Προοίμιο

ΕΠΕΙΔΗ, σύμφωνα με το Πλαίσιο Συμφωνίας που συνομολογήθηκε μεταξύ της Δημοκρατίας και των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων του Κρατικού Τομέα την 20ή Μαΐου 2021, καθώς και τα όσα διαλαμβάνονται στο σχετικό Πλαίσιο Συμφωνίας που συνομολογήθηκε με τις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα στις 2 Δεκεμβρίου 2021, η Δημοκρατία δεσμεύτηκε για τη δημιουργία νέου Επαγγελματικού Σχεδίου Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων για τους υπαλλήλους της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Επαγγελματικού Σχεδίου Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων των Υπαλλήλων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμος του 2022.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αναλογιστής» σημαίνει εταίρο μέλος ενός από τα σώματα επαγγελματιών αναλογιστών που αναγνωρίζονται από το International Actuarial Association ή από το Actuarial Association of Europe·

«αναλογιστική μείωση» σημαίνει τη μείωση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων μέλους του Σχεδίου σε περίπτωση οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης, ώστε τα ωφελήματα αυτά να καταστούν αναλογιστικά ισοδύναμα με τα ωφελήματα που θα λάμβανε σε περίπτωση αφυπηρέτησής του με τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης·

«αναλογιστική μετατροπή» σημαίνει τη μετατροπή του εφάπαξ ποσού σε σταθερό μηνιαίο ποσό, κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησης, λαμβανομένου υπόψη του προσδόκιμου ζωής κατά την ημερομηνία αυτή·

«ασφαλιστέες αποδοχές» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο·

«αφυπηρέτηση» σημαίνει τον τερματισμό της όλης απασχόλησης μέλους του Σχεδίου στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, πριν ή κατά ή μετά από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης ή την μεταπήδηση σε οποιοδήποτε καθεστώς απασχόλησης που δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου και οι όροι «αφυπηρετεί» και «αφυπηρέτησε» έχουν ανάλογη ερμηνεία·

«δάσκαλος» σημαίνει-

(α)τον εκπαιδευτικό λειτουργό που διορίζεται σύμφωνα με το νόμο για υπηρεσία σε δημόσιο σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης και περιλαμβάνει Διευθυντή, Βοηθό Διευθυντή και Νηπιαγωγό και τον κάτοχο οποιασδήποτε άλλης θέσης στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία την οποία ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο· και

(β)τον εκπαιδευτικό που διορίζεται από την εφορεία των αρμενικών σχολείων της Κύπρου για υπηρεσία σε αρμενικό δημοτικό σχολείο της Κύπρου·

και περιλαμβάνει πρόσωπο που απασχολείται ως εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου για εκτέλεση καθηκόντων δασκάλου·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία» περιλαμβάνει τις θέσεις Επιθεωρητών, Διευθυντών, Βοηθών Διευθυντών, Καθηγητών και Δασκάλων, καθώς και οποιεσδήποτε θέσεις καθορίζονται στον οικείο νόμο ή ήθελε καθορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο·

«Δημόσιο Πανεπιστήμιο» σημαίνει το πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε με νόμο, στα κεφάλαια και στις προσόδους του οποίου συνεισφέρει με επιχορηγήσεις η Δημοκρατία·

«Δημόσιο Σχολείο Μέσης Εκπαίδευσης» σημαίνει σχολείο, την ευθύνη της διοίκησης και συντήρησης του οποίου φέρει η Δημοκρατία και το οποίο δεν διέπεται από άλλο νόμο και περιλαμβάνει σχολείο που κηρύσσεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ως δημόσιο σχολείο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·

«δημόσιος υπάλληλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο·

«Δημόσια Υπηρεσία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και περιλαμβάνει τον Γενικό Ελεγκτή, τον Γενικό Λογιστή, τον Βοηθό Γενικό Ελεγκτή και τον Βοηθό Γενικό Λογιστή·

«ειδικός αστυνομικός» σημαίνει το μέλος της Αστυνομίας που διορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις το άρθρου 39 του περί Αστυνομίας Νόμου·

«Ειδικό Ταμείο Καταβολής Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων» ή «Ειδικό Ταμείο» σημαίνει το ταμείο που ιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10·

«Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας» σημαίνει την Εθνική Φρουρά που συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου και περιλαμβάνει κάθε άλλη δύναμη που το Υπουργικό Συμβούλιο κηρύσσει ως “Ένοπλη Δύναμη της Δημοκρατίας”·

«έντυπο αιτήσεως» σημαίνει το καθοριζόμενο από τον Γενικό Λογιστή έντυπο για μεταφορά συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από και προς το σύστημα συντάξεων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα·

«εξωτερικοί διαχειριστές επενδύσεων» σημαίνει τους διαχειριστές που είναι νομικά πρόσωπα και έχουν λάβει άδεια από αρμόδια αρχή για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης επενδύσεων και τα οποία υπόκεινται σε προληπτική ρύθμιση και διαρκή εποπτεία για τον σκοπό αυτό∙

«εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου» σημαίνει κάθε απασχολούμενο πρόσωπο στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, του οποίου η σύμβαση απασχόλησης μετατράπηκε σε σύμβαση αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ρύθμισης της Απασχόλησης Εργοδοτουμένων Αορίστου και Εργοδοτουμένων Ορισμένου Χρόνου στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού νόμου ή δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας·

«ευρύτερος δημόσιος τομέας» σημαίνει κάθε ανεξάρτητη υπηρεσία ή αρχή ή γραφείο ανεξάρτητου αξιωματούχου, κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης ή οποιονδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου, χωρίς νομική προσωπικότητα, που ιδρύεται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία·

«Ευρωπαϊκή Ένωση» σημαίνει το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή Περιφερειών, τον Ευρωπαϊκό Διαμεσολαβητή, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς και οποιονδήποτε οργανισμό ή γραφείο ή θεσμό ή υπηρεσία εγκαθιδρύθηκε ή θα εγκαθιδρυθεί στο μέλλον, δυνάμει της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή οποιασδήποτε νομοθετικής πράξης, της οποίας ο κανονισμός για την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων περιλαμβάνει ή θα περιλαμβάνει ταυτόσημες ή ανάλογες διατάξεις με αυτές του παραρτήματος VIII, Άρθρο 11, του Κανονισμού (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 και 31/1962·

«θεματοφύλακες» σημαίνει πιστωτικά ιδρύματα ή/και νομικά πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια από αρμόδια αρχή για να ασκούν καθήκοντα θεματοφύλακα και τα οποία υπόκεινται σε προληπτική ρύθμιση και διαρκή εποπτεία για τον σκοπό αυτό·

«θεμελιωτική υπηρεσία» σημαίνει την περίοδο που λαμβάνεται υπόψη για να αποφασιστεί εάν το μέλος του Σχεδίου δικαιούται, λόγω μήκους της υπηρεσίας, σε σύνταξη, φιλοδώρημα ή άλλο ωφέλημα και περιλαμβάνει την περίοδο από την ημερομηνία που το μέλος του Σχεδίου αρχίζει να λαμβάνει μισθό για υπηρεσία στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα έως την ημερομηνία που εγκαταλείπει την υπηρεσία, χωρίς την αφαίρεση οποιασδήποτε περιόδου απουσίας με άδεια χωρίς απολαβές·

«θέση» σημαίνει μόνιμη θέση στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα·

«ιατρικός λειτουργός» σημαίνει πρόσωπο που κατέχει θέση στη Δημόσια Υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα για την οποία το οικείο σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί υποχρεωτικά την εγγραφή του στο Ιατρικό Μητρώο, το οποίο τηρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου και περιλαμβάνει πρόσωπο που απασχολείται ως εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου για εκτέλεση καθηκόντων ιατρικού λειτουργού·

«καθηγητής» σημαίνει εκπαιδευτικό λειτουργό που διορίζεται για υπηρεσία σε σχολείο Μέσης ή Ανώτερης Εκπαίδευσης και περιλαμβάνει Τεχνολόγο, Εκπαιδευτή, Βοηθό Εκπαιδευτή, Διευθυντή και Βοηθό Διευθυντή, Επιθεωρητή και τον κάτοχο οποιασδήποτε άλλης θέσης στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία την οποία ήθελε ορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο, καθώς και πρόσωπο που απασχολείται ως εργοδοτούμενος αορίστου χρόνου για εκτέλεση καθηκόντων καθηγητή:

Νοείται ότι, ο όρος αυτός περιλαμβάνει και τον Πρώτο Λειτουργό Εκπαίδευσης στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, τον Ανώτερο Λειτουργό Εκπαίδευσης στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, τον Πρώτο Λειτουργό Εκπαίδευσης στη Μέση Γενική Εκπαίδευση, τον Πρώτο Λειτουργό Εκπαίδευσης στη Μέση Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση, τον Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, τον Πρώτο Λειτουργό Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, τον Προϊστάμενο Τομέα Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και τον Καθηγητή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου·

«Κανονισμός (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ.11 και 31/1962» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας με τίτλο «ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 31 και ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ.11, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Ατομικής Ενέργειας» όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (Ε.Ε.ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 1296/2009 του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 2009 και όπως περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«κρατική υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία και περιλαμβάνει υπηρεσία είτε σε μόνιμη θέση είτε με σύμβαση είτε ως ειδικός αστυνομικός στη Δημόσια Υπηρεσία, στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας, στις Δυνάμεις Ασφαλείας της Δημοκρατίας, στη θέση του Γενικού και Βοηθού Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, του Γενικού και Βοηθού Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, καθώς και υπηρεσία σε οποιαδήποτε θέση στην κρατική υπηρεσία αναφορικά με την οποία γίνεται ειδική πρόνοια με νόμο·

«Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων» σημαίνει σχέδιο συντάξεων η λειτουργία του οποίου διέπεται από τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου, του περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμου και του περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων (Γενικές Αρχές) Νόμου·

«μέλος ακαδημαϊκού προσωπικού» σημαίνει το ακαδημαϊκό προσωπικό Δημόσιου Πανεπιστημίου που υπηρετεί στις βαθμίδες του Λέκτορα, Επίκουρου Καθηγητή, Αναπληρωτή Καθηγητή ή Καθηγητή, το οποίο διορίστηκε για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2011 ή θα διοριστεί για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου·

«μέλος της Αστυνομίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Αστυνομίας Νόμο και περιλαμβάνει ειδικό αστυνομικό˙

«μέλος της Πυροσβεστικής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «Μέλος» από τον περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμο, αλλά δεν περιλαμβάνει ειδικό πυροσβέστη·

«μέλος του Στρατού» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο και περιλαμβάνει συμβασιούχο υπαξιωματικό και εργοδοτούμενο αορίστου χρόνου για εκτέλεση καθηκόντων αξιωματικού·

«μισθός» σημαίνει τον ετήσιο μισθό και περιλαμβάνει το τιμαριθμικό επίδομα αλλά δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο επίδομα·

«μόνιμος υπάλληλος» σημαίνει υπάλληλο που κατέχει θέση με μόνιμη ιδιότητα·

«νόμος» περιλαμβάνει κάθε διάταξη νομοθετικής φύσης και τον Προϋπολογισμό·

«οικείος νόμος ή Κανονισμοί» σημαίνει οποιονδήποτε νόμο ή Κανονισμούς που προβλέπουν για την καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων στους υπαλλήλους της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα αλλά δεν περιλαμβάνει τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο·

«οικονομικό έτος» σημαίνει τη χρονική περίοδο που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους·

«οργανισμός» σημαίνει οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα, που ιδρύθηκε προς το δημόσιο συμφέρον με ειδικό νόμο, του οποίου τα κεφάλαια είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία και περιλαμβάνει οποιαδήποτε αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης·

«όροι απασχόλησης» σημαίνει τους όρους που διέπουν την απασχόληση των εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου και των αποφοίτων του Δασικού Κολλεγίου που απασχολούνται με σύμβαση ορισμένου χρόνου·

«σταθερό μηνιαίο ποσό» σημαίνει το ποσό, το οποίο προκύπτει από τον υπολογισμό που προβλέπεται στην πρώτη επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 26·

«Στρατός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο·

«συμβασιούχος υπαξιωματικός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τους περί Στρατού της Δημοκρατίας (Προσλήψεις, Ιεραρχία, Προαγωγές και Τερματισμός Απασχόλησης Συμβασιούχων Υπαξιωματικών) Κανονισμούς·

«σύνταξη» σημαίνει ετήσια σύνταξη που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

«συντάξιμες απολαβές» σημαίνει τον ετήσιο βασικό μισθό και το τιμαριθμικό επίδομα που καταβάλλονται στο μέλος του Σχεδίου και περιλαμβάνει, στην περίπτωση αστυνομικού, το επίδομα καλής διαγωγής και το επίδομα αξίας και στην περίπτωση δεσμοφύλακα, το επίδομα καλής διαγωγής αλλά δεν περιλαμβάνει τον δέκατο τρίτο μισθό ή οποιοδήποτε άλλο επίδομα ή άλλες απολαβές οποιασδήποτε μορφής·

«συντάξιμη υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία, η οποία λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό σύνταξης ή φιλοδωρήματος ή άλλων ωφελημάτων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και για τον υπολογισμό της συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου, χρονική περίοδος μέχρι δεκαπέντε (15) ημερών αγνοείται, ενώ χρονική περίοδος άνω των δεκαπέντε (15) ημερών λογίζεται ως πλήρης μήνας:

Νοείται ότι, για τον υπολογισμό της συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου, δεν λαμβάνεται υπόψη υπηρεσία πέραν των τετρακοσίων (400) μηνών·

«συντάξιμος υπάλληλος» σημαίνει υπάλληλο που έχει ενταχθεί στο Σχέδιο και δικαιούται σε συνταξιοδοτικά ωφελήματα βάσει αυτού·

«συνταξιούχος» σημαίνει πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε σύνταξη με την αφυπηρέτησή του από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙI·

«Σχέδιο» σημαίνει το σχέδιο συντάξεων η λειτουργία του οποίου διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

«Σχολείο Μέσης Εκπαίδευσης» σημαίνει δημόσιο σχολείο μέσης γενικής, τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης και περιλαμβάνει εσπερινό γυμνάσιο και εσπερινή τεχνική σχολή·

«Ταμείο Προνοίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί της Ίδρυσης των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμο·

«τεχνικά αποθεματικά» σημαίνει τις οικονομικές υποχρεώσεις του Ειδικού Ταμείου, οι οποίες προκύπτουν από το σύνολο των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων προς τα μέλη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, για την υπηρεσία τους μέχρι την ημερομηνία αναφοράς·

«τιμαριθμικό επίδομα» σημαίνει το τιμαριθμικό επίδομα που περιλαμβάνεται στις συντάξιμες απολαβές·

«υπάλληλος» σημαίνει πρόσωπο που απασχολείται στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, είτε υπό μόνιμη ιδιότητα είτε με σύμβαση είτε ως ειδικός αστυνομικός, το οποίο καθίσταται μέλος του Σχεδίου που καθιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

«υπάλληλος Ευρωπαϊκής Ένωσης» σημαίνει πρόσωπο που έχει διοριστεί σε μόνιμη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση με γραπτή πράξη της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και ο διορισμός του έχει επικυρωθεί·

«υπηρεσία» σημαίνει την περίοδο από την ημερομηνία που το μέλος του Σχεδίου αρχίζει να λαμβάνει μισθό για εκτέλεση καθηκόντων στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, είτε ως μόνιμος υπάλληλος είτε ως συμβασιούχος είτε ως ειδικός αστυνομικός, έως την ημερομηνία που εγκαταλείπει την υπηρεσία, χωρίς την αφαίρεση οποιασδήποτε περιόδου απουσίας με άδεια χωρίς απολαβές·

«υπηρεσίες διαχείρισης επενδύσεων» σημαίνει τις εργασίες συλλογικής διαχείρισης χαρτοφυλακίων και διαχείρισης κινδύνων του Ειδικού Ταμείου·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών·

«ωφέλημα» ή «ωφελήματα» σημαίνει σύνταξη ή σύνταξη και εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα.

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου

3.-(1) Με τον παρόντα Νόμο σκοπείται η δημιουργία Επαγγελματικού Σχεδίου Συντάξεων για τους υπαλλήλους της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

(2) Ανεξαρτήτως των όρων απασχόλησης ή τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου ή Κανονισμών, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται για όλους τους υπαλλήλους της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΙΔΡΥΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΩΦΕΛΗΜΑΤΩΝ
Ίδρυση και έναρξη της ισχύος του Σχεδίου

4.-(1) Ιδρύεται Επαγγελματικό Σχέδιο Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων για τους υπαλλήλους της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, (εφεξής καλούμενο «Σχέδιο»).

