11.
(στ) Σε περίπτωση κατά την οποία νέα κεφάλαια εισάγονται υπό μορφή περιουσιακών στοιχείων σε είδος, το ποσό των κεφαλαίων αυτών για σκοπούς παραχώρησης της έκπτωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να υπερβαίνει την αγοραία αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων κατά την ημερομηνία εισαγωγής τους στην επιχείρηση και καμία έκπτωση δεν παραχωρείται εάν η αγοραία αξία αυτών δεν είναι τεκμηριωμένη κατά την κρίση του Εφόρου.
(ζ) Σε περίπτωση αναδιοργάνωσης η οποία πραγματοποιείται χωρίς να δημιουργούνται κέρδη υποκείμενα σε φορολογία στη μεταβιβάζουσα εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VI, η έκπτωση τόκου για ίδια κεφάλαια υπολογίζεται ως εάν να μην έλαβε χώρα η αναδιοργάνωση.
(η) Ο Έφορος δύναται να μην επιτρέψει την παραχώρηση οποιασδήποτε έκπτωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που κρίνει ότι έχουν γίνει ενέργειες ή συναλλαγές χωρίς ουσιαστικό οικονομικό ή εμπορικό σκοπό οι οποίες αποσκοπούν στην παραχώρηση της σχετικής έκπτωσης, ή ότι τα νέα κεφάλαια για τα οποία διεκδικείται η έκπτωση προέρχονται από κεφάλαια που υπήρχαν πριν την 1η Ιανουαρίου 2015 και τα οποία παρουσιάζονται ως νέα κεφάλαια μέσα από ενέργειες ή συναλλαγές συνδεδεμένων προσώπων, με κύριο σκοπό την παραχώρηση της προβλεπόμενης στο παρόν άρθρο έκπτωσης.
(4) Πρόσωπο δύναται για κάθε φορολογικό έτος να επιλέγει την αποποίηση ολόκληρης ή μέρους της έκπτωσης που παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
9Γ. Δαπάνες γενόμενες από φυσικό πρόσωπο που ασκεί οικονομική δραστηριότητα και οι οποίες αφορούν κινηματογραφική υποδομή και απόκτηση τεχνολογικού εξοπλισμού εφόσον πληρούνται κατ’ αναλογίαν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014, καθώς και δαπάνες γενόμενες από οριζόμενη στο Σχέδιο ως Μικρό Μεσαία Επιχείρηση (ΜΜΕ), ήτοι από κάθε οντότητα ανεξαρτήτως νομικής μορφής η οποία ασκεί οικονομική δραστηριότητα και αποτελεί δρώσα οικονομική οντότητα στην κινηματογραφική υποδομή, όπως και δαπάνες σε τεχνολογικό εξοπλισμό σύμφωνα με το Σχέδιο, εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα του προσώπου αυτού κατά το χρόνο διενέργειας της επένδυσης:
9Δ.(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν ανεξαρτήτως των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, και, σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος άρθρου και οποιασδήποτε άλλης διάταξης είτε του παρόντος είτε οποιουδήποτε άλλου Νόμου, υπερισχύουν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Tο παρόν άρθρο αφορά αποκλειστικά και μόνο εκείνες τις συσσωρευμένες ζημιές αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου (11) του άρθρου 13, στον βαθμό που αυτές δημιουργούν αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση υπέρ του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος στους ελεγμένους λογαριασμούς αυτού για το φορολογικό έτος της σχετικής μεταφοράς σε αυτό των εργασιών ή της σχετικής μεταβίβασης σε αυτό περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων, οι οποίοι λογαριασμοί πρέπει να έχουν ετοιμαστεί σύμφωνα με τα εκάστοτε εν ισχύι διεθνή λογιστικά πρότυπα, εφεξής «Σχετικές Συσσωρευμένες Ζημιές».
(3)(α) Οι Σχετικές Συσσωρευμένες Ζημιές κατανέμονται σε δεκαπέντε (15) ισόποσες ετήσιες δόσεις και η κάθε μία εκ των ετήσιων δόσεων, περιλαμβανομένων των ετήσιων δόσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (4) και των ετήσιων δόσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (9), εφεξής αναφέρεται ως «Ετήσια Δόση».
(β) Οι Ετήσιες Δόσεις δύναται να εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος για περίοδο δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών, αρχής γενομένης από το φορολογικό έτος που ακολουθεί το φορολογικό έτος κατά το οποίο συντελείται η σχετική μεταφορά των εργασιών ή η σχετική μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων στο αποκτών πιστωτικό ίδρυμα, η δε μέγιστη επιτρεπόμενη συχνότητα χρήσης των Ετήσιων Δόσεων για τον σκοπό αυτό είναι η μία Ετήσια Δόση ανά φορολογικό έτος.
(γ) Το μέγιστο ποσό Ετήσιας Δόσης το οποίο δύναται να χρησιμοποιεί το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα ανά φορολογικό έτος εν είδει έκπτωσης είναι το ποσό το οποίο μπορεί να δημιουργήσει ζημιά μέχρι του ποσού που δύναται να συμψηφιστεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 13.
(4) Αποκλειστικά και μόνο για Σχετικές Συσσωρευμένες Ζημίες που αποκτήθηκαν από αποκτών πιστωτικό ίδρυμα πριν την 1η Ιανουαρίου 2018, το ύψος κάθε Ετήσιας Δόσης επαναϋπολογίζεται αποκλειστικά και μόνο πάνω στη βάση του μέρους των Σχετικών Συσσωρευμένων Ζημιών που δεν χρησιμοποιήθηκαν ως έκπτωση από το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα πριν την 1η Ιανουαρίου 2018, το οποίο μέρος κατανέμεται σε ισόποσες Ετήσιες Δόσεις μεταξύ των φορολογικών ετών 2018 μέχρι και το τελευταίο φορολογικό έτος της αρχικής περιόδου των δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου 3.
(5)(α) Αμέσως πριν το τέλος κάθε φορολογικού έτους από το 2018 και μετά στο οποίο αντιστοιχεί Ετήσια Δόση, οποιοδήποτε ποσό της εν λόγω Ετήσιας Δόσης δεν έχει χρησιμοποιηθεί ως έκπτωση από το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα, πολλαπλασιαζόμενο με τον φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήματος που εφαρμόζεται στο αποκτών πιστωτικό ίδρυμα κατά το εν λόγω χρονικό σημείο, εφεξής «Φορολογικός Συντελεστής», μετατρέπεται σε ειδικές πιστώσεις, εφεξής «Ειδικές Πιστώσεις Φόρου».
(β) Οι Ειδικές Πιστώσεις Φόρου δύναται να χρησιμοποιούνται υπό του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος εντός του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος κατά το οποίο προέκυψαν, έναντι φορολογικών υποχρεώσεων του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος ή και οποιασδήποτε άλλης εταιρείας μέλους του ίδιου συγκροτήματος, όπως αυτό ορίζεται στο εδάφιο (8) του άρθρου 13, που έχουν ως πηγή τον παρόντα Νόμο ή και τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμο ή και τον περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος Νόμο.
(γ) Oποιεσδήποτε Ειδικές Πιστώσεις Φόρου δεν χρησιμοποιηθούν εντός του χρονικού περιθωρίου που προβλέπεται στην παράγραφο (β), μετατρέπονται σε εκκαθαρισμένο επιστρεπτέο ποσό υπέρ του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος, εφεξής «ΕΕΠ».
6)(α) Το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα δύναται να εφαρμόζει τις διατάξεις που προβλέπουν μετατροπές σε Ειδικές Πιστώσεις Φόρου ή ΕΕΠ με αντίτιμο την υποχρέωση καταβολής ετήσιου εγγυητικού τέλους.
(β) Το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα καταβάλλει στη Δημοκρατία το ετήσιο εγγυητικό τέλος για κάθε φορολογικό έτος από το έτος 2022 και εντεύθεν στο οποίο αντιστοιχεί Ετήσια ∆όση, το δε ετήσιο εγγυητικό τέλος καθορίζεται στο ενάμισι τοις εκατό (1,5%) του αποτελέσματος που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του Φορολογικού Συντελεστή µε τη σχετική Ετήσια ∆όση.
(γ) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β), ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να αυξήσει το εγγυητικό τέλος μέχρι του ποσού των δέκα εκατομμυρίων ευρώ (€10.000.000):
(δ) Το εγγυητικό τέλος κοινοποιείται στο πιστωτικό ίδρυμα εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη κάθε σχετικού φορολογικού έτους και καταβάλλεται εντός εννέα (9) μηνών από τη λήξη αυτού:
(7) Οποιεσδήποτε συσσωρευμένες ζημιές αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος που ενώ εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου (11) του άρθρου 13 δεν λογίζονται ως Σχετικές Συσσωρευμένες Ζημιές, δεν μπορούν να συμψηφίζονται έναντι κερδών του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος, και, τηρουμένων των διατάξεων της επιφύλαξης που ακολουθεί, δεν μπορούν να μεταφέρονται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 27:
(8) Εάν σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την 31η Δεκεμβρίου 2017, προκύψει οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που περιγράφονται μετά το πρώτο διαζευκτικό «ή» στην παράγραφο 2(α) του Άρθρου 39 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τότε οποιαδήποτε ποσά Σχετικών Συσσωρευμένων Ζημιών που ανήκουν στο αποκτών πιστωτικό ίδρυμα δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα ως έκπτωση και δεν έχουν ήδη μετατραπεί σε Ειδικές Πιστώσεις Φόρου, μετατρέπονται σε Ειδικές Πιστώσεις Φόρου, και οποιαδήποτε ποσά Ειδικών Πιστώσεων Φόρου που ανήκουν στο αποκτών πιστωτικό ίδρυμα (συμπεριλαμβανομένων, χωρίς περιορισμό, Ειδικών Πιστώσεων Φόρου που προκύπτουν δυνάμει του παρόντος εδαφίου) δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από το αποκτών πιστωτικό ίδρυμα έναντι φορολογικών υποχρεώσεων και δεν έχουν ήδη μετατραπεί σε ΕΕΠ, μετατρέπονται αυτόματα σε ΕΕΠ.
(9)(α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εάν σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την 31η Δεκεμβρίου 2017, προκύψει η περίπτωση που περιγράφεται αμέσως πριν το πρώτο διαζευκτικό «ή» στην παράγραφο 2(α) του Άρθρου 39 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, χωρίς να έχει προκύψει οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις στις οποίες παραπέμπει το εδάφιο 8, τότε-
(i) Σε ό,τι αφορά το φορολογικό έτος που αποτελεί το αντικείμενο των σχετικών επισήμως εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων στις οποίες παραπέμπει η παράγραφος 2(α) του Άρθρου 39 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφεξής «Φορολογικό Έτος Αναφοράς», η Ετήσια Δόση επαναϋπολογίζεται ως το μεγαλύτερο μεταξύ -
(Α) της Ετήσιας Δόσης ως είχε αμέσως πριν τον εν λόγω επαναϋπολογισμό, εφεξής η «Ετήσια Δόση Αναφοράς». ή
(Β) του αποτελέσματος της εξίσωσης που προβλέπεται στην παράγραφο (β), κατωτέρω·
(ii) oποιαδήποτε αύξηση της εν λόγω Eτήσιας Δόσης συνεπεία του επαναϋπολογισμού που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i), μειώνει κατ’ αναλογίαν τις Ετήσιες Δόσεις που αντιστοιχούν στα φορολογικά έτη που ακολουθούν το Φορολογικό Έτος Αναφοράς· και
(iii) η Ειδική Πίστωση Φόρου που προκύπτει κατά το Φορολογικό Έτος Αναφοράς, ανεξαρτήτως αν αυτή αναπροσαρμόζεται συνεπεία του επαναϋπολογισμού που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i), μετατρέπεται αυτόματα σε ΕΕΠ στο βαθμό που δεν έχει ήδη χρησιμοποιηθεί στο σύνολό της, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (5).
(β) Η εξίσωση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) είναι η ακόλουθη:
επαναϋπολογισμένη Ετήσια Δόση = (Ετήσια Δόση Αναφοράς) Χ (συνολικός αριθμός Ετήσιων Δόσεων μη λαμβανομένων υπόψη των Ετήσιων Δόσεων που αντιστοιχούν σε φορολογικά έτη που προηγούνται του Φορολογικού Έτους Αναφοράς) Χ (λογιστική, μετά από φόρους, ζημιά χρήσης του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος) / (ίδια κεφάλαια - λογιστική, μετά από φόρους, ζημιά χρήσης του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος):
9Ε.-(1) Ανεξαρτήτως των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από ενοικίαση ακίνητης ιδιοκτησίας παραχωρείται πίστωση φόρου που ισούται με το πενήντα τοις εκατόν (50%) της μείωσης του μηνιαίου ενοικίου στην οποία το εν λόγω πρόσωπο προέβη εθελοντικά και καλύπτει μείωση ενοικίου που δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) και δεν είναι μικρότερη του τριάντα τοις εκατόν (30%) του μηνιαίου ενοικίου:
Νοείται ότι -
(i) H πίστωση φόρου παραχωρείται για μείωση ενοικίων που αφορά περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες και εμπίπτει εντός της φορολογικής περιόδου 2020, ανεξαρτήτως των συμφωνηθέντων μηνών μείωσηςˑ
(ii) η μείωση ενοικίου πραγματοποιείται με γραπτή συμφωνία μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστήˑ
(iii) η πίστωση φόρου δεν παραχωρείται στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης και ο ενοικιαστής είναι συνδεδεμένα πρόσωπα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 33 του παρόντος Νόμουˑ
(iv) η πίστωση φόρου δύναται να χρησιμοποιηθεί έναντι του συνολικού φόρου που προκύπτει για το φορολογικό έτος 2020ˑ
(v) οποιοσδήποτε επιστρεπτέος φόρος προκύπτει από την πίστωση αυτή δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που έχει καταβληθεί.
(2) Ανεξαρτήτως των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από ενοικίαση ακίνητης ιδιοκτησίας, παραχωρείται πίστωση φόρου που ισούται με το πενήντα τοις εκατό (50%) της μείωσης του μηνιαίου ενοικίου στην οποία το εν λόγω πρόσωπο προέβη εθελοντικά, και καλύπτει μείωση ενοικίου που δεν είναι μικρότερη του τριάντα τοις εκατό (30%) του μηνιαίου ενοικίου:
Νοείται ότι -
(i) η πίστωση φόρου παραχωρείται για μείωση ενοικίων που αφορά περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες και εμπίπτει εντός της περιόδου από 1η Ιανουαρίου μέχρι 30 Ιουνίου του 2021, ανεξαρτήτως των συμφωνηθέντων μηνών για τους οποίους παραχωρείται η μείωση˙
(ii) δεν παραχωρείται πίστωση φόρου για το ποσό της μείωσης που υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του μηνιαίου ενοικίου·
(iii) η μείωση ενοικίου γίνεται με γραπτή συμφωνία μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή·
(iv) η πίστωση δεν παραχωρείται στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης και ο ενοικιαστής είναι συνδεδεμένα πρόσωπα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 33ˑ
(v) η πίστωση φόρου δύναται να χρησιμοποιηθεί έναντι του συνολικού φόρου που προκύπτει για το φορολογικό έτος 2021˙και
(vi) οποιοσδήποτε επιστρεπτέος φόρος προκύπτει από την πίστωση αυτή, δεν υπερβαίνει το ποσό του φόρου που έχει καταβληθεί:
