ΜΕΡΟΣ VIII ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΑΙ
Κιβδηλία σφραγίδων, μέτρων και σταθμών, σημάτων κ.λ.π.

53.-(1) Πας όστις-

(i) κιβδηλεύει οιανδήποτε σφραγίδα υιοθετηθείσαν υπό ή δυνάμει του παρόντος Νόμου ή

(ii) πωλεί ή άλλως πως διαθέτει οιανδήποτε κίβδηλον σφραγίδα ή

(iii) κατέχει οιανδήποτε κίβδηλον σφραγίδα ή

(iv) κιβδηλεύει οιονδήποτε σήμα γενόμενον δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού εκδοθέντος δυνάμει τούτου ή

(v) αφαιρεί οιονδήποτε σήμα γενόμενον δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού δυνάμει τούτου εκδοθέντος, ή επεμβαίνει εις την ούτω γενομένην σήμανσιν ή

(vi) αφαιρεί οιονδήποτε σήμα γενόμενον δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού δυνάμει τούτου εκδοθέντος και επιθέτει το ούτως αφαιρεθέν σήμα επί οιουδήποτε ετέρου μέτρου ή σταθμού ή επανατοποθετεί τούτο εντός αυτού ή

(vii) σκοπίμως αυξάνει ή μειώνει ή αλλοιοί καθ’ οιονδήποτε τρόπον οιονδήποτε μέτρον ή σταθμόν επί τω τέλει εξαπατήσεως οιουδήποτε προσώπου ή εν επιγνώσει ή επί ικανή δικαιολογία πίστεως ότι οιονδήποτε πρόσωπον είναι δυνατόν ούτω να εξαπατηθή,

είναι ένοχος αδικήματος.

(2) Πας όστις λαμβάνει διά μη νομίμων μέσων κατοχής οιασδήποτε σφραγίδος υιοθετηθείσης υπό ή δυνάμει του παρόντος Νόμου και χρησιμοποιεί ή μεριμνά ώστε να χρησιμοποιηθή οιαδήποτε τοιαύτη σφραγίς διά την διενέργειαν οιασδήποτε σημάνσεως εφ’ οιουδήποτε μέτρου ή σταθμού επί τω τέλει παρουσιάσεως της υπό της τοιαύτης σφραγίδος γενομένης συμάνσεως ως εξουσιοδοτημένης υπό ή δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι ένοχος αδικήματος.

(3) Πας όστις, ων νόμιμος κάτοχος σφαγίδος υιοθετηθείσης υπό ή δυνάμει του παρόντος Νόμου χρησιμοποιεί ή μεριμνά ώστε να χρησιμοποιηθή η τοιαύτη σφραγίς άνευ νομίμου εξουσιοδοτήσεως διά την τοιαύτην χρήσιν, είναι ένοχος αδικήματος.

(4) Πας όστις πωλεί, προσφέρει ή εκθέτει προς πώλησιν ή άλλως πως διαθέτει οιονδήποτε μέτρον ή σταθμόν όπερ γνωρίζει ή έχει λόγον να γνωρίζη ότι φέρει επ’ αυτού κίβδηλον σήμα, είναι ένοχος αδικήματος.

(5) Πας όστις ήθελεν ευρεθή ένοχος αδικήματος δυνάμει οιουδήποτε εδαφίου του παρόντος άρθρου υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τα δύο έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (1500 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας, και εν περιπτώσει δευτέρας ή μεταγενεστέρας καταδίκης εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τα πέντε έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (1500 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Πώλησις απορριφθέντων μέτρων και σταθμών

54. Πας όστις πωλεί, διανέμει, παραδίδει ή προσφέρει ή μεριμνά ώστε να πωληθή, διανεμηθή, παραδοθή ή προσφερθή οιονδήποτε μέτρον ή σταθμόν όπερ έχει απορριφθή κατά την επαλήθευσιν δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού δυνάμει τούτου εκδοθέντος, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους δώδεκα μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εφαρμόζεται εις την πώλησιν, ως αχρήστου υλικού, οιουδήποτε απορριφθέντος μέτρου ή σταθμού όπερ έχει καταστραφή κατά τον  καθωρισμένον τρόπον.