(2) Για το αναφερόμενο στο εδάφιο (1) Σχέδιο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Μέλη του Σχεδίου είναι-

(α)(i) οι υπηρετούντες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου μόνιμοι υπάλληλοι που διορίστηκαν για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2011 και δεν είχαν υπηρετήσει σε οποιαδήποτε θέση πριν από την ημερομηνία αυτή·

(ii) οι μόνιμοι υπάλληλοι που θα διοριστούν για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και δεν είχαν υπηρετήσει σε οποιαδήποτε θέση πριν από την ημερομηνία αυτή·

(β) οι υπηρετούντες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου-

(i) εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου·

(ii) ειδικοί αστυνομικοί που έχουν μονιμοποιηθεί ως ειδικοί αστυνομικοί, σύμφωνα με τους περί Ειδικών Αστυνομικών (Διαδικασία Διορισμού και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς·

(iii) συμβασιούχοι υπαξιωματικοί·

(iv) απόφοιτοι του Δασικού Κολλεγίου που απασχολούνται με σύμβαση απασχόλησης ορισμένου χρόνου·

(γ)(i) πρόσωπα τα οποία εργοδοτούνται ή πρόκειται να εργοδοτηθούν στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, των οποίων η σύμβαση απασχόλησης κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου μετατρέπεται σε αορίστου χρόνου·

(ii) πρόσωπα τα οποία έχουν διοριστεί ή πρόκειται να διοριστούν ως ειδικοί αστυνομικοί, τα οποία κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου μονιμοποιούνται ως ειδικοί αστυνομικοί, σύμφωνα με τους περί Ειδικών Αστυνομικών (Διαδικασία Διορισμού και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς:

Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8, δεν εντάσσονται στο Σχέδιο οι υπηρετούντες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου μόνιμοι υπάλληλοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα που διορίστηκαν για πρώτη φορά σε θέση κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2011, καθώς και οι εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, οι οποίοι κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου έχουν ήδη ενταχθεί σε Ταμείο Προνοίας:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι απασχολούμενοι που εμπίπτουν στις διατάξεις της προηγούμενης επιφύλαξης, σε περίπτωση που επαναδιοριστούν ή επαναπροσληφθούν στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εντάσσονται στο Σχέδιο.

Πραγματική ημερομηνία εισόδου

5. Κάθε υπάλληλος είναι και θεωρείται ότι είναι μέλος του Σχεδίου από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του στο Σχέδιο και ως πραγματική ημερομηνία εισόδου για κάθε μέλος λογίζεται-

(α) σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθορίζονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, η ημερομηνία διορισμού τους σε μόνιμη θέση·

(β) σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθορίζονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, η 1η Ιανουαρίου 2021·

(γ) σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, η ημερομηνία μετατροπής της σύμβασης απασχόλησής τους σε αορίστου χρόνου·

(δ) σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, η ημερομηνία μονιμoποίησής τους ως ειδικοί αστυνομικοί, σύμφωνα με τους περί Ειδικών Αστυνομικών (Διαδικασία Διορισμού και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς· και

(ε) σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθορίζονται στη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 4, η ημερομηνία διορισμού τους στη νέα τους θέση ή η ημερομηνία μετατροπής της σύμβασης απασχόλησής τους σε αορίστου χρόνου ή η ημερομηνία μονιμοποίησής τους ως ειδικοί αστυνομικοί, ανάλογα με την περίπτωση.

Δικαίωμα ένταξης στο Σχέδιο μόνιμου υπαλλήλου που επαναδιορίζεται στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα

6. Σε περίπτωση κατά την οποία υπάλληλος ο οποίος εντάχθηκε στο Σχέδιο δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, αφού υπηρετήσει για οποιαδήποτε περίοδο, εγκαταλείψει την υπηρεσία για οποιονδήποτε λόγο και αργότερα επαναδιοριστεί σε μόνιμη θέση στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αυτός επανεντάσσεται στο Σχέδιο και ως πραγματική ημερομηνία εισόδου του στο Σχέδιο λογίζεται η ημερομηνία διορισμού του στη νέα του θέση.

Δικαίωμα επανένταξης στο Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων ή σχέδιο συντάξεων όμοιο με το Κυβερνητικό

7.-(1) Σε περίπτωση επαναδιορισμού σε θέση μέλους του Σχεδίου, το οποίο υπήρξε μέλος του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιο με αυτό, το μέλος αυτό επανεντάσσεται στο Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων ή σε σχέδιο συντάξεων όμοιο με αυτό, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Η περίοδος υπηρεσίας του μέλους που λογίζεται ως συντάξιμη, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως συντάξιμη και για σκοπούς του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι, για την περίοδο υπηρεσίας που δύναται να λογιστεί ως συντάξιμη για σκοπούς του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό, δεν καταβάλλονται στο μέλος του Σχεδίου συνταξιοδοτικά ωφελήματα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιαδήποτε ποσά καταβλήθηκαν στο Ειδικό Ταμείο από ή σε σχέση με το μέλος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για την εν λόγω περίοδο, μεταφέρονται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας ή στον οργανισμό, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το ποσοστό χρηματοδότησης που καταβλήθηκε από το μέλος του Σχεδίου για σκοπούς του παρόντος Νόμου είναι μεγαλύτερο από το συνολικό ποσό των αποκοπών και των περιοδικών εισφορών που θα ήταν καταβλητέο για σκοπούς του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό, επιστρέφεται στο μέλος ποσό ίσο με τη διαφορά και στο ποσό αυτό προστίθεται και οποιοδήποτε τυχόν ποσό έχει κατατεθεί ή μεταφερθεί στο Ειδικό Ταμείο σε πίστη του μέλους του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 15.

(3) Σε περίπτωση υπαλλήλου, ο οποίος υπήρξε μέλος του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό, που επαναδιορίζεται σε θέση σε οργανισμό του ευρύτερου δημόσιου τομέα στον οποίο δεν λειτουργεί σχέδιο όμοιο με το κυβερνητικό, αυτός εντάσσεται στο Σχέδιο και ως πραγματική ημερομηνία εισόδου του στο Σχέδιο λογίζεται η ημερομηνία διορισμού του στη νέα του θέση:

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις των υπαλλήλων που προβλέπονται στο παρόν εδάφιο καταβάλλονται από το Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων ή σχέδιο συντάξεων όμοιο με αυτό, ανάλογα με την περίπτωση, κατά την αφυπηρέτησή τους από την κρατική υπηρεσία ή τον οργανισμό, τα ωφελήματα που καταβάλλονται στην περίπτωση της οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης.

Δικαίωμα ένταξης στο Σχέδιο των μόνιμων υπαλλήλων και εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου που έχουν ήδη ενταχθεί σε Ταμείο Προνοίας

8.-(1) Οι απασχολούμενοι που προβλέπονται στην πρώτη επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 4, έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν να ενταχθούν στο Σχέδιο που καθιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο εδάφιο (1), ασκείται με έγγραφο απευθυνόμενο στη Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου Προνοίας εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.

Μεταφορά ποσού από Ταμείο Προνοίας στο Ειδικό Ταμείο

9.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία υπάλληλος εντάσσεται στο Σχέδιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, η Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου Προνοίας μεταφέρει στο Ειδικό Ταμείο το σωρευμένο ποσό ωφελήματος που αντιστοιχεί στις εισφορές που καταβλήθηκαν από τον εργοδότη εις πίστη του υπαλλήλου και στις εισφορές που καταβλήθηκαν από τον ίδιο τον υπάλληλο στο Ταμείο Προνοίας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το μεταφερθέν σωρευμένο ποσό ωφελήματος που αντιστοιχεί στις εισφορές που καταβλήθηκαν από τον υπάλληλο ή το σωρευμένο ποσό που αντιστοιχεί στις εισφορές του εργοδότη στο Ταμείο Προνοίας είναι μικρότερο από το ποσό που καθίσταται καταβλητέο εκατέρωθεν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, ο υπάλληλος ή και ο εργοδότης, ανάλογα με την περίπτωση, υποχρεούνται να καταβάλουν αναδρομικά ποσό ίσο με τη διαφορά:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που το μεταφερθέν σωρευμένο ποσό ωφελήματος που αντιστοιχεί στις εισφορές που καταβλήθηκαν από τον υπάλληλο και το σωρευμένο ποσό που αντιστοιχεί στις εισφορές του εργοδότη στο Ταμείο Προνοίας υπερβαίνει το ποσό που καθίσταται καταβλητέο εκατέρωθεν από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, το ποσό που ισούται με τη διαφορά κατατίθεται σε πίστη του μέλους στο Ειδικό Ταμείο και καταβάλλεται σε αυτό κατά την αφυπηρέτησή του από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, η περίοδος υπηρεσίας για την οποία καταβλήθηκαν εισφορές εις πίστη του υπαλλήλου στο Ταμείο Προνοίας, λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία για σκοπούς του παρόντος Νόμου και ως πραγματική ημερομηνία εισόδου για κάθε υπάλληλο που καθίσταται μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 λογίζεται-

(α) σε σχέση με τους μόνιμους υπαλλήλους, η ημερομηνία διορισμού τους σε μόνιμη θέση· και

(β) σε σχέση με τους εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου, η 1η Ιανουαρίου 2021.

(2) Για σκοπούς υπολογισμού του ποσού που καθίσταται καταβλητέο αναδρομικά από υπάλληλο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνυπολογίζονται οι εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων που είναι επιστρεπτέες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

Ίδρυση Ειδικού Ταμείου Καταβολής Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων

10.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται ειδικό ταμείο, καλούμενο ως «Ειδικό Ταμείο Καταβολής Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων».

(2) Το Ειδικό Ταμείο δεν αποτελεί ξεχωριστή νομική οντότητα και τελεί υπό τη διαχείριση του Υπουργού Οικονομικών εκ μέρους της Δημοκρατίας.

Σκοπός ίδρυσης Ειδικού Ταμείου

11. Σκοπός της ίδρυσης του Ειδικού Ταμείου είναι η χρηματοδότηση του Σχεδίου που ιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Πόροι του Ειδικού Ταμείου

12.-(1) Σε πίστη του Ειδικού Ταμείου κατατίθενται ή μεταφέρονται-

(α) τα ποσά που μεταφέρονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9·

(β) το ποσοστό χρηματοδότησης που καταβάλλεται εκατέρωθεν από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14·

(γ) το ποσοστό χρηματοδότησης που καταβάλλεται αναδρομικά από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 15 και 16·

(δ) το ποσό που είναι επιστρεπτέο σε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 15·

(ε) τα ποσά που επιστρέφονται από μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 33, 35, 38 και 45·

(στ) το ποσό που καθορίζεται στο άρθρο 44·

(ζ) τα ποσά που εισπράττονται υπό μορφή μερισμάτων, τόκων ή άλλων εισοδημάτων, τα οποία προέρχονται από την επένδυση των κεφαλαίων του Ειδικού Ταμείου·

(η) οποιαδήποτε άλλα ποσά εισπράττονται σε σχέση με το Ειδικό Ταμείο.

Χρέωση Ειδικού Ταμείου Καταβολής Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων

13. Το Ειδικό Ταμείο χρεώνεται με-

(α) κάθε σύνταξη, εφάπαξ ποσό, φιλοδώρημα ή άλλο ωφέλημα για την καταβολή των οποίων είναι υπόχρεη η Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου· και

(β) την καταβολή όλων των λειτουργικών και διαχειριστικών εξόδων του Ειδικού Ταμείου, καθώς και των εξόδων ή τελών για την τήρηση τραπεζικών λογαριασμών ή την εκπόνηση αναλογιστικών μελετών.

Ποσοστό χρηματοδότησης

14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 21, για σκοπούς χρηματοδότησης του Ειδικού Ταμείου, ο εργοδότης και κάθε μέλος του Σχεδίου καταβάλλουν εκατέρωθεν ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό ίσο με πέντε τοις εκατό (5%) επί των μηνιαίων συντάξιμων απολαβών του μέλους:

Νοείται ότι, τα ποσά που καταβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δεν καθιστούν το Σχέδιο ως σχέδιο με εισφορές για σκοπούς του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

(2) Η καταβολή των ποσών που καθορίζονται στο εδάφιο (1) αρχίζει από την ημέρα που ο υπάλληλος καθίσταται μέλος του Σχεδίου και τερματίζεται με την αφυπηρέτησή του από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι, για κάθε μέλος του Σχεδίου, το οποίο έχει προηγούμενη υπηρεσία που δύναται να λογιστεί ως συντάξιμη, καταβάλλεται υποχρεωτικά το ποσό που καθορίζεται στο εδάφιο (1).

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία το μέλος του Σχεδίου διατελεί σε άδεια με ελαττωμένες απολαβές ή σε διαθεσιμότητα ή σε άδεια χωρίς απολαβές, η οποία λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32, ο εργοδότης και το μέλος καταβάλλουν το ποσοστό που καθορίζεται στο εδάφιο (1), ενώ κανένα ποσό δεν καταβάλλεται για χρονική περίοδο που το μέλος του Σχεδίου βρίσκεται σε άδεια χωρίς απολαβές, η οποία δεν λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Η υποχρέωση καταβολής των ποσών που καθορίζονται στο εδάφιο (1) δημιουργείται ημερήσια και-

(α) σε σχέση με τα μέλη του Σχεδίου, επιβάλλεται μηνιαία κράτηση του ποσού από τις απολαβές του μέλους:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που κατά την περίοδο άδειας χωρίς απολαβές, που λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία, το μέλος δεν καταβάλει το ποσοστό που καθορίζεται στο εδάφιο (1), το ποσό των καθυστερημένων ποσών κρατείται από τις απολαβές του μετά την άδεια αυτή, με τέτοιες δόσεις που ο Γενικός Λογιστής ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο ορίζει σε κάθε περίπτωση·

(β) σε σχέση με τον εργοδότη, το ποσό καταβάλλεται ή μεταφέρεται, στην περίπτωση των οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, σε μηνιαία βάση στο Ειδικό Ταμείο.

Αναδρομική καταβολή ποσοστού χρηματοδότησης από μέλος του Σχεδίου

15.-(1) Για σκοπούς υπολογισμού του ποσού που αντιστοιχεί στο ποσοστό χρηματοδότησης που είναι καταβλητέο αναδρομικά από μέλος του Σχεδίου σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 14, συνυπολογίζονται-

(α) τυχόν αποκοπές που καταβλήθηκαν από το μέλος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4 του περί Καταβολής Φιλοδωρήματος σε Εργοδοτούμενους που απασχολούνται με Σύμβαση στην Κρατική Υπηρεσία και στον Ευρύτερο Δημόσιο Τομέα περιλαμβανομένων και του Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμου· και

(β) οι εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων που είναι επιστρεπτέες στο μέλος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

(2) Εκτός εάν άλλως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, σε περίπτωση που κατά τον υπολογισμό των ποσών που καθορίζονται στο εδάφιο (1) ή οποιουδήποτε άλλου ποσού καταβάλλεται από μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προκύψει ότι το μέλος δικαιούται στην επιστροφή οποιουδήποτε ποσού, αυτό κατατίθεται ή μεταφέρεται σε πίστη του στο Ειδικό Ταμείο.

(3) Το ποσό που προβλέπεται στο εδάφιο (2), καταβάλλεται στο μέλος του Σχεδίου κατά την αφυπηρέτησή του από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ανάλογα με την περίπτωση.

(4) Σε περίπτωση που κατά τον υπολογισμό του ποσοστού χρηματοδότησης που καθορίζεται στο εδάφιο (1) προκύψει ότι το μέλος του Σχεδίου, οφείλει να επιστρέψει οποιοδήποτε ποσό, αυτό καταβάλλεται σε τριάντα έξι (36) ίσες μηνιαίες δόσεις με κράτηση από τις μηνιαίες συντάξιμες απολαβές του.

(5) Η αποκοπή του ποσού που καθορίζεται στο εδάφιο (4) αρχίζει να διενεργείται τον πρώτο μήνα που ακολουθεί τη συμπλήρωση χρονικής περιόδου δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, αναφορικά με τα μέλη του Σχεδίου που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) και στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 4 ή τον πρώτο μήνα που ακολουθεί τη συμπλήρωση χρονικής περιόδου δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία που ασκείται το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8 σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθίστανται μέλη του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου ή τον πρώτο μήνα που ακολουθεί τη συμπλήρωση χρονικής περιόδου δώδεκα (12) μηνών από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του μέλους στο Σχέδιο, αναφορικά με τα μέλη που καθορίζονται-

(α) στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(β) στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(γ) στη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(δ) στο άρθρο 6· και

(ε) στο εδάφιο (3) του άρθρου 7.

