53.-(1) Κάθε οικονομικός φορέας που περιλαμβάνεται στον Προϋπολογισμό της Δημοκρατίας ετοιμάζει και υποβάλλει στον Υπουργό, σε τέτοια ημερομηνία όπως ο τελευταίος ήθελε ορίσει στην εγκύκλιο προϋπολογισμού ή με άλλο τρόπο, πρόταση Προϋπολογισμού, η οποία περιλαμβάνει –
(α) τα έσοδα και τις δαπάνες που είναι στην αρμοδιότητά του για τα δύο (2) τουλάχιστον προηγούμενα οικονομικά έτη, σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού·
(β) αναθεωρημένη εκτίμηση εσόδων και δαπανών που είναι στην αρμοδιότητά του για το τρέχον έτος, σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού·
(γ) πρόβλεψη εσόδων και δαπανών που είναι στην αρμοδιότητά του, για τα επόμενα τουλάχιστον τρία (3) οικονομικά έτη, σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού·
(δ) μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο, στο οποίο αναλύονται οι πρωταρχικοί στόχοι και οι στρατηγικές για επίτευξή τους, οι οποίοι πρόκειται να προωθηθούν μέσω της υλοποίησης του προϋπολογισμού τους, μαζί με κύριους δείκτες απόδοσης σε τέτοια μορφή και με τέτοιο τρόπο που ο Υπουργός ήθελε καθορίσει·
(ε) μέτρα πολιτικής που απαιτούνται για να τηρηθούν οι ανώτατες οροφές και άλλες απαιτήσεις που προβλέπονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής και στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού· και
(στ) οποιαδήποτε άλλα θέματα καθορίζονται στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού.
(2) Η πρόταση Προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) ετοιμάζεται στη βάση των διατάξεων της εγκυκλίου του προϋπολογισμού και οποιωνδήποτε άλλων οδηγιών του Υπουργού.
54.-(1) Οι πιστώσεις που περιλαμβάνονται στην πρόταση του Προϋπολογισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 53, πρέπει να είναι εντός των πλαισίων των ανώτατων οροφών που καταγράφονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής και στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού.
(2) Όταν οποιαδήποτε πρόταση οικονομικού φορέα που υποβάλλεται στα πλαίσια της κατάρτισης του Προϋπολογισμού υπερβαίνει τις ανώτατες οροφές που καταγράφονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής και στην εγκύκλιο του προϋπολογισμού, ο Υπουργός –
(α) επιστρέφει την πρόταση του Προϋπολογισμού στον προϊστάμενο του εν λόγω οικονομικού φορέα· ή
(β) προσαρμόζει την πρόταση του Προϋπολογισμού του οικονομικού φορέα ώστε να είναι σύμφωνη με το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής και την εγκύκλιο του προϋπολογισμού.
(3) Επιπρόσθετα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο Υπουργός δύναται να επιστρέφει την πρόταση του Προϋπολογισμού στον αντίστοιχο οικονομικό φορέα ή να προσαρμόζει την πρόταση του Προϋπολογισμού του οικονομικού φορέα, εάν αυτό είναι απαραίτητο για διασφάλιση της συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς κανόνες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40 και σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις Ευρωπαϊκές Νομοθεσίες ή για να διασφαλίσει ότι οι αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 4 ικανοποιούνται.
(4) Πριν την άσκηση των εξουσιών του, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) ή (3), ο Υπουργός δύναται να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τον προϊστάμενο οικονομικού φορέα.
55.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 81 και 167 του Συντάγματος, ο Υπουργός, μετά την έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο, του νομοσχεδίου του περί Προϋπολογισμού Νόμου, που περιλαμβάνει και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 56, υποβάλλει το εν λόγω νομοσχέδιο στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ψήφιση, τουλάχιστον τρεις (3) μήνες πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους που αφορά.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εγκρίνει το νομοσχέδιο που προβλέπεται στο εδάφιο (1), εκτός εάν αυτό συνάδει με τους δημοσιονομικούς κανόνες, που καθορίζονται στο άρθρο 40 και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις Ευρωπαϊκές Νομοθεσίες και εάν διασφαλίζεται ότι οι αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 4 ικανοποιούνται.
(3) Ο Υπουργός δημοσιεύει το νομοσχέδιο που προβλέπεται στο εδάφιο (1), το αργότερο μέχρι τις 15 Οκτωβρίου του προηγούμενου οικονομικού έτους.
