Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον τίτλο:

Οδηγία (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών,

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμος του 2020.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αναλογιστής» σημαίνει εταίρο μέλος ενός από τα σώματα επαγγελματιών αναλογιστών που αναγνωρίζονται από το International Actuarial Association ή από το Actuarial Association of Europe.

«αρμόδια αρχή» σημαίνει την αρχή που έχει ορισθεί σε κράτος μέλος να ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/2341.

«αυτοτελώς εργαζόμενος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«βασική λειτουργία» σημαίνει, στο πλαίσιο ενός συστήματος διακυβέρνησης, την ικανότητα ανάληψης πρακτικών καθηκόντων, η οποία περιλαμβάνει τη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων, τη λειτουργία εσωτερικού ελέγχου και την αναλογιστική λειτουργία.

«βιομετρικοί κίνδυνοι» σημαίνει τους κινδύνους που συνδέονται με το θάνατο, την ανικανότητα και τη μακροζωία.

«διασυνοριακή δραστηριότητα» σημαίνει τη διαχείριση συνταξιοδοτικού σχεδίου στο οποίο η σχέση μεταξύ της χρηματοδοτούσας επιχείρησης και των ενδιαφερομένων μελών και δικαιούχων, διέπεται από τη σχετική με τον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών σχεδίων κοινωνική και εργατική νομοθεσία, άλλου κράτους μέλους από το κράτος μέλος καταγωγής.

«διαχειριστική επιτροπή» σημαίνει το όργανο που έχει την τελική ευθύνη διαχείρισης ΙΕΣΠ, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του.

«Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (International Accounting Standards (IASs)), τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (International Financial Reporting Standards (IFRSs)) και τις ερμηνείες τους (SIC-IFRIC interpretations), τις τροποποιήσεις των προτύπων αυτών και των ερμηνειών τους και οποιαδήποτε πρότυπα και ερμηνείες τους που εκάστοτε εκδίδονται ή εγκρίνονται από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board (IASB)), όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 297/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008.

«δικαιούχος» σημαίνει το άτομο το οποίο εισπράττει περιοδικές συνταξιοδοτικές παροχές από Ταμείο Συντάξεων ή Ταμείο Προνοίας.

«Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από τον περί Ετησίων Αδειών μετ’ Απολαβών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«ΕΑΑΕΣ» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, η οποία συγκροτήθηκε με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής».

«εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ» σημαίνει ΙΕΣΠ καταχωρισμένο στο Μητρώο.

«ελεγκτής» σημαίνει-

(α) ελεγκτή κατά τα προβλεπόμενα στον περί Εταιρειών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και

(β) το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας, αναφορικά με τα ΙΕΣΠ των οποίων ο έλεγχος υπάγεται στην αρμοδιότητα του.

«επιθεωρητής» σημαίνει πρόσωπο που ορίστηκε ως επιθεωρητής δυνάμει του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

επιχείρηση» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί οικονομικής ή/και εμπορικής φύσης δραστηριότητες, ανεξάρτητα αν αυτές οι δραστηριότητες είναι κερδοσκοπικές ή όχι, και περιλαμβάνει κάθε επιχείρηση ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου στην οποία το Δημόσιο δύναται να ασκήσει αποφασιστική επιρροή, άμεσα ή έμμεσα, λόγω κυριότητας, οικονομικής συμμετοχής ή δυνάμει διατάξεων που διέπουν την επιχείρηση. Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού θεωρείται ότι ασκείται αποφασιστική επιρροή, όταν το Δημόσιο άμεσα ή έμμεσα-

(α) διαθέτει την πλειοψηφία του καλυφθέντος κεφαλαίου της επιχείρησης, ή

(β) διαθέτει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με μερίδια της επιχείρησης, ή

(γ) δύναται να διορίζει πέραν του 50% του αριθμού των μελών των οργάνων της διοίκησης, διεύθυνσης ή εποπτείας της επιχείρησης.

«έδρα» σημαίνει, σε σχέση με ένα ΙΕΣΠ, το διοικητικό κατάστημα στο οποίο λαμβάνονται οι κύριες στρατηγικές αποφάσεις του ΙΕΣΠ.

«εργαζόμενος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «μισθωτός» από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«εργοδότης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που απασχολεί έναν ή περισσότερους εργαζόμενους και περιλαμβάνει την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

«ευρύτερος δημόσιος τομέας» περιλαμβάνει κάθε ανεξάρτητη υπηρεσία ή αρχή ή γραφείο ανεξάρτητου αξιωματούχου, κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα που ιδρύεται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία.

«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Έφορος» σημαίνει το πρόσωπο που ορίζεται ως Έφορος Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7, για να ενεργεί ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία.

«θυγατρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον ίδιο όρο από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών», ή «ΙΕΣΠ» σημαίνει το ίδρυμα το οποίο λειτουργεί, ανεξαρτήτως της νομικής του μορφής, σε κεφαλαιοποιητική βάση και-

(α) ιδρύεται, ξεχωριστά από οποιαδήποτε χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή επαγγελματική ένωση, με στόχο να χορηγεί συνταξιοδοτικές παροχές στο πλαίσιο μιας επαγγελματικής δραστηριότητας με βάση συμφωνία ή σύμβαση, η οποία έχει συναφθεί:

(i) μεμονωμένα ή συλλογικά μεταξύ εργοδότη/ών και εργαζομένου/ων ή των αντίστοιχων εκπροσώπων τους ή-

(ii) με αυτοτελώς εργαζομένους, μεμονωμένα ή συλλογικά.

(β) ιδρύεται από επαγγελματικό σύλλογο, ο οποίος ασκεί κατά νόμο ρυθμιστικές αρμοδιότητες, ή από ή με συμφωνία με κατά νόμο εγγεγραμμένη επαγγελματική οργάνωση αυτοτελώς εργαζομένων, ξεχωριστά από τον εν λόγω σύλλογο ή οργάνωση, με στόχο να χορηγεί συνταξιοδοτικές παροχές στα μέλη του ή μέλη της, ανάλογα με την περίπτωση,

κατά το δίκαιο της Δημοκρατίας και κατά το δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής, προκειμένου περί ΙΕΣΠ που ασκεί διασυνοριακές δραστηριότητες, και το οποίο αναπτύσσει δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με το στόχο της χορήγησης συνταξιοδοτικών παροχών,

«ΙΕΣΠ κράτους μέλους» σημαίνει ΙΕΣΠ του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής, δεν είναι η Δημοκρατία,

«κανόνες λειτουργίας» σημαίνει νομοθεσία, καταστατικό ή άλλο έγγραφο, ανάλογα με την περίπτωση, βάσει των οποίων ιδρύεται και λειτουργεί το ΙΣΕΠ.

«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004» σημαίνει την πράξη (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας.

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 987/2009» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανο-νισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας.

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας”, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 και όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012 για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών”, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 και όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) και όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«κράτος μέλος» σημαίνει το κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το πρωτόκολλο, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993, όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει το κράτος μέλος στο οποίο έχει καταχωριστεί ή εγκριθεί το ΙΕΣΠ και στο οποίο βρίσκεται η έδρα του·

«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει το κράτος μέλος του οποίου η κοινωνική και εργατική νομοθεσία, σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, διέπει τις σχέσεις μεταξύ χρηματοδοτούσας επιχείρησης και μελών ή δικαιούχων του ΙΕΣΠ·

«λογαριασμοί» σημαίνει την πλήρη σειρά οικονομικών καταστάσεων, όπως ορίζεται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα·

«μέλος» σημαίνει το άτομο, εκτός από δικαιούχο ή υποψήφιο μέλος, του οποίου οι παρελθούσες ή τρέχουσες επαγγελματικές δραστηριότητες του δίνουν ή θα του δώσουν το δικαίωμα σε συνταξιοδοτικές παροχές, σύμφωνα με τις διατάξεις του συνταξιοδοτικού σχεδίου:

Νοείται ότι, προκειμένου περί Ταμείου Προνοίας, το μέλος το οποίο δικαιούται να λάβει τα σωρευμένα δικαιώματα του με τη μορφή εφάπαξ πληρωμής, διατηρεί την ιδιότητα του μέλους μέχρι την είσπραξη αυτής της πληρωμής·

«μεταφέρον ΙΕΣΠ», για τους σκοπούς του άρθρου 25, σημαίνει ΙΕΣΠ το οποίο μεταφέρει, πλήρως ή εν μέρει, το παθητικό, τα τεχνικά αποθεματικά, και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα ενός συνταξιοδοτικού σχεδίου, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού ή ισοδύναμο χρηματικό ποσό, σε ΙΕΣΠ που έχει καταχωριστεί ή εγκριθεί σε άλλο κράτος μέλος και για σκοπούς μεταφοράς δυνάμει του άρθρου 75, περιλαμβάνει ΙΕΣΠ εγγεγραμμένο στη Δημοκρατία·

«μητρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον ίδιο όρο από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου·

«Μητρώο» σημαίνει το μητρώο στο οποίο καταχωρίζεται κάθε εγκεκριμένο από τον Έφορο ΙΕΣΠ και το οποίο αυτός τηρεί κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8·

«μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης» ή «ΜΟΔ» σημαίνει τον μηχανισμό οργανωμένης διαπραγμάτευσης ή ΜΟΔ, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 23 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

«Οδηγία» σημαίνει κανονιστικού περιεχομένου Οδηγία που εκδίδεται από τον Έφορο δυνάμει του άρθρου 89 και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·

«Οδηγία 2002/83/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2008/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008·

«Οδηγία 2003/41/ΕΚ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών˙

«Οδηγία 2004/39/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2010/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010·

«Οδηγία 2006/31/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2006/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, σχετικά με την τροποποίηση της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ως προς ορισμένες προθεσμίες»·

«Οδηγία 2006/48/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας «πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010·

«Οδηγία 2009/65/ΕΚ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)˙

«Οδηγία 2009/138/ΕΚ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II)·

«Οδηγία 2011/61/ΕΕ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010˙

«Οδηγία 2013/36/ΕΕ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ·

«Οδηγία 2014/65/ΕΕ» σημαίνει την πράξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ·

«όμιλος» σημαίνει όμιλο του οποίου η επιχείρηση είναι μέρος και ο οποίος αποτελείται από-

(α) τη μητρική επιχείρηση,

(β) τις θυγατρικές της,

(γ) τις επιχειρήσεις στις οποίες η μητρική επιχείρηση ή οι θυγατρικές της κατέχουν συμμετοχή, άμε-σα ή μέσω ελέγχου, τουλάχιστον του 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του 20% του κεφαλαίου,

(δ) την επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις που, χωρίς να συνδέονται με τη μητρική επιχείρηση με τις σχέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ)-

(i) έχουν τεθεί με τη μητρική επιχείρηση υπό ενιαία διεύθυνση κατόπιν σύμβασης που έχει συναφθεί με τη μητρική επιχείρηση ή σύμφωνα με τους όρους των καταστατικών τους, ή

(ii) τα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά τους όργανα αποτελούνται κατά πλειοψηφία από τα ίδια πρόσωπα, τα οποία ασκούν καθήκοντα κατά τη διάρκεια της υπό επισκόπηση περιόδου κατά την οποία γίνονται οικονομικές καταστάσεις και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών·

«ορισθείσα ημερομηνία» σημαίνει την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου·

«παραλαμβάνον ΙΕΣΠ», για τους σκοπούς του άρθρου 25, σημαίνει ΙΕΣΠ το οποίο παραλαμβάνει, πλήρως ή εν μέρει, το παθητικό, τα τεχνικά αποθεματικά, και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα ενός συνταξιοδοτικού σχεδίου, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού ή ισοδύναμο χρηματικό ποσό, από ΙΕΣΠ που έχει καταχωριστεί ή εγκριθεί σε άλλο κράτος μέλος και για σκοπούς παραλαβής δυνάμει του άρθρου 75, περιλαμβάνει ΙΕΣΠ εγγεγραμμένο στη Δημοκρατία·

«πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ» σημαίνει τον πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης ή ΠΜΔ, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 22 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

«πρόσωπο που ασκεί πραγματική διοίκηση» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που έχει την αρμοδιότητα για την εκτέλεση των αποφάσεων της διαχειριστικής επιτροπής ή και την ευθύνη για την άσκηση των δραστηριοτήτων που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία του ΙΕΣΠ σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του και τον παρόντα Νόμο·

«ρυθμιζόμενη αγορά» σημαίνει ρυθμιζόμενη αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 21 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

«σταθερό μέσο» σημαίνει μέσο το οποίο παρέχει σε μέλος ή δικαιούχο τη δυνατότητα να αποθηκεύει πληροφορίες απευθυνόμενες προσωπικά στο συγκεκριμένο μέλος ή στον συγκεκριμένο δικαιούχο, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέξει σε αυτές μελλοντικά και επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες, και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών·

«συνταξιοδοτικές παροχές» σημαίνει τις χρηματικές παροχές που καταβάλλονται με γνώμονα τη συνταξιοδότηση ή την αναμονή για τη συνταξιοδότηση ή, εφόσον είναι συμπληρωματικές των εν λόγω συνταξιοδοτικών παροχών και παρέχονται επικουρικά, υπό μορφή πληρωμών σε περίπτωση θανάτου, μόνιμης ανικανότητας για εργασία , ή παύσης της απασχόλησης, ή υπό μορφή καταβολής ενισχύσεων ή παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας, ένδειας ή θανάτου. Προκειμένου να διευκολύνεται η οικονομική ασφάλεια κατά τη σύνταξη, οι παροχές αυτές μπορούν να λαμβάνουν τη μορφή πληρωμών εφ' όρου ζωής, πληρωμών για προσωρινό χρονικό διάστημα, εφάπαξ ποσού ή οιουδήποτε συνδυασμού αυτών·

«συνταξιοδοτικό σχέδιο» σημαίνει το νόμο, τη σύμβαση, τη συμφωνία, περιλαμβανομένης συλλογικής συμφωνίας και τους κανόνες που καθορίζουν ποιές συνταξιοδοτικές παροχές χορηγούνται και υπό ποιούς όρους·

«συνταξιοδοτικό σχέδιο καθορισμένων εισφορών» σημαίνει συνταξιοδοτικό σχέδιο στο οποίο το επίπεδο παροχών δεν προκαθορίζεται, αλλά εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το σωρευμένο υπέρ του μέλους ποσό εισφορών και την επενδυτική του απόδοση, μείον τα διοικητικά και άλλα έξοδα του σχεδίου·

«συνταξιοδοτικό σχέδιο καθορισμένων παροχών» σημαίνει συνταξιοδοτικό σχέδιο το οποίο προβλέπει για προκαθορισμένο επίπεδο παροχών και το οποίο υπολογίζεται σε συνάρτηση με προκαθορισμένους παράγοντες, όπως η υπηρεσία και οι αποδοχές, άλλους από την εκάστοτε απαιτούμενη για τη χρηματοδότηση του εισφορά·

«Ταμείο Προνοίας» σημαίνει ΙΕΣΠ το οποίο διαχειρίζεται συνταξιοδοτικό σχέδιο καθορισμένων εισφορών, το οποίο καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές υπό μορφή είτε εφάπαξ πληρωμών είτε περιοδικών πληρωμών ορισμένης διάρκειας ή εφόρου ζωής, καθώς και Ταμείο Προνοίας που εγγυάται το ίδιο ένα συγκεκριμένο εφάπαξ ποσό ή μια συγκεκριμένη απόδοση των επενδύσεων του·

«Ταμείο Συντάξεων» σημαίνει ΙΕΣΠ το οποίο διαχειρίζεται συνταξιοδοτικό σχέδιο καθορισμένων παροχών που καταβάλλονται υπό μορφή περιοδικών πληρωμών ή εν μέρει υπό μορφή περιοδικών πληρωμών και εν μέρει υπό μορφή εφάπαξ πληρωμών·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων·

«υποψήφιο μέλος» σημαίνει το άτομο που πληροί τις προϋποθέσεις για να ενταχθεί σε συνταξιοδοτικό σχέδιο·

«χρηματοδοτούσα επιχείρηση» σημαίνει οποιαδήποτε επιχείρηση, ή άλλο φορέα, ανεξαρτήτως του εάν περιλαμβάνει ή απαρτίζεται από ένα ή περισσότερα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, η οποία ενεργεί υπό την ιδιότητα εργοδότη ή αυτοτελώς εργαζομένου ή οποιουδήποτε συνδυασμού αυτών, και χρηματοδοτεί ή συγχρηματοδοτεί συνταξιοδοτικό σχέδιο και περιλαμβάνει την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας ως εργοδότη και τους εργοδότες που εμπίπτουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Καλυπτόμενα ΙΕΣΠ

3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε όλα τα ΙΕΣΠ που έχουν την έδρα τους στη Δημοκρατία.

(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται:

(α) Στο Σύστημα Κοινωνικών Ασφαλίσεων που ιδρύθηκε και λειτουργεί δυνάμει του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και άλλα ιδρύματα που τυχόν διαχειρίζονται συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία εμπίπτουν στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

(β) σε ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής οποιουδήποτε από τους ακολούθους νόμους:

(i) Στον περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(ii) Στον περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(iii) Στον περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(iv) Στον περί των Διαχειριστών Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(v) Στον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(γ) σε ιδρύματα που λειτουργούν σε διανεμητική βάση.

(δ) σε ιδρύματα όπου οι υπάλληλοι της χρηματοδοτούσας επιχείρησης δεν έχουν εκ του νόμου δικαιώματα στα οφέλη και όπου η χρηματοδοτούσα επιχείρηση μπορεί να αποδεσμεύσει σε οποιαδήποτε στιγμή τα στοιχεία του ενεργητικού και να μην ανταποκριθεί κατ’ ανάγκη στις υποχρεώσεις της προς καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών.

(ε) στις επιχειρήσεις οι οποίες για την καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών στους υπαλλήλους τους προσφεύγουν στη σύσταση αποθεματικών στον ισολογισμό.

Εφαρμογή σε ΙΕΣΠ που διαχειρίζονται συστήματα κοινωνικής ασφάλισης

4.-(1) ΙΕΣΠ που διαχειρίζονται επίσης συστήματα υποχρεωτικής συνταξιοδότησης συνδεόμενα με την εργασία, τα οποία θεωρούνται ως συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που εμπίπτουν στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009, διέπονται από τoν παρόντα Νόμο όσον αφορά τις μη υποχρεωτικές δραστηριότητές τους στον τομέα της επαγγελματικής συνταξιοδότησης.

(2) Στην περίπτωση του εδαφίου (1), η διαχείριση των στοιχείων του παθητικού και των αντίστοιχων στοιχείων του ενεργητικού γίνεται χωριστά και δεν είναι δυνατή η μεταφορά τους στα συστήματα υποχρεωτικής συνταξιοδότησης τα οποία θεωρούνται ως σχέδια κοινωνικής ασφάλισης, ή αντιστρόφως.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΙΔΡΥΣΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΙΕΣΠ
Νομικός διαχωρισμός μεταξύ χρηματοδοτουσών επιχειρήσεων και ΙΕΣΠ

5. Με σκοπό τη διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων του ΙΕΣΠ προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων σε περίπτωση πτώχευσης της χρηματοδοτούσας επιχείρησης, το ΙΕΣΠ ιδρύεται και λειτουργεί ως εντελώς ξεχωριστή νομική οντότητα από την χρηματοδοτούσα επιχείρηση.

Δραστηριότητες των ΙΕΣΠ

6.-(1) Τα ΙΕΣΠ περιορίζουν τις δραστηριότητές τους σε αυτές που συνδέονται με συνταξιοδοτικές παροχές και στις δραστηριότητες που απορρέουν από αυτές.

(2) Ως γενική αρχή, τα ΙΕΣΠ, όπου αρμόζει, λαμβάνουν υπόψη τον στόχο της διασφάλισης δίκαιης κατανομής κινδύνων και οφελών μεταξύ γενεών στις δραστηριότητές τους.

Έφορος ΙΕΣΠ

7.-(1) Ο Υπουργός ορίζει, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δημόσιο υπάλληλο που υπηρετεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Έφορο Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, για να ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες που του παρέχονται από τον παρόντα Νόμο και τους Κανονισμούς.

(2) Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να εκδίδει γνωστοποίηση, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με την οποία ορίζει και εξουσιοδοτεί τον Έφορο να ενεργεί ως αρμόδια αρχή για την εφαρμογή οποιασδήποτε πράξης της Ένωσης που αφορά ΙΕΣΠ, τα οποία εποπτεύονται από τον Έφορο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και σε τέτοια περίπτωση ο Έφορος έχει εξουσία να επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται σε τέτοια πράξη.

(3) Οποιαδήποτε πράξη ή οτιδήποτε δύναται ή είναι υπόχρεος να πράξει ο Έφορος δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται να διενεργηθεί από οποιοδήποτε επιθεωρητή ή άλλο λειτουργό των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή δημόσιο υπάλληλο, δυνάμει εξουσιοδότησης του Εφόρου και οποιαδήποτε δήλωση ή/και κοινοποίηση υπογραμμένη από αυτόν που πιστοποιεί ότι οι πιο πάνω ενεργούν δυνάμει εξουσιοδότησης του, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιοδήποτε δικαστική διαδικασία.

Μητρώο και αρχείο ΙΕΣΠ

8.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ο Έφορος τηρεί μητρώο και αρχείο ΙΕΣΠ, στα οποία καταχωρίζονται και τηρούνται τα στοιχεία, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που καθορίζονται με Κανονισμούς.

(2) Σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας κατά τα προβλεπόμενα στο Μέρος V, ο Έφορος καταχωρίζει στο Mητρώο τα κράτη μέλη στα οποία λειτουργεί το ΙΕΣΠ.

(3) Ο Έφορος κοινοποιεί στην ΕΑΑΕΣ κάθε καταχώριση την οποία διενεργεί βάσει του παρόντος άρθρου.

Αίτηση εγγραφής ΙΕΣΠ

9.-(1) Εντός εξήντα (60) ημερών από την ίδρυση ΙΕΣΠ, του οποίου η έδρα βρίσκεται στη Δημοκρατία, η διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι των ιδρυτών του, υποβάλλουν αίτηση στον Έφορο για εγγραφή του ΙΕΣΠ.

(2) Η αίτηση εγγραφής υποβάλλεται στον εγκεκριμένο από τον Έφορο τύπο και συνοδεύεται από τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ υπογραμμένους από τους αιτητές και από δήλωση, στην οποία αναφέρονται τα ονόματα, ο αριθμός ταυτότητας και οι διευθύνσεις των αιτητών:

Νοείται ότι στις περιπτώσεις ΙΕΣΠ τα οποία ιδρύονται δυνάμει νόμου, δεν απαιτείται η υπογραφή των κανόνων λειτουργίας τους από τους αιτητές.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο Έφορος δύναται να ζητεί από τους αιτητές να προσκομίσουν οποιαδήποτε έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία κρίνει αναγκαία για εξέταση της αίτησης, περιλαμβανομένων εγγράφων, στοιχείων και πληροφοριών για την οργανωτική δομή και τα προσόντα των μελών της διαχειριστικής επιτροπής, των προσώπων που ασκούν την πραγματική διοίκηση, βασικές λειτουργίες ή προσλαμβάνονται ως σύμβουλοι από το ΙΕΣΠ.

(4) Σε περίπτωση που νομοσχέδιο ή προσχέδιο κανονιστικής διοικητικής πράξης προβλέπει την ίδρυση ή την εξουσιοδότηση της ίδρυσης ΙΕΣΠ ή την τροποποίηση κανόνων λειτουργίας ΙΕΣΠ, εξασφαλίζονται οι απόψεις του Εφόρου αναφορικά με τη συμβατότητα του νομοσχεδίου ή προσχεδίου με τον παρόντα Νόμο και τους Κανονισμούς, πριν την έγκριση του νομοσχεδίου από το Υπουργικό Συμβούλιο ή την έκδοση του προσχεδίου ως κανονιστικής διοικητικής πράξης.

(5) ΙΕΣΠ το οποίο δεν άρχισε την άσκηση των δραστηριοτήτων του πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, απαγορεύεται να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα πριν από την έγκριση και εγγραφή του στο Μητρώο:

Νοείται ότι το ΙΕΣΠ δύναται να τεθεί σε λειτουργία αναδρομικά από την ίδρυση του, αλλά μόνο μετά την έγκριση και εγγραφή του στο Μητρώο.

Έγκριση και εγγραφή ΙΕΣΠ

10. Εφόσον ο Έφορος έχει ενώπιον του όλα τα έγγραφα, στοιχεία και πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 9, και ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν οι νόμιμοι όροι, ότι οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και ότι η οργανωτική δομή και τα προσόντα των μελών της διαχειριστικής επιτροπής των προσώπων που θα ασκούν την πραγματική διοίκηση, βασικές λειτουργίες ή θα προσληφθούν ως σύμβουλοι από το ΙΕΣΠ, είναι ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, εγκρίνει την υποβληθείσα δυνάμει του εν λόγω άρθρου αίτηση, εγγράφει το ΙΕΣΠ στο Μητρώο και εκδίδει πιστοποιητικό εγγραφής το αργότερο μέσα σε τρείς μήνες από την υποβολή της αίτηση, ή μέσα σε έξι μήνες προκειμένου περί ΙΕΣΠ που χρηματοδοτείται από περισσότερες της μιας επιχειρήσεις:

Νοείται ότι, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 91, ο Έφορος, με σκοπό την προστασία των συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων, δύναται να εγγράψει ΙΕΣΠ, το οποίο ιδρύθηκε δυνάμει νόμου και του οποίου η εξέταση της δυνάμει του άρθρου 9 αίτησης εκκρεμεί ενώπιον του Εφόρου, έστω και αν οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ δεν συνάδουν πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, με τον όρο της πλήρους εναρμόνισης των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ με τις εν λόγω διατάξεις εντός χρονικού διαστήματος που ορίζει ο Έφορος.

Νομική προσωπικότητα ΙΕΣΠ

11.-(1) Εκτός αν ένα ΙΕΣΠ έχει νομική προσωπικότητα δυνάμει άλλης νομοθεσίας, αυτό αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή του στο Μητρώο, η οποία παύει να υφίσταται με τη ολοκλήρωση της εκκαθάρισης του ΙΕΣΠ, σε περίπτωση διάλυσης του ή με την ολοκλήρωση της πλήρους μεταφοράς του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 75.

(2) Ισχύον πιστοποιητικό εγγραφής αποτελεί απόδειξη για την εγγραφή του ΙΕΣΠ, την ημερομηνία εγγραφής του και την τήρηση όλων των νόμιμων προϋποθέσεων.

Κανόνες λειτουργίας ΙΕΣΠ

12.-(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε ΙΕΣΠ θεσπίζει και εφαρμόζει κατάλληλους κανόνες λειτουργίας, ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του, οι οποίοι διέπουν κάθε συνταξιοδοτικό σχέδιο που εφαρμόζει το ΙΕΣΠ.

(2) Οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ καθορίζουν τουλάχιστον-

(α) Την επωνυμία και την έδρα του ΙΕΣΠ,

(β) τους όρους εισδοχής των μελών και τις συνθήκες υπό τις οποίες παύουν να είναι μέλη,

(γ) τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών,

(δ) τη σύνθεση της διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ και τους όρους της εκλογής ή του διορισμού και της παύσης των μελών της, τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά της, καθώς και τους όρους λειτουργίας της,

(ε) τους όρους υπό τους οποίους δύναται να συγκαλείται, να συνεδριάζει και να αποφασίζει η διαχειριστική επιτροπή και η συνέλευση των μελών και των δικαιούχων,

(στ) τους όρους, υπό τους οποίους δύνανται να τροποποιούνται οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ,

(ζ) το ποσό ή το ποσοστό εισφορών των μελών ή/και της χρηματοδοτούσας επιχείρησης,

(η) την τήρηση και τον έλεγχο των λογαριασμών του ΙΕΣΠ, και

(θ) τις συνθήκες και τους όρους διάλυσης του ΙΕΣΠ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 80.

(3) Απαγορεύεται σε μέλος ή δικαιούχο να έχει πέραν της μίας ψήφου δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ και οποιαδήποτε τέτοια επιπρόσθετη ψήφος είναι άκυρη.

Απαγόρευση διακρίσεων

13.-(1) Απαγορεύεται κάθε άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου στα ΙΕΣΠ και κάθε διάταξη των κανόνων λειτουργίας οποιουδήποτε ΙΕΣΠ η οποία περιέχει τέτοια διάκριση είναι άκυρη.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Ίσης Μεταχειρίσεως Ανδρών και Γυναικών στα Επαγγελματικά Σχέδια Κοινωνικής Ασφάλισης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(3) Είναι επίσης άκυρη κάθε διάταξη των κανόνων λειτουργίας οποιουδήποτε ΙΕΣΠ, η οποία μπορεί να έχει ως άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα την παράβαση νόμου που απαγορεύει τη διάκριση στους όρους απασχόλησης για λόγους που καθορίζονται σε τέτοιο νόμο.

Απόρριψη αίτησης για εγγραφή

14. Όταν ο Έφορος απορρίπτει αίτηση για εγγραφή ΙΕΣΠ, αποστέλλει στους αιτητές, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία της απόφασής του, έγγραφη γνωστοποίηση του γεγονότος, η οποία περιλαμβάνει το αιτιολογικό της απόφασης και μνεία του δικαιώματος των αιτητών να προσβάλουν την απόφαση στο Διοικητικό Δικαστήριο.

Ανάκληση πιστοποιητικού εγγραφής

15.-(1) Ο Έφορος δύναται οποτεδήποτε να ανακαλέσει το πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, εάν αποδειχθεί ότι το ΙΕΣΠ έχει παραβεί οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ, με κίνδυνο να προκληθεί βλάβη στα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του ΙΕΣΠ, και παρά την προειδοποίηση του Εφόρου, αυτό συνεχίζει την παράβαση.

(2) Ο Έφορος ανακαλεί επίσης το πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, όταν αυτό διαλυθεί ή σε περίπτωση μεταφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 75, όλων των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζεται ή εάν μετά την πάροδο εύλογου χρονικού διαστήματος από την έγγραφή του, ο Έφορος διαπιστώνει ότι το ΙΕΣΠ δεν έχει τεθεί σε λειτουργία.

(3) Ο Έφορος, πριν ανακαλέσει πιστοποιητικό εγγραφής ΙΕΣΠ, ενημερώνει γραπτώς τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να προβεί στην ανάκληση και καλεί το ΙΕΣΠ να συμμορφωθεί πλήρως προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ, εντός χρονικού διαστήματος τριών μηνών.

(4) Εάν η κατά το εδάφιο (3) προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο Έφορος ανακαλεί το πιστοποιητικό εγγραφής του ΙΕΣΠ και κοινοποιεί αμέσως την απόφαση του γραπτώς στη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ και στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση. Η απόφαση του Εφόρου δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σε άλλο κατάλληλο μέσο, αν ο Έφορος κρίνει τούτο αναγκαίο.

(5) Το ΙΕΣΠ, του οποίου το πιστοποιητικό εγγραφής ανακαλείται δυνάμει του εδαφίου (4), δεν δέχεται νέα μέλη και δεν εισπράττει εισφορές αναφορικά με την απασχόληση των μελών από την κοινοποίηση σε αυτό της απόφασης του Εφόρου για ανάκληση του εν λόγω πιστοποιητικού.

(6) Στην περίπτωση του αναφερόμενου στο εδάφιο (5) ΙΕΣΠ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 80.

Εγγραφή τροποποιήσεων κανόνων λειτουργίας ΙΕΣΠ

16. Κάθε τροποποίηση των κανόνων λειτουργίας ΙΕΣΠ δύναται να ισχύει από την ψήφισή της, αλλά μόνο μετά την έγκριση και εγγραφή της στο Μητρώο, κατόπιν γραπτής αίτησης της διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ, η οποία υποβάλλεται στον Έφορο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ψήφιση της τροποποίησης.

Συνέπειες παράλειψης εγγραφής, απόρριψης αίτησης εγγραφής κλπ

17.-(1) Ανεξάρτητα από οποιοδήποτε άλλο νόμο, κάθε ΙΕΣΠ το οποίο παραλείπει ή αρνείται να υποβάλει αίτηση για εγγραφή μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στον παρόντα Νόμο και κάθε ΙΕΣΠ του οποίου η αίτηση για εγγραφή απορρίφθηκε, δεν δέχεται νέα μέλη και δεν εισπράττει εισφορές αναφορικά με την απασχόληση των μελών του, μετά την κοινοποίηση σε αυτό της απόφασης του Εφόρου׃

Νοείται ότι προκειμένου περί ΙΕΣΠ το οποίο παραλείπει να υποβάλει αίτηση, το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήψη της προειδοποίησης του Εφόρου για τις συνέπειες της μη υποβολής αίτησης.

(2) Το ΙΕΣΠ, το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1), παύει να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα, πλην των δραστηριοτήτων που ο Έφορος κρίνει αναγκαίες σε κάθε περίπτωση για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των μελών και των δικαιούχων.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και σε κάθε ΙΕΣΠ το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1), μέχρις ότου αποφασιστεί η εκκαθάρισή του.

(4) Ο χρόνος εκκαθάρισης ΙΕΣΠ, στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, αποφασίζεται από τον Έφορο.

Υποχρέωση και προθεσμία καταβολής εισφορών

18.-(1) Κάθε χρηματοδοτούσα επιχείρηση καταβάλλει στο οικείο ΙΕΣΠ:

(α) Την καταβλητέα από αυτήν εισφορά, και

(β) σε περίπτωση που καταβάλλεται εισφορά από το μέλος, το ποσό που έλαβε ή παρακράτησε ως εισφορά του μέλους.

(2) Όταν πρόκειται για ΙΕΣΠ που λειτουργεί για αυτοτελώς εργαζομένους, το μέλος καταβάλλει την εισφορά που ορίζουν οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ.

(3) Ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής εισφορών προς τα ΙΕΣΠ, καθώς και οι σχετικές με την καταβολή αυτή καταστάσεις καθορίζονται με Κανονισμούς.

(4) Η διαχειριστική επιτροπή κάθε ΙΕΣΠ οφείλει να προβαίνει σε όλες τις νόμιμες πράξεις και να λαμβάνει όλα τα νόμιμα μέτρα, προς είσπραξη τυχόν καθυστερημένων εισφορών.

(5) Όταν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση παραλείπει ή καθυστερεί την καταβολή εισφορών στο ΙΕΣΠ, η διαχειριστική επιτροπή του υποχρεούται το αργότερο σε δύο (2) μήνες από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής των εισφορών να ειδοποιήσει γραπτώς τον Έφορο, γνωστοποιώντας του την περίοδο για την οποία οφείλονται οι εισφορές και το υπολογιζόμενο αντίστοιχο ποσό.

(6) Η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή ο αυτοτελώς εργαζόμενος, ανάλογα με την περίπτωση, επιβαρύνεται με πρόσθετη εισφορά υπολογιζόμενη πάνω στο ποσό των καθυστερημένων εισφορών με επιτόκιο ίσο προς το νόμιμο τόκο από τη λήξη της προς καταβολή των εισφορών προθεσμίας:

Νοείται ότι οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ επιτρέπεται να ορίζουν ψηλότερο επιτόκιο.

(7) Σε περίπτωση παρατεταμένης ή επαναλαμβανόμενης παράλειψης ή άρνησης της χρηματοδοτούσας επιχείρησης να καταβάλει τις εισφορές που οφείλει δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του οικείου ΙΕΣΠ, ο Έφορος, αφού ειδοποιήσει την οικεία διαχειριστική επιτροπή για την πρόθεσή του, δύναται να διατάξει την επιχείρηση αυτή να διακόψει την παρακράτηση εισφορών από τις αποδοχές των μελών. Κανονισμοί προβλέπουν για τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα μέλη δύνανται να καταβάλλουν τις προσωπικές τους εισφορές απευθείας στο ΙΕΣΠ.

Παροχές ΙΕΣΠ

19.-(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός από τις παροχές που καταβάλλονται με γνώμονα την αφυπηρέτηση, όταν το μέλος υπερβεί την οριζόμενη από τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ ηλικία, ή την αναμονή της αφυπηρέτησης, οι κανόνες αυτοί δύνανται να προβλέπουν επίσης για την καταβολή παροχών:

(α) Σε μέλος το οποίο καθίσταται μόνιμα ανίκανο για την εργασία που εκτελεί,

(β) σε περίπτωση θανάτου του μέλους, στους επιζώντες και τους κληρονόμους του,

(γ) σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης του μέλους:

Νοείται ότι, όταν πρόκειται για μέλος ΙΕΣΠ, το οποίο λειτουργεί για εργαζόμενους περισσότερων της μιας χρηματοδοτουσών επιχειρήσεων, είτε της ίδιας είτε διαφορετικής οικονομικής δραστηριότητας, ο τερματισμός της απασχόλησης του μέλους αυτού δεν θεμελιώνει δικαίωμα για παροχή δυνάμει της παραγράφου (γ), πριν την εκπνοή έξι (6) μηνών από τον τερματισμό της απασχόλησης του μέλους και εφόσον το μέλος δεν έχει στο μεταξύ απασχοληθεί σε άλλη από τις εν λόγω επιχειρήσεις.

(2) Σε περίπτωση διάλυσης του ΙΕΣΠ τα σωρευμένα δικαιώματα των μελών ή και των δικαιούχων, ανάλογα με την περίπτωση, ρυθμίζονται όπως προβλέπει το άρθρο 80.

(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 92 έως 94 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καμιά μείωση σωρευμένων δικαιωμάτων σε ΙΕΣΠ δεν επιτρέπεται, εκτός στην περίπτωση οικειοθελούς τερματισμού της απασχόλησης του μέλους πριν από τη συμπλήρωση τριών (3) ετών συνεχούς απασχόλησης με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση׃

Νοείται ότι, προκειμένου περί Ταμείου Συντάξεων, επιτρέπεται η αναλογιστική μείωση του ποσού των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων σε περίπτωση οικειοθελούς αφυπηρέτησης του μέλους και χορήγησης σε αυτό των δικαιωμάτων του πριν από την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, όπως αυτή ορίζεται στους κανόνες λειτουργίας του Ταμείου Συντάξεων ή στους όρους υπηρεσίας του μέλους:

Νοείται περαιτέρω ότι, προκειμένου περί ΙΕΣΠ το οποίο χρηματοδοτείται από δύο ή περισσότερες χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις, είτε της ίδιας είτε διαφορετικής οικονομικής δραστηριότητας, η απασχόληση από δύο ή περισσότερες τέτοιες επιχειρήσεις θεωρείται ως απασχόληση με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση που απασχολούσε τελευταία το μέλος:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, προκειμένου περί Ταμείου Προνοίας απαγορεύεται η μείωση των σωρευμένων δικαιωμάτων τα οποία προκύπτουν από τις προσωπικές εισφορές του μέλους.

(4) Η μέθοδος υπολογισμού του ποσού της παροχής, η οποία καταβάλλεται από Ταμείο Προνοίας σε μέλος ή στους νόμιμους κληρονόμους του καθορίζεται με Κανονισμούς.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ
Διoίκηση ΙΕΣΠ

20.-(1) Κάθε ΙΕΣΠ διοικείται από διαχειριστική επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από τρία τουλάχιστον πρόσωπα, μεταξύ των οποίων είναι και ένας τουλάχιστον εκπρόσωπος των μελών του ΙΕΣΠ ή/και ένας τουλάχιστον εκπρόσωπος των δικαιούχων του, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι η διαχειριστική επιτροπή Ταμείου Προνοίας, το οποίο χρηματοδοτείται από εισφορές, τόσο της χρηματοδοτούσας επιχείρησης, όσο και των εργαζομένων αυτής, απαρτίζεται τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο από εκπροσώπους της χρηματοδοτούσας επιχείρησης και κατά το ένα τρίτο από εκπροσώπους των μελών του Ταμείου ή/και έναν τουλάχιστον εκπρόσωπο των δικαιούχων του, σε περίπτωση καταβολής της παροχής με τη μορφή περιοδικών πληρωμών:

Νοείται περαιτέρω ότι η πιο πάνω επιφύλαξη δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που με συλλογική σύμβαση ή άλλη συμφωνία κατόπιν συλλογικής διαπραγμάτευσης, η χρηματοδοτούσα επιχείρηση εκχωρεί το δικαίωμα της εκπροσώπησής της στη διαχειριστική επιτροπή στους εκπροσώπους των μελών του Ταμείου Προνοίας.

(2) Τα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής πρέπει να είναι έντιμα πρόσωπα, τα οποία διαθέτουν συλλογικά τα ίδια τα κατάλληλα προσόντα και εμπειρία, που ο Έφορος θα καθορίσει, με Οδηγία ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση των εργασιών του ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, προκειμένου περί ΙΕΣΠ με λιγότερα από 100 μέλη, όταν τα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής δεν διαθέτουν συλλογικά τα ίδια τα κατάλληλα προσόντα και εμπειρία, επικουρούνται από προσληφθέντες συμβούλους με τα κατάλληλα προσόντα και εμπειρία:

Νοείται περαιτέρω ότι, όταν τα μέλη της διαχειριστικής επιτροπής ασκούν πραγματικά τη διοίκηση του ΙΕΣΠ, πληρούν συλλογικά τα ίδια την απαίτηση για ικανότητες, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 35 και κάθε μέλος της διαχειριστικής επιτροπής που ασκεί βασική λειτουργία, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 37, πληροί το ίδιο την εν λόγω απαίτηση.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), έντιμο πρόσωπο θεωρείται το πρόσωπο το οποίο σέβεται τα όρια της νομιμότητας και της δεοντολογίας διαχειριστών ΙΕΣΠ, όπως αυτή καθορίζεται με Οδηγία, και το οποίο –

(α) Δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα σχετικά με την επαγγελματική του διαγωγή ή/και απάτη, υπεξαίρεση ή/και ξέπλυμα χρήματος, δωροδοκία, ψευδείς παραστάσεις, αισχροκέρδεια ή τοκογλυφία και παραβίαση προσωπικών δεδομένων·

(β) δεν έχει καταδικαστεί για ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή πληροφοριών που απαιτούνται κατ’ εφαρμογή του παρόντος Νόμου·

(γ) δεν τελεί υπό πτώχευση· και

(δ) δεν έχει κινηθεί εναντίον του οποιαδήποτε διαδικασία κήρυξης πτώχευσης.

(4) Τα προσόντα και η εμπειρία κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο αποδεικνύονται με πιστοποιητικά που εκδίδονται από εγκεκριμένους εκπαιδευτικούς και επαγγελματικούς φορείς, ανάλογα με την περίπτωση, τα οποία καταδεικνύουν την απόκτηση των σχετικών με το αντικείμενο του έργου της διαχειριστικής επιτροπής γνώσεων και προσόντων.

(5) Η διαχειριστική επιτροπή υποβάλλει στον Έφορο, σε έντυπο που ορίζεται με απόφασή του Εφόρου, δήλωση κάθε μέλους της ότι στην περίπτωσή του δεν συντρέχει κανένα από τα κωλύματα που προβλέπονται στο εδάφιο (3). Η δήλωση υποβάλλεται μαζί με τη γνωστοποίηση των ονομάτων των μελών της διαχειριστικής επιτροπής στον Έφορο κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο.

(6) Μέλος διαχειριστικής επιτροπής εκπίπτει του αξιώματός του από την ημέρα που παύει να πληροί τις προϋποθέσεις για να θεωρείται έντιμο πρόσωπο κατά την έννοια του εδαφίου (3). Σε τέτοια περίπτωση, η διαχειριστική επιτροπή γνωστοποιεί το γεγονός στον Έφορο και προβαίνει το ταχύτερο δυνατό στις διαδικασίες πλήρωσης της θέσης που κενώθηκε με βάση τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ.

(7) Οδηγία θα προβλέψει για τις περιπτώσεις όπου η θέση του προέδρου ή του μέλους της διαχειριστικής επιτροπής είναι ασυμβίβαστη με την κατοχή θέσης ή αξιώματος ή με συμφέρον που ενδεχομένως να συγκρούεται με τα συμφέροντα του ΙΕΣΠ, καθώς και για τους όρους εξαίρεσης από τις συνεδρίες της διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ, οσάκις ο πρόεδρος ή μέλος της θεωρείται ότι έχει συμφέρον σε θέμα που θα απασχολήσει συγκεκριμένη συνεδρία της.

Γνωστοποίηση αλλαγών μελών διαχειριστικής επιτροπής ΙΕΣΠ

21.-(1) Κάθε εκλογή διαχειριστικής επιτροπής ΙΕΣΠ ή αλλαγή στα μέλη της πριν τη λήξη της θητείας της, γνωστοποιείται από αυτή στον Έφορο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της εκλογής ή της αλλαγής, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Όταν μέλος της διαχειριστικής επιτροπής ΙΕΣΠ παραιτείται από αυτή για οποιοδήποτε λόγο, η παραίτηση γνωστοποιείται στον Έφορο, τόσο από το ίδιο το μέλος όσο και από τη διαχειριστική επιτροπή, εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παραίτησης.

(3) Εάν κατά τη λήξη της θητείας διαχειριστικής επιτροπής ΙΕΣΠ, δεν έχει εκλεγεί νέα διαχειριστική επιτροπή, η θητεία της απερχόμενης διαχειριστικής επιτροπής, παρατείνεται μέχρι την εκλογή νέας επιτροπής. Το γεγονός της παράτασης γνωστοποιείται από την απερχόμενη διαχειριστική επιτροπή στον Έφορο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της λήξης της θητείας της.

Αρμοδιότητα διαχειριστικής επιτροπής ΙΕΣΠ

22.-(1) Η διαχειριστική επιτροπή επιμελείται των υποθέσεών του ΙΕΣΠ και το αντιπροσωπεύει δικαστικώς και εξωδίκως.

(2) Η έκταση της εξουσίας της διαχειριστικής επιτροπής προσδιορίζεται από τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ, ο δε προσδιορισμός αυτός ισχύει και έναντι τρίτου. Η εξουσία αυτή εν αμφιβολία εκτείνεται και σε κάθε συναφή πράξη.

(3) Δικαιοπραξία η οποία επιχειρείται από τη διαχειριστική επιτροπή, εντός των ορίων της εξουσίας της, δεσμεύει το ΙΕΣΠ.

(4) Το ΙΕΣΠ ευθύνεται για τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση των ανατεθειμένων σε αυτά καθηκόντων και συνεπάγεται υποχρέωση αποζημίωσης. Επιπλέον, ευθύνεται εξ ολοκλήρου και το υπαίτιο πρόσωπο, μαζί και ξεχωριστά με το ΙΕΣΠ.

ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Δικαίωμα άσκησης διασυνοριακών δραστηριοτήτων

23.-(1) Εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ επιτρέπεται να ασκεί διασυνοριακές δραστηριότητες και να δέχεται χρηματοδότηση από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος.

(2) Επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στη Δημοκρατία μπορούν να χρηματοδοτούν ΙΕΣΠ εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, το οποίο προτίθεται να ασκήσει ή ασκεί διασυνοριακές δραστηριότητες στη Δημοκρατία.

(3) Το ΙΕΣΠ το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1) και που προτίθεται να ασκήσει διασυνοριακές δραστηριότητες και να δέχεται χρηματοδότηση από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να έχει την προηγούμενη έγκριση του Εφόρου.

(4) Στην περίπτωση ΙΕΣΠ, το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1) και που προτίθεται να ασκήσει διασυνοριακές δραστηριότητες και να δέχεται χρηματοδότηση από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, εφαρμόζονται, ανεξάρτητα από το μέγεθος του ΙΕΣΠ και χωρίς καμία εξαίρεση, όλες οι διατάξεις παρόντος Νόμου.

(5) Οι κατά το εδάφιο (2) διασυνοριακές δραστηριότητες ασκούνται με την επιφύλαξη της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας σε θέματα οργάνωσης των ΙΕΣΠ, συμπεριλαμβανομένων της υποχρεωτικής συμμετοχής σε αυτά, όπου αυτή προβλέπεται, και των αποτελεσμάτων των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Διαδικασίες σχετικές με την άσκηση διασυνοριακών δραστηριοτήτων

24.-(1) Το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 23 ΙΕΣΠ γνωστοποιεί στον Έφορο την πρόθεση του να ασκήσει διασυνοριακές δραστηριότητες και να δέχεται χρηματοδότηση από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) γνωστοποίηση υποβάλλεται στον εγκεκριμένο από τον Έφορο τύπο και περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Το όνομα του κράτους μέλους ,ή των κρατών μελών, υποδοχής, που προσδιορίζεται, όπου αυτό ισχύει, από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση.

(β) Την επωνυμία και τον τόπο εγκατάστασης της έδρας της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.

(γ) Τα κύρια χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου που θα διαχειριστεί το ΙΕΣΠ για λογαριασμό της χρηματοδοτούσας επιχείρησης:

Νοείται ότι ο Έφορος δύναται να ζητεί από τους αιτητές να προσκομίσουν οποιαδήποτε πρόσθετα έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία κρίνει αναγκαία για εξέταση της αίτησης.

(3) Όταν ο Έφορος ειδοποιηθεί, σύμφωνα με το εδάφιο (1), και εφόσον δεν έχει εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση περί του ότι η διοικητική δομή ή η οικονομική κατάσταση του ΙΕΣΠ ή η φήμη ή τα επαγγελματικά προσόντα ή η πείρα των διαχειριστών του ΙΕΣΠ δεν είναι συμβατά με την επιδιωκόμενη διασυνοριακή δραστηριότητα, ο Έφορος εντός τριμήνου αφ' ότου λάβει όλες τις πληροφορίες του εδαφίου (2), τις ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής και ενημερώνει αρμοδίως το ΙΕΣΠ.

(4) Η αιτιολογημένη απόφαση που αναφέρεται στο εδάφιο (3), εκδίδεται εντός τριών μηνών από την παραλαβή όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

(5) Εάν ο Έφορος δεν κοινοποιήσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί τους λόγους της ενέργειας αυτής στο ενδιαφερόμενο ΙΕΣΠ εντός τριών μηνών από τη λήψη όλων των εν λόγω πληροφοριών.

(6) Το ενδιαφερόμενο ΙΕΣΠ έχει το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, εναντίον της κατά το εδάφιο (5) απόφασης του Εφόρου για μη κοινοποίηση των πληροφοριών.

(7) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, που ασκούν διασυνοριακή δραστηριότητα, υπόκεινται στις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών του Μέρους ΧIV, οι οποίες επιβάλλονται από το κράτος μέλος υποδοχής σε σχέση με τα υποψήφια μέλη, τα μέλη και τους δικαιούχους τους οποίους αφορά η εν λόγω διασυνοριακή δραστηριότητα.

(8) Πριν ένα ΙΕΣΠ αρχίσει να ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα στη Δημοκρατία, ο Έφορος, εντός έξι εβδομάδων από την παραλαβή των αναφερόμενων στο εδάφιο (2) πληροφοριών, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους καταγωγής για τις διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας, σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, οι οποίες πρέπει να τηρούνται κατά τη διαχείριση του συνταξιοδοτικού σχεδίου που χρηματοδοτείται από επιχείρηση εγκατεστημένη στη Δημοκρατία και για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στο Μέρος ΧIV, οι οποίες ισχύουν για τη διασυνοριακή δραστηριότητα. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές στο ΙΕΣΠ.

(9) Μόλις το αναφερόμενο στο εδάφιο (8) ΙΕΣΠ λάβει την ανακοίνωση που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, ή αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία διαβίβασης της ανακοίνωσης που προβλέπεται στο εδάφιο (8) από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, το ΙΕΣΠ μπορεί να αρχίσει να ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας στον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών σχεδίων και με τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (8).

(10) Ο Έφορος ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΙΕΣΠ, που ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα στη Δημοκρατία, για κάθε σημαντική μεταβολή των διατάξεων της εργατικής και κοινωνικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας στον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών σχεδίων, η οποία μπορεί να επηρεάσει τα χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου, κατά το μέρος εκείνο που αφορά τη διασυνοριακή δραστηριότητα, και για κάθε σημαντική μεταβολή των απαιτήσεων παροχής πληροφοριών, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (8). Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ανακοινώνει τις εν λόγω πληροφορίες στο ΙΕΣΠ.

(11) Το ΙΕΣΠ που ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα στη Δημοκρατία, υπόκειται σε συνεχή εποπτεία από τον Έφορο όσον αφορά τη συμμόρφωση των δραστηριοτήτων του με τις απαιτήσεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας, σχετικά με τα επαγγελματικά συντα-ξιοδοτικά σχέδια, και με τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (8). Εφόσον κατά την εποπτεία αυτή προκύψουν παρατυπίες, ο Έφορος ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει, σε συντονισμό με τον Έφορο, τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει ότι το ΙΕΣΠ θα τερματίσει τη διαπιστωθείσα παράβαση.

(12) Εάν, παρά την εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής λήψη των μέτρων ή ελλείψει κατάλληλων μέτρων στο κράτος μέλος καταγωγής, το αναφερόμενο στο εδάφιο (11) ΙΕΣΠ εξακολουθεί να παραβιάζει τις εφαρμοστέες διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας της Δημοκρατίας, σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια ή τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (8), ο Έφορος δύναται, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προληφθούν ή να τιμωρηθούν περαιτέρω παραβάσεις, δύναται δε ακόμη, εάν είναι απολύτως αναγκαίο, να απαγορεύσει στο ΙΕΣΠ να λειτουργεί στη Δημοκρατία, καθόσον αφορά τη χρηματο-δοτούσα επιχείρηση.

(13) Ο Έφορος δύναται να εκδώσει Οδηγία για ρύθμιση θεμάτων σχετικών με την άσκηση της εποπτείας του σε ΙΕΣΠ που ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες στη Δημοκρατία.

ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Μεταφορά παθητικού, τεχνικών αποθεματικών κλπ

25.-(1) Εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ επιτρέπεται να μεταφέρει σε παραλαμβάνον ΙΕΣΠ, πλήρως ή εν μέρει, το παθητικό και τα τεχνικά αποθεματικά ενός συνταξιοδοτικού σχεδίου, και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού ή ισοδύναμο χρηματικό ποσό.

(2) Όταν το μεταφέρον ΙΕΣΠ διαχειρίζεται περισσότερα του ενός συνταξιοδοτικά σχέδια, το κόστος της μεταφοράς δεν το επωμίζονται τα υπόλοιπα μέλη και οι υπόλοιποι δικαιούχοι του μεταφέροντος ΙΕΣΠ, ούτε τα μέλη και οι δικαιούχοι του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(3) Η μεταφορά υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από:

(α) από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των ενδιαφερόμενων μελών και τα δύο τρίτα τουλάχιστον ενδιαφερόμενων δικαιούχων ή, κατά περίπτωση, από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των εκπροσώπων τους. Οι πληροφορίες σχετικά με τους όρους της μεταφοράς τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μελών και δικαιούχων ή, κατά περίπτωση, των εκπροσώπων τους, έγκαιρα από το μεταφέρον ΙΕΣΠ πριν από υποβολή της αίτησης που αναφέρεται στο εδάφιο (5), και

(β) τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση, κατά περίπτωση:

Νοείται ότι οι κανόνες λειτουργίας ΙΕΣΠ μπορούν να καθορίσουν υψηλότερη πλειοψηφία από αυτήν που καθορίζεται στην παράγραφο (α).

(4) Η μεταφορά, πλήρως ή εν μέρει, του παθητικού, των τεχνικών αποθεματικών, και άλλων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων ενός συνταξιοδοτικού σχεδίου, καθώς και των αντίστοιχων στοιχείων του ενεργητικού ή ισοδύναμου χρηματικού ποσού, μεταξύ μεταφέροντος και παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, υπόκειται σε έγκριση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, αφού ληφθεί προηγουμένως η έγκριση Εφόρου.

(5) Η αίτηση έγκρισης της μεταφοράς υποβάλλεται από το παραλαμβάνον ΙΕΣΠ στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του, η οποία χορηγεί ή αρνείται να χορηγήσει την άδεια και γνωστοποιεί την απόφασή της στο παραλαμβάνον ΙΕΣΠ εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.

(6) Η αίτηση για την έγκριση της μεταφοράς που αναφέρεται εδάφιο (5) περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Την έγγραφη συμφωνία μεταξύ του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, στην οποία περιγράφονται οι όροι της μεταφοράς·

(β) περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(γ) περιγραφή των προς μεταφορά στοιχείων παθητικού ή τεχνικών αποθεματικών, και άλλων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, καθώς και αντίστοιχων στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμου χρηματικού ποσού·

(δ) τις επωνυμίες και τους τόπους των εδρών του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ και τα κράτη μέλη στα οποία είναι καταχωρισμένο ή εγκεκριμένο κάθε ΙΕΣΠ·

(ε) τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα της χρηματοδοτούσας επιχείρησης και την επωνυμία της χρηματοδοτούσας επιχείρησης·

(στ)αποδεικτικά στοιχεία της προηγούμενης έγκρισης σύμφωνα με το εδάφιο (3)·

(ζ) κατά περίπτωση, τα ονόματα των κρατών μελών των οποίων η κοινωνική και εργατική νομοθεσία σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια εφαρμόζεται στο οικείο συνταξιοδοτικό σχέδιο.

(7) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ διαβιβάζει την αίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (5) στον Έφορο χωρίς καθυστέρηση μετά την παραλαβή της.

(8) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ αξιολογεί μόνο εάν-

(α) όλες οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (6) έχουν παρασχεθεί από το παραλαμβάνον ΙΕΣΠ·

(β) η διοικητική δομή, η οικονομική κατάσταση του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ και η φήμη ή τα επαγγελματικά προσόντα ή η πείρα των διαχειριστών του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ είναι συμβατά με την προτεινόμενη μεταφορά·

(γ) τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ και το μεταφερόμενο μέρος του σχεδίου προστατεύονται επαρκώς κατά τη μεταφορά και μετά από αυτήν·

(δ) τα τεχνικά αποθεματικά του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ τυγχάνουν πλήρους χρηματοδότησης κατά την ημερομηνία της μεταφοράς, όταν η μεταφορά καταλήγει σε διασυνοριακή δραστηριότητα. και

(ε) τα στοιχεία ενεργητικού που πρόκειται να μεταφερθούν είναι επαρκή και κατάλληλα για να καλύψουν το παθητικό, τα τεχνικά αποθεματικά και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα προς μεταφορά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις στο κράτος μέλος καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(9) Ο Έφορος αξιολογεί μόνο εάν-

(α) Στην περίπτωση μερικής μεταφοράς στοιχείων παθητικού, τεχνικών αποθεματικών, και άλλων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, καθώς και αντίστοιχων στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμου χρηματικού ποσού του συνταξιοδοτικού σχεδίου, τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του υπόλοιπου μέρους του σχεδίου είναι επαρκώς προστατευμένα.

(β) τα ατομικά δικαιώματα των μελών και των δικαιούχων είναι τουλάχιστον τα ίδια μετά τη μεταφορά·

(γ) τα στοιχεία ενεργητικού που αντιστοιχούν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς που πρόκειται να μεταφερθεί είναι επαρκή και κατάλληλα για να καλύψουν το παθητικό, τα τεχνικά αποθεματικά και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα προς μεταφορά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις στη Δημοκρατία·

(10) Ο Έφορος γνωστοποιεί τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που αναφέρεται στο εδάφιο (9), εντός οκτώ εβδομάδων από την παραλαβή της αίτησης που αναφέρεται στο εδάφιο (7), προκειμένου να δώσει τη δυνατότητα στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ να λάβει απόφαση σύμφωνα με το εδάφιο (5).

(11) Όταν η έγκριση δεν χορηγείται, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ παρέχει τους λόγους αυτής της άρνησης χορήγησης εντός της περιόδου των τριών μηνών που αναφέρεται στο εδάφιο (5). Η εν λόγω άρνηση, ή η παράλειψη της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ να ενεργήσει, υπόκειται στο δικαίωμα προσφυγής ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(12)(α) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ ενημερώνει τον Έφορο για την απόφαση που αναφέρεται στο εδάφιο (5), εντός δύο εβδομάδων από τη λήψη της απόφασης.

(β) Όταν η μεταφορά καταλήγει σε διασυνοριακή δραστηριότητα, ο Έφορος ενημερώνει επίσης την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ για τις διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, οι οποίες πρέπει να τηρούνται κατά τη διαχείριση του συνταξιοδοτικού σχεδίου και για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που αναφέρονται στο Μέρος ΧIV, οι οποίες ισχύουν για τη διασυνοριακή δραστηριότητα. Η γνωστοποίηση αυτή διενεργείται εντός επιπλέον τεσσάρων εβδομάδων.

(γ) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ ανακοινώνει τις εν λόγω πληροφορίες στο παραλαμβάνον ΙΕΣΠ εντός μιας εβδομάδας από την παραλαβή τους.

(13) Με τη λήψη της απόφασης χορήγησης έγκρισης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (5), ή εάν παρέλθει άπρακτη η προβλεπόμενη στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (12) προθεσμία διαβίβασης της πληροφορίας για την απόφαση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, το παραλαμβάνον ΙΕΣΠ μπορεί να αρχίσει να διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό σχέδιο.

(14) Στην περίπτωση διαφωνίας σχετικά με τη διαδικασία ή το περιεχόμενο μιας ενέργειας ή παράλειψης ενέργειας του Εφόρου ή της αρμόδια αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, περιλαμβανομένης της απόφασης για έγκριση ή απόρριψη μιας διασυνοριακής μεταφοράς, η EAΑEΣ μπορεί να αναλάβει μη δεσμευτικό ρόλο μεσολαβητή σύμφωνα με το άρθρο 31, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, κατόπιν αιτήματος του Εφόρου και της αρμόδια αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, ή με δική της πρωτοβουλία.

(15) Εάν το παραλαμβάνον ΙΕΣΠ ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα, εφαρμόζονται τα εδάφια (10), (11) και (12) του άρθρου 24.

ΜΕΡΟΣ VIΙ ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Τεχνικά αποθεματικά

26.-(1) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, σχηματίζουν, ανά πάσα στιγμή, για το σύνολο των συνταξιοδοτικών σχεδίων τους, επαρκές ύψος υποχρεώσεων που αντιστοιχεί στις οικονομικές δεσμεύσεις που απορρέουν από το χαρτοφυλάκιό τους με βάση τις υφιστάμενες συμβάσεις συνταξιοδότησης.

(2) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, όταν παρέχουν κάλυψη κατά των βιομετρικών κινδύνων ή εγγυώνται είτε την απόδοση των επενδύσεων είτε ένα συγκεκριμένο ύψος παροχών, σχηματίζουν επαρκή τεχνικά αποθεματικά όσον αφορά το σύνολο αυτών των σχεδίων.

(3) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών πραγματοποιείται κάθε χρόνο εντός έξι μηνών από τη λήξη του προηγούμενου χρόνου:

Νοείται ότι επιτρέπεται ο υπολογισμός ανά τριετία, εάν το ΙΕΣΠ χορηγήσει στα μέλη και στον Έφορο βεβαίωση ή έκθεση σχετικά με τις αναπροσαρμογές κατά το μεσοδιάστημα, η οποία αντανακλά την αναπροσαρμοσμένη εξέλιξη των τεχνικών αποθεματικών και τις μεταβολές των καλυπτόμενων κινδύνων.

(4) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών διενεργείται και βεβαιώνεται από αναλογιστή επί τη βάσει αναλογιστικών μεθόδων αναγνωρισμένων από τον Έφορο με Οδηγία, σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

(α) Το ελάχιστο ποσό των τεχνικών αποθεματικών υπολογίζεται με επαρκώς συνετή αναλογιστική αποτίμηση, λαμβανομένων υπόψη όλων των υποχρεώσεων για παροχές και των εισφορών, σύμφωνα με τους συνταξιοδοτικούς διακανονισμούς του ΙΕΣΠ.

(β) Το κατά την παράγραφο (α) ποσό πρέπει αφενός να επαρκεί για να εξακολουθήσουν να καταβάλλονται οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και λοιπές παροχές, αφετέρου δε να αντικατοπτρίζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα σωρευμένα δικαιώματα των μελών επί των συνταξιοδοτικών παροχών.

(γ) Οι οικονομικές και αναλογιστικές παραδοχές που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των υποχρεώσεων, επιλέγονται με σύνεση, λαμβάνοντας υπόψη, όπου αρμόζει, κατάλληλο περιθώριο ανεπιθύμητων αποκλίσεων.

(δ) τα μέγιστα χρησιμοποιούμενα επιτόκια επιλέγονται επίσης με σύνεση και ορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στη Δημοκρατία, λαμβάνοντας υπόψη:

(i) την απόδοση των αντίστοιχων στοιχείων του ενεργητικού του ΙΕΣΠ και τις προβλεπόμενες μελλοντικές αποδόσεις των επενδύσεων,

(ii) τις αποδόσεις των αγορών υψηλής ποιότητας ομολόγων, κρατικών ομολόγων, ομολόγων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ομολόγων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ή ομολόγων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, ή

(iii) συνδυασμό των υποπαραγράφων (i) και (ii)·

(ε) οι βιομετρικοί πίνακες που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών βασίζονται επίσης σε συνετές αρχές, έχοντας υπόψη τα βασικά χαρακτηριστικά των προς συνταξιοδότηση προσώπων, αλλά και των συνταξιοδοτικών σχεδίων, ιδιαίτερα τις αναμενόμενες αλλαγές στους σχετικούς κινδύνους·

(στ) η μέθοδος και η βάση υπολογισμού των τεχνικών αποθεματικών γενικά είναι σταθερή από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο, είναι, όμως, δυνατόν να δικαιολογούνται αλλαγές λόγω μεταβολής των νομικών, δημογραφικών ή οικονομικών δεδομένων, επί των οποίων βασίστηκαν οι υποθέσεις εργασίας.

(5) Ο Έφορος μπορεί να επιβάλει σε ένα ΙΕΣΠ πρόσθετες και λεπτομερέστερες απαιτήσεις καθόσον αφορά τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών, προκειμένου να εξασφαλισθούν αρκούντως τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων.

(6) Η έκθεση για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών σύμφωνα με το εδάφιο (4), κοινοποιείται στον Έφορο εντός ενός μηνός από την ετοιμασία της.

Χρηματοδότηση των τεχνικών αποθεματικών

27.-(1) Τα αναφερόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 26 ΙΕΣΠ οφείλουν να έχουν ανά πάσα στιγμή περιουσιακά στοιχεία κατάλληλα και επαρκή για την κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών που απαιτούνται για το σύνολο των συνταξιοδοτικών σχεδίων τους.

(2)(α) Ένα ΙΕΣΠ μπορεί, για μικρό χρονικό διάστημα, να έχει περιουσιακά στοιχεία ανεπαρκή προς κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών, και σε τέτοια περίπτωση η διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ ενημερώνει σχετικά τον Έφορο, αμέσως μετά τη διαπίστωση της ανεπάρκειας, ο δε Έφορος απαιτεί, αμέσως μετά την ενημέρωση του, από το ΙΕΣΠ να καταρτίσει συγκεκριμένο και πραγματοποιήσιμο σχέδιο ανάκαμψης με χρονοδιάγραμμα, ώστε να εξασφαλίσει εκ νέου τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1).

(β) Το σχέδιο ανάκαμψης υπόκειται στους ακόλουθους όρους:

(i) το ΙΕΣΠ καταρτίζει συγκεκριμένο και πραγματοποιήσιμο σχέδιο, προκειμένου να επαναφέρει τα περιουσιακά στοιχεία στο απαιτούμενο ύψος, ώστε να καλύψει πλήρως και εγκαίρως τα τεχνικά του αποθεματικά. Το σχέδιο ανακοινώνεται στα μέλη ή, όπου αρμόζει, στους εκπροσώπους τους και υποβάλλεται στον Έφορο προς έγκριση.

(ii) στην κατάρτιση του σχεδίου λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση του συγκεκριμένου ΙΕΣΠ και δη η διάρθρωση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, το προφίλ κινδύνων, το σχέδιο ρευστότητας, το προφίλ της ηλικίας των μελών που είναι δικαιούχοι συντα-ξιοδοτικών παροχών, τα υπό έναρξη συνταξιοδοτικά σχέδια, καθώς και εκείνα για τα οποία το σύστημα χρηματοδότησης μεταβάλλεται από μηδενικό ή μερικό σε ολικό·

(iii) εάν το συνταξιοδοτικό σχέδιο τερματιστεί κατά το διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο (α), το ΙΕΣΠ ενημερώνει τον Έφορο και εισάγει μια διαδικασία μεταβίβασης των στοιχείων του ενεργητικού και των αντίστοιχων στοιχείων του παθητικού του εν λόγω σχεδίου σε άλλο ΙΕΣΠ, ή άλλο κατάλληλο φορέα, η δε εν λόγω διαδικασία κοινοποιείται στον Έφορο και μια γενική περιγραφή της τίθεται στη διάθεση των μελών ή, όπου αρμόζει, των αντιπροσώπων τους, σύμφωνα με την αρχή της εμπιστευτικότητας.

(3) Ο Έφορος μπορεί να διαφοροποιήσει τη διάρκεια του κατά τα εδάφια (1) και (2) σχεδίου ανάκαμψης, με γνώμονα τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των μελών και των δικαιούχων, με την αποκατάσταση της πλήρους κάλυψης των τεχνικών αποθεματικών, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της ανεπάρκειας των περιουσιακών στοιχείων του ΙΕΣΠ, την οικονομική κατάσταση της χρηματοδοτούσας επιχείρησης και το προφίλ της ηλικίας των μελών.

(4) Εάν ασκείται διασυνοριακή δραστηριότητα, τα τεχνικά αποθεματικά τυγχάνουν ανά πάσα στιγμή πλήρους χρηματοδότησης για το σύνολο των λειτουργούντων συνταξιοδοτικών σχεδίων και, εάν δεν πληρούται αυτή η προϋπόθεση, ο Έφορος επεμβαίνει ταχέως και απαιτεί από το ΙΕΣΠ να καταρτίσει αμέσως τα κατάλληλα μέτρα και να τα εφαρμόσει χωρίς καθυστέρηση κατά τρόπον ώστε τα μέλη και οι δικαιούχοι να προστατεύονται επαρκώς.

Ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια

28.-(1)(α) Όταν τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ, τα οποία διαχειρίζονται συνταξιοδοτικά συστήματα, αναλαμβάνουν τα ίδια, αντί της χρηματοδοτούσας επιχείρησης, την ευθύνη για την κάλυψη βιομετρικών κινδύνων ή εγγυώνται ορισμένη απόδοση των επενδύσεων ή ορισμένο ύψος παροχών, έχουν σε μόνιμη βάση, πέραν των τεχνικών αποθεματικών, συμπληρωματικά περιουσιακά στοιχεία προς κάλυψη των πρόσθετων κινδύνων.

(β) Το ύψος των εν λόγω συμπληρωματικών στοιχείων είναι ανάλογο με τον κίνδυνο και με το χαρτοφυλάκιο των στοιχείων ενεργητικού που αντιστοιχεί στο πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζεται το ΙΕΣΠ.

(γ) Το κατά την παράγραφο (β) ενεργητικό δεν προορίζεται για την κάλυψη του προβλέψιμου παθητικού, αλλά αποτελεί κεφάλαιο ασφαλείας για την κάλυψη των αποκλίσεων μεταξύ των αναμενόμενων και των πραγματικών δαπανών και κερδών.

(2) Το ελάχιστο ύψος πρόσθετων στοιχείων ενεργητικού, υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα άρθρα 29 έως 31, σχετικά με την φερεγγυότητα.

(3) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), μπορεί με Οδηγία να απαιτηθεί από εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ να διατηρούν ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια ή να θεσπιστούν αναλυτικότερες ρυθμίσεις, αρκεί να δικαιολογούνται από άποψη συνετής διαχείρισης.

Διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας

29.-(1) Τα ΙΕΣΠ που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28, διαθέτουν σε διαρκή βάση επαρκές περιθώριο φερεγγυότητας για το σύνολο των δραστη¬ριοτήτων τους, τουλάχιστον ίσο προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών.

(2) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας αποτελείται από τα στοιχεία ενεργητικού του ΙΕΣΠ μετά την αφαίρεση κάθε προβλεπτής υποχρέωσης και κάθε άυλου περιουσιακού στοιχείου, συμπεριλαμβανομένων-

(α) Του καταβληθέντος τμήματος του μετοχικού κεφαλαίου, ή, στην περίπτωση ΙΕΣΠ που έχουν τη μορφή αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, του πραγματικού αρχικού κεφαλαίου συν τυχόν λογαριασμούς μελών της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης που πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:

(i) Το καταστατικό πρέπει να ορίζει ότι από τους λογαριασμούς αυτούς μπορούν να γίνονται πληρωμές στα μέλη της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης μόνον εφόσον αυτό δεν προκαλεί πτώση του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο ή εάν, μετά τη διάλυση της επιχείρησης, έχουν εξοφληθεί όλα τα άλλα χρέη της επιχείρησης,

(ii) το καταστατικό πρέπει να ορίζει ότι, όσον αφορά οποιαδήποτε πληρωμή που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) για άλλους λόγους, εκτός από την ατομική καταγγελία της ιδιότητας του μέλους της αλληλασφαλιστικής επιχείρησης, ο Έφορος ειδοποιείται τουλάχιστον ένα μήνα πριν και μπορεί μέσα στο διάστημα αυτό να απαγορεύσει την πληρωμή, και

(iii) οι σχετικές καταστατικές διατάξεις μπορούν να τροποποιηθούν μόνον αφού ο Έφορος δηλώσει ότι δεν έχει αντιρρήσεις για την τροποποίηση, υπό την επιφύλαξη των κριτηρίων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii)·

(β) των αποθεματικών (εκ του νόμου επιβαλλόμενων ή ελεύθερων) που δεν αντιστοιχούν σε ανειλημμένες υποχρεώσεις.

(γ) της μεταφοράς του κέρδους ή της ζημίας, μετά την αφαίρεση των πληρωτέων μερισμάτων.

(δ) εφόσον το επιτρέπει η νομοθεσία της Δημοκρατίας, των αποθεματοποιημένων κερδών που εμφανίζονται στον ισολογισμό, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ενδεχομένων ζημιών και που δεν έχουν διατεθεί προς διανομή στα μέλη και τους δικαιούχους. και

(ε) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μειώνεται κατά το ποσό των ιδίων μετοχών που κατέχει άμεσα το ΙΕΣΠ.

(3) Το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μπορεί επίσης να συνίσταται σε-

(α) Προνομιούχες σωρευτικές μετοχές και δάνεια μειωμένης εξασφάλισης μέχρι ποσοστού 50 % του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας και του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας του οποίου ποσοστό όχι μεγαλύτερο από 25%, περιλαμβάνει δάνεια μειωμένης εξασφάλισης καθορισμένης λήξης, ή προνομιούχες σωρευτικές μετοχές με καθορισμένη διάρκεια, εφόσον υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες βάσει των οποίων, σε περίπτωση πτώχευσης ή εκκαθάρισης του ΙΕΣΠ, τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης ή οι προνομιούχες μετοχές κατατάσσονται μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών και δεν εξοφλούνται παρά μόνο μετά την εξόφληση όλων των άλλων εκκρεμούντων τη στιγμή εκείνη χρεών.

(β) χρεόγραφα αόριστης διάρκειας και άλλους τίτλους, συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών προνομιούχων μετοχών εκτός από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο (α), μέχρι ποσοστού 50 % του μικρότερου ποσού μεταξύ του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας ή του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας, ανάλογα με το ποιο είναι μικρότερο, για το σύνολο των τίτλων αυτών και των δανείων μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρονται στην παράγραφο (α), εφόσον πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) δεν πρέπει να ρευστοποιηθούν με πρωτοβουλία του κομιστή ή χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση του Εφόρου,

(ii) η σύμβαση έκδοσης πρέπει να παρέχει στο ΙΕΣΠ τη δυνατότητα να αναβάλει την κατάβολή των τόκων του δανείου,

(iii) οι απαιτήσεις του δανειστή έναντι του ΙΕΣΠ κατατάσσονται εξολοκλήρου μετά τις απαιτήσεις όλων των άλλων πιστωτών που δεν έχουν μειωμένη εξασφάλιση,

(iv) τα έγγραφα τα σχετικά με την έκδοση των χρεογράφων πρέπει να προβλέπουν τη δυνατότητα κάλυψης των ζημιών με το χρέος και τους μη καταβληθέντες τόκους, επιτρέποντας συγχρόνως τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, και

(v) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνον τα ποσά τα οποία έχουν πράγματι κατάβληθεί.

(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), τα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης πληρούν επίσης τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) Λαμβάνονται υπόψη μόνον τα ποσά τα οποία έχουν πράγματι καταβληθεί,

(ii) για δάνεια με καθορισμένη λήξη, η αρχική διάρκεια είναι τουλάχιστον πενταετής:

Νοείται ότι ένα έτος το αργότερο πριν από την ημερομηνία εξόφλησης, το ΙΕΣΠ υποβάλλει προς έγκριση στον Έφορο σχέδιο στο οποίο παρουσιάζεται πώς θα διατηρηθεί ή θα αυξηθεί το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας στο απαιτούμενο επίπεδο κατά τη λήξη, εκτός εάν το ποσό μέχρι το οποίο το δάνειο μπορεί να συμπεριληφθεί στα συστατικά μέρη του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας μειώνεται σταδιακά κατά τα τελευταία πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία εξόφλησης:

Νοείται περαιτέρω ότι ο Έφορος μπορεί να επιτρέπει την πρόωρη εξόφληση αυτών των δανείων, εφόσον υποβάλλεται σχετικό αίτημα από το ΙΕΣΠ έκδοσης και το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητάς του δεν μειώνεται κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο,

(iii) τα δάνεια μη καθορισμένης λήξης εξοφλούνται μόνο με πενταετή προειδοποίηση, εκτός εάν δεν θεωρούνται πλέον συστατικό μέρος του διαθέσιμου περιθωρίου φερεγγυότητας, ή εάν για την πρόωρη εξόφλησή τους απαιτείται συγκεκριμένα να συμφωνήσει προηγουμένως ο Έφορος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το ΙΕΣΠ ενημερώνει τον Έφορο τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία εξόφλησης, υποδεικνύοντας το διαθέσιμο και το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας τόσο πριν όσο και μετά την εξόφληση αυτή. Ο Έφορος επιτρέπει την εξόφληση μόνο εάν το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας του ΙΕΣΠ δεν κινδυνεύει να υποχωρήσει κάτω από το απαιτούμενο επίπεδο,

(iv) στη σύμβαση δανείου δεν συμπεριλαμβάνονται ρήτρες που να ορίζουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός από την εκκαθάριση του ΙΕΣΠ, η οφειλή καθίσταται απαιτητή πριν καταστεί ληξιπρόθεσμη, και

(v) η δανειακή σύμβαση μπορεί να τροποποιηθεί μόνον αφού ο Έφορος δηλώσει ότι δεν αντιτίθεται στην τροποποίηση της.

