41.-(1) Ο κανόνας για τη δημοσιονομική θέση προβλέπει ότι το διαρθρωτικό δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης είναι ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό σε μεσοπρόθεσμη βάση.
(2) Η απαίτηση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), θεωρείται ότι ικανοποιείται εάν το ετήσιο διαρθρωτικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης βρίσκεται στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο.
(3) Τα ελάχιστα όρια του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου της Γενικής Κυβέρνησης καθορίζονται ως ακολούθως-
(α) έλλειμμα μισό τοις εκατόν (0,5%) του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος σε τρέχουσες τιμές, ή
(β) έλλειμμα ένα τοις εκατόν (1%) του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος σε τρέχουσες τιμές, εάν –
(i) το ποσοστό του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης, σε σχέση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν σε τρέχουσες τιμές είναι σημαντικά πιο κάτω από το εξήντα τοις εκατόν (60%) και
(ii) ο κίνδυνος της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών είναι χαμηλός.
(4) Το επίπεδο του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου καθορίζεται στον Προϋπολογισμό και ο Υπουργός επανεξετάζει το επίπεδο αυτό τουλάχιστον κάθε τρία (3) έτη, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα πλαίσια του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
(5) Τυχόν προσωρινή απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο είναι δυνατό να επιτραπεί μόνο σε Ειδικές Περιστάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η απόκλιση δε θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.
42.-(1) Ο κανόνας της διορθωτικής προσαρμογής σημαίνει ότι το ετήσιο διαρθρωτικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης συγκλίνει προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 1466/97.
(2) Κατά τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με τον κανονισμό της διορθωτικής προσαρμογής, η πρόοδος προς την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου αξιολογείται στη βάση της συνολικής εκτίμησης του διαρθρωτικού ισοζυγίου, συμπεριλαμβανομένης και ανάλυσης των δαπανών, εξαιρουμένων των μέτρων στο σκέλος των εσόδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 1466/97.
(3) Τυχόν προσωρινή απόκλιση από τον κανόνα διορθωτικής προσαρμογής δύναται να επιτραπεί κάτω από τις Ειδικές Περιστάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η απόκλιση αυτή δε θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.
43. Όταν ο λόγος του Δημόσιου Χρέους προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε τιμές αγοράς υπερβαίνει το εξήντα τοις εκατόν (60%), όπως καθορίζεται από το Πρωτόκολλο (Αρ. 12), ο λόγος αυτός μειώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 1467/97.
44.-(1) Ο μηχανισμός αυτόματης διόρθωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 45 και 46, ενεργοποιείται αυτόματα, όταν-
(α) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απευθύνει προειδοποίηση στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 6(2) του Κανονισμού (ΕΚ) 1466/97,
(β) ο Υπουργός διαπιστώνει, σύμφωνα με το Άρθρο 6(3) του Κανονισμού (ΕΚ) 1466/97, ότι παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την πορεία προσαρμογής προς αυτόν.
(2) Όταν, κατά τη γνώμη του Συμβουλίου, υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την πορεία προσαρμογής προς αυτόν, το Συμβούλιο δύναται να συστήσει στον Υπουργό την ενεργοποίηση του μηχανισμού αυτόματης διόρθωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) και εάν ο Υπουργός δεν ακολουθήσει την εν λόγω σύσταση, ο Υπουργός οφείλει να προβεί δημόσια σε πλήρη αιτιολόγηση της απόφασής του.
45.-(1) Όταν ο μηχανισμός αυτόματης διόρθωσης ενεργοποιηθεί, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 44, ο Υπουργός-
(α) εντός ενός (1) μηνός, συντάσσει και υποβάλλει, για έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, το οποίο στη συνέχεια κατατίθεται υπό μορφή νομοσχεδίου που τροποποιεί τον περί Προϋπολογισμού Νόμο στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ψήφιση,
(β) καθορίζει τη χρονική περίοδο στην οποία οι αποκλίσεις θα διορθωθούν,
(γ) καθορίζει τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους που πρέπει να πληρούνται για να διορθωθούν οι αποκλίσεις, και
(δ) προσδιορίζει το μέγεθος και τα μέτρα στο σκέλος των εσόδων και δαπανών που πρέπει να ληφθούν, ώστε να διορθωθούν οι εν λόγω αποκλίσεις.
(2) Το πρόγραμμα εξυγίανσης που προβλέπεται στο εδάφιο (1) είναι σύμφωνο με -
(α) τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης·
(β) τυχόν συστάσεις προς την Κυπριακή Δημοκρατία στα πλαίσια του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, σε σχέση με την περίοδο εξυγίανσης και το μέγεθος των μέτρων που πρέπει να ληφθούν στα πλαίσια του προγράμματος εξυγίανσης· και
(γ) το τρέχον πρόγραμμα σταθερότητας δυνάμει του Κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) 1466/97.