56.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο περί Προϋπολογισμού Νόμος, δύναται να προσδιορίζει κανόνες για την υλοποίησή του και περιλαμβάνει –
(α) κατάσταση ενεργητικού και παθητικού της Δημοκρατίας, κατά το τέλος του τελευταίου οικονομικού έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 167 του Συντάγματος· και
(β) οποιαδήποτε άλλη κατάσταση, πίνακα και παράρτημα που σχετίζεται με τις πιστώσεις, τα έσοδα, το ενεργητικό και παθητικό και οποιουσδήποτε δημοσιονομικούς δείκτες και πληροφορίες ήθελε καθορίσει ο Υπουργός.
(2) Η κατάσταση των πιστώσεων γίνεται με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται από τον Υπουργό.
(3) Το νομοσχέδιο του περί Προϋπολογισμού Νόμου συνοδεύεται από-
(α) επισκόπηση των πρόσφατων μακροοικονομικών και δημοσιονομικών εξελίξεων·
(β) το επίπεδο του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου·
(γ) προβλέψεις για του κύριους μακροοικονομικούς και δημοσιονομικούς δείκτες για τα επόμενα τουλάχιστον τρία (3) έτη, στη βάση των οποίων στηρίχθηκε η πρόταση του Προϋπολογισμού και τις προϋποθέσεις που στηρίχθηκαν οι προβλέψεις·
(δ) περιγραφή των οικονομικών και δημοσιονομικών στόχων πολιτικής και τις στρατηγικές επίτευξής τους, που προτείνονται να υλοποιηθούν μέσω του περί Προϋπολογισμού Νόμου·
(ε) περιγραφή των νέων βασικών μέτρων πολιτικής και έργων που η Κυβέρνηση θα υλοποιήσει για τουλάχιστον τα επόμενα τρία (3) έτη και τις δημοσιονομικές τους επιπτώσεις·
(στ) κατάσταση των δημοσιονομικών κινδύνων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 58· και
(ζ) οποιαδήποτε άλλα θέματα κρίνονται σκόπιμα από τον Υπουργό.
(4) Το νομοσχέδιο του περί Προϋπολογισμού Νόμου βασίζεται στις μακροοικονομικές προβλέψεις που επικυρώνονται από το Συμβούλιο.
(5) Οι μακροοικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο του περί Προϋπολογισμού Νόμου, υποβάλλονται στο Συμβούλιο για επικύρωση, τουλάχιστον τρείς (3) εβδομάδες πριν την υποβολή του εν λόγω νομοσχεδίου στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.
57.-(1) Στον περί Προϋπολογισμού Νόμο περιλαμβάνεται πρόνοια για αντιμετώπιση απρόβλεπτων καταστάσεων και συμβάντων και στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο περιλαμβάνεται με ανάλογο τρόπο ενδεικτική πρόνοια για τα επόμενα δύο (2) έτη που αναφέρονται ως «Μη Προβλεπόμενες Δαπάνες και Αποθεματικό».
(2) Οι «Μη Προβλεπόμενες Δαπάνες και Αποθεματικό» που αναφέρονται στο εδάφιο (1), δεν είναι μικρότερες του ενός επί τοις εκατόν (1%) και μεγαλύτερες του πέντε επί τοις εκατόν (5%) των συνολικών πιστώσεων του ετήσιου Προϋπολογισμού, εξαιρουμένων των πιστώσεων που χρεώνονται απευθείας στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 166 του Συντάγματος.
