10.-(1) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει άνευ ετέρου ΕΕΕ διαβιβασθείσα κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και μεριμνά για την εκτέλεσή της κατά τον ίδιο τρόπο και διαδικασία ως εάν επρόκειτο για ερευνητικό μέτρο διαταχθέν από αρχή της Δημοκρατίας, εκτός αν η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αποφασίζει να επικαλεστεί έναν εκ των λόγων μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης ή έναν εκ των λόγων αναβολής που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στην Οδηγία 2014/41/ΕΕ.
(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης τηρεί τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που έχει ορίσει ρητώς η αρχή έκδοσης-
(α) Εκτός αν προβλέπεται άλλως στον παρόντα Νόμο και στην Οδηγία 2014/41/ΕΕ, και
(β) υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατυπώσεις και διαδικασίες δεν είναι αντίθετες προς τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας.
(3) Σε περίπτωση που ΕΕΕ παραλαμβάνεται από κυπριακή αρχή εκτέλεσης και δεν έχει εκδοθεί ή επικυρωθεί από δικαστική αρχή, κατά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο γ) του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης επιστρέφει την ΕΕΕ στο κράτος έκδοσης.
(4)(α) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να ζητήσει, από μία ή περισσότερες αρχές της Δημοκρατίας, να βοηθήσουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ στο βαθμό που οι ορισθείσες αρχές της Δημοκρατίας θα μπορούσαν να συνδράμουν στην εκτέλεση των ερευνητικών μέτρων που αναφέρονται στην ΕΕΕ σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.
(β) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης συμμορφώνεται με αίτημα που λαμβάνει από αρχή έκδοσης για συνδρομή αρχής του κράτους έκδοσης κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ εφόσον η συνδρομή αυτή δεν αντιτίθεται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας και δεν βλάπτει τα ουσιώδη συμφέροντά εθνικής ασφάλειας της Δημοκρατίας.
(5) Οι αρχές του κράτους έκδοσης, παρούσες στη Δημοκρατία ως κράτος εκτέλεσης, δεσμεύονται από το δίκαιο της Δημοκρατίας κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ και δεν διαθέτουν εξουσίες επιβολής του νόμου στο έδαφος της Δημοκρατίας, εκτός αν η άσκηση των εξουσιών αυτών στο έδαφος Δημοκρατίας είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Δημοκρατίας και στο βαθμό που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της αρχής έκδοσης και της κυπριακής αρχής εκτέλεσης.
(6) Η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύνανται να συνεννοούνται με την αρχή εκτέλεσης και την αρχή έκδοσης, αντίστοιχα, με οποιοδήποτε μέσο κρίνουν πρόσφορο, για να διευκολύνουν την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 9 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ.
11.-(1) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης χρησιμοποιεί κατά το δυνατόν ερευνητικό μέτρο άλλο από το προβλεπόμενο στην ΕΕΕ, όταν-
(α) Το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν υφίσταται στο δίκαιο της Δημοκρατίας, ή/και
(β) το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν θα ήταν διαθέσιμο σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 12, το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται για τα ακόλουθα ερευνητικά μέτρα, τα οποία πρέπει πάντοτε να είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο του δικαίου της Δημοκρατίας:
(α) Απόκτηση πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της κυπριακής αρχής εκτέλεσης και εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες ή τα αποδεικτικά στοιχεία θα μπορούσαν να έχουν αποκτηθεί σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας ή για τους σκοπούς της ΕΕΕ·
(β) απόκτηση πληροφοριών που περιέχονται σε βάσεις δεδομένων τις οποίες τηρούν αστυνομικές ή δικαστικές αρχές και στις οποίες έχει άμεση πρόσβαση η κυπριακή αρχή εκτέλεσης στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας·
(γ) εξέταση μάρτυρα, θύματος, υπόπτου ή τρίτου προσώπου στο έδαφος της Δημοκρατίας·
(δ) οποιοδήποτε μη παρεμβατικό ερευνητικό μέτρο κατά τα οριζόμενα στο δίκαιο της Δημοκρατίας·
(ε) αναγνώριση προσώπων που έχουν συνδρομή σε έναν συγκεκριμένο αριθμό τηλεφώνου ή διεύθυνση IP.
(3) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύναται επίσης να προσφεύγει σε ερευνητικό μέτρο διαφορετικό από αυτό που προβλέπεται στην ΕΕΕ, όταν το ερευνητικό μέτρο που επιλέγει η κυπριακή αρχή εκτέλεσης θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το ερευνητικό μέτρο που προβλέπεται στην ΕΕΕ με λιγότερο οχληρό τρόπο.
(4) Όταν η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αποφασίζει να αξιοποιήσει οποιανδήποτε από τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) ή/και (3) δυνατότητες, ενημερώνει πρώτα την αρχή έκδοσης, η οποία δύναται να αποφασίσει να αποσύρει ή να συμπληρώσει την ΕΕΕ.
(5) Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν υφίσταται στο δίκαιο της Δημοκρατίας ή δεν θα ήταν διαθέσιμο σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, και όταν δεν υπάρχει άλλο ερευνητικό μέτρο που θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα με αυτό που ζητείται, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης ότι δεν κατέστη δυνατό να παράσχει τη συνδρομή που ζητήθηκε.
12.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 3, η αναγνώριση ή η εκτέλεση μιας ΕΕΕ δύναται να απορριφθεί από την κυπριακή αρχή εκτέλεσης όταν-
(α) Υπάρχει ασυλία ή προνόμιο, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας, που εμποδίζει την εκτέλεση της ΕΕΕ ή όταν υπάρχουν κανόνες περί ορισμού και περιορισμού της ποινικής ευθύνης σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης, που εμποδίζει την εκτέλεση της ΕΕΕ,
(β) στην συγκεκριμένη περίπτωση, η εκτέλεση της ΕΕΕ θα έβλαπτε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας, θα έθετε σε κίνδυνο την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών σχετικών με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών,
(γ) η ΕΕΕ έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο (β) ή στην παράγραφο (γ) του άρθρου 5, και το ερευνητικό μέτρο δεν θα επιτρεπόταν από το δίκαιο της Δημοκρατίας σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση,
(δ) η εκτέλεση της ΕΕΕ αντίκειται στην αρχή ότι ουδείς δικάζεται δεύτερη φορά για το ίδιο αδίκημα («ne bis in idem»),
(ε) η ΕΕΕ αφορά ποινικό αδίκημα για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ότι διαπράχθηκε εκτός του εδάφους του κράτους έκδοσης και εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης, και η συμπεριφορά για την οποία εκδόθηκε η ΕΕΕ δεν συνιστά αδίκημα στη Δημοκρατία,
(στ) υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρηθεί ότι η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, που αναφέρεται στην ΕΕΕ, θα ήταν ασύμβατη με τις υποχρεώσεις της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,
(ζ) η συμπεριφορά για την οποία έχει εκδοθεί η ΕΕΕ δεν συνιστά αδίκημα κατά το δίκαιο της Δημοκρατίας, εκτός αν αφορά αδίκημα περιλαμβανόμενο στις κατηγορίες αδικημάτων του παραρτήματος Δ της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, όπως αναφέρεται από την αρχή έκδοσης στην ΕΕΕ, αν τιμωρείται στο κράτος έκδοσης με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με μέτρο στέρησης της ελευθερίας μέγιστης διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) ετών, ή
(η) η χρήση του ερευνητικού μέτρου που αναφέρεται στην ΕΕΕ περιορίζεται, βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, σε κατάλογο ή σε κατηγορία αδικημάτων ή σε αδικήματα που τιμωρούνται με ποινή υπερβαίνουσα ένα συγκεκριμένο κατώτατο όριο, που δεν περιλαμβάνει το αδίκημα το οποίο αφορά η ΕΕΕ.