(3) Το πρόγραμμα εξυγίανσης κατατίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), μέσω της διαδικασίας του περί Προϋπολογισμού Νόμου ή του Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού.
46.-(1) Όταν ένα πρόγραμμα εξυγίανσης εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45, το Συμβούλιο ετοιμάζει και δημοσιοποιεί εξαμηνιαίες εκθέσεις προόδου για την πορεία υλοποίησης του προγράμματος εξυγίανσης.
(2) Οι εκθέσεις προόδου, που αναφέρονται στο εδάφιο (1), περιλαμβάνουν αξιολόγηση του κατά πόσο η πρόοδος υλοποίησης του προγράμματος εξυγίανσης συνάδει με τους στόχους του προγράμματος εξυγίανσης και κατά πόσο οδηγεί σε διόρθωση των σημαντικών αποκλίσεων που έχουν διαπιστωθεί.
(3) Όταν ο Υπουργός διαπιστώνει ότι κατά τη χρονική περίοδο του προγράμματος εξυγίανσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 45 έχουν προκύψει Ειδικές Περιστάσεις, το πρόγραμμα εξυγίανσης παύει να ισχύει.
(4) Όταν ο Υπουργός έχει να λάβει αποφάσεις, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), αξιολογεί τουλάχιστον κάθε έξι (6) μήνες, κατά πόσο οι Ειδικές Περιστάσεις εξακολουθούν να υφίστανται και δημοσιεύει την αξιολόγησή του αυτή.
(5) Όταν ο Υπουργός κρίνει ότι οι Ειδικές Περιστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), παύουν να υφίστανται, υποβάλλει νέο πρόγραμμα εξυγίανσης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 45, εκτός εάν οι συνθήκες, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 44, παύουν να υφίστανται.
(6) Ο Υπουργός λαμβάνει τις συστάσεις του Συμβουλίου, πριν από τη λήψη απόφασης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) ή (5) ή πριν τη δημοσίευση της αξιολόγησης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) και σε περίπτωση που δεν ακολουθήσει τις συστάσεις του Συμβουλίου, τότε εξηγεί δημόσια τους λόγους της απόφασής του.
47.-(1) Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του νομοθετικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για σκοπούς αποτελεσματικότερης εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ο Υπουργός εκπονεί μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις, οι οποίες-
(α) συνάδουν με τις απαιτήσεις της παραγράφου 2α του Άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 1466/97·
(β) αναλύουν, στα πλαίσια ανάλυσης ευαισθησίας, τα μεγέθη των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών υπό διαφορετικές υποθέσεις ανάπτυξης και ύψους επιτοκίων, το εύρος των οποίων πρέπει να σχετίζεται με την έκταση των πραγματικών προηγούμενων προβλέψεων και να λαμβάνονται υπόψη σχετικά σενάρια κινδύνου· και
(γ) καλύπτουν πλήρως όλους τους υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης, όσον αφορά τις δημοσιονομικές προβλέψεις.
(2) Το Συμβούλιο προβαίνει σε τακτά χρονικά διαστήματα σε αξιολογήσεις κατά πόσο υφίσταται οποιαδήποτε συστημική μεροληψία στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις κατά το χρόνο δημοσίευσης από τον Υπουργό και εάν υφίσταται, υποβάλλει εισηγήσεις στον Υπουργό για τις απαιτούμενες ενέργειες προς αποφυγή τέτοιας μεροληψίας.
48.-(1) Ο Υπουργός καταρτίζει και υποβάλλει ετήσια στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση, Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, το οποίο περιλαμβάνει -
(α) επισκόπηση των πρόσφατων μακροοικονομικών και δημοσιονομικών εξελίξεων·
(β) μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις, στη βάση αμετάβλητων πολιτικών για κάθε σημαντική δαπάνη και έσοδο της Γενικής Κυβέρνησης για τα επόμενα τουλάχιστον τρία (3) έτη·
(γ) προβλέψεις των βασικών δημοσιονομικών δεικτών και στόχων για τα επόμενα τουλάχιστον τρία (3) έτη, περιλαμβανομένων δεικτών για το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος και τις δημόσιες δαπάνες·
(δ) ανώτατες οροφές δαπανών σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται από τον Υπουργό και εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τα επόμενα τουλάχιστον τρία (3) έτη·
(ε) περιγραφή των μέτρων πολιτικής για διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις ανώτατες οροφές δαπανών, τους δημοσιονομικούς κανόνες και επεξήγηση του τρόπου που η προσαρμογή στους δημοσιονομικούς στόχους επιτυγχάνεται σε σύγκριση με τις προβλέψεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (β)·
(στ) περιγραφή της συνδυασμένης επίδρασης όλων των υποτομέων της Γενικής Κυβέρνησης, εκτός εκείνων της Κεντρικής Κυβέρνησης στο δημοσιονομικό ισοζύγιο και δημόσιο χρέος·
(ζ) αξιολόγηση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του Δημόσιου Χρέους και των δημόσιων δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα πολιτικής που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ε)· και
(η) οποιαδήποτε άλλα θέματα κρίνονται σκόπιμα από τον Υπουργό.