(6) Παρέχεται το δικαίωμα στα μέλη του Σχεδίου, εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου αναφορικά με τα μέλη του Σχεδίου που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) και στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 4 ή εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία που ασκείται το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8 σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθίστανται μέλη του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου ή εντός δώδεκα (12) μηνών από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του μέλους στο Σχέδιο, αναφορικά με τα μέλη που καθορίζονται-

(α) στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(β) στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(γ) στη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(δ) στο άρθρο 6· και

(ε) στο εδάφιο (3) του άρθρου 7,

να δηλώσουν με έγγραφο απευθυνόμενο στον Γενικό Λογιστή ή στο κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο, ανάλογα με την περίπτωση, κατά πόσο επιθυμούν να καταβάλουν εφάπαξ το ποσό που καθορίζεται στο εδάφιο (4):

Νοείται ότι, το μέλος του Σχεδίου καταβάλλει το οφειλόμενο ποσό εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που ασκείται το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο.

Αναδρομική καταβολή ποσοστού χρηματοδότησης από τον εργοδότη

16.-(1) Ο εκάστοτε εργοδότης στην υπηρεσία του οποίου διανύθηκε οποιαδήποτε περίοδος υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου που λογίζεται ως συντάξιμη για σκοπούς του παρόντος Νόμου χρεώνεται με οποιοδήποτε ποσό του αναλογεί και είναι καταβλητέο αναδρομικά από αυτόν σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 14, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε ποσού αντιστοιχεί στις εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων που είναι επιστρεπτέες σε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

(2) Το ποσό που καθίσταται καταβλητέο αναδρομικά από τον εργοδότη σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 14, καταβάλλεται ή μεταφέρεται στο Ειδικό Ταμείο ταυτόχρονα με την καταβολή του ποσού που αντιστοιχεί στο ποσοστό χρηματοδότησης που καθίσταται καταβλητέο αναδρομικά από μέλος του Σχεδίου.

Επενδύσεις

17.-(1) Τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου επενδύονται με τρόπο που να εξασφαλίζεται η διασπορά των επενδύσεων, τηρουμένων των ακόλουθων προϋποθέσεων:

(α) Μεγιστοποίηση αποδόσεων, οι οποίες να είναι σταθμισμένες έναντι του κινδύνου·

(β) τήρηση των προτύπων σύμφωνα με τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου από συνετό θεσμικό επενδυτή·

(γ) προστασία του Ειδικού Ταμείου στο σύνολό του από κινδύνους.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου δύναται να επενδύονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς, σε άμεσα ρευστοποιήσιμα εθνικά κρατικά ομόλογα άλλων κρατών ή υπερεθνικών οργανισμών, σε μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια, συλλογικά σχήματα επενδύσεων ομολόγων ή άλλες κινητές αξίες με χαμηλό επενδυτικό κίνδυνο.

(3) Τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου δεν επενδύονται σε-

(α) κινητές αξίες που εκδίδονται από Κύπριο εκδότη, ακίνητη ιδιοκτησία στην Κύπρο ή σε εταιρείες ακίνητης ιδιοκτησίας, ταμεία ακίνητης ιδιοκτησίας ή παρόμοιους φορείς των οποίων σκοπός είναι οι επενδύσεις στην Κύπρο·

(β) καλυμμένα χρεόγραφα που είναι εξασφαλισμένα με περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στην Κύπρο·

(γ) άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις σε ποσοστό που υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) των δικαιωμάτων ψήφου σε μια εταιρεία ή άλλη νομική οντότητα.

(4) Το Ειδικό Ταμείο δεν χρησιμοποιείται για δανεισμό, ούτε ως εξασφάλιση για δανεισμό της Δημοκρατίας ή των μελών του Σχεδίου.

(5) Η δημιουργία και ο τερματισμός τραπεζικών λογαριασμών για το Ειδικό Ταμείο και η διενέργεια πληρωμών προς και από αυτούς, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Λογιστικής και Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Χρηματοοικονομικού Ελέγχου της Δημοκρατίας Νόμου.

(6)(α) Για τους σκοπούς των επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου, ορίζεται επιτροπή επενδύσεων αποτελούμενη από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Γενικό Λογιστή, της οποίας προεδρεύει ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών και η οποία συνδράμει τον Υπουργό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(β) Οι εκπρόσωποι των μελών του Σχεδίου ενημερώνονται από την επιτροπή επενδύσεων, σε τακτά χρονικά διαστήματα, για τις επενδύσεις του Ειδικού Ταμείου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του σχετικού Πλαισίου Συμφωνίας που συνομολογήθηκε με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα την 2α Δεκεμβρίου 2021.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και εξουσίες:

(α) Εκδίδει οδηγίες δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου∙

(β) αξιολογεί τις επενδύσεις, τη διαχείριση και την επίδοση του Ειδικού Ταμείου∙ και

(γ) υποβάλλει την ετήσια έκθεση επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου, συνοδευόμενη από τις απόψεις του, στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση.

(8)(α) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει οδηγίες προς τους εξωτερικούς διαχειριστές, αφού προηγουμένως διαβουλευτεί γραπτώς μαζί τους και αφού λάβει υπόψη τις εισηγήσεις της επιτροπής επενδύσεων, σύμφωνα με τις οποίες προσδιορίζει τις απαιτήσεις του κράτους όσον αφορά τη μακροπρόθεσμη επίδοση του Ειδικού Ταμείου, περιλαμβανομένων και των απαιτήσεων αναφορικά με το επίπεδο του επενδυτικού κινδύνου και των αποδόσεων∙

(β) Μετά την έκδοση των οδηγιών, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι εξωτερικοί διαχειριστές ενημερώνουν τον Υπουργό, το ταχύτερο δυνατόν, για τις ενέργειες στις οποίες προτίθενται να προβούν για την εφαρμογή τους∙

(γ) Οι οδηγίες που εκδίδονται από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(9) Αναφορικά με τη διαχείριση του Ειδικού Ταμείου, ο Υπουργός, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές εισηγήσεις της επιτροπής επενδύσεων, καταρτίζει Δήλωση Επενδυτικής Πολιτικής, η οποία πρέπει να συνάδει και να συμμορφώνεται με τις γενικές επενδυτικές αρχές που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(10) Η προβλεπόμενη στις διατάξεις του παρόντος άρθρου Δήλωση Επενδυτικής Πολιτικής καθορίζει-

(α) τις κατηγορίες των επενδυτικών στοιχείων στις οποίες επενδύονται τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου και τα κριτήρια επιλογής των επενδυτικών στοιχείων των εν λόγω κατηγοριών·

(β) τα κριτήρια αναφοράς ή τα πρότυπα βάσει των οποίων αξιολογείται η απόδοση του Ειδικού Ταμείου στο σύνολό του και των κατηγοριών των επενδυτικών προϊόντων, καθώς και των ατομικών επενδύσεων, περιλαμβανομένης και της νομισματικής μονάδας·

(γ) την ισορροπία ανάμεσα στον κίνδυνο και στην απόδοση στη συνολική επένδυση του χαρτοφυλακίου του Ειδικού Ταμείου·

(δ) τους περιορισμούς στην επένδυση του Ειδικού Ταμείου, περιλαμβανομένων των ορίων συγκέντρωσης κινδύνου·

(ε) τη χρήση παραγώγων και μόχλευσης, περιλαμβανομένων και των αρχών που διέπουν την έμμεση μόχλευση·

(στ) τα ποιοτικά και ποσοτικά όρια κινδύνου του Ειδικού Ταμείου σε σχέση με τους πιστωτικούς, επιτοκιακούς, συναλλαγματικούς και λειτουργικούς κινδύνους, τους κινδύνους κανονιστικής συμμόρφωσης, απώλειας φήμης, αγοράς, ρευστότητας και αντισυμβαλλομένου, καθώς και άλλων σημαντικών κινδύνων για το Ειδικό Ταμείο·

(ζ) τις κατευθυντήριες γραμμές διατήρησης, άσκησης ή μεταβίβασης άσκησης δικαιωμάτων ψήφου του Ειδικού Ταμείου σε εταιρείες και οντότητες· και

(η) οποιαδήποτε άλλα ζητήματα ο Υπουργός κρίνει αναγκαία για τη διαχείριση του Ειδικού Ταμείου.

(11) Η Δήλωση Επενδυτικής Πολιτικής που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, δημοσιεύεται από τον Υπουργό στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(12) Ο Υπουργός, με βάση εισήγηση της επιτροπής επενδύσεων και κατόπιν έγκρισης του Υπουργικού Συμβουλίου, διορίζει ένα ή περισσότερα πρόσωπα ως εξωτερικούς διαχειριστές επενδύσεων για το Ειδικό Ταμείο, οι οποίοι αναλαμβάνουν τις υπηρεσίες διαχείρισης επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου ή οποιουδήποτε μέρους αυτού.

(13) Σε κάθε έγγραφο διορισμού εξωτερικών διαχειριστών επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου, καταγράφονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους.

(14) Ο εξωτερικός διαχειριστής επενδύσεων-

(α) ενεργεί έντιμα, νόμιμα και με τη δέουσα προσοχή, μέριμνα και επιμέλεια, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του·

(β) ενεργεί προς το συμφέρον του Ειδικού Ταμείου για το οποίο ασκεί τις υπηρεσίες διαχείρισης επενδύσεων·

(γ) διαθέτει και χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη δέουσα διεξαγωγή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων·

(δ) λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων και, όταν αυτό δεν καθίσταται δυνατό να αποφευχθεί, για τον εντοπισμό, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και, κατά περίπτωση, για τη γνωστοποίηση τέτοιας σύγκρουσης προς τον Υπουργό, προκειμένου να αποτρέπεται οποιοσδήποτε κίνδυνος ή δυσμενείς συνέπειες επί των συμφερόντων του Ειδικού Ταμείου· και

(ε) τηρεί το σύνολο των ρυθμιστικών απαιτήσεων που διέπουν την άσκηση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, ώστε να προωθούνται κατά τον πλέον επωφελή τρόπο τα συμφέροντα του Ειδικού Ταμείου, καθώς και η ακεραιότητα της αγοράς.

(15) Ο Υπουργός, με οδηγία του, καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις διορισμού εξωτερικού διαχειριστή επενδύσεων και θεσπίζει, με σκοπό τη διασφάλιση της συνετούς παροχής υπηρεσίας διαχείρισης επενδύσεων, τις απαιτήσεις που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την άσκηση των καθηκόντων του εξωτερικού διαχειριστή επενδύσεων:

Νοείται ότι, οι όροι και προϋποθέσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο προτείνονται από την επιτροπή επενδύσεων και ακολούθως εγκρίνονται από τον Υπουργό.

(16) Ο Υπουργός, κατόπιν εισήγησης της επιτροπής επενδύσεων, διορίζει ένα ή περισσότερα πρόσωπα ως θεματοφύλακες του Ειδικού Ταμείου.

(17) Η επιτροπή επενδύσεων μεριμνά, ώστε οι εξωτερικοί διαχειριστές επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου και/ή οι θεματοφύλακες να ετοιμάζουν έκθεση επενδύσεων των περιουσιακών στοιχείων του Ειδικού Ταμείου, την οποία μελετά και προωθεί μαζί με τα σχόλια της προς τον Υπουργό για υποβολή της στο Υπουργικό Συμβούλιο για ενημέρωση και η τελική έκθεση επενδύσεων υποβάλλεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη του οικονομικού έτους και ακολούθως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας από τον Υπουργό.

(18) Ο Υπουργός δύναται να αναθέσει οποιεσδήποτε από τις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου εξουσίες του σε οποιαδήποτε τμήματα ή/και υπηρεσίες υπάγονται στο Υπουργείο Οικονομικών ή στον Γενικό Λογιστή, με εξαίρεση τον διορισμό λειτουργικού διαχειριστή του Ειδικού Ταμείου.

(19) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς για την περαιτέρω ρύθμιση ζητημάτων που αφορούν στη διαχείριση των επενδύσεων του Ειδικού Ταμείου.

Τεχνικά αποθεματικά

18.-(1) Το Ειδικό Ταμείο διαθέτει κάθε χρόνο επαρκή τεχνικά αποθεματικά για την καταβολή των παρεχόμενων, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συνταξιοδοτικών ωφελημάτων.

(2) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών διενεργείται από αναλογιστή, ο οποίος βεβαιώνει την επάρκειά τους κάθε έτος, με ημερομηνία εκτίμησης τη λήξη του προηγούμενου οικονομικού έτους, στη βάση αναγνωρισμένων αναλογιστικών μεθόδων:

(3) Ο υπολογισμός των τεχνικών αποθεματικών δύναται να διενεργείται κάθε τρία (3) έτη, υπό την προϋπόθεση ότι ο αναλογιστής ετοιμάζει, κατά το μεσοδιάστημα κάθε έτους, έκθεση, με ημερομηνία εκτίμησης τη λήξη του προηγούμενου οικονομικού έτους, η οποία αντανακλά την αναπροσαρμοσμένη εξέλιξη των εν λόγω αποθεματικών και τις μεταβολές των καλυπτόμενων κινδύνων.

Ετοιμασία ετήσιων οικονομικών καταστάσεων

19.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 79 του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου, ο Γενικός Λογιστής ετοιμάζει ετήσια, στη βάση διεθνών λογιστικών προτύπων που ο ίδιος ήθελε αποφασίσει, οικονομικές καταστάσεις του Ειδικού Ταμείου με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου οικονομικού έτους, οι οποίες παρουσιάζουν την αληθινή και δίκαιη εικόνα των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, των εσόδων και εξόδων και της χρηματοοικονομικής κατάστασης του Ειδικού Ταμείου.

(2) Οι προβλεπόμενες στις διατάξεις του εδαφίου (1) οικονομικές καταστάσεις, υποβάλλονται στον Γενικό Ελεγκτή για έλεγχο, εντός έξι (6) μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους αναφοράς.

Δημοσίευση εκθέσεων και ετήσιων οικονομικών καταστάσεων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και υποβολή τους στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων

20. Η έκθεση που ετοιμάζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 18, καθώς και οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που ετοιμάζονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 19, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και υποβάλλονται για ενημέρωση στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Αναπροσαρμογή ποσοστού χρηματοδότησης

21.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αναλογιστής διαπιστώνει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου δεν επαρκούν για την κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών, το ποσοστό χρηματοδότησης αναπροσαρμόζεται, προκειμένου τα περιουσιακά στοιχεία του Ειδικού Ταμείου να βρίσκονται στο απαιτούμενο ύψος, ώστε να καλύπτουν επαρκώς τα τεχνικά αποθεματικά αυτού.

(2) Για τον σκοπό αυτό, καταρτίζεται και αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα, γραπτή πολιτική χρηματοδότησης, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον, τη μέθοδο χρηματοδότησης, τον χρηματοδοτικό στόχο, τη συχνότητα διενέργειας αναλογιστικών μελετών, τη συχνότητα παρακολούθησης του χρηματοδοτικού στόχου και τις διαδικασίες και μηχανισμούς που πρέπει να εφαρμόζονται, εάν απαιτούνται αλλαγές, σε περίπτωση που το Ειδικό Ταμείο έχει απομακρυνθεί από τον απαιτούμενο χρηματοδοτικό στόχο.

(3) Σε περίπτωση που ο στόχος χρηματοδότησης δεν επιτυγχάνεται σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στην πολιτική χρηματοδότησης, το Ειδικό Ταμείο καταρτίζει σχέδιο ανάκαμψης, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος χρηματοδότησης, εντός χρονικού ορίζοντα που αποφασίζεται.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), το εκάστοτε ύψος του ποσοστού χρηματοδότησης καθορίζεται με Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Επιβολή χρεώσεων στους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα

22. Για τις υπηρεσίες που παρέχονται από το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας προς τους οργανισμούς και αφορούν στη διεκπεραίωση των εργασιών του Ειδικού Ταμείου, επιβάλλονται χρεώσεις οι οποίες υπολογίζονται βάσει συγκεκριμένης μεθοδολογίας, όπως καθορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

ΜΕΡΟΣ ΙΙI ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΗΜΑΤΑ
Χορήγηση συνταξιοδοτικών ωφελημάτων

23.-(1) Σύνταξη, εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα και άλλα ωφελήματα χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου στα μέλη του Σχεδίου.