(2) Οι διατάξεις των παραγράφων (ζ) και (η) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε σχέση με τα αναφερόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 11 ερευνητικά μέτρα.
(3) Σε περίπτωση που η ΕΕΕ αφορά αδίκημα που σχετίζεται με το φορολογικό, τελωνειακό ή τραπεζικό τομέα, η αναγνώριση ή η εκτέλεσή της δεν δύναται να απορριφθεί από την κυπριακή αρχή εκτέλεσης με τη δικαιολογία ότι το δίκαιο της Δημοκρατίας δεν επιβάλλει το ίδιο είδος φόρου ή δασμού ή δεν περιλαμβάνει το ίδιο είδος ρύθμισης με το δίκαιο του κράτους έκδοσης όσον αφορά φορολογικά, τελωνειακά ή τραπεζικά ζητήματα.
(4) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (δ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1), η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, προτού αποφασίσει να μην αναγνωρίσει ή να μην εκτελέσει, εν όλω ή εν μέρει, ΕΕΕ, συμβουλεύεται την αρχή έκδοσης με κάθε πρόσφορο μέσο και, αν χρειάζεται, ζητεί από την αρχή έκδοσης να της παράσχει αμελλητί κάθε απαραίτητη πληροφορία.
(5) Στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) περίπτωση και εφόσον η εξουσία άρσης του προνομίου ή της ασυλίας ανήκει στην αρμοδιότητα αρχής της Δημοκρατίας, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ζητεί από την εν λόγω αρχή να ασκήσει την εν λόγω εξουσία αμελλητί:
13.-(1) Η έκδοση της απόφασης σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση ΕΕΕ, καθώς και η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, πραγματοποιούνται με την ταχύτητα και την προτεραιότητα με την οποία θα πραγματοποιείτο παρόμοια εγχώρια υπόθεση και, εν πάση περιπτώσει, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
(2) Αν η αρχή έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ ότι, λόγω δικονομικών προθεσμιών, λόγω της σοβαρότητας του αδικήματος ή λόγω άλλων ιδιαίτερα επειγουσών περιστάσεων, απαιτείται συντομότερη προθεσμία από αυτήν που καθορίζεται στο παρόν άρθρο, ή αν η αρχή έκδοσης έχει δηλώσει στην ΕΕΕ ότι το ερευνητικό μέτρο πρέπει να εκτελεστεί σε συγκεκριμένη ημερομηνία, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερο υπόψη αυτό το αίτημα.
(3) Η απόφαση για την αναγνώριση ή την εκτέλεση ΕΕΕ εκδίδεται από την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης το συντομότερο δυνατόν και, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (5), το αργότερον εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ΕΕΕ.
(4) Σε περίπτωση που δεν συντρέχει κανένας από τους αναφερόμενους στο άρθρο 16 λόγους αναβολής ή σε περίπτωση που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της Δημοκρατίας αποδεικτικά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στο ερευνητικό μέτρο που προβλέπει η ΕΕΕ, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εκτελεί αμελλητί το ερευνητικό μέτρο, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (5), το αργότερον εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία λήψης της αναφερόμενης στο εδάφιο (3) απόφασης.
(5) Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) προθεσμία ή την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) συγκεκριμένη ημερομηνία, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και τον χρόνο που εκτιμά ότι θα χρειαστεί για την έκδοση της απόφασης:
(6) Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (4) προθεσμία, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης, και διαβουλεύεται με την αρχή έκδοσης για τον κατάλληλο χρόνο εκτέλεσης του ερευνητικού μέτρου.
14.-(1)(α) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης διαβιβάζει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο κράτος έκδοσης τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκέντρωσε ή που βρίσκονται ήδη στην κατοχή των αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης της ΕΕΕ.
(β) Σε περίπτωση που ζητείται στην ΕΕΕ και, ει δυνατόν, βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) αποδεικτικά στοιχεία διαβιβάζονται απευθείας στις αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης που συμβάλλουν στην εκτέλεση της ΕΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 9 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και του εδαφίου (4) του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου.
(2) Η διαβίβαση των αποδεικτικών στοιχείων δύναται να ανασταλεί όσο εκκρεμεί απόφαση σχετικά με ένδικο μέσο, εκτός αν η αρχή έκδοσης έχει αποδείξει επαρκώς στην ΕΕΕ ότι η άμεση διαβίβαση είναι ουσιώδους σημασίας για την ορθή διεξαγωγή της έρευνας ή τη διαφύλαξη των ατομικών δικαιωμάτων, ωστόσο η διαβίβαση αποδεικτικών στοιχείων αναστέλλεται σε περίπτωση που θα προκαλούσε σοβαρή και μη αναστρέψιμη ζημία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
(3) Κατά τη διαβίβαση των συγκεντρωθέντων αποδεικτικών στοιχείων, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης επισημαίνει κατά πόσο επιθυμεί όπως τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία επιστραφούν στη Δημοκρατία μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης.
(4) Σε περίπτωση που τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα είναι ήδη χρήσιμα για άλλη διαδικασία-
(α) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, κατόπιν ρητής αίτησης της αρχής έκδοσης και έπειτα από διαβουλεύσεις με την αρχή έκδοσης, δύναται να διαβιβάσει προσωρινά τα αποδεικτικά στοιχεία υπό τον όρο ότι θα επιστραφούν στη Δημοκρατία μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή ή υπό οποιαδήποτε περίσταση που θα συμφωνηθεί μεταξύ των αρμοδίων αρχών.
(β) η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να υποβάλει ρητή αίτηση για να διαβιβαστούν προσωρινά τα αποδεικτικά στοιχεία σε αυτή και να διαβουλευτεί προς το σκοπό αυτό με την αρχή εκτέλεσης υπό τον όρο ότι θα επιστραφούν στο κράτος εκτέλεσης μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στη Δημοκρατία ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή ή υπό οποιαδήποτε περίσταση που θα συμφωνηθεί μεταξύ των αρμοδίων αρχών.
15.-(1) Για την εκτέλεση των ερευνητικών μέτρων που προβλέπονται στην ΕΕΕ, εφαρμόζονται ένδικα μέσα ισοδύναμα με αυτά που προβλέπονται σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.
(2)(α) Οι ουσιαστικοί λόγοι για την έκδοση της ΕΕΕ δύνανται να προσβληθούν μόνο με ένδικο μέσο στο έδαφος του κράτους έκδοσης, χωρίς επηρεασμό των διασφαλίσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο κράτος εκτέλεσης.
(β) Σε περίπτωση που η ΕΕΕ εκδόθηκε από την κυπριακή αρχή έκδοσης, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, κατά των ουσιαστικών λόγων για τους οποίους εκδόθηκε η ΕΕΕ, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της.
(γ) Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διαδικαστικό κανονισμό για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (β).
(3) Εφόσον δεν υπονομεύεται η ανάγκη διασφάλισης της εμπιστευτικότητας έρευνας, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 20, η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, κατά περίπτωση, λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα, ώστε να εξασφαλιστεί ότι παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες άσκησης των ένδικων μέσων βάσει, κατά περίπτωση, του δικαίου του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης όταν προσήκει η εφαρμογή τους και σε χρόνο κατάλληλο ώστε να είναι εφικτή η αποτελεσματική άσκησή τους.
(4) Η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνουν την αρχή εκτέλεσης και την αρχή έκδοσης, αντίστοιχα, σχετικά με τα ένδικα μέσα που ασκούνται κατά της έκδοσης ή της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ.
(5) Νομική αμφισβήτηση δεν αναστέλλει την εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, εκτός αν αυτό προβλέπεται σε παρόμοιες εγχώριες υποθέσεις.
(6)(α) Επιτυχής αμφισβήτηση της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ λαμβάνεται υπόψη από τη Δημοκρατία ως κράτος έκδοσης σύμφωνα με το δίκαιό της.
(β) Χωρίς επηρεασμό των δικονομικών κανόνων της Δημοκρατίας, σε ποινικές διαδικασίες, κατά την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώθηκαν δυνάμει ΕΕΕ, γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα της υπεράσπισης και η νομιμότητα της διαδικασίας.
16.-(1) Η αναγνώριση ή η εκτέλεση της ΕΕΕ δύναται να αναβληθεί στο κράτος εκτέλεσης εφόσον-
(α) Η εκτέλεσή της δυνατό να παραβλάψει μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα ή δίωξη, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει αναγκαίο το κράτος εκτέλεσης·
(β) τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα χρησιμοποιούνται ήδη στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, μέχρις ότου αυτά να μην είναι πλέον απαραίτητα προς τούτο.
(2) Μόλις εκλείψει ο λόγος αναβολής, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνει αμελλητί τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση της ΕΕΕ και ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως.
17.-(1) Η κεντρική αρχή ή η κυπριακή αρχή εκτέλεσης που παραλαμβάνει ΕΕΕ γνωστοποιεί την παραλαβή, χωρίς καθυστέρηση και εν πάση περιπτώσει εντός εβδομάδος από την παραλαβή της ΕΕΕ, συμπληρώνοντας και αποστέλλοντας το έντυπο που παρατίθεται στο Παράρτημα ΙΙ:
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 11, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης πάραυτα με οποιοδήποτε μέσο αν-
(α) Είναι αδύνατον για την κυπριακή αρχή εκτέλεσης να λάβει απόφαση σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση, διότι το έντυπο του παραρτήματος Α της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ είναι ελλιπές ή προδήλως εσφαλμένο· ή/και
(β) στην πορεία εκτέλεσης της ΕΕΕ η κυπριακή αρχή εκτέλεσης κρίνει, χωρίς περαιτέρω έρευνες, ότι ενδέχεται να χρειασθεί η διενέργεια ερευνητικών μέτρων τα οποία δεν είχαν προβλεφθεί αρχικά ή δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστούν κατά την έκδοση της ΕΕΕ, για να δώσει στην αρχή έκδοσης τη δυνατότητα να αναλάβει περαιτέρω δράση στη συγκεκριμένη υπόθεση· ή/και
(γ) η κυπριακή αρχή εκτέλεσης διαπιστώσει ότι, στη συγκεκριμένη υπόθεση, δεν μπορεί να τηρήσει τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που έχει ορίσει ρητά η αρχή έκδοσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10:
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 11, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης πληροφορεί την αρχή έκδοσης χωρίς καθυστέρηση με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως αναφορικά με οποιαδήποτε απόφαση-
(α) Λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 ή του άρθρου 12·
(β) σχετική με την αναβολή της εκτέλεσης ή της αναγνώρισης της ΕΕΕ, τους λόγους της αναβολής, και ει δυνατόν, την αναμενόμενη διάρκεια της αναβολής.
18. Οι υπάλληλοι του κράτους έκδοσης, που είναι παρόντες στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, θεωρούνται υπάλληλοι της Δημοκρατίας όσον αφορά αδικήματα που διαπράττονται σε βάρος τους ή από τους ίδιους.
19.(1) Σε περίπτωση που, στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, υπάλληλοι κράτους μέλους είναι παρόντες στο έδαφος της Δημοκρατίας, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για οποιαδήποτε ζημία αυτοί προκαλέσουν κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους στη Δημοκρατία, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας.
(2) Σε περίπτωση που προκληθεί ζημία στο έδαφος της Δημοκρατίας όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), η Δημοκρατία επανορθώνει τη ζημία αυτή υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες τις οποίες προκαλούν οι δικοί της υπάλληλοι.
(3) Σε περίπτωση που υπάλληλοι της Δημοκρατίας προξένησαν ζημία σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, η Δημοκρατία επιστρέφει το σύνολο των ποσών που κατέβαλε το άλλο κράτος μέλος στους παθόντες ή σε άλλους δικαιούχους.
(4) Χωρίς επηρεασμό της άσκησης των δικαιωμάτων της έναντι τρίτων και ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3), η Δημοκρατία παραιτείται, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), από τη δυνατότητα να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος αποζημίωση για ζημίες που υπέστη.
20.(1) Κατά την εκτέλεση ΕΕΕ η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της έρευνας.
(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εγγυάται, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας, την εμπιστευτικότητα των πραγματικών περιστατικών και της ουσίας της ΕΕΕ, εκτός των αναγκαίων για την εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου:
(3) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δεν αποκαλύπτει τα αποδεικτικά στοιχεία και τις πληροφορίες που της έδωσε η αρχή εκτέλεσης -
(α) Παρεκτός σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας και εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη υπόδειξη ή πληροφόρηση από την αρχή εκτέλεσης, ή/και
(β) εκτός από εκείνα των οποίων η κοινοποίηση είναι αναγκαία για τις έρευνες ή τις διαδικασίες που περιγράφονται στην ΕΕΕ.
(4) Τράπεζα δεν αποκαλύπτει στον ενδιαφερόμενο πελάτη της ή σε άλλο τρίτο πρόσωπο το γεγονός ότι έχουν διαβιβασθεί πληροφορίες στο κράτος έκδοσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 ή/και του άρθρου 28 ή το γεγονός ότι μια έρευνα βρίσκεται υπό εξέλιξη.
21.-(1)(α) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου προστατεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και η επεξεργασία τους πραγματοποιείται βάσει των ακόλουθων διατάξεων:
(i) Tου περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου∙
(ii) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, σε περίπτωση κατά την οποία δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου, σε σχέση με τις διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 5∙
(iii) του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Κυρωτικού) Νόμου∙
(iv) του περί Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα του 1981 (Κυρωτικού) Νόμου∙ και
(v) του Κυρωτικού του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού χαρακτήρα του 1981 Νόμου.
(β) Η πρόσβαση στα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου (α) δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται άνευ επηρεασμού των δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου προσώπου και πρόσβαση σε αυτά έχουν μόνο εξουσιοδοτημένα άτομα.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου “Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679” σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)”.
22.(1) Αν στον παρόντα Νόμο δεν προβλέπεται διαφορετικά, όλα τα έξοδα που προκύπτουν στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης και σχετίζονται με την εκτέλεση ΕΕΕ βαρύνουν τη Δημοκρατία.
(2) Σε περίπτωση που η κυπριακή αρχή εκτέλεσης θεωρεί ότι τα έξοδα για την εκτέλεση της ΕΕΕ δυνατόν να θεωρηθούν εξαιρετικά υψηλά, δύναται να προχωρήσει σε διαβούλευση με την αρχή έκδοσης σχετικά με το αν και πώς μπορούν να κατανεμηθούν τα έξοδα ή να τροποποιηθεί η ΕΕΕ και, προς το σκοπό τούτο, ενημερώνει την αρχή έκδοσης σχετικά με τις λεπτομέρειες του μέρους των εξόδων που θεωρείται εξαιρετικά υψηλό.
(3) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος έκδοσης και η αρχή εκτέλεσης προχωρήσει σε διαβούλευση με την κυπριακή αρχή έκδοσης αναφορικά με την κατανομή των εξόδων εκτέλεσης ΕΕΕ, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (2) του άρθρου 21 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και δεν επιτυγχάνεται συμφωνία, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να αποφασίσει όπως -
(α) Αποσύρει εν όλω ή εν μέρει την ΕΕΕ· ή
(β) διατηρήσει την ΕΕΕ και επιβαρυνθεί με το μέρος των εξόδων που θεωρείται εξαιρετικά υψηλό.