5. Με σκοπό τη διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων του ΙΕΣΠ προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων σε περίπτωση πτώχευσης της χρηματοδοτούσας επιχείρησης, το ΙΕΣΠ ιδρύεται και λειτουργεί ως εντελώς ξεχωριστή νομική οντότητα από την χρηματοδοτούσα επιχείρηση.
6.-(1) Τα ΙΕΣΠ περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε αυτές που συνδέονται με συνταξιοδοτικές παροχές και στις δραστηριότητες που απορρέουν από αυτές.
(2) Ως γενική αρχή, τα ΙΕΣΠ, όπου αρμόζει, λαμβάνουν υπόψη τον στόχο της διασφάλισης δίκαιης κατανομής κινδύνων και οφελών μεταξύ γενεών στις δραστηριότητές τους.
7.-(1) Ο Υπουργός ορίζει, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δημόσιο υπάλληλο που υπηρετεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Έφορο Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, για να ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες που του παρέχονται από τον παρόντα Νόμο και τους Κανονισμούς.
(2) Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να εκδίδει γνωστοποίηση, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με την οποία ορίζει και εξουσιοδοτεί τον Έφορο να ενεργεί ως αρμόδια αρχή για την εφαρμογή οποιασδήποτε πράξης της Ένωσης που αφορά ΙΕΣΠ, τα οποία εποπτεύονται από τον Έφορο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και σε τέτοια περίπτωση ο Έφορος έχει εξουσία να επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται σε τέτοια πράξη.
(3) Οποιαδήποτε πράξη ή οτιδήποτε δύναται ή είναι υπόχρεος να πράξει ο Έφορος δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται να διενεργηθεί από οποιοδήποτε επιθεωρητή ή άλλο λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή δημόσιο υπάλληλο, δυνάμει εξουσιοδότησης του Εφόρου και οποιαδήποτε δήλωση ή/και κοινοποίηση υπογραμμένη από αυτόν που πιστοποιεί ότι οι πιο πάνω ενεργούν δυνάμει εξουσιοδότησης του, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιοδήποτε δικαστική διαδικασία.
8.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ο Έφορος τηρεί μητρώο και αρχείο ΙΕΣΠ, στα οποία καταχωρίζονται και τηρούνται τα στοιχεία, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που καθορίζονται με Κανονισμούς.
(2) Σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας κατά τα προβλεπόμενα στο Μέρος V, ο Έφορος καταχωρίζει στο Mητρώο τα κράτη μέλη στα οποία λειτουργεί το ΙΕΣΠ.
(3) Ο Έφορος κοινοποιεί στην ΕΑΑΕΣ κάθε καταχώριση την οποία διενεργεί βάσει του παρόντος άρθρου.
9.-(1) Εντός εξήντα (60) ημερών από την ίδρυση ΙΕΣΠ, του οποίου η έδρα βρίσκεται στη Δημοκρατία, η διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι των ιδρυτών του, υποβάλλουν αίτηση στον Έφορο για εγγραφή του ΙΕΣΠ.
(2) Η αίτηση εγγραφής υποβάλλεται στον εγκεκριμένο από τον Έφορο τύπο και συνοδεύεται από τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ υπογραμμένους από τους αιτητές και από δήλωση, στην οποία αναφέρονται τα ονόματα, ο αριθμός ταυτότητας και οι διευθύνσεις των αιτητών:
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο Έφορος δύναται να ζητεί από τους αιτητές να προσκομίσουν οποιαδήποτε έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία κρίνει αναγκαία για εξέταση της αίτησης, περιλαμβανομένων εγγράφων, στοιχείων και πληροφοριών για την οργανωτική δομή και τα προσόντα των μελών της διαχειριστικής επιτροπής, των προσώπων που ασκούν την πραγματική διοίκηση, βασικές λειτουργίες ή προσλαμβάνονται ως σύμβουλοι από το ΙΕΣΠ.
(4) Σε περίπτωση που νομοσχέδιο ή προσχέδιο κανονιστικής διοικητικής πράξης προβλέπει την ίδρυση ή την εξουσιοδότηση της ίδρυσης ΙΕΣΠ ή την τροποποίηση κανόνων λειτουργίας ΙΕΣΠ, εξασφαλίζονται οι απόψεις του Εφόρου αναφορικά με τη συμβατότητα του νομοσχεδίου ή προσχεδίου με τον παρόντα Νόμο και τους Κανονισμούς, πριν την έγκριση του νομοσχεδίου από το Υπουργικό Συμβούλιο ή την έκδοση του προσχεδίου ως κανονιστικής διοικητικής πράξης.
(5) ΙΕΣΠ το οποίο δεν άρχισε την άσκηση των δραστηριοτήτων του πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, απαγορεύεται να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα πριν από την έγκριση και εγγραφή του στο Μητρώο:
10. Εφόσον ο Έφορος έχει ενώπιον του όλα τα έγγραφα, στοιχεία και πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 9, και ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν οι νόμιμοι όροι, ότι οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και ότι η οργανωτική δομή και τα προσόντα των μελών της διαχειριστικής επιτροπής των προσώπων που θα ασκούν την πραγματική διοίκηση, βασικές λειτουργίες ή θα προσληφθούν ως σύμβουλοι από το ΙΕΣΠ, είναι ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, εγκρίνει την υποβληθείσα δυνάμει του εν λόγω άρθρου αίτηση, εγγράφει το ΙΕΣΠ στο Μητρώο και εκδίδει πιστοποιητικό εγγραφής το αργότερο μέσα σε τρείς μήνες από την υποβολή της αίτηση, ή μέσα σε έξι μήνες προκειμένου περί ΙΕΣΠ που χρηματοδοτείται από περισσότερες της μιας επιχειρήσεις:
11.-(1) Εκτός αν ένα ΙΕΣΠ έχει νομική προσωπικότητα δυνάμει άλλης νομοθεσίας, αυτό αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή του στο Μητρώο, η οποία παύει να υφίσταται με τη ολοκλήρωση της εκκαθάρισης του ΙΕΣΠ, σε περίπτωση διάλυσης του ή με την ολοκλήρωση της πλήρους μεταφοράς του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 75.
(2) Ισχύον πιστοποιητικό εγγραφής αποτελεί απόδειξη για την εγγραφή του ΙΕΣΠ, την ημερομηνία εγγραφής του και την τήρηση όλων των νόμιμων προϋποθέσεων.
12.-(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε ΙΕΣΠ θεσπίζει και εφαρμόζει κατάλληλους κανόνες λειτουργίας, ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του, οι οποίοι διέπουν κάθε συνταξιοδοτικό σχέδιο που εφαρμόζει το ΙΕΣΠ.
(2) Οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ καθορίζουν τουλάχιστον-
(α) Την επωνυμία και την έδρα του ΙΕΣΠ,
(β) τους όρους εισδοχής των μελών και τις συνθήκες υπό τις οποίες παύουν να είναι μέλη,
(γ) τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών,
(δ) τη σύνθεση της διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ και τους όρους της εκλογής ή του διορισμού και της παύσης των μελών της, τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά της, καθώς και τους όρους λειτουργίας της,
(ε) τους όρους υπό τους οποίους δύναται να συγκαλείται, να συνεδριάζει και να αποφασίζει η διαχειριστική επιτροπή και η συνέλευση των μελών και των δικαιούχων,
(στ) τους όρους, υπό τους οποίους δύνανται να τροποποιούνται οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ,
(ζ) το ποσό ή το ποσοστό εισφορών των μελών ή/και της χρηματοδοτούσας επιχείρησης,
(η) την τήρηση και τον έλεγχο των λογαριασμών του ΙΕΣΠ, και
(θ) τις συνθήκες και τους όρους διάλυσης του ΙΕΣΠ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 80.
(3) Απαγορεύεται σε μέλος ή δικαιούχο να έχει πέραν της μίας ψήφου δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ και οποιαδήποτε τέτοια επιπρόσθετη ψήφος είναι άκυρη.
13.-(1) Απαγορεύεται κάθε άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου στα ΙΕΣΠ και κάθε διάταξη των κανόνων λειτουργίας οποιουδήποτε ΙΕΣΠ η οποία περιέχει τέτοια διάκριση είναι άκυρη.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Ίσης Μεταχειρίσεως Ανδρών και Γυναικών στα Επαγγελματικά Σχέδια Κοινωνικής Ασφάλισης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(3) Είναι επίσης άκυρη κάθε διάταξη των κανόνων λειτουργίας οποιουδήποτε ΙΕΣΠ, η οποία μπορεί να έχει ως άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα την παράβαση νόμου που απαγορεύει τη διάκριση στους όρους απασχόλησης για λόγους που καθορίζονται σε τέτοιο νόμο.
14. Όταν ο Έφορος απορρίπτει αίτηση για εγγραφή ΙΕΣΠ, αποστέλλει στους αιτητές, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία της απόφασής του, έγγραφη γνωστοποίηση του γεγονότος, η οποία περιλαμβάνει το αιτιολογικό της απόφασης και μνεία του δικαιώματος των αιτητών να προσβάλουν την απόφαση στο Διοικητικό Δικαστήριο.
15.-(1) Ο Έφορος δύναται οποτεδήποτε να ανακαλέσει το πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, εάν αποδειχθεί ότι το ΙΕΣΠ έχει παραβεί οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ, με κίνδυνο να προκληθεί βλάβη στα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του ΙΕΣΠ, και παρά την προειδοποίηση του Εφόρου, αυτό συνεχίζει την παράβαση.
(2) Ο Έφορος ανακαλεί επίσης το πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, όταν αυτό διαλυθεί ή σε περίπτωση μεταφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 75, όλων των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζεται ή εάν μετά την πάροδο εύλογου χρονικού διαστήματος από την έγγραφή του, ο Έφορος διαπιστώνει ότι το ΙΕΣΠ δεν έχει τεθεί σε λειτουργία.
(3) Ο Έφορος, πριν ανακαλέσει πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, ενημερώνει γραπτώς τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να προβεί στην ανάκληση και καλεί το ΙΕΣΠ να συμμορφωθεί πλήρως προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ, εντός χρονικού διαστήματος τριών μηνών.
(4) Εάν η κατά το εδάφιο (3) προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο Έφορος ανακαλεί το πιστοποιητικό εγγραφής του ΙΕΣΠ και κοινοποιεί αμέσως την απόφαση του γραπτώς στη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ και στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση. Η απόφαση του Εφόρου δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σε άλλο κατάλληλο μέσο, αν ο Έφορος κρίνει τούτο αναγκαίο.
(5) Το ΙΕΣΠ, του οποίου το πιστοποιητικό εγγραφής ανακαλείται δυνάμει του εδαφίου (4), δεν δέχεται νέα μέλη και δεν εισπράττει εισφορές αναφορικά με την απασχόληση των μελών από την κοινοποίηση σε αυτό της απόφασης του Εφόρου για ανάκληση του εν λόγω πιστοποιητικού.
(6) Στην περίπτωση του αναφερόμενου στο εδάφιο (5) ΙΕΣΠ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 80.
16. Κάθε τροποποίηση των κανόνων λειτουργίας ΙΕΣΠ δύναται να ισχύει από την ψήφισή της, αλλά μόνο μετά την έγκριση και εγγραφή της στο Μητρώο, κατόπιν γραπτής αίτησης της διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ, η οποία υποβάλλεται στον Έφορο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ψήφιση της τροποποίησης.
17.-(1) Ανεξάρτητα από οποιοδήποτε άλλο νόμο, κάθε ΙΕΣΠ το οποίο παραλείπει ή αρνείται να υποβάλει αίτηση για εγγραφή μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στον παρόντα Νόμο και κάθε ΙΕΣΠ του οποίου η αίτηση για εγγραφή απορρίφθηκε, δεν δέχεται νέα μέλη και δεν εισπράττει εισφορές αναφορικά με την απασχόληση των μελών του, μετά την κοινοποίηση σε αυτό της απόφασης του Εφόρου׃
(2) Το ΙΕΣΠ, το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1), παύει να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα, πλην των δραστηριοτήτων που ο Έφορος κρίνει αναγκαίες σε κάθε περίπτωση για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των μελών και των δικαιούχων.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και σε κάθε ΙΕΣΠ το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1), μέχρις ότου αποφασιστεί η εκκαθάρισή του.
(4) Ο χρόνος εκκαθάρισης ΙΕΣΠ, στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, αποφασίζεται από τον Έφορο.
18.-(1) Κάθε χρηματοδοτούσα επιχείρηση καταβάλλει στο οικείο ΙΕΣΠ:
(α) Την καταβλητέα από αυτήν εισφορά, και
(β) σε περίπτωση που καταβάλλεται εισφορά από το μέλος, το ποσό που έλαβε ή παρακράτησε ως εισφορά του μέλους.
(2) Όταν πρόκειται για ΙΕΣΠ που λειτουργεί για αυτοτελώς εργαζομένους, το μέλος καταβάλλει την εισφορά που ορίζουν οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ.
(3) Ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής εισφορών προς τα ΙΕΣΠ, καθώς και οι σχετικές με την καταβολή αυτή καταστάσεις καθορίζονται με Κανονισμούς.
(4) Η διαχειριστική επιτροπή κάθε ΙΕΣΠ οφείλει να προβαίνει σε όλες τις νόμιμες πράξεις και να λαμβάνει όλα τα νόμιμα μέτρα, προς είσπραξη τυχόν καθυστερημένων εισφορών.
(5) Όταν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση παραλείπει ή καθυστερεί την καταβολή εισφορών στο ΙΕΣΠ, η διαχειριστική επιτροπή του υποχρεούται το αργότερο σε δύο (2) μήνες από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής των εισφορών να ειδοποιήσει γραπτώς τον Έφορο, γνωστοποιώντας του την περίοδο για την οποία οφείλονται οι εισφορές και το υπολογιζόμενο αντίστοιχο ποσό.
(6) Η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή ο αυτοτελώς εργαζόμενος, ανάλογα με την περίπτωση, επιβαρύνεται με πρόσθετη εισφορά υπολογιζόμενη πάνω στο ποσό των καθυστερημένων εισφορών με επιτόκιο ίσο προς το νόμιμο τόκο από τη λήξη της προς καταβολή των εισφορών προθεσμίας:
(7) Σε περίπτωση παρατεταμένης ή επαναλαμβανόμενης παράλειψης ή άρνησης της χρηματοδοτούσας επιχείρησης να καταβάλει τις εισφορές που οφείλει δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του οικείου ΙΕΣΠ, ο Έφορος, αφού ειδοποιήσει την οικεία διαχειριστική επιτροπή για την πρόθεσή του, δύναται να διατάξει την επιχείρηση αυτή να διακόψει την παρακράτηση εισφορών από τις αποδοχές των μελών. Κανονισμοί προβλέπουν για τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα μέλη δύνανται να καταβάλλουν τις προσωπικές τους εισφορές απευθείας στο ΙΕΣΠ.
19.-(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός από τις παροχές που καταβάλλονται με γνώμονα την αφυπηρέτηση, όταν το μέλος υπερβεί την οριζόμενη από τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ ηλικία, ή την αναμονή της αφυπηρέτησης, οι κανόνες αυτοί δύνανται να προβλέπουν επίσης για την καταβολή παροχών:
(α) Σε μέλος το οποίο καθίσταται μόνιμα ανίκανο για την εργασία που εκτελεί,
(β) σε περίπτωση θανάτου του μέλους, στους επιζώντες και τους κληρονόμους του,
(γ) σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης του μέλους:
(2) Σε περίπτωση διάλυσης του ΙΕΣΠ τα σωρευμένα δικαιώματα των μελών ή και των δικαιούχων, ανάλογα με την περίπτωση, ρυθμίζονται όπως προβλέπει το άρθρο 80.
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 92 έως 94 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καμιά μείωση σωρευμένων δικαιωμάτων σε ΙΕΣΠ δεν επιτρέπεται, εκτός στην περίπτωση οικειοθελούς τερματισμού της απασχόλησης του μέλους πριν από τη συμπλήρωση τριών (3) ετών συνεχούς απασχόλησης με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση׃
(4) Η μέθοδος υπολογισμού του ποσού της παροχής, η οποία καταβάλλεται από Ταμείο Προνοίας σε μέλος ή στους νόμιμους κληρονόμους του καθορίζεται με Κανονισμούς.