(2) Σύνταξη, εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα χορηγούμενο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, υπολογίζεται σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησης του μέλους του Σχεδίου.

Μη εκχώρηση συνταξιοδοτικών ωφελημάτων

24. Η σύνταξη, το εφάπαξ ποσό, το φιλοδώρημα ή άλλο ωφέλημα, που χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δεν δύναται να εκχωρηθεί ή μεταβιβαστεί και δεν υπόκειται σε κατάσχεση, επίσχεση ή κράτηση για οποιοδήποτε χρέος ή απαίτηση εκτός-

(α) για χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία ή στον οργανισμό· ή

(β) για ικανοποίηση διατάγματος αρμοδίου δικαστηρίου για τη διατροφή της συζύγου ή της πρώην συζύγου ή τέκνου.

Απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος

25. Οποιοδήποτε φιλοδώρημα ή εφάπαξ ποσό που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, απαλλάσσεται από την επιβολή φόρου εισοδήματος.

Συντελεστής σύνταξης και εφάπαξ ποσό

26.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε μέλος του Σχεδίου που έχει συμπληρώσει υπηρεσία πέντε (5) ή περισσότερων ετών καταβάλλεται, κατά την αφυπηρέτησή του, σε οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες στις διατάξεις του άρθρου 27 περιπτώσεις-

(α) ετήσια σύνταξη με βάση συντελεστή ενός οκτακοσιοστού (1/800) του μέσου όρου των ακαθάριστων συντάξιμων απολαβών του συνόλου των μηνών συντάξιμης υπηρεσίας του έως την ημερομηνία αφυπηρέτησής του, αναπροσαρμοσμένων με την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία για μία ή περισσότερες περιόδους συντάξιμης υπηρεσίας δεν υπάρχουν διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία μεταξύ της ημερομηνίας πρόσληψης και της ημερομηνίας αφυπηρέτησης, ως «μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές» καθορίζεται ο μέσος όρος των διαθέσιμων στοιχείων για τις μηνιαίες απολαβές του πλησιέστερου μήνα προς την αρχή και το τέλος κάθε τέτοιας περιόδου και σε περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχουν καθόλου διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία από την ημερομηνία πρόσληψης και για οποιαδήποτε χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία αυτή, ως «συντάξιμες απολαβές αναλογούσες σε κάθε τέτοια περίοδο», καθορίζεται ο μέσος όρος ανάμεσα στο μισθό πρόσληψης και τον πρώτο μήνα για τον οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές που προκύπτουν, αναπροσαρμόζονται κατά την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας· και

(β) εφάπαξ ποσό ίσο με την ετήσια σύνταξη πολλαπλασιαζόμενη επί δεκατέσσερα (14) και διαιρούμενου του ποσού που προκύπτει διά τρία (3):

Νοείται ότι, το μέλος του Σχεδίου δύναται να επιλέξει μεταξύ της καταβολής ολόκληρου του εφάπαξ ποσού που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο ή μετατροπής αυτού σε σταθερό μηνιαίο ποσό ή καταβολής μέρους αυτού σε ποσοστό εικοσιπέντε τοις εκατό (25%) ή πενήντα τοις εκατό (50%) ή εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) και αναλογιστικής μετατροπής του υπολοίπου σε σταθερό μηνιαίο ποσό· το σταθερό μηνιαίο ποσό υπολογίζεται αφού το εφάπαξ ποσό που υπόκειται σε μετατροπή, διαιρείται με το συντελεστή που ορίζεται στον Πρώτο Πίνακα, ανάλογα με την ηλικία του μέλους του Σχεδίου κατά την αφυπηρέτηση, για να αποδώσει το ετήσιο ποσό, το οποίο στη συνέχεια διαιρείται διά δώδεκα (12) για να αποδώσει το σταθερό μηνιαίο ποσό:

Νοείται περαιτέρω ότι, η επιλογή αυτή είναι δεσμευτική.

(2) Η ετήσια σύνταξη που καταβάλλεται σε μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου κατά την ημερομηνία της αφυπηρέτησής του δεν δύναται να υπερβαίνει το ένα δεύτερο (1/2) των ετήσιων συντάξιμων απολαβών που καταβάλλονται σε αυτό κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησής του.

(3) Τα ωφελήματα αφυπηρέτησης μέλους του Σχεδίου που αφυπηρετεί από τη θέση Πρέσβη, για την περίοδο κατά την οποία υπηρέτησε ως Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών, υπολογίζονται με βάση τις συντάξιμες απολαβές που αντιστοιχούν στη θέση Γενικού Διευθυντή.

Περιπτώσεις χορήγησης συνταξιοδοτικών ωφελημάτων

27. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σύνταξη και εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα ή άλλο ωφέλημα, χορηγείται σε μέλος του Σχεδίου κατά την αφυπηρέτησή του σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Με τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο·

(β) σε οποιαδήποτε περίπτωση συμπλήρωσης της ηλικίας όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 45, αναφορικά με το χρόνο έναρξης καταβολής της σύνταξης και το χρόνο καταβολής του εφάπαξ ποσού·

(γ) με την κατάργηση της θέσης του·

(δ) με την αφυπηρέτησή του για να διευκολυνθεί η βελτίωση της οργάνωσης της υπηρεσίας στην οποία ανήκει με την οποία δυνατό να επιτευχθεί αποτελεσματικότερη λειτουργία της ή οικονομία·

(ε) εάν το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο ικανοποιηθεί από έκθεση ιατροσυμβουλίου ότι το μέλος του Σχεδίου δεν δύναται να εκτελεί τα καθήκοντά του, λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας και ότι η ανικανότητα αυτή πιθανόν να είναι μόνιμη·

(στ) στην περίπτωση τερματισμού των υπηρεσιών του μέλους του Σχεδίου για εξειδικευμένους λόγους δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με τον οικείο νόμο·

(ζ) σε περίπτωση αφυπηρέτησης μέλους του Σχεδίου, λόγω αναίτιας υπηρεσιακής ανεπάρκειας ή ακαταλληλότητάς του·

(η) σε περίπτωση επιβολής από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο της πειθαρχικής ποινής της αναγκαστικής αφυπηρέτησης·

(θ) με την αφυπηρέτησή του για λόγους δημόσιου συμφέροντος, ώστε να αναλάβει το μέλος του Σχεδίου δημόσιο λειτούργημα ασυμβίβαστο με το αξίωμα ή τη θέση που κατέχει ή στην οποία απασχολείται με σύμβαση ή ως ειδικός αστυνομικός·

(ι) σε περίπτωση οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης.

Αφυπηρέτηση εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου, ειδικών αστυνομικών, συμβασιούχων υπαξιωματικών και αποφοίτων Δασικού Κολλεγίου

28.-(1) Ανεξαρτήτως των όρων απασχόλησης ή των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου ή Κανονισμών, οι υπάλληλοι που καθορίζονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, καθώς και οι εργοδοτούμενοι αορίστου χρόνου που εντάσσονται στο Σχέδιο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, αφυπηρετούν στις ίδιες περιπτώσεις και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, τηρουμένων των αναλογιών, που εφαρμόζονται για τους κατόχους των αντίστοιχων μόνιμων θέσεων που είναι μέλη του Σχεδίου:

Νοείται ότι, σε σχέση με τους συμβασιούχους υπαξιωματικούς αντίστοιχη μόνιμη θέση σημαίνει μέλος του Στρατού που υπηρετεί ως μόνιμος Υπαξιωματικός:

Νοείται περαιτέρω ότι, η αρμόδια αρχή, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο, αποφασίζει για την αφυπηρέτηση των υπαλλήλων που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1):

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, αρμόδια αρχή είναι-

(α) σε σχέση με τους ειδικούς αστυνομικούς, ο Αρχηγός Αστυνομίας·

(β) σε σχέση με τους συμβασιούχους υπαξιωματικούς και εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου για εκτέλεση καθηκόντων αξιωματικού, ο Υπουργός Άμυνας·

(γ) σε σχέση με τους εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, το όργανο το οποίο έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για την αφυπηρέτηση των μόνιμων υπαλλήλων·

(δ) σε σχέση με τους εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, το όργανο το οποίο έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για την αφυπηρέτηση των εργοδοτουμένων αορίστου χρόνου.

Αφυπηρέτηση πριν από τη συμπλήρωση πενταετούς υπηρεσίας

29.-(1) Εκτός από τις περιπτώσεις για τις οποίες γίνεται ειδική πρόβλεψη στον παρόντα Νόμο, σε περίπτωση αφυπηρέτησης μέλους του Σχεδίου, σε μια από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27 πριν από τη συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε (5) ετών, καταβάλλεται φιλοδώρημα ίσο με το ένα δέκατο (1/10) του μέσου όρου των ετήσιων ακαθάριστων συντάξιμων απολαβών του συνόλου της συντάξιμης υπηρεσίας του από την ημερομηνία πρόσληψης έως την ημερομηνία αφυπηρέτησής του, αναπροσαρμοσμένων κατά την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία για μία ή περισσότερες περιόδους συντάξιμης υπηρεσίας δεν υπάρχουν διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία μεταξύ της ημερομηνίας πρόσληψης και της ημερομηνίας αφυπηρέτησης, ως «μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές» καθορίζεται ο μέσος όρος των διαθέσιμων στοιχείων για τις μηνιαίες απολαβές του πλησιέστερου μήνα προς την αρχή και το τέλος κάθε τέτοιας περιόδου και σε περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχουν καθόλου διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία από την ημερομηνία πρόσληψης και για οποιαδήποτε χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία αυτή, ως «συντάξιμες απολαβές αναλογούσες σε κάθε τέτοια περίοδο», καθορίζεται ο μέσος όρος ανάμεσα στο μισθό πρόσληψης και τον πρώτο μήνα για τον οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές που προκύπτουν, αναπροσαρμόζονται κατά την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας.

(2) Το φιλοδώρημα που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), καταβάλλεται εξολοκλήρου κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησης του μέλους του Σχεδίου.

Ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης

30.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου και των εδαφίων (2), (3) και (4) του παρόντος άρθρου, ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης όλων των μελών του Σχεδίου λογίζεται η ηλικία των εξήντα πέντε (65) ετών.

(2)(α) Ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης μέλους της Αστυνομίας που κατέχει τον βαθμό του Υπαστυνόμου ή ανώτερου αυτού και ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης μέλους της Πυροσβεστικής που κατέχει τον βαθμό Υποπυραγού ή ανώτερου αυτού λογίζεται η ηλικία των εξήντα τριών (63) ετών·

(β) ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης μέλους της Αστυνομίας που κατέχει βαθμό όχι ανώτερο του Λοχία, περιλαμβανομένου και ειδικού αστυνομικού και ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης μέλους της Πυροσβεστικής που κατέχει βαθμό όχι ανώτερο του Πυρονόμου λογίζεται η ηλικία των εξήντα δύο (62) ετών.

(3) Ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης δασκάλου λογίζεται η ηλικία των εξήντα δύο (62) ετών.

(4) Ως ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης για τα μέλη του Στρατού καθορίζεται η ηλικία που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.

(5) Η ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης των μελών του Σχεδίου αναπροσαρμόζεται κάθε πέντε (5) έτη, με τροποποίηση του παρόντος Νόμου, βάσει της μεταβολής του προσδόκιμου ζωής κατά την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, με πρώτη αναπροσαρμογή που αντιστοιχεί στη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής κατά την πενταετία 2018 έως 2023.

(6) Η ηλικία του μέλους του Σχεδίου θεωρείται ότι συμπληρώνεται κατά την ημέρα των γενεθλίων του.

(7) Κάθε μέλος του Σχεδίου αφυπηρετεί την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το μήνα κατά τον οποίο συμπληρώνεται η ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του:

Νοείται ότι, ο Υπουργός Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας δύναται να επιτρέψει σε καθηγητή ή δάσκαλο, ο οποίος συμπληρώνει την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους, να συνεχίσει να υπηρετεί μέχρι το τέλος του σχολικού έτους.

(8) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να απαιτήσει από μέλος του Σχεδίου, εάν κριθεί απαραίτητο για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος, να αφυπηρετήσει με τη συμπλήρωση ηλικίας κατά πέντε (5) έτη μικρότερης της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του ή σε οποιονδήποτε μεταγενέστερο χρόνο.

(9) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος, να επιτρέψει σε μέλος του Σχεδίου να παραμείνει στην υπηρεσία μετά την ημερομηνία συμπλήρωσης της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του για όσο χρονικό διάστημα το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε ορίσει:

Νοείται ότι, η δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (8) και (9) παρεχόμενη εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο για τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ασκείται κατ’ αναλογίαν από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΜΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Θεμελιωτική και συντάξιμη υπηρεσία

31.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, περίοδος που δεν λογίζεται ως θεμελιωτική υπηρεσία δεν λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία.

(2) Εκτός εάν άλλως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, καμία περίοδος κατά την οποία το μέλος του Σχεδίου δεν υπηρετούσε στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα δεν λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της θεμελιωτικής ή συντάξιμης υπηρεσίας.

Υπολογισμός συντάξιμης υπηρεσίας

32.-(1) Μόνο η περίοδος υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου που διανύθηκε από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του στο Σχέδιο και μετέπειτα λογίζεται ως συντάξιμη:

Νοείται ότι-

(α) σε περίπτωση που περίοδος υπηρεσίας σε μόνιμη θέση ή με σύμβαση ή επί δοκιμασία ή έκτακτη ή ωρομίσθια ακολουθείται είτε αμέσως είτε ύστερα από διακοπή από υπηρεσία που διανύθηκε από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του μέλους στο Σχέδιο και ο διορισμός του μέλους έχει επικυρωθεί, σε περίπτωση που απαιτείται τέτοια επικύρωση από το νόμο ή κανονισμούς που διέπουν τους όρους διορισμού του, η περίοδος αυτή λογίζεται ως συντάξιμη·

(β) σε περίπτωση που μέλος του Σχεδίου αφυπηρετεί, λόγω ορίου ηλικίας ή αποβιώσει κατά την υπηρεσία και έχει συμπληρώσει πέντε (5) ή περισσότερα έτη υπηρεσίας, καταβάλλονται σε αυτό συνταξιοδοτικά ωφελήματα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26 και του άρθρου 48 και λογίζεται ως «συντάξιμος υπάλληλος» για τους σκοπούς του Μέρους VI·

(γ) υπηρεσία μέλους του Σχεδίου στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας, η οποία διακόπτει την υπηρεσία του λογίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως συντάξιμη υπηρεσία, ενώ κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας αυτής το μέλος λογίζεται ότι διατηρεί τη θέση που κατείχε ή έναντι της οποίας απασχολείτο με σύμβαση ή ως ειδικός αστυνομικός πριν από την έναρξη της υπηρεσίας του στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας·

(δ) περίοδος κατά την οποία μέλος του Σχεδίου εκτελούσε καθήκοντα σε μία θέση κατόπιν αναπληρωτικού διορισμού λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία·

(ε) σε περίπτωση θανάτου μέλους του Σχεδίου κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας, οποιαδήποτε περίοδος κανονικής άδειας που δικαιούτο το μέλος κατά την ημερομηνία του θανάτου του λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία·

(στ) περίοδος απουσίας του μέλους με άδεια χωρίς απολαβές δεν λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία, εκτός εάν πρόκειται για άδεια για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος ή άδεια που μετατρέπεται σε άδεια για σκοπούς δημόσιας πολιτικής· και

(ζ) σε περίπτωση καθηγητή ή δασκάλου που υπηρετεί σε σχολεία στις τουρκοκρατούμενες περιοχές της Δημοκρατίας ή υπηρέτησε στα σχολεία αυτά πριν από την αφυπηρέτηση ή το θάνατό του και δεν συμπληρώνει το προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο απαιτούμενο ανώτατο όριο υπηρεσίας για πλήρη σύνταξη, ο χρόνος υπηρεσίας του στα σχολεία αυτά μετά την τουρκική εισβολή λογίζεται ως διπλάσιος για σκοπούς υπολογισμού των ωφελημάτων αφυπηρέτησής του.

(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δεν λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία οποιαδήποτε περίοδος υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου που λογίστηκε ως συντάξιμη υπηρεσία για σκοπούς του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό.

Επιστροφή Ταμείου Προνοίας, σύνταξης και φιλοδωρήματος

33.-(1) Οποιαδήποτε περίοδος υπηρεσίας για την οποία εισπράχθηκε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό-

(α) από εισφορές εργοδότη σε Ταμείο Προνοίας˙ ή

(β) υπό μορφή σύνταξης ή φιλοδωρήματος δυνάμει οποιουδήποτε Κανονισμού ή όρων απασχόλησης είτε για υπηρεσία με σύμβαση είτε ως ειδικός αστυνομικός,

δεν λογίζεται ως υπηρεσία, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος επιλέξει με έγγραφο απευθυνόμενο στον Γενικό Λογιστή να καταβάλει στο Ειδικό Ταμείο το ποσό που εισέπραξε με τόκο προς όσο επιτόκιο ήθελε καθορίσει ο Υπουργός Οικονομικών.

(2) Η επιλογή ασκείται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου αναφορικά με τα μέλη του Σχεδίου που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) και στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 4 ή εντός τριών (3) μηνών από την πραγματική ημερομηνία εισόδου του μέλους στο Σχέδιο, αναφορικά με τα μέλη που καθορίζονται-

(α) στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(β) στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(γ) στη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(δ) στο άρθρο 6· και

(ε) στο εδάφιο (3) του άρθρου 7:

Νοείται ότι, σε σχέση με τους υπαλλήλους που καθίστανται μέλη του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, η επιλογή ασκείται εντός τριών (3) μηνών, από την ημερομηνία που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8.

(3) Ο χρόνος και ο τρόπος επιστροφής καθορίζονται από τον Γενικό Λογιστή:

Νοείται ότι, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, σε οποιαδήποτε ειδική περίπτωση να επιτρέψει όπως η επιλογή ασκηθεί μέχρι τέτοια μεταγενέστερη ημερομηνία που ο ίδιος ήθελε ορίσει.

(4) Το προβλεπόμενο στις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) ποσό δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό που καθίσταται καταβλητέο από τον εργοδότη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το ποσό που προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) είναι μικρότερο από το ποσό που καθίσταται καταβλητέο από τον εργοδότη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, ο εργοδότης καταβάλλει αναδρομικά ποσό ίσο με τη διαφορά.

(5) Για σκοπούς υπολογισμού των ποσών που καθίστανται καταβλητέα από μέλος του Σχεδίου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνυπολογίζονται οι εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων που καθίστανται επιστρεπτέες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

Εφαρμογή ειδικών διατάξεων σε σχέση με τα μέλη του Στρατού

34. Οι ειδικές διατάξεις που διέπουν την αφυπηρέτηση και τα ωφελήματα αφυπηρέτησης των μελών του Στρατού, τα οποία είναι μέλη του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων, όπως αυτές καθορίζονται στον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο και στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού, καθώς και στον περί των Μελών του Στρατού της Δημοκρατίας (Αφυπηρέτηση και Συναφή Θέματα) (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμο, εφαρμόζονται και για τα μέλη του Στρατού, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

Αναγνώριση προηγούμενης υπηρεσίας

35.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου που υπηρέτησε για οποιαδήποτε περίοδο εγκατέλειψε ή εγκαταλείπει την υπηρεσία για οποιονδήποτε λόγο, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε ωφέλημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και αργότερα επαναδιορίστηκε ή επαναδιοριστεί ή επαναπροσλήφθηκε ή επαναπροσληφθεί στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και υπηρετήσει για πέντε (5) έτη ή περισσότερα και τελικά αφυπηρετήσει σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία δικαιούται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 27, η προηγούμενη υπηρεσία του λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης κατά την τελική αφυπηρέτησή του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία χορηγήθηκε στο μέλος του Σχεδίου οποιοδήποτε φιλοδώρημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για την προηγούμενη υπηρεσία του, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται, μόνο εάν το μέλος, αμέσως μετά τον επαναδιορισμό ή την επαναπρόσληψή του ή σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία όπως σε ειδική περίπτωση επιτρέψει ο Υπουργός Οικονομικών, επιλέξει να επιστρέψει στο Ειδικό Ταμείο το φιλοδώρημα που του καταβλήθηκε.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου που αφυπηρέτησε δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 27 επαναδιορίστηκε ή επαναδιοριστεί ή επαναπροσλήφθηκε ή επαναπροσληφθεί στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και υπηρετήσει για περίοδο όχι λιγότερη από πέντε (5) έτη και αφυπηρετήσει τελικά σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία δικαιούται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 27, η προηγούμενή του υπηρεσία λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης κατά την τελική αφυπηρέτησή του, εάν αμέσως μετά τον επαναδιορισμό ή την επαναπρόσληψή του ειδοποιήσει γραπτώς τον Γενικό Λογιστή ότι αναλαμβάνει να επιστρέψει αμέσως οποιοδήποτε φιλοδώρημα του χορηγήθηκε κατά την αφυπηρέτησή του πριν από τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών υπηρεσίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 ή συγκατατίθεται να διακοπεί η καταβολή, από την ημερομηνία του επαναδιορισμού ή της επαναπρόσληψής του, οποιασδήποτε σύνταξης του χορηγήθηκε και στην άμεση επιστροφή οποιουδήποτε εφάπαξ ποσού του καταβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26· σε τέτοια περίπτωση, κατά τον υπολογισμό της σύνταξης και του φιλοδωρήματος κατά την τελική του αφυπηρέτηση δεν λαμβάνεται υπόψη οποιαδήποτε περίοδος υπηρεσίας που τυχόν προστέθηκε κατά την προηγούμενη αφυπηρέτησή του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ο υπάλληλος δεν ειδοποιήσει για τη συγκατάθεσή του όπως προβλέπεται στο παρόν εδάφιο, οποιαδήποτε πρόσθετη σύνταξη χορηγήθηκε στο μέλος δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του άρθρου 36 ή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 37, αφαιρείται από τη σύνταξή του από την ημερομηνία του επαναδιορισμού ή της επαναπρόσληψής του, η δε πρόσθετη σύνταξη που αφαιρείται καταβάλλεται στο μέλος κατά την ημερομηνία επαναδιορισμού ή επαναπρόσληψής του.

(3) Η επιστροφή οποιουδήποτε ποσού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργείται με απλό τόκο, προς όσο επιτόκιο ο Υπουργός Οικονομικών ήθελε καθορίσει και υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το ποσό καταβλήθηκε έως την ημερομηνία επιστροφής ολόκληρου του ποσού και ο χρόνος και ο τρόπος επιστροφής καθορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών.

(4) Σε περίπτωση που μέλος του Σχεδίου στο οποίο αναφέρονται τα εδάφια (1) ή (2) αποβιώσει σε οποιονδήποτε χρόνο μετά τον επαναδιορισμό ή την επαναπρόσληψή του, η προηγούμενη του υπηρεσία λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης οικογενειών και του εφάπαξ φιλοδωρήματος που καταβάλλεται στον νόμιμο προσωπικό του αντιπρόσωπο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο όρος των εδαφίων αυτών για πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία μετά τον επαναδιορισμό ή επαναπρόσληψή του.

ΜΕΡΟΣ V ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΩΦΕΛΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΦΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΛΟΓΩ ΟΡΙΟΥ ΗΛΙΚΙΑΣ
Σύνταξη σε περίπτωση κατάργησης θέσης ή αναδιοργάνωσης

36. Σε μέλος του Σχεδίου, το οποίο αφυπηρετεί αναγκαστικά με την κατάργηση της θέσης που κατέχει ή έναντι της οποίας απασχολείται με σύμβαση ή ως ειδικός αστυνομικός για να διευκολυνθεί η βελτίωση της οργάνωσης του τμήματος της κρατικής υπηρεσίας ή του οργανισμού στον οποίο ανήκει, με την οποία δυνατό να επιτευχθεί αποτελεσματικότερη λειτουργία ή οικονομία, δύναται να χορηγηθεί-

(α) σύνταξη, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο όρος για συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε (5) ετών·

(β) πρόσθετη σύνταξη ίση με το ένα εξηκοστό (1/60) των συντάξιμων απολαβών του για κάθε περίοδο τριών (3) ετών συντάξιμης υπηρεσίας:

Νοείται ότι-

(i) η πρόσθετη σύνταξη δεν υπερβαίνει τα δέκα εξηκοστά (10/60)· και

(ii) το σύνολο της πρόσθετης σύνταξης και της σύνταξης δεν υπερβαίνει τη σύνταξη που θα εδικαιούτο, εάν συνέχιζε να υπηρετεί στη θέση την οποία κατείχε ή έναντι της οποίας απασχολείτο κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησής του και είχε αφυπηρετήσει με τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, λαμβάνοντας όλες τις προσαυξήσεις τις οποίες εδικαιούτο μέχρι την ημερομηνία αυτή.

Αύξηση σύνταξης σε περίπτωση αφυπηρέτησης λόγω ασθένειας

37.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), σε περίπτωση που μέλος του Σχεδίου το οποίο αφυπηρετεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του άρθρου 27, λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας και έχει κατά την ημερομηνία της αφυπηρέτησής του συμπληρώσει συντάξιμη υπηρεσία-

(α) πέντε (5) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερη των δέκα (10) ετών λογίζεται ότι συμπλήρωσε διπλάσια συντάξιμη υπηρεσία·

(β) δέκα (10) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερη των δεκαπέντε (15) ετών λογίζεται ότι συμπλήρωσε είκοσι (20) έτη συντάξιμης υπηρεσίας·

(γ) δεκαπέντε (15) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερη των είκοσι τριών (23) ετών, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά πέντε (5) έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσίας τα είκοσι πέντε (25) έτη·

(δ) είκοσι τριών (23) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερη των τριάντα (30) ετών, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά δύο (2) έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσίας τα τριάντα (30) έτη:

Νοείται ότι, η πιο πάνω προστιθέμενη υπηρεσία λογίζεται ως υπηρεσία για την οποία καταβλήθηκαν τα ποσά που προβλέπονται στο άρθρο 14 του παρόντος Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε καμιά περίπτωση η σύνταξη υπολογίζεται με βάση υπηρεσία μεγαλύτερη από εκείνη την οποία θα είχε το μέλος του Σχεδίου εάν παρέμενε στην υπηρεσία μέχρι την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση μέλους του Σχεδίου, το οποίο δικαιούται σε πρόσθετη σύνταξη λόγω αναπηρίας που οφείλεται σε τραυματισμό κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 47, εάν η πρόσθετη αυτή σύνταξη είναι μεγαλύτερη από το ωφέλημα που παρέχεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1).

Τερματισμός υπηρεσίας για λόγους δημόσιου συμφέροντος

38. Σε περίπτωση τερματισμού από το Υπουργικό Συμβούλιο ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο της υπηρεσίας μέλους του Σχεδίου για εξειδικευμένους λόγους δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου, οποιαδήποτε νέα υπηρεσία του μέλους αυτού μετά από επαναδιορισμό ή επαναπρόσληψη σε οποιαδήποτε κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα μετά την αφυπηρέτησή του δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του άρθρου 27 δεν λογίζεται ως συνέχεια της προηγούμενης υπηρεσίας του, εκτός εάν ο Υπουργός Οικονομικών ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο ήθελε αποφασίσει διαφορετικά με βάση τα περιστατικά της κάθε περίπτωσης, οπότε το μέλος του Σχεδίου επιστρέφει στο Ειδικό Ταμείο τα εις αυτό παραχωρηθέντα ωφελήματα, ώστε να αναγνωριστεί η προηγούμενη υπηρεσία του.

Συνταξιοδοτικά ωφελήματα σε περίπτωση πειθαρχικής ποινής αναγκαστικής αφυπηρέτησης

39. Σε περίπτωση αναγκαστικής αφυπηρέτησης μέλους του Σχεδίου που υπηρετεί ή απασχολείται στην κρατική υπηρεσία, το θέμα των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων υποβάλλεται από τον Υπουργό Οικονομικών στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο και αποφασίζει για τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα που θα παραχωρηθούν, καθώς και τον χρόνο έναρξης της καταβολής τούτων, λαμβανομένων υπόψη των περιστατικών της υπόθεσης:

Νοείται ότι, τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα που παραχωρούνται δεν θα είναι λιγότερα από εκείνα που θα παραχωρούνταν στο μέλος του Σχεδίου, εάν επιβαλλόταν σε αυτό η ποινή της απόλυσης:

Νοείται περαιτέρω ότι, η δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου παρεχόμενη εξουσία στον Υπουργό Οικονομικών και στο Υπουργικό Συμβούλιο, όσον αφορά τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ασκείται κατ’ αναλογίαν από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα.

Αφυπηρέτηση λόγω αναίτιας υπηρεσιακής ανεπάρκειας ή ακαταλληλότητας

40. Σε περίπτωση αφυπηρέτησης μέλους του Σχεδίου για λόγους αναίτιας υπηρεσιακής ανεπάρκειας ή ακαταλληλότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου, καταβάλλονται σε αυτό συνταξιοδοτικά ωφελήματα βάσει της πραγματικής του υπηρεσίας.

Αφυπηρέτηση για ανάληψη δημόσιου λειτουργήματος

41.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου αφυπηρετεί για ανάληψη δημόσιου λειτουργήματος που είναι ασυμβίβαστο με το αξίωμα ή τη θέση την οποία κατέχει ή στην οποία απασχολείται με σύμβαση ή ως ειδικός αστυνομικός, στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, το μέλος αυτό, σε κάθε περίπτωση, λαμβάνει για την υπηρεσία του σύνταξη και εφάπαξ ποσό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο όρος για συμπλήρωση πενταετούς υπηρεσίας και ο χρόνος καταβολής του εφάπαξ ποσού και ο χρόνος έναρξης καταβολής της σύνταξης καθορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 45 του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, η σύνταξη που αρχίζει να καταβάλλεται στο μέλος κατά τον χρόνο που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 45 είναι αυξημένη κατά οποιοδήποτε ποσοστό κατά το οποίο ήθελαν αυξηθεί οι συντάξεις μεταξύ της ημερομηνίας πρόωρης αφυπηρέτησής του και της ημερομηνίας καταβολής της σύνταξης.

(2) Οποιαδήποτε νέα υπηρεσία αναληφθεί από πρόσωπο, στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μετά την αφυπηρέτησή του, δεν λογίζεται ως συνέχεια της προηγούμενης υπηρεσίας του.

Συνταξιοδοτικά ωφελήματα μελών του Σχεδίου που παραιτούνται από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σκοπό να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε άλλο κράτος μέλος ή σε διεθνή οργανισμό

42. Μέλος του Σχεδίου που παραιτείται από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σκοπό να ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα σε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει συντάξιμη υπηρεσία όχι λιγότερη των πέντε (5) ετών και ο διορισμός του σε θέση έχει επικυρωθεί, σε περίπτωση που απαιτείται τέτοια επικύρωση από το νόμο ή Κανονισμούς που διέπουν τους όρους του διορισμού του, δικαιούται είτε να μεταφέρει τα συνταξιοδοτικά του ωφελήματα στο συνταξιοδοτικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 είτε να λάβει τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα που καταβάλλονται στην περίπτωση οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης:

Νοείται ότι, μέλος του Σχεδίου που παραιτείται από την κρατική υπηρεσία ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σκοπό να ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος ή σε διεθνή οργανισμό και έχει συντάξιμη υπηρεσία όχι λιγότερη των πέντε (5) ετών και ο διορισμός του σε θέση έχει επικυρωθεί, σε περίπτωση που απαιτείται τέτοια επικύρωση από το νόμο ή Κανονισμούς που διέπουν τους όρους του διορισμού του, δικαιούται να λάβει τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα που καταβάλλονται στην περίπτωση της οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης.

Δικαίωμα μεταφοράς συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από το συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα στο συνταξιοδοτικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης

43.-(1) Μέλος του Σχεδίου που αφυπηρετεί για ανάληψη καθηκόντων σε μόνιμη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δικαιούται από τη μονιμοποίησή του και μέχρι την ημερομηνία που θεμελιώνει δικαίωμα συντάξεως αρχαιότητας κατά την έννοια του Κανονισμού 77 του Κανονισμού (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 και 31/1962, να ενεργήσει, ώστε να καταβληθεί από τη Δημοκρατία στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσό που αντικατοπτρίζει την κεφαλαιακή αξία των ωφελημάτων που έχει διασφαλίσει με βάση το σύστημα συντάξεων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα με αναγωγή του ποσού αυτού στον χρόνο της πραγματικής μεταφοράς του:

Νοείται ότι, η μεταφορά των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων δύναται να διενεργηθεί, νοουμένου ότι το μέλος του Σχεδίου δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των εξήντα τριών (63) ετών κατά την ημερομηνία μεταφοράς.