Επέμβασις ή παραποίησις αδείας

55. [Διαγράφηκε]
Πλαστοπροσωπεία

56. Πας όστις πλαστοπροσωπεί καθ’ οιονδήποτε τρόπον τον Έφορον, Αναπληρωτήν Έφορον ή Επιθεωρητήν ή οιονδήποτε έτερον λειτουργόν εξουσιοδοτημένον υπό του Εφόρου, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (1500 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Παροχή ψευδών πληροφοριών

57.-(1) Πας όστις δίδει πληροφορίαν εις τον Έφορον, Αναπληρωτήν Έφορον ή Επιθεωρητήν ην ούτος δύναται να απαιτήση ή ζητήση εν τη ενασκήσει των καθηκόντων του και ην το τοιούτο πρόσωπον είτε γνωρίζει είτε έχει λόγον να πιστεύη ότι είναι ψευδής ή εσφαλμένη, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας 450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

(2) Πας όστις, υποχρεούμενος υπό ή δυνάμει του παρόντος Νόμου να πράξη ούτως, υποβάλλει έκθεσιν ήτις είναι εσφαλμένη εις ουσιώδεις λεπτομερείας, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (750, και διά δεύτερον ή μεταγενέστερον αδίκημα εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας 450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Κατασκευή κλπ. ψευδών μέτρων ή σταθμών

58. Πας όστις κατασκευάζει, συσκευάζει, εισάγει, πωλεί, διανέμει, παραδίδει, προσφέρει προς πώλησιν ή χρησιμοποιεί οιονδήποτε ψευδές ή ανακριβές μέτρον ή σταθμόν είναι ένοχος αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Τεκμήρια εν ωρισμέναις περιπτώσεσι

59.-(1) Εάν πρόσωπον τι-

(α) κατασκευάζη, συσκευάζη, εισάγη, πωλή, διανέμη, παραδίδη ή προσφέρη προς πώλησιν( ή μεριμνά ώστε να κατασκευασθή, συσκευασθή, εισαχθή, πωληθή, διανεμηθή, παραδοθή ή προσφερθή προς πώλησιν οιονδήποτε ψευδές μέτρον ή σταθμόν ή

(β) χρησιμοποιή ή μεριμνά ώστε να χρησιμοποιηθή οιονδήποτε ψευδές μέτρον ή σταθμόν εν οιαδήποτε συναλλαγή ή διά σκοπούς χρήσεως εν οιαδήποτε βιομηχανική παραγωγή,

τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ότι έπραξεν ούτω εν επιγνώσει του ότι το μέτρον ή σταθμόν ήτο ψευδές.

(2) Εάν οιονδήποτε πρόσωπον έχη εις την κατοχήν, φύλαξιν ή έλεγχον αυτού οιονδήποτε ψευδές μέτρον ή σταθμόν υπό τοιαύτας συνθήκας ώστε να  υποδεικνύηται ότι το τοιούτο μέτρον ή σταθμόν δυνατόν να χρησιμοποιηθή εν οιαδήποτε συναλλαγή ή διά σκοπούς χρήσεως εν οιαδήποτε βιομηχανική παραγωγή, τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ότι το τοιούτο εσφαλμένον μέτρον ή σταθμόν κατείχετο, εκρατείτο ή ηλέγχετο υπό του τοιούτου προσώπου επί τω τέλει χρησιμοποιήσεως του εν οιαδήποτε συναλλαγή ή διά σκοπούς χρήσεως εν οιαδήποτε βιομηχανική παραγωγή.

