ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Δικαιούμενοι συμμετοχής Κοινοπραξίες

6.-(1)(α) Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες, οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να διενεργούν τη συγκεκριμένη παροχή, δεν είναι δυνατόν να απορρίπτονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

(β) Στην περίπτωση συμβάσεων έργων και υπηρεσιών, καθώς και συμβάσεων προμηθειών, οι οποίες περιλαμβάνουν επιπλέον εργασίες και/ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς είναι δυνατόν να ζητούν από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην αίτηση συμμετοχής ή στην προσφορά τους, τα ονόματα και τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα των προσώπων που επιφορτίζονται με την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.

(2) Οι κοινοπραξίες οικονομικών φορέων δύνανται να υποβάλλουν αίτηση συμμετοχής ή προσφορά. Για την υποβολή μίας αίτησης συμμετοχής ή μίας προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται να απαιτούν από τις κοινοπραξίες οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να υποχρεώσουν την επιλεγείσα κοινοπραξία να περιβληθεί συγκεκριμένη νομική μορφή, εάν της ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η περιβολή αυτής της νομικής μορφής είναι αναγκαία για την ορθή εκτέλεση της σύμβασης.

Εχεμύθεια

7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ιδιαίτερα εκείνων που αφορούν στις υποχρεώσεις σχετικά με τη δημοσιοποίηση των συναπτομένων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 31 και στο άρθρο 36, και σύμφωνα με το ισχύον στη Δημοκρατία δίκαιο, ιδιαίτερα τη νομοθεσία που αφορά στην πρόσβαση στην ενημέρωση, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς, με την επιφύλαξη κεκτημένων μέσω σύμβασης δικαιωμάτων, δεν αποκαλύπτουν πληροφορίες που τους έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες αυτοί έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν, ιδιαίτερα, τα τεχνικά ή εμπορικά απόρρητα και τις εμπιστευτικές πτυχές των προσφορών.

Προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών

8. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς απαιτήσεις που αποσκοπούν στην προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών που κοινοποιούν κατά τη διάρκεια της όλης διαδικασίας υποβολής προσφορών και ανάθεσης της σύμβασης και δύνανται περαιτέρω, να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των υπεργολάβων τους προς τις απαιτήσεις αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ – ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ
Κατώτατα όρια

9. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 62, και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 60, το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στις συμβάσεις των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (εφεξής καλούμενου ως «Φ.Π.Α.») , είναι ίση προς ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια:

(α) 387.000 ευρώ, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών·

(β) 4.845.000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων.

Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας

10.-(1) Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, εκτός Φ.Π.Α., όπως προεκτιμάται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα. Στον υπολογισμό αυτό λαμβάνεται υπόψη το εκτιμώμενο συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαίρεσης ή τυχόν παρατάσεων της σύμβασης. Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας προβλέπει βραβεία ή την καταβολή ποσών στους υποψηφίους ή στους προσφέροντες, αυτά λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης.

(2) Η εκτίμηση της αξίας της σύμβασης πρέπει να ισχύει κατά τη στιγμή της αποστολής της προκήρυξης του διαγωνισμού, όπως προβλέπεται στο έδαφιο (2) του άρθρου 33, ή, στις περιπτώσεις όπου δεν απαιτείται τέτοια προκήρυξη, τη στιγμή που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αρχίζει τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης.

(3)(α) Κανένα σχέδιο έργου ή σχέδιο αγοράς συγκεκριμένης ποσότητας προμηθειών και/ή υπηρεσιών δεν επιτρέπεται να κατατέμνεται για τη δημιουργία, κατ’ ουσίαν, πανομοιότυπων χωριστών μερικών συμβάσεων ή διαφορετικά να υποδιαιρείται, με σκοπό την αποφυγή εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

(β) Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης, δεν δύναται να γίνεται με πρόθεση την αποφυγή της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

(4) Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων έργων, λαμβάνεται υπόψη το κόστος των έργων, καθώς και η συνολική εκτιμώμενη αξία των προμηθειών που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων και τίθενται στη διάθεση του εργολήπτη από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς.

(5)(α) Όταν ένα σχέδιο έργου ή ένα σχέδιο αγοράς υπηρεσιών δύναται να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων αυτών είναι ίση με ή υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 9, το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στη σύναψη της σύμβασης για κάθε τμήμα:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή του παρόντος Μέρους, για τα τμήματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός Φ.Π.Α., είναι μικρότερη των 80.000 ευρώ για τις υπηρεσίες και του 1.000.000 ευρώ για τα έργα, υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.

(β) Όταν ένα σχέδιο αγοράς ομοιογενών προμηθειών δύναται να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η εκτιμώμενη συνολική αξία όλων αυτών των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων αυτών είναι ίση με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο άρθρο 9, του παρόντος Μέρους εφαρμόζεται στη σύναψη της σύμβασης για κάθε τμήμα:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή του παρόντος Μέρους, για τα τμήματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός Φ.Π.Α., είναι μικρότερη των 80.000 ευρώ, υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.

(6) Στις συμβάσεις προμηθειών που έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση - πώληση προϊόντων, η αξία που λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι-

(α) στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από δώδεκα (12) μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη από δώδεκα (12) μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης στην οποία συμπεριλαμβάνεται η εκτιμώμενη υπολειπόμενη αξία·

(β) στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή στην περίπτωση συμβάσεων που η διάρκειά τους δεν δύναται να προσδιοριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.

(7) Όταν πρόκειται για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή οι οποίες προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται-

(α) είτε στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου, οι οποίες συνήφθησαν κατά τους προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες ή κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, εάν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς την ποσότητα ή την αξία τους κατά τη διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που έπονται της αρχικής σύμβασης·

(β) είτε στη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνήφθησαν κατά τη διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που έπονται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.

(8) Για τις συμβάσεις υπηρεσιών, η αξία που λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, είναι, ανάλογα με την περίπτωση, η εξής:

(α) Για τις ασφαλιστικές υπηρεσίες, το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·

(β) για τις συμβάσεις για την εκπόνηση μελέτης, οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες και άλλοι τρόποι αμοιβής·

(γ) για τις ακόλουθες συμβάσεις υπηρεσιών που δεν αναφέρουν συνολική τιμή-

(i) Οι οποίες είναι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για ολόκληρη τη διάρκεια της σύμβασης·

(ii) Οι οποίες είναι συμβάσεις αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των 48 μηνών, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

(9) Για τις συμφωνίες-πλαίσιο, ως εκτιμώμενη αξία λαμβάνεται υπόψη η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, εκτός Φ.Π.Α., του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας-πλαίσιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ – ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Χρήση εξαιρέσεων

11. Οι κανόνες, διαδικασίες, προγράμματα, συμφωνίες, διακανονισμοί ή συμβάσεις των οποίων μνεία γίνεται στο παρόν Κεφάλαιο, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται με σκοπό την παράκαμψη των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

Συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει διεθνών κανόνων

12. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις που διέπονται από-

(α) ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που έχει συναφθεί μεταξύ της Δημοκρατίας ή περισσότερων κρατών μελών και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών·

(β) ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει συναφθείσας διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που συνδέεται με τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά επιχειρήσεις της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας·

(γ) ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες διεθνούς οργανισμού, που αγοράζει για δικό του σκοπό, ή σε συμβάσεις που πρέπει να αναθέσει η Δημοκρατία σύμφωνα με τους πιο πάνω κανόνες.

Ειδικές εξαιρέσεις

13. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν το Υπουργικό Συμβούλιο, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, αποφασίσει ότι η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε συγκεκριμένες συμβάσεις θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή οποιοδήποτε άλλο όργανο ή αρχή της Δημοκρατίας να παράσχει πληροφορίες, η αποκάλυψη των οποίων κρίνεται ότι είναι αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας της Δημοκρατίας, κυρίως σε περίπτωση κατά την οποία η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφάλειας της Δημοκρατίας δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως επιβάλλοντας απαιτήσεις για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών:

Νοείται ότι, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να καθορίζει με Κανονισμούς τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, τις κατηγορίες των συμβάσεων που εξαιρούνται δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου και τη διαδικασία ανάθεσής τους, χωρίς να απαιτείται η έκδοση απόφασης εξαίρεσης·

(β) στις συμβάσεις για σκοπούς δραστηριοτήτων συλλογής πληροφοριών·

(γ) στις συμβάσεις που ανατίθενται στο πλαίσιο προγράμματος συνεργασίας βάσει έρευνας και ανάπτυξης, που εκτελούνται από κοινού μεταξύ της Δημοκρατίας και ενός τουλάχιστον άλλου κράτους μέλους για την ανάπτυξη νέου προϊόντος και, κατά περίπτωση, τις μεταγενέστερες φάσεις για όλα ή μέρη του κύκλου ζωής του προϊόντος αυτού. Μόλις ολοκληρωθεί ένα τέτοιο πρόγραμμα συνεργασίας μεταξύ της Δημοκρατίας και ενός τουλάχιστον άλλου κράτους μέλους, η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων, αναφέρει στην Επιτροπή το ποσοστό των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης σε σχέση με το συνολικό κόστος του προγράμματος, τη συμφωνία επιμερισμού του κόστους καθώς και το προβλεπόμενο ποσοστό αγορών ανά κράτος μέλος, εάν υπάρχουν·

(δ) στις συμβάσεις που έχουν συναφθεί σε τρίτη χώρα, περιλαμβανομένων των μη στρατιωτικών αγορών που διενεργούνται όταν δυνάμεις αναπτύσσονται εκτός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν οι επιχειρησιακές ανάγκες απαιτούν οι συμβάσεις αυτές να συναφθούν με οικονομικούς φορείς που ευρίσκονται στην περιοχή των επιχειρήσεων·

(ε) στις συμβάσεις υπηρεσιών που έχουν ως αντικείμενο την κτήση ή τη μίσθωση, με οποιαδήποτε χρηματοδοτικά μέσα, γης, υφιστάμενων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν άλλα δικαιώματα επ’ αυτών·

(στ) στις συμβάσεις που ανατίθενται από μια κυβέρνηση σε άλλη σχετικά με-

(i) την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού ή ευαίσθητου εξοπλισμού,

(ii) έργα και υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με τέτοιον εξοπλισμό, ή

(iii) έργα και υπηρεσίες ειδικά για στρατιωτικούς σκοπούς ή ευαίσθητα έργα και ευαίσθητες υπηρεσίες·

(ζ) στις υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού·

(η) στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες εκτός των υπηρεσιών ασφάλισης·

(θ) στις συμβάσεις εργασίας·

(ι) στις υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, εξαιρουμένων εκείνων των οποίων τα οφέλη ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς τους, εφόσον η αμοιβή για την παροχή της υπηρεσίας καταβάλλεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

Συμβάσεις που ανατίθενται κατ’ αποκλειστικότητα

14. Το Υπουργικό Συμβούλιο, δύναται, με απόφασή του, να παραχωρεί κατ’ αποκλειστικότητα σε προστατευόμενα εργαστήρια το δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων ή να προβλέπει την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, όταν η πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων εργαζομένων είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, τα οποία, λόγω της φύσης ή της βαρύτητας των ειδικών αναγκών τους, δεν δύνανται να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα υπό κανονικές συνθήκες. Η προκήρυξη της σύμβασης αναφέρει την παρούσα διάταξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV – ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Συμβάσεις υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι

15. Συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που καλύπτονται από το άρθρο 3 και περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, συνάπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 18 έως 29 και 31 έως 55.

Συμβάσεις υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ

16. Συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που καλύπτονται από το άρθρο 3 και περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ, υπόκεινται αποκλειστικά στο άρθρο 18 και στο εδάφιο (3) του άρθρου 31.

Μεικτές συμβάσεις που περιλαμβάνουν υπηρεσίες των Παραρτημάτων Ι και ΙΙ

17. Συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που καλύπτονται από το άρθρο 3 και περιλαμβάνονται τόσο στο Παράρτημα I όσο και στο Παράρτημα ΙΙ, συνάπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 18 έως 29 και 31 έως 55 όταν η αξία των υπηρεσιών του Παραρτήματος I υπερβαίνει την αξία των υπηρεσιών του Παραρτήματος ΙΙ. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η σύμβαση συνάπτεται σύμφωνα με το άρθρο 18 και το εδάφιο (3) του άρθρου 31.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V – ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Τεχνικές προδιαγραφές

18.-(1) Οι τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων.

(2) Οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση στους προσφέροντες και να μην έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων φραγμών στο άνοιγμα των συμβάσεων στον ανταγωνισμό.

