Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον τίτλο-
Οδηγία 2014/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την προαγωγή της κινητικότητας των εργαζομένων μεταξύ κρατών μελών με τη βελτίωση της απόκτησης και της διατήρησης δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης,
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Απόκτησης και της Διατήρησης Δικαιωμάτων Συμπληρωματικής Συνταξιοδότησης Νόμος του 2019.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αδρανοποιημένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα» σημαίνει τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που διατηρούνται σε ένα σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης στο οποίο σωρεύτηκαν από έναν εν αναμονή δικαιούχο˙
«αναλογιστής» σημαίνει αναλογιστή ο οποίος είναι εταίρος (fellow) ενός από τα σώματα επαγγελματιών αναλογιστών που αναγνωρίζεται από το International Actuarial Association ή από το European Actuarial Consultive Group (Group Consultatif des Associations D’ Actuaires dans les Pays des Communautes Europeenees)˙
«αξία αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων» σημαίνει την κεφαλαιουχική αξία των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 6˙
«αποχωρών εργαζόμενος» σημαίνει το ενεργό μέλος του συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης του οποίου η τρέχουσα σχέση εργασίας τερματίζεται για λόγους ανεξάρτητους από τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης συμπληρωματικής σύνταξης και το οποίο μετακινείται από την επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας σε άλλο κράτος μέλος˙
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει τον Έφορο Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμο˙
«Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα [International Accounting Standards (IASs)], τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς [International Financial Reporting Standards (IFRSs)] και τις ερμηνείες τους (SIC-IFRIC interpretations), τις τροποποιήσεις των προτύπων αυτών και των ερμηνειών τους και οποιαδήποτε άλλα πρότυπα και ερμηνείες εκάστοτε εκδίδονται ή εγκρίνονται από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων [International Accounting Standards Board (IASB)], όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αρ. 1606/2002∙
«Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από τον περί Ετησίων Αδειών μετ’ Απολαβών Νόμο˙
«εν αναμονή δικαιούχος» σημαίνει πρώην ενεργό μέλος συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που έχει θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα στο σύστημα αυτό και δεν του έχει καταβληθεί ακόμη συμπληρωματική σύνταξη από το εν λόγω σύστημα˙
«ενεργά μέλη συστήματος» σημαίνει τους εργαζομένους οι οποίοι, με βάση την τρέχουσα σχέση εργασίας, έχουν ή πρόκειται να έχουν, αφού εκπληρώσουν τους όρους απόκτησης, δικαίωμα για συμπληρωματική σύνταξη σύμφωνα με τις διατάξεις συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης˙
«εργαζόμενος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «μισθωτός» από τις διατάξεις του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου˙
«εργοδότης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που απασχολεί έναν ή περισσότερους εργαζομένους και περιλαμβάνει την κυβέρνηση της Δημοκρατίας και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα˙
«ευρύτερος δημόσιος τομέας» περιλαμβάνει κάθε ανεξάρτητη υπηρεσία, αρχή ή γραφείο ανεξάρτητου αξιωματούχου, κάθε νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ή οργανισμό δημόσιου δικαίου περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημόσιου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα, που ιδρύεται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία·
«θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα» σημαίνει όλα τα σωρευμένα δικαιώματα για συμπληρωματική συνταξιοδότηση που έχουν αποκτηθεί μετά την εκπλήρωση των εκάστοτε όρων απόκτησης, με βάση τους κανόνες ενός συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης˙
«κανόνες» σημαίνει νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, έγγραφο καταπιστεύματος, καταστατικό ή άλλο έγγραφο, ανάλογα με την περίπτωση, βάσει των οποίων ιδρύεται και λειτουργεί ένα σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης∙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται˙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 297/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008˙
«κράτος μέλος» σημαίνει το κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο τη 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το πρωτόκολλο, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες τη 17η Μαΐου 1993, όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«περίοδος αναμονής» σημαίνει το χρονικό διάστημα της απασχόλησης που απαιτείται είτε με βάση τους κανόνες ενός συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης είτε από τον εργοδότη, προκειμένου να έχει ο εργαζόμενος δικαίωμα να υπαχθεί στο εν λόγω σύστημα˙
«περίοδος θεμελίωσης» σημαίνει το χρονικό διάστημα της ενεργού συμμετοχής σε σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, το οποίο απαιτείται με βάση τους κανόνες του συστήματος για θεμελίωση σωρευμένων δικαιωμάτων για συμπληρωματική συνταξιοδότηση˙
«συμπληρωματική σύνταξη» σημαίνει τη σύνταξη λόγω αφυπηρέτησης που προβλέπεται από τους κανόνες των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, τα οποία έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας και την εφαρμοζόμενη στη Δημοκρατία πρακτική˙
«σύστημα καθορισμένων εισφορών» σημαίνει σύστημα συνταξιοδοτικών παροχών στο οποίο το επίπεδο παροχών δεν προκαθορίζεται, αλλά εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το σωρευμένο υπέρ του μέλους ποσό εισφορών και την επενδυτική του απόδοση˙
«σύστημα καθορισμένων παροχών» σημαίνει σύστημα συνταξιοδοτικών παροχών το οποίο προβλέπει για προκαθορισμένο επίπεδο παροχών, το οποίο υπολογίζεται σε συνάρτηση με προκαθορισμένους παράγοντες, άλλους από την εκάστοτε απαιτούμενη για τη χρηματοδότηση του εισφορά˙
«σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης» σημαίνει κάθε επαγγελματικό σύστημα συντάξεων λόγω αφυπηρέτησης, το οποίο έχει συσταθεί στη Δημοκρατία με νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, συλλογική σύμβαση, έγγραφο καταπιστεύματος, καταστατικό ή άλλο έγγραφο ή την εφαρμοζόμενη στη Δημοκρατία πρακτική, ανάλογα με την περίπτωση, το οποίο συνδέεται με σχέση εργασίας και προορίζεται για τη χορήγηση συμπληρωματικής σύνταξης σε εργαζομένους˙
3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, εξαιρουμένων των συστημάτων που καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004, αλλά δεν εφαρμόζεται-
(α) Στα ακόλουθα συστήματα:
(i) Συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που έπαυσαν να δέχονται νέα μέλη πριν ή κατά την 20ή Μαΐου 2018:
(ii) συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης τα οποία υπόκεινται σε μέτρα λαμβανόμενα μετά από παρέμβαση συσταθέντων δυνάμει νόμου διοικητικών φορέων ή/και δικαστικών αρχών και αποσκοπούν στη διαφύλαξη ή στην αποκατάσταση της οικονομικής τους κατάστασης, περιλαμβανομένων των διαδικασιών εκκαθάρισης:
(iii) συστήματα εγγυήσεων σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας, συστήματα αποζημιώσεων και εθνικά συνταξιοδοτικά αποθεματικά∙ και
(iv) κατ’ αποκοπήν πληρωμής του εργοδότη προς τον εργαζόμενο κατά το πέρας της εργασιακής σχέσης του, η οποία είναι άσχετη προς τη συνταξιοδότηση.
(β) στις παροχές αναπηρίας, ανικανότητας και επιζώντων που συνδέονται με τα συστήματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, εξαιρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 5 και του εδαφίου (4) του άρθρου 7:
4.-(1) Σε περίπτωση που σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης ορίζει περίοδο θεμελίωσης ή περίοδο αναμονής ή και τα δύο, η συνδυασμένη συνολική περίοδος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση αποχωρούντος εργαζομένου να υπερβαίνει τα τρία (3) έτη.
(2) Σε περίπτωση που σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης προβλέπει ελάχιστο όριο ηλικίας για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, το όριο αυτό δεν μπορεί σε καμία περίπτωση αποχωρούντος εργαζομένου να υπερβαίνει τα είκοσι ένα (21) έτη.
(3) Σε περίπτωση που ο αποχωρών εργαζόμενος δεν έχει ακόμη θεμελιώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα κατά τη λήξη της εργασιακής σχέσης, το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης επιστρέφει τις εισφορές που καταβλήθηκαν από τον αποχωρούντα εργαζόμενο, σύμφωνα με τους κανόνες του οικείου συστήματος:
5.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6, τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποχωρούντος εργαζομένου διατηρούνται στο σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης στο οποίο αποκτήθηκαν.
(2) Η αρχική αξία των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο εδάφιο (1), υπολογίζεται στο χρονικό σημείο λήξης της τρέχουσας σχέσης εργασίας του αποχωρούντος εργαζομένου, ώστε προκειμένου -
(α) Περί συστήματος συντάξεων καθορισμένων παροχών, τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα του εν λόγω εργαζομένου να υπολογίζονται, σύμφωνα με τους ισχύοντες κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας κανόνες του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης∙
(β) περί συστήματος παροχών καθορισμένης εισφοράς το οποίο καταβάλλει παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής ή ετήσιας προσόδου, η αρχική αξία να είναι η αξία των επενδύσεων που προέκυψε από τις εισφορές που κατέβαλε ο αποχωρών εργαζόμενος ή/και ο εργοδότης του, όπως η αξία αυτή υπολογίζεται κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα:
(γ) περί συστήματος καθορισμένων εισφορών το οποίο καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής σε συνδυασμό με ορισμένο εγγυημένο κατώτατο ποσό, τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα υπολογίζονται σύμφωνα με τους ισχύοντες, κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας, κανόνες του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης∙
(δ) περί συστήματος καθορισμένων παροχών χωρίς εισφορές, το οποίο καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής υπολογιζομένης σε συνάρτηση με τις αποδοχές και την υπηρεσία του αποχωρούντος εργαζομένου, τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα υπολογίζονται σύμφωνα με τους ισχύοντες κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας κανόνες του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
(3) Η αξία των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων αποχωρούντων εργαζομένων και των δικαιούχων επιζώντων τους προσαρμόζεται, ώστε προκειμένου-
(α) Περί συστήματος συντάξεων καθορισμένων παροχών, η εν λόγω αξία να προσαρμόζεται σύμφωνα με το εκάστοτε ποσοστό προσαρμογής των συντάξεων που καταβάλλονται από το οικείο σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
(β) περί συστήματος παροχών καθορισμένων εισφορών το οποίο καταβάλλει παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής ή ετήσιας προσόδου, η αξία των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων να προσαρμόζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε αποδόσεις του ενεργητικού του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
(γ) περί συστήματος καθορισμένων εισφορών το οποίο καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής σε συνδυασμό με ορισμένο εγγυημένο κατώτατο ποσό, το αδρανοποιημένο κατώτατο αυτό ποσό να προσαρμόζεται, σύμφωνα με το εκάστοτε ποσοστό προσαρμογής των δικαιωμάτων των ενεργών μελών του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης. και
(δ) περί συστήματος καθορισμένων παροχών χωρίς εισφορές το οποίο καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής υπολογιζόμενες σε συνάρτηση με τις αποδοχές και την υπηρεσία του αποχωρούντος εργαζόμενου, τα αδρανοποιημένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα να προσαρμόζονται, σύμφωνα με το εκάστοτε ποσοστό προσαρμογής των δικαιωμάτων των ενεργών μελών του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης .
6.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης δύναται, με τη συγκατάθεση του αποχωρούντος εργαζομένου, να προβεί κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας του, σε καταβολή εφάπαξ ποσού ισοδύναμου με την αξία των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του εν λόγω εργαζομένου:
(2) Το ισοδύναμο της αξίας των θεμελιωμένων δικαιωμάτων εφάπαξ ποσό υπολογίζεται, ανάλογα με τη φύση του οικείου συνταξιοδοτικού συστήματος, ώστε προκειμένου -
(α) Περί συστήματος καθορισμένων εισφορών ή καθορισμένων εφάπαξ παροχών, να είναι ίσο με το ποσό της παροχής που ο αποχωρών εργαζόμενος θα δικαιούτο να λάβει αν αφυπηρετούσε κατά τη λήξη της τρέχουσας σχέσης εργασίας του. και
(β) περί συστήματος καθορισμένων παροχών που καταβάλλονται με τη μορφή συντάξεων, να είναι η παρούσα αξία των θεμελιωμένων δικαιωμάτων, όπως αυτή εκτιμάται από αναλογιστή με βάση τις οικονομικές και δημογραφικές παραδοχές που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των υποχρεώσεων του οικείου συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
(3) Οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να θεσπίζουν με συλλογική σύμβαση διαφορετικές ρυθμίσεις, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές παρέχουν τουλάχιστον ισοδύναμη προστασία και δεν δημιουργούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.