10.-(1) Στο παρόν άρθρο στοιχεία πάγιου ενεργητικού σημαίνει εγκαταστάσεις, μηχανήματα ή κτίρια περιλαμβανομένων και καταλυμάτων των υπαλλήλων τα οποία ανήκουν σε πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση, ή σε άτομο το οποίο παρέχει μισθωτές υπηρεσίες και τα οποία χρησιμοποιούνται από το πρόσωπο αυτό στην επιχείρηση, ή τις μισθωτές υπηρεσίες, ή για επιστημονικές έρευνες αναφορικά με τις οποίες ο Έφορος ικανοποιείται ότι διεξάγονται για όφελος αυτής της επιχείρησης ή των μισθωτών υπηρεσιών:
(2) Κατά τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου το οποίο ασκεί επιχείρηση, ή παρέχει μισθωτές υπηρεσίες, θα χορηγείται έκπτωση εύλογου ποσού για τη μείωση της αξίας και φθορά την οποία υφίστανται στοιχεία πάγιου ενεργητικού λόγω της χρήσης τους στην επιχείρηση, ή κατά την παροχή μισθωτών υπηρεσιών, κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους:
(α) Για όλα τα μηχανήματα και εγκαταστάσεις που αποκτώνται κατά τη διάρκεια των φορολογικών ετών 2012 μέχρι και 2018 παραχωρείται έκπτωση είκοσι τοις εκατόν (20%), πλην των στοιχείων για τα οποία παραχωρείται υψηλότερη ετήσια έκπτωση με βάση τις διατάξεις της γνωστοποίησης που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 52Α του Νόμου 58 του 1961, όπως αυτός τροποποιήθηκε,
(β) για τα ξενοδοχειακά κτίρια που αποκτώνται κατά τη διάρκεια των φορολογικών ετών 2012 μέχρι και 2018 παραχωρείται έκπτωση επτά τοις εκατόν (7%),
(γ) για τα βιομηχανικά κτίρια που αποκτώνται κατά τη διάρκεια των φορολογικών ετών 2012 μέχρι και 2018 παραχωρείται έκπτωση επτά τοις εκατόν (7%),
(δ) για τα κτίρια μονάδων αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής που αποκτώνται κατά τη διάρκεια των φορολογικών ετών 2017 και 2018 παραχωρείται έκπτωση επτά τις εκατόν (7%):
(α) για κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, οι οποίες πραγματοποιούνται εντός των φορολογικών ετών 2023, 2024, 2025 και 2026, παραχωρείται έκπτωση ύψους επτά τοις εκατό (7%), εξαιρουμένων των στοιχείων για τα οποία παραχωρείται υψηλότερη ετήσια έκπτωση με βάση τη γνωστοποίηση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 52Α του καταργηθέντος περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου του 1961, όπως αυτή εξακολουθεί να ισχύει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47·
(β) για κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για τεχνικά συστήματα ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και για μπαταρίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες πραγματοποιούνται εντός των φορολογικών ετών 2023, 2024, 2025 και 2026, παραχωρείται έκπτωση ύψους είκοσι τοις εκατό (20%), εξαιρουμένων των στοιχείων για τα οποία παραχωρείται υψηλότερη ετήσια έκπτωση με βάση τη γνωστοποίηση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 52Α του καταργηθέντος περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου του 1961, όπως αυτή εξακολουθεί να ισχύει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47· και
(γ) για κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για ηλεκτρικά οχήματα, οι οποίες πραγματοποιούνται εντός των φορολογικών ετών 2023, 2024, 2025 και 2026, παραχωρείται έκπτωση ύψους τριάντα τρία και ένα τρίτο τοις εκατό (331/3%), εξαιρουμένων των στοιχείων για τα οποία παραχωρείται υψηλότερη ετήσια έκπτωση με βάση τη γνωστοποίηση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 52Α του καταργηθέντος περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου του 1961, όπως αυτή εξακολουθεί να ισχύει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47.
Για σκοπούς της παρούσας επιφύλαξης-
“κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων” σημαίνει κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για-
(i) θερμομόνωση οριζόντιων δομικών στοιχείων·
(ii) θερμομόνωση τοίχων και στοιχείων της φέρουσας κατασκευής·
(iii) αντικατάσταση κουφωμάτων∙
“κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για τεχνικά συστήματα ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και για μπαταρίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας” σημαίνει κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για-
(i) θερμομόνωση σωλήνων ζεστού νερού·
(ii) συστήματα ανάκτησης θερμότητας·
(iii) συστήματα διαχείρισης ενέργειας·
(iv) εγκατάσταση συστήματος συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης·
(v) εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων net billing ή αυτόνομο·
(vi) αγορά και εγκατάσταση μπαταριών για αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας·
“κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για ηλεκτρικά οχήματα” σημαίνει κεφαλαιουχικές δαπάνες που διενεργούνται για-
(i) καινούργια ηλεκτρικά οχήματα κατηγορίας Μ2 όπως αυτά ορίζονται στους περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμούς·
(ii) καινούργια ηλεκτρικά οχήματα κατηγορίας Μ3 όπως αυτά ορίζονται στους περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμούς·
(iii) καινούργια ηλεκτρικά οχήματα κατηγορίας Ν όπως αυτά ορίζονται στους περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμούς, περιλαμβανομένου του τύπου Ν1, Ν2 και Ν3·
(iv) καινούργια ηλεκτρικά οχήματα τύπου Μ όπως αυτά ορίζονται στους περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίες Μ, Ν και Ο), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμούς, τα οποία εγγράφονται και εγκρίνονται ως ταξί από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών·
(v) σταθμούς φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων κατηγορίας 1 AC (εναλλασσόμενου ρεύματος) ή κατηγορίας 2 DC (συνεχούς ρεύματος):
(i) άτομο το οποίο παρέχει μισθωτές υπηρεσίες δεν δικαιούται έκπτωση για στοιχείο πάγιου ενεργητικού το οποίο ανήκει κατά κυριότητα σ' αυτό, εφόσον το άτομο αυτό δεν είναι υπόχρεο, σύμφωνα με ρητό όρο στη σύμβαση εργοδότησης του, να χρησιμοποιεί το στοιχείο αυτό για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή εφόσον καταβάλλεται στο άτομο αυτό αποζημίωση ή άλλο επίδομα για τη χρήση αυτή·
(ii) αν στοιχείο πάγιου ενεργητικού χρησιμοποιείται μερικώς για επαγγελματικούς και μερικώς για ιδιωτικούς σκοπούς, ο Έφορος θα μπορεί να καθορίζει το μέρος της κεφαλαιουχικής δαπάνης που έγινε για τη κτήση του στοιχείου αυτού, το οποίο αναλογεί στην ιδιωτική χρήση, και οι εκπτώσεις θα παρέχονται μόνο αναφορικά προς το μέρος της κεφαλαιουχικής δαπάνης το οποίο αναλογεί στη χρήση του στοιχείου αυτού στην επιχείρηση, ή μισθωτή υπηρεσία·
(iii) η διάρκεια χρήσης κτιρίου ορίζεται σε τριάντα τρία χρόνια, εξαιρουμένων των βιομηχανικών ή ξενοδοχειακών κτιρίων, για τα οποία ορίζεται σε εικοσιπέντε χρόνια, και σε περίπτωση που τέτοιο κτίριο μεταβιβάζεται με πώληση ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ο νέος ιδιοκτήτης δικαιούται να απαιτήσει για την υπόλοιπη διάρκεια χρήσης του κτιρίου το απαράγραφο υπόλοιπο του ποσού το οποίο αρχικά στοίχισε το κτίριο αυτό.