(3) Με την επιφύλαξη είτε υποχρεωτικών τεχνικών κανόνων που ισχύουν στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την ασφάλεια προϊόντος, είτε των τεχνικών απαιτήσεων τις οποίες οφείλει να εφαρμόζει η Δημοκρατία δυνάμει διεθνών συμφωνιών τυποποίησης, ώστε να διασφαλίζει τη διαλειτουργικότητα που απαιτείται από αυτές τις συμφωνίες και υπό τον όρο ότι αυτές είναι συμβατές προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται-

(α) είτε με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ και κατά σειρά προτίμησης-

(i) στα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία και αποτελούν μεταφορά ευρωπαϊκών προτύπων·

(ii) στις ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις·

(iii) στις κοινές μη στρατιωτικές τεχνικές προδιαγραφές·

(iv) στα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία και αποτελούν μεταφορά διεθνών προτύπων·

(v) σε άλλα διεθνή μη στρατιωτικά πρότυπα·

(vi) σε άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που εκπονούνται από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, ή, εφόσον αυτά δεν υπάρχουν, σε άλλα μη στρατιωτικά πρότυπα που ισχύουν στη Δημοκρατία, στις τεχνικές εγκρίσεις που ισχύουν στη Δημοκρατία ή στις τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των προϊόντων που ισχύουν στη Δημοκρατία·

(vii) σε μη στρατιωτικά τεχνικά πρότυπα που προέρχονται από τη βιομηχανία και αναγνωρίζονται ευρέως από αυτήν, ή

(viii) στα πρότυπα αμυντικού εξοπλισμού που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ και ισχύουν στη Δημοκρατία και σε προδιαγραφές αμυντικού υλικού που είναι παρόμοιες με εκείνα τα πρότυπα:

Νοείται ότι, κάθε παραπομπή κατά τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα παράγραφο, συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·

(β) είτε με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων οι οποίες δύνανται να περιλαμβάνουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά. Οι όροι επιδόσεων και οι λειτουργικές απαιτήσεις πρέπει να είναι αρκετά ακριβείς ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς να αναθέτουν τη σύμβαση·

(γ) είτε με αναφορά στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) , παραπέμποντας στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) οι οποίες θα αποτελούν τεκμήριο της συμβατότητας προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις·

(δ) είτε με παραπομπή στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) για ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά.

(4) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας παραπομπής στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) , δεν δύνανται να απορρίψουν μια προσφορά με την αιτιολογία ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρονται δεν τηρούν τις προδιαγραφές στις οποίες έχουν παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, κατά τρόπο που ικανοποιεί την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και με κάθε κατάλληλο μέσο, ότι οι λύσεις που προτείνει ικανοποιούν ισοδύναμα τις απαιτήσεις που καθορίζουν οι τεχνικές προδιαγραφές. Κατάλληλο μέσο δύναται να συνιστά τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.

(5)(α) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο εδάφιο (3) να καθορίζουν προδιαγραφές από άποψη επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, δεν δύνανται να απορρίπτουν προσφορά έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών που πληρούν πρότυπο που ισχύει στη Δημοκρατία και αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει εκπονηθεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι εν λόγω αρχές ή φορείς.

(β) Ο προσφέρων υποχρεούται να αποδεικνύει στην προσφορά του, κατά τρόπο που ικανοποιεί την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και με κάθε κατάλληλο μέσο, ότι τα έργα, τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που πληρούν το πρότυπο, ανταποκρίνονται στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που έχει καθορίσει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.

(γ) Κατάλληλο μέσο δύναται να συνιστά τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.

(6)(α) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς καθορίζουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) , δύνανται να χρησιμοποιούν τις λεπτομερείς προδιαγραφές ή, εφόσον χρειάζεται, τμήματα των λεπτομερών προδιαγραφών, όπως καθορίζονται από τα ευρωπαϊκά, (πολυ) εθνικά οικολογικά σήματα ή από οποιοδήποτε άλλο οικολογικό σήμα, υπό την προϋπόθεση ότι-

(i) οι λεπτομερείς προδιαγραφές είναι ενδεδειγμένες για τον καθορισμό των χαρακτηριστικών των προμηθειών ή των υπηρεσιών, που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης,

(ii) οι απαιτήσεις του σήματος είναι διαμορφωμένες με βάση επιστημονικά στοιχεία,

(iii) τα οικολογικά σήματα υιοθετούνται με διαδικασία στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κυβερνητικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές, οι διανομείς και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και

(iv) οι λεπτομερείς προδιαγραφές ή τα τμήματα αυτών, ανάλογα με την περίπτωση, είναι προσιτά σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αναφέρουν ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που φέρουν το οικολογικό σήμα τεκμαίρεται ότι πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τα έγγραφα της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές οφείλουν να αποδέχονται κάθε άλλο κατάλληλο αποδεικτικό μέσο, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή ή την έκθεση δοκιμών αναγνωρισμένου οργανισμού.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος αναγνωρισμένοι οργανισμοί σημαίνει τα εργαστήρια δοκιμών και βαθμονόμησης και τους οργανισμούς επιθεώρησης και πιστοποίησης που ανταποκρίνονται στα εφαρμοστέα ευρωπαϊκά πρότυπα. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται πιστοποιητικά από οργανισμούς αναγνωρισμένους σε άλλα κράτη μέλη.

(8) Οι τεχνικές προδιαγραφές, εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, δεν δύνανται να περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής ή εμπορικού σήματος ή διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής, εαν αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα:

Νοείται ότι, η αναφερόμενη στην παρούσα παράγραφο μνεία, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή η περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης κατ’ εφαρμογή των εδαφίων (3) και (4) . Σε αυτή την περίπτωση, η μνεία συνοδεύεται από τον όρο «ή ισοδύναμο».

Εναλλακτικές προσφορές

19.-(1) Όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιτρέπουν στους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης εάν επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών. Εάν δεν υπάρχει σχετική επισήμανση, οι εναλλακτικές προσφορές δεν επιτρέπονται και απορρίπτονται.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης ότι επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών καθορίζουν στα έγγραφα της σύμβασης τις ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και οποιεσδήποτε ειδικές απαιτήσεις σχετικά με τον τρόπο υποβολής τους. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τις εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν καθορίσει.

(4) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν επιτρέψει την υποβολή εναλλακτικών προσφορών δεν δύνανται να απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά με μοναδική αιτιολογία ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης προμηθειών είτε στη σύναψη σύμβασης προμηθειών αντί σύμβασης υπηρεσιών.

Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

20. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, με την προϋπόθεση ότι οι όροι αυτοί είναι συμβατοί με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι επισημαίνονται στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων. Οι όροι αυτοί δύνανται, ιδίως, να αφορούν στην υπεργολαβία ή να αποσκοπούν στην ασφάλεια των διαβαθμισμένων πληροφοριών και στην ασφάλεια του εφοδιασμού, σύμφωνα με τα άρθρα 21, 22 και 23, ή στο να ληφθούν υπόψη περιβαλλοντικές ή κοινωνικές παράμετροι.

Υπεργολαβία

21.-(1) Ο ανάδοχος είναι ελεύθερος να επιλέγει τους υπεργολάβους του για όλες τις υπεργολαβίες που δεν καλύπτονται από την απαίτηση που αναφέρεται στα εδάφια (3) και (4) και, ειδικότερα, δεν είναι δυνατόν να υποχρεώνεται να προβαίνει σε διακρίσεις κατά δυνητικών υπεργολάβων με βάση την εθνικότητα.

(2) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον προσφέροντα τα ακόλουθα:

(α) να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους και οποιουσδήποτε προτεινόμενους υπεργολάβους καθώς και το αντικείμενο της υπεργολαβίας για την οποία προτείνονται, ή/και

(β) να αναφέρει οποιαδήποτε αλλαγή ανακύπτει σε επίπεδο υπεργολάβων κατά την εκτέλεση της σύμβασης.

(3) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά από τον ανάδοχο, ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον ανάδοχο, να εφαρμόσει τις διατάξεις του Μέρους IΙΙ στο σύνολο ή σε τμήμα των υπεργολαβιών που αυτός προτίθεται να αναθέσει σε τρίτους.

(4)(α) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά, ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τον ανάδοχο, να αναθέτει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, ποσοστό της σύμβασης το οποίο εκφράζεται ως φάσμα ελάχιστου και μέγιστου ποσοστού. Το φάσμα αυτό πρέπει να είναι αναλογικό του αντικειμένου και της αξίας της σύμβασης καθώς και της φύσης του βιομηχανικού τομέα που εμπλέκεται, περιλαμβανομένων του επιπέδου του ανταγωνισμού στη συγκεκριμένη αγορά και των σχετικών τεχνικών δυνατοτήτων της βιομηχανικής βάσης. Το μέγιστο ποσοστό δεν δύναται να υπερβαίνει το 30% της αξίας της σύμβασης.

(β) Οποιοδήποτε ποσοστό υπεργολαβίας εμπίπτει στο φάσμα που υποδεικνύεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, θεωρείται ότι πληροί την απαίτηση υπεργολαβίας που καθορίζεται στο παρόν εδάφιο.

(γ) Οι προσφέροντες δύνανται να προτείνουν να ανατεθεί με υπεργολαβία ποσοστό της συνολικής αξίας της σύμβασης, που υπερβαίνει το μέγιστο ποσοστό του απαιτούμενου από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα φάσματος.

(δ) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ζητά από τους προσφέροντες να προσδιορίζουν στην προσφορά τους ποια μέρη της προσφοράς τους προτίθενται να αναθέσουν με υπεργολαβία για την υλοποίηση της απαίτησης που εμφαίνεται στην παράγραφο (α) .

(ε) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά από τους προσφέροντες, ή είναι δυνατόν υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να ζητήσει από τους προσφέροντες να προσδιορίσουν, ποιά μέρη της προσφοράς τους, πέραν του μέγιστου ποσοστού του απαιτούμενου φάσματος, προτίθενται να αναθέσουν με υπεργολαβία, καθώς και τους υπεργολάβους που έχουν ήδη ορίσει.

(στ) Ο ανάδοχος τηρεί τις διατάξεις του Μέρους III όταν αναθέτει τις υπεργολαβίες που αντιστοιχούν στο αναφερόμενο στο παρόν εδάφιο ποσοστό της σύμβασης το οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτεί από αυτόν να αναθέσει με υπεργολαβία.

(5) (α) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απορρίπτει οποιονδήποτε από τους υπεργολάβους που επέλεξε ο προσφέρων στο στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης της κύριας σύμβασης ή ο ανάδοχος κατά την εκτέλεση της σύμβασης, αλλά η απόρριψη αυτή δύναται να βασίζεται μόνον σε κριτήρια που εφαρμόζονται για την επιλογή των προσφερόντων για την κύρια σύμβαση.

(β) Όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απορρίπτει έναν υπεργολάβο, κοινοποιεί γραπτώς στον προσφέροντα ή στον ανάδοχο την αιτιολογία απόρριψης, αναφέροντας ειδικότερα τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι ο υπεργολάβος δεν πληροί τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) κριτήρια.

(6) Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2) έως (5) παρατίθενται στην προκήρυξη της σύμβασης.

(7) Τα διαλαμβανόμενα στα εδάφια (1) έως (5) δεν επηρεάζουν την ευθύνη του κύριου οικονομικού φορέα.

Ασφάλεια πληροφοριών

22.-(1) Όταν πρόκειται για συμβάσεις που σχετίζονται, απαιτούν και/ή περιλαμβάνουν διαβαθμισμένες πληροφορίες, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας καθορίζει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, όλα τα αναγκαία μέτρα και απαιτήσεις για τη διασφάλιση του απαιτούμενου επιπέδου ασφάλειας των εν λόγω πληροφοριών.

(2) Προς το σκοπό αυτό, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει η προσφορά να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος και των υπεργολάβων που έχουν ήδη ορισθεί ότι θα διασφαλίσουν δεόντως την εμπιστευτικότητα όλων των διαβαθμισμένων πληροφοριών που έχουν στην κατοχή τους ή οι οποίες θα υποπέσουν στην αντίληψή τους κατά τη διάρκεια της σύμβασης και μετά τον τερματισμό ή την ολοκλήρωση της σύμβασης, σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν στη Δημοκρατία·

(β) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος να επιτύχει τη δέσμευση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) από άλλους υπεργολάβους στους οποίους θα αναθέσει υπεργολαβία κατά την υλοποίηση της σύμβασης·

(γ) επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους υπεργολάβους που έχουν ήδη ορισθεί, οι οποίες να επιτρέπουν στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα να διαπιστώσει, για καθέναν από αυτούς, αν αυτός διαθέτει τις απαιτούμενες δυνατότητες προκειμένου να προστατευθεί δεόντως η εμπιστευτικότητα των διαβαθμισμένων πληροφοριών στις οποίες έχουν πρόσβαση ή τις οποίες θα κληθούν να παράξουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων υπεργολαβίας τις οποίες θα ασκήσουν·

(δ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος να παράσχει τις πληροφορίες που απαιτούνται στην παράγραφο (γ) για κάθε νέο υπεργολάβο, πριν την ανάθεση της υπεργολαβίας του.

(3) Ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης των εθνικών συστημάτων διαπίστευσης ασφάλειας, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν όπως τα μέτρα και οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) , συνάδουν προς τις εκάστοτε ισχύουσες στη Δημοκρατία διατάξεις σχετικά με την διαπίστευση ασφάλειας:

Νοείται ότι, οι διαπιστεύσεις ασφάλειας που εκδίδονται από άλλα κράτη μέλη αναγνωρίζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς, όταν θεωρούνται ισότιμες με αυτές που εκδίδονται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες στη Δημοκρατία νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, αναφορικά με τη διαπίστευση ασφάλειας:

Νοείται, περαιτέρω, ότι, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς διατηρούν τη δυνατότητα να διενεργούν και να λαμβάνουν υπόψη περαιτέρω έρευνες με δική τους πρωτοβουλία, εάν το θεωρούν αναγκαίο.

Ασφάλεια εφοδιασμού

23.-(1) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, τις απαιτήσεις για την ασφάλεια του εφοδιασμού.