(2) Το προβλεπόμενο στις διατάξεις του εδαφίου (1) ποσό ισούται με το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε εκατέρωθεν από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου στο Ειδικό Ταμείο, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14:

Νοείται ότι, οι μήνες υπηρεσίας δεν δύναται να υπερβαίνουν τους τετρακόσιους (400).

(3) Με τη λήψη επιστολής από την Ευρωπαϊκή Ένωση για μεταφορά συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από το σύστημα συντάξεων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα στο σύστημα συνταξιοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία λήψης της πιο πάνω επιστολής, κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ενδιαφερόμενο, τις απαραίτητες πληροφορίες σε σχέση με την εν λόγω μεταφορά, καθώς και το σχετικό έντυπο αιτήσεως για διεκπεραίωση της μεταφοράς, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2.

(4) Ο ενδιαφερόμενος, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το εν λόγω έγγραφο κοινοποίησης, δηλώνει εγγράφως προς το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν αποδέχεται τη μεταφορά του σχετικού ποσού από το σύστημα συντάξεων των κρατικών υπαλλήλων στο σύστημα συνταξιοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η δήλωση αυτή είναι οριστική και αμετάκλητη, η δε πραγματική μεταφορά του κεφαλαίου από το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας διενεργείται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία αποδοχής της μεταφοράς, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ εάν η πραγματική μεταφορά διενεργηθεί μετά το πέρας της περιόδου των έξι (6) μηνών, το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας καταβάλλει σχετικό τόκο προς όσο επιτόκιο εκάστοτε ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Δικαίωμα μεταφοράς συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από το συνταξιοδοτικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα

44.-(1) Εφόσον υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος με βάση τον Κανονισμό (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 και 31/1962, θεμελίωσε δικαίωμα σε σύνταξη, διοριστεί στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δικαιούται από την ημερομηνία επικύρωσης του διορισμού του, σε περίπτωση που απαιτείται τέτοια επικύρωση από το νόμο ή Κανονισμούς που διέπουν τους όρους διορισμού του, να μεταφέρει, στο σύστημα συντάξεων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, το αναλογιστικό ισοδύναμο ποσό των δικαιωμάτων σε σύνταξη αρχαιότητας που έχει αποκτήσει για την υπηρεσία του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αυτό υπολογίζεται με βάση τον Κανονισμό (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 και 31/1962 και σε τέτοια περίπτωση, η υπηρεσία του στην Ευρωπαϊκή Ένωση λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία δυνάμει του συστήματος σύνταξης των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

(2) Με τη λήψη επιστολής για μεταφορά συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από το σύστημα συνταξιοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύστημα σύνταξης των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αποστέλλεται στον ενδιαφερόμενο έντυπο αιτήσεως για μεταφορά των εν λόγω ωφελημάτων, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2.

(3) Με τη λήψη του συμπληρωμένου και υπογεγραμμένου εντύπου αιτήσεως για μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων στο σύστημα συντάξεων των υπαλλήλων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας αποστέλλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ενδιαφερόμενο όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τη διεκπεραίωση της μεταφοράς.

Οικειοθελής πρόωρη αφυπηρέτηση

45.-(1) Μέλος του Σχεδίου με συντάξιμη υπηρεσία όχι λιγότερη των πέντε (5) ετών και νοουμένου ότι ο διορισμός του σε θέση έχει επικυρωθεί, σε περίπτωση που απαιτείται τέτοια επικύρωση από τον νόμο ή Κανονισμούς που διέπουν τους όρους διορισμού του, αποκτά δικαίωμα για υποβολή αίτησης για οικειοθελή πρόωρη αφυπηρέτηση.

(2) Σε περίπτωση που μέλος του Σχεδίου υποβάλλει αίτηση για οικειοθελή πρόωρη αφυπηρέτηση πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 30, η οποία εγκρίνεται από το αρμόδιο όργανο, καταβάλλεται σε αυτό εφάπαξ ποσό και σύνταξη όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 26 και ο χρόνος καταβολής του εφάπαξ ποσού και ο χρόνος έναρξης καταβολής της σύνταξης, καθορίζονται ως ακολούθως:

(i) Η σύνταξη αρχίζει να καταβάλλεται στο μέλος μόλις συμπληρώσει την ηλικία των εξήντα (60) ετών· και

(ii) το εφάπαξ ποσό με τη συμπλήρωση της ηλικίας των πενήντα (50) ετών:

Νοείται ότι, η σύνταξη που αρχίζει να καταβάλλεται στο μέλος κατά τον χρόνο έναρξης καταβολής της σύνταξης που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο είναι αυξημένη κατά οποιοδήποτε ποσοστό κατά το οποίο ήθελαν αυξηθεί οι συντάξεις μεταξύ της ημερομηνίας πρόωρης αφυπηρέτησής του και της ημερομηνίας καταβολής της σύνταξης.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου δεν ικανοποιεί τους άλλους όρους του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, αλλά έχει συντάξιμη υπηρεσία όχι μικρότερη των τριών (3) ετών και παραιτείται από τη θέση του με άδεια του αρμόδιου οργάνου, λαμβάνει αμέσως μετά την παραίτησή του εφάπαξ ποσό ίσο με το ένα δωδέκατο (1/12) του μέσου όρου των ετήσιων ακαθάριστων συντάξιμων απολαβών του συνόλου της συντάξιμης υπηρεσίας του από την ημερομηνία πρόσληψης έως την ημερομηνία αφυπηρέτησής του, αναπροσαρμοσμένων κατά την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία για μία ή περισσότερες περιόδους συντάξιμης υπηρεσίας δεν υπάρχουν διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία, μεταξύ της ημερομηνίας πρόσληψης και της ημερομηνίας αφυπηρέτησης, ως «μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές» καθορίζεται ο μέσος όρος των διαθέσιμων στοιχείων για τις μηνιαίες απολαβές του πλησιέστερου μήνα προς την αρχή και το τέλος κάθε τέτοιας περιόδου και σε περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχουν καθόλου διαθέσιμα μηνιαία μισθοδοτικά στοιχεία από την ημερομηνία πρόσληψης και για οποιαδήποτε χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία αυτή, ως «συντάξιμες απολαβές αναλογούσες σε κάθε τέτοια περίοδο», καθορίζεται ο μέσος όρος του μισθούς πρόσληψης και του πρώτου μήνα για τον οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι μηνιαίες ακαθάριστες συντάξιμες απολαβές που προκύπτουν, αναπροσαρμόζονται κατά την αξία της εκάστοτε ισχύουσας ασφαλιστικής μονάδας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου για το οποίο εφαρμόζονται τα εδάφια (1) και (2) ασθενήσει κατά οποιονδήποτε χρόνο πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας που απαιτείται για την έναρξη καταβολής σε αυτό της σύνταξης, ο Υπουργός Οικονομικών, εάν ικανοποιηθεί από ιατρική έκθεση ιατροσυμβουλίου ότι υποφέρει από σωματική ή πνευματική αναπηρία, η οποία είναι κατά πάσα πιθανότητα μόνιμη και τέτοιας φύσεως, ώστε να μην δύναται να ασκήσει οποιοδήποτε επάγγελμα, δύναται να επιτρέψει την καταβολή της σύνταξης αμέσως και σε τέτοια περίπτωση οι διατάξεις του άρθρου 37 για αύξηση σύνταξης σε περιπτώσεις αφυπηρέτησης λόγω ασθένειας, δεν εφαρμόζονται και η σύνταξη υπολογίζεται και αυξάνεται, όπως προβλέπεται στην επιφύλαξη του εδαφίου (2).

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) αποβιώσει σε οποιονδήποτε χρόνο πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας που απαιτείται για την έναρξη καταβολής σε αυτό της σύνταξης, καταβάλλεται στη χήρα και τα τέκνα του που δικαιούνται σύνταξη, εάν υπάρχουν, σύνταξη χήρας και τέκνων σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VI, χωρίς να εφαρμόζεται η πρώτη επιφύλαξη του εδαφίου (1) του άρθρου 54 αναφορικά με πρόσθετη υπηρεσία στον υπολογισμό του ποσοστού της σύνταξης χήρας και η σύνταξη υπολογίζεται και αυξάνεται όπως προβλέπεται στην επιφύλαξη του εδαφίου (2).

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) επαναδιοριστεί ή επαναπροσληφθεί στην κρατική υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα πριν από την καταβολή οποιασδήποτε σύνταξης και τελικά αφυπηρετήσει σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία δικαιούται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 27, η προηγούμενη υπηρεσία του λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξής του κατά την τελική αφυπηρέτηση, νοουμένου ότι η περίοδος υπηρεσίας του αμέσως πριν από την τελική αφυπηρέτησή του δεν είναι μικρότερη των πέντε (5) ετών και ότι το μέλος, αμέσως μετά τον επαναδιορισμό ή την επαναπρόσληψή του, επιλέξει να επιστρέψει οποιοδήποτε εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα του χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3):

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το μέλος του Σχεδίου το οποίο επέλεξε να επιστρέψει το εφάπαξ ποσό ή το φιλοδώρημα αποβιώσει σε οποιονδήποτε χρόνο μετά τον επαναδιορισμό ή την επαναπρόσληψή του, η προηγούμενή του υπηρεσία λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης χήρας και τέκνων και του εφάπαξ φιλοδωρήματος που χορηγείται στον νόμιμο προσωπικό του αντιπρόσωπο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο όρος του εδαφίου αυτού για συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε (5) ετών:

Νοείται περαιτέρω ότι, η δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου επιστροφή του εφάπαξ ποσού ή φιλοδωρήματος, διενεργείται με απλό τόκο προς όσο επιτόκιο ο Υπουργός Οικονομικών εκάστοτε καθορίζει και ο τόκος υπολογίζεται από την ημερομηνία καταβολής στο μέλος του Σχεδίου του εφάπαξ ποσού ή φιλοδωρήματος έως την ημερομηνία επιστροφής ολόκληρου του ποσού και ο χρόνος και ο τρόπος επιστροφής καθορίζονται από τον Γενικό Λογιστή.

Αναλογιστική μείωση συντάξεων

46.-(1) Η σύνταξη και το εφάπαξ ποσό ή το φιλοδώρημα μέλους του Σχεδίου, το οποίο αφυπηρετεί ή παραιτείται πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό ίσο με αυτό που εκτίθεται στον Δεύτερο Πίνακα, αναλόγως της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, όπως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 30 και σε συνάρτηση με την ηλικία καταβολής του εφάπαξ ποσού και της έναρξης καταβολής της σύνταξης όπως προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 45.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε περίπτωση θανάτου μέλους του Σχεδίου ή σε περίπτωση αφυπηρέτησής του με απόφαση του αρμοδίου προς τούτο οργάνου μετά από σχετική έκθεση ιατροσυμβουλίου, σύμφωνα με την οποία το μέλος δεν δύναται να εκτελεί τα καθήκοντά του λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας και η ανικανότητα αυτή πιθανόν να είναι μόνιμη ή στην περίπτωση μέλους του Σχεδίου που αφυπηρετεί οικειοθελώς πρόωρα ή παραιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διασφαλίζοντας δικαίωμα μόνο σε φιλοδώρημα.

Σύνταξη σε περίπτωση αφυπηρέτησης λόγω αναπηρίας

47.-(1) Σε περίπτωση που μέλος του Σχεδίου καταστεί μόνιμα ανάπηρο συνεπεία τραύματος που υπέστη-

(α) κατά την ενεργό εκτέλεση του καθήκοντός του·

(β) χωρίς δική του αμέλεια· και

(γ) λόγω περιστάσεων που μπορούν ειδικά να αποδοθούν στη φύση του καθήκοντός του,

το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται-

(i) εάν η αφυπηρέτησή του καταστεί αναγκαία ή επιταχυνθεί ουσιαστικά και η συνολική του υπηρεσία είναι μικρότερη των πέντε (5) ετών, να αποφασίσει τη χορήγηση σε αυτό, αντί φιλοδωρήματος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29, σύνταξης και εφάπαξ ποσού δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26, με βάση το μήκος της υπηρεσίας του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο όρος για συμπλήρωση υπηρεσίας πέντε (5) ετών·

(ii) να αποφασίσει τη χορήγηση στο μέλος του Σχεδίου με την αφυπηρέτησή του, πρόσθετης σύνταξης που υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες απολαβές του κατά την ημερομηνία της αφυπηρέτησής του ως ακολούθως:

σε περίπτωση που η αναπηρία είναι-

(αα) ελαφρά - πέντε εξηκοστά (5/60) των συντάξιμων απολαβών·

(ββ) σοβαρή - δέκα εξηκοστά (10/60)·

(γγ) πολύ σοβαρή - δεκαπέντε εξηκοστά (15/60)·

(δδ) πλήρης - είκοσι εξηκοστά (20/60):

Νοείται ότι, για τους σκοπούς των υπο-υποπαραγράφων:

«ελαφρά αναπηρία» σημαίνει βαθμό αναπηρίας μεταξύ δέκα τοις εκατό (10%) και τριάντα τοις εκατό (30%) και των δύο ποσοστών συμπεριλαμβανομένων·

«σοβαρή αναπηρία» σημαίνει βαθμό αναπηρίας πάνω από τριάντα τοις εκατό (30%) μέχρι και πενήντα τοις εκατό (50%) συμπεριλαμβανομένου·

«πολύ σοβαρή αναπηρία» σημαίνει βαθμό αναπηρίας πάνω από πενήντα τοις εκατό (50%) μέχρι και εβδομήντα τοις εκατό (70%) συμπεριλαμβανομένου·

«πλήρης αναπηρία» σημαίνει βαθμό αναπηρίας πάνω από εβδομήντα τοις εκατό (70%)·

όπως η αναπηρία και οι βαθμοί της καθορίζονται στον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο:

Νοείται περαιτέρω ότι, η πρόσθετη σύνταξη δύναται να μειωθεί κατά τέτοιο ποσό όσο το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε θεωρήσει εάν η αναπηρία δεν είναι ο λόγος ή ο μόνος λόγος της αφυπηρέτησης.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου που κατέστη ανάπηρο σύμφωνα με τα πιο πάνω και κατά την ημερομηνία του τραύματος κατείχε θέση επί δοκιμασία, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται κατά την αφυπηρέτησή του να χορηγήσει σε αυτό σύνταξη ποσού ίσου με την πρόσθετη σύνταξη που μπορούσε να χορηγηθεί στο μέλος αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), εάν ο διορισμός του είχε επικυρωθεί.

(3) Οποιαδήποτε πρόσθετη σύνταξη πληρωτέα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ii) του εδαφίου (1), μαζί με οποιαδήποτε σύνταξη πληρωτέα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου μαζί με το ετήσιο ποσό του ωφελήματος που καταβάλλεται λόγω αναπηρίας ως σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, δεν δύναται να υπερβαίνουν τις ετήσιες συντάξιμες απολαβές του μέλους κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησής του.

(4) H δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) παρεχόμενη εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο, όσον αφορά τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ασκείται κατ’ αναλογίαν από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα.

Φιλοδώρημα όταν το μέλος του Σχεδίου αποβιώσει στην υπηρεσία ή μετά την αφυπηρέτησή του

48.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου αποβιώσει στην υπηρεσία, χορηγείται στον νόμιμο προσωπικό του αντιπρόσωπο εφάπαξ ποσό που δεν υπερβαίνει τις ετήσιες συντάξιμές του απολαβές κατά την ημερομηνία του θανάτου του ή της λήξης της άδειας την οποία τυχόν είχε σε πίστη του κατά την ημερομηνία αυτή ή το εφάπαξ ποσό το οποίο θα εδικαιούτο εάν είχε αφυπηρετήσει λόγω σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του άρθρου 27 κατά την ημερομηνία του θανάτου του ή της λήξης της άδειας την οποία τυχόν είχε σε πίστη του κατά την ημερομηνία αυτή, οποιοδήποτε από τα ποσά αυτά είναι το μεγαλύτερο:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου σε περίπτωση καθηγητή ή δασκάλου, εάν ο θάνατος επισυμβεί μεταξύ της 31ης Ιανουαρίου και της 31ης Αυγούστου, η συντάξιμή του υπηρεσία λογίζεται ότι αυξάνεται κατά δύο (2) μήνες ή κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας του θανάτου του και της 31ης Αυγούστου, εάν τούτο είναι βραχύτερο των δυο (2) μηνών.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου στο οποίο χορηγήθηκε σύνταξη ή φιλοδώρημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους αποβιώσει μετά την αφυπηρέτησή του και το συνολικό ποσό που πληρώθηκε ή είναι πληρωτέο σε αυτό έως την ημερομηνία του θανάτου του υπό μορφή σύνταξης ή φιλοδωρήματος ή άλλου ωφελήματος αφυπηρέτησης είναι μικρότερο από τις ετήσιες συντάξιμες απολαβές που λάμβανε κατά το χρόνο της αφυπηρέτησής του, χορηγείται στον νόμιμο προσωπικό του αντιπρόσωπο φιλοδώρημα ίσο με τη διαφορά.