Ευθύνη εργοδότου

60.-(1) Εργοδότης όστις γνωρίζει ή έχει λόγον να πιστεύη ότι οιονδήποτε πρόσωπον εργοδοτούμενον υπ’ αυτού έχει παραβή κατά την διάρκειαν της τοιαύτης εργοδοτήσεως, οιανδήποτε διάταξιν του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού δυνάμει τούτου εκδοθέντος, λογίζεται ως έχων παρακινήσει εις την παράβασιν της τοιαύτης διατάξεως:

Νοείται ότι δεν λογίζεται ότι τοιαύτη παρακίνησις έλαβε χώραν εάν ο τοιούτος εργοδότης προ της παρελεύσεως επτά ημερών από της σχετικής ημερομηνίας-

(α) καθ’ ην έλαβε γνώσιν της παραβάσεως ή

(β) έχει λόγον να πιστεύη ότι παράβασις τις έλαβε χώραν,

εγνωστοποίησεν εις τον Έφορον το όνομα του προσώπου υφ’ ου η παράβασις εγένετο και την ημέραν και ετέρας λεπτομερείας της τοιαύτης παραβάσεως.

(2) Πας όστις λογίζεται δυνάμει του εδαφίου (1) ως έχων παρακινήσει εις την διάπραξιν αδικήματος κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου, υπόκειται εις τας αυτάς κυρώσεις ως εάν είχε παραβή την σχετικήν διάταξιν.

Αδικήματα υπό Εταιρειών και ευθύνη αξιωματούχων

61.-(1) Εάν το πρόσωπον το διαπράττον το αδίκημα κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου είναι Εταιρεία, παν πρόσωπον όπερ κατά τον χρόνον της διαπράξεως του αδικήματος ήτο υπεύθυνον προς την Εταιρείαν διά την διεξαγωγήν των εργασιών της εν λόγω Εταιρείας λογίζεται ως ένοχον αδικήματος και υπόκειται εις δίωξιν και σχετικήν ποινήν:

Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι εδαφίω διαλαμβανομένων καθιστά οιονδήποτε πρόσωπον υπεύθυνον εάν το εν λόγω πρόσωπον αποδείξη ότι το αδίκημα διεπράχθη άνευ γνώσεως αυτού και ότι τούτο κατέβαλε πάσαν επιμέλειαν διά να αποτρέψη την διάπραξιν του τοιούτου αδικήματος.

(2) Ανεξαρτήτως οιουδήποτε εν τω εδαφίω (1) διαλαμβανομένου, οσάκις αδίκημα τι κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου έχει διαπραχθή υπό Εταιρείας τινός και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα διεπράχθη τη συγκαταθέσει και συναινέσει οιουδήποτε Διευθυντού, Γραμματέως ή ετέρου αξιωματούχου ταύτης, ή το αδίκημα αποδίδεται εν τινι βαθμώ εις αμέλειαν εκ μέρους τούτου, ούτος λογίζεται επίσης ως ένοχος του εν λόγω αδικήματος και υπόκειται εις δίωξιν και σχετικήν ποινήν:

Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-

(α) “Εταιρεία” σημαίνει οιονδήποτε πρόσωπον μετά ή άνευ νομικής προσωπικότητος και περιλαμβάνει οίκον ή έτερον σύνδεσμον ατόμων και

(β) “Διευθυντής”, εν σχέσει προς οιονδήποτε οίκον, περιλαμβάνει συνέταιρον εν τω οίκω.

Αδικήματα και ποιναί

62. Πας όστις παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε διάταξιν του παρόντος Νόμου ή οιουδήποτε Κανονισμού ή Διατάγματος εκδοθέντος δυνάμει τούτου εν τη οποία δεν γίνεται ειδική περί τούτου πρόνοια, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (450 ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας, και εν περιπτώσει δευτέρας ή μεταγενεστέρας καταδίκης εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας (1000 ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Επιπρόσθετοι εξουσίαι Δικαστηρίου

63. Όταν ένα πρόσωπο έχει καταδικασθεί για οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του Νόμου αυτού, το Δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή, να διατάξει την κατάσχεση οποιουδήποτε μέτρου ή σταθμού αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα.