ΜΕΡΟΣ V ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Πληροφορίες για τους παρόχους και τις υπηρεσίες τους και επίλυση διαφορών

22.-(1) Οι πάροχοι υπηρεσιών οφείλουν να θέτουν στη διάθεση του αποδέκτη τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) την επωνυμία, το νομικό καθεστώς και τη μορφή του παρόχου, τη γεωγραφική διεύθυνση στην οποία είναι εγκατεστημένος και τα στοιχεία εκείνα που επιτρέπουν την ταχεία και άμεση επικοινωνία του αποδέκτη με αυτόν, ενδεχομένως με ηλεκτρονικά μέσα·

(β) όταν ο πάροχος υπηρεσιών είναι εγγεγραμμένος σε εμπορικό μητρώο ή σε άλλο παρεμφερές δημόσιο μητρώο, την ονομασία του μητρώου αυτού και τον αριθμό εγγραφής του παρόχου ή αντίστοιχα μέσα αναγνώρισης που περιλαμβάνονται σε αυτό το μητρώο·

(γ) όταν η δραστηριότητα υπόκειται σε σύστημα χορήγησης άδειας, τα στοιχεία της αρμόδιας αρχής ή του ΕΚΕ·

(δ) όταν ο πάροχος ασκεί δραστηριότητα η οποία υπόκειται σε ΦΠΑ, τον αριθμό αναγνώρισης ΦΠΑ∙

(ε) σε ό,τι αφορά τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, κάθε επαγγελματικό σύλλογο ή συναφή οργανισμό στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο πάροχος υπηρεσιών, τον επαγγελματικό τίτλο και το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε·

(στ) τους γενικούς όρους και τις γενικές ρήτρες που ενδεχομένως εφαρμόζει ο πάροχος·

(ζ) την ύπαρξη τυχόν συμβατικών ρητρών που χρησιμοποιεί ο πάροχος σχετικά με το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση ή/και τα αρμόδια δικαστήρια·

(η) την ύπαρξη τυχόν εγγύησης μετά την πώληση, μη επιβαλλόμενης από το νόμο·

(θ) την τιμή της υπηρεσίας, εάν η τιμή προκαθορίζεται από τον πάροχο για ορισμένο τύπο υπηρεσίας·

(ι) τα κύρια χαρακτηριστικά της υπηρεσίας, εάν δεν προκύπτουν ήδη από τη φύση της υπηρεσίας·

(ια) όπου αυτό εφαρμόζεται, λεπτομέρειες αναφορικά με την ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης, ιδίως δε τα στοιχεία της σύμβασης του ασφαλιστή ή του εγγυητή και την εδαφική κάλυψη.

(2) Οι πληροφορίες του εδαφίου (1), κατ΄επιλογή του παρόχου δύνανται να -

(α) γνωστοποιούνται από τον πάροχο με δική του πρωτοβουλία·

(β) είναι εύκολα προσβάσιμες για τον αποδέκτη στον τόπο παροχής της υπηρεσίας ή σύναψης της σύμβασης·

(γ) είναι εύκολα προσβάσιμες για τον αποδέκτη ηλεκτρονικά μέσω διεύθυνσης που γνωστοποιείται από τον πάροχο·

(δ) περιλαμβάνονται σε κάθε ενημερωτικό έγγραφο του παρόχου που παρέχεται στον αποδέκτη και παρουσιάζει με τρόπο λεπτομερή τις υπηρεσίες που παρέχει.

(3) Οι πάροχοι των υπηρεσιών, έπειτα από αίτηση του αποδέκτη, γνωστοποιούν τιςτις ακόλουθες συμπληρωματικές πληροφορίες:

(α) την τιμή της υπηρεσίας, όταν η τιμή δεν προκαθορίζεται από τον πάροχο για συγκεκριμένο τύπο υπηρεσίας, ή, όταν η ακριβής τιμή δεν μπορεί να δηλωθεί, τη μέθοδο υπολογισμού της τιμής, η οποία επιτρέπει στον αποδέκτη να επαληθεύσει την τιμή, ή μια αρκετά λεπτομερή εκτίμηση·

(β) σε ό,τι αφορά τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, αναφορά των επαγγελματικών κανόνων που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος εγκατάστασης και των μέσων πρόσβασης σε αυτά·

(γ) πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες και τις εταιρικές σχέσεις πολλαπλών ειδικοτήτων, οι οποίες συνδέονται άμεσα με τη συγκεκριμένη υπηρεσία και με τα μέτρα που έχουν λάβει για την αποφυγή των συγκρούσεων συμφερόντων, οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε ενημερωτικό έγγραφο των παρόχων που παρουσιάζει με τρόπο λεπτομερή τις υπηρεσίες τους·

(δ) τυχόν κώδικες δεοντολογίας στους οποίους υπόκεινται οι πάροχοι υπηρεσιών καθώς και τη διεύθυνση στην οποία μπορεί κανείς να συμβουλευθεί τους κώδικες ηλεκτρονικά, και τις διαθέσιμες γλωσσικές εκδόσεις·

(ε) σχετικές πληροφορίες σε περίπτωση που ένας πάροχος υπόκειται σε κώδικα δεοντολογίας, ή είναι μέλος επαγγελματικού φορέα ή οργάνωσης, που προβλέπει τη χρησιμοποίηση μηχανισμού εξωδικαστικής διευθέτησης των διαφορών, περιλαμβανομένων πληροφοριών σε σχέση με την πρόσβαση σε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τους όρους χρησιμοποίησης του μηχανισμού εξώδικης διευθέτησης των διαφορών.

(4) Οι πληροφορίες που οφείλει να παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών δυνάμει του παρόντος άρθρου, πρέπει να καθίστανται διαθέσιμες ή να γνωστοποιούνται με τρόπο σαφή και αδιαμφισβήτητο και σε εύθετο χρόνο πριν από τη σύναψη της σύμβασης ή πριν από την παροχή της υπηρεσίας, όταν δεν υπάρχει γραπτή σύμβαση.

(5) Οι πάροχοι των υπηρεσιών έχουν υποχρέωση να υιοθετήσουν πολιτική για τον τρόπο απάντησης σε οποιαδήποτε παράπονα ή διαμαρτυρίες ή σε οποιεσδήποτε πληροφορίες τους ζητούνται για την υπηρεσία που παρέχουν, χωρίς καθυστέρηση και επιδεικνύοντας επιμέλεια για την εξεύρεση ικανοποιητικής λύσης, η οποία κατατίθεται στο ΕΚΕ ή/και στην αρμόδια αρχή.

(6) Πάροχοι υπηρεσιών που υπόκεινται σε κώδικα δεοντολογίας ή συμπεριφοράς ή είναι μέλη επαγγελματικού συνδέσμου που προβλέπει τη χρησιμοποίηση μηχανισμού εξωδικαστικής διευθέτησης διαφορών, έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν σχετικά τον αποδέκτη των υπηρεσιών, να το αναφέρουν σε κάθε έγγραφο που παρουσιάζει αναλυτικά τις υπηρεσίες τους και να υποδεικνύουν τα μέσα με τα οποία παρέχεται πρόσβαση σε λεπτομερείς πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά και τους όρους χρησιμοποίησης του εν λόγω μηχανισμού:

Νοείται ότι, τεκμαίρεται πως οι πάροχοι των υπηρεσιών συμμορφώνονται με την υπό αναφορά υποχρέωση, σε περίπτωση που ο επαγγελματικός σύνδεσμος στον οποίο ανήκουν παρέχει τις εν λόγω πληροφορίες και λεπτομέρειες γενικά στους αποδέκτες, χωρίς καθυστέρηση και επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια με μέσα εύκολα προσβάσιμα σε αυτούς.

(7) Σε περίπτωση που στο πλαίσιο επίλυσης διαφοράς μεταξύ παρόχου και αποδέκτη απαιτείται η κατάθεση τραπεζικής εγγύησης για συμμόρφωση με δικαστική απόφαση, οι αρμόδιες αρχές αναγνωρίζουν αντίστοιχες εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί από πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος:

Νοείται ότι δεν αναγνωρίζονται οι αναφερόμενες στο παρόν εδάφιο εγγυήσεις, παρά μόνο αν το οικείο πιστωτικό ίδρυμα ή ο ασφαλιστής έχουν άδεια λειτουργίας στο άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(8) Πάροχοι οι οποίοι δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους που προκύπτουν από το παρόν άρθρο υπόκεινται σε διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή, το οποίο είναι ανάλογο με τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης και το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)για κάθε παράβαση.

Ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης και εγγυήσεις

23.-(1) Σε περίπτωση που σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή με τις πρόνοιες κώδικα δεοντολογίας οποιουδήποτε επαγγελματικού συνδέσμου, ο πάροχος οφείλει να έχει ασφάλιση της επαγγελματικής του ευθύνης, θεωρείται ότι έχει συνάψει τέτοια ασφάλιση ή εγγύηση, εφόσον αυτός καλύπτεται ήδη σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο είναι ήδη εγκατεστημένος, από εγγύηση ισοδύναμη ή κατ’ ουσία συγκρίσιμη ως προς τον σκοπό της και ως προς την κάλυψη την οποία παρέχει από πλευράς ασφαλιζομένου κινδύνου, ασφαλιζομένου ποσού ή ανώτατου ορίου της εγγύησης και ενδεχόμενων εξαιρέσεων από την κάλυψη υπό την προϋπόθεση ότι τέτοια ασφάλιση ή εγγύηση καλύπτει γεωγραφικά και τη Δημοκρατία:

Νοείται ότι εάν η ισοδυναμία εξασφαλίζεται μόνο εν μέρει, ο πάροχος ο οποίος προτίθεται να εγκατασταθεί στη Δημοκρατία οφείλει να συνάψει συμπληρωματική εγγύηση για να καλυφθούν τα στοιχεία εκείνα τα οποία δεν καλύπτονται ήδη.

(2) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αποτελούν επαρκή απόδειξη σύναψης ασφαλιστικής κάλυψης ή εγγύησης, βεβαιώσεις ασφαλιστικής κάλυψης που έχουν εκδοθεί από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ασφαλιστικές εταιρείες εγκατεστημένα σε άλλα κράτη μέλη.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν θίγουν τα συστήματα επαγγελματικής ασφάλισης ή εγγυήσεων που προβλέπονται από άλλες κοινοτικές νομοθετικές ρυθμίσεις.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

"ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης" σημαίνει την ασφάλεια την οποία συνάπτει ένας πάροχος για ενδεχόμενη ευθύνη του έναντι των αποδεκτών και, ανάλογα με την περίπτωση, τρίτων, λόγω της παροχής της υπηρεσίας.

Εμπορικές επικοινωνίες των νομοθετικώς κατοχυρωμένων επαγγελμάτων

24.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, καταργούνται όλες οι συνολικές απαγορεύσεις εμπορικών επικοινωνιών για τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα.

(2) Οι εμπορικές επικοινωνίες που χρησιμοποιούν τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα οφείλουν να τηρούν τους επαγγελματικούς κανόνες που συνάδουν με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα τους συναφείς με την ανεξαρτησία, την αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα του επαγγέλματος καθώς και το επαγγελματικό απόρρητο, κατά τρόπο που να συνάδει με τις ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος, και οι οποίοι δεν δημιουργούν διακρίσεις, δικαιολογούνται αντικειμενικά από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος και είναι αναλογικοί.

Δραστηριότητες πολλαπλών ειδικοτήτων

25.- (1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), απαιτήσεις που υποχρεώνουν παρόχους να ασκούν αποκλειστικά συγκεκριμένη δραστηριότητα ή που περιορίζουν την άσκηση από κοινού ή σε εταιρική σχέση διαφορετικών δραστηριοτήτων, απαγορεύονται.

(2) Οι ακόλουθοι πάροχοι μπορούν να υπόκεινται σε απαιτήσεις του εδαφίου (1) δυνάμει ειδικού νόμου που διέπει τις δραστηριότητές τους ή κώδικα δεοντολογίας:

(α) τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, κατά τον βαθμό που αυτό δικαιολογείται για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας και συμπεριφοράς οι οποίοι ποικίλλουν λόγω της ιδιαιτερότητας του κάθε επαγγέλματος, και που είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας τους·

(β) οι πάροχοι υπηρεσιών πιστοποίησης, τεχνικού ελέγχου ή δοκιμών, κατά το βαθμό που αυτό δικαιολογείται για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας τους και της ακεραιότητάς τους.

(3) Όταν επιτρέπεται δυνάμει των ειδικών νόμων που διέπει τις δραστηριότητες των παρόχων του εδαφίου (1) η άσκηση δραστηριοτήτων πολλαπλών ειδικοτήτων, οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι:

(α) προλαμβάνονται οι συγκρούσεις συμφερόντων και τα ασυμβίβαστα μεταξύ ορισμένων δραστηριοτήτων·

(β) εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία και η αμεροληψία που απαιτούν ορισμένες δραστηριότητες·

(γ) εξασφαλίζεται ότι οι επαγγελματικοί δεοντολογικοί κανόνες διαφορετικών δραστηριοτήτων συμβιβάζονται μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο.

Πολιτική ποιότητας των υπηρεσιών

26.-(1) Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν συνοδευτικά μέτρα για να ενθαρρύνουν τους παρόχους να λάβουν μέτρα σε εθελοντική βάση για την εξασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών, ιδίως:

(α) πιστοποιώντας ή αξιολογώντας τις δραστηριότητές τους από ανεξάρτητους ή διαπιστευμένους οργανισμούς·

(β) καταρτίζοντας το δικό τους χάρτη ποιότητας ή συμμετέχοντας στους χάρτες ή στα σήματα ποιότητας που καταρτίζουν επαγγελματικοί φορείς σε κοινοτικό επίπεδο.

(2) Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες για τη σημασία ορισμένων σημάτων και για τα κριτήρια χορήγησης σημάτων και άλλων διακριτικών ποιότητας σχετικά με υπηρεσίες, να είναι εύκολα προσβάσιμες από τους παρόχους και τους αποδέκτες.

(3) Οι αρμόδιες αρχές, σε συνεργασία με τις αρχές άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή, λαμβάνουν συνοδευτικά μέτρα για να ενθαρρύνουν τους επαγγελματικούς φορείς καθώς και τα εμπορικά και τεχνικά επιμελητήρια και τις ενώσεις καταναλωτών να συνεργαστούν με άλλους τέτοιους φορείς σε κοινοτικό επίπεδο ώστε να προαγάγουν την ποιότητα των υπηρεσιών, διευκολύνοντας ιδίως την αναγνώριση της ποιότητας των υπηρεσιών των παρόχων.

(4) Οι αρμόδιες αρχές, λαμβάνουν συνοδευτικά μέτρα για να προωθήσουν την ανάπτυξη ανεξάρτητων αξιολογήσεων, κυρίως εκ μέρους ενώσεων καταναλωτών, σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των υπηρεσιών, και ιδίως την ανάπτυξη σε κοινοτικό επίπεδο δοκιμών ή συγκριτικών δοκιμών και τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων.

(5) Η Κυπριακή Εταιρεία Πιστοποίησης κατά την έννοια του περί Τυποποίησης, Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002 και 2010, σε συνεργασία με την Επιτροπή και τους άλλους αντίστοιχους οργανισμούς των κρατών μελών, ενθαρρύνει την ανάπτυξη ευρωπαϊκών εθελοντικών προτύπων για τη διευκόλυνση της συμβατότητας μεταξύ υπηρεσιών που παρέχονται από παρόχους διαφορετικών κρατών μελών, την ενημέρωση του αποδέκτη και την ποιότητα των υπηρεσιών.