32.-(1) Αν ο πτωχεύσας κηρυχτεί σε πτώχευση, τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, στερείται του δικαιώματος να εκλέγεται, να κατέχει ή να ασκεί το αξίωμα-
(α) μέλους του Νομοθετικού Συμβουλίου
(β) δημάρχου ή μέλους Δημοτικού Συμβουλίου
(γ) μέλους Επαρχιακού Συμβουλίου (Medjilis Idare)
(δ) κοινοτάρχη.
(2) Οι ανικανότητες στις οποίες υπόκειται ο πτωχεύσας βάσει του άρθρου αυτού αίρονται και εκλείπουν αν και όταν:
(α) ακυρωθεί η κήρυξη της πτώχευσης, ή
(β) ο πτωχεύσας εξασφαλίσει την αποκατάσταση του από το Δικαστήριο με πιστοποιητικό στο οποίο να φαίνεται ότι η πτώχευση του προκλήθηκε από ατυχία χωρίς να οφείλεται σε δική του κακή διαγωγή.
Το Δικαστήριο δύναται να παραχωρήσει ή να κατακρατήσει τέτοιο πιστοποιητικό όπως κρίνει ορθό, αλλά η άρνηση παραχώρησης τέτοιου πιστοποιητικού υπόκειται σε έφεση.
33. Αν ο πτωχεύσας κηρυχτεί σε πτώχευση ενώ εκλέχτηκε μέλος του Νομοθετικού Συμβουλίου ή ενώ κατέχει το αξίωμα του Δημάρχου ή μέλους του Δημοτικού Συμβουλίου ή ενώ είναι μέλος Επαρχιακού Συμβουλίου ή κάτοχος της θέσης κοινοτάρχη, η έδρα ή η θέση του κενώνεται.