(3) Ο Υπουργός, κατά την κρίση του ή μετά από αίτημα προϊστάμενου οικονομικού φορέα, δύναται να κατανείμει μέρος της πρόνοιας του Κεφαλαίου «Μη Προβλεπόμενες Δαπάνες και Αποθεματικό» σε οποιοδήποτε άρθρο δαπανών, μόνο στην περίπτωση που ο Υπουργός κρίνει ότι -
(α) τέτοια κατανομή είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση υποχρεώσεων της Δημοκρατίας, σύμφωνα με νόμο ή σύμφωνα με υποχρεώσεις ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή
(β) οι πρόσθετες πιστώσεις δε δύνανται να καλυφθούν με μεταφορά πιστώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 63·
(4) Όταν ο Υπουργός προχωρήσει σε μεταφορά πιστώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), υποβάλλει, το συντομότερο δυνατό, στη Βουλή των Αντιπροσώπων κατάσταση που εξηγεί τους λόγους που η μεταφορά πιστώσεων είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
58.-(1) Ο Υπουργός είναι υπεύθυνος για την εποπτεία των δημοσιονομικών κινδύνων που έχουν σημαντική επίπτωση στις δημοσιονομικές προοπτικές (στο εξής «δημοσιονομικοί κίνδυνοι»), αναγνωρίζοντας και αναλύοντας τέτοιους κινδύνους και ετοιμάζει και υποβάλλει έκθεση δημοσιονομικών κινδύνων μαζί με τον Προϋπολογισμό και τη δημοσιεύει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), ο Υπουργός –
(α) δύναται να ζητεί οποιεσδήποτε οικονομικές καταστάσεις, στοιχεία και πληροφορίες που σχετίζονται με δημοσιονομικούς κινδύνους από οποιοδήποτε οικονομικό φορέα και οποιαδήποτε άλλη οντότητα Γενικής Κυβέρνησης, οποιοδήποτε κρατικό οργανισμό, οποιαδήποτε κρατική επιχείρηση και από οποιοδήποτε άτομο ή οντότητα λαμβάνει εγγυήσεις και δάνεια από τη Δημοκρατία· και
(β) καθορίζει τις πληροφορίες που υποβάλλονται στον Υπουργό, καθώς και το χρονοδιάγραμμα και τη διαδικασία υποβολής τους.
(3) Ο Υπουργός δύναται να απαιτεί από –
(α) το Γενικό Λογιστή και τον Προϊστάμενο του Γραφείου Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους να συγκεντρώνουν και να του υποβάλλουν στοιχεία και πληροφορίες για τις εκκρεμείς εγγυήσεις και δάνεια της Δημοκρατίας προς τρίτους·
(β) τον Προϊστάμενο του Γραφείου Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους, να του υποβάλλει αξιολόγηση κινδύνου για τις εγγυήσεις και δάνεια της Δημοκρατίας προς τρίτους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 και 24 του περί της Διαχείρισης του Δημοσίου Χρέους Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(γ) το Υπουργείο Εσωτερικών και το Γενικό Λογιστήριο να συγκεντρώνουν και να του υποβάλλουν, στοιχεία και πληροφορίες αναφορικά με εκκρεμείς εγγυήσεις και δάνεια που παραχωρούνται ή αναλαμβάνονται από τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης·
(δ) τους προϊστάμενους των οικονομικών φορέων να συγκεντρώνουν και να του υποβάλλουν οποιαδήποτε στοιχεία και πληροφορίες για τις οντότητες Γενικής Κυβέρνησης, τους κρατικούς οργανισμούς και για τις κρατικές επιχειρήσεις που τελούν υπό την αρμοδιότητά τους και
(ε) το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, τον Πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τον Έφορο Ασφαλειών και τον Έφορο Ταμείων Προνοίας και οποιαδήποτε άλλη οντότητα υπεύθυνη για την εποπτεία χρηματοοικονομικών οργανισμών ή άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων να συγκεντρώνουν πληροφορίες σε σχέση με τους δημοσιονομικούς κινδύνους των οντοτήτων που βρίσκονται κάτω από την εποπτεία τους και να του τα υποβάλλουν.
(4) Οι πληροφορίες που υποβάλλονται στον Υπουργό, δυνάμει των εδαφίων (2) και (3), είναι εμπιστευτικές.
(5) Η κατάσταση των δημοσιονομικών κινδύνων που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει -
(α) ανάλυση ευαισθησίας των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων στις μακροοικονομικές προοπτικές και σε μεγάλες διακυμάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας·
(β) έκθεση του κράτους σε ενδεχόμενες υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων εγγυήσεων και υποχρεώσεων που απορρέουν από δικαστικές αποφάσεις που είναι σε εκκρεμότητα, καθώς και δανείων·
(γ) δημοσιονομικούς κινδύνους που προκύπτουν από τον χρηματοοικονομικό τομέα, τους κρατικούς οργανισμούς, τις οντότητες Γενικής Κυβέρνησης, τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τις κρατικές επιχειρήσεις, τις συμπράξεις ιδιωτικού-δημόσιου τομέα και οποιεσδήποτε άλλες πηγές·
(δ) τα μέτρα της κυβέρνησης για διαχείριση των δημοσιονομικών κινδύνων· και
(ε) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες κρίνει σκόπιμο να περιλάβει ο Υπουργός.
(6) Στην κατάσταση δημοσιονομικών κινδύνων λαμβάνονται υπόψη, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, όλες οι αποφάσεις της κυβέρνησης και οποιεσδήποτε άλλες περιστάσεις δύναται να έχουν σημαντική επίπτωση στις δημοσιονομικές και οικονομικές προοπτικές.