7.-(1) Το συνταξιοδοτικό σύστημα ενημερώνει γραπτώς τα ενεργά μέλη του κατόπιν αίτησής τους, αναφορικά με τις συνέπειες ενδεχόμενης λήξης της απασχόλησής τους στα συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά δικαιώματά τους, παρέχοντάς τους πληροφορίες για-
(α) Τους όρους απόκτησης δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης και τις συνέπειες της εφαρμογής τους σε περίπτωση λήξης της σχέσης εργασίας.
(β) την αξία των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους ή την εκτίμηση των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους που έχει διενεργηθεί το μέγιστο για περίοδο δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία της αίτησης. και
(γ) τους όρους της μελλοντικής μεταχείρισης των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
(2) Στην περίπτωση που το σύστημα επιτρέπει την πρόωρη πρόσβαση σε θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέσω της καταβολής εφάπαξ ποσού, οι παρεχόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν, επιπρόσθετα, τύπο γραπτής δήλωσης με τον οποίο να καλείται το μέλος να εξετάσει τη δυνατότητα να λάβει συμβουλές για να επενδύσει το εφάπαξ ποσό για εξασφάλιση συνταξιοδοτικών παροχών.
(3) Το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης οφείλει να ενημερώνει γραπτώς τους εν αναμονή δικαιούχους, κατόπιν αίτησής τους, για τα ακόλουθα:
(α) Την αξία των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους ή την εκτίμηση των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους, που έχει διενεργηθεί το πολύ δώδεκα (12) μήνες πριν από την ημερομηνία της αίτησης. και
(β) τους όρους που διέπουν τη μεταχείριση των αδρανοποιημένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
(4) Προκειμένου για παροχές επιζώντων που συνδέονται με το σύστημα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, το εδάφιο (2) εφαρμόζεται για επιζώντες δικαιούχους όσον αφορά την καταβολή παροχών επιζώντων.
(5) Η ενημέρωση παρέχεται με σαφή τρόπο, γραπτώς και εντός εύλογης χρονικής περιόδου μία φορά ετησίως.
(6) Οι υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου καθορίζονται με την επιφύλαξη και επιπροσθέτως των υποχρεώσεων των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών για παροχή πληροφοριών προς τα μέλη τους, σύμφωνα με το άρθρο 22 του περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμου του 2012.
8. Ο παρών Νόμος επ’ ουδενί δύναται να αποτελέσει λόγο για μείωση υφιστάμενων δικαιωμάτων προς απόκτηση και διατήρηση δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης ή των δικαιωμάτων ενημέρωσης των μελών ή των δικαιούχων των συστημάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
9. Οποιοδήποτε πρόσωπο αρμόδιο να ενεργεί εκ μέρους συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του συστήματος, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€2.500) ή και στις δύο αυτές ποινές.
10.-(1) Με την επιφύλαξη του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κάθε διαφορά που εγείρεται συνεπεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μεταξύ μέλους ή δικαιούχου και συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης, υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.
(2) Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών κέκτηται δικαιοδοσίας όπως επιλαμβάνεται οποιασδήποτε διαφοράς, ανεξαρτήτως αν τα γεγονότα ή οι περιστάσεις της διαφοράς συνιστούν αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου.
11. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου υπερισχύουν έναντι οποιασδήποτε διάταξης Νόμου ή κανόνων συστήματος συμπληρωματικής συνταξιοδότησης που αντίκεινται σε διάταξη του παρόντος Νόμου και δεν εφαρμόζονται, καθόσον αφορά στα δικαιώματα των αποχωρούντων εργαζομένων.