(5) Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ΙΕΣΠ προς τον Έφορο και μετά τη συγκατάθεση του, το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μπορεί επίσης να αποτελείται από-

(α) Στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιείται η μέθοδος Zillmer, ή στην περίπτωση που χρησιμοποιείται μεν, αλλά δεν φτάνει την επιβάρυνση προσκτήσεως που περιλαμβάνεται μέσα στο ασφάλιστρο, τη διαφορά μεταξύ του μαθηματικού αποθεματικού που δεν έχει υπολογισθεί με τη μέθοδο Zillmer ή έχει μερικώς υπολογισθεί με τη μέθοδο αυτή, και ενός μαθηματικού αποθεματικού που έχει υπολογισθεί κατά τη μέθοδο Zillmer με συντελεστή ίσο προς την επιβάρυνση προσκτήσεως η οποία περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο.

(β) τα καθαρά λανθάνοντα αποθεματικά που προκύπτουν από την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού, στο μέτρο που τα καθαρά αυτά λανθάνοντα αποθεματικά δεν είναι εξαιρετικού χαρακτήρα.

(γ) από το ήμισυ του μη καταβληθέντος μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, εφόσον το καταβληθέν τμήμα ισούται με το 25 % του μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, μέχρι ποσοστού 50 % του διαθέσιμου ή του απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας, ανάλογα με το ποιο είναι μικρότερο. Το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο (α) δεν υπερβαίνει το 3,5 % του αθροίσματος των διαφορών μεταξύ των σχετικών κεφαλαίων των δραστηριοτήτων του κλάδου ζωής και των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών και των μαθηματικών αποθεματικών για το σύνολο των ασφαλιστηρίων συμβολαίων στα οποία είναι δυνατή η εφαρμογή της μεθόδου Zillmer. Η διαφορά αυτή μειώνεται κατά το ποσό των μη αποσβεσθέντων εξόδων προσκτήσεως που έχουν εγγραφεί στο ενεργητικό.

Απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας

30. Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας καθορίζεται, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31, σύμφωνα με τις αναληφθείσες από το ΙΕΣΠ υποχρεώσεις.

Υπολογισμός απαιτούμενου περιθωρίου φερεγγυότητας

31.-(1) Το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο προς το άθροισμα των ακόλουθων δύο αποτελεσμάτων:

(α) Πρώτο αποτέλεσμα:

Το 4% των μαθηματικών αποθεματικών, τα οποία αφορούν τις εργασίες πρωτασφαλίσεως και τις αποδοχές αντασφαλίσεως άνευ αφαιρέσεως των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων, πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμητικό λόγο, ο οποίος δεν είναι μικρότερος του 85 %, για την τελευταία εταιρική χρήση, των συνολικών μαθηματικών αποθεματικών μετά την αφαίρεση των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων, προς το μαθηματικό ποσό των ακαθάριστων αποθεματικών.

(β) δεύτερο αποτέλεσμα:

για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια τα κεφάλαια κινδύνου των οποίων δεν είναι αρνητικά, το 0,3 % των κεφαλαίων που έχουν αναληφθεί από το ΙΕΣΠ πολλαπλασιάζεται επί τον λόγο, ο οποίος δεν είναι μικρότερος του 50 %, για την τελευταία εταιρική χρήση, του συνολικού κεφαλαίου κινδύνου που παραμένει εις βάρος του ΙΕΣΠ μετά τις αντασφαλιστικές εκχωρήσεις και αντεκχωρήσεις, προς το συνολικό κεφάλαιο αντασφάλισης ακαθάριστου κινδύνου χωρίς την αφαίρεση της αντασφάλισης. Για τις πρόσκαιρες ασφαλίσεις θανάτου ανώτατης διάρκειας τριών ετών, ο λόγος αυτός είναι 0,1 %. Για τις ασφαλίσεις διάρκειας μεγαλύτερης των τριών και μικρότερης των πέντε ετών, ο λόγος αυτός είναι 0,15 %.

(2) Για τις εργασίες κεφαλαιοποιήσεως που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το 4 % των μαθηματικών αποθεματικών που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1).

(3) Για τις εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο i) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το 1 % των στοιχείων ενεργητικού τους.

(4) Για τις ασφαλίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημεία i) και ii) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ και για τις εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημεία iii) έως v) της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας είναι ίσο με το άθροισμα των εξής:

(α) εφόσον το ΙΕΣΠ αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο, ποσοστό 4% των τεχνικών αποθεματικών, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1)·

(β) εφόσον το ΙΕΣΠ δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο αλλά το ποσό που προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών, ποσοστό 1% των τεχνικών αποθεματικών, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1)·

(γ) εφόσον το ΙΕΣΠ δεν αναλαμβάνει τον επενδυτικό κίνδυνο και το ποσό που προορίζεται να καλύψει τα έξοδα διαχείρισης δεν καθορίζεται για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών, ποσό ισοδύναμο προς το 25% των καθαρών διοικητικών εξόδων της τελευταίας εταιρικής χρήσης που αφορούν τις εν λόγω ασφαλίσεις και εργασίες·

(δ) εφόσον το ΙΕΣΠ καλύπτει τον κίνδυνο θανάτου, ποσοστό 0,3% των κεφαλαίων κινδύνου, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1).

Επενδυτικοί κανόνες

32.-(1) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ επενδύουν σύμφωνα με τον κανόνα της «συνετής διαχείρισης» και ιδιαίτερα σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

(α) Τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων συνολικά. Σε περίπτωση πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, το ΙΕΣΠ ή ο φορέας που διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιό του, εξασφαλίζει ότι η επένδυση γίνεται αποκλειστικά προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων·

(β) στο πλαίσιο του κανόνα της «συνετής διαχείρισης» επιτρέπεται στα ΙΕΣΠ να λαμβάνουν υπόψη τον δυνητικό μακροπρόθεσμο αντίκτυπο των επενδυτικών αποφάσεων τους σε παράγοντες σχετικούς με το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση·

(γ) τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται κατά τρόπο που να διασφαλίζει την ασφάλεια, ποιότητα, ρευστότητα και κερδοφορία του χαρτοφυλακίου στο σύνολό του·

(δ) το ενεργητικό επενδύεται πρωτίστως σε ρυθμιζόμενες αγορές. Το τμήμα που επενδύεται σε στοιχεία μη εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες χρηματοοικονομικές αγορές πρέπει οπωσδήποτε να παραμένει σε συνετά επίπεδα·

(ε) επένδυση σε παράγωγα μέσα είναι δυνατή, όταν αυτά τα μέσα συμβάλλουν στη μείωση των επενδυτικών κινδύνων ή διευκολύνουν την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου·

(στ) η αποτίμηση των παραγώγων πρέπει να γίνεται με σύνεση, λαμβάνοντας υπόψη την υποκείμενη αξία του τίτλου, και αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται στην αποτίμηση του ενεργητικού του ΙΕΣΠ·

(ζ) τα ΙΕΣΠ αποφεύγουν επίσης την υπερβολική έκθεση στους κινδύνους του ενός και μοναδικού αντισυμβαλλομένου, καθώς και άλλων πράξεων με αντικείμενο παράγωγα μέσα·

(η) τα στοιχεία του ενεργητικού είναι προσηκόντως διαφοροποιημένα, ώστε να αποφεύγεται η υπέρμετρη εξάρτηση από κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο ενεργητικού ή εκδότη ή όμιλο επιχειρήσεων, αλλά και η συσσώρευση κινδύνων στο χαρτοφυλάκιο συνολικά·

(θ) οι επενδύσεις σε στοιχεία εκδοθέντα από τον αυτόν εκδότη ή από εκδότες ανήκοντες στον ίδιο όμιλο δεν πρέπει να εκθέτουν το ΙΕΣΠ σε υπέρμετρη συγκέντρωση κινδύνων·

(ι) η επένδυση στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το 5 % του συνόλου του χαρτοφυλακίου και όταν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ανήκει σε όμιλο, η επένδυση στις επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει συνολικά το 10 % του χαρτοφυλακίου·

(ια) Τηρουμένης της παραγράφου (ι), εάν το ΙΕΣΠ χρηματοδοτείται από περισσότερες της μιας επιχειρήσεις, η επένδυση στις επιχειρήσεις αυτές γίνεται με σύνεση, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για προσήκουσα διαφοροποίηση των στοιχείων του ενεργητικού·

(ιβ) οι απαιτήσεις των στοιχείων (η) έως (ια) δεν εφαρμόζονται στην επένδυση σε κρατικά ομόλογα κρατών μελών ή τρίτων κρατών των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα είναι τουλάχιστον η ίδια με αυτήν της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, όταν αυτό δικαιολογείται για σκοπούς συνετής διαχείρισης, ο Έφορος μπορεί, με Οδηγία, να επιβάλλει αυστηρότερες απαιτήσεις.

(2) Λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των υπό εποπτεία ΙΕΣΠ, ο Έφορος ελέγχει την επάρκεια των διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εφαρμόζουν τα ΙΕΣΠ αυτά, αξιολογεί τη χρησιμοποίηση αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στο πλαίσιο των επενδυτικών πολιτικών τους και, όπου αρμόζει, ενθαρρύνει την άμβλυνση του αντίκτυπου των αναφορών αυτών, προκειμένου να μειωθεί η αποκλειστική και μηχανιστική στήριξη σε τέτοιες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

(3) Τα ΙΕΣΠ απαγορεύεται να δανείζονται ή να ενεργούν ως εγγυητές υπέρ τρίτων. Ωστόσο, αυτά μπορούν να προβαίνουν σε κάποιες δανειοληπτικές πράξεις μόνο για λόγους ρευστότητας και σε προσωρινή βάση.

(4) Με εξαίρεση τις εξασφαλίσεις για δανειοληπτικές πράξεις που διενεργούνται σύμφωνα με το εδάφιο (3), οι επενδύσεις του ΙΕΣΠ τηρούνται ελεύθερες κάθε υποθήκης, επιβάρυνσης, δέσμευσης ή δικαιώματος επισχέσεως.

(5) Τα ΙΕΣΠ δεν μπορεί να υποχρεωθούν να επενδύουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού.

(6) Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, οι επενδυτικές αποφάσεις ενός ΙΕΣΠ, ή οι αποφάσεις των υπεύθυνων για τις επενδύσεις, δεν εξαρτώνται από καμία απαίτηση για προηγούμενη έγκριση ή συστηματική ενημέρωση.

(7) Τηρουμένων των εδαφίων (1) έως (5), Οδηγία θα προβλέψει για αναλυτικότερες ρυθμίσεις, όπως ποσοτικούς κανόνες, αρκεί να δικαιολογούνται από άποψη συνετής διαχείρισης, ώστε να ανταποκρίνονται στο πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζονται τα ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι τα ΙΕΣΠ δεν εμποδίζονται-

(α) Να επενδύουν μέχρι 70 % του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά ή του συνολικού χαρτοφυλακίου για σχέδια στα οποία τα μέλη φέρουν τον κίνδυνο επενδύσεων, σε μετοχές, διαπραγματεύσιμα χρεόγραφα εξομοιούμενα προς μετοχές και σε εταιρικά ομόλογα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές, ή μέσω ΠΜΔ ή ΜΟΔ, καθώς και να αποφασίζουν για το μερίδιο των εν λόγω χρεογράφων στο επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο:

Νοείται περαιτέρω ότι, όταν αυτό δικαιολογείται από πλευράς διαχείρισης, ο Έφορος μπορεί, με Οδηγία, να επιβάλλει χαμηλότερο όριο, όχι, όμως, χαμηλότερο του 35 %, στα ΙΕΣΠ που διαχειρίζονται συνταξιοδοτικά σχέδια με μακροπρόθεσμη εγγύηση επιτοκίου, φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο και παρέχουν τα ίδια την εγγύηση.

(β) να επενδύουν μέχρι 30 % του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά σε στοιχεία ενεργητικού εκπεφρασμένα σε νομίσματα διαφορετικά από εκείνα στα οποία είναι εκπεφρασμένες οι υποχρεώσεις τους·

(γ) να επενδύουν σε μέσα τα οποία έχουν μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα και δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ ή ΜΟΔ·

(δ) να επενδύουν σε μέσα που εκδίδει ή εγγυάται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων, των Ευρωπαϊκών Μακροπρόθεσμων Επενδυτικών Κεφαλαίων, των Ευρωπαϊκών Ταμείων Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και των Ευρωπαϊκών Εταιρειών Επιχειρηματικού Κεφαλαίου.

(8) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (6), ο Έφορος έχει το δικαίωμα να απαιτεί την εφαρμογή στα ΙΕΣΠ αυστηρότερων επενδυτικών κανόνων σε ατομική βάση, αρκεί να δικαιολογούνται από πλευράς συνετής διαχείρισης, ιδίως ενόψει των υποχρεώσεων τις οποίες έχει αναλάβει το ΙΕΣΠ.

(9) Όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος υποδοχής ΙΕΣΠ που ασκεί διασυνοριακή δραστηριότητα βάσει των άρθρων 23 και 24, ο Έφορος δεν θεσπίζει επενδυτικούς κανόνες επιπλέον εκείνων που προβλέπονται στα εδάφια (1) έως (6) για το μέρος των στοιχείων ενεργητικού που καλύπτουν τεχνικά αποθεματικά για διασυνοριακή δραστηριότητα.

(10) Η χορήγηση δανείων από ΙΕΣΠ σε μέλη του επιτρέπεται μόνο για τους σκοπούς και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με Κανονισμούς, νοουμένου ότι οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ προβλέπουν για τη χορήγηση τέτοιων δανείων.

ΜΕΡΟΣ VIIΙ ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΙΕΣΠ
Ευθύνη της διαχειριστικής επιτροπής

33.-(1) Η διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ έχει την τελική ευθύνη για τη συμμόρφωση του προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Ο παρών Νόμος δεν θίγει το ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαχείριση των ΙΕΣΠ.

Γενικές απαιτήσεις διακυβέρνησης

34.-(1)(α) Τα ΙΕΣΠ διαθέτουν αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης που να προβλέπει τη χρηστή και συνετή διαχείριση των δραστηριοτήτων τους.

(β) Το σύστημα διακυβέρνησης περιλαμβάνει κατάλληλη και διαφανή οργανωτική δομή, με σαφή κατανομή και ορθό διαχωρισμό αρμοδιοτήτων, καθώς και αποτελεσματικό σύστημα διασφάλισης της διαβίβασης πληροφοριών.

(γ) Το εν λόγω σύστημα λαμβάνει υπόψη στις επενδυτικές αποφάσεις τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες και τους παράγοντες που σχετίζονται με τη διακυβέρνηση επενδυτικών στοιχείων του ενεργητικού και υπόκειται σε τακτική εσωτερική επανεξέταση.

(2) Οδηγία θα προβλέψει για την οργάνωση του συστήματος διακυβέρνησης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των ΙΕΣΠ.

(3)(α) Τα ΙΕΣΠ θεσπίζουν και εφαρμόζουν γραπτώς τεκμηριωμένες πολιτικές σε σχέση με τη διαχείριση κινδύνων, τον εσωτερικό έλεγχο, και κατά περίπτωση, τις αναλογιστικές δραστηριότητες και τις εξωτερικές αναθέσεις.

(β) Οι εν λόγω γραπτώς τεκμηριωμένες πολιτικές υπόκεινται σε προηγούμενη έγκριση από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ και επανεξετάζονται τουλάχιστον κάθε τρία έτη και προσαρμόζονται λαμβάνοντας υπόψη οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή στο οικείο σύστημα ή στον οικείο τομέα.

(4) Τα ΙΕΣΠ διαθέτουν αποτελεσματικό σύστημα εσωτερικού ελέγχου, το οποίο περιλαμβάνει διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου και κατάλληλες ρυθμίσεις υποβολής εκθέσεων σε όλα τα επίπεδα του ΙΕΣΠ.

(5) Τα ΙΕΣΠ λαμβάνουν εύλογα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν τη συνέχεια και την κανονικότητα της άσκησης των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης σχεδίων έκτακτης ανάγκης και για το σκοπό αυτό, τα ΙΕΣΠ χρησιμοποιούν κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, πόρους και διαδικασίες.

(6) Τα ΙΕΣΠ διαθέτουν τουλάχιστον δύο πρόσωπα, τα οποία ασκούν πραγματικά τη διοίκηση του ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι ο Έφορος, με βάση αιτιολογημένη αξιολόγηση που διενεργείται από τον ίδιο, μπορεί να επιτρέπει σε ένα μόνο πρόσωπο να διευθύνει πραγματικά ένα ΙΕΣΠ, λαμβάνοντας υπόψη το ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη γενικότερη διαχείριση του ΙΕΣΠ, καθώς επίσης το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ.

(7) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 37 έως 39.

(8) Οι πολιτικές που αναφέρονται στο εδάφιο (3) καταρτίζονται και υποβάλλονται στον Έφορο εντός 12 μηνών από την εγγραφή του ΙΕΣΠ στο Μητρώο:

Νοείται ότι τα εγγεγραμμένα κατά την ορισθείσα ημερομηνία ΙΕΣΠ που έχουν 100 μέλη και άνω καταρτίζουν και υποβάλλουν στον Έφορο τις εν λόγω πολιτικές εντός 12 μηνών από την εν λόγω ημερομηνία και τα εγγεγραμμένα κατά την εν λόγω ημερομηνία ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από 100 μέλη καταρτίζουν και υποβάλλουν στον Έφορο τις εν λόγω πολιτικές εντός 18 μηνών από την ημερομηνία αυτή.

Απαιτήσεις για διαχείριση βάσει ικανοτήτων και ήθους

35.-(1) Τα ΙΕΣΠ διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα τα οποία ασκούν πραγματικά τη διοίκηση του ΙΕΣΠ, τα πρόσωπα που ασκούν βασικές λειτουργίες και, κατά περίπτωση, τα πρόσωπα ή οι οντότητες στα οποία έχει ανατεθεί εξωτερικά μια βασική λειτουργία ή άλλη δραστηριότητα σύμφωνα με το άρθρο 45, πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους:

(α) Απαίτηση για ικανότητες:

(i) Για τα πρόσωπα τα οποία ασκούν πραγματικά τη διοίκηση του ΙΕΣΠ, αυτό σημαίνει ότι τα προσόντα, οι γνώσεις και η πείρα τους, είναι συλλογικά επαρκή, ώστε να τους επιτρέπουν να ασκούν χρηστή και συνετή διαχείριση του ΙΕΣΠ.

(ii) για τα πρόσωπα που ασκούν αναλογιστικά βασικά καθήκοντα ή βασικά καθήκοντα εσωτερικού ελέγχου, αυτό σημαίνει ότι τα επαγγελματικά τους προσόντα, οι γνώσεις και η πείρα τους είναι επαρκή ώστε να ασκούν ορθά τις βασικές λειτουργίες τους.

(iii) για τα πρόσωπα που ασκούν άλλες βασικές λειτουργίες, ή άλλες δραστηριότητες αυτό σημαίνει ότι τα προσόντα τους, οι γνώσεις και η πείρα τους είναι επαρκή ώστε να ασκούν ορθά τις βασικές λειτουργίες ή τις άλλες δραστηριότητες τους:

Νοείται ότι ο Έφορος με Οδηγία θα καθορίσει το επίπεδο των απαιτούμενων προσόντων ανάλογα με το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ:

Νοείται περαιτέρω ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα απαιτούμενα δυνάμει της υποπαραγράφου (i) προσόντα για ΙΕΣΠ με λιγότερα από 100 μέλη, μπορεί να καθοριστούν σε επίπεδο χαμηλότερο του απαιτούμενου για τα ΙΕΣΠ με 100 ή περισσότερα μέλη.

(β) απαίτηση για ήθος:

χαίρουν υπόληψης και χαρακτηρίζονται από ακεραιότητα, που σημαίνει ότι πληρούν τις προϋποθέσεις εντιμότητας που προβλέπει το εδάφιο (3) του άρθρου 20 για τα μέλη τη διαχειριστικής επιτροπής του ΙΕΣΠ.

(2)Ο Έφορος πρέπει να έχει την ικανότητα να αξιολογεί κατά πόσον τα πρόσωπα που διοικούν πραγματικά τα ΙΕΣΠ ή ασκούν βασικές λειτουργίες του πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1).

(3) Όταν ο Έφορος απαιτεί αποδείξεις υπόληψης, αποδείξεις μη προηγούμενης πτώχευσης ή αμφότερες, από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1), δέχεται ως επαρκή απόδειξη για τους υπηκόους άλλων κρατών μελών την προσκόμιση αποσπάσματος ποινικού μητρώου του άλλου κράτους μέλους ή, εάν δεν υπάρχει ποινικό μητρώο στο άλλο κράτος μέλος, ισοδύναμου εγγράφου από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις αυτές και το οποίο εκδίδεται από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή είτε του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοος το οικείο πρόσωπο, ή της Δημοκρατίας.

(4) Εάν καμιά αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή είτε στο κράτος μέλος του οποίου είναι υπήκοος το οικείο πρόσωπο είτε στη Δημοκρατία δεν χορηγεί ισοδύναμο έγγραφο, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3), το εν λόγω πρόσωπο δικαιούται να προσκομίσει αντ' αυτού ένορκη βεβαίωση.

(5) Οι αποδείξεις μη προηγούμενης πτώχευσης, οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (3), μπορούν επίσης να παρασχεθούν με τη μορφή δήλωσης του υπηκόου του οικείου άλλου κράτους μέλους ενώπιον αρμόδιου δικαστικού, επαγγελματικού ή εμπορικού φορέα στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος.

(6) Τα έγγραφα που αναφέρονται στα εδάφια (3), (4) και (5) υποβάλλονται μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία έκδοσής τους.

(7)(α) Ο Έφορος ορίζει τις αρμόδιες αρχές και τους αρμόδιους φορείς για την έκδοση των εγγράφων που αναφέρονται στα εδάφια (3), (4) και (5) και ενημερώνει αμέσως σχετικά τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(β) Ο Έφορος ενημερώνει επίσης τα άλλα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις αρχές και τους φορείς στους οποίους πρέπει να υποβάλλονται τα έγγραφα που αναφέρονται στα εδάφια (3), (4) και (5), ως δικαιολογητικά της αίτησης για την άσκηση στην Δημοκρατία των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 23.

Πολιτική αμοιβών

36.-(1) Τα ΙΕΣΠ θεσπίζουν και εφαρμόζουν μια χρηστή πολιτική αμοιβών για όλα τα πρόσωπα που διοικούν πραγματικά το ΙΕΣΠ, ασκούν βασικές λειτουργίες, καθώς και για άλλες κατηγορίες προσωπικού του οποίου οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ΙΕΣΠ, κατά τρόπο ανάλογο προς το μέγεθος και την εσωτερική οργάνωσή τους, καθώς και προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους, όπως ορίζεται σε Οδηγία.

(2) Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή της πολιτικής αμοιβών που αναφέρεται στο εδάφιο (1), τα ΙΕΣΠ συμμορφώνονται με τις ακόλουθες αρχές:

(α) Η πολιτική αμοιβών καθορίζεται, εφαρμόζεται και διατηρείται σύμφωνα με τις δραστηριότητες, το προφίλ κινδύνου, τους στόχους και το μακροπρόθεσμο συμφέρον, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις επιδόσεις του ΙΕΣΠ στο σύνολό του, και στηρίζει τη χρηστή, συνετή και αποτελεσματική διαχείριση των ΙΕΣΠ·

(β) η πολιτική αμοιβών ευθυγραμμίζεται με τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων των συνταξιοδοτικών σχεδίων τα οποία διαχειρίζεται το ΙΕΣΠ·

(γ) η πολιτική αμοιβών περιλαμβάνει μέτρα με στόχο την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων·

(δ) η πολιτική αμοιβών συνάδει με την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και δεν ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων που δεν συνάδουν με τα προφίλ κινδύνου και τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ·

(ε) η πολιτική αμοιβών εφαρμόζεται στο ΙΕΣΠ και στους παρόχους υπηρεσιών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 45, εκτός εάν οι εν λόγω πάροχοι υπηρεσιών καλύπτονται από τις νομοθεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του άρθρου 3·

(στ) το ΙΕΣΠ καταρτίζει τις γενικές αρχές της πολιτικής αμοιβών, την εξετάζει και την επικαιροποιεί τουλάχιστον ανά τριετία, και είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή της·

(ζ) υφίσταται σαφής, διαφανής και αποτελεσματική διακυβέρνηση όσον αφορά τις αμοιβές και την επίβλεψη τους.

(3) Η πολιτική αμοιβών καταρτίζεται και υποβάλλεται στον Έφορο εντός 12 μηνών από την εγγραφή του ΙΕΣΠ στο Μητρώο:

Νοείται ότι τα εγγεγραμμένα κατά την ορισθείσα ημερομηνία ΙΕΣΠ που έχουν 100 μέλη και άνω καταρτίζουν και υποβάλλουν στον Έφορο την πολιτική αμοιβών εντός 12 μηνών από την εν λόγω ημερομηνία και τα εγγεγραμμένα κατά την εν λόγω ημερομηνία ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από 100 μέλη καταρτίζουν και υποβάλλουν την πολιτική αμοιβών στον Έφορο εντός 18 μηνών από την ημερομηνία αυτή.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΙΕΣΠ
Γενικές διατάξεις

37.-(1)(α) Τα ΙΕΣΠ διαθέτουν τις ακόλουθες βασικές λειτουργίες:

(i) Λειτουργία διαχείρισης κινδύνων,

(ii) λειτουργία εσωτερικού ελέγχου, και

(iii) όπου συντρέχει περίπτωση, αναλογιστική λειτουργία.

(β) Τα ΙΕΣΠ επιτρέπουν στα πρόσωπα που ασκούν βασικές λειτουργίες να ασκούν τα καθήκοντά τους αποτελεσματικά, με αντικειμενικό, δίκαιο και ανεξάρτητο τρόπο:

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου 20,

(α) κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από 15 μέλη και

(β) κατά τους πρώτους 18 μήνες από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν από 15 μέχρι 99 μέλη,

δεν υποχρεούνται να διαθέτουν λειτουργία διαχείρισης κινδύνων και λειτουργία εσωτερικού ελέγχου.

(2) Τα ΙΕΣΠ μπορούν να επιτρέπουν σε ένα μεμονωμένο πρόσωπο ή μια μεμονωμένη οργανωτική μονάδα να ασκεί περισσότερες από μία βασικές λειτουργίες, με εξαίρεση τη λειτουργία του εσωτερικού ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 39, η οποία είναι ανεξάρτητη από τις άλλες βασικές λειτουργίες.

(3) Το μεμονωμένο πρόσωπο ή η μεμονωμένη οργανωτική μονάδα που ασκεί μια βασική λειτουργία είναι διαφορετικό από εκείνο που ασκεί παρόμοια βασική λειτουργία στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση:

Νοείται ότι, ανάλογα με το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, ο Έφορος μπορεί να επιτρέπει στο ΙΕΣΠ να ασκεί βασικές λειτουργίες μέσω του ίδιου μεμονωμένου προσώπου ή της ίδιας οργανωτικής μονάδας, όπως και η χρηματοδοτούσα επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι το ΙΕΣΠ εξηγεί πώς αποτρέπει ή διαχειρίζεται οποιεσδήποτε συγκρούσεις συμφερόντων με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση.

(4) Τα πρόσωπα που ασκούν βασική λειτουργία αναφέρουν τυχόν σημαντικά ευρήματα και συστάσεις σε σχέση με τον τομέα της αρμοδιότητάς τους, στο διοικητικό, στο διαχειριστικό ή στο εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ που καθορίζει τα μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν.

(5) Με την επιφύλαξη του προνομίου της μη αυτοενοχοποίησης, το πρόσωπο που ασκεί βασική λειτουργία ενημερώνει τον Έφορο, εάν το διοικητικό, το διαχειριστικό ή το εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ δεν λαμβάνει κατάλληλα και έγκαιρα διορθωτικά μέτρα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) όταν το πρόσωπο ή η οργανωτική μονάδα που ασκεί τη βασική λειτουργία έχει εντοπίσει ουσιαστικό κίνδυνο μη συμμόρφωσης του ΙΕΣΠ προς ουσιωδώς σημαντική κανονιστική απαίτηση και τον έχει αναφέρει στο διοικητικό, στο διαχειριστικό ή στο εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ και όταν αυτό θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων, ή

(β) όταν το πρόσωπο ή η οργανωτική μονάδα που ασκεί τη βασική λειτουργία έχει παρατηρήσει σημαντική παράβαση ουσίας του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου, των κανόνων λειτουργίας ή των διοικητικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο ΙΕΣΠ και στις δραστηριότητές του στο πλαίσιο της βασικής λειτουργίας που ασκεί το εν λόγω πρόσωπο ή η οργανωτική μονάδα και την έχει αναφέρει στο διοικητικό, στο διαχειριστικό ή στο εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ.

Διαχείριση κινδύνων

38.-(1)(α) Τηρουμένης της επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 37, τα ΙΕΣΠ διαθέτουν αποτελεσματική λειτουργία διαχείρισης κινδύνων κατά τρόπο που ορίζεται με Οδηγία, ανάλογα προς το μέγεθος και την εσωτερική οργάνωσή τους, καθώς και προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους.

(β) Η εν λόγω λειτουργία είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο ώστε να διευκολύνει την εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης κινδύνων, για το οποίο τα ΙΕΣΠ εγκρίνουν στρατηγικές, διεργασίες και διαδικασίες αναφοράς που απαιτούνται για τον προσδιορισμό, τη μέτρηση, την παρακολούθηση, τη διαχείριση και την αναφορά προς το διοικητικό, το διαχειριστικό ή το εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ, τακτικά, των κινδύνων, σε ατομικό και σε συνολικό επίπεδο, στους οποίους τα ΙΕΣΠ και τα συνταξιοδοτικά σχέδια τα οποία αυτά διαχειρίζονται είναι ή θα μπορούσαν να είναι εκτεθειμένα, και των αλληλεξαρτήσεών τους.

(γ) Το σύστημα διαχείρισης κινδύνων είναι αποτελεσματικό και καλά ενσωματωμένο στην οργανωτική δομή και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του ΙΕΣΠ.

(2) Το σύστημα διαχείρισης κινδύνων καλύπτει, κατά τρόπο που ορίζεται με Οδηγία , ανάλογα προς το μέγεθος και την εσωτερική οργάνωση των ΙΕΣΠ, καθώς και προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους, κινδύνους οι οποίοι μπορούν να εμφανιστούν στα ΙΕΣΠ ή σε επιχειρήσεις στις οποίες έχουν ανατεθεί καθήκοντα ή δραστηριότητες ενός ΙΕΣΠ, τουλάχιστον στους ακόλουθους τομείς, κατά περίπτωση:

(α) Ανάληψη ασφαλιστικού κινδύνου και σύσταση προβλέψεων·

(β) διαχείριση ενεργητικού-παθητικού·

(γ) επενδύσεις, ιδίως θέσεις σε παράγωγα, τιτλοποιήσεις και παρόμοιες υποχρεώσεις·

(δ) διαχείριση κινδύνων ρευστότητας και συγκέντρωσης·

(ε) διαχείριση λειτουργικού κινδύνου·

(στ) ασφάλιση και άλλες τεχνικές μείωσης κινδύνου·

(ζ) περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με τη διακυβέρνηση κίνδυνοι που σχετίζονται με το χαρτοφυλάκιο επενδύσεων και τη διαχείρισή του.

(3) Εάν, σύμφωνα με τους όρους του συνταξιοδοτικού σχεδίου, τα μέλη και οι δικαιούχοι φέρουν κινδύνους, το σύστημα διαχείρισης κινδύνων λαμβάνει επίσης υπόψη τους εν λόγω κινδύνους από την άποψη των μελών και των δικαιούχων.

Λειτουργία εσωτερικού ελέγχου

39.-(1) Τηρουμένης της επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 37, τα ΙΕΣΠ διαθέτουν αποτελεσματική λειτουργία εσωτερικού ελέγχου, κατά τρόπο που ορίζεται με Οδηγία, ανάλογα προς το μέγεθος και την εσωτερική τους οργάνωση, καθώς και προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους.

(2) Η λειτουργία εσωτερικού ελέγχου περιλαμβάνει εκτίμηση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας του συστήματος εσωτερικού ελέγχου και άλλων στοιχείων του συστήματος διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δραστηριοτήτων που ανατίθενται εξωτερικά.

Αναλογιστική λειτουργία

40.-(1) Εάν ένα ΙΕΣΠ παρέχει κάλυψη κατά των βιομετρικών κινδύνων ή εγγυάται είτε την απόδοση των επενδύσεων είτε ένα συγκεκριμένο ύψος παροχών, το ΙΕΣΠ διαθέτει αποτελεσματική αναλογιστική λειτουργία, η οποία-

(α) Συντονίζει και εποπτεύει τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών·

(β) αξιολογεί την καταλληλότητα των μεθόδων και των υποκείμενων μοντέλων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών, καθώς και των παραδοχών που γίνονται για τον σκοπό αυτό·

(γ) αξιολογεί την επάρκεια και ποιότητα των στοιχείων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τεχνικών αποθεματικών·

(δ) συγκρίνει τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών με τις εμπειρικές παρατηρήσεις·

(ε) ενημερώνει το διοικητικό, το διαχειριστικό ή το εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ σχετικά με την αξιοπιστία και καταλληλότητα του υπολογισμού των τεχνικών αποθεματικών·

(στ) εκφράζει γνώμη σχετικά με τη συνολική πολιτική ανάληψης ασφαλιστικών κινδύνων, εφόσον το ΙΕΣΠ διαθέτει τέτοια πολιτική·

(ζ) εκφράζει γνώμη σχετικά με την καταλληλότητα των ασφαλιστικών συμφωνιών, εφόσον το ΙΕΣΠ διαθέτει τέτοιες συμφωνίες, και

(η) συμβάλλει στην αποτελεσματική εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης κινδύνων.

(2) Τα ΙΕΣΠ ορίζουν τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο πρόσωπο, εντός ή εκτός του ΙΕΣΠ, υπεύθυνο για την αναλογιστική λειτουργία.

ΜΕΡΟΣ Χ ΕΓΓΡΑΦΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΙΕΣΠ
Ιδία αξιολόγηση κινδύνων

41.-(1)(α) Τα ΙΕΣΠ, κατά τρόπο που ορίζεται με Οδηγία ανάλογα προς το μέγεθος και την εσωτερική τους οργάνωση, καθώς και προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους, διενεργούν και τεκμηριώνουν την ιδία αξιολόγηση κινδύνων:

Νοείται ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από εκατό μέλη δεν υποχρεούνται να διενεργούν και τεκμηριώνουν την ιδία αξιολόγηση κινδύνων.

(β) Η εν λόγω αξιολόγηση κινδύνων διενεργείται εντός δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη της λειτουργίας του ΙΣΕΠ και ακολούθως τουλάχιστον ανά τριετία, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία λήξης της περισόδου για την οποία διενεργήθηκε η προηγούμενη αξιολόγηση ή χωρίς καθυστέρηση μετά από κάθε σημαντική αλλαγή στα χαρακτηριστικά κινδύνου του ΙΕΣΠ ή των συνταξιοδοτικών σχεδίων τα οποία διαχειρίζεται το ΙΕΣΠ.

(γ) Όταν υπάρχει σημαντική αλλαγή στα χαρακτηριστικά κινδύνου ενός συγκεκριμένου συνταξιοδοτικού σχεδίου, η αξιολόγηση κινδύνων μπορεί να περιορίζεται στο εν λόγω συνταξιοδοτικό σχέδιο.

(δ)  Η ιδία αξιολόγηση κινδύνων κοινοποιείται στον Έφορο εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία διενέργειάς της.

(2) Η αξιολόγηση κινδύνων που αναφέρεται στο εδάφιο (1), λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους και της εσωτερικής οργάνωσης του ΙΕΣΠ, καθώς και του μεγέθους, της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ, περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η ιδία αξιολόγηση κινδύνων ενσωματώνεται στη διεργασία διαχείρισης και στις διεργασίες λήψης αποφάσεων του ΙΕΣΠ·

(β) αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος διαχείρισης κινδύνων·

(γ) περιγραφή του τρόπου με τον οποίο το ΙΕΣΠ αποτρέπει συγκρούσεις συμφερόντων με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση, όταν το ΙΕΣΠ προβαίνει σε εξωτερική ανάθεση των βασικών λειτουργιών σε χρηματοδοτούσα επιχείρηση σύμφωνα με εδάφιο (3) του άρθρου 37·

(δ) αξιολόγηση των συνολικών χρηματοδοτικών αναγκών του ΙΕΣΠ, περιλαμβανομένης περιγραφής του σχεδίου ανάκαμψης, κατά περίπτωση·

(ε) αξιολόγηση των κινδύνων για τα μέλη και τους δικαιούχους σε σχέση με την καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών τους και την αποτελεσματικότητα τυχόν διορθωτικών μέτρων λαμβανομένων υπόψη, κατά περίπτωση:

(i) των μηχανισμών αναπροσαρμογής·

(ii) των μηχανισμών μείωσης των παροχών, μεταξύ άλλων, του βαθμού στον οποίο μπορούν να μειωθούν οι σωρευμένες συνταξιοδοτικές παροχές, υπό ποιες προϋποθέσεις και από ποιόν·

(στ) ποιοτική αξιολόγηση των μηχανισμών προστασίας των συνταξιοδοτικών παροχών, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, εγγυήσεων, συμφωνιών ή οποιουδήποτε άλλου είδους χρηματοδοτική στήριξη από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση, ασφάλισης ή αντασφάλισης από επιχείρηση που καλύπτεται από τον περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ή κάλυψης από συνταξιοδοτικό σύστημα προστασίας, υπέρ του ΙΕΣΠ ή των μελών και των δικαιούχων·

(ζ) ποιοτική αξιολόγηση των επιχειρησιακών κινδύνων·

(η) όταν λαμβάνονται υπόψη στις επενδυτικές αποφάσεις περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες και οι παράγοντες που σχετίζονται με τη διακυβέρνηση, αξιολόγηση νέων ή αναδυόμενων κινδύνων, περιλαμβανομένων των κινδύνων οι οποίοι σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, τη χρήση πόρων και το περιβάλλον, των κοινωνικών κινδύνων και κινδύνων που σχετίζονται με την απόσβεση στοιχείων ενεργητικού λόγω αλλαγής στο ρυθμιστικό πλαίσιο.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), τα ΙΕΣΠ διαθέτουν μεθόδους προσδιορισμού και αξιολόγησης των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται ή μπορεί να εκτεθούν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα και οι οποίοι μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην ικανότητα του ΙΕΣΠ να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του. Οι μέθοδοι αυτές καθορίζονται με Οδηγία ανάλογα προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των κινδύνων που είναι εγγενείς στις δραστηριότητες του ιδρύματος και περιγράφονται στην ιδία αξιολόγηση κινδύνων.

(4) Η ιδία αξιολόγηση κινδύνων λαμβάνεται υπόψη στις στρατηγικές αποφάσεις του ΙΕΣΠ.

Τήρηση βιβλίων

42.Η διαχειριστική επιτροπή κάθε εγγεγραμμένου ΙΕΣΠ τηρεί ή φροντίζει όπως τηρούνται-

(α) Βιβλία πρακτικών, όπως προβλέπεται στους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ, ή δύναται να καθοριστεί με Οδηγία, στα οποία καταγράφονται τα πρακτικά και οι αποφάσεις τη διαχειριστικής επιτροπής του και κάθε γενικής συνέλευσης των μελών, και, κατά περίπτωση, των δικαιούχων,

(β) μητρώο των μελών, και, κατά περίπτωση, των δικαιούχων του ΙΕΣΠ και μητρώο των χρηματοδοτουσών επιχειρήσεων με οποιοδήποτε τρόπο και τα οποία θα περιέχουν τέτοιες λεπτομέρειες, όπως καθορίζεται με Κανονισμούς,

(γ) κατάλληλα λογιστικά βιβλία, τα οποία είναι αναγκαία για την παρουσίαση της αληθινής και δίκαιης εικόνας των υποθέσεων, των δικαιοπραξιών, των συναλλαγών, και της χρηματοοικονομικής κατάστασης του ΙΕΣΠ, καθώς και για την κατάρτιση των λογαριασμών και εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 43 και οποιαδήποτε άλλα βιβλία και λογαριασμούς, όπως ο Έφορος δύναται να καθορίσει με Οδηγία.

Ετήσιοι λογαριασμοί και ετήσιες εκθέσεις

43.-(1) Κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ καταρτίζει και δημοσιοποιεί ετήσιους λογαριασμούς και ετήσιες εκθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη κάθε συνταξιοδοτικό σχέδιο που διαχειρίζεται και, κατά περίπτωση, ετήσιους λογαριασμούς και ετήσιες εκθέσεις για κάθε ένα συνταξιοδοτικό σχέδιο:

Νοείται ότι τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από 100 μέλη δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιούν τους ετήσιους λογαριασμούς και τις ετήσιες εκθέσεις τους, νοουμένου ότι αντίγραφο τους παρέχεται σε κάθε μέλος και δικαιούχο του ΙΕΣΠ.

(2) Οι εν λόγω λογαριασμοί και εκθέσεις παρουσιάζουν την πραγματική και ακριβή εικόνα των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και της χρηματοοικονομικής θέσης του ΙΕΣΠ, και περιλαμβάνουν τη δημοσιοποίηση των κύριων επενδύσεων του ΙΕΣΠ.

(3) Οι ετήσιοι λογαριασμοί και οι πληροφορίες που περιέχονται στις εκθέσεις είναι συνεπείς, περιεκτικοί και ακριβείς.

(4) Οι εν λόγω λογαριασμοί και εκθέσεις καταρτίζονται και υποβάλλλονται στον Έφορο εντός επτά μηνών το πολύ από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και ελέγχονται από ελεγκτή διοριζόμενο από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ με την έγκριση της γενικής συνέλευσης των μελών και, κατά περίπτωση, των δικαιούχων του ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή υπάλληλος της ή μέλος ή υπάλληλος του ΙΕΣΠ, απαγορεύεται να διορίζεται ως ελεγκτής του ΙΕΣΠ.

(5) Ο ελεγκτής δύναται να επιθεωρεί τα βιβλία, τα έγγραφα και τους λογαριασμούς του ΙΕΣΠ και να απαιτεί από οποιοδήποτε μέλος της διαχειριστικής επιτροπής ή άλλο αξιωματούχο του ΙΕΣΠ την παροχή πληροφοριών ή επεξηγήσεων, τις οποίες θεωρεί αναγκαίες για την εκτέλεση του καθήκοντός του.

(6) Ο ελεγκτής ετοιμάζει και υποβάλλει την έκθεσή του εντός εύλογου χρονικού διαστήματος προς τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ, η οποία τη δημοσιοποιεί με τους λογαριασμούς του ΙΕΣΠ, ηλεκτρονικά.

(7) Οι λογαριασμοί του ΙΕΣΠ υπογράφονται από δύο τουλάχιστον μέλη της διαχειριστικής επιτροπής, μεταξύ των οποίων ένα τουλάχιστον μέλος που εκπροσωπεί τα μέλη του ΙΕΣΠ.

(8) Οι λογαριασμοί και εκθέσεις του ΙΕΣΠ εγκρίνονται από τη γενική συνέλευση των μελών και των δικαιούχων του ΙΕΣΠ και, κατά περίπτωση, των μελών και των δικαιούχων του καθενός συνταξιοδοτικού σχεδίου.

Δήλωση των αρχών επενδυτικής πολιτικής

44.-(1) Με εξαίρεση τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από δεκαπέντε μέλη και ενεργητικό χαμηλότερο των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000), κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ καταρτίζει εντός 12 μηνών από την έναρξη της λειτουργίας του και επανεξετάζει τουλάχιστον ανά τριετία, εντός έξι μηνών από τη λήξη της, γραπτή δήλωση των αρχών της επενδυτικής πολιτικής του:

Νοείται ότι τα εγγεγραμμένα την ορισθείσα ημερομηνία ΙΕΣΠ που έχουν από 15 μέχρι 99 μέλη και ενεργητικό λιγότερο από τέσσερα εκατομμύρια ευρώ (€4000.000) δεν υποχρεούνται να καταρτίσουν γραπτή δήλωση των αρχών της επενδυτικής πολιτικής τους πριν την παρέλευση 12 μηνών από την ορισθείσα ημερομηνία.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) δήλωση των αρχών της επενδυτικής πολιτικής αναθεωρείται αμέσως μετά από οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή της επενδυτικής πολιτικής.

(3) Η δήλωση επενδυτικής πολιτικής περιέχει, τουλάχιστον, θέματα όπως οι μέθοδοι μέτρησης του επενδυτικού κινδύνου, οι εφαρμοζόμενες τεχνικές διαχείρισης του κινδύνου, η στρατηγική κατανομή των στοιχείων του ενεργητικού σε σχέση με τη φύση και τη διάρκεια των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων και τον τρόπο με τον οποίο συνεκτιμώνται περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα και θέματα διακυβέρνησης στο πλαίσιο της επενδυτικής πολιτικής:

Νοείται ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από εκατό μέλη δεν υποχρεούνται να συνεκτιμούν περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα και θέματα διακυβέρνησης.

(4) Η δήλωση επενδυτικής πολιτικής δημοσιοποιείται:

Νοείται ότι τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από 100 μέλη δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιούν την εν λόγω δήλωση, νοουμένου ότι αντίγραφο της παρέχεται σε κάθε μέλος και δικαιούχο του ΙΕΣΠ.

(5) Η δήλωση επενδυτικής πολιτικής, και οποιαδήποτε αναθεώρησης της, κοινοποιείται στον Έφορο εντός ενός μηνός από την κατάρτιση της.

ΜΕΡΟΣ ΧΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΝΑΘΕΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Εξωτερική ανάθεση

45.-(1) Τα εγγεγραμμένα ΙΕΣΠ μπορούν να αναθέσουν οποιεσδήποτε δραστηριότητες, περιλαμβανομένων βασικών λειτουργιών και της διαχείρισης, εν όλω ή εν μέρει, σε παρόχους υπηρεσιών που ενεργούν για λογαριασμό των εν λόγω ΙΕΣΠ.

(2) Τα ΙΕΣΠ παραμένουν πλήρως υπεύθυνα για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, όταν αναθέτουν εξωτερικά βασικές λειτουργίες ή οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες.

(3) Η εξωτερική ανάθεση βασικών λειτουργιών ή άλλων δραστηριοτήτων δεν πραγματοποιείται κατά τρόπο που να οδηγεί σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω καταστάσεις:

(α) Μείωση της ποιότητας του συστήματος διακυβέρνησης του οικείου ΙΕΣΠ·

(β) αδικαιολόγητη αύξηση του επιχειρησιακού κινδύνου·

(γ) μείωση της ικανότητας του Εφόρου να παρακολουθεί τη συμμόρφωση του ΙΕΣΠ προς τις υποχρεώσεις του·

(δ) υπονόμευση της συνεχούς και ικανοποιητικής παροχής υπηρεσιών στα μέλη και στους δικαιούχους.

(4) Τα ΙΕΣΠ διασφαλίζουν την ορθή λειτουργία των εξωτερικά ανατιθέμενων δραστηριοτήτων μέσω της διαδικασίας επιλογής παρόχου υπηρεσιών και της συνεχούς παρακολούθησης των δραστηριοτήτων του εν λόγω παρόχου.

(5) Τα ΙΕΣΠ που αναθέτουν εξωτερικά βασικές λειτουργίες, τη διαχείριση των εν λόγω ΙΕΣΠ ή άλλες δραστηριότητες που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο συνάπτουν έγγραφη συμφωνία με τον πάροχο υπηρεσιών, η οποία είναι νομικά εκτελεστή και προσδιορίζει σαφώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ΙΕΣΠ και του παρόχου υπηρεσιών.

(6)(α) Τα ΙΕΣΠ ενημερώνουν εντός ενός μηνός τον Έφορο για κάθε εξωτερική ανάθεση των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι, όταν η εξωτερική ανάθεση έχει σχέση με βασικές λειτουργίες ή διαχείριση ΙΕΣΠ, αυτό κοινοποιείται στον Έφορο πριν τεθεί σε ισχύ η συμφωνία σχετικά με οποιαδήποτε εξωτερική ανάθεση αυτού του είδους.

(β) Τα ΙΕΣΠ κοινοποιούν στον Έφορο κάθε επακόλουθη σημαντική εξέλιξη που αφορά οποιεσδήποτε από τις εξωτερικά ανατιθέμενες δραστηριότητες.

(7) Ο Έφορος έχει την εξουσία να ζητεί, ανά πάσα στιγμή από τα ΙΕΣΠ και από τους παρόχους υπηρεσιών, πληροφορίες σχετικά με τις εξωτερικά ανατιθέμενες βασικές λειτουργίες ή οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες.

Διαχείριση επενδύσεων

46. Τα ΙΕΣΠ μπορούν να ορίζουν για τη διαχείριση του επενδυτικού χαρτοφυλακίου τους, διαχειριστές επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος και κατέχουν την απαιτούμενη άδεια, σύμφωνα με τις οδηγίες 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙ ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ
Διορισμός θεματοφύλακα

47.-(1)(α) Για κάθε επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σχέδιο στο οποίο τα μέλη και οι δικαιούχοι φέρουν πλήρως τον επενδυτικό κίνδυνο, το ΙΕΣΠ μπορεί να διορίζει έναν ή περισσότερους θεματοφύλακες για τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού και την άσκηση καθηκόντων επίβλεψης σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 49.

(β) Όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος υποδοχής, ΙΕΣΠ που ασκούν διασυνοριακή δραστηριότητα σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 24, τα ΙΕΣΠ αυτά μπορεί να διορίζουν έναν ή περισσότερους θεματοφύλακες για τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού και την άσκηση καθηκόντων επίβλεψης σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 49, για κάθε επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σχέδιο στο οποίο τα μέλη και οι δικαιούχοι φέρουν πλήρως τον επενδυτικό κίνδυνο.

(2) Για τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια στα οποία τα μέλη και οι δικαιούχοι δεν φέρουν πλήρως τον επενδυτικό κίνδυνο, το ΙΕΣΠ μπορεί να διορίζει έναν ή περισσότερους θεματοφύλακες για τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού ή για τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού και την άσκηση καθηκόντων επίβλεψης σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 49.

(3) Τα ΙΕΣΠ δικαιούνται να διορίζουν και θεματοφύλακες εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος, οι οποίοι έχουν τη δέουσα άδεια σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ ή την οδηγία 2014/65/ΕΕ, ή έχοντες άδεια θεματοφύλακα κατά την έννοια της οδηγίας 2009/65/ΕΚ ή της οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

(4) Ο Έφορος έχει εξουσία να απαγορεύει, δυνάμει του άρθρου 62, την ελεύθερη διάθεση των στοιχείων του ενεργητικού ΙΕΣΠ εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος, τα οποία κατέχει διαχειριστής ή θεματοφύλακας εντός της Δημοκρατίας, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του ΙΕΣΠ.