Συντάξεις σε εξαρτωμένους μέλους του Σχεδίου που απεβίωσε κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του

49.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των διατάξεων του άρθρου 50, σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του Σχεδίου αποβιώσει, ενώ διατελούσε στην υπηρεσία, συνεπεία τραύματος το οποίο υπέστη-

(α) κατά την ενεργό εκτέλεση του καθήκοντός του·

(β) χωρίς δική του αμέλεια· και

(γ) λόγω περιστάσεων που μπορούν ειδικά να αποδοθούν στη φύση του καθήκοντός του,

το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει τη χορήγηση, επιπρόσθετα από το φιλοδώρημα που τυχόν χορηγήθηκε στο νόμιμο προσωπικό του αντιπρόσωπό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 48-

(i) εάν το μέλος που απεβίωσε καταλείπει χήρα, σύνταξη σε αυτή, εφόσον παραμένει ανύπανδρη, το ποσό της οποίας δεν υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των ετήσιων συντάξιμων απολαβών του κατά την ημερομηνία θανάτου του·

(ii) εάν το μέλος που απεβίωσε καταλείπει χήρα στην οποία χορηγείται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (i) και τέκνο ή τέκνα, σύνταξη για κάθε τέκνο, η οποία δεν υπερβαίνει το ένα έκτο (1/6) του ποσού της σύνταξης που καθορίζεται στην παράγραφο (i)·

(iii) εάν το μέλος που απεβίωσε καταλείπει τέκνο ή τέκνα, αλλά δεν καταλείπει χήρα ή εάν δεν χορηγείται σύνταξη στη χήρα, σύνταξη για κάθε τέκνο, το ποσό της οποίας είναι διπλάσιο του ποσού που καθορίζεται από την παράγραφο (ii)·

(iv) εάν το μέλος που απεβίωσε καταλείπει τέκνο ή τέκνα και χήρα στην οποία χορηγείται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (i) και η χήρα μετά αποβιώσει, σύνταξη για κάθε τέκνο από την ημερομηνία του θανάτου της χήρας διπλάσια από το ποσό που καθορίζεται στην παράγραφο (ii)·

(v) εάν το μέλος που απεβίωσε δεν καταλείπει χήρα ή δεν χορηγείται σύνταξη στη χήρα και εάν οι γονείς του ή οποιοσδήποτε εξ’ αυτών εξαρτάτο πλήρως ή κυρίως από αυτό για τη συντήρησή του, σύνταξη στον πατέρα ή τη μητέρα ή και στους δύο, εφόσον αυτοί ή οποιοσδήποτε από αυτούς στερούνται επαρκών μέσων συντήρησης και το ποσό της σύνταξης γονέων δεν υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που θα μπορούσε να χορηγηθεί στη χήρα του:

Νοείται ότι-

(α) σύνταξη δεν καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου σε οποιονδήποτε χρόνο για περισσότερα από τρία (3) τέκνα·

(β) σε περίπτωση σύνταξης που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (v) του παρόντος εδαφίου, εάν οποιοσδήποτε από τους δύο γονείς ήταν χήρος κατά τον χρόνο χορήγησης της σύνταξης και μετά τελέσει γάμο εκ νέου, η σύνταξη αυτή τερματίζεται από την ημερομηνία που τέλεσε τον νέο γάμο· εάν, κατά την κρίση του Υπουργού Οικονομικών, σε οποιονδήποτε χρόνο οποιοσδήποτε από τους γονείς στον οποίο χορηγήθηκε σύνταξη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (v) έχει άλλους επαρκείς πόρους συντήρησης, η σύνταξη αυτή τερματίζεται από την ημερομηνία που ορίζει ο Υπουργός Οικονομικών·

(γ) ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξει τον τερματισμό καταβολής σύνταξης που χορηγήθηκε δυνάμει του παρόντος εδαφίου σε τέκνο, σε περίπτωση κατά την οποία το τέκνο τελέσει γάμο·

(δ) ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξει-

(i) τη συνέχιση καταβολής σύνταξης για τέκνο το οποίο, αν και έπαυσε να είναι δικαιούχο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, υπέστη, κατά τον χρόνο κατά τον οποίο εδικαιούτο σύνταξη, πνευματική ή σωματική αναπηρία που πιστοποιείται από ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην·

(ii) τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (α) και (γ) της παρούσας επιφύλαξης, την καταβολή σύνταξης για τέκνο το οποίο ανεξαρτήτως ηλικίας, κατά τον χρόνο του θανάτου του πατέρα του, υποφέρει από πνευματική ή σωματική αναπηρία η οποία πιστοποιείται από ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξει τον τερματισμό της σύνταξης σε οποιονδήποτε χρόνο, εάν ικανοποιηθεί από γνωμάτευση του ιατροσυμβουλίου ότι η αναπηρία έπαυσε να υφίσταται ή δεν εμποδίζει το τέκνο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην.

(2) Ο Υπουργός Οικονομικών καθορίζει την ελάχιστη σύνταξη που χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και στο ποσό αυτό υπολογίζονται και οι συντάξεις που χορηγούνται στα τέκνα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η δε ελάχιστη αυτή σύνταξη δεν υπόκειται στην τιμαριθμική αύξηση που προβλέπεται στο άρθρο 57.

(3) Οποιεσδήποτε συντάξεις πληρωτέες δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου μειώνονται κατά ποσό ίσο με το ένα τρίτο (1/3) του ετήσιου ποσού ωφελήματος που καταβάλλεται ως σύνταξη λόγω θανάτου δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

(4) Οποιεσδήποτε συντάξεις πληρωτέες δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου μαζί με το ετήσιο ποσό κάθε ωφελήματος που καταβάλλεται ως σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, δεν υπερβαίνουν τις συντάξιμες απολαβές του αποβιώσαντος μέλους του Σχεδίου κατά την ημερομηνία του θανάτου του.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ο όρος «τέκνα» σημαίνει τα νόμιμα ή νομιμοποιηθέντα ή εξώγαμα ή αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα ή φυσικά τέκνα της συζύγου, εφόσον δεν υπερβαίνουν το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους ή το εικοστό πέμπτο (25ο) έτος της ηλικίας τους εάν φοιτούν σε σχολή, κολλέγιο, πανεπιστήμιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή εξασκούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο σε οποιοδήποτε επιτήδευμα, επάγγελμα ή τέχνη, κάτω από συνθήκες που απαιτούν να αφιερώνουν στην φοίτηση ή εξάσκησή τους το σύνολο του χρόνου τους ή βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά δυνάμει των διατάξεων του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου και στον όρο αυτό περιλαμβάνονται και επιγενόμενα τέκνα.

(6) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση θανάτου μέλους του Σχεδίου, εάν η χήρα ή τα τέκνα αυτού ή οι εξαρτώμενοί του γονείς είναι δικαιούχοι σε συντάξεις δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VI:

Νοείται ότι, εάν οι συντάξεις που χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VI, είναι συνολικά μικρότερες από τις συντάξεις που χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται οι συνολικά μεγαλύτερες συντάξεις.

(7) H δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) άρθρου παρεχόμενη εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο, όσον αφορά τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ασκείται κατ’ αναλογίαν από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα.

Συντάξεις σε εξαρτωμένους μέλους της Αστυνομίας ή μέλους της Πυροσβεστικής που απεβίωσε κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του

50. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 49, για συντάξεις σε εξαρτωμένους σε περίπτωση κατά την οποία μέλος της Αστυνομίας ή μέλος της Πυροσβεστικής που συμπλήρωσε πέντε (5) ή περισσότερα έτη υπηρεσίας αποβιώσει ενώ διατελούσε σε υπηρεσία-

(α) κατά την ενεργό εκτέλεση του καθήκοντός του·

(β) χωρίς δική του αμέλεια· και

(γ) λόγω περιστάσεων που μπορούν ειδικά να αποδοθούν στη φύση του καθήκοντός του,

η σύνταξη που χορηγείται στη χήρα και στο τέκνο αυτού είναι αυτή που θα καταβαλλόταν εάν το μέλος του Σχεδίου που απεβίωσε εξακολουθούσε να βρίσκεται σε υπηρεσία και απεβίωσε κατά την ημερομηνία συμπλήρωσης της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, η δε σύνταξη αυτή υπολογίζεται με βάση την ανώτατη βαθμίδα της μισθοδοτικής κλίμακας του αμέσως ανώτερου βαθμού από τον βαθμό που το αποβιώσαν μέλος κατείχε κατά την ημερομηνία που απεβίωσε και η περίοδος υπηρεσίας που προστίθεται λογίζεται ως υπηρεσία για την οποία καταβλήθηκαν τα ποσά που προβλέπονται στο άρθρο 14:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία οι δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 49 χορηγητέες συντάξεις είναι συνολικά μεγαλύτερες από τις συντάξεις που θα χορηγούνταν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται οι μεγαλύτερες συντάξεις.

ΜΕΡΟΣ VΙ ΣΥΝΤΑΞΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ
Εφαρμογή του Μέρους VΙ του παρόντος Νόμου

51. Το Μέρος VΙ και οποιαδήποτε άλλα άρθρα, τα οποία προβλέπουν για σύνταξη οικογενειών εφαρμόζονται και σε γυναίκες μέλη του Σχεδίου και σε γυναίκες συνταξιούχους, οποιαδήποτε δε αναφορά στις λέξεις “υπάλληλος”, “συνταξιούχος”, “θανών”, “χήρα”, “η σύζυγος”, “μέλος του Σχεδίου” ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει “γυναίκα υπάλληλο”, “γυναίκα συνταξιούχο”, “θανούσα”, “χήρο”, “το σύζυγο”, “γυναίκα μέλος του Σχεδίου” και οποιαδήποτε αναφορά σε τέκνα ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει και τα τέκνα γυναίκας μέλους του Σχεδίου ή γυναίκας συνταξιούχου.

Συντάξεις οικογενειών

52. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, σε περίπτωση θανάτου προσώπου, εάν ο αποβιώσας-

(α) ήταν συνταξιούχος· ή

(β) εδικαιούτο σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είτε τέτοια σύνταξη χορηγήθηκε είτε όχι· ή

(γ) υπηρετούσε ως υπάλληλος και κατά το χρόνο του θανάτου του θα είχε δικαίωμα σύνταξης εάν είχε αφυπηρετήσει δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του άρθρου 27·

χορηγείται για την υπηρεσία του-

(i) σύνταξη χήρας εάν καταλείπει σύζυγο· και

(ii) σύνταξη τέκνων, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 55.

Σύνταξη χήρας

53.-(1) Σύνταξη χήρας καταβάλλεται στην επιζώσα σύζυγο από την ημερομηνία του θανάτου του συζύγου της έως την ημερομηνία του θανάτου αυτής.

(2) Σύνταξη χήρας δεν χορηγείται εάν η χήρα τέλεσε εκ νέου γάμο μετά τον θάνατο του συζύγου της:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία, μετά τη χορήγηση σύνταξης η χήρα τελέσει νέο γάμο, η σύνταξη τερματίζεται από την ημερομηνία τέλεσης του νέου γάμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση διάλυσης του νέου γάμου ή θανάτου του νέου συζύγου ο Υπουργός δύναται, αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις, να επιτρέψει την καταβολή στη χήρα σύνταξης μέχρι του ύψους που θα ήταν εάν αυτή δεν είχε διακοπεί.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, χήρα θεωρείται η τελευταία σύζυγος του αποβιώσαντος, ανεξαρτήτως του χρόνου τέλεσης του γάμου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο αποβιώσας είχε τελέσει τον γάμο μετά την αφυπηρέτησή του, η χήρα δεν δικαιούται σε καταβολή σύνταξης χήρας, εάν δεν παρήλθε χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την ημερομηνία τέλεσης του γάμου έως την ημερομηνία του θανάτου:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση χήρας με την οποία ο αποβιώσας τέλεσε περισσότερους από έναν γάμους, για σκοπούς υπολογισμού του χρονικού διαστήματος των πέντε (5) ετών, συνυπολογίζεται η χρονική διάρκεια έκαστου τέτοιου γάμου.

Υπολογισμός σύνταξης χήρας

54.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), το ποσό της σύνταξης χήρας υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης, το οποίο ελάμβανε ο αποβιώσας συνταξιούχος ή θα εδικαιούτο το μέλος του Σχεδίου που απεβίωσε, με βάση τη συντάξιμή του υπηρεσία, κατά την ημερομηνία του θανάτου του και ορίζεται ως ποσοστό ίσο με το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της σύνταξής αυτής:

Νοείται ότι, εάν το μέλος είχε, κατά την ημερομηνία του θανάτου του στην υπηρεσία, συμπληρώσει συντάξιμη υπηρεσία-

(α) πέντε (5) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερης των δέκα (10) ετών, λογίζεται ότι συμπλήρωσε διπλάσια συντάξιμη υπηρεσία·

(β) δέκα (10) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερης των δεκαπέντε (15) ετών, λογίζεται ότι συμπλήρωσε είκοσι (20) έτη συντάξιμης υπηρεσίας·

(γ) δεκαπέντε (15) ή περισσότερα περισσότερων ετών αλλά λιγότερης των είκοσι τριών (23) ετών, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά πέντε (5) έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσία τα είκοσι πέντε (25) έτη·

(δ) είκοσι τριών (23) ή περισσότερων ετών αλλά λιγότερης των τριάντα (30) ετών, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά δύο (2) έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσίας τα τριάντα (30) έτη:

Νοείται περαιτέρω ότι, η υπηρεσία που προστίθεται με τον τρόπο αυτό λογίζεται ως υπηρεσία για την οποία καταβλήθηκαν τα ποσά που προβλέπονται στο άρθρο 14:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, η συντάξιμη υπηρεσία δεν δύναται σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει εκείνη την οποία θα είχε ο υπάλληλος εάν παρέμενε στην υπηρεσία έως την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του.

(2) Η δυνάμει του παρόντος άρθρου ελάχιστη καταβλητέα σύνταξη έχει καθοριστεί από την 1η Ιανουαρίου 2022, σε τετρακόσια δεκαεννιά ευρώ και εβδομήντα δύο σεντ (€419,72) τον μήνα και δεν υπόκειται στην τιμαριθμική αύξηση που προβλέπεται στο άρθρο 57:

Νοείται ότι, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να προβαίνει σε αναθεώρηση του ποσού της ελάχιστης σύνταξης χήρας με βάση το ποσοστό κατά το οποίο αυξάνονται εκάστοτε οι βασικές παροχές δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.

Σύνταξη τέκνων

55.-(1) Σύνταξη τέκνων χορηγείται σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχουν δικαιούχα τέκνα και καταβάλλεται σε αυτά.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δικαιούχοι σύνταξης είναι τα τέκνα του αποβιώσαντος και τα τέκνα συζύγου αυτού.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος «τέκνα» σημαίνει τα τέκνα γεννηθέντα σε γάμο ή εκτός γάμου ή νομιμοποιηθέντα ή αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα ή είναι φυσικά τέκνα της συζύγου, εφόσον δεν υπερβαίνουν το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους ή το εικοστό πέμπτο (25ο) έτος της ηλικίας τους εάν φοιτούν σε σχολή, κολλέγιο, πανεπιστήμιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή εξασκούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο σε οποιοδήποτε επιτήδευμα, επάγγελμα ή τέχνη, κάτω από συνθήκες που απαιτούν να αφιερώνουν στη φοίτηση ή εξάσκησή τους το σύνολο του χρόνου τους ή βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά δυνάμει των διατάξεων του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου και στον όρο αυτό περιλαμβάνονται επιγενόμενα τέκνα.