(3) Σε περιπτώσεις στις οποίες, κατά τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου που ασκεί επιχείρηση ή παρέχει μισθωτές υπηρεσίες, έχει χορηγηθεί έκπτωση σε κάποιο φορολογικό έτος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου αναφορικά με κάποιο στοιχείο πάγιου ενεργητικού και, κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους:
(α) το στοιχείο αυτό ή μέρος του έπαυσε να ανήκει στο πρόσωπο το οποίο ασκεί την επιχείρηση ή παρέχει μισθωτές υπηρεσίες, είτε λόγω πώλησης του εν λόγω στοιχείου ή μέρους αυτού είτε κάτω από οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες· ή
(β) το στοιχείο αυτό ή μέρος του έπαυσε οριστικά να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της υπό του προσώπου αυτού ασκούμενης επιχείρησης, ή μισθωτής υπηρεσίας, ενώ εξακολουθεί να ανήκει ακόμη στο πρόσωπο που ασκεί την εμπορική επιχείρηση ή τη μισθωτή υπηρεσία· ή
(γ) η ασκούμενη επιχείρηση ή η μισθωτή υπηρεσία τερματίσθηκε οριστικά και μόνιμα, το στοιχείο αυτό δεν έπαυσε προηγουμένως να ανήκει στο πρόσωπο που ασκεί την επιχείρηση, ή μισθωτή υπηρεσία, το υπόχρεο σε φορολογία πρόσωπο θα υποβάλλει στον Έφορο, κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, μαζί με τη φορολογική του δήλωση, εξισωτική κατάσταση αναφορικά με τέτοιο στοιχείο παγίου ενεργητικού, περιέχουσα τα κατωτέρω στοιχεία-
(i) το ποσό της κεφαλαιουχικής δαπάνης για την κτήση αυτού·
(ii) το σύνολο του ποσού της υποτίμησης την οποία το στοιχείο αυτό υπέστη από την ημερομηνία που τούτο αγοράστηκε υπό μορφή φθοράς λόγω χρήσης, περιλαμβανομένου και του συνολικού ποσού των εκπτώσεων οι οποίες χορηγήθηκαν ήδη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου· και
(iii) το ποσό το αντιπροσωπεύον το τίμημα πώλησης ή την καταβολή ασφαλισθέντος ποσού ή κάποιας άλλης αποζημίωσης ή το κατάλοιπο της αξίας τέτοιου κεφαλαιουχικού στοιχείου:
(4) Για την εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου υποχρέου δυνάμει του εδαφίου (3) όπως υποβάλει στον Έφορο εξισωτική κατάσταση, θα επιτρέπεται αφαίρεση (αναφερομένη ως «εξισωτική αφαίρεση») ή, ανάλογα με την περίπτωση, θα γίνεται πρόσθεση (αναφερομένη ως «εξισωτική πρόσθεση»), και τέτοια εξισωτική αφαίρεση ή πρόσθεση θα υπολογίζεται ως ακολούθως με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στην εξισωτική κατάσταση ή καταστάσεις που υποβάλλονται υπό του υποχρέου σε φόρο προσώπου αναφορικά με το φορολογικό έτος-
(α) το ποσό της εξισωτικής αφαίρεσης θα είναι το ποσό δια του οποίου το στοιχείο (i) στην εξισωτική κατάσταση υπερβαίνει το άθροισμα των στοιχείων (ii) και (iii) της εν λόγω κατάστασης·
(β) το ποσό της εξισωτικής πρόσθεσης θα είναι το ποσό δια του οποίου το άθροισμα των στοιχείων (ii) και (iii) στην εξισωτική κατάσταση υπερβαίνει το στοιχείο (i) της εν λόγω κατάστασης:
(5) Για τους σκοπούς των εδαφίων (3) και (4) ο όρος «στοιχεία πάγιου ενεργητικού» δεν περιλαμβάνει κτίρια τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 9.
(6) Όταν κάποιο στοιχείο πάγιου ενεργητικού, αναφορικά με το οποίο έχει επισυμβεί οποιοδήποτε από τα γεγονότα των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (3), αντικατασταθεί υπό του ιδιοκτήτου του και ως εκ τούτου παρίσταται ανάγκη όπως γίνει εξισωτική πρόσθεση, τότε, αν ο ιδιοκτήτης με γραπτή ειδοποίησή του προς τον Έφορο έτσι επιλέξει, θα εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις, ήτοι-
(α) αν το ποσό της εξισωτικής πρόσθεσης η οποία θα εγίνετο είναι μεγαλύτερο της κεφαλαιουχικής δαπάνης που θα εγίνετο για την προμήθεια του νέου στοιχείου πάγιου ενεργητικού -
(i) η εξισωτική πρόσθεση θα περιορίζεται σε ποσό ίσο με τη διαφορά· και
(ii) καμιά εξισωτική αφαίρεση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) και καμιά έκπτωση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) θα χορηγείται αναφορικά με το νέο στοιχείο· και
(iii) στην εξέταση του κατά πόσο πρέπει να γίνει εξισωτική πρόσθεση αναφορικά με την κεφαλαιουχική δαπάνη τη γενομένη για την κτήση του νέου στοιχείου, ως ολικό των εκπτώσεων που ήδη χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου αναφορικά με το νέο στοιχείο, -θα λογίζεται ποσό ίσο με το ποσό της κεφαλαιουχικής δαπάνης για την κτήση του νέου στοιχείου·
(β) αν η κεφαλαιουχική δαπάνη που έγινε για την προμήθεια του νέου στοιχείου είναι ίση ή μεγαλύτερη του ποσού της εξισωτικής πρόσθεσης η οποία θα εγίνετο-
(i) η εξισωτική πρόσθεση δεν Θα γίνει· και
(ii) το ποσό οποιωνδήποτε εκπτώσεων χορηγουμένων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου θα υπολογίζεται επί του ποσού της κεφαλαιουχικής δαπάνης της γενομένης για την προμήθεια του νέου στοιχείου, μειουμένου κατά το ποσό της εξισωτικής πρόσθεσης· και
(iii) στην εξέταση του κατά πόσο πρέπει να γίνει εξισωτική αφαίρεση ή εξισωτική πρόσθεση αναφορικά με την κεφαλαιουχική δαπάνη που έγινε για την κτήση του νέου στοιχείου, ως ολικό των εκπτώσεων που ήδη χορηγήθηκαν αναφορικά με το νέο στοιχείο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, θα λογίζεται το σύνολο των εκπτώσεων που ήδη χορηγήθηκαν επαυξημένο με ποσό ίσο με το ποσό της εξισωτικής πρόσθεσης η οποία άλλως θα εγίνετο.
(7) Σε περιπτώσεις στις οποίες το υπόχρεο σε φορολογία πρόσωπο έχει υποβάλει εξισωτική κατάσταση, ο Έφορος μπορεί-
(α) να αποδεχθεί την κατάσταση και να προβεί σε εξισωτική αφαίρεση ή πρόσθεση βάσει αυτής· ή
(β) να απορρίψει την κατάσταση και να προσδιορίσει, κατά την κρίση του, το ποσό της εξισωτικής αφαίρεσης ή πρόσθεσης και να προβεί βάσει τέτοιου προσδιορισμού σε εξισωτική αφαίρεση ή εξισωτική πρόσθεση.
(8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-
(α) η κεφαλαιουχική δαπάνη που έγινε για την προμήθεια οποιουδήποτε στοιχείου πάγιου ενεργητικού θα είναι το ποσό το οποίο τέτοιο στοιχείο, κατά τη γνώμη του·
Εφόρου, θα στοίχιζε αν αγοραζόταν στην ελεύθερη αγορά κατά το χρόνο κατά τον οποίο έγινε η κτήση του·
(β) το προϊόν της πώλησης αναφορικά με οποιοδήποτε πωληθέν στοιχείο πάγιου ενεργητικού θα είναι ποσό το οποίο τέτοιο στοιχείο, κατά τη γνώμη του Εφόρου, θα απέφερε αν πωλείτο στην ελεύθερη αγορά κατά το χρόνο κατά τον οποίο το στοιχείο τούτο πωλήθηκε·
(γ) αν δεν έχει γίνει πώληση, καταβολή ασφαλισθέντος ποσού ή αποζημίωσης ή αν δεν υφίσταται κατάλοιπο αξίας κάποιου στοιχείου πάγιου ενεργητικού, θα λογίζεται ως ληφθέν υπό κάποια από τις αναφερθείσες μορφές, ποσό ίσο προς το ποσό το οποίο τέτοιο στοιχείο, κατά τη γνώμη του Εφόρου, θα απέφερε αν πωλείτο στην ελεύθερη αγορά κατά το χρόνο που συνέβηκε το γεγονός·
(δ) ο όρος 'επιχείρηση' θα περιλαμβάνει και την εκμίσθωση κτιρίων
(ε) κάθε έκπτωση ή έκπτωση για επένδυση που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε προηγουμένως ισχύοντος νόμου αφορώντος στην επιβολή φόρου εισοδήματος θα θεωρείται ως έκπτωση που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(9) Ουδέν όφελος, πλεόνασμα, κέρδος ή ζημιά προσώπου η οποία προκύπτει στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς καθορισμού του φορολογητέου εισοδήματος του εν λόγω προσώπου:
(ii) κατά τη διάθεση ή κατοχή δι’ ιδίαν χρήσιν ακίνητης ιδιοκτησίας από το δανειστή, η οποία αποκτήθηκε στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης,
επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση στο δανειολήπτη οποιοδήποτε μέρος από το προϊόν διάθεσης, τότε καταβάλλεται ο φόρος που εξαιρέθηκε δυνάμει του παρόντος εδαφίου για το δανειολήπτη μέχρι του ύψους του ποσού που επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση.
(i) Ο φόρος που προκύπτει βαρύνει το δανειολήπτη και παρακρατείται από το δανειστή από το εν λόγω ποσό που επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωσηκαι καταβάλλεται στον Έφορο·
(ii) o φόρος που προκύπτει και καταβάλλεται δυνάμει της παρούσας επιφύλαξης και των κατ’ αναλογίαν διατάξεων του περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2015 και του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου, δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους το ποσό που επιστρέφεται ή περισσεύει, κατά περίπτωση.
11. Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου άρθρου, προς εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος ενός προσώπου δεν εκπίπτουν τα ακόλουθα-
(1) οικιακές ή ατομικές δαπάνες, περιλαμβανομένων των εξόδων μετάβασης από τον τόπο διαμονής στον τόπο εργασίας·
(2) ενοίκιο οποιασδήποτε οικοδομής η οποία ανήκει στο πρόσωπο αυτό και η οποία χρησιμοποιείται από αυτό για άσκηση επιχείρησης·
(3) αμοιβή ή τόκοι επί κεφαλαίου καταβληθέντες ή πιστωθέντες στο πρόσωπο αυτό·
(4) κόστος εμπορευμάτων που λήφθηκαν από την επιχείρηση για τη χρήση του ιδιοκτήτη ή οποιουδήποτε συνεταίρου ή της οικογένειας του ιδιοκτήτη ή του συνεταίρου αυτού·
(5) δαπάνη ή έξοδο το οποίο δεν αντιπροσωπεύει ποσό που διατέθηκε ή δαπανήθηκε εξολοκλήρου και αποκλειστικά για το σκοπό κτήσης του εισοδήματος·
(6) κεφάλαιο που αποσύρθηκε ή κάθε ποσό που χρησιμοποιήθηκε ως κεφάλαιο ή το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως κεφάλαιο·
(7) δαπάνες οποιωνδήποτε βελτιώσεων, μετατροπών ή προσθηκών
(8) ποσό το οποίο μπορεί να ανακτηθεί δυνάμει ασφάλισης ή σύμβασης αποζημίωσης·
(9) ενοίκιο ή έξοδα επισκευών οικοδομής που δεν καταβλήθηκαν ή που δεν έγιναν για το σκοπό παραγωγής του εισοδήματος·
(10) ποσό που καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέο υπό μορφή φόρου δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(11) εθελοντικές δαπάνες εκτός των δαπανών που επιτρέπονται δυνάμει του άρθρου 14·
(12) έξοδα επιχειρηματικής ψυχαγωγίας, περιλαμβανομένης και φιλοξενίας οποιουδήποτε είδους, που γίνεται σε σχέση με επιχείρηση:
(13) έξοδα ιδιωτικού μηχανοκίνητου οχήματος·
(14) ποσό που καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέο αναφορικά με επαγγελματικό φόρο·
(15) τόκος που αναλογεί ή λογίζεται ότι αναλογεί στο κόστος αγοράς ιδιωτικού μηχανοκίνητου οχήματος, ανεξάρτητα αν χρησιμοποιείται στην επιχείρηση ή όχι, και στο κόστος αγοράς οποιουδήποτε άλλου περιουσιακού στοιχείου που δεν χρησιμοποιείται στην επιχείρηση:
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος 'επιχείρηση' περιλαμβάνει εκμίσθωση ιδιοκτησίας.
16)(α) Στην περίπτωση εταιρείας, το υπερβαίνον κόστος δανεισμού το οποίο ξεπερνά το τριάντα τοις εκατό (30%) του φορολογητέου εισοδήματος προ τόκων, φόρων, αφαιρέσεων και προσθέσεων αναφορικά με στοιχεία πάγιου ενεργητικού, περιλαμβανομένων και των άυλων περιουσιακών στοιχείων, που χρησιμοποιούνται στην επιχείρηση (εφεξής «ΕΠΤΦΑΠ»).
(β) Το ΕΠΤΦΑΠ υπολογίζεται προσθέτοντας στο φορολογητέο εισόδημα του έτους το υπερβαίνον κόστος δανεισμού, τα προσαρμοσμένα ποσά για αφαιρέσεις, εκπτώσεις και προσθέσεις αναφορικά με στοιχεία πάγιου ενεργητικού που παραχωρούνται δυνάμει του άρθρου 10, και, τα προσαρμοσμένα ποσά για αφαιρέσεις, εκπτώσεις και προσθέσεις αναφορικά με άυλα περιουσιακά στοιχεία που παραχωρούνται δυνάμει των παραγράφων (δ), (ε), (κ) και (λ) του εδαφίου 1 του άρθρου 9, το δε εισόδημα που απαλλάσσεται του φόρου δεν συνυπολογίζεται στο ΕΠΤΦΑΠ.
(γ) Οι εκπτώσεις για ζημιές που μεταφέρονται από προηγούμενα έτη δυνάμει του άρθρου 13 δεν λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό του ΕΠΤΦΑΠ.
(δ) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου:
(i) Σε περίπτωση που εταιρεία είναι μέλος κυπριακού ομίλου, οι διατάξεις αυτού εφαρμόζονται για τη συγκεντρωτική θέση του κυπριακού ομίλου·
(ii) το υπερβαίνον κόστος δανεισμού εκπίπτει μέχρι του ποσού των τριών εκατομμυρίων ευρώ (€3.000.000) ανά φορολογικό έτος, ανά εταιρεία ή κυπριακό όμιλο, ανάλογα με την περίπτωση·
(iii) σε περίπτωση που εταιρεία αποτελεί μέρος ενοποιημένου ομίλου για λογιστικούς σκοπούς, η εταιρεία δύναται να επιλέγει, για κάθε φορολογικό έτος, την πλήρη έκπτωση του ποσού του υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού, εάν αποδείξει ότι το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων προς το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό του ομίλου και εάν συντρέχουν οι ακόλουθοι όροι:
(αα) Το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας προς το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων θεωρείται ότι είναι ίσο προς το αντίστοιχο ποσοστό του ομίλου όταν το εν λόγω ποσοστό είναι χαμηλότερο μέχρι και κατά δύο εκατοστιαίες μονάδες (2%)· και
(ββ) όλα τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις αποτιμώνται με βάση την ίδια μέθοδο, όπως στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που ετοιμάστηκαν με βάση αποδεκτές από τον Έφορο λογιστικές αρχές·
(iv) ποσό υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού που δεν δύναται να εκπέσει του φορολογητέου εισοδήματος του έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε, δύναται να μεταφερθεί και να εκπέσει του φορολογητέου εισοδήματος της εταιρείας για τα επόμενα πέντε (5) έτη, η δε έκπτωση του υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού που μεταφέρεται σε μελλοντικά έτη υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος εδαφίου·
(v) ικανότητα κάλυψης των τόκων που δεν χρησιμοποιήθηκε κατά το τρέχον φορολογικό έτος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, δύναται να μεταφερθεί προς χρήση στα πέντε (5) έτη που έπονται του φορολογικού έτους στο οποίο αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε, η δε μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα κάλυψης των τόκων δεν λαμβάνει υπόψη το όριο των τριών εκατομμυρίων ευρώ (€3.000.000) που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (ii).
(ε) Ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται:
(i)(αα) σε εταιρεία που αποτελεί αυτοτελή οντότητα· ή
(ββ) σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς:
(ii) αναφορικά με το υπερβαίνον κόστος δανεισμού που προκύπτει σχετικά με-
(αα) δάνεια που συνάφθηκαν πριν τη 17η Ιουνίου 2016, ωστόσο, η συγκεκριμένη εξαίρεση δεν επεκτείνεται σε κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω δανείων· ή
(ββ) δάνεια που χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων δημόσιων έργων υποδομής, όταν ο φορέας εκμετάλλευσης του έργου, το κόστος δανεισμού, τα περιουσιακά στοιχεία και τα εισοδήματα βρίσκονται όλα στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
(στ) Ο Έφορος καθορίζει τις λεπτομέρειες του τρόπου υπολογισμού και της κατανομής στις εταιρείες του κυπριακού ομίλου, των στοιχείων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (ii), (iv) και (v) της παραγράφου (δ).