(5) Ο θεματοφύλακας διορίζεται με έγγραφη σύμβαση, η οποία, μεταξύ άλλων, προβλέπει τη διαβίβαση των πληροφοριών που είναι απαραίτητες, ώστε ο θεματοφύλακας να ασκεί τα καθήκοντά του, όπως περιγράφονται στον παρόντα Νόμο και σε άλλες σχετικές νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις.

(6) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στα άρθρα 48 και 49, το ΙΕΣΠ και ο θεματοφύλακας ενεργούν με εντιμότητα, αμεροληψία, επαγγελματισμό, ανεξαρτησία και με γνώμονα το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων του σχεδίου.

(7)Ο θεματοφύλακας δεν ασκεί δραστηριότητες σε σχέση με το ΙΕΣΠ, οι οποίες ενδέχεται να δημιουργούν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ του ΙΕΣΠ, των μελών και των δικαιούχων του σχεδίου και του ιδίου, εκτός εάν ο θεματοφύλακας έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την άσκηση των καθηκόντων του θεματοφύλακα από τα λοιπά δυνητικά συγκρουόμενα καθήκοντά του, οι δε δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων προσδιορίζονται, αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης, παρακολουθούνται και γνωστοποιούνται δεόντως στα μέλη και στους δικαιούχους του σχεδίου και στο διοικητικό, στο διαχειριστικό ή στο εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ.

(8)Εάν δεν διοριστεί θεματοφύλακας, τα ΙΕΣΠ λαμβάνουν μέτρα για την πρόληψη και την επίλυση κάθε σύγκρουσης συμφερόντων, η οποία ανακύπτει κατά την άσκηση των καθηκόντων που διαφορετικά ασκούνται από θεματοφύλακα και από διαχειριστή στοιχείων ενεργητικού. Τα μέτρα αυτά γνωστοποιούνται, κατόπιν αιτήσεώς του, στον Έφορο:

Νοείται ότι, με σκοπό την προστασία των συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων, ο Έφορος μπορεί να απαιτεί από ΙΕΣΠ να διορίζουν θεματοφύλακα.

Φύλαξη στοιχείων ενεργητικού και ευθύνη του θεματοφύλακα

48.-(1)(α) Εάν τα στοιχεία ενεργητικού ενός ΙΕΣΠ που έχει σχέση με συνταξιοδοτικό σχέδιο αποτελούμενο από χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο φύλαξης, ανατίθενται για φύλαξη σε θεματοφύλακα, ο θεματοφύλακας φυλάσσει όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία μπορούν να καταχωριστούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα και όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία μπορούν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα.

(β) Για τους σκοπούς του εδαφίου (α), ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία μπορούν να καταχωριστούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα, είναι καταχωρισμένα στα βιβλία του θεματοφύλακα σε διαχωρισμένους λογαριασμούς, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στην Οδηγία 2014/65/ΕΕ, ανοιγμένους στο όνομα του ΙΕΣΠ, ώστε να μπορούν να ταυτοποιούνται ευκρινώς και ανά πάσα στιγμή ως ανήκοντες στο ΙΕΣΠ ή στα μέλη και στους δικαιούχους του συνταξιοδοτικού σχεδίου.

(2)(α) Εάν τα στοιχεία ενεργητικού ενός ΙΕΣΠ που έχει σχέση με συνταξιοδοτικό σχέδιο αποτελούνται από άλλα στοιχεία ενεργητικού, εκτός των αναφερομένων στο εδάφιο (1), ο θεματοφύλακας επαληθεύει ότι το ΙΕΣΠ είναι ο κύριος των στοιχείων ενεργητικού και τηρεί αρχείο των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού του.

(β) Η κατά την παράγραφο (α) επαλήθευση διενεργείται βάσει πληροφοριών ή εγγράφων που παρέχει το ΙΕΣΠ και, εάν υπάρχουν, βάσει εξωτερικών αποδεικτικών στοιχείων.

(γ) Ο θεματοφύλακας τηρεί το αρχείο του ενημερωμένο.

(3) Ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι του ΙΕΣΠ και των μελών και των δικαιούχων του σχεδίου για κάθε ζημία που υφίστανται λόγω αδικαιολόγητης παράλειψης εκτέλεσης των υποχρεώσεών του ή πλημμελούς εκτέλεσης αυτών.

(4) Η ευθύνη του θεματοφύλακα, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (3), δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι ανέθεσε σε τρίτο το σύνολο ή μέρος των στοιχείων ενεργητικού τη φύλαξη των οποίων ανέλαβε.

(5) Εάν δεν διοριστεί θεματοφύλακας για τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού, τα ΙΕΣΠ οφείλουν τουλάχιστον-

(α) Nα διασφαλίζουν ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα φυλάσσονται και προστατεύονται κατάλληλα·

(β) να τηρούν αρχεία τα οποία επιτρέπουν στο ΙΕΣΠ να αναγνωρίζει ανά πάσα στιγμή και αμέσως όλα τα στοιχεία ενεργητικού·

(γ) να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων όσον αφορά τη φύλαξη των στοιχείων ενεργητικού·

(δ) να ενημερώνουν τον Έφορο, κατόπιν αιτήσεώς του, σχετικά με τον τρόπο τήρησης των στοιχείων ενεργητικού.

Καθήκοντα επίβλεψης

49.-(1) Επιπλέον των καθηκόντων που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 48, ο θεματοφύλακας ο οποίος διορίζεται για την άσκηση καθηκόντων επίβλεψης-

(α) Eκτελεί τις οδηγίες του ΙΕΣΠ, εκτός εάν συγκρούονται με το παρόντα Νόμο ή άλλο νόμο της Δημοκρατίας ή με τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ·

(β) διασφαλίζει ότι, σε συναλλαγές οι οποίες αφορούν τα στοιχεία ενεργητικού ενός ΙΕΣΠ που έχει σχέση με συνταξιοδοτικό σχέδιο, το αντάλλαγμα αποδίδεται στο ΙΕΣΠ εντός των συνήθων προθεσμιών· και

(γ) διασφαλίζει ότι το εισόδημα που παράγουν τα στοιχεία ενεργητικού διατίθεται σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ.

(2) Κατά παρέκκλιση του εδαφίου (1), όταν το κράτος μέλος καταγωγής του ΙΕΣΠ δεν είναι η Δημοκρατία, το κράτος αυτό μπορεί να ορίσει άλλα καθήκοντα επίβλεψης που πρέπει να ασκεί ο θεματοφύλακας.

(3) Εάν δεν διοριστεί θεματοφύλακας για την άσκηση καθηκόντων επίβλεψης, το ΙΕΣΠ θέτει σε εφαρμογή διαδικασίες οι οποίες διασφαλίζουν ότι τα καθήκοντα που διαφορετικά υπόκεινται στην επίβλεψης των θεματοφυλάκων, ασκούνται δεόντως εντός του ΙΕΣΠ. Οι διαδικασίες αυτές γνωστοποιούνται, κατόπιν αιτήσεώς του, στον Έφορο.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΥΠΟΨΗΦΙΑ ΜΕΛΗ, ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ
Αρχές που διέπουν την πληροφόρηση

50.-(1) Λαμβανομένης υπόψη της φύσης του συνταξιοδοτικού σχεδίου που διαχειρίζεται, κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ, παρέχει-

(α) Στα υποψήφια μέλη, τουλάχιστον τις πληροφορίες που παρατίθενται στο άρθρο 55·

(β) στα μέλη, τουλάχιστον τις πληροφορίες που παρατίθενται στα άρθρα 51 έως 54 , 56 και 58, και

(γ) στους δικαιούχους, τουλάχιστον τις πληροφορίες που παρατίθενται στα άρθρα 51, 57 και 58.

(2) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1)-

(α) Επικαιροποιούνται τακτικά·

(β) είναι συνταγμένες με σαφήνεια, σε σαφή, περιεκτική και κατανοητή γλώσσα, αποφεύγοντας τη χρήση εξειδικευμένης ορολογίας και τεχνικών όρων, όταν αντ' αυτών μπορούν να χρησιμοποιηθούν λέξεις της καθομιλουμένης·

(γ) δεν είναι παραπλανητικές και διασφαλίζεται συνεκτικότητα στο λεξιλόγιο και στο περιεχόμενο·

(δ) παρουσιάζονται κατά τρόπο ευανάγνωστο·

(ε) διατίθενται στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους του οποίου η κοινωνική και εργατική νομοθεσία σχετικά με τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια διέπει το οικείο συνταξιοδοτικό σχέδιο· και

(στ) διατίθενται στα υποψήφια μέλη, στα μέλη και τους δικαιούχους δωρεάν με ηλεκτρονικά μέσα, μεταξύ άλλων, σε σταθερό μέσο ή σε ιστότοπο ή γραπτώς.

(3) Οδηγία μπορεί να προβλέψει για περαιτέρω διατάξεις σχετικά με πληροφορίες που πρέπει να δίνονται στα υποψήφια μέλη, στα μέλη και στους δικαιούχους.

Γενικές πληροφορίες για το συνταξιοδοτικό σχέδιο

51.-(1) Κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ μεριμνά ώστε τα μέλη και οι δικαιούχοι να είναι επαρκώς πληροφορημένοι για το αντίστοιχο συνταξιοδοτικό σχέδιο το οποίο διαχειρίζεται το ΙΕΣΠ και ιδιαίτερα παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Το όνομα του ΙΕΣΠ και ότι ο Έφορος είναι η αρμόδια αρχή του·

(β) τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμμετεχόντων στο συνταξιοδοτικό σχέδιο·

(γ) πληροφορίες σχετικά με το επενδυτικό προφίλ·

(δ) τη φύση των οικονομικών κινδύνων που φέρουν τα μέλη και οι δικαιούχοι·

(ε) τους όρους που αφορούν την πλήρη ή μερική εγγύηση δυνάμει του συνταξιοδοτικού σχεδίου ή ενός συγκεκριμένου ύψους παροχών ή όταν δεν παρέχεται εγγύηση δυνάμει του συνταξιοδοτικού σχεδίου, δήλωση προς το σκοπό αυτό·

(στ) τους μηχανισμούς προστασίας των σωρευμένων δικαιωμάτων ή τους μηχανισμούς μείωσης των παροχών, εάν υπάρχουν·

(ζ) όταν τα μέλη φέρουν επενδυτικό κίνδυνο ή μπορούν να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις, πληροφορίες σχετικά με τις προηγούμενες επιδόσεις των επενδύσεων που σχετίζονται με το συνταξιοδοτικό σχέδιο για τουλάχιστον πέντε έτη ή για όλα τα έτη λειτουργίας του σχεδίου, όταν η περίοδος λειτουργίας του είναι μικρότερη από πέντε έτη·

(η) τη διάρθρωση του κόστους που επιβαρύνει τα μέλη και τους δικαιούχους, για συνταξιοδοτικά σχέδια που δεν προβλέπουν συγκεκριμένο ύψος παροχών·

(θ) τις επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους τα μέλη και οι δικαιούχοι για τη λήψη των συνταξιοδοτικών παροχών τους·

(ι) σε περίπτωση που ένα μέλος έχει δικαίωμα να μεταφέρει συνταξιοδοτικά δικαιώματα, περαιτέρω πληροφορίες για τις ρυθμίσεις που αφορούν τη μεταφορά αυτή.

(2) Για τα συνταξιοδοτικά σχέδια των οποίων τα μέλη φέρουν επενδυτικό κίνδυνο και τα οποία προσφέρουν περισσότερες από μία επιλογές με διαφορετικά επενδυτικά προφίλ, τα μέλη ενημερώνονται για τους όρους που αφορούν το εύρος των διαθέσιμων επενδυτικών επιλογών και, κατά περίπτωση, την εξ ορισμού επενδυτική επιλογή και τον κανόνα του συνταξιοδοτικού σχεδίου να κατανέμει ένα συγκεκριμένο μέλος σε μια επενδυτική επιλογή.

(3) Τα μέλη και οι δικαιούχοι ή, κατά περίπτωση, οι εκπρόσωποί τους λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία σχετική με αλλαγές των κανόνων του συνταξιοδοτικού σχεδίου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, επιπροσθέτως δε, τα ΙΕΣΠ παρέχουν εξήγηση του αντίκτυπου των σημαντικών αλλαγών των τεχνικών αποθεματικών στα μέλη και τους δικαιούχους.

Δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών: Γενικές διατάξεις

52.-(1) Τα ΙΕΣΠ συντάσσουν συνοπτικό έγγραφο, στον εγκεκριμένο από τον Έφορο τύπο, το οποίο περιέχει βασικές πληροφορίες για κάθε μέλος, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των συνταξιοδοτικών σχεδίων που διαχειρίζονται και τη σχετική κοινωνική, εργατική και φορολογική νομοθεσία της Δημοκρατίας («δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών»). Ο τίτλος του εγγράφου περιέχει τις λέξεις «δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών».

(2) Η ακριβής ημερομηνία στην οποία αναφέρονται οι πληροφορίες που περιέχονται στη δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών αναγράφεται σε εμφανή θέση.

(3) Οι πληροφορίες που περιέχονται στη δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών πρέπει να είναι ακριβείς, να επικαιροποιούνται και να τίθενται στη διάθεση κάθε μέλους χωρίς χρέωση με ηλεκτρονικά μέσα, μεταξύ άλλων, σε σταθερό μέσο ή σε ιστότοπο ή γραπτώς, τουλάχιστον σε ετήσια βάση:

Νοείται ότι έντυπο αντίγραφο παρέχεται στα μέλη κατόπιν αιτήσεως, επιπλέον οποιασδήποτε άλλης πληροφορίας με ηλεκτρονικά μέσα.

(4) Κάθε ουσιώδης μεταβολή στις πληροφορίες που περιέχονται στη δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος επισημαίνεται σαφώς.

(5) Οδηγία θα καθορίσει τους κανόνες προσδιορισμού των παραδοχών για τις προβλέψεις που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 53, οι οποίοι θα εφαρμόζονται από τα ΙΕΣΠ με σκοπό να προσδιορίσουν, όπου χρειάζεται, το ετήσιο ποσοστό ονομαστικών αποδόσεων των επενδύσεων, το ετήσιο ποσοστό του πληθωρισμού και την τάση των μελλοντικών μισθών:

Νοείται ότι η Οδηγία μπορεί να προβλέπει για διαφοροποίηση των εν λόγω κανόνων προσδιορισμού των παραδοχών, ανάλογα με το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ.

(6)(α) Η δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών καταρτίζεται εντός 12 μηνών από την εγγραφή του ΙΕΣΠ στο Μητρώο.

(β) Κάθε εγγεγραμμένο την ορισθείσα ημερομηνία ΙΕΣΠ καταρτίζει τη δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την εν λόγω ημερομηνία, το οποίο ορίζει ο Έφορος ανάλογα με το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι, προκειμένου περί εγγεγραμμένου την ορισθείσα ημερομηνία ΙΕΣΠ, το οποίο έχει λιγότερα από 100 μέλη, οι πληροφορίες που ορίζει η παράγραφος (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 53 περιλαμβάνονται στη δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών μετά την παρέλευση τριών ετών από την εν λόγω ημερομηνία.

ΜΕΡΟΣ XIV ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ, ΣΥΜΠΛHΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών

53.-(1) Η δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις ακόλουθες βασικές πληροφορίες για τα μέλη:

(α) Προσωπικά στοιχεία του μέλους, μεταξύ άλλων σαφή ένδειξη της ηλικίας συνταξιοδότησης με βάση τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, της ηλικίας συνταξιοδότησης που καθορίζεται στο συνταξιοδοτικό σχέδιο ή υπολογίζεται από το ΙΕΣΠ ή της ηλικίας συνταξιοδότησης που καθορίζει το μέλος, κατά περίπτωση·

(β) την επωνυμία του ΙΕΣΠ και τη διεύθυνση επικοινωνίας, καθώς και τον προσδιορισμό του συνταξιοδοτικού σχεδίου του μέλους·

(γ) κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την πλήρη ή μερική εγγύηση στο πλαίσιο του συνταξιοδοτικού σχεδίου και εάν υπάρχουν, πού μπορούν να βρεθούν περαιτέρω πληροφορίες·

(δ) με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 52, πληροφορίες σχετικά με τις προβλέψεις συνταξιοδοτικών παροχών βάσει της ηλικίας συνταξιοδότησης όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (α) , και δήλωση αποποίησης ευθύνης σε σχέση με το ότι οι προβλέψεις αυτές μπορεί να διαφέρουν από την τελική αξία των παροχών που εισπράττονται:

Νοείται ότι εάν οι προβλέψεις συνταξιοδοτικών παροχών βασίζονται σε οικονομικά σενάρια, οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν επίσης ένα βέλτιστο σενάριο και ένα δυσμενές, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης φύσης του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(ε) πληροφορίες σχετικά με τα σωρευμένα δικαιώματα ή το σωρευμένο κεφάλαιο, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης φύσης του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(στ) πληροφορίες για τις εισφορές που κατέβαλαν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση και το μέλος στο συνταξιοδοτικό σχέδιο, τουλάχιστον κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης φύσης του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(ζ) κατανομή των εξόδων που έχουν αφαιρεθεί από το ΙΕΣΠ τουλάχιστον κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες·

(η) πληροφορίες για το επίπεδο χρηματοδότησης του συνταξιοδοτικού σχεδίου συνολικά.

(2) Σύμφωνα με το άρθρο 72, ο Έφορος και οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τη μορφή και το περιεχόμενο της δήλωσης συνταξιοδοτικών παροχών.

Συμπληρωματικές πληροφορίες

54.-(1) Η δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών προσδιορίζει πού και πώς λαμβάνει κανείς συμπληρωματικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων-

(α) Περαιτέρω πρακτικές πληροφορίες για τις προσφερόμενες στο μέλος επιλογές δυνάμει του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(β) τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στα άρθρα 43 και 44·

(γ) κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν για τα ποσά τα οποία είναι εκπεφρασμένα σε ετήσιες προσόδους, ιδίως όσον αφορά το συντελεστή της ετήσιας προσόδου, τον τύπο του παρόχου και τη διάρκεια της ετήσιας προσόδου·

(δ) πληροφορίες για το επίπεδο των παροχών σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης.

(2) Για τα συνταξιοδοτικά σχέδια στα οποία τα μέλη φέρουν επενδυτικό κίνδυνο και στα οποία μία επενδυτική επιλογή επιβάλλεται στο μέλος μέσω ειδικού κανόνα ο οποίος προσδιορίζεται στο συνταξιοδοτικό σχέδιο, η δήλωση συνταξιοδοτικών παροχών αναφέρει πού διατίθενται πρόσθετες πληροφορίες.

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στα υποψήφια μέλη

55.-(1) Τα ΙΕΣΠ ενημερώνουν τα υποψήφια μέλη τα οποία δεν εγγράφονται αυτόματα σε συνταξιοδοτικό σχέδιο, πριν από την ένταξή τους στο εν λόγω συνταξιοδοτικό σχέδιο, σχετικά με-

(α) Οποιεσδήποτε σχετικές επιλογές διατίθενται σε αυτούς περιλαμβανομένων των επενδυτικών επιλογών·

(β) τα σχετικά χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου περιλαμβανομένου του είδους των παροχών·

(γ) πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον και πώς λαμβάνονται υπόψη στην επενδυτική προσέγγιση περιβαλλοντικοί, κλιματικοί, κοινωνικοί παράγοντες, καθώς και παράγοντες εταιρικής διακυβέρνησης· και

(δ) πού διατίθενται περισσότερες πληροφορίες:

Νοείται ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από εκατό μέλη δεν υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη στην επενδυτική τους προσέγγιση περιβαλλοντικούς, κλιματικούς και κοινωνικούς παράγοντες καθώς και παρά-γοντες εταιρικής διακυβέρνησης.

(2) Όταν τα μέλη φέρουν επενδυτικό κίνδυνο ή μπορούν να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις, τα υποψήφια μέλη λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις προηγούμενες επιδόσεις των επενδύσεων που σχετίζονται με το συνταξιοδοτικό σχέδιο για τουλάχιστον πέντε έτη ή για όλα τα έτη λειτουργίας του σχεδίου, όταν η περίοδος λειτουργίας του είναι μικρότερη από πέντε έτη και πληροφορίες για τη διάρθρωση του κόστους που φέρουν τα μέλη και οι δικαιούχοι.

(3) Τα υποψήφια μέλη, τα οποία εγγράφονται αυτόματα σε συνταξιοδοτικό σχέδιο, ενημερώνονται αμέσως μετά την εγγραφή τους σχετικά με-

(α) Οποιεσδήποτε σχετικές επιλογές διατίθενται σε αυτούς περιλαμβανομένων των επενδυτικών επιλογών·

(β) τα σχετικά χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου περιλαμβανομένου του είδους των παροχών·

(γ) πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον και πώς λαμβάνονται υπόψη στην επενδυτική προσέγγιση περιβαλλοντικοί, κλιματικοί, κοινωνικοί παράγοντες, καθώς και παράγοντες διακυβέρνησης· και

(δ) πού διατίθενται περισσότερες πληροφορίες:

Νοείται ότι, κατά τα πρώτα τρία έτη από την ορισθείσα ημερομηνία, τα ΙΕΣΠ που έχουν λιγότερα από εκατό μέλη δεν υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη στην επενδυτική τους προσέγγιση περιβαλλοντικούς, κλιματικούς και κοινωνικούς παράγοντες καθώς και παράγοντες εταιρικής διακυβέρνησης.

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στα μέλη κατά την προσυνταξιοδοτική φάση

56. Επιπλέον της δήλωσης συνταξιοδοτικών παροχών, τα ΙΕΣΠ παρέχουν σε κάθε μέλος, το αργότερο τρείς μήνες πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 53, ή κατόπιν αιτήσεως του μέλους, πληροφορίες σχετικά με τις επιλογές καταβολής παροχών που διατίθενται για τη λήψη των συνταξιοδοτικών παροχών τους.

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους δικαιούχους κατά τη φάση πληρωμής

57.-(1) Τα ΙΕΣΠ παρέχουν στους δικαιούχους, σε περιοδική βάση, πληροφορίες σχετικά με τις οφειλόμενες παροχές και τις αντίστοιχες επιλογές καταβολής.

(2) Τα ΙΕΣΠ ανακοινώνουν στους δικαιούχους χωρίς καθυστέρηση τη λήψη τελικής απόφασης που οδηγεί σε τυχόν μείωση του επιπέδου των οφειλόμενων παροχών, και τρεις μήνες πριν από την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης.

(3) Όταν οι δικαιούχοι φέρουν σημαντικό βαθμό επενδυτικού κινδύνου κατά τη φάση πληρωμής, οι δικαιούχοι λαμβάνουν τακτικά κατάλληλες πληροφορίες.

Πρόσθετες πληροφορίες που παρέχονται κατόπιν αιτήσεως σε μέλη και δικαιούχους

58.-(1) Σε μέλος στο οποίο χορηγήθηκε οποιοδήποτε δάνειο, το ΙΕΣΠ παρέχει στο τέλος κάθε έτους, σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή, κατάσταση η οποία δείχνει τις χρεώσεις και πιστώσεις του λογαριασμού του δανείου του μέλους κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς και το υπόλοιπο του δανείου στο τέλος έτους.

(2) Κατόπιν αιτήσεως μέλους ή δικαιούχου ή των εκπροσώπων τους, το ΙΕΣΠ παρέχει τις ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:

(α) Τους ετήσιους λογαριασμούς και τις ετήσιες εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 43 ή, εάν ένα ΙΕΣΠ είναι υπεύθυνο για περισσότερα του ενός συνταξιοδοτικά σχέδια, τους λογαριασμούς και τις εκθέσεις που αφορούν το συγκεκριμένο συνταξιοδοτικό σχέδιο του μέλους ή δικαιούχου ·

(β) τη δήλωση αρχών επενδυτικής πολιτικής που αναφέρεται στο άρθρο 44·

(γ) τυχόν περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις παραδοχές που χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των προβλέψεων που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 53.

ΜΕΡΟΣ XV ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ - ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Κύριος σκοπός της προληπτικής εποπτείας

59.-(1) Κύριος σκοπός της προληπτικής εποπτείας είναι η προστασία των δικαιωμάτων των μελών και των δικαιούχων και η διασφάλιση της σταθερότητας και της αξιοπιστίας των ΙΕΣΠ.

(2) Ο Έφορος είναι υπεύθυνος για την επίτευξη του κύριου σκοπού της εποπτείας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), και προς τούτο τίθενται στη διάθεση του επί συνεχούς βάσης όλα τα αναγκαία μέσα για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένου του απαραίτητου προσωπικού σε όλες τις αναγκαίες βαθμίδες και ειδικότητες και έχει τη σχετική εμπειρογνωμοσύνη , ικανότητα και εντολή για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού.

Πεδίο εφαρμογής της προληπτικής εποπτείας

60. Τα ΙΕΣΠ υπόκεινται σε προληπτική εποπτεία, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής, κατά περίπτωση:

(α) Οι προϋποθέσεις λειτουργίας·

(β) τα τεχνικά αποθεματικά·

(γ) η χρηματοδότηση των τεχνικών αποθεματικών·

(δ) τα ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια·

(ε) το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας·

(στ) το απαιτούμενο περιθώριο φερεγγυότητας·

(ζ) οι επενδυτικοί κανόνες·

(η) η διαχείριση επενδύσεων·

(θ) το σύστημα διακυβέρνησης· και

(ι) οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στα μέλη και τους δικαιούχους.

Γενικές αρχές προληπτικής εποπτείας

61.-(1) Ο Έφορος είναι υπεύθυνος για την προληπτική εποπτεία όλων των εγγεγραμμένων ΙΕΣΠ.

(2) Η εποπτεία βασίζεται σε μακροπρόθεσμη προσέγγιση, επικεντρωμένη στους κινδύνους.

(3) Η εποπτεία των ΙΕΣΠ περιλαμβάνει κατάλληλο συνδυασμό μη επιτόπιων δραστηριοτήτων και επιτόπιων ελέγχων.

(4) Οι εποπτικές εξουσίες ασκούνται κατά τρόπο έγκαιρο και αναλογικό προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ.

(5) Ο Έφορος, σε συνεννόηση με τις άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, εξετάζει δεόντως τον δυνητικό αντίκτυπο των ενεργειών του στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Εξουσίες παρέμβασης και καθήκοντα του Εφόρου

62.-(1) Ο Έφορος απαιτεί από κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ να έχει υγιείς διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες και κατάλληλους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου.

(2)(α) Με την επιφύλαξη των εποπτικών εξουσιών του Εφόρου και των διατάξεων του άρθρου 82, όσον αφορά την επιβολή ποινικών κυρώσεων, Κανονισμοί θα προβλέψουν για την επιβολή από τον Έφορο διοικητικών κυρώσεων και άλλων μέτρων για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και για όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζεται η εφαρμογή τους.

(β) Οι διοικητικές κυρώσεις και τα άλλα μέτρα πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

(3) Ο Έφορος δημοσιοποιεί οποιεσδήποτε διοικητικές κυρώσεις ή λοιπά μέτρα επιβάλλονται λόγω παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κατά των οποίων δεν έχει κατατεθεί προσφυγή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, περιλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Έφορος θεωρήσει ότι η δημοσίευση της ταυτότητας των νομικών προσώπων ή της ταυτότητας ή των προσωπικών δεδομένων των φυσικών προσώπων είναι δυσανάλογη, κατόπιν κατά περίπτωση αξιολόγησης που διενεργείται σχετικά με την αναλογικότητα της δημοσίευσης των δεδομένων αυτών, ή σε περίπτωση που η δημοσίευση θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή την έκβαση έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη, ο Έφορος μπορεί να αποφασίσει να αναβάλει τη δημοσίευση, να μη δημοσιεύσει ή να δημοσιεύσει τις κυρώσεις ανώνυμα.

(4) Οποιαδήποτε απόφαση του Εφόρου για απαγόρευση ή περιορισμό των δραστηριοτήτων ενός ΙΕΣΠ περιλαμβάνει λεπτομερές σκεπτικό και κοινοποιείται στο συγκεκριμένο ΙΕΣΠ, καθώς και στην EΑΕΣ, η οποία τη γνωστοποιεί σε όλες τις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας, όπως αναφέρεται στα άρθρα 23 και 24.

(5) Ο Έφορος μπορεί, επίσης, να περιορίσει ή να απαγορεύσει την ελεύθερη διάθεση των στοιχείων ενεργητικού ΙΕΣΠ, όταν ιδίως-

(α) Το ΙΕΣΠ δεν έχει συστήσει επαρκή τεχνικά αποθεματικά όσον αφορά το σύνολο της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή δεν διαθέτει επαρκή στοιχεία ενεργητικού για να καλύψει τα τεχνικά αποθεματικά·

(β) το ΙΕΣΠ δεν κατέχει τα ρυθμιστικά ίδια κεφάλαια.

(6) Ο Έφορος, με σκοπό να διαφυλάξει τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων, μπορεί να μεταβιβάσει ολικώς ή πλήρως τις δυνάμει του παρόντος Νόμου εξουσίες των διοικούντων εγγεγραμμένων ΙΕΣΠ σε ειδικό αντιπρόσωπο κατάλληλο να τις ασκήσει.

(7) Ο Έφορος μπορεί να απαγορεύσει ή να περιορίσει τις δραστηριότητες ενός εγγεγραμμένου ΙΕΣΠ, ιδίως εάν-

(α) Το ΙΕΣΠ δεν προστατεύει επαρκώς τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(β) το ΙΕΣΠ δεν πληροί πλέον τους όρους λειτουργίας·

(γ) το ΙΕΣΠ αθετεί σοβαρά τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του·

(δ) σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας, το ΙΕΣΠ δεν τηρεί τις απαιτήσεις όσον αφορά την κοινωνική και εργατική νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής στον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών σχεδίων.

(8) Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε σχέση με κάποιο ΙΕΣΠ βάσει του παρόντος Νόμου και κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτού, υπόκεινται στο δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.

(9) Ο Έφορος διεξάγει έρευνα επί των υποθέσεων οποιουδήποτε ΙΕΣΠ, σε περίπτωση αίτησης εκ μέρους-

(α) Της πλειοψηφίας των μελών της Διαχειριστικής Επιτροπής ή των μελών που αντιπροσωπεύουν τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή των μελών της Διαχειριστικής Επιτροπής που αντιπροσωπεύουν τα μέλη του ΙΕΣΠ, ή

(β) τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών του ΙΕΣΠ,

υποστηριζόμενης από γεγονότα και στοιχεία που ικανοποιούν τον Έφορο ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη διενέργεια έρευνας.

(10) Ο Έφορος δύναται αυτεπάγγελτα να διεξάγει οποτεδήποτε επιθεώρηση ή έρευνα επί των εργασιών και υποθέσεων οποιουδήποτε ΙΕΣΠ, με σκοπό να διαπιστώνει κατά πόσο τηρούνται οι διατάξεις των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ ή του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή Οδηγιών.

Διαδικασία εποπτικής εξέτασης

63.-(1)(α) Ο Έφορος έχει εξουσία να εξετάζει τις στρατηγικές, τις διεργασίες και τις διαδικασίες υποβολής εκθέσεων που καθιερώνονται από τα ΙΕΣΠ, προκειμένου να συμμορφωθούν προς τον παρόντα Νόμο και τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει αυτού, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΙΕΣΠ.

(β) Η αναφερόμενη στην παράγραφο (α) εξέταση λαμβάνει υπόψη τις περιστάσεις στις οποίες λειτουργούν τα ΙΕΣΠ και, όπου συντρέχει περίπτωση, τους τρίτους που εκτελούν με εξωτερική ανάθεση βασικές λειτουργίες ή άλλες δραστηριότητες για λογαριασμό τους.

(γ) Η εν λόγω εξέταση συνίσταται στα ακόλουθα:

(i) Αξιολόγηση των ποιοτικών απαιτήσεων που σχετίζονται με το σύστημα διακυβέρνησης·

(ii) αξιολόγηση των κινδύνων που αντιμετωπίζει το ΙΕΣΠ·

(iii) αξιολόγηση της ικανότητας του ΙΕΣΠ να αξιολογεί και να διαχειρίζεται τους εν λόγω κινδύνους.

(2) Ο Έφορος διαθέτει εργαλεία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης της προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, τα οποία του επιτρέπουν να εντοπίζει την επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών σε ένα ΙΕΣΠ και να παρακολουθεί τον τρόπο θεραπείας μιας επιδείνωσης.

(3) Ο Έφορος έχει εξουσία να απαιτεί από τα ΙΕΣΠ να αποκαθιστούν τις αδυναμίες ή τις ελλείψεις που εντοπίζονται κατά τη διαδικασία εποπτικής εξέτασης.

(4) Ο Έφορος καθορίζει την ελάχιστη συχνότητα και το αντικείμενο της εις το εδάφιο (1) εξέτασης, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του οικείου ΙΕΣΠ.

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στον Έφορο

64.-(1) Ο Έφορος, για κάθε εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ, έχει εξουσία να-

(α) Απαιτεί από το ΙΕΣΠ, το διοικητικό, το διαχειριστικό ή το εποπτικό όργανο του ΙΕΣΠ ή τα άτομα που διοικούν πραγματικά το ΙΕΣΠ ή ασκούν βασικές λειτουργίες, να παρέχουν ανά πάσα στιγμή πληροφορίες για όλα τα θέματα που έχουν σχέση με τις δραστηριότητές τους ή οποιοδήποτε σχετικό έγγραφο·

(β) εποπτεύει τις σχέσεις μεταξύ του ΙΕΣΠ και άλλων επιχειρήσεων ή μεταξύ ΙΕΣΠ, όταν τα ΙΕΣΠ αναθέτουν εξωτερικά βασικές λειτουργίες ή οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες σε αυτές τις άλλες επιχειρήσεις ή ΙΕΣΠ και κάθε επακόλουθης εκ νέου εξωτερικής ανάθεσης, που επηρεάζουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του ΙΕΣΠ ή που έχουν ιδιαίτερη σημασία για την αποτελεσματικότητα της εποπτείας·

(γ) λαμβάνει την ιδία αξιολόγηση κινδύνων, τη δήλωση των αρχών της επενδυτικής πολιτικής, τους ετήσιους λογαριασμούς και την ετήσια έκθεση, καθώς και όλα τα άλλα έγγραφα που είναι απαραίτητα για την εποπτεία·

(δ) καθορίζει τα έγγραφα που είναι αναγκαία για τους σκοπούς της εποπτείας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται-

(i) Εσωτερικές ενδιάμεσες εκθέσεις,

(ii) αναλογιστικές αποτιμήσεις και λεπτομερείς παραδοχές,

(iii) μελέτες στοιχείων ενεργητικού- παθητικού,

(iv) αποδείξεις για τη συμβατότητα των επενδύσεων με τις αρχές της επενδυτικής πολιτικής,

(v) αποδείξεις ότι οι εισφορές καταβλήθηκαν βάσει του προγράμματος,

(vi) εκθέσεις των προσώπων που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών, κατά το άρθρο 43·

(ε) προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις του ΙΕΣΠ και, εφόσον είναι απαραίτητο, να ελέγχει τις εκχωρηθείσες σε τρίτους δραστηριότητες και όλες τις δραστηριότητες που στη συνέχεια ανατίθενται εκ νέου σε τρίτους, προκειμένου να διαπιστώσει αν οι σχετικές εργασίες ασκούνται σύμφωνα με τους εποπτικούς κανόνες·

(στ) ζητεί ανά πάσα στιγμή πληροφορίες από τα ΙΕΣΠ σχετικά με τις εξωτερικά ανατιθέμενες δραστηριότητες και όλες τις δραστηριότητες που στη συνέχεια αποτελούν αντικείμενο εκ νέου εξωτερικής ανάθεσης.

(2) Κάθε αναφερόμενο στο εδάφιο (1) όργανο ή άτομο, όταν εύλογα πιστεύει ότι μια παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης προς οποιαδήποτε υποχρέωση ή καθήκον που προβλέπει ο παρών Νόμος ή οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ είναι ουσιώδους σημασίας για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Εφόρου, οφείλει να γνωστοποιεί αμέσως την παράβαση ή παράλειψη στον Έφορο.

(3) Κάθε ΙΕΣΠ υποβάλλει στον Έφορο όλα τα έγγραφα και πληροφορίες που είναι αναγκαία για τους σκοπούς της εποπτείας των ΙΕΣΠ, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι, ο Έφορος δύναται, για εύλογη αιτία, να παρατείνει την προθεσμία υποβολής των εν λόγω εγγράφων και πληροφοριών από ΙΕΣΠ.

Διαφάνεια και λογοδοσία

65.-(1) Ο Έφορος ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο με διαφάνεια, ανεξαρτησία και λογοδοσία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.

(2) Ο Έφορος δημοσιοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το κείμενο του παρόντος Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, τα κείμενα των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων και των γενικών Οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, καθώς και την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του των ΙΕΣΠ που εμπίπτουν στον περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(β) τις πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία εποπτικής εξέτασης, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 63·

(γ) τα συγκεντρωτικά στατιστικά δεδομένα που αφορούν βασικές πτυχές της εφαρμογής του πλαισίου προληπτικής εποπτείας·

(δ) τον κύριο στόχο της προληπτικής εποπτείας και τις πληροφορίες σχετικά με τα κύρια καθήκοντα και δραστηριότητες του Εφόρου·

(ε) τους κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση παραβάσεων του παρόντος Νόμου.

(3) Ο ορισμός και η παύση του Εφόρου γίνονται με διαφανείς διαδικασίες.

(4) O Έφορος ετοιμάζει για κάθε έτος ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων του, η οποία περιέχει πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και τη λειτουργία των ΙΕΣΠ και γενικά την κατάσταση στον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών. Η έκθεση δίνει σαφή εικόνα του τρόπου άσκησης και της αποτελεσματικότητας του εποπτικού έργου του Εφόρου, με ιδιαίτερη αναφορά στην κατάσταση συμμόρφωσης των ΙΕΣΠ και των χρηματοδοτουσών επιχειρήσεων προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και στα μέτρα που λήφθηκαν για προστασία των συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων από τυχόν παραβάσεις των εν λόγω διατάξεων.

ΜΕΡΟΣ XVI ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Επαγγελματικό απόρρητο

66.-(1)(α) Όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή εργάστηκαν για τον Έφορο, καθώς και οι ελεγκτές και οι εμπειρογνώμονες που ενεργούν εξ ονόματος του, δεσμεύονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

(β) Με την επιφύλαξη περιπτώσεων οι οποίες υπάγονται στο ποινικό δίκαιο, τα ως άνω πρόσωπα δεν δημοσιοποιούν εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους σε κανένα πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνον σε συνοπτική ή γενική μορφή που διασφαλίζει ότι δεν αναγνωρίζονται τα μεμονωμένα ΙΕΣΠ.

(2) Κατά παρέκκλιση του εδαφίου (1), σε περίπτωση εκκαθάρισης ενός συνταξιοδοτικού σχεδίου, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών στο πλαίσιο αστικών ή εμπορικών διαδικασιών.

Xρησιμοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών

67. Ο Έφορος και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, που λαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες βάσει του παρόντος Νόμου, τις χρησιμοποιεί μόνον στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων της και για τους ακόλουθους σκοπούς:

(α) Τον έλεγχο της τήρησης των προϋποθέσεων που διέπουν την ανάληψη δραστηριότητας επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών από τα ΙΕΣΠ πριν από την έναρξη των δραστηριοτήτων τους·

(β) τη διευκόλυνση της παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των ΙΕΣΠ, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης των τεχνικών αποθεματικών, της φερεγγυότητας, του συστήματος διακυβέρνησης και των πληροφοριών που παρέχονται στα μέλη και στους δικαιούχους·

(γ) την επιβολή διορθωτικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων διοικητικών κυρώσεων·

(δ) τη δημοσίευση βασικών δεικτών επιδόσεων για όλα τα μεμονωμένα ΙΕΣΠ, που μπορεί να βοηθούν τα μέλη και τους δικαιούχους κατά τη λήψη οικονομικής φύσεως αποφάσεων όσον αφορά τη σύνταξή τους·

(ε) στην άσκηση προσφυγών κατά αποφάσεων του Εφόρου ή των διαχειριστικών επιτροπών των ΙΕΣΠ, οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ, ανάλογα με την περίπτωση·

(στ) σε δικαστικές διαδικασίες σχετικά με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Δικαίωμα εξέτασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

68. Τα άρθρα 66 και 67 δεν θίγουν τις εξουσίες εξέτασης που ανατίθενται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το άρθρο 226 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρχών

69.-(1) Τα άρθρα 66 και 67 δεν εμποδίζουν τα ακόλουθα:

(α) Την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Εφόρου και άλλων αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας κατά την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων τους·

(β) την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Εφόρου και αρμόδιων αρχών διαφόρων κρατών μελών κατά την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων τους·

(γ) την ανταλλαγή πληροφοριών, κατά την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων τους, μεταξύ του Έφορου και των ακόλουθων αρχών, οργάνων ή προσώπων που βρίσκονται στη Δημοκρατία:

(i) αρχών υπεύθυνων για την εποπτεία οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, καθώς και αρχών υπεύθυνων για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών,

(ii) αρχών ή οργάνων επιφορτισμένων με τη διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσω της χρήσης μακροπροληπτικών κανόνων,

(iii) οργάνων που συμμετέχουν στην εκκαθάριση συνταξιοδοτικού σχεδίου και σε άλλες παρεμφερείς διαδικασίες,

(iv) οργάνων ή αρχών εξυγίανσης που αποσκοπούν στην προστασία της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος,

(v) προσώπων υπεύθυνων για τη διενέργεια νόμιμων ελέγχων των λογαριασμών ΙΕΣΠ, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

(δ) τη γνωστοποίηση σε όργανα, τα οποία διαχειρίζονται την εκκαθάριση συνταξιοδοτικού σχεδίου, των αναγκαίων πληροφοριών για την άσκηση των καθηκόντων τους.

(2) Οι πληροφορίες που περιέρχονται στις αρχές, στα όργανα και στα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) υπόκεινται στους κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου του άρθρου 66.

(3) Τα άρθρα 66 και 67 δεν εμποδίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Εφόρου και οποιουδήποτε από τους κάτωθι:

(α) των αρχών που είναι υπεύθυνες για την επίβλεψη των οργάνων που συμμετέχουν στην εκκαθάριση συνταξιοδοτικών σχεδίων και σε άλλες παρεμφερείς διαδικασίες·

(β) των αρχών που είναι υπεύθυνες για την επίβλεψη των προσώπων τα οποία είναι επιφορτισμένα με τη διενέργεια νόμιμων ελέγχων των λογαριασμών ΙΕΣΠ, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων·

(γ) των ανεξάρτητων αναλογιστών ΙΕΣΠ, οι οποίοι ασκούν εποπτεία των εν λόγω ΙΕΣΠ, καθώς και των οργάνων που είναι υπεύθυνα για την επίβλεψη των αναλογιστών.

Διαβίβαση πληροφοριών σε κεντρικές τράπεζες, νομισματικές αρχές, Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Συστημικών Κινδύνων

70.-(1) Τα άρθρα 66 και 67 δεν εμποδίζουν τον Έφορο να διαβιβάζει πληροφορίες στις ακόλουθες οντότητες για τους σκοπούς της άσκησης των αντίστοιχων καθηκόντων τους:

(α) Στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·

(β) σε άλλες δημόσιες αρχές υπεύθυνες για την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών, κατά περίπτωση·

(γ) στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικών Κινδύνων, στην EΑΑΕΣ, στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(2) Τα άρθρα 69 έως 72 δεν εμποδίζουν τις αρχές ή τα όργανα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (γ) του εδαφίου (1) να κοινοποιούν στον Έφορο και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή τις πληροφορίες που ενδεχομένως χρειάζονται για τους σκοπούς του άρθρου 67.

(3) Οι πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου, τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

Γνωστοποίηση πληροφοριών σε δημόσιες αρχές υπεύθυνες για τη χρηματοπιστωτική νομοθεσία

71.-(1) Το εδάφιο (1) του άρθρου 66, το άρθρο 67 και το εδάφιο (1) του άρθρου 72, δεν εμποδίζουν τη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ του Εφόρου και άλλων υπηρεσιών της Δημοκρατίας, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την επιβολή νομοθεσίας σχετικής με την εποπτεία ΙΕΣΠ, πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, επενδυτικών υπηρεσιών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή επιθεωρητών που ενεργούν για λογαριασμό των εν λόγω υπηρεσιών.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) γνωστοποίηση πραγματοποιείται μόνον εάν είναι αναγκαία για λόγους προληπτικού ελέγχου, καθώς και πρόληψης της πτώχευσης και εξυγίανσης των υπό πτώχευση ΙΕΣΠ.

(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (4), τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι, οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 69, καθώς και οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται μέσω επιτόπιων ελέγχων, μπορούν να γνωστοποιούνται μόνον με τη ρητή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής από την οποία προέρχονται ή της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο οποίο διενεργήθηκε ο επιτόπιος έλεγχος.

(4) Επιτρέπεται η γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών που αφορούν την προληπτική εποπτεία ΙΕΣΠ προς κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές ή ελεγκτικά συνέδρια στη Δημοκρατία και προς άλλες επιφορτισμένες με έρευνες οντότητες στη Δημοκρατία, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Οι οντότητες έχουν αρμοδιότητα βάσει της νομοθεσίας της Δημοκρατίας να ερευνούν ή να ελέγχουν τις ενέργειες των αρχών που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των ΙΕΣΠ ή για τη νομοθεσία που διέπει την εν λόγω εποπτεία·

(β) οι πληροφορίες είναι απολύτως αναγκαίες για την εκτέλεση της αρμοδιότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (α)·

(γ) τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται στις απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου βάσει του δικαίου της Δημοκρατίας τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο·

(δ) εάν οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται με τη ρητή συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών από τις οποίες προέρχονται και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συγκατάθεσή τους.

Προϋποθέσεις ανταλλαγής πληροφοριών

72.-(1) Για την ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του άρθρου 69, τη διαβίβαση πληροφοριών βάσει του άρθρου 70 και τη γνωστοποίηση πληροφοριών βάσει του άρθρου 71, απαιτείται να πληρούνται τουλάχιστον οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η ανταλλαγή, η διαβίβαση ή η γνωστοποίηση των πληροφοριών γίνεται με σκοπό τη διενέργεια της επίβλεψης ή εποπτείας·

(β) οι λαμβανόμενες πληροφορίες υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπεται στο άρθρο 66·

(γ) εάν οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, δεν γνωστοποιούνται χωρίς τη ρητή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής από την οποία προέρχονται και, όπου συντρέχει περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους η εν λόγω αρχή έδωσε τη συγκατάθεσή της.

(2)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 67, επιτρέπεται, με στόχο την ενίσχυση της σταθερότητας και της ακεραιότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Εφόρου και των αρχών ή των οργάνων που είναι υπεύθυνα για τον εντοπισμό και τη διερεύνηση παραβάσεων του περί Εταιρειών Νόμου από τις χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις.

(β) Για την εφαρμογή της παραγράφου (α) απαιτείται η συνδρομή των ακόλουθων τουλάχιστον προϋποθέσεων:

(i) Οι πληροφορίες πρέπει να προορίζονται για τον εντοπισμό, τη διερεύνηση και τον έλεγχο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4) του άρθρου 71 ·

(ii) οι λαμβανόμενες πληροφορίες πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπεται στο άρθρο 66·

(iii) εάν οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, δεν γνωστοποιούνται χωρίς τη ρητή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής από την οποία προέρχονται και, όπου συντρέχει περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους η εν λόγω αρχή έδωσε τη συγκατάθεσή της.

(3) Εάν ο Έφορος, οι αρχές ή τα όργανα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) ασκούν τα καθήκοντα εντοπισμού ή διερεύνησης παραβάσεων χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες προσώπων εντεταλμένων για τον σκοπό αυτό, λόγω ειδικών προσόντων, που δεν ανήκουν στον δημόσιο τομέα, εφαρμόζεται η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 71.

Διατάξεις προληπτικής φύσεως

73.-(1) Ο Έφορος υποβάλλει έκθεση στην ΕΑΑΕΣ σχετικά με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Δημοκρατίας προληπτικής φύσεως, που αφορούν τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια και οι οποίες δεν εμπίπτουν στην εθνική κοινωνική και εργατική νομοθεσία σχετικά με την οργάνωση συνταξιοδοτικών συστημάτων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 23.

(2) Ο Έφορος ενημερώνει τις πληροφορίες αυτές τακτικά και τουλάχιστον ανά διετία.

ΜΕΡΟΣ XVIII ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Δικαίωμα μεταφοράς συνταξιοδοτικών Δικαιωμάτων

74.-(1) Τηρουμένης της επιφύλαξης της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 19, μέλος ΙΕΣΠ, του οποίου η απασχόληση με την χρηματοδοτούσα επιχείρηση τερματίζεται πριν το μέλος συμπληρώσει την ηλικία που ορίζεται από τους κανόνες λειτουργίας του εν λόγω ΙΕΣΠ, μπορεί, κατόπιν γραπτής αίτησης του στην οικεία διαχειριστική επιτροπή, να ζητήσει από αυτή να μεταφέρει την αξία των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του σε άλλο ΙΕΣΠ, το οποίο χρηματοδοτείται από το νέο εργοδότη του μέλους:

Νοείται ότι, η διαχειριστική επιτροπή ΙΕΣΠ του οποίου οι κανόνες λειτουργίας δεν επιτρέπουν τη λήψη των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων πριν το μέλος συμπληρώσει την οριζόμενη από τους κανόνες λειτουργίας του εν λόγω ΙΕΣΠ ηλικία, δικαιούται, με αιτιολογημένη απόφαση της, να μην επιτρέψει τη μεταφορά, αλλά μόνο προσωρινά, εφόσον συντρέχουν λόγοι προστασίας των συμφερόντων του συνόλου των μελών του ΙΕΣΠ.

(2)(α) Σε περίπτωση που μια χρηματοδοτούσα επιχείρηση χρηματοδοτεί περισσότερα του ενός ΙΕΣΠ παρέχοντας δικαίωμα στους εργαζόμενους της να επιλέξουν το ΙΕΣΠ στο οποίο αρχικά να ενταχθούν, οι κανόνες λειτουργίας των εν λόγω ΙΕΣΠ επιτρέπουν στα μέλη τους την μετακίνηση τους από ένα τέτοιο ΙΕΣΠ σε άλλο και κάθε μέλος που ασκεί το δικαίωμα μετακίνησης δικαιούται να μεταφέρει τα σωρευμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα του στο ΙΕΣΠ στο οποίο μετακινείται.

(β) Η μετακίνηση και η μεταφορά σύμφωνα με την παράγραφο (α) γίνεται κατόπιν γραπτής αίτησης του μέλους στη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ από το οποίο το μέλος μετακινείται.

(3) Το ΙΕΣΠ στο οποίο χρηματοδοτούσα επιχείρηση είναι ο νέος εργοδότης του μέλους δεν αρνείται την κατά το εδάφιο (1) μεταφορά, εφόσον το μέλος πληροί τους όρους υπαγωγής στο εν λόγω ΙΕΣΠ, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του και οι κανόνες αυτοί προβλέπουν για την αποδοχή τέτοιων μεταφορών.

(4) Οι κανόνες λειτουργίας ενός ΙΕΣΠ μπορεί να προβλέπουν για υποχρεωτική μεταφορά της αξίας των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων μελών του σε άλλο ΙΕΣΠ, όταν αυτά μετακινούνται σε εργοδότη που είναι χρηματοδοτούσα επιχείρηση του άλλου ΙΕΣΠ, νοουμένου ότι οι κανόνες λειτουργίας αυτού του ΙΕΣΠ περιέχουν ανάλογη ρύθμιση.

(4Α) Οι διατάξεις της επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 75 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών και στις μεταφορές συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων δυνάμει του παρόντος άρθρου.

(5) Ο Έφορος θα καθορίσει με Οδηγία τη μέθοδο εκτίμησης της αξίας των κατά το παρόν άρθρο μεταφερόμενων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, καθώς και τους όρους και τη διαδικασία της μεταφοράς.

Δικαίωμα μεταφοράς συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από Ταμείο Πρόνοιας στο Ειδικό Ταμείο

74A.  Οι διατάξεις  του εδαφίου (2) του άρθρου 74 και οι πρόνοιες της περί της Μεθόδου Εκτίμησης της Αξίας, της Διαδικασίας και των Όρων Μεταφοράς των Συνταξιοδοτικών Δικαιωμάτων Μελών από ένα Ταμείο Προνοίας σε Άλλο και της Μεθόδου Εκτίμησης της Αξίας, της Διαδικασίας και του Τρόπου Μεταφοράς, πλήρως ή εν μέρει, ενός Ταμείου Προνοίας σε Άλλο Οδηγίας 1 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στην έκταση και υπό τους όρους που ο Έφορος θα καθορίσει με απόφασή του, στις μεταφορές ωφελημάτων  από Ταμείο Προνοίας  στο Ειδικό Ταμείο, δυνάμει των άρθρων 8 και 9 του περί Επαγγελματικού Σχεδίου Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων των Υπαλλήλων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμου:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος «Ειδικό Ταμείο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον πιο πάνω Νόμο.

Μεταφορά συνταξιοδοτικού σχεδίου

75.-(1) Εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ επιτρέπεται να μεταφέρει σε άλλο ΙΕΣΠ, πλήρως ή εν μέρει, το παθητικό και τα τεχνικά αποθεματικά συνταξιοδοτικού σχεδίου που διαχειρίζεται, και άλλες υποχρεώσεις και δικαιώματα, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού ή ισοδύναμο χρηματικό ποσό:

Νοείται ότι η μεταφορά συνταξιοδοτικού σχεδίου από εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ σε άλλο οργανισμό ο οποίος παρέχει επίσημα αναγνωρισμένα σχέδια επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, περιλαμβανομένων σχεδίων ασφαλιστικών επιχειρήσεων που έχουν λάβει άδεια για άσκηση ασφαλιστικών εργασιών Κλάδου VII και αντιστρόφως, επιτρέπεται υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε Οδηγία του Εφόρου και στην οποία καθορίζονται οι επιμέρους όροι και προϋποθέσεις της μεταφοράς καθώς και ρυθμίσεις για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των επηρεαζόμενων μελών, επί ίσοις όροις.

(2) Όταν το μεταφέρον ΙΕΣΠ διαχειρίζεται περισσότερα του ενός συνταξιοδοτικά σχέδια, το κόστος της μεταφοράς δεν το επωμίζονται τα υπόλοιπα μέλη και οι υπόλοιποι δικαιούχοι του μεταφέροντος ΙΕΣΠ, ούτε τα μέλη και οι δικαιούχοι του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(3) Η μεταφορά υπόκειται σε προηγούμενη έγγραφη δήλωση συγκατάθεσης-

(α) Από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των επηρεαζόμενων μελών και δικαιούχων, εάν υπάρχουν δικαιούχοι ή, κατά περίπτωση, από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των εκπροσώπων τους. Οι πληροφορίες σχετικά με τους όρους και το ποσό της μεταφοράς, ως σύνολο και ατομικά, τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μελών και δικαιούχων έγκαιρα από το μεταφέρον ΙΕΣΠ πριν την υποβολή της αίτησης που αναφέρεται στο εδάφιο (5), και

(β) από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση, κατά περίπτωση:

Νοείται ότι οι κανόνες λειτουργίας ΙΕΣΠ μπορούν να καθορίσουν υψηλότερη πλειοψηφία από αυτήν που καθορίζεται στην παράγραφο (α).

(4) Η κατά το εδάφιο (1) μεταφορά, υπόκειται στην έγκριση του Εφόρου, στον οποίο το μεταφέρον ΙΕΣΠ υποβάλλει την αίτηση έγκρισης της μεταφοράς.

(5) Η αίτηση για την έγκριση της μεταφοράς που αναφέρεται στο εδάφιο (4) περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Την έγγραφη συμφωνία μεταξύ του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ, στην οποία περιγράφονται οι όροι της μεταφοράς.

(β) περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών του συνταξιοδοτικού σχεδίου·

(γ) περιγραφή των προς μεταφορά στοιχείων παθητικού ή τεχνικών αποθεματικών, και άλλων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, καθώς και αντίστοιχων στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμου χρηματικού ποσού.

(δ) τις επωνυμίες και τους τόπους των εδρών του μεταφέροντος και του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(ε) την επωνυμία και τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.

(στ) αποδεικτικά στοιχεία της προηγούμενης έγκρισης σύμφωνα με το εδάφιο (3).

(6) Ο Έφορος εξετάζει την αίτηση μεταφοράς και γνωστοποιεί την απόφασή του στο μεταφέρον και στο παραλαμβάνον ΙΕΣΠ το αργότερο εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης.

(7) Ο Έφορος μπορεί να αρνηθεί την έγκριση μεταφοράς μόνο εάν, κατά την κρίση του, η μεταφορά ενδεχομένως να βλάψει τα συμφέροντα των μελών και των δικαιούχων του μεταφέροντος ή του παραλαμβάνοντος ΙΕΣΠ.

(8) Ο Έφορος θα καθορίσει με Οδηγία τη μέθοδο εκτίμησης της αξίας του παθητικού και τεχνικών αποθεματικών, που μεταφέρονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, καθώς και τον τρόπο και τη διαδικασία της μεταφοράς τους.

Απαγόρευση εκχώρησης παροχής

76.-(1) Τηρουμένου του εδαφίου (3), κάθε εκχώρηση ή επιβάρυνση παροχής από ΙΕΣΠ, καθώς και κάθε συμφωνία για εκχώρηση ή επιβάρυνσή της, είναι άκυρη και σε περίπτωση πτώχευσης προσώπου το οποίο δικαιούται παροχή, αυτή δεν περιέρχεται στον σύνδικο της πτώχευσης ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο ενεργεί για λογαριασμό των πιστωτών του προσώπου που πτώχευσε.

(2) Τηρουμένου του εδαφίου (3), η παροχή από ΙΕΣΠ δεν υπόκειται σε κατάσχεση με βάση τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που μέλος συνάπτει δάνειο με το ΙΕΣΠ του οποίου είναι μέλος ή όταν η κατάσχεση γίνεται για ικανοποίηση διατάγματος αρμοδίου Δικαστηρίου για τη διατροφή συζύγου ή πρώην συζύγου ή τέκνου του μέλους.

Παραγραφή αξιώσεων μελών Ταμείου Προνοίας

77. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 19, Κανονισμοί καθορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες παραγράφεται η αξίωση μέλους Ταμείου Προνοίας ή των δικαιούχων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, προς λήψη του εις πίστη του μέλους ποσού παροχής, ως και τον τρόπο διάθεσης του ποσού το οποίο, ελλείψει του παρόντος άρθρου, θα καταβαλλόταν στο μέλος ή στους εν λόγω δικαιούχους.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών

78.-(1) Με την επιφύλαξη του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κάθε διαφορά εγειρόμενη συνεπεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μεταξύ μέλους ή δικαιούχου και ΙΕΣΠ, υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.

(2) Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών κέκτηται δικαιοδοσία όπως επιλαμβάνεται οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ μέλους ή δικαιούχου και ΙΕΣΠ, ανεξάρτητα από το αν τα γεγονότα ή οι περιστάσεις της διαφοράς συνιστούν αδίκημα δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου.

Συμβούλιο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών

79.-(1) Καθιδρύεται Συμβούλιο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, στο εξής καλούμενο το “Συμβούλιο”, και απαρτιζόμενο από-

(α) Τον Έφορο ως Πρόεδρο,

(β) τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ή εκπρόσωπό του,

(γ) δύο (2) εκπροσώπους των εργοδοτικών οργανώσεων, και

(δ) τρεις (3) εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

(2) Το Συμβούλιο μελετά κάθε ζήτημα που αφορά :

(α) Την εφαρμογή ή τροποποίηση του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών και την πολιτική στο πεδίο των Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών και υποβάλλει σχετικές συστάσεις στον Υπουργό, και

(β) την έκδοση Οδηγιών.

(3) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο συζητά θέμα το οποίο επηρεάζει σημαντικό αριθμό προσώπων, τα οποία-

(α) Είναι μέλη ΙΕΣΠ που δεν εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο με εκπρόσωπο της συνδικαλιστικής οργάνωσής τους, ή

(β) συνιστούν χρηματοδοτούσες επιχειρήσεις και είναι μέλη εργοδοτικών οργανώσεων, που δεν εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο από εκπρόσωπο της οργάνωσής τους,

το Συμβούλιο οφείλει να καλέσει σε συνεδρία του τους εκπροσώπους των εν λόγω προσώπων και να τους ακούσει επί του θέματος.

(4) Τα μέλη του Συμβουλίου που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (1) διορίζονται από τον Υπουργό για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, δύνανται, όμως, να επαναδιοριστούν μετά τη λήξη της θητείας τους:

Νοείται ότι ο Υπουργός δύναται να ανακαλέσει για εύλογη αιτία οποτεδήποτε το διορισμό οποιουδήποτε από τα προαναφερόμενα μέλη του Συμβουλίου.

(5) Το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του, περιλαμβανομένης της δυνατότητας σύστασης τεχνικών επιτροπών.

(6) Το Συμβούλιο δύναται να λαμβάνει αποφάσεις, έστω και αν χηρεύει οποιαδήποτε θέση των μελών του.

Διάλυση και εκκαθάριση ΙΕΣΠ

80.-(1) Κανένα εγγεγραμμένο ΙΕΣΠ δεν διαλύεται, έστω και αν παύσει να δέχεται νέα μέλη και χρηματοδότηση από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση και τα μέλη του, εκτός αν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση τερματίσει οριστικά τη λειτουργία της ή συνεχίζει να λειτουργεί για σκοπούς εκκαθάρισης βάσει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, προκειμένου περί εταιρείας ή έχει διοριστεί σύνδικος πτώχευσης βάσει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, προκειμένου περί φυσικού προσώπου.

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται σε οποιεσδήποτε αιτήσεις διάλυσης οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι τις 15/1/2020 στον Έφορο.

(2) Κάθε ΙΕΣΠ που τερματίζει τη λειτουργία του κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17, τελεί, τηρουμένου του εδαφίου (4) του εν λόγω άρθρου, αυτοδικαίως υπό εκκαθάριση και μέχρι την αποπεράτωση και για τις ανάγκες της εκκαθάρισης λογίζεται υφιστάμενο.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), Ταμείο Συντάξεων, του οποίου η λειτουργία τερματίζεται, διαλύεται μόνο με την έγκριση του Εφόρου και νοουμένου ότι ο Έφορος κρίνει ότι η διάλυση είναι προς το γενικό συμφέρον των μελών και των δικαιούχων.

(4) Η εκκαθάριση, εφ’ όσον οι κανόνες λειτουργίας του ΙΕΣΠ δεν ορίζουν διαφορετικά, γίνεται από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ και σε περίπτωση που δεν υπάρχει διαχειριστική επιτροπή, ο εκκαθαριστής διορίζεται από τον Έφορο.

(5) Ο εκκαθαριστής υπέχει θέση διαχειριστή του ΙΕΣΠ, η δε εξουσία του περιορίζεται στις ανάγκες της εκκαθάρισης.

(6) Ο εκκαθαριστής ευθύνεται σε αποζημίωση για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών του.

(7) Η προτεραιότητα κατά την οποία το ενεργητικό του ΙΕΣΠ διατίθεται για την ικανοποίηση των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων του και τα άλλα συναφή ζητήματα ρυθμίζονται με Κανονισμούς.

(8) ΙΕΣΠ τίθεται υποχρεωτικά υπό εκκαθάριση, αν διαπιστωθεί ότι είναι ανίκανο να πληρώσει τα χρέη του κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 212 του περί Εταιρειών Νόμου ή αρνείται να υποβάλει αίτηση εγγραφής παρά την προειδοποίηση του Εφόρου, όπως προβλέπει η επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου17.

(9) Ο τερματισμός της εισδοχής νέων μελών και της χρηματοδότησης του ΙΕΣΠ ή η διάλυση του κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, γνωστοποιείται γραπτώς από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ στον Έφορο, μαζί με λεπτομέρειες της σχετικής απόφασης, εντός 15 ημερών από τη λήψη της απόφασης αυτής.

Προτεραιότητα εισφορών σε περίπτωση πτώχευσης ή διάλυσης

81. Μεταξύ των χρεών τα οποία-

(α) Βάσει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, κατά τη διανομή της περιουσίας ή των στοιχείων ενεργητικού πτωχεύσαντος προσώπου, εξοφλούνται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών χρεών, ή

(β) βάσει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, σε περίπτωση εκκαθάρισης εταιρείας εξοφλούνται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών χρεών, περιλαμβάνονται τα ποσά τα οποία οφείλονται από τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή τον αυτοτελώς εργαζόμενο, ανάλογα με την περίπτωση, αναφορικά προς οποιαδήποτε εισφορά ή υποχρέωση προς εισφορά σε IΕΣΠ, η οποία προέκυψε προ των ακολούθων ημερομηνιών:

(i) Στην περίπτωση της παραγράφου (α), πριν την έκδοση της απόφασης για διορισμό συνδίκου πτώχευσης, και

(ii) στην περίπτωση της παραγράφου (β), πριν την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η εκκαθάριση της εταιρείας.

ΜΕΡΟΣ XVIII ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αδικήματα και ποινές

82.-(1) Κάθε πρόσωπο που-

(α) Παρεμποδίζει ή παρακωλύει τον Έφορο ή επιθεωρητή ή άλλο δεόντως εξουσιοδοτημένο από τον Έφορο λειτουργό, στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή Οδηγιών,

(β) αρνείται ή παραλείπει να απαντήσει σε οποιαδήποτε σχετική ερώτηση ή δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή παρουσιάσει οποιαδήποτε έγγραφα οποτεδήποτε του ζητηθούν δυνάμει του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή των Οδηγιών,

(γ) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο όπως εμφανισθεί ενώπιον ή εξεταστεί από τον Έφορο ή επιθεωρητή ή άλλο εξουσιοδοτημένο λειτουργό σε σχέση με έρευνα, ή

(δ) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο που ασκεί βασική λειτουργία να ενημερώσει τον Έφορο, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 37 ή οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει υποχρέωση να ενημερώσει τον Έφορο δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 18 ή του εδαφίου (2) του άρθρου 64, ή λαμβάνει οποιαδήποτε μέτρα εναντίον του εν λόγω προσώπου επειδή προέβη σε τέτοια ενημέρωση,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντέμισι χιλιάδες ευρώ (€5.500) ή και στις δυο αυτές ποινές.

(2) Κάθε πρόσωπο που εν γνώσει του προσάγει ή προμηθεύει οποιοδήποτε λογαριασμό, ισολογισμό, βιβλίο, δήλωση ή άλλο έγγραφο που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο, τους Κανονισμούς ή τις Οδηγίες, το οποίο είναι αναληθές ως προς ουσιώδες στοιχείο του, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώμισι χιλιάδες ευρώ (€8.500) ή και στις δυο αυτές ποινές.

(3) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή των Οδηγιών, για την οποία δεν προβλέπεται άλλο ποινικό αδίκημα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τον ένα (1) χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δυόμισι χιλιάδες ευρώ (€2.500) ή και στις δυο αυτές ποινές.

(4) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και των κανόνων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ποινές που καθορίζονται στο εδάφιο (3).

(5) Σε περίπτωση καταδίκης προσώπου, το οποίο βρέθηκε ένοχο ποινικού αδικήματος για παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τον παρόντα Νόμο, τους Κανονισμούς ή τις Οδηγίες, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει το πρόσωπο αυτό-

(α) Να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή Οδηγιών σε σχέση προς τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα,

(β) να καταβάλει προς το ΙΕΣΠ το ποσό το οποίο παρέλειψε ή αμέλησε να καταβάλει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών, των Οδηγιών ή των κανόνων λειτουργίας του ΙΕΣΠ.

(6) Όταν αποδεικνύεται ότι αδίκημα το οποίο διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο κατά παράβαση του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ή των Οδηγιών, διαπράχθηκε με τη συναίνεση ή συνενοχή ή αμέλεια διευθυντή, σύμβουλου, γραμματέα ή άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οποιουδήποτε προσώπου το οποίο ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, τόσο αυτός όσο και το νομικό πρόσωπο είναι ένοχοι για το αδίκημα αυτό και υπόκεινται, σε περίπτωση καταδίκης, το μεν φυσικό πρόσωπο σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώμισι χιλιάδες ευρώ (€8.500) ή και στις δυο αυτές ποινές, το δε νομικό πρόσωπο σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώμισι χιλιάδες ευρώ (€8.500).

(7) Εισφορές τις οποίες υποχρεούται να καταβάλει χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή αυτοτελώς εργαζόμενος σε ΙΕΣΠ, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (5), εισπράττονται ως χρηματική ποινή και καταβάλλονται στο οικείο ΙΕΣΠ.

(8) Κάθε πρόσωπο το οποίο δεν συμμορφώνεται προς διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδόθηκε δυνάμει του εδαφίου (5) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώμισι χιλιάδες ευρώ (€8.500) ή και στις δυο αυτές ποινές.

Ποινική διαδικασία

83.Τηρουμένων οποιωνδήποτε οδηγιών του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας-

(α) Κάθε ποινική δίωξη αδικήματος που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο ασκείται από τον Έφορο και

(β) τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3 του περί Δημόσιωv Κατηγόρωv Νόμου, κάθε επιθεωρητής ή άλλος λειτουργός που έχει εξουσιοδοτηθεί από τον Έφορο δύναται, με τη συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, να ασκεί τη δίωξη, να εμφανίζεται, να παρίσταται στο Δικαστήριο και να ενεργεί σε κάθε δικαστική διαδικασία, η οποία αρχίζει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, για οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο δικάζεται συνοπτικά.

Χρόνος υπολογισμού αριθμού μελών και ύψος ενεργητικού ΙΕΣΠ

84.-(1) Τηρουμένων των εδαφίων (2) μέχρι (4), σε περίπτωση κατά την οποία η εφαρμογή οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου σε ΙΕΣΠ εξαρτάται από τον αριθμό των μελών ή/και το ύψος του ενεργητικού του, αυτή αποφασίζεται με βάση τον αριθμό των μελών ή/και το ύψος του ενεργητικού κατά την εγγραφή του ΙΕΣΠ.

(2) Εάν οποτεδήποτε μετά την εγγραφή του ΙΕΣΠ ο αριθμός των μελών ή/και το ύψος του ενεργητικού αυξηθεί σε επίπεδο που, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, επιβάλλει την υπαγωγή του ΙΕΣΠ σε διάταξη από την αρχικά εξαιρέθηκε, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται στο ΙΕΣΠ από την επομένη της ημερομηνίας που αναφέρεται στο εδάφιο (4).

(3) Η μείωση του αριθμού των μελών ή του ύψους του ενεργητικού του ΙΕΣΠ οποτεδήποτε μετά την εγγραφή του ή τη μεταγενέστερη υπαγωγή του σε διάταξη του παρόντος Νόμου σύμφωνα με το εδάφιο (2), δεν ακυρώνει την εφαρμογή της διάταξης αυτής , η οποία εξακολουθεί να ισχύει, ανεξάρτητα από τον εκάστοτε αριθμό των μελών ή/και το εκάστοτε ύψος του ενεργητικού του ΙΕΣΠ:

Νοείται ότι ο Έφορος μπορεί να αποφασίσει την εξαίρεση του ΙΕΣΠ από τέτοια διάταξη, κατόπιν αίτησης από τη διαχειριστική επιτροπή του ΙΕΣΠ, εάν ικανοποιηθεί ότι η μεταβολή στον αριθμό των μελών ή/και το ύψος του ενεργητικού είναι ουσιαστική και προβλέπεται να είναι μόνιμη και ότι η εξαίρεση είναι προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων.

(4) Για τους σκοπούς των εδαφίων (2) και (3) λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των μελών ή/και το ύψος του ενεργητικού του ΙΕΣΠ την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.),

Δικαιώματα για εγγραφή ΙΕΣΠ

85. Κανονισμοί θα προβλέψουν για την καταβολή δικαιωμάτων για την εγγραφή ΙΕΣΠ και τροποποιήσεων των κανόνων λειτουργίας του, καθώς και για χορήγηση από τον Έφορο οποιουδήποτε πιστοποιητικού ή βεβαίωσης ή άδειας ή έγκρισής που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

ΜΕΡΟΣ ΧIΧ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνεργασία με τα κράτη μέλη, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την EΑΑΕΣ

86.-(1) Ο Έφορος ανταλλάσσει τακτικά πληροφορίες και εμπειρίες, με τι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, με σκοπό την εξασφάλιση ομοιόμορφης εφαρμογής της Οδηγίας 2016/2341/ΕΕ, και ιδίως την ανάπτυξη επιτυχών πρακτικών στον τομέα των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, αλλά και στενότερη συνεργασία, με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, κατά περίπτωση, προλαμβάνοντας έτσι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και δημιουργώντας τις συνθήκες απρόσκοπτης συμμετοχής μελών διασυνοριακώς.

(2) Ο Έφορος συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με σκοπό τη διευκόλυνση της εποπτείας των πράξεων των ΙΕΣΠ.

(3) Ο Έφορος συνεργάζεται με την EAΑΕΣ για τους σκοπούς της οδηγίας 2016/2341/ΕΕ, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και παρέχει χωρίς καθυστέρηση στην EAΑΕΣ όλες τις πληροφορίες που της είναι αναγκαίες για να επιτελέσει το έργο της βάσει της εν λόγω οδηγίας και βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, σύμφωνα με το άρθρο 35 του εν λόγω κανονισμού.

(4) Ο Έφορος ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την EAΑΕΣ για οποιαδήποτε μείζονα δυσκολία προκληθεί από την εφαρμογή της οδηγίας 2016/2341/ΕΕ και σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την EAΑΕΣ, εξετάζει το ταχύτερο τις δυσκολίες αυτές προκειμένου να εξεύρει την κατάλληλη λύση.

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

87. Σε ότι αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του παρόντος Νόμου, ο Έφορος και τα ΙΕΣΠ εκτελούν τα καθήκοντά τους για τους σκοπούς του εν λόγω Νόμου, σύμφωνα με στον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

Έκδοση Kανονισμών

88.-(1) Χωρίς επηρεασμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, που παρέχουν εξουσία για έκδοση Κανονισμών, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς και για τη ρύθμιση οποιουδήποτε άλλου θέματος το οποίο, κατά τον παρόντα Νόμο, χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.

(2) Όπου στον παρόντα Νόμο υφίσταται εξουσιοδότηση για έκδοση Κανονισμών, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με τους Κανονισμούς αυτούς να εξουσιοδοτεί τον Έφορο για την έκδοση Οδηγιών προς ρύθμιση θεμάτων που προβλέπουν οι Κανονισμοί.

Έκδοση Οδηγιών

89. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, που παρέχουν εξουσία για έκδοση Οδηγιών, για την επίτευξη των σκοπών του και την προστασία των δικαιωμάτων των μελών των ΙΕΣΠ, ο Έφορος δύναται να εκδίδει Οδηγίες και για την εφαρμογή αποφάσεων, κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων της ΕΑΑΕΣ, με την επιφύλαξη των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και της τέως Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Εκκρεμούσες αιτήσεις για έγκριση και εγγραφή στο Μητρώο

90.-(1) Κάθε αίτηση για εγγραφή ΙΕΣΠ στο Μητρώο, που υποβλήθηκε δυνάμει των Νόμων που καταργούνται με το άρθρο 94 και της οποίας η εξέταση εκκρεμεί κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρείται ότι υποβλήθηκε και εξετάζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα οποιουδήποτε προσώπου, που απορρέουν από τους κανόνες λειτουργίας εγγεγραμμένου ΙΕΣΠ για περιόδους πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, διέπονται από τους Νόμους που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

Μη εφαρμογή διατάξεων που αντίκεινται στον παρόντα Νόμο

91. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου θεωρούνται ως ειδικές ως προς το θέμα το οποίο έκαστη ρυθμίζει και δεν εφαρμόζεται οποιαδήποτε διάταξη άλλης νομοθεσίας ή κανόνων λειτουργίας οποιουδήποτε ΙΕΣΠ, η οποία αντίκειται σε διάταξη του παρόντος Νόμου.

Υποχρέωση τήρησης του Νόμου από ΙΕΣΠ των οποίων η έγκριση και εγγραφή εκκρεμεί

92. ΙΕΣΠ στο οποίο εφαρμόζεται υποχρεωτικά ο παρών Νόμος σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4, υποχρεούται να συμμορφώνεται προς στις διατάξεις του παρόντος Νόμου στο χρονικό διάστημα που η αίτηση του για εγγραφή στο Μητρώο εκκρεμεί προς εξέταση από τον Έφορο ή του οποίου η εγγραφή εκκρεμεί μέχρι την ολοκλήρωση άλλης διαδικασίας που δυνάμει νόμου πρέπει να προηγηθεί της εγγραφής του.

Κύρος πράξεων που έγιναν πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

93. Καμιά διάταξη του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης που έγινε πριν την έναρξη της ισχύος του και που αφορά τη λειτουργία ή τη διαχείριση ΙΕΣΠ.

Καταργήσεις

94. Οι περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμοι του 2012 έως 2018 καταργούνται.

Διατήρηση ισχύος Κανονισμών και Οδηγιών

95. Με την επιφύλαξη της γενικότητας του άρθρου 11 του περί Ερμηνείας Νόμου, οι Κανονισμοί και οι Οδηγίες που εκδόθηκαν από τον Έφορο δυνάμει των Νόμων που αναφέρονται στο άρθρο 94, εξακολουθούν να ισχύουν χωρίς να επηρεάζονται από τα προβλεπόμενα στο εν λόγω άρθρο και θεωρούνται Κανονισμοί και Οδηγίες που εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του.