(2) Προς το σκοπό αυτό, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει όπως η προσφορά περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) πιστοποίηση ή τεκμηρίωση που να αποδεικνύει, προς ικανοποίηση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, ότι ο προσφέρων θα είναι σε θέση να τηρήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την εξαγωγή, τη μεταφορά και τη διαμετακόμιση των εμπορευμάτων που συνδέονται με τη σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε συμπληρωματικής τεκμηρίωσης, η οποία παρέχεται από τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη·

(β) μνεία οποιουδήποτε περιορισμού επί της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα όσον αφορά στην αποκάλυψη, τη μεταφορά ή τη χρήση των προϊόντων και υπηρεσιών ή οποιωνδήποτε αποτελεσμάτων αυτών των προϊόντων και υπηρεσιών, που ενδέχεται να προκύψουν στο πλαίσιο ελέγχου εξαγωγών ή διευθετήσεων ασφάλειας·

(γ) πιστοποίηση ή τεκμηρίωση που να αποδεικνύει ότι η οργάνωση και η γεωγραφική θέση της αλυσίδας εφοδιασμού του προσφέροντος, θα του παράσχουν τη δυνατότητα να τηρήσει τις καθορισμένες στα έγγραφα της σύμβασης απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού, καθώς και δέσμευση του προσφέροντος ότι θα διασφαλίσει ότι πιθανές αλλαγές στην αλυσίδα εφοδιασμού κατά την εκτέλεση της σύμβασης δεν θα επηρεάσουν δυσμενώς τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αυτές·

(δ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα εγκαταστήσει και/ή θα διατηρήσει την απαιτούμενη ικανότητα προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα συνεπεία κρίσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα συμφωνηθούν·

(ε) οποιαδήποτε υποστηρικτικά έγγραφα παρέχονται από την αρμόδια εθνική αρχή της χώρας του προσφέροντος αναφορικά με την ικανοποίηση των αυξημένων αναγκών της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα συνεπεία κρίσης·

(στ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα διασφαλίσει τη συντήρηση, τον εκσυγχρονισμό ή την προσαρμογή των προμηθειών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης·

(ζ) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας θα ενημερωθεί εγκαίρως για κάθε μεταβολή στην οργάνωσή του, στην αλυσίδα εφοδιασμού ή στη βιομηχανική στρατηγική του, που θα μπορούσε να επηρεάσει τις υποχρεώσεις του έναντι της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα·

(η) δέσμευση εκ μέρους του προσφέροντος ότι θα παράσχει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα συμφωνηθούν, όλα τα ειδικά μέσα που είναι αναγκαία για την παραγωγή ανταλλακτικών, επιμέρους στοιχείων, συναρμολογημένων μερών, καθώς και ειδικού εξοπλισμού δοκιμών/ελέγχων, περιλαμβανομένων των τεχνικών σχεδίων, των αδειών και των οδηγιών χρήσης, στην περίπτωση που ο προσφέρων δεν είναι πλέον σε θέση να παράσχει αυτόν τον εφοδιασμό.

(3) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν δύναται να ζητά από τους προσφέροντες να εξασφαλίζουν δέσμευση εκ μέρους κράτους μέλους, η οποία θα περιόριζε την ελευθερία του κράτους μέλους αυτού να εφαρμόζει, σύμφωνα με τη σχετική διεθνή ή Ευρωπαϊκή νομοθεσία, τα εθνικά του κριτήρια αδειοδότησης εξαγωγών, μεταφοράς ή διαμετακόμισης, στις συνθήκες που επικρατούν κατά το χρόνο της λήψης απόφασης για την αδειοδότηση αυτή.

Υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία, την προστασία του περιβάλλοντος, τις διατάξεις περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία

24.-(1) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να αναφέρει ή είναι δυνατόν να υποχρεωθεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να αναφέρει στα έγγραφα της σύμβασης τον οργανισμό ή τους οργανισμούς από τους οποίους οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες δύνανται να λαμβάνουν τις κατάλληλες πληροφορίες για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία, την προστασία του περιβάλλοντος, τις διατάξεις περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία, που ισχύουν στην Δημοκρατία, στην περιφέρεια, στον τόπο ή στην τρίτη χώρα όπου πρόκειται να εκτελεσθούν τα έργα ή να παρασχεθούν οι υπηρεσίες και οι οποίες εφαρμόζονται στις επί τόπου εκτελούμενες εργασίες ή στις παρεχόμενες υπηρεσίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης.

(2) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας που παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ζητά από τους προσφέροντες να αναφέρουν ότι έλαβαν υπόψη, κατά την κατάρτιση της προσφοράς τους, τις υποχρεώσεις σχετικά με τις διατάξεις περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία που ισχύουν στον τόπο όπου πρόκειται να εκτελεσθούν τα έργα ή να παρασχεθούν οι υπηρεσίες.

(3) Το εδάφιο (2) δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 50, σχετικά με τον έλεγχο των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI – ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Εφαρμοστέες διαδικασίες

25.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) , οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιλέγουν να συνάπτουν τις συμβάσεις χρησιμοποιώντας την κλειστή διαδικασία ή τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης.

(2) Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που προβλέπονται ρητά στο άρθρο 27, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προσφεύγουν στη διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης.

(3) Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 28, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συνάπτουν τις συμβάσεις τους κάνοντας χρήση του ανταγωνιστικού διαλόγου.

Διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

26.-(1) Στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς διαπραγματεύονται τις προσφορές με τους προσφέροντες, προκειμένου να τις προσαρμόσουν στις απαιτήσεις που καθορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης, στα έγγραφα της σύμβασης και στα συμπληρωματικά έγγραφα, αν υπάρχουν, και προκειμένου να κριθεί ποια είναι η καλύτερη προσφορά σύμφωνα με το άρθρο 48.

(2) Κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Ειδικότερα, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να εισάγει διακρίσεις, πληροφορίες οι οποίες ενδέχεται να ευνοήσουν ορισμένους προσφέροντες σε σχέση με άλλους.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προβλέπουν ότι η διαδικασία με διαπραγμάτευση διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις, ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που καθορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στα έγγραφα της σύμβασης. Η χρήση ή μή της δυνατότητας αυτής, αναγράφεται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στα έγγραφα της σύμβασης.

Προσφυγή στη διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

27. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις προσφεύγοντας σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς να προηγείται δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης και αιτιολογούν τη χρήση της εν λόγω διαδικασίας στη γνωστοποίηση ανάθεσης της σύμβασης, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 31, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Αναφορικά με συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών-

(i) εάν, δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες προσφορές δεν είναι κατάλληλη, ή δεν υποβλήθηκε αίτηση συμμετοχής, ύστερα από κλειστή διαδικασία, διαδικασία διαπραγμάτευσης με προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης σύμβασης ή ανταγωνιστικό διάλογο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης και ότι διαβιβάζεται έκθεση στην Επιτροπή, εφόσον το ζητήσει·

(ii) σε περίπτωση μη κανονικών προσφορών ή κατάθεσης προσφορών που απορρίπτονται σύμφωνα με εθνικές διατάξεις συμβατές προς τα άρθρα 6, 19, 21 έως 24 και προς εκείνες του Κεφαλαίου VΙΙΙ του Μέρους ΙΙ, έπειτα από κλειστή διαδικασία, διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης σύμβασης ή ανταγωνιστικό διάλογο, στο βαθμό που-

(A) οι αρχικοί όροι της σύμβασης δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς, και

(B) περιλαμβάνουν στη διαδικασία διαπραγμάτευσης όλους τους προσφέροντες και μόνο αυτούς, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 40 έως 47 και οι οποίοι, κατά την προηγηθείσα κλειστή διαδικασία ή τον προηγηθέντα ανταγωνιστικό διάλογο, υπέβαλαν προσφορές σύμφωνες προς τις τυπικές απαιτήσεις της διαδικασίας σύναψης∙

(iii) όταν, λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε κρίση, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για την κλειστή διαδικασία ή τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης, περιλαμβανομένων και των συντομευμένων περιόδων που αναφέρονται στο εδάφιο (7) του άρθρου 34. Τούτο δύναται να εφαρμόζεται, για παράδειγμα, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 23∙

(iv) στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις κλειστές διαδικασίες ή τις διαδικασίες διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης περιλαμβανομένων και των συντομευμένων προθεσμιών που αναφέρονται στο εδάφιο (7) του άρθρου 34. Οι περιστάσεις που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική τους ευθύνη·

(v) εάν, για τεχνικούς λόγους ή λόγους σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η σύμβαση δύναται να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα·

(β) αναφορικά με συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών-

(i) για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, διαφορετικές από εκείνες του άρθρου 13∙

(ii) για προϊόντα που κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας και ανάπτυξης, με εξαίρεση την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίζουν την εμπορική βιωσιμότητα του προϊόντος ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης∙

(γ) αναφορικά με συμβάσεις προμηθειών-

(i) για συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται είτε για τη μερική ανανέωση προμηθειών ή εγκαταστάσεων τρέχουσας χρήσης είτε για επέκταση υφιστάμενων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα να προμηθευθεί υλικό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι ασυμβίβαστα ή προκαλούν δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες ως προς τη χρήση και συντήρηση:

Νοείται ότι, η διάρκεια των συμβάσεων αυτών καθώς και των ανανεώσιμων συμβάσεων δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που προσδιορίζονται λαμβάνοντας υπόψη την αναμενόμενη διάρκεια κύκλου ζωής οποιωνδήποτε προϊόντων, εγκαταστάσεων ή συστημάτων καθώς και τις τεχνικές δυσκολίες που δύναται να προκαλέσει η αλλαγή προμηθευτή·

(ii) για προμήθειες που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων·

(iii) για την αγορά προμηθειών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από έναν προμηθευτή που έπαυσε οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες, είτε από τους παραλήπτες ή τους εκκαθαριστές πτώχευσης, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία·

(δ) αναφορικά με συμβάσεις έργων και υπηρεσιών-

(i) για τα συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονταν στο αρχικώς προβλεπόμενο σχέδιο ή στην αρχική σύμβαση και τα οποία, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, κατέστησαν αναγκαία για την εκτέλεση των εργασιών ή της υπηρεσίας, όπως περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση γίνεται στον οικονομικό φορέα που εκτελεί το εν λόγω έργο ή την εν λόγω υπηρεσία-

(A) όταν τα εν λόγω συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες δεν δύνανται, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωρισθούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς· ή

(B) όταν τα εν λόγω έργα ή οι εν λόγω υπηρεσίες, μολονότι δύνανται να διαχωρισθούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απολύτως αναγκαία για την πλήρη εκτέλεσή της:

Νοείται ότι, το σωρευτικό ποσό των συναπτόμενων συμβάσεων συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών δεν δύναται να υπερβαίνει το 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης·

(ii) (Α) για νέα έργα ή υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη συναφών έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν στον οικονομικό φορέα ανάδοχο της αρχικής σύμβασης από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές ή τους ίδιους αναθέτοντες φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω έργα ή οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σύμφωνα με βασική μελέτη η οποία αποτέλεσε αντικείμενο αρχικής σύμβασης η οποία έχει συναφθεί με βάση την κλειστή διαδικασία, τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης σύμβασης ή τον ανταγωνιστικό διάλογο:

Νοείται ότι, η δυνατότητα προσφυγής στη διαδικασία που αναφέρεται στην παρούσα υποπαράγραφο πρέπει να επισημαίνεται κατά την προκήρυξη της αρχικής σύμβασης και το συνολικό προβλεπόμενο ποσό για τη συνέχιση των έργων ή υπηρεσιών λαμβάνεται υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς για την εφαρμογή του άρθρου 9:

Νοείται, περαιτέρω, ότι, η προσφυγή στη διαδικασία αυτή δύναται να γίνεται μόνο για πέντε έτη από τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη την αναμενόμενη διάρκεια κύκλου ζωής οποιωνδήποτε προϊόντων, εγκαταστάσεων ή συστημάτων, καθώς και τις τεχνικές δυσκολίες που δύναται να προκαλέσει η αλλαγή προμηθευτή·

(ε) αναφορικά με συμβάσεις που έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσιών εναέριων και θαλάσσιων μεταφορών στις ένοπλες δυνάμεις ή δυνάμεις ασφάλειας που αναπτύσσονται ή πρόκειται να αναπτυχθούν στο εξωτερικό, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας πρέπει να προμηθευτεί τις υπηρεσίες αυτές από οικονομικούς φορείς που εγγυώνται την ισχύ των προσφορών τους μόνον για τόσο σύντομες περιόδους εντός των οποίων δεν δύνανται να τηρηθούν οι προθεσμίες για την κλειστή διαδικασία ή τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης σύμβασης, περιλαμβανομένων των συντομευμένων προθεσμιών που αναφέρονται στο εδάφιο (7) του άρθρου 34.

Ανταγωνιστικός διάλογος

28.-(1) Για ιδιαίτερα πολύπλοκες συμβάσεις, αν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς θεωρούν πως η χρησιμοποίηση της κλειστής διαδικασίας ή της διαδικασίας διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης δεν θα τους παράσχει τη δυνατότητα ανάθεσης της σύμβασης, δύνανται να κάνουν χρήση του ανταγωνιστικού διαλόγου σύμφωνα με το παρόν άρθρο:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς της προσφυγής στη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου, μια σύμβαση θεωρείται «ιδιαίτερα πολύπλοκη», εφόσον οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς:

(α) Δεν είναι αντικειμενικά σε θέση να καθορίσουν, σύμφωνα με τις παραγράφους (β) , (γ) ή (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 18, τα τεχνικά μέσα τα οποία θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες και τους στόχους τους και/ή

(β) δεν είναι αντικειμενικά σε θέση να προσδιορίσουν τη νομική και/ή χρηματοοικονομική οργάνωση ενός σχεδίου.

(2) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς προσφεύγουν στη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου, η ανάθεση της σύμβασης πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση το κριτήριο ανάθεσης της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δημοσιεύουν προκήρυξη της σύμβασης στην οποία γνωστοποιούν τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους, τις οποίες ορίζουν στην εν λόγω προκήρυξη και/ή σε ένα περιγραφικό έγγραφο.

(4)(α) αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς προβαίνουν σε διάλογο με τους υποψηφίους που επελέγησαν σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 39 έως 47, σκοπός του οποίου είναι ο εντοπισμός και ο ορισμός των πλέον κατάλληλων μέσων για την ικανοποίηση των αναγκών τους. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου αυτού, δύνανται να συζητούν με τους επιλεγέντες υποψηφίους όλες τις πτυχές της σύμβασης.

(β) Κατά το διάλογο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Ειδικότερα, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να εισάγει διακρίσεις, πληροφορίες οι οποίες ενδέχεται να ευνοήσουν ορισμένους προσφέροντες σε σχέση με άλλους.

(γ) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται να αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβασθεί από υποψήφιο συμμετέχοντα στο διάλογο, χωρίς τη συναίνεσή του.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προβλέπουν ότι η διαδικασία θα διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις, ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, με εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο για προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Η χρήση της δυνατότητας αυτής αναγράφεται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο.

(6) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς συνεχίζουν το διάλογο μέχρι που να είναι σε θέση να προσδιορίσουν, εν ανάγκη μετά από σύγκριση, τη λύση ή τις λύσεις, που ανταποκρίνονται ενδεχομένως στις ανάγκες τους.

(7)(α) Αφού κηρύξουν τη λήξη του διαλόγου και ενημερώσουν σχετικά τους συμμετέχοντες, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ζητούν από αυτούς να υποβάλουν την τελική τους προσφορά, βάσει της λύσης ή των λύσεων που υποβλήθηκαν και προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου. Οι προσφορές αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα και απαραίτητα στοιχεία για την υλοποίηση του σχεδίου.

(β) Κατόπιν αιτήματος της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα οι προσφορές αυτές δύνανται να αποσαφηνίζονται, να διευκρινίζονται και να τελειοποιούνται. Εντούτοις, οι εν λόγω αποσαφηνίσεις, διευκρινίσεις, τελειοποιήσεις ή συμπληρωματικές πληροφορίες, δεν δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα την τροποποίηση των βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, των οποίων η μεταβολή ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό ή να εισάξει διακρίσεις.

8(α) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αξιολογούν τις προσφορές που υποβλήθηκαν, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθορισθεί στην προκήρυξη της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, και επιλέγουν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά σύμφωνα με το άρθρο 48.

(β) Κατόπιν αιτήματος της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, ο υποψήφιος που εκρίθη ότι υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά δύναται να κληθεί να διευκρινίσει ορισμένες πτυχές της προσφοράς του ή να επιβεβαιώσει τις δεσμεύσεις που περιέχονται στην προσφορά, υπό τον όρο ότι αυτό δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την μεταβολή ουσιωδών στοιχείων της προσφοράς ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, τη στρέβλωση του ανταγωνισμού ή την εισαγωγή διακρίσεων.

(9) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προβλέπουν βραβεία ή την καταβολή ποσών στους συμμετέχοντες στο διάλογο.

Συμφωνίες-πλαίσιο

29.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσιο.

(2)(α) Για τους σκοπούς της σύναψης μιας συμφωνίας-πλαίσιο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ακολουθούν τους διαδικαστικούς κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, σε όλα τα στάδια μέχρι και την ανάθεση των συμβάσεων που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο. Η επιλογή των οικονομικών φορέων που μετέχουν στη συμφωνία-πλαίσιο γίνεται κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης, τα οποία καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 48.

(β) Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία - πλαίσιο συνάπτονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα εδάφια (3) και (4) . Οι διαδικασίες αυτές εφαρμόζονται μόνο μεταξύ των αναθετουσών αρχών ή των αναθετόντων φορέων και των οικονομικών φορέων που ήταν εξ αρχής μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο.

(γ) Κατά τη σύναψη των συμβάσεων που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, τα μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο δεν δύνανται σε καμία περίπτωση να επιφέρουν ουσιαστικές τροποποιήσεις στους όρους της συμφωνίας-πλαίσιο, ιδίως στην περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (3) .

(δ) Η διάρκεια μιας συμφωνίας-πλαίσιο δεν δύναται να υπερβαίνει τα επτά έτη, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων που καθορίζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς λαμβάνοντας υπόψη την αναμενόμενη διάρκεια ζωής οποιωνδήποτε προϊόντων, εγκαταστάσεων ή συστημάτων, καθώς και τις τεχνικές δυσκολίες που δύναται να προκαλέσει η αλλαγή προμηθευτή. Εφόσον οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επικαλούνται τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις τις αιτιολογούν δεόντως στην ειδοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 31.

(ε) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται να προσφεύγουν στις συμφωνίες-πλαίσιο καταχρηστικώς ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να νοθεύει τον ανταγωνισμό.

(3) (α) Όταν συνάπτεται συμφωνία-πλαίσιο με ένα μόνο οικονομικό φορέα, οι συμβάσεις που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο ανατίθενται βάσει των όρων που καθορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο.

(β) Για τη σύναψη των συμβάσεων αυτών, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να διαβουλεύονται γραπτώς με το φορέα που συμμετέχει στη συμφωνία-πλαίσιο, ζητώντας του, να ολοκληρώσει την προσφορά του, όπως απαιτείται.

(4)(α) Όταν συνάπτεται συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς, οι φορείς αυτοί πρέπει να είναι τουλάχιστον τρεις, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός οικονομικών φορέων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και/ή υπάρχει επαρκής αριθμός αποδεκτών προσφορών που ανταποκρίνονται στα κριτήρια ανάθεσης.

(β) Η ανάθεση των συμβάσεων που βασίζονται σε συμφωνίες-πλαίσιο οι οποίες έχουν συναφθεί με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς δύναται να γίνει-

(i) με εφαρμογή των όρων που καθορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, χωρίς νέο διαγωνισμό, ή

(ii) εφόσον δεν έχουν καθορισθεί στη συμφωνία-πλαίσιο όλοι οι όροι, αφού τα μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο διαγωνισθούν εκ νέου με βάση τους ίδιους όρους, εν ανάγκη διευκρινίζοντας τους όρους αυτούς και, ενδεχομένως, άλλους όρους που επισημαίνονται στα έγγραφα του διαγωνισμού για τη σύναψη της συμφωνίας-πλαίσιο, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

(A) για κάθε σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς διαβουλεύονται γραπτώς με τους οικονομικούς φορείς που είναι ικανοί να υλοποιήσουν το αντικείμενο της σύμβασης·

(B) οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς καθορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή των σχετικών με κάθε σύμβαση προσφορών, λαμβάνοντας υπόψη παραμέτρους όπως την πολυπλοκότητα του αντικειμένου της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για τη διαβίβαση των προσφορών·

(Γ) οι προσφορές υποβάλλονται γραπτώς και το περιεχόμενό τους πρέπει να παραμένει εμπιστευτικό μέχρι την εκπνοή της προβλεπόμενης προθεσμίας απάντησης·

(Δ) οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν κάθε σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που καθορίζονται στα έγγραφα του διαγωνισμού για τη σύναψη της συμφωνίας- πλαίσιο.

Συμβάσεις και συμφωνίες-πλαίσιο που συνάπτονται από κεντρικές αρχές αγορών

30.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποκτούν έργα, προμήθειες και/ή υπηρεσίες από ή μέσω κεντρικών αρχών αγορών.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που αγοράζουν έργα, προμήθειες και/ή υπηρεσίες από ή μέσω κεντρικής αρχής αγορών, θεωρείται ότι έχουν τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εφόσον έχει τηρήσει τις εν λόγω διατάξεις η κεντρική αρχή αγορών:

Νοείται ότι, όταν η κεντρική αρχή αγορών δεν είναι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, οι κανόνες ανάθεσης σύμβασης τους οποίους εφαρμόζει, συμμορφώνονται προς όλες τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οι συμβάσεις που συνάπτονται δύνανται να υπόκεινται σε αποτελεσματικές διαδικασίες προσφυγής συγκρίσιμες προς εκείνες που προβλέπονται στον περί των διαδικασιών Προσφυγής στον Τομέα της Σύναψης των Δημοσίων Συμβάσεων Νόμο του 2010.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII – ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ 1 – ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΩΝ
Προκηρύξεις

31.-(1)(α) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να γνωστοποιούν, μέσω προκαταρκτικής προκηρύξεως, η οποία δημοσιεύεται από την Επιτροπή ή από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς στο «προφίλ αγοραστή» που αναφέρεται στην παράγραφο (2) του Παραρτήματος VΙ, τα ακόλουθα:

(i) Όταν πρόκειται για προμήθειες, την εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων ή των συμφωνιών-πλαίσιο, ανά ομάδες προϊόντων, τις οποίες προτίθενται να συνάψουν κατά τους δώδεκα επόμενους μήνες. Οι ομάδες προϊόντων καθορίζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς με παραπομπή στην ονοματολογία CPV·

(ii) όταν πρόκειται για υπηρεσίες, την εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων ή των συμφωνιών-πλαίσιο, για καθεμία από τις κατηγορίες υπηρεσιών, τις οποίες προτίθενται να συνάψουν κατά τους δώδεκα επόμενους μήνες·

(iii) όταν πρόκειται για έργα, τα βασικά χαρακτηριστικά των συμβάσεων ή των συμφωνιών-πλαίσιο τις οποίες προτίθενται να συνάψουν.

(β) Οι προκηρύξεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) , αποστέλλονται στην Επιτροπή ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» το ταχύτερο δυνατόν μετά τη λήψη απόφασης περί εγκρίσεως του προγράμματος στο οποίο εντάσσονται οι συμβάσεις έργων ή οι συμφωνίες-πλαίσιο, τις οποίες οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να συνάψουν.

(γ) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που δημοσιεύουν την προκαταρκτική προκήρυξη στο «προφίλ αγοραστή» αποστέλλουν στην Επιτροπή, με ηλεκτρονικά μέσα και σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VΙ, ειδοποίηση με την οποία ανακοινώνουν τη δημοσίευση προκαταρκτικής προκήρυξης στο «προφίλ αγοραστή».

(δ) Η δημοσίευση των προκηρύξεων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) είναι υποχρεωτική μόνο στις περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ασκούν το δικαίωμά τους να μειώσουν τις προθεσμίες για την παραλαβή των προσφορών σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 34.

(ε) Το παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης για τις οποίες δεν απαιτείται προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να συνάψουν σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο κάνοντας χρήση κλειστής διαδικασίας, διαδικασίας διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης, ή ανταγωνιστικού διαλόγου γνωστοποιούν την πρόθεσή τους αυτή με την προκήρυξη σύμβασης.

(3)(α) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν συνάψει σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο, αποστέλλουν γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο το αργότερο σαράντα οκτώ ημέρες μετά τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.

(β) Στην περίπτωση συμφωνιών-πλαίσιο που έχουν συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 29, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποστολής γνωστοποίησης των αποτελεσμάτων της σύναψης κάθε σύμβασης που βασίζεται στη συμφωνία-πλαίσιο.

(γ) Ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο δύνανται να μην δημοσιεύονται, σε περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών αυτών θα μπορούσε να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, και ιδίως προς τα συμφέροντα άμυνας και/ή ασφάλειας, ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ αυτών.

Μή υποχρεωτική δημοσίευση

32. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να δημοσιεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 33, προκηρύξεις για συμβάσεις που δεν υπόκεινται στην υποχρεωτική δημοσίευση που προβλέπεται στο παρόν Μέρος.

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των προκηρύξεων

33.-(1) Οι προκηρύξεις περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα IV και, ενδεχομένως, κάθε άλλη πληροφορία που κρίνεται χρήσιμη από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, χρησιμοποιώντας τα τυποποιημένα έντυπα που εκάστοτε εγκρίνονται από την Επιτροπή.

(2) Οι προκηρύξεις που αποστέλλονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς στην Επιτροπή, διαβιβάζονται είτε με ηλεκτρονικά μέσα, με τη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Παραρτήματος VΙ, είτε με άλλα μέσα. Σε περίπτωση εφαρμογής της ταχείας διαδικασίας που προβλέπεται στο εδάφιο (7) του άρθρου 34, οι προκηρύξεις πρέπει να αποστέλλονται στην Επιτροπή με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικά μέσα, στη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VΙ. Σε κάθε περίπτωση, οι προκηρύξεις δημοσιεύονται σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά δημοσίευσης που αναφέρονται στην παράγραφο (1) του Παραρτήματος VΙ.

(3)(α) Οι προκηρύξεις που καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, στη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VΙ, δημοσιεύονται το αργότερο πέντε ημέρες από την αποστολή τους.

(β) Όταν οι προκηρύξεις δεν αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, στη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VΙ, δημοσιεύονται το αργότερο δώδεκα ημέρες μετά την αποστολή τους ή, στην περίπτωση της ταχείας διαδικασίας που αναφέρεται στο εδάφιο (7) του άρθρου 34, το αργότερο πέντε ημέρες μετά την αποστολή τους.

(4)(α) Οι προκηρύξεις δημοσιεύονται αναλυτικά στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία επιλέγει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας και το κείμενο στη γλώσσα αυτή θεωρείται ως το μόνο αυθεντικό κείμενο. Μια περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε προκήρυξης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να δημοσιεύουν τις προκηρύξεις και στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύνανται δε περαιτέρω να τις δημοσιεύουν και στον εγχώριο τύπο.

(5)(α) Οι προκηρύξεις και το περιεχόμενό τους δεν δύνανται να δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο ή να δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την ημερομηνία της αποστολής τους στην Επιτροπή.

(β) Οι προκηρύξεις που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν δύνανται να περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες από εκείνες που περιέχονται στις προκηρύξεις που αποστέλλονται στην Επιτροπή ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 31 και αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της ειδοποίησης που εστάλη στην Επιτροπή ή της δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή».

(γ) Οι προκαταρκτικές προκηρύξεις δεν δύνανται να δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την αποστολή στην Επιτροπή της ειδοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευσή τους υπό τη μορφή αυτή και αναφέρουν την ημερομηνία της εν λόγω αποστολής.

(6) Το περιεχόμενο των προκηρύξεων που δεν αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, στη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VΙ περιορίζεται σε περίπου 650 λέξεις.

(7) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν την ημερομηνία αποστολής των προκηρύξεων.

(8) Η Επιτροπή χορηγεί στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα βεβαίωση της δημοσίευσης των πληροφοριών που της διαβίβασε αναφέροντας την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης. Η βεβαίωση αυτή συνιστά απόδειξη της πραγματοποίησης της δημοσίευσης.

ΤΜΗΜΑ 2 – ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ
Προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής και για την παραλαβή των προσφορών

34.-(1) Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη, ιδίως, τον πολύπλοκο χαρακτήρα της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, με την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

(2)(α) Στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης και σε περίπτωση χρησιμοποίησης του ανταγωνιστικού διαλόγου, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ανέρχεται σε τριάντα επτά ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(β) Στις κλειστές διαδικασίες, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών ανέρχεται σε σαράντα ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης για υποβολή προσφορών.

(3) Στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς έχουν δημοσιεύσει προκαταρκτική προκήρυξη, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) δύναται, κατά γενικό κανόνα, να περιορίζεται σε 36 ημέρες, αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση μικρότερη των 22 ημερών. Η προθεσμία αυτή αρχίζει από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης για υποβολή προσφορών και είναι αποδεκτή, υπό την προϋπόθεση ότι η προκαταρκτική προκήρυξη-

(α) έχει περιλάβει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται στην προκήρυξη της σύμβασης όπως καθορίζεται στο Παράρτημα ΙV, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες κατά τη δημοσίευση της προκήρυξης·

(β) έχει αποσταλεί προς δημοσίευση μέσα σε διάστημα 52 ημερών έως 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(4) Όταν οι προκηρύξεις καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VI, η προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) , , δύναται να μειωθεί κατά επτά ημέρες.

(5) Σύντμηση κατά πέντε ημέρες των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών που καθορίζονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) , επιτρέπεται όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας παρέχει με ηλεκτρονικό μέσο, και από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης, σύμφωνα με το Παράρτημα VI, απεριόριστη, άμεση και πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα του διαγωνισμού και σε όλα τα συμπληρωματικά έγγραφα, προσδιορίζοντας στο κείμενο της προκήρυξης τη διαδικτυακή διεύθυνση από την οποία διατίθεται η εν λόγω τεκμηρίωση. Η προβλεπόμενη στο παρόν εδάφιο σύντμηση δύναται να προστίθεται στη μείωση που προβλέπεται στο εδάφιο (4) .

(6) Όταν, για οποιοδήποτε λόγο, τα έγγραφα του διαγωνισμού και τα συμπληρωματικά έγγραφα ή πληροφορίες δεν παρασχέθηκαν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 35, μολονότι ζητήθηκαν εμπρόθεσμα, ή όταν οι προσφορές δύνανται να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων συμπληρωματικών των εγγράφων του διαγωνισμού, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών παρατείνονται, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να δύνανται να λαμβάνουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για την κατάρτιση των προσφορών.

(7) Στην κλειστή διαδικασία και στη διαδικασία με διαπραγμάτευση με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης, όταν επείγοντες λόγοι καθιστούν αδύνατη την τήρηση των ελάχιστων προθεσμιών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ορίζουν-

(α) προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν δύναται να είναι μικρότερη των δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης, ή των δέκα ημερών, εάν η προκήρυξη απεστάλη με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το μορφότυπο και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που προβλέπονται στην παράγραφο (3) του Παραρτήματος VI·

(β) στην περίπτωση της κλειστής διαδικασίας, προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, η οποία δεν δύναται να είναι μικρότερη των δέκα ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης για την υποβολή των προσφορών.

ΤΜΗΜΑ 3 – ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ
Προσκλήσεις υποβολής προσφορών και συμμετοχής σε διαπραγμάτευση ή σε ανταγωνιστικό διάλογο

35.-(1) Στην κλειστή διαδικασία, στη διαδικασία διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης και στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους ή να συμμετάσχουν σε διαπραγμάτευση ή, στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, στο διάλογο.

(2) Η πρόσκληση προς τους υποψηφίους αυτούς περιλαμβάνει-

(α) είτε ένα αντίτυπο των εγγράφων του διαγωνισμού ή του περιγραφικού εγγράφου και όλων των συμπληρωματικών εγγράφων,

(β) είτε αναφορά στον τρόπο πρόσβασης στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) , όταν διατίθενται απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 34.

(3) Όταν τα έγγραφα του διαγωνισμού, τα περιγραφικά έγγραφα και/ή τα συμπληρωματικά έγγραφα, ευρίσκονται στη κατοχή φορέα αρμόδιας υπηρεσίας άλλης από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, στην αναφερόμενη στο εδάφιο (1) πρόσκληση διευκρινίζονται η διεύθυνση από την οποία δύνανται να ζητηθούν τα εν λόγω έγγραφα και, ενδεχομένως, η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αίτησης για τα έγγραφα, το ποσό που πρέπει να καταβληθεί για την εξασφάλιση τους και οι τρόποι πληρωμής. Η αρμόδια υπηρεσία αποστέλλει τα έγγραφα αυτά στους οικονομικούς φορείς χωρίς καθυστέρηση μετά την παραλαβή της αίτησής τους.

(4) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα έγγραφα του διαγωνισμού, τα περιγραφικά έγγραφα και/ή τα συμπληρωματικά έγγραφα γνωστοποιούνται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς ή τις αρμόδιες υπηρεσίες το αργότερο έξι ημέρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί εμπρόθεσμα, ή σε περίπτωση κλειστής ή ταχείας διαδικασίας με διαπραγμάτευση, το αργότερο τέσσερις ημέρες πριν από την εν λόγω προθεσμία.

(5) Εκτός από τα στοιχεία που προβλέπονται στα εδάφια (2) , (3) και (4) , η πρόσκληση περιλαμβάνει τουλάχιστον-

(α) παραπομπή στη δημοσιευθείσα προκήρυξη της σύμβασης∙

(β) την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβασθούν οι προσφορές και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συνταχθούν:

Νοείται ότι, στην περίπτωση διαδικασίας ανταγωνιστικού διαλόγου, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο δεν περιέχονται στην πρόσκληση συμμετοχής στο διάλογο αλλά στην πρόσκληση υποβολής προσφορών∙

(γ) στην περίπτωση του ανταγωνιστικού διαλόγου, την ορισθείσα ημερομηνία και τη διεύθυνση για την έναρξη της φάσης των διαβουλεύσεων, καθώς και τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν∙

(δ) ένδειξη των εγγράφων που πρέπει, ενδεχομένως, να επισυναφθούν, είτε για την τεκμηρίωση των επαληθεύσιμων δηλώσεων τις οποίες παρέχει ο υποψήφιος σύμφωνα με το άρθρο 39 είτε ως συμπλήρωμα των πληροφοριών που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο, υπό τους ίδιους όρους με τους προβλεπόμενους στα άρθρα 42 και 43∙

(ε) τη σχετική στάθμιση των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει λόγος, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας των εν λόγω κριτηρίων που χρησιμοποιούνται προκειμένου να καθορισθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, εάν δεν περιλαμβάνονται στην προκήρυξη της σύμβασης, στα έγγραφα του διαγωνισμού ή στα περιγραφικά έγγραφα.

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

36.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν γραπτώς, το συντομότερο δυνατόν, τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, εφόσον αυτοί υποβάλουν σχετική αίτηση στις αναθέτουσες αρχές ή στους αναθέτοντες φορείς, σχετικά με τις ληφθείσες αποφάσεις για την ανάθεση σύμβασης ή για τη σύναψη συμφωνίας-πλαίσιο, ή για τους λόγους για τους οποίους λήφθηκε απόφαση να μη συναφθεί η σύμβαση ή η συμφωνία-πλαίσιο, για την οποία υπήρξε διαγωνισμός ή να κινηθεί νέα διαδικασία.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου μέρους και με την επιφύλαξη του εδαφίου (3) , το συντομότερο και εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία παραλαβής γραπτής αίτησης, τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Σε κάθε απορριφθέντα υποψήφιο, τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητάς του∙

(β) σε κάθε απορριφθέντα προσφέροντα, τους λόγους για την απόρριψη της προσφοράς του, συμπεριλαμβάνοντας ιδίως, για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (4) και (5) του άρθρου 18, αιτιολόγηση της απόφασής τους για τη μη ύπαρξη ισοδυναμίας ή της απόφασής τους ότι τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις περί απόδοσης ή λειτουργίας και, για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 22 και 23, τους λόγους της απόφασής τους για μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της ασφάλειας των πληροφοριών και της ασφάλειας του εφοδιασμού∙

(γ) σε κάθε προσφέροντα που έχει υποβάλει παραδεκτή προσφορά η οποία απερρίφθη, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του αναδόχου ή των συμβαλλόμενων μερών της συμφωνίας-πλαίσιο.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίσουν να μην κοινοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες σχετικά με την ανάθεση των συμβάσεων ή τη σύναψη των συμφωνιών-πλαίσιο, που αναφέρονται στο εδάφιο (1) , εφόσον η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών ενδέχεται να εμποδίσει την εφαρμογή του νόμου, να είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, και ιδίως τα συμφέροντα άμυνας και/ή ασφάλειας, ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα οικονομικών φορέων, δημόσιων είτε ιδιωτικών, ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ αυτών.

ΤΜΗΜΑ 4 – ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Κανόνες που εφαρμόζονται σχετικά με την επικοινωνία

37.-(1) Κάθε επικοινωνία καθώς και όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών που αναφέρονται στον παρόντα Νόμο δύνανται, κατ’ επιλογή της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, να πραγματοποιούνται ταχυδρομικώς, με τηλεομοιοτυπία, με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) , τηλεφωνικώς στις περιπτώσεις και υπό τους όρους που αναφέρονται στο εδάφιο (6) ή με συνδυασμό των μέσων αυτών.

(2) Τα επιλεγόμενα μέσα επικοινωνίας πρέπει να είναι γενικώς προσιτά και δεν δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πρόσβασης των οικονομικών φορέων στη διαδικασία ανάθεσης.

(3) Η επικοινωνία, η ανταλλαγή και η αποθήκευση πληροφοριών πραγματοποιούνται κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η ακεραιότητα των δεδομένων και το απόρρητο των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών, ώστε οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς να εξετάζουν το περιεχόμενο των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών μόνο μετά τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας για την υποβολή τους.

(4) Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους πρέπει να μη δημιουργούν διακρίσεις και να είναι γενικώς προσιτά στο κοινό και συμβατά σε σχέση με τις γενικώς χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών.

(5) Στους μηχανισμούς ηλεκτρονικής διαβίβασης και παραλαβής των προσφορών, καθώς και στους μηχανισμούς ηλεκτρονικής παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

(α) Οι πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές που πρέπει να πληρούνται για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, περιλαμβανομένης της κρυπτογράφησης, πρέπει να είναι διαθέσιμες στα ενδιαφερόμενα μέρη. Επιπλέον, οι μηχανισμοί ηλεκτρονικής παραλαβής των προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του Παραρτήματος VIII∙

(β) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) οι ηλεκτρονικές προσφορές δύναται να απαιτείται να συνοδεύονται από προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί του Νομικού Πλαισίου για τις Ηλεκτρονικές Υπογραφές καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2004∙

(γ) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να θεσπίζει συστήματα εθελοντικής πιστοποίησης με σκοπό τη βελτίωση του επιπέδου των υπηρεσιών πιστοποίησης των εν λόγω μηχανισμών∙

(δ) οι υποψήφιοι δεσμεύονται ώστε τα έγγραφα, τα πιστοποιητικά, οι βεβαιώσεις και οι δηλώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 40 έως 45 και 47, εάν δεν είναι διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή, να υποβάλλονται πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής.

(6) Για τη διαβίβαση των αιτήσεων συμμετοχής εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

(α) Οι αιτήσεις συμμετοχής στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων δύνανται να υποβάλλονται γραπτώς ή τηλεφωνικά∙

(β) όταν οι αιτήσεις συμμετοχής υποβάλλονται τηλεφωνικά, πρέπει να αποστέλλεται γραπτή επιβεβαίωση πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή τους∙

(γ) οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν να επιβεβαιώνονται ταχυδρομικά ή με ηλεκτρονικά μέσα οι αιτήσεις συμμετοχής που υποβάλλονται με τηλεομοιοτυπία, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο για λόγους νομικής απόδειξης. Στην περίπτωση αυτή, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας επισημαίνει στην προκήρυξη της σύμβασης τη σχετική απαίτηση καθώς και την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να αποσταλεί η εν λόγω επιβεβαίωση.

ΤΜΗΜΑ 5 – ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Περιεχόμενο των πρακτικών.

38.-(1) Για κάθε σύμβαση και κάθε συμφωνία-πλαίσιο οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς συντάσσουν πρακτικά προκειμένου να επιβεβαιώνεται ότι η διαδικασία επιλογής διεξήχθη με διαφανή τρόπο και χωρίς διακρίσεις, τα οποία περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

(α) Την ονομασία και τη διεύθυνση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, το αντικείμενο και την αξία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο∙

(β) την επιλεγείσα διαδικασία σύναψης της σύμβασης∙

(γ) σε περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, τις περιστάσεις που αιτιολογούν την εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας∙

(δ) σε περίπτωση διαδικασίας διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης σύμβασης, τις περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 και αιτιολογούν την εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, αιτιολόγηση της υπέρβασης των προθεσμιών που προβλέπονται στην επιφύλαξη της υποπαραγράφου (i) της παραγράφου (γ) του άρθρου 27 και στη δεύτερη επιφύλαξη της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (δ) του άρθρου 27 και αιτιολόγηση της υπέρβασης του ορίου 50% που προβλέπεται στην επιφύλαξη του σημείου (B) της υποπαραγράφου (i) της παραγράφου (δ) του άρθρου 27∙

(ε) ενδεχομένως, τους λόγους που δικαιολογούν συμφωνία-πλαίσιο διάρκειας που υπερβαίνει τα επτά έτη∙

(στ) τα ονόματα των επιλεγέντων υποψηφίων και τους λόγους της επιλογής τους∙

(ζ) τα ονόματα των αποκλεισθέντων υποψηφίων και τους λόγους της απόρριψής τους∙

(η) τους λόγους της απόρριψης των προσφορών.

(θ) την επωνυμία του αναδόχου και την αιτιολόγηση της επιλογής της προσφοράς του, καθώς και, εφόσον είναι γνωστό, το τμήμα της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο που ο ανάδοχος προτίθεται ή υποχρεούται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους.

(ι) εφόσον παρίσταται ανάγκη, τους λόγους για τους οποίους η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αποφάσισε να μη συνάψει τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την τεκμηρίωση της διεξαγωγής των διαδικασιών ανάθεσης που διεξάγονται με ηλεκτρονικά μέσα.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν, μέσω της Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της, τα πρακτικά ή τα κυριότερα στοιχεία τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIIΙ – ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ 1 – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων και επιλογή των συμμετεχόντων και ανάθεση των συμβάσεων

39.-(1) Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στα άρθρα 48 και 50, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 19, αφού οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ελέγξουν την καταλληλότητα εκείνων των οικονομικών φορέων που δεν έχουν αποκλεισθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 40 ή του άρθρου 41. Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υπό αναφορά οικονομικών φορέων ασκείται σύμφωνα με τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής επάρκειας, των επαγγελματικών και τεχνικών γνώσεων ή ικανοτήτων που καθορίζονται στα άρθρα 42 έως 47 και, ενδεχομένως, των αμερόληπτων κανόνων και κριτηρίων που καθορίζονται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν ελάχιστα επίπεδα ικανοτήτων, τα οποία πρέπει να καλύπτουν οι υποψήφιοι, σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 43. Η έκταση των οριζόμενων στα άρθρα 42 και 43 πληροφοριών καθώς και τα ελάχιστα επίπεδα των ικανοτήτων που απαιτούνται για μια συγκεκριμένη σύμβαση πρέπει να σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και να είναι ανάλογα προς αυτό. Τα ελάχιστα αυτά επίπεδα αναφέρονται στην προκήρυξη της σύμβασης.

(3)(α) Στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού καθώς και στον ανταγωνιστικό διάλογο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων οι οποίοι προσκαλούνται για να υποβάλουν προσφορά ή να συμμετάσχουν σε διάλογο. Στην περίπτωση αυτή-

(i) oι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς προσδιορίζουν στην προκήρυξη της σύμβασης τα αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια ή κανόνες που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν, τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων που προβλέπουν να καλέσουν και, ενδεχομένως, το μέγιστο αριθμό. Ο ελάχιστος αριθμός υποψηφίων που προτίθενται να καλέσουν δεν δύναται να είναι κατώτερος από τρεις·

(ii) ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται εν συνεχεία από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς είναι τουλάχιστον ίσος προς τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων που έχει καθορισθεί εκ των προτέρων, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός κατάλληλων υποψηφίων.

(β) Στην περίπτωση που ο αριθμός των υποψηφίων που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής και τα ελάχιστα επίπεδα ικανότητας είναι μικρότερος από το ελάχιστο όριο, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να συνεχίσει τη διαδικασία καλώντας τον υποψήφιο ή τους υποψήφιους που διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες.

(γ) Εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας θεωρήσει ότι ο αριθμός των κατάλληλων υποψηφίων είναι πολύ μικρός για την εξασφάλιση πραγματικού ανταγωνισμού, δύναται να αναστείλει τη διαδικασία και να δημοσιεύσει εκ νέου την αρχική προκήρυξη σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 31 και το άρθρο 33, ορίζοντας νέα προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής. Στην περίπτωση αυτή, οι υποψήφιοι που επελέγησαν από την πρώτη δημοσίευση και οι υποψήφιοι που επιλέγονται από τη δεύτερη δημοσίευση προσκαλούνται σύμφωνα με το άρθρο 35:

Νοείται ότι, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διατηρεί τη δυνατότητα να ακυρώσει την υπό εξέλιξη διαδικασία και να δρομολογήσει νέα διαδικασία.

(4) Στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν δύναται να συμπεριλάβει άλλους οικονομικούς φορείς που δεν υπέβαλαν αίτηση συμμετοχής ούτε υποψηφίους που δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες.

(5) Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της προβλεπόμενης στο εδάφιο (3) του άρθρου 26 και στο εδάφιο (4) του άρθρου 28 δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των προς συζήτηση λύσεων ή των προς διαπραγμάτευση προσφορών, επιβάλλουν τον περιορισμό αυτό εφαρμόζοντας τα κριτήρια ανάθεσης που έχουν καθορίσει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένης της προκήρυξης της σύμβασης. Στην τελική φάση ο αριθμός αυτός πρέπει να επιτρέπει τη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός κατάλληλων λύσεων ή υποψηφίων.

ΤΜΗΜΑ 2 – ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Προσωπική κατάσταση του υποψηφίου ή του προσφέροντος

40.-(1) Αποκλείεται από τη συμμετοχή σε δημόσια σύμβαση κάθε υποψήφιος ή προσφέρων εις βάρος του οποίου υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση, γνωστή στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα, για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που απαριθμούνται κατωτέρω:

(α) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, της κοινής δράσης 98/773/ΔΕΥ του Συμβουλίου∙

(β) δωροδοκία, όπως αυτή ορίζεται αντίστοιχα στο άρθρο 3 της πράξης της 26ης Μαΐου 1997 και στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ∙

(γ) απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙

(δ) τρομοκρατικό έγκλημα ή παράβαση συνδεόμενη με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως αυτές ορίζονται αντίστοιχα στα άρθρα 1 και 3 της απόφασης-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ, ή ηθική αυτουργία, συνέργεια, ή απόπειρα διάπραξης παράβασης, όπως προβλέπονται στο άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης-πλαίσιο∙

(ε) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ.

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται με αιτιολογημένη απόφασή τους να παρεκκλίνουν από την υποχρέωση του παρόντος εδαφίου, για επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος:

Νοείται, περαιτέρω, ότι, για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος εδαφίου, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ζητούν, οσάκις απαιτείται, από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες να προσκομίζουν τα έγγραφα που αναφέρονται στο εδάφιο (3) και δύνανται, εφόσον αμφιβάλλουν ως προς την προσωπική κατάσταση των εν λόγω υποψηφίων ή προσφερόντων, να απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές για να λάβουν τις πληροφορίες που θεωρούν απαραίτητες για την προσωπική κατάσταση των εν λόγω υποψηφίων ή προσφερόντων. Όταν οι πληροφορίες αφορούν έναν υποψήφιο ή προσφέροντα εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος εκτός εκείνου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητά τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών του άλλου κράτους μέλους. Λαμβανομένης υπόψη της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένοι οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες, τα αιτήματα αυτά αφορούν τα νομικά και/ή φυσικά πρόσωπα, περιλαμβανομένων, ενδεχομένως, των διευθυντών επιχείρησης, ή οποιουδήποτε προσώπου που έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου του υποψηφίου ή του προσφέροντος.

(2) Κάθε οικονομικός φορέας δύναται να αποκλείεται από τη συμμετοχή στη σύμβαση, όταν-

(α) τελεί υπό πτώχευση ή υπό εκκαθάριση, παύση δραστηριοτήτων, αναγκαστική διαχείριση ή πτωχευτικό συμβιβασμό ή σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση που προκύπτει από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη από τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις·

(β) έχει εναντίον του κινηθεί διαδικασία κήρυξης σε πτώχευση, αναγκαστικής διαχείρισης, εκκαθάρισης, πτωχευτικού συμβιβασμού ή οποιαδήποτε άλλη παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη από τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις·

(γ) έχει καταδικασθεί βάσει απόφασης που έχει ισχύ δεδικασμένου σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις, με την οποία απόφαση διαπιστώνεται αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική του διαγωγή, όπως, για παράδειγμα, η παράβαση υπάρχουσας νομοθεσίας σχετικά με την εξαγωγή αμυντικού εξοπλισμού και/ή εξοπλισμού ασφάλειας·

(δ) έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο αποδεδειγμένα διαπιστώθηκε με οποιοδήποτε μέσο ενδέχεται να διαθέτει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, όπως, για παράδειγμα, παραβίαση υποχρεώσεων όσον αφορά στην ασφάλεια των πληροφοριών ή του εφοδιασμού, στο πλαίσιο προηγούμενης σύμβασης·

(ε) έχει εξακριβωθεί, βάσει οποιωνδήποτε αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προστατευμένων βάσεων δεδομένων, ότι δεν διαθέτει την αξιοπιστία που απαιτείται για τον αποκλεισμό κινδύνων κατά της ασφάλειας του κράτους μέλους·

(στ) δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά στην καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ή τις νομοθετικές διατάξεις της Δημοκρατίας·

(ζ) δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά στην πληρωμή των φόρων και τελών σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ή με τις νομοθετικές διατάξεις της Δημοκρατίας·

(η) είναι ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών οι οποίες απαιτούνται κατ’ εφαρμογή του παρόντος τμήματος ή δεν έχει παράσχει τις πληροφορίες αυτές.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δέχονται ως επαρκή απόδειξη του ότι ο οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και στις παραγράφους (α) , (β) , (γ) , (στ) και (ζ) του εδαφίου (2) -

(α) για το εδάφιο (1) και για τις παραγράφους (α) , (β) και (γ) του εδαφίου (2) , την προσκόμιση αποσπάσματος ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου εκδοθέντος από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους καταγωγής ή προέλευσης του εν λόγω προσώπου, από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές·

(β) για τις παραγράφους (στ) και (ζ) του εδαφίου (2) , πιστοποιητικό εκδιδόμενο από την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους:

Νοείται ότι, στην περίπτωση που το οικείο κράτος δεν εκδίδει τέτοιο έγγραφο ή πιστοποιητικό ή σε περίπτωση που το έγγραφο ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται από το οικείο κράτος δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και στις παραγράφους (α) , (β) ή (γ) του εδαφίου (2) , το εν λόγω έγγραφο ή πιστοποιητικό δύναται να αντικαθίσταται από ένορκη βεβαίωση του ενδιαφερομένου ή, αν στο οικείο κράτος δεν προβλέπεται η ένορκη βεβαίωση, από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού οργανισμού του οικείου κράτους.

(4) Η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων μεριμνά για την πληροφόρηση της Επιτροπής σχετικά με το ποιες αρχές και οργανισμοί έχουν αρμοδιότητα στη Δημοκρατία για την έκδοση των εγγράφων, πιστοποιητικών ή δηλώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) . Η ανακοίνωση αυτή δεν επηρεάζει το ισχύον δίκαιο σε ζητήματα προστασίας των δεδομένων. Η ίδια αρχή πληροφορεί και τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς της Δημοκρατίας για το ποιες αρχές και οργανισμοί των κρατών μελών έχουν αντίστοιχα αρμοδιότητα έκδοσης των εν λόγω εγγράφων, άλλων πιστοποιητικών ή δηλώσεων.

Καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας

41.-(1) Όταν ο υποψήφιος απαιτείται να είναι εγγεγραμμένος σε επαγγελματικό ή εμπορικό μητρώο του κράτους μέλους καταγωγής ή εγκατάστασής του για να ασκήσει την επαγγελματική του δραστηριότητα, δύναται να κληθεί να αποδείξει την εγγραφή του στο εν λόγω μητρώο ή να προσκομίσει ένορκη βεβαίωση ή πιστοποιητικό, όπως ορίζονται στο μέρος Α του Παραρτήματος VΙΙ για τις συμβάσεις έργων, στο μέρος Β του Παραρτήματος VΙΙ για τις συμβάσεις προμηθειών και στο μέρος Γ του Παραρτήματος VΙΙ για τις συμβάσεις υπηρεσιών. Οι κατάλογοι που αναφέρονται στο Παράρτημα VΙΙ είναι ενδεικτικοί. Η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων, γνωστοποιεί στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη οποιαδήποτε αλλαγή των σχετικών μητρώων που τηρούνται στη Δημοκρατία και των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στους καταλόγους αυτούς.

(2) Στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων υπηρεσιών, εφόσον οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν ειδική άδεια ή να είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού για να είναι σε θέση να παράσχουν τη σχετική υπηρεσία στη χώρα καταγωγής τους, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να τους ζητήσει να αποδείξουν ότι διαθέτουν την άδεια αυτή ή ότι είναι μέλη του εν λόγω οργανισμού.

(3) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.

Οικονομική και χρηματοπιστωτική επάρκεια

42.-(1) Η οικονομική και χρηματοπιστωτική επάρκεια του οικονομικού φορέα δύναται, κατά κανόνα, να αποδεικνύεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

(α) Κατάλληλες τραπεζικές βεβαιώσεις ή, ενδεχομένως, πιστοποιητικό ασφαλιστικής κάλυψης επαγγελματικών κινδύνων∙

(β) ισολογισμούς ή αποσπάσματα ισολογισμών, στην περίπτωση που η δημοσίευση των ισολογισμών απαιτείται από τη νομοθεσία της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας∙

(γ) δήλωση περί του ολικού ύψους του κύκλου εργασιών και, ενδεχομένως, περί του κύκλου εργασιών του τομέα δραστηριοτήτων που αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης για τα τρία το πολύ τελευταία διαθέσιμα οικονομικά έτη, ανάλογα με την ημερομηνία ίδρυσης ή έναρξης των δραστηριοτήτων του οικονομικού φορέα, στο μέτρο που οι πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω κύκλους εργασιών είναι διαθέσιμες.

(2) Ένας οικονομικός φορέας δύναται, εφόσον παρίσταται ανάγκη και για συγκεκριμένη σύμβαση, να επικαλεσθεί τις δυνατότητες άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα ότι θα έχει στη διάθεσή του τα αναγκαία μέσα, προσκομίζοντας για παράδειγμα τη σχετική δέσμευση των εν λόγω φορέων.

(3) Υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που αναφέρονται στο εδάφιο (2) , μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 6 δύναται να επικαλεσθεί τις δυνατότητες των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ορίζουν στην προκήρυξη της σύμβασης ποιο ή ποια από τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) δικαιολογητικά επέλεξαν καθώς και ποια άλλα δικαιολογητικά πρέπει να προσκομισθούν.

(5) Αν ο οικονομικός φορέας, για βάσιμο λόγο, δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, δύναται να αποδείξει την οικονομική και χρηματοπιστωτική επάρκειά του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο το οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κρίνει κατάλληλο.

Τεχνικές ή/και επαγγελματικές ικανότητες

43.-(1) Οι τεχνικές ικανότητες των οικονομικών φορέων δύνανται, κατά γενικό κανόνα, να αποδεικνύονται με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους, ανάλογα με τη φύση, την ποσότητα ή τη σπουδαιότητα και τη χρήση των έργων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών:

(α) (i) Υποβολή του καταλόγου εργασιών που έχουν εκτελεσθεί κατά τα τελευταία πέντε έτη, συνοδευόμενου από πιστοποιητικά ορθής εκτέλεσης των σημαντικότερων εργασιών. Τα εν λόγω πιστοποιητικά αναφέρουν την αξία, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των έργων και προσδιορίζουν αν τα έργα εκτελέστηκαν σύμφωνα με τους κανόνες του επαγγέλματος και αν περατώθηκαν κανονικά. Εφόσον παρίσταται ανάγκη, τα εν λόγω πιστοποιητικά διαβιβάζονται απευθείας από την αρμόδια για την έκδοσή τους αρχή στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα·

(ii) υποβολή καταλόγου των κυριοτέρων παραδόσεων που πραγματοποιήθηκαν ή των κυριοτέρων υπηρεσιών που παρασχέθηκαν, κατά γενικό κανόνα, κατά τα πέντε τελευταία έτη, με αναφορά στα διαλαμβανόμενα ποσά, στις ημερομηνίες και στους αποδέκτες, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι δημόσιοι ή ιδιώτες. Οι παραδόσεις και οι παρασχεθείσες υπηρεσίες αποδεικνύονται-

(Α) εάν ο αποδέκτης είναι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, με πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί ή θεωρηθεί από την αρμόδια αρχή·

(Β) εάν ο αποδέκτης είναι ιδιώτης αγοραστής, με βεβαίωση του αγοραστή ή, εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, με απλή δήλωση του οικονομικού φορέα·

(β) με υπόδειξη του τεχνικού προσωπικού ή των τεχνικών υπηρεσιών, είτε ανήκουν άμεσα στην επιχείρηση του οικονομικού φορέα είτε όχι, ιδίως δε των υπευθύνων για τον έλεγχο της ποιότητας και, εφόσον πρόκειται για συμβάσεις έργων, με υπόδειξη των προσώπων ή υπηρεσιών που ο εργολήπτης θα έχει στη διάθεσή του για την εκτέλεση του έργου·

(γ) με περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού και των μέτρων που λαμβάνει ο οικονομικός φορέας για την εξασφάλιση της ποιότητας και των μέσων μελέτης και έρευνας, καθώς και των εσωτερικών κανόνων όσον αφορά την πνευματική ιδιοκτησία·

(δ) με έλεγχο διενεργούμενο από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή, εξ ονόματός της/του, από αρμόδιο επίσημο οργανισμό της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του οργανισμού αυτού, σχετικά με το παραγωγικό δυναμικό του προμηθευτή ή τις τεχνικές ικανότητες του οικονομικού φορέα και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, τα μέσα μελέτης και έρευνας που αυτός διαθέτει καθώς και τα μέτρα που λαμβάνει για τον έλεγχο της ποιότητας·

(ε) για τις συμβάσεις έργων, υπηρεσιών ή προμηθειών που συμπεριλαμβάνουν εργασίες ή υπηρεσίες χωροθέτησης και εγκατάστασης, με αναφορά των τίτλων σπουδών και επαγγελματικών προσόντων του οικονομικού φορέα και/ή των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησης, ιδίως δε του ή των υπευθύνων για την παροχή των υπηρεσιών ή τη διεξαγωγή των εργασιών·

(στ) για τις συμβάσεις έργων και υπηρεσιών και μόνο στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις, με αναφορά των μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης που δύναται να εφαρμόζει ο οικονομικός φορέας κατά την εκτέλεση της σύμβασης·

(ζ) με δήλωση στην οποία αναφέρονται το μέσο ετήσιο εργατοϋπαλληλικό δυναμικό του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη και ο αριθμός των στελεχών της επιχείρησής του κατά τα τελευταία τρία χρόνια·

(η) με περιγραφή των μηχανημάτων, των υλικών και του τεχνικού εξοπλισμού καθώς και του αριθμού του προσωπικού και της τεχνογνωσίας και/ή των πηγών εφοδιασμού - περιγραφή της γεωγραφικής θέσης όταν βρίσκεται εκτός της επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης - που θα έχει στη διάθεσή του ο οικονομικός φορέας για την εκτέλεση της σύμβασης, για την αντιμετώπιση ενδεχομένως αυξημένων αναγκών της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα συνεπεία καταστάσεως κρίσης ή για τη διασφάλιση της συντήρησης, του εκσυγχρονισμού ή των προσαρμογών των προμηθειών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης·

(θ) όσον αφορά τα προς παράδοση προϊόντα, με προσκόμιση των ακόλουθων στοιχείων:

(i) δείγματα, περιγραφή και/ή φωτογραφίες, η αυθεντικότητα των οποίων πρέπει να βεβαιώνεται εάν το ζητήσει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας·

(ii) πιστοποιητικά εκδιδόμενα από επίσημα ινστιτούτα ή οργανισμούς ελέγχου της ποιότητας με αναγνωρισμένες αρμοδιότητες, με τα οποία βεβαιώνεται η συμμόρφωση των προϊόντων, που επαληθεύεται με παραπομπή σε ορισμένες προδιαγραφές ή πρότυπα·

(ι) εφόσον πρόκειται για συμβάσεις που αφορούν, απαιτούν και/ή περιλαμβάνουν διαβαθμισμένες πληροφορίες, απόδειξη της ικανότητας επεξεργασίας, αποθήκευσης και διαβίβασης αυτών των πληροφοριών στο απαιτούμενο από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα επίπεδο προστασίας:

Νοείται ότι, όσο δεν υπάρχει σε κοινοτικό επίπεδο εναρμόνιση των εθνικών συστημάτων διαπίστευσης ασφάλειας, τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να συμμορφώνονται προς τις σχετικές διατάξεις της αντίστοιχης νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία για τη διαπίστευση ασφάλειας. Η αρμόδια προς τούτο αρχή στη Δημοκρατία αναγνωρίζει τις διαπιστεύσεις ασφάλειας τις οποίες θεωρεί ισοδύναμες εκείνων που εκδίδονται σύμφωνα με τη νομοθεσία στη Δημοκρατία, διατηρώντας τη δυνατότητα να διεξάγει και να λαμβάνει υπόψη δικές της περαιτέρω έρευνες εφόσον κρίνεται απαραίτητο:

Νοείται, περαιτέρω, ότι, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται-

(i) κατά περίπτωση, να χορηγεί στους υποψηφίους που δεν διαθέτουν ακόμη διαπίστευση ασφάλειας πρόσθετο χρόνο για να αποκτήσουν την εν λόγω διαπίστευση. Στην περίπτωση αυτή, αναφέρει τη δυνατότητα αυτή και την προθεσμία στην προκήρυξη της σύμβασης·

(ii) να ζητήσει από την εθνική αρχή ασφάλειας του κράτους του υποψηφίου ή από την αρχή ασφάλειας που έχει ορισθεί από το εν λόγω κράτος να ελέγξει την καταλληλότητα των χώρων και εγκαταστάσεων που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν, τις βιομηχανικές και διοικητικές διαδικασίες που θα εφαρμοσθούν, τους τρόπους διαχείρισης των πληροφοριών και/ή την κατάσταση του προσωπικού που ενδέχεται να απασχοληθεί για την εκτέλεση της σύμβασης.

(2) Ένας οικονομικός φορέας δύναται, όπου παρίσταται ανάγκη και για συγκεκριμένη σύμβαση, να επικαλεσθεί τις ικανότητες άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα ότι, για την εκτέλεση της σύμβασης, θα έχει στη διάθεσή του τα απαραίτητα μέσα, παραδείγματος χάρη με την προσκόμιση της δέσμευσης των φορέων αυτών να θέσουν στη διάθεση του οικονομικού φορέα τα αναγκαία μέσα.

(3) Υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που αναφέρονται στο εδάφιο (2) , μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 6 δύναται να επικαλεσθεί τις ικανότητες των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

(4) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων που έχουν ως αντικείμενο προμήθειες για τις οποίες απαιτούνται εργασίες τοποθέτησης ή εγκατάστασης, την παροχή υπηρεσιών και/ή την εκτέλεση έργων, η ικανότητα των οικονομικών φορέων να παράσχουν τις εν λόγω υπηρεσίες ή να κατασκευάσουν την εγκατάσταση ή τα έργα δύναται να αξιολογείται ιδίως βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της πείρας και της αξιοπιστίας τους.

(5) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ορίζει στην προκήρυξη της σύμβασης ποια από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο εδάφιο (1) έχει επιλέξει και ποια άλλα δικαιολογητικά πρέπει να προσκομισθούν.

(6) Αν ο οικονομικός φορέας, για βάσιμο λόγο, δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, δύναται να αποδείξει την τεχνική και/ή επαγγελματική ικανότητά του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο το οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κρίνει κατάλληλο.

Πρότυπα που εφαρμόζονται από τα συστήματα διαχείρισης ποιότητας

44. Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την προσκόμιση πιστοποιητικών τα οποία έχουν εκδοθεί από ανεξάρτητους εγκεκριμένους οργανισμούς που βεβαιώνουν την τήρηση εκ μέρους του οικονομικού φορέα ορισμένων προτύπων που εφαρμόζονται από τα συστήματα διαχείρισης ποιότητας, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς παραπέμπουν σε συστήματα διαχείρισης ποιότητας βασιζόμενα στα σχετικά ευρωπαϊκά πρότυπα και πιστοποιούμενα από ανεξάρτητους εγκεκριμένους οργανισμούς, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα για τη διαπίστευση και πιστοποίηση. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από ανεξάρτητους εγκεκριμένους οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη και αποδέχονται και άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα συστήματα διαχείρισης ποιότητας τα οποία προσκομίζονται από τους οικονομικούς φορείς.

Πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

45. Εάν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 43, απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών που εκδίδονται από ανεξάρτητους οργανισμούς και βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας τηρεί ορισμένα πρότυπα όσον αφορά στην περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπουν στο κοινοτικό σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης και ελέγχου (ΕΜΑS) ή σε πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης που βασίζονται σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα, πιστοποιούμενα από οργανισμούς που λειτουργούν βάσει του κοινοτικού δικαίου, ή τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές ή διεθνείς προδιαγραφές όσον αφορά στην πιστοποίηση. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη και αποδέχονται και άλλα ισοδύναμα αποδεικτικά στοιχεία για μέτρα περιβαλλοντικής διαχείρισης, τα οποία προσκομίζονται από τους οικονομικούς φορείς.

Συμπληρωματική τεκμηρίωση και πληροφορίες

46. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τα πιστοποιητικά και έγγραφα που υπέβαλαν κατ’ εφαρμογή των άρθρων 40 έως 45.

Επίσημοι κατάλογοι εγκεκριμένων οικονομικών φορέων και πιστοποίηση από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς πιστοποίησης

47.-(1) (α) Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Μέρους, η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων δύναται είτε να μεριμνήσει για την κατάρτιση επίσημων καταλόγων εγκεκριμένων εργοληπτών, προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών είτε να οργανώσει σύστημα πιστοποίησης από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς πιστοποίησης.

(β) Σε περίπτωση κατάρτισης επίσημου καταλόγου, η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων προσαρμόζει τις προϋποθέσεις εγγραφής στους καταλόγους αυτούς, καθώς και τις προϋποθέσεις που αφορούν στην έκδοση πιστοποιητικών από τους οργανισμούς πιστοποίησης στις διατάξεις του εδαφίου (1) και των παραγράφων (α) έως (δ) και (η) του εδαφίου (2) του άρθρου 40, του άρθρου 41, των εδαφίων (1) , (4) και (5) του άρθρου 42, των παραγράφων (α) έως (θ) του εδαφίου (1) και των εδαφίων (2) και (4) του άρθρου 43, του άρθρου 44, και, ενδεχομένως, του άρθρου 45.

(γ) Η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων προσαρμόζει, επίσης, τις προϋποθέσεις εγγραφής στους καταλόγους στο εδάφιο (2) του άρθρου 42 και στο εδάφιο (2) του άρθρου 43, για τις αιτήσεις εγγραφής που υποβάλλουν οικονομικοί φορείς που ανήκουν σε όμιλο και που επικαλούνται πόρους διατιθέμενους σε αυτούς από άλλες επιχειρήσεις του ομίλου. Αυτοί οι φορείς πρέπει, σε αυτή την περίπτωση, να αποδεικνύουν στην Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων ή στον οργανισμό πιστοποίησης ότι διαθέτουν αυτούς τους πόρους καθ' όλη τη διάρκεια της ισχύος του πιστοποιητικού που πιστοποιεί την εγγραφή τους στον επίσημο κατάλογο και ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις συνεχίζουν να πληρούν κατά το ίδιο διάστημα τις απαιτήσεις ποιοτικής επιλογής που προβλέπονται στα άρθρα που αναφέρονται στην παράγραφο (β) πιο πάνω και τις οποίες επικαλούνται οι φορείς αυτοί για την εγγραφή τους.

(2) Οι οικονομικοί φορείς που είναι εγγεγραμμένοι σε επίσημους καταλόγους ή που διαθέτουν πιστοποιητικό από οργανισμό πιστοποίησης δύνανται, για την εκάστοτε σύμβαση, να προσκομίζουν στις αναθέτουσες αρχές ή στους αναθέτοντες φορείς πιστοποιητικό εγγραφής εκδιδόμενο από την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ή πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον αρμόδιο οργανισμό πιστοποίησης. Στα πιστοποιητικά αυτά μνημονεύονται τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έγινε η εγγραφή στον επίσημο κατάλογο ή η πιστοποίηση και η κατάταξη στον εν λόγω κατάλογο.

(3) Η εγγραφή ενός οικονομικού φορέα στους επίσημους καταλόγους κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, πιστοποιούμενη από την αρμόδια αρχή του εν λόγω άλλου κράτους μέλους που τηρεί τον επίσημο κατάλογο ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται προς έναν οικονομικό φορέα από τον οργανισμό πιστοποίησης κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, δεν συνιστά, για τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς της Δημοκρατίας, τεκμήριο καταλληλότητας του εν λόγω οικονομικού φορέα παρά μόνο σε σχέση με τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (1) και στις παραγράφους (α) έως (δ) και (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 40, στο άρθρο 41, στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 42, στις παραγράφους (α) (i) και (β) έως (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 43 για τους εργολήπτες, στις παραγράφους (α) (ii) , (β) έως (ε) και (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 43 για τους προμηθευτές και στις παραγράφους (α) (ii) , (β) έως (ε) και (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 43 για τους παρόχους υπηρεσιών.

(4) Οι πληροφορίες που δύνανται να συναχθούν από την εγγραφή στους επίσημους καταλόγους ή από την πιστοποίηση δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση, εκτός εάν τούτο αιτιολογείται γραπτώς. Όσον αφορά στην καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των φόρων και τελών, είναι δυνατόν να ζητείται, για την εκάστοτε σύμβαση, πρόσθετο πιστοποιητικό από κάθε οικονομικό φορέα.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς της Δημοκρατίας εφαρμόζουν τα εδάφια (3) και (4) αναφορικά με οικονομικούς φορείς που είναι εγγεγραμμένοι σε επίσημους καταλόγους άλλου κράτους μέλους μόνο εφόσον οι εν λόγω φορείς είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος το οποίο τηρεί τον επίσημο κατάλογο.

(6)(α) Για την εγγραφή των οικονομικών φορέων άλλων κρατών μελών σε επίσημο κατάλογο που τηρείται στη Δημοκρατία ή για την πιστοποίησή τους από τους οργανισμούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1) , δεν είναι δυνατόν να ζητούνται άλλες αποδείξεις και δηλώσεις εκτός από εκείνες που ζητούνται από τους οικονομικούς φορείς της Δημοκρατίας και, εν πάση περιπτώσει, όχι άλλες από τις προβλεπόμενες στα άρθρα 40 έως 44 και, ενδεχομένως, στο άρθρο 45:

Νοείται ότι, οι οικονομικοί φορείς των άλλων κρατών μελών δεν δύναται να υποχρεωθούν σε εγγραφή ή πιστοποίηση για να έχουν δικαίωμα συμμετοχής σε σύμβαση.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη και αποδέχονται επίσης και άλλα ισοδύναμα αποδεικτικά μέσα.

(7) Οι οικονομικοί φορείς δύνανται να ζητούν, ανά πάσα στιγμή, την εγγραφή τους σε επίσημο κατάλογο ή την έκδοση πιστοποιητικού. Η αρχή που συντάσσει τον εν λόγω κατάλογο ή ο αρμόδιος οργανισμός πιστοποίησης ενημερώνει τον οικονομικό φορέα για την απόφασή της/του αναφορικά με το αίτημα του οικονομικού φορέα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

(8) Οι οργανισμοί πιστοποίησης που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οργανισμοί που ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά πρότυπα για την πιστοποίηση.

(9) Σε περίπτωση κατάρτισης επίσημου καταλόγου ή οργάνωσης συστήματος πιστοποίησης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) , η Αρμόδια Αρχή Δημόσιων Συμβάσεων ανακοινώνει στα λοιπά κράτη μέλη και στην Επιτροπή τη διεύθυνση του οργανισμού στον οποίο υποβάλλονται οι αιτήσεις.

ΤΜΗΜΑ 3 – ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

48.-(1) Με την επιφύλαξη των νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων που ισχύουν στη Δημοκρατία σχετικά με την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τις συμβάσεις είναι-

(α) εφόσον η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, διάφορα κριτήρια που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης σύμβασης, όπως η ποιότητα, η τιμή, η τεχνική αξία, ο λειτουργικός χαρακτήρας, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το κόστος λειτουργίας, το κόστος καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής, η αποδοτικότητα, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική συνδρομή, η ημερομηνία παράδοσης και η προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης, η ασφάλεια του εφοδιασμού, η διαλειτουργικότητα και τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά· ή

(β) αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή.

(2) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (3) , στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, τη σχετική στάθμιση που προσδίδει σε καθένα από τα επιλεγέντα κριτήρια για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Η στάθμιση αυτή δύναται να εκφράζεται με την πρόβλεψη μιας κλίμακας με το κατάλληλο εύρος.

(3) Όταν, κατά τη γνώμη της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, δεν είναι δυνατή η στάθμιση για λόγους που δύνανται να αποδειχθούν, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας επισημαίνει, στα έγγραφα της σύμβασης, περιλαμβανομένων της προκήρυξης της σύμβασης, των εγγράφων του διαγωνισμού και οποιωνδήποτε άλλων περιγραφικών ή συμπληρωματικών έγγραφων, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων.

Χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών

49.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προσφεύγουν στη σύναψη συμβάσεων με ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με βάση Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Στις κλειστές διαδικασίες ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση κατά τις οποίες δημοσιεύεται προκήρυξη σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίζουν ότι, πριν από την ανάθεση μιας δημόσιας σύμβασης, διεξάγεται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός, νοουμένου ότι οι προδιαγραφές της σύμβασης δύνανται να καθορισθούν με ακρίβεια. Υπό τους ίδιους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δύναται να χρησιμοποιείται κατά τον νέο διαγωνισμό μεταξύ των μερών μιας συμφωνίας-πλαίσιο, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 29.

(3) Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός βασίζεται-

(α) είτε μόνον στις τιμές, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται με κριτήριο την χαμηλώτερη τιμή·

(β) είτε στις τιμές και/ή στις νέες αξίες των στοιχείων των προσφορών που επισημαίνονται στα έγγραφα της σύμβασης, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που αποφασίζουν να προσφύγουν σε ηλεκτρονικό πλειστηριασμό αναφέρουν τούτο στην προκήρυξη της σύμβασης. Τα έγγραφα της σύμβασης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις εξής πληροφορίες:

(α) Tα στοιχεία, των οποίων οι αξίες αποτελούν αντικείμενο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία είναι προσδιορίσιμα ποσοτικώς κατά τρόπον ώστε να εκφράζονται σε αριθμούς ή ποσοστά·

(β) τα ενδεχόμενα όρια των τιμών που δύνανται να προσφερθούν, όπως τα όρια αυτά προκύπτουν από τις προδιαγραφές του αντικειμένου της σύμβασης·

(γ) τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων κατά τη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και τη χρονική στιγμή που, ενδεχομένως, τίθενται στη διάθεσή τους·

(δ) τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού·

(ε) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι προσφέροντες δύνανται να προσφοροδοτήσουν, και ιδίως τις κατ’ ελάχιστον αποκλίσεις που, εφόσον συντρέχει περίπτωση, απαιτούνται προς τούτο·

(στ) τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τον τρόπο και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.

(5) Προτού προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών σύμφωνα με το επιλεγμένο κριτήριο/ τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχει καθορισθεί. Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων να υποβάλουν νέες τιμές και/ή νέες αξίες. Η πρόσκληση αυτή, περιέχει όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τη σύνδεσή τους σε ατομική βάση με το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και προσδιορίζει την ημερομηνία και την ώρα έναρξης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δύναται να διεξάγεται σε διάφορες διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν είναι δυνατόν να αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

(6) Όταν γίνεται η ανάθεση με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η αναφερόμενη στο εδάφιο (5) πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της προσφοράς του οικείου προσφέροντος, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 48 και σε αυτήν αναφέρεται και ο μαθηματικός τύπος που θα χρησιμοποιηθεί κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών σε συνάρτηση με τις νέες τιμές ή/και τις νέες αξίες που θα υποβληθούν. Ο μαθηματικός αυτός τύπος περιλαμβάνει τους συντελεστές στάθμισης όλων των κριτηρίων που έχουν καθοριστεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, σύμφωνα με τα έγγραφα της σύμβασης. Προς τούτο, οι ενδεχόμενες κλίμακες τιμών ανάγονται προηγουμένως σε μια συγκεκριμένη τιμή:

Νοείται ότι, στην περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε τύπο εναλλακτικής προσφοράς.

(7) Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τουλάχιστον τα πληροφοριακά στοιχεία που τους επιτρέπουν να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή την κατάταξή τους, και δύνανται να τους γνωστοποιούν και άλλα πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με άλλες προσφερόμενες τιμές ή ποσά, υπό τον όρο ότι τούτο προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται επίσης, ανά πάσα στιγμή, να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του πλειστηριασμού, αλλά δεν δύνανται, σε καμία περίπτωση, να γνωστοποιούν την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

(8) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς ολοκληρώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

(α) Kατά την καθορισμένη ημερομηνία και ώρα, όπως καθορίζεται εκ των προτέρων στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό·

(β) όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις σχετικά με τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις. Για την περίπτωση αυτή, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επισημαίνουν στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό την προθεσμία που θα τηρήσουν μετά τη λήψη της τελευταίας προσφοράς πριν κλείσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό·

(γ) όταν έχουν ολοκληρωθεί όλες οι φάσεις του πλειστηριασμού, όπως καθορίζονται στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό:

Νοείται ότι, αν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς έχουν αποφασίσει να ολοκληρώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με την παράγραφο (γ) , ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο (β) , η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό αναφέρει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.

(9) Αφού περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 48 και με βάση τα αποτελέσματα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

(10) Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται να χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό ή να τροποποιεί το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αυτό έχει καθορισθεί στη δημοσίευση της προκήρυξης της σύμβασης και έχει προσδιορισθεί στα έγγραφα της σύμβασης.

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

50.-(1) Εάν, για μια δεδομένη σύμβαση, οποιαδήποτε προσφορά εμφανίζεται ως ασυνήθιστα χαμηλή σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, πριν απορρίψει την εν λόγω προσφορά, ζητά γραπτώς τις διευκρινίσεις που θεωρεί χρήσιμες σε σχέση με τη σύνθεση της προσφοράς. Οι διευκρινίσεις αυτές δύνανται να αφορούν, ιδίως-

(α) τον οικονομικό χαρακτήρα της μεθόδου δομικής κατασκευής, της μεθόδου κατασκευής των προϊόντων ή της παροχής των υπηρεσιών·

(β) τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις και/ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων για την εκτέλεση του έργου ή για την προμήθεια των προϊόντων ή την παροχή των υπηρεσιών·

(γ) την πρωτοτυπία του έργου, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που προτείνονται από τον προσφέροντα·

(δ) την τήρηση των διατάξεων περί των συνθηκών και όρων απασχόλησης και των συνθηκών ασφάλειας και υγείας στην εργασία που ισχύουν στον τόπο εκτέλεσης του έργου, της υπηρεσίας ή της προμήθειας·

(ε) την ενδεχόμενη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.

(2) H αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ελέγχει, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα, τη σύνθεση της προσφοράς βάσει των παρασχεθέντων δικαιολογητικών.

(3) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, όταν διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω της χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, δύναται να απορρίψει την εν λόγω προσφορά αποκλειστικά με την αιτιολογία αυτή, μόνον εφόσον διαβουλευθεί με τον προσφέροντα και εφόσον ο τελευταίος δεν είναι σε θέση να αποδείξει, εντός επαρκούς προθεσμίας την οποία ορίζει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, ότι η εν λόγω ενίσχυση έχει χορηγηθεί νομίμως. Όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απορρίπτει μια προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές, ενημερώνει, μέσω της Αρμόδιας Αρχής Δημόσιων Συμβάσεων, σχετικά την Επιτροπή.