(4) Δεν είναι δικαιούχοι σύνταξης τέκνων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου-

(α) τέκνα του αποβιώσαντος, τα οποία γεννήθηκαν μετά την παρέλευση δέκα (10) μηνών, αφότου αυτός έπαυσε να είναι μέλος του Σχεδίου ή υιοθετήθηκαν από αυτόν, αφότου έπαυσε να είναι μέλος του Σχεδίου·

(β) τέκνα συζύγου του αποβιώσαντος, τα οποία γεννήθηκαν ή υιοθετήθηκαν μετά τη διάλυση του γάμου ή αφότου ο θανών έπαυσε να είναι μέλος του Σχεδίου.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), δεν χορηγείται σύνταξη για φυσικό, θετό, υιοθετημένο ή τέκνο γεννηθέν εκτός γάμου του συζύγου του αποβιώσαντος, εκτός εάν κατά τον χρόνο του θανάτου του αυτό εξαρτώταν πλήρως ή κυρίως από τον αποβιώσαντα.

(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξει-

(α) την καταβολή σύνταξης τέκνων για τέκνο, το οποίο, ανεξαρτήτως ηλικίας, κατά το χρόνο του θανάτου και των δύο γονέων του υποφέρει από πνευματική ή σωματική αναπηρία, που πιστοποιείται από ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην·

(β) τη συνέχιση της καταβολής σύνταξης τέκνων σε τέκνο, το οποίο, παρόλο που έπαυσε να τη δικαιούται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, υπέστη κατά την περίοδο που εδικαιούτο σύνταξη, πνευματική ή σωματική αναπηρία που πιστοποιείται από ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην:

Νοείται ότι, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, σε κάθε περίπτωση και σε οποιονδήποτε χρόνο, να διατάξει τον τερματισμό της σύνταξης, εάν ικανοποιηθεί ότι η αναπηρία έπαυσε να υφίσταται ή δεν εμποδίζει το τέκνο να κερδίζει τα αναγκαία προς το ζην.

(7) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, μετά τον θάνατο και των δύο γονέων και λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων της υπόθεσης, να διατάξει την καταβολή σύνταξης τέκνου για τέκνο, ανεξαρτήτως ηλικίας, το οποίο υποφέρει από σωματική ή πνευματική αναπηρία που πιστοποιείται από ιατροσυμβούλιο, ακόμα και σε περίπτωση που το τέκνο αυτό είναι ικανό να εργάζεται, ανάλογα με τις δυνάμεις και τις δεξιότητές του:

Νοείται ότι, το ποσοστό της σύνταξης τέκνου που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών, λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων της περίπτωσης.

Υπολογισμός και τρόπος καταβολής σύνταξης τέκνων

56.-(1) Χορηγείται μόνο μία σύνταξη τέκνων για την υπηρεσία οποιουδήποτε μέλους του Σχεδίου, αλλά-

(α) το ποσοστό της ποικίλλει, ανάλογα με τον αριθμό των δικαιούχων τέκνων·

(β) καταβάλλεται στο πρόσωπο ή στα πρόσωπα και κατά τέτοια τμήματα, όπως ο Υπουργός ορίζει· και

(γ) το πρόσωπο στο οποίο καταβάλλεται ολόκληρη ή οποιοδήποτε τμήμα αυτής χρησιμοποιεί το ποσό που καταβάλλεται σε αυτό, χωρίς διάκριση προς όφελος των τέκνων που την δικαιούνται ή προς όφελος εκείνων από αυτά, όπως ο Υπουργός ορίζει.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αποβιώσας καταλείπει χήρα, το ποσοστό της σύνταξης τέκνων κατά τη διάρκεια της ζωής της αποτελεί το 16,67% της σύνταξης της χήρας αναφορικά με κάθε δικαιούχο τέκνο, με ανώτατο όριο τη σύνταξη για δύο (2) τέκνα.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αποβιώσας δεν καταλείπει χήρα ή εάν καταλείπει χήρα, μετά το θάνατό της, το ποσοστό σύνταξης τέκνων αποτελεί το 44,44% της σύνταξης, η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα αναφορικά με κάθε δικαιούχο τέκνο, με ανώτατο όριο τη σύνταξη για τρία (3) τέκνα.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία η χήρα τελέσει νέο γάμο, το ποσοστό της σύνταξης τέκνων αποτελεί το 22,22% της σύνταξης, η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα με ανώτατο όριο τη σύνταξη για τρία (3) τέκνα.

(5) Οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 54 αναφορικά με την ελάχιστη σύνταξη χήρας, εφαρμόζονται στη σύνταξη χήρας και στη σύνταξη, η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα, όπως προβλέπεται στα εδάφια (2), (3) και (4).

ΜΕΡΟΣ VII ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Τιμαριθμική και γενική αύξηση των συντάξεων

57. Ανεξαρτήτως των διατάξεων των Μερών III, IV, V και VI, χορηγούνται αυξήσεις στις συντάξεις των συνταξιούχων και στις συντάξεις των εξαρτωμένων τους, κατά το ίδιο ποσοστό, με τους ίδιους όρους και από την ίδια ημερομηνία που χορηγούνται αυξήσεις στις συντάξεις των συνταξιούχων του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων, καθώς και στις συντάξεις των εξαρτωμένων τους:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος «σύνταξη εξαρτωμένων» σημαίνει σύνταξη που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου στη χήρα και/ή τα τέκνα αποβιώσαντος συνταξιούχου ή αποβιώσαντος μέλους του Σχεδίου.

Μείωση ωφελημάτων περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου

58.-(1) Οι δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου παρεχόμενες συντάξεις μειώνονται κατά το ποσό της αντίστοιχης συμπληρωματικής παροχής που καταβάλλεται στον συνταξιούχο ή αναφορικά προς αυτόν δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου αναφορικά προς τις ασφαλιστέες αποδοχές πάνω στις οποίες καταβλήθηκαν εισφορές από την 6η Οκτωβρίου 1980.

(2) Από το φιλοδώρημα, το οποίο παρέχεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε μέλος του Σχεδίου στο οποίο δεν καταβάλλεται σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου αφαιρείται, κατά τον χρόνο της χορήγησης του φιλοδωρήματος, η εισφορά που κατέβαλε ο εργοδότης πάνω στις εκάστοτε ασφαλιστέες αποδοχές του για το αναλογικό μέρος της σύνταξής του δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, μαζί με τόκο, το επιτόκιο του οποίου καθορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

(3) Σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία μέλους του Σχεδίου που δεν καταλείπει δικαιούχο δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, δεν αφαιρείται η εισφορά που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).

Αναπροσαρμογή του ύψους των απολαβών

59.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου ή Κανονισμών που ρυθμίζουν θέματα μισθοδοσίας, ο μισθός των υπαλλήλων που είναι μέλη του Σχεδίου, οι οποίοι συμπλήρωσαν ή συμπληρώνουν την ηλικία των εξήντα τριών (63) ετών, κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και οι οποίοι είναι δικαιούχοι αναλογικής σύνταξης από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μειώνεται κατά το ύψος της αναλογικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε υπηρεσία στην κρατική υπηρεσία και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ανάλογα με την υπηρεσία έκαστου υπαλλήλου μέλους του Σχεδίου.

(2) Ο Υπουργός Οικονομικών έχει εξουσία να αποφασίζει για την άρση ανωμαλιών και την επίλυση προβλημάτων που δυνατό να προκύψουν από την εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης.

Ειδικές διατάξεις σε σχέση με την εφαρμογή των άρθρων 5 και 93 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου

60.-(1) Μέλος του Σχεδίου, το οποίο πριν από την αφυπηρέτησή του συμπληρώνει συντάξιμη υπηρεσία όχι μικρότερη από τετρακόσιους (400) μήνες, παύει, από την ημερομηνία που συμπληρώνει την εν λόγω υπηρεσία, να θεωρείται ότι υπάγεται σε επαγγελματικό σχέδιο συντάξεων και οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 5, καθώς και οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 93 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, παύουν να εφαρμόζονται στην περίπτωσή του από την πρώτη ημέρα του μήνα, ο οποίος ακολουθεί την ημερομηνία αυτή.

(2) Για τις περιπτώσεις μελών του Σχεδίου και συνταξιούχων, στους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1), δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 93 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, αναφορικά με οποιαδήποτε συντάξιμη υπηρεσία, κατά την οποία θεωρούνται ότι δεν υπάγονται σε επαγγελματικό σχέδιο συντάξεων.

Εφαρμογή ειδικών διατάξεων σε σχέση με τα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού Δημόσιου Πανεπιστημίου

61. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου-

(α) ετήσια σύνταξη και εφάπαξ ποσό καταβάλλεται στα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού που αφυπηρετούν στις βαθμίδες του Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή και τα οποία έχουν κατά την αφυπηρέτησή τους συντάξιμη υπηρεσία τουλάχιστον πέντε (5) ετών·

(β) στα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού που αφυπηρετούν στις βαθμίδες του Λέκτορα ή Επίκουρου Καθηγητή χορηγείται μόνο ένα φιλοδώρημα, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 45, χωρίς να απαιτείται ελάχιστος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας:

Νοείται ότι, φιλοδώρημα υπολογιζόμενο κατά τον ίδιο τρόπο, χορηγείται και στα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού που αφυπηρετούν στις βαθμίδες του Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή και έχουν συντάξιμη υπηρεσία μικρότερη των πέντε (5) ετών·

(γ) τα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού αφυπηρετούν υποχρεωτικά κατά τη λήξη του ακαδημαϊκού έτους εντός του οποίου συμπληρώνουν την ηλικία των εξήντα επτά (67) ετών· και

(δ) η σύνταξη που χορηγείται σε μέλος του ακαδημαϊκού προσωπικού που αφυπηρετεί πριν τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης στις βαθμίδες του Καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή αρχίζει να καταβάλλεται με τη συμπλήρωση της ηλικίας των εξήντα δύο (62) ετών ή σε οποιονδήποτε μεταγενέστερο χρόνο του επιτραπεί να αφυπηρετήσει.

Βεβαίωση ζωής και αποδεικτικά μέσα

62. Κάθε συνταξιούχος, χήρα/ος, τέκνο ή γονέας, μετά την απόκτηση δικαιώματος παροχής ετήσιας σύνταξης, προσκομίζει απόδειξη ότι βρίσκεται εν ζωή και οποιαδήποτε άλλα αποδεικτικά πιστοποιητικά καθορίζει ο Γενικός Λογιστής, ενώ σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να αναστείλει την καταβολή της σύνταξης.

Βεβαίωση υπηρεσίας

63. Λεπτομέρειες που αφορούν στην υπηρεσία μέλους του Σχεδίου, οι οποίες δεν δύνανται να επαληθευτούν με βάση τα υφιστάμενα αρχεία, βεβαιώνονται με την προσκόμιση τέτοιων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία ήθελε καθορίσει ο Υπουργός Οικονομικών.

Εξουσία για παράταση χρόνου

64. Σε περίπτωση που καθορίζεται οποιαδήποτε περίοδος ή ημερομηνία στον παρόντα Νόμο εντός ή κατά την οποία πρέπει να ασκηθεί οποιοδήποτε δικαίωμα επιλογής, ο Υπουργός Οικονομικών ή το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο δύναται, μετά από γραπτή αίτηση προς αυτόν/ό, ανεξαρτήτως εάν η περίοδος αυτή έχει εκπνεύσει ή η ημερομηνία έχει παρέλθει, να παρατείνει την περίοδο αυτή ή να καθορίσει μεταγενέστερη ημερομηνία για την υποβολή αίτησης ή την άσκηση του δικαιώματος επιλογής.

Προθεσμία μεταφοράς στο Ειδικό Ταμείο οφειλόμενων ποσών από τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα

65. Οποιοδήποτε ποσό είναι οφειλόμενο στο Ειδικό Ταμείο από οργανισμό εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στον παρόντα Νόμο ή εισπράττεται από οργανισμό σε σχέση με το Ειδικό Ταμείο, μεταφέρεται στο Ειδικό Ταμείο, όχι αργότερα από το τέλος του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί τον μήνα για τον οποίο καθίσταται οφειλόμενο ή κατά τον οποίο εισπράχθηκε.

Πρόσθετο τέλος για εκπρόθεσμη μεταφορά ποσού στο Ειδικό Ταμείο από οργανισμό

66. Κάθε οργανισμός, ο οποίος παραλείπει να μεταφέρει στο Ειδικό Ταμείο οποιοδήποτε οφειλόμενο ποσό εντός της προθεσμίας που καθορίζει ο παρών Νόμος, καταβάλλει πρόσθετο τέλος ποσοστού ύψους τρία τοις εκατό (3%) επί του οφειλόμενου ποσού για καθυστέρηση μέχρι ένα μήνα και τρία τοις εκατό (3%) για κάθε τέτοιο διάστημα περαιτέρω καθυστέρησης:

Νοείται ότι, σε καμία περίπτωση το ποσοστό του πρόσθετου τέλους δεν δύναται να υπερβαίνει το είκοσι επτά τοις εκατό (27%) επί του ποσού που βρίσκεται σε καθυστέρηση.

Χρόνος έναρξης καταβολής ποσοστού χρηματοδότησης

67. Το ποσοστό χρηματοδότησης που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 αρχίζει να καταβάλλεται από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου από τον Ιανουάριο του έτους 2023 και μετέπειτα και το ποσοστό χρηματοδότησης που καθίσταται οφειλόμενο στο Ειδικό Ταμείο για την περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και της 31ης Δεκεμβρίου 2022, λογίζεται ως ποσοστό χρηματοδότησης που είναι καταβλητέο αναδρομικά από τον εργοδότη και κάθε μέλος του Σχεδίου, σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 14.

ΜΕΡΟΣ VIII ΠΙΝΑΚΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ΕΦΑΠΑΞ ΠΟΣΟΥ ΣΕ ΣΤΑΘΕΡΟ ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟ

ΜΕΡΟΣ VIII

ΠΡΩΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

[Άρθρο 26(1)(β)]

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ΕΦΑΠΑΞ ΠΟΣΟΥ ΣΕ ΣΤΑΘΕΡΟ
ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟ
Ηλικία Πρόσοδος
50 17,74
51 17,40
52 17,07
53 16,73
54 16,38
55 16,03
56 15,68
57 15,32
58 14,96
59 14,60
60 14,24
61 13,87
62 13,49
63 13,12
64 12,73
65 12,36
66 11,97
67 11,59

Η πρόσοδος αντιστοιχίζεται με συμπληρωμένα έτη ηλικίας τοιυ μέλους του Σχεδίου.

Μήνες πέραν των συμπληρωμένων ετών ηλικίας αγνοούνται και ενδιάμεσοι πρόσοδοι μεταξύ δύο ηλικιών δεν υπολογίζονται.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΙΩΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΩΦΕΛΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΟΥ ΑΦΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΙΣΧΥΟΝ ΟΡΙΟ ΗΛΙΚΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΑΦΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

[Άρθρο 46(1)]

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΙΩΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΩΦΕΛΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΟΥ ΑΦΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΙΣΧΥΟΝ ΟΡΙΟ ΗΛΙΚΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΑΦΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ

ΣΥΝΟΛΟΙ ΕΤΩΝ ΠΡΙΝ
ΤΟ ΕΚΑΣΤΟΤΕ 
ΙΣΧΥΟΝ ΟΡΙΟ ΗΛΙΚΙΑΣ
ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΑΦΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ*
ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΦΑΠΑΞ
17 - 31,00%
16 - 29,80%
15 - 28,60%
14 - 27,40%
13 - 26,10%
12 - 27,70%
11 - 23,30%
10 - 21,80%
9 - 20,20%
8 34,00% 18,60%
7 30,90% 16,80%
6 27,60% 14,80%
5 23,90% 12,80%
4 19,90% 10,60%
3 15,60% 8,20%
2 10,90% 5,70%
1 5,70% 2,90%
0 0,00% 0,00%

*Έτη πριν το εκάστοτε ισχύον όιο ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης.

Στην περίπτωση που η αφυπηρέτηση πριν από το όριο ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, λαμβάνοντας υπόψη το μήνα αφυπηρέτησης, δεν αντιστοιχή σε ακριβή αριθμό ετών αλλά βρίσκεται στο ενδιάμεσο δύο (2) χρόνων για τα οποία ισχύει διαφορετικός συντελεστής αναλογιστικής μείωσης, υπολογίζεται νέος συντελεστής μεταξύ των δύο συντελεστών που αφορούν σε ακριβή έτη στα οποία εμπίπτει η αφυπηρέτηση. Ο υπολογισμός γίνεται αναλογικά, στη βάση του αριθμού των συμπληρωμένων μηνών του έτους κατά το οποίο επισυμβαίνει η αφυπηρέτηση πριν το εκάστοτε ισχύον όριο ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης.