ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ
Αίτηση εγγραφής σήματος

21.-(1) Ο αιτητής που αξιώνει να καταστεί δικαιούχος Κυπριακού σήματος το οποίο χρησιμοποιείται ή προτείνεται να χρησιμοποιηθεί από αυτόν, υποβάλλει απευθείας αίτηση για εγγραφή στο Γραφείο ή  μέσω του αντιπρόσωπου του ή του  ειδικού πληρεξούσιου του.

(2) Ο αιτητής δύναται καταβάλλοντας το σχετικό τέλος το οποίο καθορίζεται στους κανονισμούς, να ζητήσει την προκαταρκτική γνώμη του Γραφείου κατά πόσο  το σήμα  που προτίθεται να εγγράψει πληροί τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7.

Προϋποθέσεις για χορήγηση ημερομηνία κατάθεσης

22.-(1) Η αίτηση για την εγγραφή σήματος συνοδεύεται από έγγραφο που αποδεικνύει την καταβολή του τέλους κατάθεσης και περιέχει τα εξής:

(α) Αίτημα για εγγραφή σήματος,

(β) αναπαράσταση του σήματος που να πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου (β) του άρθρου 4  του παρόντος Νόμου,

(γ) ονοματεπώνυμο, επαγγελματική διεύθυνση και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του αιτούντος την εγγραφή. επί νομικών προσώπων, επωνυμία και διεύθυνση της έδρας των,

(δ) κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία ή τις οποίες αιτείται η εγγραφή.

(2) Ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για εγγραφή σήματος στο Γραφείο είναι η ημερομηνία υποβολής των εγγράφων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).

Λοιπές τυπικές προϋποθέσεις της αίτησης εγγραφής

23.-(1) Πέραν των στοιχείων του άρθρου 22, η αίτηση εγγραφής του σήματος περιέχει περαιτέρω λεπτομέρειες όπως αυτές καθορίζονται στους κανονισμούς.

(2) Η αίτηση εγγραφής, η αναπαράσταση του σήματος, ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που αφορά διαδικασία ενώπιον του Γραφείου και καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο ή τους κανονισμούς, κατατίθενται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή.

Ταυτοποίηση της αίτησης εγγραφής

24. Η αίτηση εγγραφής λαμβάνει αριθμό, ημερομηνία και ώρα κατάθεσης και καταχωρείται στο Μητρώο.

Εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων

25.-(1) Το Γραφείο εξετάζει αν η αίτηση για εγγραφή:

(α) Πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης ημερομηνίας κατάθεσης σύμφωνα με το άρθρο 22,

(β) πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 23 και 26.

(2) Αν η αίτηση για εγγραφή δεν πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1), το Γραφείο καλεί τον αιτητή να διορθώσει ή συμπληρώσει τις διαπιστωθείσες παρατυπίες ή ελλείψεις εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών.

(3) Σχετικά με τις παρατυπίες ή ελλείψεις που αφορούν τα στοιχεία της αίτησης τις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, εάν ο αιτητής για την εγγραφή συμμορφωθεί προς την πρόσκληση του Γραφείου εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο εδάφιο (2), ως ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία διορθώθηκαν ή συμπληρώθηκαν όλες οι διαπιστωθείσες παρατυπίες ή ελλείψεις. Σε αντίθετη περίπτωση, η αίτηση δεν εξετάζεται ως αίτηση για εγγραφή σήματος, καταχωρείται στο αρχείο και ο  αιτητής  ειδοποιείται σχετικά.

(4) Σχετικά με τις παρατυπίες ή ελλείψεις που αφορούν τις προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στις διατάξεις των άρθρων 23 και 26, εάν αυτές δεν διορθωθούν ή συμπληρωθούν εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2), η αίτηση εγγραφής σήματος απορρίπτεται και η απόφαση  κοινοποιείται στον αιτητή.

Προσδιορισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών

26.-(1) Τα  προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται εγγραφή σήματος ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα της ταξινόμησης της Νίκαιας.

