Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2014/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις»,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας σε Ποινικές Υποθέσεις Νόμος του 2017.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετική έννοια-

«Απόφαση-Πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Απόφαση-Πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003 σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωσηˑ

«αρχή έκδοσης» σημαίνει τις πιο κάτω αρχές κράτους έκδοσης άλλου από την Δημοκρατία:

(α) δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα με αρμοδιότητα στη συγκεκριμένη υπόθεση, ή

(β) κάθε άλλη αρμόδια αρχή ορισθείσα από κράτος έκδοσης, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση ενεργεί ως ανακριτική αρχή σε ποινική διαδικασία, αρμοδία να διατάσσει τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης:

Νοείται ότι σε περίπτωση που, προτού διαβιβαστεί στην αρχή εκτέλεσης, η ΕΕΕ επικυρώνεται, αφού εξεταστεί αν τηρεί τις προϋποθέσεις της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ για την έκδοση ΕΕΕ, ιδίως αυτές που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 αυτής, από δικαστή, δικαστήριο, ανακριτή ή εισαγγελέα στο κράτος έκδοσης, η αρχή αυτή δύναται επίσης να θεωρηθεί αρχή έκδοσης για τους σκοπούς της διαβίβασης της ΕΕΕ·

«αρχή εκτέλεσης» σημαίνει αρχή κράτους εκτέλεσης άλλου από την Δημοκρατία, η οποία είναι αρμόδια να αναγνωρίζει ΕΕΕ και να εξασφαλίζει την εκτέλεσή της σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και τις ισχύουσες διαδικασίες σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, οι οποίες διαδικασίες δυνατό να απαιτούν έγκριση δικαστηρίου στο κράτος εκτέλεσης όταν αυτό προβλέπεται από το δίκαιό του∙

«Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας» ή «ΕΕΕ» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας που καθορίζεται στο άρθρο 3·

«Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο» σημαίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο που δημιουργήθηκε με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κοινή Δράση της 29ης Ιουνίου 1998 που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τη δημιουργία ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου» και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Απόφαση 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο»·

«κεντρική αρχή» σημαίνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, το οποίο καθορίζεται ως κεντρική αρχή δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 8·

«κράτος έκδοσης» σημαίνει κράτος μέλος στο οποίο εκδίδεται ΕΕΕ·

«κράτος εκτέλεσης» σημαίνει κράτος μέλος στο οποίο εκτελείται ΕΕΕ και στο οποίο πρέπει να εκτελεστεί το ερευνητικό μέτρο∙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙

«κυπριακή αρχή έκδοσης» σημαίνει Επαρχιακό Δικαστή στην επαρχία του οποίου υπάγεται η κατά τόπο αρμοδιότητα εκδίκασης της αξιόποινης πράξης αναφορικά με την οποία εκδίδεται η ΕΕΕ∙

«κυπριακή αρχή εκτέλεσης» σημαίνει -

(α) τον κατά περίπτωση αρμόδιο από τους ακόλουθους δικαστές, όταν, σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, τέτοιος δικαστής έχει δικαιοδοσία να διατάξει τη λήψη ερευνητικού μέτρου, το οποίο καλύπτεται από την ΕΕΕ:

(i) Επαρχιακός Δικαστής στην περιφέρεια του οποίου ζητείται η εκτέλεση της ΕΕΕ, ή

(ii) Επαρχιακός Δικαστής Λευκωσίας στην περίπτωση που είναι άγνωστος ο τόπος εκτέλεσης της ΕΕΕ, ή

(β) την κατά περίπτωση αρμόδια από τις ακόλουθες αρχές, όταν, σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, η εν λόγω αρχή έχει αρμοδιότητα να αποφασίσει τη λήψη ερευνητικού μέτρου το οποίο καλύπτεται από την ΕΕΕ:

(i) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,

(ii) ο Αρχηγός Αστυνομίας,

(iii) ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων,

(iv) ο Έφορος Φορολογίας∙

«Οδηγία 2014/41/ΕΕ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2014/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις».

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΤΟΛΗ ΕΡΕΥΝΑΣ
Ορισμός Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας και υποχρέωση εκτέλεσής της

3.-(1) Η Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας είναι δικαστική απόφαση την οποία εκδίδει ή επικυρώνει δικαστική αρχή κράτους έκδοσης με σκοπό-

(α) Την εκτέλεση ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων ερευνητικών μέτρων σε άλλο κράτος μέλος ως κράτος εκτέλεσης για τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, ή/και

(β) τη λήψη αποδεικτικών στοιχείων ευρισκομένων ήδη στην κατοχή των αρμόδιων αρχών του κράτους εκτέλεσης.

(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εκτελεί όλες τις ΕΕΕ με βάση την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης.

(3) Την έκδοση ΕΕΕ δικαιούται να αιτηθεί-

(α) Ύποπτος ή κατηγορούμενος, ή δικηγόρος εξ ονόματός του, στο πλαίσιο των δικαιωμάτων υπεράσπισης που προβλέπει το δίκαιο και η ποινική δικονομία της Δημοκρατίας,

(β) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,

(γ) ο Αρχηγός Αστυνομίας,

(δ) ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων,

(ε) ο Έφορος Φορολογίας,

(στ) ποινικός ανακριτής, εξουσιοδοτημένος δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.

(4) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν μεταβάλλουν την υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και νομικών αρχών, όπως κατοχυρώνονται στο Άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων υπεράσπισης των προσώπων τα οποία υπόκεινται σε ποινικές διαδικασίες, και δε θίγουν τις τυχόν υποχρεώσεις που βαρύνουν τις δικαστικές αρχές ως προς το θέμα αυτό.

Πεδίο εφαρμογής της ΕΕΕ

4. Η ΕΕΕ καλύπτει κάθε ερευνητικό μέτρο, με εξαίρεση τη σύσταση κοινής ομάδας έρευνας και τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο κοινής ομάδας έρευνας κατά τα οριζόμενα -

(α) Στο Άρθρο 13 της Σύμβασης για την Αμοιβαία Δικαστική Συνδρομή επί Ποινικών Υποθέσεων μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κυρώθηκε δια του περί της Σύμβασης, καταρτιζόμενης από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 34 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την Αμοιβαία Δικαστική Συνδρομή επί Ποινικών Υποθέσεων μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πρωτοκόλλου της (Κυρωτικού) Νόμου, με εξαίρεση την περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 8 του άρθρου 13 της εν λόγω Σύμβασης, και

(β) στον περί Κοινών Ομάδων Έρευνας Νόμο, με εξαίρεση την περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 9 του νόμου αυτού.

Είδη διαδικασιών επιδεχομένων ΕΕΕ

5. Η ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί -

(α) Σε ποινική διαδικασία που κινείται από δικαστική αρχή ή δυνατόν να κινηθεί ενώπιόν της για ποινικό αδίκημα βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας ως κράτους έκδοσης·

(β) σε διαδικασία που κινούν διοικητικές αρχές όταν η διαδικασία αφορά πράξεις που τιμωρούνται βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, ως κράτους έκδοσης, ως παραβάσεις των κανόνων δικαίου και όταν η απόφαση της διοικητικής ή δικαστικής αρχής δυνατό να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία σε ποινικές υποθέσεις·

(γ) σε διαδικασία που κινούν δικαστικές αρχές όταν η διαδικασία αφορά πράξεις που τιμωρούνται βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, ως κράτους έκδοσης, ως παραβάσεις των κανόνων δικαίου και όταν η απόφαση της διοικητικής ή δικαστικής αρχής δυνατό να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία σε ποινικές υποθέσεις· και

(δ) σε οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες στις παραγράφους (α), (β) ή/και (γ) διαδικασία, η οποία αφορά αδικήματα ή παραβάσεις δυνάμενα να στοιχειοθετήσουν την ευθύνη ή να επισύρουν την τιμωρία νομικού προσώπου στη Δημοκρατία.

Περιεχόμενο και μορφή της ΕΕΕ

6.-(1) Η ΕΕΕ, όπως παρατίθεται στο έντυπο του Παραρτήματος Ι, συμπληρώνεται και υπογράφεται από την κυπριακή αρχή έκδοσης, η οποία πιστοποιεί την ακρίβεια και βεβαιώνει την ορθότητα του περιεχομένου της.

(2) Η ΕΕΕ περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Στοιχεία σχετικά με την αρχή έκδοσης και, κατά περίπτωση, την αρχή επικύρωσης·

(β) το αντικείμενο και τους λόγους έκδοσης της ΕΕΕ·

(γ) τις απαραίτητες διαθέσιμες πληροφορίες για το πρόσωπο που αφορά η ΕΕΕ·

(δ) περιγραφή της αξιόποινης πράξης που αποτελεί αντικείμενο έρευνας ή διαδικασίας, και των ισχυουσών διατάξεων του ποινικού δικαίου της Δημοκρατίας ως κράτους έκδοσης·

(ε) περιγραφή του ή των ερευνητικών μέτρων που ζητούνται και των αποδεικτικών στοιχείων που πρέπει να συγκεντρωθούν.

(3) Το έντυπο της ΕΕΕ, όπως αυτό εκτίθεται στο Παράρτημα Ι, μεταφράζεται από την κυπριακή αρχή έκδοσης στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκτέλεσης ή σε όποια άλλη γλώσσα υποδείξει το κράτος εκτέλεσης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 5 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ.

(4) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία είναι κράτος εκτέλεσης, δύναται να χρησιμοποιηθεί για τη συμπλήρωση ή τη μετάφραση ΕΕΕ εκδοθείσας σε άλλο κράτος μέλος η Αγγλική γλώσσα ή επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
Προϋποθέσεις έκδοσης και διαβίβασης ΕΕΕ

7.-(1) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να εκδίδει ΕΕΕ μόνον όταν κρίνει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η έκδοση της ΕΕΕ είναι απαραίτητη και αναλογική για τους σκοπούς της προβλεπόμενης στο άρθρο 5 διαδικασίας, λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων του υπόπτου ή του κατηγορουμένου·

(β) το ή τα ερευνητικά μέτρα που προβλέπονται στην ΕΕΕ θα μπορούσαν να είχαν διαταχθεί υπό τις ίδιες προϋποθέσεις σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

(2) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) προϋποθέσεις αξιολογούνται σε κάθε υπόθεση από την κυπριακή αρχή έκδοσης.

(3)(α) Όταν η κυπριακή αρχή εκτέλεσης έχει λόγους να πιστεύει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, δύναται να συμβουλευτεί την αρχή έκδοσης σχετικά με τη σημαντικότητα της εκτέλεσης της ΕΕΕ.

(β) Σε περίπτωση που αρχή εκτέλεσης διαβουλευτεί με την κυπριακή αρχή έκδοσης κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να ανακαλέσει την ΕΕΕ.

Διαβίβαση της ΕΕΕ

8.-(1) Η κυπριακή αρχή έκδοσης διαβιβάζει την ΕΕΕ στην αρχή εκτέλεσης, συμπληρωμένη κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6, με οποιοδήποτε μέσο δυνάμενο να τεκμηριωθεί εγγράφως και κατά τρόπον ώστε το κράτος εκτέλεσης να μπορεί να πιστοποιήσει τη γνησιότητά της.

(2) Κάθε περαιτέρω επίσημη επικοινωνία γίνεται απευθείας μεταξύ της κυπριακής αρχής έκδοσης και της αρχής εκτέλεσης.

(3) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως επικουρεί την κυπριακή αρχή έκδοσης και την κυπριακή αρχή εκτέλεσης ως κεντρική αρχή, ιδίως κατά τη διοικητική παραλαβή και διαβίβαση της ΕΕΕ, καθώς και κατά τη σχετική επίσημη αλληλογραφία.

(4) Σε περίπτωση που ΕΕΕ εκδοθείσα σε άλλο κράτος μέλος καλύπτει ερευνητικά μέτρα, μερικά εκ των οποίων εμπίπτουν στη δικαιοδοσία δικαστή, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του ορισμού του όρου «κυπριακή αρχή εκτέλεσης» στο άρθρο 2, ενώ άλλα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα αρχής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β) του προαναφερόμενου ορισμού, το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως μεριμνά ώστε η ΕΕΕ να υποβληθεί στον αρμόδιο δικαστή, ή διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή την ΕΕΕ ανάλογα με την περίπτωση, και έκαστος από αυτούς αναγνωρίζει την ΕΕΕ και εξασφαλίζει την εκτέλεσή της, στην έκταση που η ΕΕΕ αφορά ερευνητικό μέτρο το οποίο εμπίπτει στην δικαιοδοσία του δικαστή ή στην αρμοδιότητα της αρχής, κατά περίπτωση.

(5) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να διαβιβάσει ΕΕΕ μέσω του συστήματος τηλεπικοινωνιών του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου.

(6) Αν η αρχή εκτέλεσης είναι άγνωστη, η κυπριακή αρχή έκδοσης προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες αναζητήσεις, μεταξύ άλλων και μέσω των σημείων επαφής του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου, για να λάβει πληροφορίες από το κράτος εκτέλεσης.

(7) Αν αρχή της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης παραλάβει ΕΕΕ αλλά δεν έχει αρμοδιότητα να την αναγνωρίσει και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεσή της, διαβιβάζει αυτεπαγγέλτως την ΕΕΕ στην κυπριακή αρχή εκτέλεσης και ενημερώνει προς τούτο την αρχή έκδοσης.

(8) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης και η κυπριακή αρχή έκδοσης επιλύουν προβλήματα όσον αφορά τη διαβίβαση ή τη διαπίστωση της γνησιότητας οποιουδήποτε εγγράφου απαιτείται για την εκτέλεση της ΕΕΕ με απευθείας επαφές με την αρμόδια αρχή έκδοσης και την αρμόδια αρχή εκτέλεσης, αντίστοιχα, ή, αν χρειάζεται, με τη βοήθεια της κεντρικής αρχής του σχετικού κράτους μέλους.

ΕΕΕ σχετιζόμενη με προγενέστερη ΕΕΕ

9.-(1) Αν η κυπριακή αρχή έκδοσης εκδώσει EΕΕ που συμπληρώνει προγενέστερη ΕΕΕ (εφεξής «η συμπληρωματική ΕΕΕ»), επισημαίνει το γεγονός αυτό στην ΕΕΕ και συγκεκριμένα στην Ενότητα Δ του εντύπου που εκτίθεται στο Παράρτημα Ι.

(2) Σε περίπτωση που η κυπριακή αρχή έκδοσης προσφέρει βοήθεια στην εκτέλεση ΕΕΕ στο κράτος εκτέλεσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 10 δύναται να απευθύνει συμπληρωματική ΕΕΕ απευθείας στην αρχή εκτέλεσης, κατά το διάστημα κατά το οποίο είναι παρούσα σε αυτό το κράτος, χωρίς επηρεασμό των κοινοποιήσεων που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 34.

(3) Συμπληρωματική ΕΕΕ, που εκδίδεται από κυπριακή αρχή έκδοσης, πιστοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ
Αναγνώριση και εκτέλεση ΕΕΕ

10.-(1) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει άνευ ετέρου ΕΕΕ διαβιβασθείσα κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και μεριμνά για την εκτέλεσή της κατά τον ίδιο τρόπο και διαδικασία ως εάν επρόκειτο για ερευνητικό μέτρο διαταχθέν από αρχή της Δημοκρατίας, εκτός αν η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αποφασίζει να επικαλεστεί έναν εκ των λόγων μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης ή έναν εκ των λόγων αναβολής που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στην Οδηγία 2014/41/ΕΕ.

(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης τηρεί τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που έχει ορίσει ρητώς η αρχή έκδοσης-

(α) Εκτός αν προβλέπεται άλλως στον παρόντα Νόμο και στην Οδηγία 2014/41/ΕΕ, και

(β) υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατυπώσεις και διαδικασίες δεν είναι αντίθετες προς τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας.

(3) Σε περίπτωση που ΕΕΕ παραλαμβάνεται από κυπριακή αρχή εκτέλεσης και δεν έχει εκδοθεί ή επικυρωθεί από δικαστική αρχή, κατά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο γ) του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης επιστρέφει την ΕΕΕ στο κράτος έκδοσης.

(4)(α) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να ζητήσει, από μία ή περισσότερες αρχές της Δημοκρατίας, να βοηθήσουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ στο βαθμό που οι ορισθείσες αρχές της Δημοκρατίας θα μπορούσαν να συνδράμουν στην εκτέλεση των ερευνητικών μέτρων που αναφέρονται στην ΕΕΕ σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

(β) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης συμμορφώνεται με αίτημα που λαμβάνει από αρχή έκδοσης για συνδρομή αρχής του κράτους έκδοσης κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ εφόσον η συνδρομή αυτή δεν αντιτίθεται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας και δεν βλάπτει τα ουσιώδη συμφέροντά εθνικής ασφάλειας της Δημοκρατίας.

(5) Οι αρχές του κράτους έκδοσης, παρούσες στη Δημοκρατία ως κράτος εκτέλεσης, δεσμεύονται από το δίκαιο της Δημοκρατίας κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ και δεν διαθέτουν εξουσίες επιβολής του νόμου στο έδαφος της Δημοκρατίας, εκτός αν η άσκηση των εξουσιών αυτών στο έδαφος Δημοκρατίας είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Δημοκρατίας και στο βαθμό που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της αρχής έκδοσης και της κυπριακής αρχής εκτέλεσης.

(6) Η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύνανται να συνεννοούνται με την αρχή εκτέλεσης και την αρχή έκδοσης, αντίστοιχα, με οποιοδήποτε μέσο κρίνουν πρόσφορο, για να διευκολύνουν την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 9 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ.

Προσφυγή σε εναλλακτικά ερευνητικά μέτρα

11.-(1) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης χρησιμοποιεί κατά το δυνατόν ερευνητικό μέτρο άλλο από το προβλεπόμενο στην ΕΕΕ, όταν-

(α) Το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν υφίσταται στο δίκαιο της Δημοκρατίας, ή/και

(β) το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν θα ήταν διαθέσιμο σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 12, το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται για τα ακόλουθα ερευνητικά μέτρα, τα οποία πρέπει πάντοτε να είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο του δικαίου της Δημοκρατίας:

(α) Απόκτηση πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της κυπριακής αρχής εκτέλεσης και εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες ή τα αποδεικτικά στοιχεία θα μπορούσαν να έχουν αποκτηθεί σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας ή για τους σκοπούς της ΕΕΕ·

(β) απόκτηση πληροφοριών που περιέχονται σε βάσεις δεδομένων τις οποίες τηρούν αστυνομικές ή δικαστικές αρχές και στις οποίες έχει άμεση πρόσβαση η κυπριακή αρχή εκτέλεσης στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας·

(γ) εξέταση μάρτυρα, θύματος, υπόπτου ή τρίτου προσώπου στο έδαφος της Δημοκρατίας·

(δ) οποιοδήποτε μη παρεμβατικό ερευνητικό μέτρο κατά τα οριζόμενα στο δίκαιο της Δημοκρατίας·

(ε) αναγνώριση προσώπων που έχουν συνδρομή σε έναν συγκεκριμένο αριθμό τηλεφώνου ή διεύθυνση IP.

(3) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύναται επίσης να προσφεύγει σε ερευνητικό μέτρο διαφορετικό από αυτό που προβλέπεται στην ΕΕΕ, όταν το ερευνητικό μέτρο που επιλέγει η κυπριακή αρχή εκτέλεσης θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το ερευνητικό μέτρο που προβλέπεται στην ΕΕΕ με λιγότερο οχληρό τρόπο.

(4) Όταν η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αποφασίζει να αξιοποιήσει οποιανδήποτε από τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) ή/και (3) δυνατότητες, ενημερώνει πρώτα την αρχή έκδοσης, η οποία δύναται να αποφασίσει να αποσύρει ή να συμπληρώσει την ΕΕΕ.

(5) Όταν, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ δεν υφίσταται στο δίκαιο της Δημοκρατίας ή δεν θα ήταν διαθέσιμο σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, και όταν δεν υπάρχει άλλο ερευνητικό μέτρο που θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα με αυτό που ζητείται, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης ότι δεν κατέστη δυνατό να παράσχει τη συνδρομή που ζητήθηκε.

Λόγοι μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης

12.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 3, η αναγνώριση ή η εκτέλεση μιας ΕΕΕ δύναται να απορριφθεί από την κυπριακή αρχή εκτέλεσης όταν-

(α) Υπάρχει ασυλία ή προνόμιο, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας, που εμποδίζει την εκτέλεση της ΕΕΕ ή όταν υπάρχουν κανόνες περί ορισμού και περιορισμού της ποινικής ευθύνης σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης, που εμποδίζει την εκτέλεση της ΕΕΕ,

(β) στην συγκεκριμένη περίπτωση, η εκτέλεση της ΕΕΕ θα έβλαπτε ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας, θα έθετε σε κίνδυνο την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών σχετικών με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών,

(γ) η ΕΕΕ έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο (β) ή στην παράγραφο (γ) του άρθρου 5, και το ερευνητικό μέτρο δεν θα επιτρεπόταν από το δίκαιο της Δημοκρατίας σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση,

(δ) η εκτέλεση της ΕΕΕ αντίκειται στην αρχή ότι ουδείς δικάζεται δεύτερη φορά για το ίδιο αδίκημα («ne bis in idem»),

(ε) η ΕΕΕ αφορά ποινικό αδίκημα για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ότι διαπράχθηκε εκτός του εδάφους του κράτους έκδοσης και εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης, και η συμπεριφορά για την οποία εκδόθηκε η ΕΕΕ δεν συνιστά αδίκημα στη Δημοκρατία,

(στ) υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρηθεί ότι η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, που αναφέρεται στην ΕΕΕ, θα ήταν ασύμβατη με τις υποχρεώσεις της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,

(ζ) η συμπεριφορά για την οποία έχει εκδοθεί η ΕΕΕ δεν συνιστά αδίκημα κατά το δίκαιο της Δημοκρατίας, εκτός αν αφορά αδίκημα περιλαμβανόμενο στις κατηγορίες αδικημάτων του παραρτήματος Δ της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, όπως αναφέρεται από την αρχή έκδοσης στην ΕΕΕ, αν τιμωρείται στο κράτος έκδοσης με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με μέτρο στέρησης της ελευθερίας μέγιστης διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) ετών, ή

(η) η χρήση του ερευνητικού μέτρου που αναφέρεται στην ΕΕΕ περιορίζεται, βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, σε κατάλογο ή σε κατηγορία αδικημάτων ή σε αδικήματα που τιμωρούνται με ποινή υπερβαίνουσα ένα συγκεκριμένο κατώτατο όριο, που δεν περιλαμβάνει το αδίκημα το οποίο αφορά η ΕΕΕ.

(2) Οι διατάξεις των παραγράφων (ζ) και (η) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε σχέση με τα αναφερόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 11 ερευνητικά μέτρα.

(3) Σε περίπτωση που η ΕΕΕ αφορά αδίκημα που σχετίζεται με το φορολογικό, τελωνειακό ή τραπεζικό τομέα, η αναγνώριση ή η εκτέλεσή της δεν δύναται να απορριφθεί από την κυπριακή αρχή εκτέλεσης με τη δικαιολογία ότι το δίκαιο της Δημοκρατίας δεν επιβάλλει το ίδιο είδος φόρου ή δασμού ή δεν περιλαμβάνει το ίδιο είδος ρύθμισης με το δίκαιο του κράτους έκδοσης όσον αφορά φορολογικά, τελωνειακά ή τραπεζικά ζητήματα.

(4) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (δ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1), η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, προτού αποφασίσει να μην αναγνωρίσει ή να μην εκτελέσει, εν όλω ή εν μέρει, ΕΕΕ, συμβουλεύεται την αρχή έκδοσης με κάθε πρόσφορο μέσο και, αν χρειάζεται, ζητεί από την αρχή έκδοσης να της παράσχει αμελλητί κάθε απαραίτητη πληροφορία.

(5) Στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) περίπτωση και εφόσον η εξουσία άρσης του προνομίου ή της ασυλίας ανήκει στην αρμοδιότητα αρχής της Δημοκρατίας, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ζητεί από την εν λόγω αρχή να ασκήσει την εν λόγω εξουσία αμελλητί:

Νοείται ότι, αν η εξουσία άρσης του προνομίου ή της ασυλίας ανήκει στην αρμοδιότητα αρχής άλλου κράτους μέλους ή διεθνούς οργανισμού, εναπόκειται στην αρχή έκδοσης να ζητήσει από την εν λόγω αρχή να ασκήσει την εξουσία αυτή:

Νοείται περαιτέρω ότι, στην αναφερόμενη στο στοιχείο (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 11 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ περίπτωση η εξουσία άρσης του αναφερόμενου στο στοιχείο αυτό προνομίου ή ασυλίας ανήκει στην αρμοδιότητα αρχής κράτους μέλους άλλου από το κράτος εκτέλεσης ή διεθνούς οργανισμού, εναπόκειται στην κυπριακή αρχή έκδοσης να ζητήσει από την εν λόγω αρχή να ασκήσει την εξουσία αυτή.

Προθεσμίες για την αναγνώριση ή την εκτέλεση ΕΕΕ

13.-(1) Η έκδοση της απόφασης σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση ΕΕΕ, καθώς και η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, πραγματοποιούνται με την ταχύτητα και την προτεραιότητα με την οποία θα πραγματοποιείτο παρόμοια εγχώρια υπόθεση και, εν πάση περιπτώσει, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

(2) Αν η αρχή έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ ότι, λόγω δικονομικών προθεσμιών, λόγω της σοβαρότητας του αδικήματος ή λόγω άλλων ιδιαίτερα επειγουσών περιστάσεων, απαιτείται συντομότερη προθεσμία από αυτήν που καθορίζεται στο παρόν άρθρο, ή αν η αρχή έκδοσης έχει δηλώσει στην ΕΕΕ ότι το ερευνητικό μέτρο πρέπει να εκτελεστεί σε συγκεκριμένη ημερομηνία, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερο υπόψη αυτό το αίτημα.

(3) Η απόφαση για την αναγνώριση ή την εκτέλεση ΕΕΕ εκδίδεται από την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης το συντομότερο δυνατόν και, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (5), το αργότερον εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ΕΕΕ.

(4) Σε περίπτωση που δεν συντρέχει κανένας από τους αναφερόμενους στο άρθρο 16 λόγους αναβολής ή σε περίπτωση που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της Δημοκρατίας αποδεικτικά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στο ερευνητικό μέτρο που προβλέπει η ΕΕΕ, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εκτελεί αμελλητί το ερευνητικό μέτρο, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (5), το αργότερον εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία λήψης της αναφερόμενης στο εδάφιο (3) απόφασης.

(5) Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) προθεσμία ή την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) συγκεκριμένη ημερομηνία, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και τον χρόνο που εκτιμά ότι θα χρειαστεί για την έκδοση της απόφασης:

Νοείται ότι, στην πιο πάνω αναφερόμενη περίπτωση, η προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) προθεσμία δύναται να παραταθεί για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες.

(6) Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι πρακτικά εφικτό για την αρμόδια κυπριακή αρχή εκτέλεσης να τηρήσει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (4) προθεσμία, ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιονδήποτε τρόπο, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης, και διαβουλεύεται με την αρχή έκδοσης για τον κατάλληλο χρόνο εκτέλεσης του ερευνητικού μέτρου.

Διαβίβαση αποδεικτικών στοιχείων

14.-(1)(α) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης διαβιβάζει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο κράτος έκδοσης τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκέντρωσε ή που βρίσκονται ήδη στην κατοχή των αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης της ΕΕΕ.

(β) Σε περίπτωση που ζητείται στην ΕΕΕ και, ει δυνατόν, βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας, τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) αποδεικτικά στοιχεία διαβιβάζονται απευθείας στις αρμόδιες αρχές του κράτους έκδοσης που συμβάλλουν στην εκτέλεση της ΕΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 9 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και του εδαφίου (4) του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου.

(2) Η διαβίβαση των αποδεικτικών στοιχείων δύναται να ανασταλεί όσο εκκρεμεί απόφαση σχετικά με ένδικο μέσο, εκτός αν η αρχή έκδοσης έχει αποδείξει επαρκώς στην ΕΕΕ ότι η άμεση διαβίβαση είναι ουσιώδους σημασίας για την ορθή διεξαγωγή της έρευνας ή τη διαφύλαξη των ατομικών δικαιωμάτων, ωστόσο η διαβίβαση αποδεικτικών στοιχείων αναστέλλεται σε περίπτωση που θα προκαλούσε σοβαρή και μη αναστρέψιμη ζημία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

(3) Κατά τη διαβίβαση των συγκεντρωθέντων αποδεικτικών στοιχείων, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης επισημαίνει κατά πόσο επιθυμεί όπως τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία επιστραφούν στη Δημοκρατία μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης.

(4) Σε περίπτωση που τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα είναι ήδη χρήσιμα για άλλη διαδικασία-

(α) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, κατόπιν ρητής αίτησης της αρχής έκδοσης και έπειτα από διαβουλεύσεις με την αρχή έκδοσης, δύναται να διαβιβάσει προσωρινά τα αποδεικτικά στοιχεία υπό τον όρο ότι θα επιστραφούν στη Δημοκρατία μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στο κράτος έκδοσης ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή ή υπό οποιαδήποτε περίσταση που θα συμφωνηθεί μεταξύ των αρμοδίων αρχών.

(β) η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να υποβάλει ρητή αίτηση για να διαβιβαστούν προσωρινά τα αποδεικτικά στοιχεία σε αυτή και να διαβουλευτεί προς το σκοπό αυτό με την αρχή εκτέλεσης υπό τον όρο ότι θα επιστραφούν στο κράτος εκτέλεσης μόλις παύσουν να είναι απαραίτητα στη Δημοκρατία ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή ή υπό οποιαδήποτε περίσταση που θα συμφωνηθεί μεταξύ των αρμοδίων αρχών.

Ένδικα μέσα

15.-(1) Για την εκτέλεση των ερευνητικών μέτρων που προβλέπονται στην ΕΕΕ, εφαρμόζονται ένδικα μέσα ισοδύναμα με αυτά που προβλέπονται σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

(2)(α) Οι ουσιαστικοί λόγοι για την έκδοση της ΕΕΕ δύνανται να προσβληθούν μόνο με ένδικο μέσο στο έδαφος του κράτους έκδοσης, χωρίς επηρεασμό των διασφαλίσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο κράτος εκτέλεσης.

(β) Σε περίπτωση που η ΕΕΕ εκδόθηκε από την κυπριακή αρχή έκδοσης, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, κατά των ουσιαστικών λόγων για τους οποίους εκδόθηκε η ΕΕΕ, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της.

(γ) Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διαδικαστικό κανονισμό για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (β).

(3) Εφόσον δεν υπονομεύεται η ανάγκη διασφάλισης της εμπιστευτικότητας έρευνας, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 20, η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, κατά περίπτωση, λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα, ώστε να εξασφαλιστεί ότι παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες άσκησης των ένδικων μέσων βάσει, κατά περίπτωση, του δικαίου του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης όταν προσήκει η εφαρμογή τους και σε χρόνο κατάλληλο ώστε να είναι εφικτή η αποτελεσματική άσκησή τους.

(4) Η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνουν την αρχή εκτέλεσης και την αρχή έκδοσης, αντίστοιχα, σχετικά με τα ένδικα μέσα που ασκούνται κατά της έκδοσης ή της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ.

(5) Νομική αμφισβήτηση δεν αναστέλλει την εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου, εκτός αν αυτό προβλέπεται σε παρόμοιες εγχώριες υποθέσεις.

(6)(α) Επιτυχής αμφισβήτηση της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ λαμβάνεται υπόψη από τη Δημοκρατία ως κράτος έκδοσης σύμφωνα με το δίκαιό της.

(β) Χωρίς επηρεασμό των δικονομικών κανόνων της Δημοκρατίας, σε ποινικές διαδικασίες, κατά την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώθηκαν δυνάμει ΕΕΕ, γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα της υπεράσπισης και η νομιμότητα της διαδικασίας.

Λόγοι αναβολής της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ

16.-(1) Η αναγνώριση ή η εκτέλεση της ΕΕΕ δύναται να αναβληθεί στο κράτος εκτέλεσης εφόσον-

(α) Η εκτέλεσή της δυνατό να παραβλάψει μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα ή δίωξη, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει αναγκαίο το κράτος εκτέλεσης·

(β) τα σχετικά αντικείμενα, έγγραφα ή δεδομένα χρησιμοποιούνται ήδη στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, μέχρις ότου αυτά να μην είναι πλέον απαραίτητα προς τούτο.

(2) Μόλις εκλείψει ο λόγος αναβολής, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνει αμελλητί τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση της ΕΕΕ και ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως.

Υποχρέωση ενημέρωσης

17.-(1) Η κεντρική αρχή ή η κυπριακή αρχή εκτέλεσης που παραλαμβάνει ΕΕΕ γνωστοποιεί την παραλαβή, χωρίς καθυστέρηση και εν πάση περιπτώσει εντός εβδομάδος από την παραλαβή της ΕΕΕ, συμπληρώνοντας και αποστέλλοντας το έντυπο που παρατίθεται στο Παράρτημα ΙΙ:

Νοείται ότι σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 8, η πιο πάνω αναφερόμενη υποχρέωση ενημέρωσης ισχύει τόσο για την αρμόδια αρχή που παρέλαβε αρχικά την ΕΕΕ όσο και για την κυπριακή αρχή εκτέλεσης στην οποία διαβιβάστηκε τελικά η ΕΕΕ.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 11, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ενημερώνει την αρχή έκδοσης πάραυτα με οποιοδήποτε μέσο αν-

(α) Είναι αδύνατον για την κυπριακή αρχή εκτέλεσης να λάβει απόφαση σχετικά με την αναγνώριση ή την εκτέλεση, διότι το έντυπο του παραρτήματος Α της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ είναι ελλιπές ή προδήλως εσφαλμένο· ή/και

(β) στην πορεία εκτέλεσης της ΕΕΕ η κυπριακή αρχή εκτέλεσης κρίνει, χωρίς περαιτέρω έρευνες, ότι ενδέχεται να χρειασθεί η διενέργεια ερευνητικών μέτρων τα οποία δεν είχαν προβλεφθεί αρχικά ή δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστούν κατά την έκδοση της ΕΕΕ, για να δώσει στην αρχή έκδοσης τη δυνατότητα να αναλάβει περαιτέρω δράση στη συγκεκριμένη υπόθεση· ή/και

(γ) η κυπριακή αρχή εκτέλεσης διαπιστώσει ότι, στη συγκεκριμένη υπόθεση, δεν μπορεί να τηρήσει τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που έχει ορίσει ρητά η αρχή έκδοσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10:

Νοείται ότι, κατόπιν αίτησης της αρχής έκδοσης, οι πληροφορίες επιβεβαιώνονται αμέσως με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 11, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης πληροφορεί την αρχή έκδοσης χωρίς καθυστέρηση με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως αναφορικά με οποιαδήποτε απόφαση-

(α) Λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 ή του άρθρου 12·

(β) σχετική με την αναβολή της εκτέλεσης ή της αναγνώρισης της ΕΕΕ, τους λόγους της αναβολής, και ει δυνατόν, την αναμενόμενη διάρκεια της αναβολής.

Ποινική ευθύνη υπαλλήλων

18. Οι υπάλληλοι του κράτους έκδοσης, που είναι παρόντες στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, θεωρούνται υπάλληλοι της Δημοκρατίας όσον αφορά αδικήματα που διαπράττονται σε βάρος τους ή από τους ίδιους.

Αστική ευθύνη υπαλλήλων

19.(1) Σε περίπτωση που, στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, υπάλληλοι κράτους μέλους είναι παρόντες στο έδαφος της Δημοκρατίας, το εν λόγω κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για οποιαδήποτε ζημία αυτοί προκαλέσουν κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους στη Δημοκρατία, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας.

(2) Σε περίπτωση που προκληθεί ζημία στο έδαφος της Δημοκρατίας όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), η Δημοκρατία επανορθώνει τη ζημία αυτή υπό τους όρους που ισχύουν για τις ζημίες τις οποίες προκαλούν οι δικοί της υπάλληλοι.

(3) Σε περίπτωση που υπάλληλοι της Δημοκρατίας προξένησαν ζημία σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, η Δημοκρατία επιστρέφει το σύνολο των ποσών που κατέβαλε το άλλο κράτος μέλος στους παθόντες ή σε άλλους δικαιούχους.

(4) Χωρίς επηρεασμό της άσκησης των δικαιωμάτων της έναντι τρίτων και ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3), η Δημοκρατία παραιτείται, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), από τη δυνατότητα να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος αποζημίωση για ζημίες που υπέστη.

Εμπιστευτικότητα

20.(1) Κατά την εκτέλεση ΕΕΕ η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της έρευνας.

(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εγγυάται, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας, την εμπιστευτικότητα των πραγματικών περιστατικών και της ουσίας της ΕΕΕ, εκτός των αναγκαίων για την εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην απαίτηση περί εμπιστευτικότητας, ενημερώνει πάραυτα την αρχή έκδοσης.

(3) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δεν αποκαλύπτει τα αποδεικτικά στοιχεία και τις πληροφορίες που της έδωσε η αρχή εκτέλεσης -

(α) Παρεκτός σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας και εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη υπόδειξη ή πληροφόρηση από την αρχή εκτέλεσης, ή/και

(β) εκτός από εκείνα των οποίων η κοινοποίηση είναι αναγκαία για τις έρευνες ή τις διαδικασίες που περιγράφονται στην ΕΕΕ.

(4) Τράπεζα δεν αποκαλύπτει στον ενδιαφερόμενο πελάτη της ή σε άλλο τρίτο πρόσωπο το γεγονός ότι έχουν διαβιβασθεί πληροφορίες στο κράτος έκδοσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 ή/και του άρθρου 28 ή το γεγονός ότι μια έρευνα βρίσκεται υπό εξέλιξη.

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

21.-(1)(α) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου προστατεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και η επεξεργασία τους πραγματοποιείται βάσει των ακόλουθων διατάξεων:

(i) Tου περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου∙

(ii) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου,  σε περίπτωση κατά την οποία δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του  περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου, σε σχέση με τις διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 5∙

(iii) του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Κυρωτικού) Νόμου∙

(iv) του περί Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα του 1981 (Κυρωτικού) Νόμου∙ και

(v) του Κυρωτικού του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για την Προστασία του Ατόμου από την Αυτοματοποιημένη Επεξεργασία Δεδομένων Προσωπικού χαρακτήρα του 1981 Νόμου.

(β) Η πρόσβαση στα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου (α) δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται άνευ επηρεασμού των δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου προσώπου και πρόσβαση σε αυτά έχουν μόνο εξουσιοδοτημένα άτομα.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου “Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679” σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)”.

Έξοδα

22.(1) Αν στον παρόντα Νόμο δεν προβλέπεται διαφορετικά, όλα τα έξοδα που προκύπτουν στο έδαφος της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης και σχετίζονται με την εκτέλεση ΕΕΕ βαρύνουν τη Δημοκρατία.

(2) Σε περίπτωση που η κυπριακή αρχή εκτέλεσης θεωρεί ότι τα έξοδα για την εκτέλεση της ΕΕΕ δυνατόν να θεωρηθούν εξαιρετικά υψηλά, δύναται να προχωρήσει σε διαβούλευση με την αρχή έκδοσης σχετικά με το αν και πώς μπορούν να κατανεμηθούν τα έξοδα ή να τροποποιηθεί η ΕΕΕ και, προς το σκοπό τούτο, ενημερώνει την αρχή έκδοσης σχετικά με τις λεπτομέρειες του μέρους των εξόδων που θεωρείται εξαιρετικά υψηλό.

(3) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος έκδοσης και η αρχή εκτέλεσης προχωρήσει σε διαβούλευση με την κυπριακή αρχή έκδοσης αναφορικά με την κατανομή των εξόδων εκτέλεσης ΕΕΕ, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (2) του άρθρου 21 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και δεν επιτυγχάνεται συμφωνία, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να αποφασίσει όπως -

(α) Αποσύρει εν όλω ή εν μέρει την ΕΕΕ· ή

(β) διατηρήσει την ΕΕΕ και επιβαρυνθεί με το μέρος των εξόδων που θεωρείται εξαιρετικά υψηλό.

ΜΕΡΟΣ V ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων στο κράτος έκδοσης με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου

23.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για την προσωρινή μεταγωγή προσώπου που κρατείται στο κράτος εκτέλεσης με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου με το οποίο επιδιώκεται η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για την οποία απαιτείται η παρουσία του στο έδαφος του κράτους έκδοσης.

Νοείται ότι, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος εδαφίου τελεί υπό τον όρο της επιστροφής του πιο πάνω αναφερόμενου προσώπου εντός προθεσμίας που ορίζει το κράτος εκτέλεσης.

(2) Επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ, είναι επίσης δυνατή η άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ αν-

(α) Το πρόσωπο που κρατείται δεν συναινεί· ή

(β) η μεταγωγή ενδέχεται να παρατείνει την κράτηση του εν λόγω προσώπου.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), όταν η Δημοκρατία, ως κράτος εκτέλεσης το θεωρεί αναγκαίο λόγω της ηλικίας ή της σωματικής ή διανοητικής κατάστασης του προσώπου, παρέχεται στο νομικό εκπρόσωπο του κρατουμένου η ευκαιρία να διατυπώσει τη γνώμη του σχετικά με την προσωρινή μεταγωγή.

(4) Σε περίπτωση που εκδίδεται ΕΕΕ για την προσωρινή μεταγωγή προσώπου που κρατείται σε κράτος εκτέλεσης άλλο από τη Δημοκρατία με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου με το οποίο επιδιώκεται η συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για την οποία απαιτείται η παρουσία του στο έδαφος κράτους έκδοσης άλλου από τη Δημοκρατία, χορηγείται άδεια διέλευσης του εν λόγω προσώπου μέσω της Δημοκρατίας ως κράτους μέλους διέλευσης, κατόπιν υποβολής αίτησης συνοδευομένης από όλα τα απαραίτητα έγγραφα.

(5) Οι πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την προσωρινή μεταγωγή του κρατουμένου, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερών συνθηκών κράτησής του στο κράτος έκδοσης, και οι ημερομηνίες μεταγωγής του και επιστροφής του στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης συμφωνούνται μεταξύ του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης, λαμβανομένων υπόψη της σωματικής και διανοητικής κατάστασης του προσώπου, καθώς και του επιπέδου ασφάλειας που απαιτείται στο κράτος έκδοσης.

(6) Το πρόσωπο που τελεί υπό μεταγωγή παραμένει υπό κράτηση στο έδαφος του κράτους έκδοσης και, ενδεχομένως, στο έδαφος του κράτους μέλους διέλευσης, για τις πράξεις ή τις καταδικαστικές αποφάσεις για τις οποίες κρατείτο στο κράτος εκτέλεσης, εκτός αν το κράτος μέλος εκτέλεσης ζητήσει την απελευθέρωσή του.

(7) Η περίοδος κράτησης στο έδαφος του κράτους μέλους έκδοσης αφαιρείται από την περίοδο κράτησης η οποία έχει ή πρόκειται να επιβληθεί σε αυτόν τον κρατούμενο στο έδαφος του κράτους μέλους εκτέλεσης.

(8) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (6), πρόσωπο το οποίο τελεί υπό μεταγωγή δεν διώκεται, δεν κρατείται και δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε άλλο περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας στο κράτος έκδοσης για πράξεις ή καταδίκες προγενέστερες της αναχώρησής του από το έδαφος του κράτους εκτέλεσης οι οποίες δεν προβλέπονται στην ΕΕΕ.

(9) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (8) ασυλία αίρεται, εφόσον ο μεταγόμενος, αν και είχε τη δυνατότητα να αναχωρήσει από το κράτος έκδοσης για περίοδο δεκαπέντε (15) διαδοχικών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία η παρουσία του δεν κρίνεται πλέον απαραίτητη από τις αρχές έκδοσης -

(α) Παρέμεινε στο έδαφος του κράτους έκδοσης· ή

(β) αναχώρησε μεν αλλά στη συνέχεια επέστρεψε.

(10) Το κόστος που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου κατανέμεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, εκτός από τα έξοδα μεταγωγής του προσώπου προς και από το κράτος έκδοσης τα οποία βαρύνουν αυτό το κράτος.

Προσωρινή μεταγωγή κρατουμένων στο κράτος εκτέλεσης με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου

24.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για την προσωρινή μεταγωγή προσώπου που κρατείται στο κράτος έκδοσης με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου με το οποίο επιδιώκεται η συλλογή αποδείξεων για την οποία απαιτείται η παρουσία του στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.

(2) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) και των εδαφίων (3) έως (9) του άρθρου 23 εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, για την προσωρινή μεταγωγή προσώπων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

(3) Τα έξοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου κατανέμονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, εκτός από τα έξοδα μεταγωγής του προσώπου προς και από το κράτος έκδοσης τα οποία βαρύνουν το εν λόγω κράτος.

Εξέταση με εικονοτηλεδιάσκεψη ή άλλου είδους οπτικοακουστική μετάδοση

25.-(1)(α) Αν πρόσωπο το οποίο βρίσκεται στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης πρέπει να εξεταστεί ως μάρτυρας ή πραγματογνώμονας από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας ως κράτους έκδοσης, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να εκδώσει ΕΕΕ για την εξέταση του μάρτυρα ή του πραγματογνώμονα με εικονοτηλεδιάσκεψη ή άλλου είδους οπτικοακουστική μετάδοση, όπως προβλέπεται στα εδάφια (5) έως (7).

(β) Η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται επίσης να εκδώσει ΕΕΕ για την εξέταση υπόπτου ή κατηγορουμένου με εικονοτηλεδιάσκεψη ή με άλλου είδους οπτικοακουστική μετάδοση.

(2) Επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ, είναι επίσης δυνατή η άρνηση εκτέλεσης της ΕΕΕ αν -

(α) Δεν συναινεί ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος· ή

(β) η εκτέλεση ενός τέτοιου ερευνητικού μέτρου σε συγκεκριμένη υπόθεση αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης.

(3)(α) Οι πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με την εξέταση συμφωνούνται μεταξύ της κυπριακής αρχής έκδοσης ή της κυπριακής αρχής εκτέλεσης και της αρχής εκτέλεσης ή της αρχής έκδοσης, αντίστοιχα.

(β) Μόλις συμφωνηθούν οι αναφερόμενες στην παράγραφο (α) ρυθμίσεις, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης-

(i) Ενημερώνει τον μάρτυρα ή τον πραγματογνώμονα σχετικά με την ώρα και τον τόπο της εξέτασης·

(ii) κλητεύει τον ύποπτο ή τον κατηγορούμενο να εμφανιστεί προς εξέταση σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες που προβλέπονται στο δίκαιο της Δημοκρατίας και ενημερώνει τον ύποπτο σχετικά με τα δικαιώματά του δυνάμει του δικαίου της Δημοκρατίας εγκαίρως ώστε να έχει τη δυνατότητα να ασκήσει αποτελεσματικά τα δικαιώματα υπεράσπισης που διαθέτει·

(iii) διασφαλίζει την εξακρίβωση της ταυτότητας του προς εξέταση προσώπου.

(4) Αν υπό τις περιστάσεις συγκεκριμένης υπόθεσης η κυπριακή αρχή εκτέλεσης ή η αρχή εκτέλεσης δεν έχει πρόσβαση στα τεχνικά μέσα για τη διεξαγωγή εικονοτηλεδιάσκεψης, τα μέσα αυτά είναι δυνατόν να τεθούν στη διάθεσή της από το κράτος έκδοσης με αμοιβαία συμφωνία.

(5) Οι ακόλουθοι κανόνες εφαρμόζονται για την εξέταση με εικονοτηλεδιάσκεψη ή με άλλου είδους οπτικοακουστική μετάδοση:

(α) Κατά την εξέταση παρίσταται διά αντιπροσώπου της, επικουρούμενη από διερμηνέα αν αυτό απαιτείται, αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, η οποία είναι υπεύθυνη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του προς εξέταση προσώπου, καθώς και για την τήρηση των θεμελιωδών αρχών του δικαίου της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η κυπριακή αρχή εκτέλεσης κρίνει ότι, κατά τη διάρκεια της εξέτασης, παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Δημοκρατίας λαμβάνει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει τη συνέχιση της εξέτασης σύμφωνα με τις προαναφερόμενες αρχές·

(β) μέτρα για την προστασία του προς εξέταση προσώπου συμφωνούνται, εφόσον απαιτείται, μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης·

(γ) η εξέταση διενεργείται απευθείας από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης ή υπό την καθοδήγησή της και σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του κράτους·

(δ) κατόπιν αιτήματος του κράτους έκδοσης ή του προς εξέταση προσώπου, η Δημοκρατία ως κράτους εκτέλεσης μεριμνά ώστε το προς εξέταση πρόσωπο να επικουρείται από διερμηνέα, αν είναι αναγκαίο·

(ε) ο ύποπτος ή κατηγορούμενος ενημερώνεται πριν από την εξέταση σχετικά με τα δικονομικά δικαιώματά του, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να μην καταθέσει, τα οποία του αναγνωρίζονται βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης και του κράτους έκδοσης και μάρτυρας και πραγματογνώμονας δικαιούται να επικαλεστεί το δικαίωμα να μην καταθέσει που ενδεχομένως του αναγνωρίζει είτε το δίκαιο της Δημοκρατίας ως κράτος εκτέλεσης είτε το δίκαιο του κράτους έκδοσης και ενημερώνεται σχετικά με αυτό το δικαίωμα πριν από την εξέταση.

(6)(α) Χωρίς επηρεασμό μέτρων που έχουν ενδεχομένως συμφωνηθεί για την προστασία των ενδιαφερομένων, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης συντάσσει πρακτικά στο τέλος της εξέτασης και τα αποστέλλει στην αρχή έκδοσης.

(β) Στα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) πρακτικά περιλαμβάνεται η ημερομηνία και ο τόπος της εξέτασης, η ταυτότητα του εξετασθέντος, η ταυτότητα και η ιδιότητα κάθε άλλου προσώπου στη Δημοκρατία που συμμετείχε στην εξέταση, οποιαδήποτε ορκωμοσία και οι τεχνικές συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η εξέταση.

(7) Σε περίπτωση που πρόσωπο εξετάζεται στο έδαφος της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και αρνείται να καταθέσει όπως υποχρεούται, ή δεν καταθέτει την αλήθεια, εφαρμόζεται το δίκαιο της Δημοκρατίας ως αν η εξέταση να διενεργείτο στο πλαίσιο εγχώριας διαδικασίας.

Εξέταση με τηλεφωνική διάσκεψη

26.-(1) Σε περίπτωση που πρόσωπο, το οποίο βρίσκεται στο έδαφος ενός κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, πρέπει να εξεταστεί ως μάρτυρας ή πραγματογνώμονας από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται να εκδώσει ΕΕΕ για την εξέταση του μάρτυρα ή του πραγματογνώμονα με τηλεφωνική διάσκεψη όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2), εφόσον δεν είναι σκόπιμο ή δυνατόν για το προς εξέταση πρόσωπο να εμφανιστεί στο έδαφος της Δημοκρατίας αυτοπροσώπως και αφού έχουν ήδη εξετασθεί άλλα κατάλληλα μέσα.

(2) Εκτός αντίθετης συμφωνίας, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, στις εξετάσεις με τηλεφωνική διάσκεψη οι διατάξεις των εδαφίων (3), (5), (6) και (7) του άρθρου 25.

Πληροφορίες σχετικά με τραπεζικούς και άλλους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς

27.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για να καθοριστεί κατά πόσο ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί αντικείμενο ποινικής διαδικασίας, διατηρεί ή ελέγχει έναν ή περισσότερους λογαριασμούς, οποιασδήποτε φύσης, σε τράπεζα ευρισκόμενη στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης, και, εάν το πρόσωπο αυτό διατηρεί ή ελέγχει τέτοιο λογαριασμό, για να παρασχεθούν όλα τα στοιχεία των εντοπιζόμενων λογαριασμών:

Νοείται ότι στις πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει της ΕΕΕ συμπεριλαμβάνονται επίσης λογαριασμοί για τους οποίους το πιο πάνω πρόσωπο ενεργεί ως πληρεξούσιος, εφόσον αυτό ζητείται στην ΕΕΕ.

(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, παρέχει τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) πληροφορίες.

(3) Η υποχρέωση που θεσπίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται μόνο στο βαθμό που οι πληροφορίες βρίσκονται στην κατοχή της τράπεζας που τηρεί το λογαριασμό.

(4) Η κυπριακή αρχή έκδοσης -

(α) Προσδιορίζει στην ΕΕΕ τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες πιθανόν να έχουν ουσιαστική σημασία για τους σκοπούς της ποινικής διαδικασίας,

(β) προσδιορίζει στην ΕΕΕ τους λόγους για τους οποίους τεκμαίρει ότι ο λογαριασμός ανήκει σε τράπεζες του κράτους εκτέλεσης και, κατά το δυνατόν, ποιες ενδέχεται να είναι οι τράπεζες αυτές, και

(γ) περιλαμβάνει στην ΕΕΕ οποιαδήποτε διαθέσιμη πληροφορία η οποία δύναται να διευκολύνει την εκτέλεσή της.

(5) Επιπρόσθετα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για να καθοριστεί κατά πόσο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί αντικείμενο ποινικής διαδικασίας, διατηρεί έναν ή περισσότερους λογαριασμούς σε μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ευρισκόμενο στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης:

Νοείται ότι στην αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο περίπτωση εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, οι διατάξεις των εδαφίων (3) έως (4):

Νοείται περαιτέρω ότι, στην αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο περίπτωση, επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή εκτέλεσης ΕΕΕ, είναι επίσης δυνατή η άρνηση της εκτέλεσης ΕΕΕ αν η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

Πληροφορίες σχετικά με τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές συναλλαγές

28.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για να ληφθούν τα στοιχεία συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών και τραπεζικών πράξεων που διενεργήθηκαν σε συγκεκριμένη περίοδο μέσω ενός ή περισσότερων λογαριασμών που προσδιορίζονται στην ΕΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων οποιουδήποτε εμβάλλοντος ή πιστούμενου λογαριασμού.

(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης παρέχει τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) πληροφορίες υπό τους όρους και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θεσπίζονται στο παρόν άρθρο.

(3) Η υποχρέωση που θεσπίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται μόνο στο βαθμό που οι ζητούμενες πληροφορίες βρίσκονται στην κατοχή της τράπεζας που τηρεί το λογαριασμό.

(4) Η κυπριακή αρχή έκδοσης προσδιορίζει στην ΕΕΕ τον λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες έχουν σημασία για την ποινική διαδικασία.

(5) ΕΕΕ δύναται επίσης να εκδοθεί για τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) πληροφορίες όσον αφορά τις τραπεζικές πράξεις που διενεργούνται από μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα:

Νοείται ότι στην αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο περίπτωση εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4):

Νοείται περαιτέρω ότι στην αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο περίπτωση, επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή εκτέλεσης ΕΕΕ, είναι επίσης δυνατή η άρνηση της εκτέλεσης ΕΕΕ αν η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

Ερευνητικά μέτρα που συνεπάγονται τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, συνεχώς και για ορισμένο χρονικό διάστημα

29.-(1) Σε περίπτωση που εκδίδεται ΕΕΕ με σκοπό την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου, το οποίο απαιτεί τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, συνεχώς και για ορισμένο χρονικό διάστημα, όπως-

(α) Παρακολούθηση τραπεζικών ή άλλων χρηματοοικονομικών συναλλαγών που διενεργούνται μέσω ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων λογαριασμών, ή/και

(β) ελεγχόμενη παράδοση στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης,

η εκτέλεσή της δύναται να απορριφθεί, επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ, αν η εκτέλεση του σχετικού ερευνητικού μέτρου δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση.

(2) Οι πρακτικές ρυθμίσεις για το προβλεπόμενο στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) μέτρο, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πρακτικές ρυθμίσεις είναι αναγκαίες, συμφωνούνται μεταξύ του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης.

(3) Η κυπριακή αρχή έκδοσης προσδιορίζει στην ΕΕΕ τον λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι οι ζητούμενες πληροφορίες είναι σημαντικές για τους σκοπούς της ποινικής διαδικασίας.

(4) Το δικαίωμα διενέργειας, καθοδήγησης και ελέγχου επιχειρήσεων σχετικών με την εκτέλεση ΕΕΕ όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) έχουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης.

Μυστικές έρευνες

30.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για να κληθεί το κράτος εκτέλεσης να βοηθήσει το κράτος έκδοσης κατά τη διεξαγωγή ποινικής έρευνας από αξιωματικούς υπό μυστική ιδιότητα ή πλασματική ταυτότητα (εφεξής «οι μυστικές έρευνες»).

(2)(α) Η κυπριακή αρχή έκδοσης προσδιορίζει στην ΕΕΕ το λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι η μυστική έρευνα ενδέχεται να είναι σημαντική για τους σκοπούς της εν λόγω ποινικής διαδικασίας.

(β) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ως κράτους εκτέλεσης, εκδίδει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση απόφαση για την αναγνώριση και την εκτέλεση ΕΕΕ, εκδοθείσας από αρχή έκδοσης σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου και του άρθρου 19 της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ, λαμβανομένων δεόντως υπόψη του δικαίου και των διαδικασιών της Δημοκρατίας.

(3) Επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης ΕΕΕ, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύναται να αρνηθεί την εκτέλεση ΕΕΕ που προβλέπεται στο εδάφιο (1)-

(α) Όταν η εκτέλεση του σχετικού μέτρου δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση· ή/και

(β) εφόσον δεν επιτεύχθηκε συμφωνία σχετικά με τις ρυθμίσεις για τις μυστικές έρευνες, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4).

(4)(α) Οι μυστικές έρευνες διεξάγονται κατά το δίκαιο και τις διαδικασίες του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου λαμβάνουν χώρα και το δικαίωμα διενέργειας, καθοδήγησης και ελέγχου μυστικών ερευνών έχουν αποκλειστικά οι αρμόδιες αρχές του κράτους εκτέλεσης.

(β) Η διάρκεια της μυστικής έρευνας, οι λεπτομερείς προϋποθέσεις και το νομικό καθεστώς των συμμετεχόντων αξιωματικών κατά τη διάρκεια των μυστικών ερευνών συμφωνούνται μεταξύ του κράτους έκδοσης και του κράτους εκτέλεσης, λαμβανομένων δεόντως υπόψη του δικαίου και των διαδικασιών τους.

ΜΕΡΟΣ VI ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών με την τεχνική βοήθεια άλλου κράτους μέλους

31.-(1) ΕΕΕ είναι δυνατό να εκδοθεί για την παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών στο κράτος μέλος από το οποίο είναι αναγκαία η τεχνική βοήθεια.

(2) Όταν περισσότερα του ενός κράτη μέλη είναι σε θέση να παράσχουν την πλήρη τεχνική βοήθεια που απαιτείται για την ίδια παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών, η ΕΕΕ αποστέλλεται μόνο σε ένα εξ αυτών, προτιμάται δε πάντα το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ή θα βρίσκεται ο παρακολουθούμενος στην ποινική διαδικασία.

(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) ΕΕΕ περιλαμβάνει επίσης τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Πληροφορίες για την εξακρίβωση της ταυτότητας του προσώπου που αφορά η παρακολούθηση·

(β) την επιθυμητή διάρκεια της παρακολούθησης· και

(γ) επαρκή τεχνικά δεδομένα, ιδίως του αναγνωριστικού στοιχείου του στόχου, τα οποία είναι αναγκαία για να καταστεί δυνατή η εκτέλεση της ΕΕΕ.

(4) Η κυπριακή αρχή έκδοσης προσδιορίζει στην ΕΕΕ το λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι τα αναφερόμενα σε αυτήν ερευνητικά μέτρα είναι σημαντικά για τους σκοπούς της ποινικής διαδικασίας.

(5) Επιπρόσθετα από τους αναφερόμενους στο άρθρο 12 λόγους άρνησης της αναγνώρισης ή εκτέλεσης ΕΕΕ, χωρεί επίσης άρνηση της εκτέλεσης της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) ΕΕΕ αν το συγκεκριμένο μέτρο δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση:

Νοείται ότι, το κράτος μέλος εκτέλεσης δύναται να εξαρτήσει τη συγκατάθεσή του από τυχόν όρους οι οποίοι θα έπρεπε να τηρούνται σε παρόμοια εγχώρια υπόθεσή του.

(6)(α) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) ΕΕΕ δύναται να εκτελείται -

(i) Με την άμεση διαβίβαση τηλεπικοινωνιών στο κράτος έκδοσης∙ ή

(ii) με την παρακολούθηση, καταγραφή και εν συνεχεία διαβίβαση του προϊόντος της παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών στο κράτος έκδοσης.

(β) Η κυπριακή αρχή έκδοσης και η κυπριακή αρχή εκτέλεσης διαβουλεύονται με την αρχή εκτέλεσης και την αρχή έκδοσης, αντίστοιχα, με σκοπό να συμφωνήσουν κατά πόσο η παρακολούθηση θα διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i) ή της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α).

(7) Κατά την έκδοση προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) ΕΕΕ ή κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, η κυπριακή αρχή έκδοσης δύναται, εφόσον έχει συγκεκριμένο λόγο, να ζητεί μεταγραφή, αποκωδικοποίηση ή αποκρυπτογράφηση της καταγραφής, υπό τον όρο ότι συμφωνεί η αρχή εκτέλεσης.

(8) Τα έξοδα που απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου κατανέμονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, εκτός από τα έξοδα μεταγραφής, αποκωδικοποίησης και αποκρυπτογράφησης των τηλεπικοινωνιών τα οποία βαρύνουν το κράτος έκδοσης.