(2) Οι ανώτατες οροφές δαπανών στα πλαίσια του Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής συνάδουν με τους δημοσιονομικούς κανόνες.
49.-(1) Όταν το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Υπουργού καθορίζει δεσμευτικές ανώτατες οροφές σε οποιοδήποτε επίπεδο και για οποιοδήποτε έτος προσδιορίζοντάς τις στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής που έχει εγκριθεί κατά το τρέχον οικονομικό έτος, οι δεσμευτικές οροφές δαπανών του επόμενου οικονομικού έτους τηρούνται στον περί Προϋπολογισμού Νόμο ή στο Συμπληρωματικό Προϋπολογισμό του επόμενου έτους, όπως αυτές κατατεθούν, υπό τη μορφή νομοσχεδίου, στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), οποιαδήποτε δεσμευτική οροφή δαπανών ενός οικονομικού έτους που αφορά το επόμενο οικονομικό έτος, στα πλαίσια του Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής που εγκρίθηκε, παύει να έχει δεσμευτική ισχύ εάν αυτή η οροφή έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 51 ή από τον περί Προϋπολογισμού Νόμο ή οποιοδήποτε μεταγενέστερο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής.
(3) Όταν η οροφή δαπανών σύμφωνα με το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής έχει τροποποιηθεί με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο επόμενος περί Προϋπολογισμού Νόμος ή το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής περιλαμβάνει επεξήγηση για τους λόγους της τροποποίησης αυτής.
50.-(1) Ο Υπουργός δύναται να απαιτεί από κάθε οντότητα της Γενικής Κυβέρνησης να του υποβάλλει κάθε απαραίτητη πληροφορία για την ετοιμασία του Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής, σε τέτοια ημερομηνία που αυτός καθορίζει.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), ο Υπουργός δύναται να εκδίδει σχετική εγκύκλιο.
(3) Εντός τριών (3) εβδομάδων πριν από την έγκριση που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδαφίου (4), οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις ενσωματώνονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής και υποβάλλονται στο Συμβούλιο για επικύρωση.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο εγκρίνει το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, μέχρι τις 30 Απριλίου κάθε έτους, και δημοσιεύεται από τον Υπουργό αμέσως μετά την έγκρισή του, στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών.
51.-(1) Στην περίπτωση εκλογής νέας κυβέρνησης μετά την έγκριση του Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής, αλλά πριν από την έγκριση του περί Προϋπολογισμού Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εγκρίνει την τροποποίηση του τρέχοντος Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής, μετά από πρόταση του Υπουργού.
(2) Το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, το οποίο εγκρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαμβάνει περιγραφή των τροποποιήσεων σε σχέση με το τελευταίο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής.
(3) Οι μακροοικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) επικυρώνονται από το Συμβούλιο πριν από τη δημοσίευση τους.
52.-(1) Για υποβοήθηση των οικονομικών φορέων στην ετοιμασία των προτάσεών τους στα πλαίσια κατάρτισης του προϋπολογισμού, ο Υπουργός δύναται, μαζί με το Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, να εκδίδει εγκύκλιο προϋπολογισμού, στη βάση του Στρατηγικού Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής, στην οποία-
(α) καθορίζονται ανώτατες οροφές δαπανών, σε τέτοιο επίπεδο ανάλυσης, όπως καθορίζεται από αυτόν·
(β) δίδονται λεπτομερείς οδηγίες πολιτικής, οι οποίες εφαρμόζονται από τους οικονομικούς φορείς, κατά την κατάρτιση των προτάσεων του προϋπολογισμού τους, και
(γ) καθορίζονται οποιαδήποτε άλλα θέματα κρίνονται απαραίτητα από αυτόν.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο εγκρίνει την εγκύκλιο του προϋπολογισμού για το έτος αναφοράς, το αργότερο μέχρι την 31η Μαΐου του έτους που προηγείται.