(2) Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία προσδιορίζονται από τον αιτητή με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίζουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας.

(3) Η αίτηση εγγραφής απορρίπτεται αν περιέχει ενδείξεις ή όρους που είναι ασαφείς ή ανακριβείς, ή αν ο αιτητής δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στους κανονισμούς.

(4) Η αίτηση για εγγραφή μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερες από μία κλάση. Η κατάθεση και η ανανέωση σήματος υπόκεινται σε καταβολή προσθέτου τέλους για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της πρώτης κλάσης το οποίο καθορίζεται στους κανονισμούς.

(5)(α) Πριν από την εγγραφή ενός σήματος, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή φορέας εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών μπορεί να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις στον Έφορο, εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους το σήμα θα πρέπει να απορριφθεί αυτεπαγγέλτως.

(β) Τα πρόσωπα και οι οργανώσεις ή φορείς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου στην ενώπιον του Εφόρου διαδικασία.

Εξέταση των λόγων απόρριψης ή εγγραφή σήματος

27.-(1) Εάν δεν συντρέχει κάποιος λόγος απόρριψης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 ή του εδαφίου (1) του άρθρου 7, η αίτηση για εγγραφή σήματος γίνεται δεκτή και δημοσιεύεται κατά τον τρόπο που καθορίζουν οι Κανονισμοί.

(2) Η διαδικασία της εξέτασης των λόγων απόρριψης καθορίζεται στους κανονισμούς.

Ένσταση

28.-(1) Κατά της απόφασης του Εφόρου που έκανε δεκτή την αίτηση εγγραφής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27, μπορεί να ασκηθεί ένσταση εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης, για τον λόγο ότι η εγγραφή προσκρούει σε έναν ή περισσότερους λόγους που περιλαμβάνονται στις διατάξεις του άρθρου 6 ή των εδαφίων (1), (3) και (4) του άρθρου 7.

(2) Αν συντρέχουν απόλυτοι λόγοι απόρριψης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6,  η ένσταση ασκείται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον.

(3) Αν συντρέχουν οι σχετικοί λόγοι απόρριψης σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (3) και (4) του άρθρου 7, η ένσταση ασκείται από τους δικαιούχους των προγενέστερων σημάτων ή δικαιωμάτων καθώς και από τους δικαιούχους των ονομασιών προέλευσης και γεωγραφικών ενδείξεων.

(4) Ένσταση ασκείται βάσει ενός ή περισσότερων προγενέστερων σημάτων ή δικαιωμάτων υπό την προϋπόθεση ότι άπαντα ανήκουν στον ίδιο δικαιούχο.

(5) Η ένσταση μπορεί να βασίζεται σε μέρος ή στο σύνολο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία έχει εγγραφεί το προγενέστερο σήμα ή η προγενέστερη αίτηση εγγραφής και μπορεί να αφορά μέρος ή το σύνολο των προϊόντων ή των υπηρεσιών  της αίτησης εγγραφής.

Στοιχεία της ένστασης

29. Η ένσταση κατατίθεται εγγράφως, θεωρείται ασκηθείσα μόνον μετά την καταβολή του τέλους ένστασης και περιέχει τα στοιχεία που καθορίζονται στους κανονισμούς.

Εξέταση της ένστασης

30.-(1) Εφόσον η ένσταση κριθεί παραδεκτή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους κανονισμούς, η ένσταση και τα έγγραφα που στηρίζουν αυτήν διαβιβάζονται στον αιτητή την εγγραφή του σήματος (καθ’ ου η ένσταση).

(2)  Εάν η ένσταση βασίζεται σε σχετικούς λόγους απόρριψης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, το Γραφείο γνωστοποιεί στα μέρη της διαδικασίας ότι διαθέτουν προθεσμία δύο (2) μηνών προκειμένου να διερευνήσουν δυνατότητα φιλικής επίλυσης της διαφοράς.  Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται, μέχρι έξι (6) μήνες κατ’ ανώτατο όριο, κατόπιν αιτήματος αμφοτέρων των διαδίκων.

(3) Εάν τα αντίδικα μέρη επιλύσουν την διαφορά με φιλικό διακανονισμό, η διαδικασία της ένστασης θεωρείται περατωθείσα και η ένσταση αρχειοθετείται χωρίς να λαμβάνεται απόφαση επ' αυτής. Εάν η ταχθείσα προθεσμία για φιλικό διακανονισμό παρέλθει χωρίς το Γραφείο να έχει ειδοποιηθεί σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής, ο φιλικός διακανονισμός τεκμαίρεται ότι απέβη άκαρπος.

(4) Ο ενιστάμενος διαθέτει προθεσμία δύο (2) μηνών για να τεκμηριώσει την ένσταση υποβάλλοντας δικαιολογητικά και έγγραφα, αναπτύσσοντας παράλληλα τους λόγους που στηρίζουν αυτήν.

(5) Τα έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο ενιστάμενος διαβιβάζονται στον καθ’ ου η ένσταση ο οποίος καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις του ως  και τα έγγραφα και το αποδεικτικό υλικό που κρίνει αναγκαίο για την αντίκρουση αυτής.

(6) Οι παρατηρήσεις του καθ’ ου η ένσταση και το αποδεικτικό υλικό διαβιβάζονται, στον ενιστάμενο ο οποίος δύναται να απαντήσει εφόσον κρίνει τούτο σκόπιμο. Εάν υπάρξει απάντηση, αυτή διαβιβάζεται στον καθ’ ου η ένσταση για ενημέρωση του μόνον.  Κατόπιν τούτου, η διαδικασία της ένστασης θεωρείται περατωθείσα και η υπόθεση ώριμη για έκδοση απόφασης.

(7) Εάν ο καθ’ ου η ένσταση ζητήσει απόδειξη ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, ο ενιστάμενος οφείλει να υποβάλει τις παρατηρήσεις του και το αποδεικτικό υλικό που αποδεικνύουν την ουσιαστική χρήση του σήματός του εντός της προβλεπόμενης από τους κανονισμούς προθεσμίας.

(8) Το αίτημα για απόδειξη ουσιαστικής χρήσης υποβάλλεται εντός της προθεσμίας κατά την οποίαν ο καθ’ ου η ένσταση έχει κληθεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί της ένστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5). Στην περίπτωση αυτή οι παρατηρήσεις του καθ’ ου η ένσταση επί της ουσίας της ένστασης ως και τα έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν αυτήν μπορούν να συνυποβληθούν μαζί με τις παρατηρήσεις επί της απόδειξης χρήσης, σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας.

(9) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης και κατόπιν αιτήματος των μερών, το Γραφείο δύναται να επιτρέψει στα μέρη να υποβάλουν περαιτέρω παρατηρήσεις και αποδεικτικό υλικό.

(10) Η διαδικασία της ένστασης διεξάγεται εγγράφως. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, το Γραφείο δύναται, κατόπιν αιτήσεως των μερών, να επιτρέψει προφορική ακρόαση.

(11) Εάν, από την εξέταση της ένστασης προκύψει ότι η εγγραφή του σήματος δεν μπορεί να γίνει δεκτή για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτό διακρίνει, η αίτηση εγγραφής απορρίπτεται είτε στο σύνολό της ή εν μέρει  για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε αντίθετη περίπτωση η ένσταση απορρίπτεται και η αίτηση εγγραφής σήματος γίνεται δεκτή.

Μη χρήση ως μέσο άμυνας σε διαδικασία ένστασης

31.-(1) Μετά από αίτημα του καθ’ ου η ένσταση, ο  δικαιούχος του προγενέστερου σήματος το οποίο είναι εγγεγραμμένο για τουλάχιστον πέντε έτη, οφείλει να αποδείξει:

(α) Ότι κατά τη διάρκεια πέντε ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης εγγραφής ή της ημερομηνίας προτεραιότητας του μεταγενέστερου σήματος είχε γίνει ουσιαστική χρήση όπως προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 16, του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία εγγράφηκε και επί των οποίων βασίζεται η ένσταση,

(β) ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση αυτού.

(2) Εάν το προγενέστερο σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία εγγράφηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ένστασης, θεωρείται εγγεγραμμένο μόνον για το μέρος αυτό των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) εφαρμόζονται επίσης όταν το προγενέστερο σήμα είναι σήμα της ΕΕ. Στην περίπτωση αυτή η ουσιαστική χρήση του σήματος της ΕΕ προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2017/1001.

(4) Εάν ο ενιστάμενος  δεν αποδείξει την ουσιαστική χρήση του σήματός του ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για την μη χρήση αυτού, η ένσταση απορρίπτεται χωρίς να εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης.

Προσφυγή

32.-(1) Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των μερών να προσφεύγουν ενώπιον δικαστηρίων προς κρίση οποιουδήποτε θέματος προκύπτει από την εφαρμογή του, οι αποφάσεις του Γραφείου που απορρίπτουν ολικά ή εν μέρει την αίτηση εγγραφής, οι αποφάσεις που έχουν κρίνει επί ενστάσεων και επί αιτήσεων έκπτωσης και ακυρότητας ως και οι αποφάσεις που απορρίπτουν την αίτηση εγγραφής σήματος για τυπικούς ή άλλους λόγους, υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.

(2) Η προσφυγή κοινοποιείται στο Γραφείο.

Εγγραφή στο Μητρώο

33.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου τηρείται Μητρώο στο Γραφείο όπου καταχωρούνται οι αιτήσεις εγγραφής και τα εγγεγραμμένα σήματα, οι μεταβολές αυτών ως και κάθε άλλη πράξη, στοιχείο ή πληροφορία σχετικά με το σήμα όπως λεπτομερώς αναφέρεται στους κανονισμούς.

(2) Με απόφαση του Εφόρου καθορίζεται κάθε άλλη πράξη, στοιχείο ή πληροφορία σχετικά με το σήμα  που θα πρέπει να καταχωρείται στο  Μητρώο.

(3) Σήμα που έγινε δεκτό θεωρείται ότι εγγράφηκε την ημερομηνία της ολοκλήρωσης της διαδικασίας εγγραφής. Η προτεραιότητα στο σήμα ανατρέχει στην ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης εγγραφής.

(4) Το Μητρώο σημάτων τηρείται σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή. Τελεί υπό τον έλεγχο και διαχείριση του Γραφείου. Το Μητρώο είναι δημόσιο και προσιτό στο κοινό για έρευνα, με την καταβολή του αντίστοιχου τέλους. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των εγγραφών παρέχονται σε κάθε αιτητή με την καταβολή του σχετικού τέλους όπως αυτό ορίζεται στους κανονισμούς.

Διάρκεια της προστασίας και ανανέωση

34.-(1) Η εγγραφή του σήματος διαρκεί για μια δεκαετία που αρχίζει από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για εγγραφή.

(2) Η εγγραφή του σήματος μπορεί να παρατείνεται ανά δεκαετία με αίτηση του δικαιούχου και με την εμπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης.

(3) Η αίτηση για  ανανέωση και η καταβολή του τέλους ανανέωσης γίνεται εντός των τελευταίων έξι (6) μηνών της προστασίας του σήματος. Δύναται επίσης να γίνει εντός πρόσθετης προθεσμίας έξι (6) μηνών μετά τη λήξη της δεκαετίας, υπό την προϋπόθεση της καταβολής του τέλους ανανέωσης αυξημένου κατά ποσοστό που ορίζεται στους κανονισμούς.

(4) Το Γραφείο ειδοποιεί τον δικαιούχο του σήματος για την δυνατότητα ανανέωσης αυτού, έξι (6) μήνες πριν από την λήξη της προστασίας του σήματος. Ο δικαιούχος του σήματος ενημερώνεται επίσης για τις συνέπειες της μη ανανέωσης ως και για την δυνατότητα εκπρόθεσμης ανανέωσης αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).  Το Γραφείο ουδεμία ευθύνη φέρει εάν παραλείψει να προβεί στην ενημέρωση αυτή.

(5) Το σήμα διαγράφεται εάν, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (3), δεν υποβληθεί η αίτηση για ανανέωση ή δεν  καταβληθεί το τέλος ανανέωσης το οποίο καθορίζεται στους κανονισμούς.

(6) Εάν η αίτηση ανανέωσης υποβληθεί ή τα τέλη καταβληθούν για μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει εγγραφεί το σήμα, τούτο ανανεώνεται μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.

Διαίρεση της αίτησης ή της εγγραφής σήματος

35.-(1) Ο αιτητής ή ο δικαιούχος σήματος μπορεί να διαιρέσει την αίτηση για εγγραφή ή το εγγεγραμμένο σήμα σε δύο ή περισσότερες χωριστές αιτήσεις ή εγγραφές, δηλώνοντας για κάθε τμηματική αίτηση ή εγγραφή τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της αρχικής αίτησης ή εγγραφής που καλύπτονται από τις τμηματικές αιτήσεις ή εγγραφές.  Τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες της τμηματικής αίτησης ή εγγραφής δεν επιτρέπεται να αλληλεπικαλύπτονται με εκείνα που παραμένουν στην αρχική αίτηση ή εγγραφή.

(2) Η χρονική προτεραιότητα κάθε τμηματικής αίτησης ή εγγραφής ανατρέχει στο χρόνο κατάθεσης της αρχικής αίτησης.

(3) Η αίτηση για διαίρεση είναι απαράδεκτη εφόσον έχει ασκηθεί ένσταση κατά της αρχικής αίτησης εγγραφής ή αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας κατά της εγγραφής και η αίτηση διαίρεσης έχει ως αποτέλεσμα τη διαίρεση μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της ένστασης ή της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας, έως ότου η απόφαση επί της ένστασης ή της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας καταστεί τελεσίδικη ή η διαδικασία περαιωθεί κατ’ άλλον τρόπο.

Επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση

36.-(1) Ο αιτητής ή ο δικαιούχος σήματος ή οποιοσδήποτε άλλος διάδικος σε διαδικασία ενώπιον του Γραφείου ο οποίος, παρότι επέδειξε όλη την επιμέλεια που επιβάλουν οι περιστάσεις, δεν μπόρεσε να τηρήσει μια προθεσμία  λόγω  ανωτέρας βίας, τυχαίου μη προβλέψιμου γεγονότος ή άλλου σπουδαίου λόγου που εκφεύγει της ευθύνης του, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και την αποκατάσταση στα δικαιώματά του, εάν το κώλυμα είχε ως άμεση συνέπεια την απώλεια δικαιώματος υπεράσπισης  ή ενδίκου βοηθήματος.

(2)(α) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στην προθεσμία άσκησης ένστασης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 28.

(β) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που αφορούν ζητήματα προτεραιότητας εγγραφής ή αίτησης για εγγραφή του σήματος.

(3) Η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση υποβάλλεται κατά περίπτωση ενώπιον του Γραφείου εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την παύση του κωλύματος και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός έτους από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε.

(4) Η αίτηση υπόκειται στην καταβολή τέλους.

(5) Η απόφαση για την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα από οποιονδήποτε διάδικο.

(6) Ο αιτητής της αίτησης επαναφοράς που πέτυχε την αποκατάσταση των δικαιωμάτων του, δεν μπορεί να επικαλεσθεί αυτά έναντι τρίτων που τυχόν απέκτησαν καλόπιστα δικαίωμα κατά το διάστημα που μεσολάβησε από τη λήξη της προθεσμίας που δεν τηρήθηκε μέχρι την έκδοση απόφασης του Γραφείου για την επαναφορά.

(7) Σε περίπτωση απώλειας της προθεσμίας ανανέωσης σήματος, η εξάμηνη περίοδος χάριτος, κατά τις διατάξεις του εδάφιου (3) του άρθρου 34, δεν προσμετράται στην προθεσμία ενός έτους κατά τις διατάξεις του εδαφίου (3).