(ζ) Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και στην περίπτωση εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου:
(i) Σε περίπτωση που εντός οποιασδήποτε περιόδου τριών (3) ετών επέρχεται αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών της εταιρείας η οποία, στην περίπτωση εταιρείας που ήταν μέλος κυπριακού ομίλου, συνεπάγεται την αποχώρηση της εταιρείας από τον κυπριακό όμιλο, καθώς και ουσιώδης αλλαγή στη φύση της επιχείρησής της· ή
(ii) σε περίπτωση που σε οποιοδήποτε χρόνο, αφότου η κλίμακα των δραστηριοτήτων της εταιρείας έχει σμικρυνθεί ή έχει γίνει αμελητέα και πριν από οποιαδήποτε ουσιώδη επαναδραστηριοποίηση της επιχείρησης, υπάρξει αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών της, η οποία, στην περίπτωση εταιρείας που ήταν μέλος κυπριακού ομίλου, συνεπάγεται την αποχώρησή της από τον κυπριακό όμιλο,
κανένα ποσό υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού και καμία μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα κάλυψης των τόκων που αφορούν σε φορολογικά έτη πριν από την αλλαγή της ιδιοκτησίας των μετοχών της εταιρείας δεν μεταφέρεται στα έτη που έπονται της αλλαγής.
(η) Για σκοπούς του παρόντος εδαφίου:
«κυπριακός όμιλος» σημαίνει όλες τις εταιρείες που είναι κάτοικοι στη Δημοκρατία ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία που θεωρούνται ότι είναι μέλη του ίδιου συγκροτήματος, όπως ορίζεται στις παραγράφους (β) έως (δ) του εδάφιου (8) του άρθρου 13.
«συνδεδεμένη επιχείρηση» σημαίνει-
(i) οντότητα στην οποία η εταιρεία συμμετέχει, άμεσα ή έμμεσα, είτε με δικαιώματα ψήφου είτε με κεφάλαιο ανερχόμενο στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή περισσότερο ή δικαιούται να εισπράττει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή περισσότερο των κερδών,
(ii) άτομο ή οντότητα που συμμετέχει, άμεσα ή έμμεσα, στην εταιρεία είτε με δικαιώματα ψήφου είτε με κεφάλαιο ανερχόμενο στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή περισσότερο ή δικαιούται να εισπράττει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) ή περισσότερο των κερδών της εταιρείας:
11Α.-(1) Στο βαθμό που μία ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων οδηγεί σε διπλή έκπτωση-
(α) η έκπτωση του επενδυτή που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας δεν παραχωρείται· και
(β) όταν η έκπτωση παραχωρείται στη φορολογική κατοικία του επενδυτή που δεν είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, η έκπτωση του πληρωτή που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας δεν παραχωρείται:
(2) Στο βαθμό που μία ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων οδηγεί σε έκπτωση χωρίς συμπερίληψη-
(α) η έκπτωση του πληρωτή που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας δεν παραχωρείται· και
(β) όταν η έκπτωση παραχωρείται στη φορολογική κατοικία του πληρωτή που δεν είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, το ποσό της πληρωμής που διαφορετικά θα δημιουργούσε αποτέλεσμα ασυμφωνίας συμπεριλαμβάνεται στα φορολογητέα έσοδα του λήπτη που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας:
(i) Tο χρηματοπιστωτικό μέσο έχει χαρακτηριστικά μετατροπής, διάσωσης με ίδια μέσα ή απομείωσης∙
(ii) το χρηματοπιστωτικό μέσο έχει εκδοθεί με μόνο σκοπό να ικανοποιήσει απαιτήσεις ικανότητας απορρόφησης ζημιών που ισχύουν για τον τραπεζικό τομέα και το χρηματοοικονομικό μέσο αναγνωρίζεται ως τέτοιο στις απαιτήσεις ικανότητας απορρόφησης ζημιών της εταιρείας κάτοικου της Δημοκρατίας∙
(iii) το χρηματοπιστωτικό μέσο έχει εκδοθεί-
(αα) σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα με χαρακτηριστικά μετατροπής, διάσωσης με ίδια μέσα ή απομείωσης στο επίπεδο της μητρικής εταιρείας∙
(ββ) σε επίπεδο που απαιτείται, ώστε να πληρούνται οι ισχύουσες απαιτήσεις ικανότητας απορρόφησης ζημιών∙
(γγ) όχι ως μέρος δομημένης ρύθμισης∙ και
(iv) η συνολική καθαρή έκπτωση για τον ενοποιημένο όμιλο βάσει της ρύθμισης δεν υπερβαίνει το ποσό που θα προέκυπτε εάν η εταιρεία κάτοικος της Δημοκρατίας είχε εκδώσει το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο απευθείας στην αγορά:
(3) Ουδεμία έκπτωση παραχωρείται για οποιαδήποτε πληρωμή διενεργείται από εταιρεία κάτοικο της Δημοκρατίας στο βαθμό που η πληρωμή, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοδοτεί εκπιπτόμενη δαπάνη που δημιουργεί ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων μέσω συναλλαγής ή σειράς συναλλαγών μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων ή έχει διενεργηθεί ως μέρος μίας δομημένης ρύθμισης, εκτός στο βαθμό που μία από τις δικαιοδοσίες που εμπλέκονται στη συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών έχει προβεί σε ισοδύναμη προσαρμογή όσον αφορά την εν λόγω ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων.
(4) Στο βαθμό που μία ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων αφορά εισόδημα από μόνιμη εγκατάσταση εξωτερικού, την οποία διατηρεί εταιρεία που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας και η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη στη δικαιοδοσία της άλλης χώρας, τότε η απαλλαγή των κερδών της μόνιμης εγκατάστασης εξωτερικού που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 36 δεν τυγχάνει εφαρμογής:
(5) Στο βαθμό που μία υβριδική μεταβίβαση έχει σχεδιαστεί με σκοπό την παραχώρηση ελάφρυνσης για φόρο που παρακρατήθηκε στην πηγή επί μίας πληρωμής που προκύπτει από μεταβιβασθέν χρηματοπιστωτικό μέσο σε περισσότερα του ενός εκ των εμπλεκόμενων μερών, η παραχώρηση ελάφρυνσης στη Δημοκρατία από το φόρο παρακράτησης περιορίζεται κατ' αναλογίαν προς το καθαρό φορολογητέο εισόδημα όσον αφορά την πληρωμή.
(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «συνδεδεμένη επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις της παραγράφου (η) του εδαφίου (16) του άρθρου 11:
(7) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στην περίπτωση μόνιμης εγκατάστασης στη Δημοκρατία εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας.
(8) Η έκπτωση επί νέων κεφαλαίων που παραχωρείται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 9Β, καθώς και παρόμοιες εκπτώσεις που παραχωρούνται σε άλλες δικαιοδοσίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
11Β.-(1) Σε περίπτωση που μία ή περισσότερες συνδεδεμένες επιχει-ρήσεις που δεν είναι κάτοικοι της Δημοκρατίας συμμετέχουν συνολικά, άμεσα ή έμμεσα, με ποσοστό ανερχόμενο στο πενήντα τοις εκατόν (50%) ή περισσότερο στα δικαιώματα ψήφου, στο κεφάλαιο ή στα κέρδη μίας υβριδικής οντότητας που έχει συσταθεί ή είναι εγκατεστημένη στη Δημοκρατία και οι οποίες βρίσκονται σε δικαιοδοσία ή δικαιοδοσίες που αντιμετωπίζουν την υβριδική οντότητα ως πρόσωπο που υπόκειται σε φόρο, τότε η υβριδική οντότητα θεωρείται εταιρεία κάτοικος της Δημοκρατίας και το εισόδημά της είναι φορολογητέο με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και του περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμου, στο βαθμό που το εν λόγω εισόδημα δεν υπόκειται άλλως πως σε φόρο στη Δημοκρατία ή σε οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, για τους σκοπούς δε του παρόντος εδαφίου “οργανισμός συλλογικών επενδύσεων” σημαίνει οργανισμό που συστάθηκε σύμφωνα με τον περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμο και οργανισμό που συστάθηκε σύμφωνα με τον περί των Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμο.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «συνδεδεμένη επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 11Α.
(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στην περίπτωση μόνιμης εγκατάστασης στη Δημοκρατία εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας.
11Γ.-(1) Σε περίπτωση που εταιρεία κάτοικος της Δημοκρατίας είναι φορολογικός κάτοικος και άλλης δικαιοδοσίας και στο βαθμό που παραχωρείται έκπτωση για πληρωμή, δαπάνες ή ζημιές από το φορολογητέο εισόδημα της εταιρείας αυτής τόσο στη Δημοκρατία όσο και στην άλλη δικαιοδοσία, τότε, ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου δεν παραχωρείται σχετική έκπτωση στη Δημοκρατία στο βαθμό που η άλλη δικαιοδοσία επιτρέπει την έκπτωση έναντι εισοδήματος που δεν αποτελεί εισόδημα διπλής συμπερίληψης, ως ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 2:
(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στην περίπτωση μόνιμης εγκατάστασης στη Δημοκρατία εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας.
12. (1) Στον προσδιορισμό, του φορολογητέου εισοδήματος επιχείρησης, η οποία διακόπηκε εντός του φορολογικού έτους, τα ανήκοντα στην επιχείρηση εμπορικά αποθέματα κατά το χρόνο της διακοπής της επιχείρησης, θα εκτιμώνται ως ακολούθως-
(α) στην περίπτωση τέτοιων εμπορικών αποθεμάτων-
(i) τα οποία πωλήθηκαν ή μεταβιβάσθηκαν, έναντι αντιπαροχής που έχει αξία, σε πρόσωπο το οποίο ασκεί ή σκοπεύει να ασκήσει επιχείρηση στη Δημοκρατία· και
(ii) το τίμημα κτήσης των οποίων ο αγοραστής δικαιούται να ζητήσει ως έκπτωση κατά τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος της υπό του αγοραστή ασκούμενης ή ασκηθησόμενης επιχείρησης,
η αξία αυτών θα λογίζεται ότι είναι ίση προς το προϊόν της πώλησης ή ίση προς την αξία της αντιπαροχής που δόθηκε για την πώληση· και
(β) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η αξία τέτοιων εμπορικών αποθεμάτων θα λογίζεται ότι είναι ίση προς την τιμή την οποία θα απέφεραν εάν πωλούντο στην ελεύθερη αγορά κατά το χρόνο κατά τον οποίο διακόπηκε η άσκηση της επιχείρησης.
(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1) -
(α) δεν θεωρείται ότι η επιχείρηση διακόπτεται στην περίπτωση θανάτου του ατόμου που ασκεί την επιχείρηση, νοουμένου ότι αυτή εξακολουθεί να ασκείται από τους κληρονόμους οι οποίοι θα υποβάλουν προς τούτο γραπτή δέσμευση·
(β) ο όρος «εμπορικά αποθέματα» αναφορικά προς επιχείρηση, σημαίνει κάθε φύσεως περιουσία, κινητή ή ακίνητη, η οποία αντιπροσωπεύει είτε-
(i) είδη που πωλούνται κατά τη συνήθη διεξαγωγή της εμπορίας ή τα οποία θα πωλούντο εάν ήσαν έτοιμα ή η βιομηχανοποίηση ή κατασκευή τους ήταν συμπληρωμένη, είτε
(ii) υλικά που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανοποίηση, ετοιμασία ή κατασκευή ειδών που περιγράφονται στην προηγούμενη υποπαράγραφο.
13. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (9) του παρόντος άρθρου, όταν το ποσό της ζημιάς το οποίο, αν ήταν κέρδος ή όφελος θα φορολογείτο δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι τόσο που να μην μπορεί να συμψηφισθεί ολόκληρο με εισόδημα από άλλες πηγές για το ίδιο φορολογικό έτος, το ποσό της ζημιάς αυτής, στην έκταση που δεν μπορεί με τον τρόπο αυτό να συμψηφιστεί, μεταφέρεται και, τηρουμένων των πιο κάτω διατάξεων, συμψηφίζεται με το κατά τα επόμενα έτη εισόδημα του προσώπου αυτού.
(α) αν εντός οποιασδήποτε περιόδου τριών ετών υπάρχει αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών κάποιας εταιρείας όσο και ουσιώδης αλλαγή στη φύση της επιχειρήσεως της εταιρείας· ή
(β) αν σε οποιοδήποτε χρόνο αφότου η κλίμακα των δραστηριοτήτων της εταιρείας έχει σμικρυνθεί ή γίνει αμελητέα και πριν από οποιαδήποτε ουσιώδη επαναδραστηριοποίηση της επιχείρησης υπάρξει αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών της εταιρείας, καμιά ζημιά η οποία προέκυψε πριν από την αλλαγή της ιδιοκτησίας των μετοχών της εταιρείας δε μεταφέρεται στα επόμενα έτη μετά από τέτοια αλλαγή:
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών της εταιρείας υπάρχει-
(α) εάν ένα πρόσωπο αποκτά πέραν του μισού του συνήθους μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας, ή
(β) εάν δύο ή περισσότερα πρόσωπα μαζί ή ξεχωριστά αποκτούν τουλάχιστο 5% του συνήθους μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ούτως ώστε όλοι μαζί να αποκτούν πέραν του μισού του συνήθους μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας:
Νοείται ότι δεν υπάρχει αλλαγή στην ιδιοκτησία των μετοχών της εταιρείας εάν η αλλαγή αφορά δωρεά γενόμενη υπό γονέως προς τέκνο, μεταξύ συζύγων ή συγγενών μέχρι δευτέρου βαθμού συγγενείας ή προς εταιρεία όλοι οι μέτοχοι της οποίας είναι μέλη και εξακολουθούν για μία πενταετία μετά τη δωρεά αυτή να είναι μέλη της οικογένειας του διαθέτη.
(3) Κανένα ποσό ζημιάς βάσει του παρόντος άρθρου δύναται να γίνει αποδεκτό αναφορικά με ένα φορολογικό έτος για το οποίο το υπόχρεο σε φορολογία πρόσωπο καθυστερεί την υποβολή λογαριασμών για το έτος τούτο για χρονική περίοδο πέραν των έξι ετών από την ημερομηνία κατά την οποία όφειλε να υποβάλει τους λογαριασμούς του εν λόγω έτους.
(4) Τηρουμένων και σύμφωνα με τις διατάξεις των ακολούθων εδαφίων, ζημιές, μπορούν να εκχωρούνται υπό εταιρείας κατοίκου της Δημοκρατίας («η εκχωρούσα εταιρεία») και, κατά την υποβολή απαίτησης υπό άλλης εταιρείας κατοίκου της Δημοκρατίας («η αιτούσα εταιρεία») μπορεί να επιτραπεί στην αιτούσα εταιρεία συμψηφισμός ζημιών συγκροτήματος όπως προβλέπεται στο εδάφιο (7).
(5) Συμψηφισμός ζημιών συγκροτήματος θα παραχωρείται στην περίπτωση όπου η εκχωρούσα εταιρεία και η αιτούσα εταιρεία είναι μέλη του ιδίου συγκροτήματος για ολόκληρο το φορολογικό έτος:
(6) Πληρωμή για συμψηφισμό ζημιών συγκροτήματος-
(α) δεν θα λαμβάνεται υπόψη στον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος της εκχωρούσας ή της αιτούσας εταιρείας, και
(β) δεν θα θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως διανομή μερίσματος ή ως εκπίπτουσα δαπάνη.
(7) Εάν σε οποιοδήποτε φορολογικό έτος η εκχωρούσα εταιρεία έχει πραγματοποιήσει ζημιά από τη διεξαγωγή επιχείρησης, το ποσό της εν λόγω ζημιάς μπορεί να συμψηφιστεί για τους σκοπούς του εταιρικού φόρου έναντι του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος της αιτούσας εταιρείας στο αντίστοιχο φορολογικό της έτος:
Νοείται ότι στον προσδιορισμό της ζημιάς η οποία μπορεί να εκχωρηθεί, κανένα ποσό ζημιάς από μεταφορά από προηγούμενο έτος δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη.
(8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-
(α) πληρωμή για συμψηφισμό ζημιών συγκροτήματος σημαίνει πληρωμή που γίνεται από την αιτούσα εταιρεία στην εκχωρούσα εταιρεία δυνάμει συμφωνίας μεταξύ τους αναφορικά με ποσό που εκχωρείται υπό μορφή συμψηφισμού ζημιών συγκροτήματος, η οποία δεν υπερβαίνει το εν λόγω ποσό·
(β) δυο εταιρείες θα θεωρούνται ότι είναι μέλη συγκροτήματος αν η μια είναι κατά εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) εξαρτημένη της άλλης ή και οι δυο, η καθεμιά ξεχωριστά, είναι κατά εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) εξαρτημένες τρίτης εταιρείας·
(γ) μια εταιρεία θα θεωρείται ότι είναι κατά εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) εξαρτημένη άλλης εταιρείας εάν και εφόσον όχι ολιγότερο από εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) του συνήθους μετοχικού κεφαλαίου της με δικαίωμα ψήφου κατέχονται άμεσα ή έμμεσα από την άλλη εταιρεία και η άλλη εταιρεία δικαιούται σε όχι ολιγότερο από εβδομήντα πέντε
τοις εκατόν (75%) των -
(i) κερδών τα οποία είναι διαθέσιμα για διανομή, και
(ii) στοιχείων ενεργητικού της εξαρτημένης εταιρείας τα οποία θα ήταν διαθέσιμα για διανομή στους μετόχους κατά τη διάλυσή της·
(δ) στην εξακρίβωση κατά πόσο μια εταιρεία είναι κατά εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) εξαρτημένη άλλης εταιρείας, η άλλη εταιρεία θα θεωρείται ότι δεν είναι ιδιοκτήτης-
(i) οποιουδήποτε μετοχικού κεφαλαίου που κατέχει άμεσα σε μια εταιρεία εάν το κέρδος από την πώληση των μετοχών θα εθεωρείτο ως εμπορικό· ή
(ii) οποιουδήποτε μετοχικού κεφαλαίου που κατέχει έμμεσα, και το οποίο κατέχεται άμεσα από εταιρεία για την οποία το κέρδος από την πώληση του θα ήταν εμπορικό· ή
(iii) οποιουδήποτε μετοχικού κεφαλαίου που κατέχει άμεσα ή έμμεσα σε εταιρεία που δεν είναι κάτοικος «κράτους μέλους ή άλλης χώρας με την οποία η Δημοκρατία έχει συνομολογήσει διμερή ή πολυμερή σύμβαση για αποφυγή διπλής φορολογίας ή για ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών.
(9) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ζημιές που υπέστη ένα πρόσωπο από επιχείρηση που διεξάγεται εκτός της Δημοκρατίας, είτε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε όχι, θα αφαιρούνται ως έκπτωση από το εισόδημα του προσώπου αυτού από άλλες πηγές για το ίδιο έτος, και στην έκταση που δεν μπορεί με τον τρόπο αυτό να συμψηφιστεί πλήρως, το υπόλοιπο τέτοιας ζημιάς μεταφέρεται και, τηρουμένων των διατάξεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, θα συμψηφίζεται με το κατά τα επόμενα έτη εισόδημα του προσώπου αυτού.
Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ο όρος 'επιχείρηση' περιλαμβάνει εκμίσθωση ιδιοκτησίας.
(10) Σε περίπτωση που ιδιοκτήτης επιχείρησης, περιλαμβανομένου και συνεταιρισμού, μετατρέπει την επιχείρησή του σε εταιρεία, οποιεσδήποτε συσσωρευμένες ζημιές του ιδιοκτήτη δύνανται να μεταφέρονται στην εταιρεία.
(11) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, στην περίπτωση μεταφοράς εργασιών ή μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων από ένα πιστωτικό ίδρυμα σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νομου, οποιεσδήποτε συσσωρευμένες ζημιές του μεταφέροντος ή μεταβιβάζοντος πιστωτικού ιδρύματος κατά το χρονικό σημείο της μεταφοράς των εργασιών ή της μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων μεταφέρονται και να συμψηφίζονται με το κατά τα επόμενα έτη εισόδημα του αποκτώντος πιστωτικού ιδρύματος, για περίοδο μέχρι και δεκαπέντε έτη από το τέλος του έτους, κατά το οποίο έγινε η μεταφορά.
14. Προς εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος οποιουδήποτε ατόμου το οποίο-
(1) έχει ασφαλίσει τη ζωή του αντί καθορισμένου ή δυναμένου να καθορισθεί ποσού πληρωτέου κατά το θάνατο του με ασφαλιστήριο, όπως αυτό ορίζεται στον περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Συναφών Θεμάτων Νόμο, ή
(2) έχει καταβάλει συνεισφορές σε Ταμείο Συντάξεων Χηρών και
Ορφανών που ιδρύθηκε δυνάμει οποιουδήποτε σε ισχύ στη Δημοκρατία νόμου, ή δυνάμει συγκριτικά παρόμοιου νόμου εκτός της Δημοκρατίας, ή
(3) έχει καταβάλει συνεισφορές σε εγκεκριμένο για σκοπούς του παρόντος άρθρου από τον Έφορο Ταμείο Συντάξεων ή Προνοίας ή οποιοδήποτε άλλο Ασφαλιστικό Ταμείο που ιδρύθηκε στη Δημοκρατία ή εκτός της Δημοκρατίας, ή
(4) έχει καταβάλει ασφάλιστρα ή κάποια άλλη συνεισφορά σε ασφαλιστική εταιρεία για την έκδοση εγκεκριμένου ασφαλιστικού συμβολαίου που προνοεί για την παροχή ετησίας ισοβίου προσόδου, του οποίου συμβολαίου ο τύπος έτυχε της εγκρίσεως του Εφόρου και το οποίο έχει ως κύριο αντικειμενικό σκοπό την παροχή ετησίας ισοβίου προσόδου στο άτομο αυτό κατά το γήρας του, ή
(5) έχει καταβάλει ασφάλιστρα ή άλλες συνεισφορές σε ασφαλιστική εταιρεία για Σχέδιο Σύνταξης, ή Σχέδιο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης το οποίο εγκρίνεται από τον Έφορο, ή
(6) έχει καταβάλει συνεισφορά δυνάμει του εκάστοτε σε ισχύ στη Δημοκρατία Γενικού Σχεδίου Υγείας Νόμου ή δυνάμει συγκριτικά παρόμοιου Νόμου σε ισχύ εκτός της Δημοκρατίας, θα χορηγείται έκπτωση ίση προς το ετήσιο ποσό των υπό του ατόμου αυτού καταβληθέντων ασφαλίστρων, ή άλλη έκπτωση ίση προς το ποσό των ασφαλίστρων ή συνεισφορών, ανάλογα με την περίπτωση:
(i) ότι, στην περίπτωση ασφαλιστικού συμβολαίου ζωής εξασφαλίζοντος κατά το θάνατο την πληρωμή καθορισμένου ή δυναμένου να προσδιορισθεί ποσού, το ποσό της έκπτωσης δεν θα υπερβαίνει το επτά τοις εκατόν (7%) επί του ποσού αυτού, εξαιρουμένου οποιουδήποτε πρόσθετου ευεργετήματος υπό μορφή φιλοδωρήματος ή άλλως· και
(ii) ότι η έκπτωση αυτή, αναφορικά με ασφάλιστρα και συνεισφορές, δεν θα μπορεί να υπερβεί το ένα πέμπτο του φορολογητέου εισοδήματος τέτοιου ατόμου όπως αυτό έχει προσδιορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου προτού αφαιρεθούν από αυτό οι εκπτώσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο· και
(iii) ότι στην περίπτωση εξαργύρωσης ασφαλιστικού συμβολαίου ζωής εντός τριών ετών από της ημερομηνίας του συμβολαίου, προστίθεται στο εισόδημα του ατόμου τούτου το τριάντα τοις εκατόν (30%) των ασφαλίστρων αναφορικά με τα οποία παραχωρήθηκε έκπτωση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το είκοσι δε τοις εκατόν (20%) τέτοιων ασφαλίστρων εάν η εξαργύρωση γίνει εντός του τετάρτου, του πέμπτου και του έκτου έτους από την ημερομηνία του ασφαλιστικού συμβολαίου·
(iv) ότι εντός του εδαφίου (1) εμπίπτουν και τα ασφαλιστήρια που έγιναν από άτομο για ασφάλιση της ζωής συζύγου προ της έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου και αναφορικά με τα οποία παραχωρείτο έκπτωση δυνάμει των διατάξεων του προηγουμένως ισχύοντος νόμου περί φορολογίας του εισοδήματος.
14Α. Αναφορικά με τις διατάξεις του εδαφίου (25) του άρθρου 8 και του εδαφίου (9) του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση που ο Έφορος στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης διαπιστώσει ότι απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής φόρου ή επιβολή μηδενικού φόρου με βάση τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) του 2015 είναι λανθασμένη λόγω πράξεων του προσώπου οι οποίες αποδεδειγμένα δεν είναι γνήσιες ή είναι εικονικές, έχει εξουσία όπως παρά τις διατάξεις του πιο πάνω νόμου, προχωρήσει σε επιβολή στο πρόσωπο αυτό, του ορθού ποσού φόρου.