Κοινοποίηση προς το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται το υποκείμενο στην παρακολούθηση πρόσωπο και από το οποίο δεν απαιτείται παροχή τεχνικής βοήθειας

32.-(1) Σε περίπτωση που για την εκτέλεση ερευνητικού μέτρου, παρέχεται άδεια από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους (εφεξής «το κράτος μέλος παρακολούθησης») για την παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών και η διεύθυνση επικοινωνίας του υποκείμενου στην παρακολούθηση προσώπου η οποία προσδιορίζεται στην εντολή παρακολούθησης χρησιμοποιείται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους (εφεξής «το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση») από το οποίο δεν απαιτείται τεχνική βοήθεια για τη διενέργεια της παρακολούθησης, το κράτος μέλος παρακολούθησης ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση σχετικά με την παρακολούθηση -

(α) Πριν από την παρακολούθηση, σε περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους παρακολούθησης γνωρίζει, όταν διατάσσει την παρακολούθηση, ότι το υποκείμενο στην παρακολούθηση πρόσωπο βρίσκεται ή θα βρίσκεται στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση·

(β) κατά ή μετά τη διενέργεια της παρακολούθησης, αμέσως μόλις λάβει γνώση ότι το υποκείμενο στην παρακολούθηση πρόσωπο βρίσκεται ή βρισκόταν, κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση.

(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) κοινοποίηση γίνεται με το έντυπο που προβλέπεται στο Παράρτημα ΙΙΙ.

(3) Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η παρακολούθηση δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εγχώρια υπόθεση, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση δύναται να ενημερώνει αμέσως, και το αργότερο εντός ενενήντα έξι (96) ωρών από την παραλαβή της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) κοινοποίησης, την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους παρακολούθησης ότι -

(α) Η παρακολούθηση δεν μπορεί να διεξαχθεί ή πρέπει να τερματιστεί· και

(β) εφόσον είναι αναγκαίο, τυχόν υλικό που προέκυψε ήδη από την παρακολούθηση του υποκείμενου στην παρακολούθηση προσώπου ενώ ήταν ακόμη στο έδαφός του δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο υπό όρους που το ίδιο θα καθορίσει, η δε αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η κοινοποίηση ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους παρακολούθησης για τους λόγους που δικαιολογούν τους όρους αυτούς.

(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 6 εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, για την κοινοποίηση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.

ΜΕΡΟΣ VII ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ
Προσωρινά μέτρα

33.-(1) ΕΕΕ δύναται να εκδοθεί για να ληφθεί οποιοδήποτε μέτρο με σκοπό την προσωρινή πρόληψη της καταστροφής, μετατροπής, απομάκρυνσης, μεταφοράς ή διάθεσης ενός στοιχείου το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει ως απόδειξη.

(2) Η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αποφασίζει και κοινοποιεί την απόφασή της περί των προσωρινών μέτρων το συντομότερο δυνατόν και, εφόσον είναι εφικτό, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την παραλαβή της ΕΕΕ.

(3) Σε περίπτωση που ζητείται το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) προσωρινό μέτρο -

(α) Η κυπριακή αρχή έκδοσης προσδιορίζει στην ΕΕΕ κατά πόσο τα αποδεικτικά στοιχεία θα μεταβιβασθούν στη Δημοκρατία ή θα παραμείνουν στο κράτος εκτέλεσης·

(β) η κυπριακή αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει και εκτελεί την εν λόγω ΕΕΕ και μεταβιβάζει τα αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και στην Οδηγία 2014/41/ΕΕ.

(4) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), η ΕΕΕ συνοδεύεται από εντολή να παραμείνουν στο κράτος εκτέλεσης τα αποδεικτικά στοιχεία, η κυπριακή αρχή έκδοσης καθορίζει την ημερομηνία άρσης του προβλεπόμενου στο εδάφιο (1) προσωρινού μέτρου, ή την προβλεπόμενη ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τη μεταφορά των αποδεικτικών στοιχείων στη Δημοκρατία ως κράτος έκδοσης.

(5)(α) Έπειτα από διαβούλευση με την αρχή έκδοσης, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης δύναται, σύμφωνα με το δίκαιο και την πρακτική της Δημοκρατίας, να ορίσει κατάλληλες προϋποθέσεις ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, για να μειωθεί το διάστημα για το οποίο θα διατηρηθεί το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) προσωρινό μέτρο.

(β) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην παράγραφο (α) προϋποθέσεις, η κυπριακή αρχή εκτέλεσης εξετάζει την άρση του προσωρινού μέτρου, ενημερώνει σχετικά την αρχή έκδοσης, η οποία έχει τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.

(γ) Η κυπριακή αρχή έκδοσης κοινοποιεί αμέσως στην αρχή εκτέλεσης την άρση του προβλεπόμενου στο εδάφιο (1) προσωρινού μέτρου.

ΜΕΡΟΣ VIII ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Κοινοποιήσεις

34.-(1) Αν δεν το έπραξε πριν την έναρξη της ισχύος των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η κεντρική αρχή κοινοποιεί άμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα ακόλουθα:

(α) Την κυπριακή αρχή έκδοσης και την κυπριακή αρχή εκτέλεσης∙

(β) τις γλώσσες που είναι αποδεκτές για την ΕΕΕ, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4) του άρθρου 6∙

(γ) τις πληροφορίες σχετικά με την κατά το εδάφιο (3) του άρθρου 8 κεντρική αρχή, οι οποίες είναι δεσμευτικές για τις αρχές του κράτους έκδοσης.

(2) Η κεντρική αρχή δύναται επίσης να δώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον κατάλογο των εγγράφων τα οποία απαιτεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 23.

(3) Η κεντρική αρχή ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κάθε τροποποίηση των αναφερόμενων στα εδάφια (1) και (2) πληροφοριών.

Σχέσεις με άλλες νομικές πράξεις, συμφωνίες και ρυθμίσεις

35.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου αντικαθιστούν, από την 22α Μαΐου 2017, τις αντίστοιχες διατάξεις των ακόλουθων συμβάσεων και πρωτοκόλλου που εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ της Δημοκρατίας και των λοιπών κρατών μελών που δεσμεύονται από την Οδηγία 2014/41/ΕΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 36 του παρόντος Νόμου και χωρίς να θίγεται η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων των πιο κάτω συμβάσεων και πρωτοκόλλου τους μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων κρατών

(α) Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης της 20ής Απριλίου 1959 περί αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων και τα δύο πρόσθετα πρωτόκολλα της καθώς και διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί δυνάμει του άρθρου 26 της εν λόγω Σύμβασης·

(β) Σύμβαση για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν·

(γ) Σύμβαση και Πρωτόκολλο που κυρώθηκαν δια του περί της Σύμβασης, καταρτιζόμενης από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 34 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την Αμοιβαία Δικαστική Συνδρομή επί Ποινικών Υποθέσεων μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πρωτοκόλλου της (Κυρωτικού) Νόμου του 2004.

(2) Ο διατάξεις του παρόντος Νόμου αντικαθιστούν, όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ της Δημοκρατίας και λοιπών κρατών μελών που δεσμεύονται από την Οδηγία 2014/41/ΕΕ τις διατάξεις του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες Δραστηριότητες Νόμου ή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, που μεταφέρει την Απόφαση-Πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ, αναφορικά με τη δέσμευση αποδεικτικών στοιχείων.

(3) Οι παραπομπές οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες στο εδάφιο (2) διατάξεις θεωρούνται ως παραπομπές στον παρόντα Νόμο.

(4) Επιπρόσθετα από την Οδηγία 2014/41/ΕΕ, η Δημοκρατία δύναται να συνάπτει ή να συνεχίσει να εφαρμόζει τις διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις με άλλα κράτη μέλη ύστερα από την 22α Μαΐου 2017 στο μέτρο που αυτές καθιστούν δυνατή την περαιτέρω ενίσχυση των στόχων της Οδηγίας 2014/41/ΕΕ και συμβάλλουν στην απλούστευση ή στην περαιτέρω διευκόλυνση των διαδικασιών συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων και εφόσον τηρείται το επίπεδο των διασφαλίσεων που προβλέπεται με την Οδηγία 2014/41/ΕΕ.

(5) Αν δεν το έπραξε πριν την έναρξη της ισχύος των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η κεντρική αρχή κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις ισχύουσες συμφωνίες και ρυθμίσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου και τις οποίες επιθυμεί να εξακολουθήσει να εφαρμόζει, καθώς και την υπογραφή οποιασδήποτε νέας συμφωνίας ή ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου εντός τριών (3) μηνών από την υπογραφή της.

Μεταβατικές ρυθμίσεις

36.-(1)(α) Οι αιτήσεις αμοιβαίας συνδρομής που παραλήφθηκαν πριν την 22α Μαΐου 2017 συνεχίζουν να διέπονται από υφιστάμενες πράξεις περί αμοιβαίας συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις.

(β) Οι αποφάσεις για τη δέσμευση αποδεικτικών στοιχείων δυνάμει της Απόφασης-Πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ και του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες Δραστηριότητες Νόμου που λήφθηκαν πριν την 22α Μαΐου 2017 διέπονται από τις διατάξεις της εν λόγω Απόφασης-Πλαισίου.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 9 εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, σε ΕΕΕ ύστερα από απόφαση δέσμευσης που λαμβάνεται δυνάμει του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από παράνομες Δραστηριότητες Νόμου ή απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, που μεταφέρει την Απόφαση-Πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ, αναφορικά με τη δέσμευση αποδεικτικών στοιχείων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πατήστε εδώ για το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πατήστε εδώ για το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Πατήστε εδώ για το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ.