ΜΕΡΟΣ VΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΕΡΕΥΝΑ
Εξουσία της Επιτροπής προς συλλογή πληροφοριών

30.-(1) Η Επιτροπή δύναται να συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες για την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, αλλά και επ’ ονόματι και για λογαριασμό άλλων Αρχών Ανταγωνισμού, απευθύνουσα σχετικό προς τούτο γραπτό αίτημα προς επιχειρήσεις, ενώσεις επιχειρήσεων ή άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.

(2) Στο αίτημα της Επιτροπής καθορίζονται οι αιτούμενες πληροφορίες, οι θεμελιούσες το αίτημα διατάξεις του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, η αιτιολογία του αιτήματος, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών εύλογη προθεσμία, που δε δύναται να είναι μικρότερη των είκοσι ημερών, και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την ως άνω υποχρέωση της παροχής πληροφοριών.

(3) Το πρόσωπο, η επιχείρηση, η ένωση επιχειρήσεων, ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας προς τους οποίους απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής, έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των αιτούμενων πληροφοριών εντός της ταχθείσας προθεσμίας:

Νοείται ότι οι δημόσιοι φορείς δύνανται να αρνηθούν την παροχή των αιτούμενων πληροφοριών σε περίπτωση που η παροχή θα προσέκρουε σε διάταξη του δικαίου της ένωσης ή νόμου ή δευτερογενούς νομοθεσίας, που αποσκοπεί στην εναρμόνιση με το δίκαιο της ένωσης.

(4) Σε περίπτωση που η απάντηση και/ ή οι πληροφορίες που δίδονται από το πρόσωπο, την επιχείρηση, την ένωση επιχειρήσεων, το δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα στους οποίους απευθύνεται το αίτημα για  παροχή πληροφοριών, είναι ελλιπείς, ασαφείς ή χρήζουν περαιτέρω διευκρινίσεων και/ή διερεύνησης, η Επιτροπή δύναται να προβεί στην υποβολή νέου αιτήματος προς το εν λόγω πρόσωπο, την επιχείρηση, την ένωση επιχειρήσεων, το δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα με σκοπό τη λήψη όλων των απαιτούμενων πληροφοριών και/ ή απαραίτητων διευκρινίσεων και/ ή επεξηγήσεων. Στο εν λόγω αίτημα πρέπει να καθορίζεται προθεσμία προς παροχή των εν λόγω πληροφοριών και/ ή διευκρινήσεων, που δεν δύναται να είναι μικρότερη των επτά (7) ημερών, και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την ως άνω υποχρέωση.

(5) Σε περίπτωση υποβολής αιτήματος δυνάμει του εδαφίου (2) ή (4) -

(α) όλα τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του νομικού προσώπου,

(β) ο γενικός διευθυντής ή ο διευθυντής ή ο διευθύνων σύμβουλος του νομικού προσώπου, και

(γ) τα πρόσωπα που, βάσει νόμου ή καταστατικού, είναι επιφορτισμένα με την εκπροσώπηση εταιρειών ή ενώσεων που στερούνται νομικής προσωπικότητας,

έχουν υποχρέωση όπως παρέχουν πλήρως και επακριβώς όλες τις ζητούμενες πληροφορίες για λογαριασμό του εμπλεκόμενου προσώπου, της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων, εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

(6) Δεόντως εξουσιοδοτημένοι δικηγόροι δύνανται να παρέχουν εξ’ ονόματος των πελατών τους όλες τις ζητούμενες πληροφορίες:

Νοείται ότι για την πλήρη και έγκαιρη παροχή των εν λόγω πληροφοριών παραμένουν πλήρως υπεύθυνα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που βαρύνονται με την υποχρέωση παροχής πληροφοριών δυνάμει των εδαφίων (1) έως (5).

(7) Σε περίπτωση -

(α) παράλειψης παροχής των αιτούμενων πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία· ή/και

(β) εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παροχής ψευδών, ελλειπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών,

η Επιτροπή δύναται να επιβάλει σε επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ή ιδιωτικούς φορείς διοικητικό πρόστιμο μέχρι ένα επί τοις εκατόν (1%) του κύκλου εργασιών τους κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

(8) Σε περίπτωση παράλειψης παροχής των αιτούμενων πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η Επιτροπή δύναται επιπρόσθετα να επιβάλει σε επιχείρηση, ένωση επιχειρήσεων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ή ιδιωτικούς φορείς διοικητικό πρόστιμο μέχρι πέντε επί τοις εκατόν (5%) του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

(9) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή κατά την άσκηση της κατά το παρόν άρθρο εξουσίας δύνανται να χρησιμοποιούνται μόνο για το σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν οι πληροφορίες, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου αυτό επιβάλλεται για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού.

(10) Το πρόσωπο, η επιχείρηση ή η ένωση επιχειρήσεων, ο δημόσιος ή ο ιδιωτικός φορέας, προς τους οποίους απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής, με την υποβολή των αιτούμενων πληροφοριών, προσδιορίζει έγγραφα, δηλώσεις και οποιοδήποτε υλικό θεωρεί ότι περιέχει εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες και/ή επιχειρηματικά απόρρητα, αιτιολογώντας την άποψή του, και παρέχει χωριστή μη εμπιστευτική εκδοχή εντός της προθεσμίας που τάσσει η Επιτροπή για τη γνωστοποίηση των απόψεων του/της:

Νοείται ότι εάν το πρόσωπο, η επιχείρηση ή η ένωση επιχειρήσεων ή ο ιδιωτικός φορέας δεν ασκήσει τη δυνατότητα που του παρέχεται δυνάμει του παρόντος εδαφίου, η Επιτροπή δύναται να θεωρήσει ότι τα αντίστοιχα έγγραφα, σε δηλώσεις και το υπόλοιπο υλικό δεν περιέχουν απόρρητα στοιχεία ή εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες.

Εξουσία προς λήψη δηλώσεων

30Α.-(1) Η Επιτροπή δύναται, κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, να διεξάγει συνέντευξη με κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο συναινεί προς αυτό, με σκοπό τη λήψη δηλώσεων αναφορικά με το αντικείμενο της διενεργούμενης έρευνας.

(2) Η σχετική συνέντευξη μπορεί να διεξαχθεί με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο. η Επιτροπή δύναται να καταγράφει τις καταθέσεις που λαμβάνει από τα ερωτώμενα πρόσωπα σε οποιαδήποτε μορφή, εφόσον ενημερώσει αυτά για το γεγονός.

(3) Πριν την έναρξη της συνέντευξης η Επιτροπή γνωστοποιεί στο πρόσωπο, με το οποίο προτίθεται να διεξάγει συνέντευξη, τη νομική βάση και το σκοπό της συνέντευξης, υπενθυμίζει τον συναινετικό χαρακτήρα αυτής και ενημερώνει περί της καταγραφής της συνέντευξης.

(4) Αντίγραφο της καταγεγραμμένης συνέντευξης τίθεται στη διάθεση του ερωτώμενου προσώπου, το οποίο εφόσον εγκρίνει αυτό, το υπογράφει.

Εξουσία της Επιτροπής προς έρευνα

31.-(1) Η Επιτροπή δύναται, κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες έρευνες σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων και προς τούτο-

(α) να εισέρχεται σε κάθε γραφείο, χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, καθώς και σε κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο εξαιρουμένων των κατοικιών·

(β) να ελέγχει τα αρχεία, τα βιβλία, τους λογαριασμούς, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους·

(γ) να λαμβάνει ή να αποκτά υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφο ή απόσπασμα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους και οπουδήποτε και αν αυτά φυλάσσονται·

(δ) να σφραγίζει οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς και άλλα έγγραφα επαγγελματικής φύσης, κατά την περίοδο και στο βαθμό που απαιτούνται για τον έλεγχο·

(ε) να υποβάλλει σε κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων ερωτήσεις και να ζητά επεξηγήσεις περί των γεγονότων ή εγγράφων που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις απαντήσεις.

(2) Οι κατά το εδάφιο (1) έρευνες διενεργούνται και οι σχετικές εξουσίες ασκούνται κατ’ εντολήν της Επιτροπής από αρμόδιους λειτουργούς της Υπηρεσίας. Εάν τούτο κριθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, οι εν λόγω λειτουργοί συνοδεύονται από άλλους λειτουργούς, ήτοι δημόσιους υπαλλήλους ή/και λειτουργούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ή/και από πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις που δυνατό να εργοδοτούνται από την Επιτροπή.

(3) Η εντολή της Επιτροπής είναι γραπτή και καθορίζει επακριβώς το αντικείμενο και το σκοπό της έρευνας, ορίζει την ημερομηνία έναρξης της έρευνας, τη διάταξη πάνω στην οποία στηρίζεται η εξουσία αυτή της Επιτροπής και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης της επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων να συμμορφωθεί προς την εντολή της Επιτροπής.

(4) Οι έρευνες διενεργούνται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων, εκτός εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η παροχή ειδοποίησης θα υποβοηθήσει στο ερευνητικό έργο.

(5) Η επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων στην οποία διενεργείται η έρευνα δύναται να συμβουλευθεί το συνήγορό της κατά τη διάρκεια της έρευνας, η παρουσία όμως αυτού δε συνιστά νομική προϋπόθεση για το έγκυρο της έρευνας και/ ή υπεράσπιση για την μη και/ ή πλημμελή συμμόρφωση στην εντολή της Επιτροπής.

(6) Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή ζητά τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.

(7) Η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει σε επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων διοικητικό πρόστιμο μέχρι ένα επί τοις εκατόν (1%) του κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, σε περίπτωση που αυτή εκ προθέσεως ή εξ αμελείας επιδεικνύει ελλειπή ή αλλοιωμένα τα αιτηθέντα αρχεία, τα βιβλία, τους λογαριασμούς ή άλλα επαγγελματικά έγγραφα ή σε περίπτωση άρνησης της επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων να συμμορφωθεί προς εντολή της Επιτροπής για έρευνα.

(8) Η Επιτροπή δύναται επιπρόσθετα να επιβάλλει στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων διοικητικό πρόστιμο μέχρι πέντε επί τοις εκατόν (5%) του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για κάθε ημέρα παράλειψης αυτής να συμμορφωθεί προς εντολή της Επιτροπής για διενέργεια έρευνας κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.

(9) Οι πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή κατά την άσκηση της κατά το παρόν άρθρο εξουσίας δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό για τον οποίο επιτρέπεται η έρευνα, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου αυτό επιβάλλεται για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού.

(10) Κάθε επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων, η οποία υπόκειται σε έρευνα δυνάμει του παρόντος άρθρου, και κάθε πρόσωπο στο οποίο υποβάλλονται ερωτήσεις ή από το οποίο ζητούνται επεξηγήσεις δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στον ερευνόντα λειτουργό, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί -

(α) οποιαδήποτε διευκόλυνση,

(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και

(γ) οποιαδήποτε δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχει στον ερευνόντα λειτουργό,

ο δε ερευνών λειτουργός δύναται να απαιτεί και να λαμβάνει τέτοια διευκόλυνση, πληροφορία και δήλωση.

(11) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο -

(α) στο οποίο το εδάφιο (10) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή

(β) το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που αποτελεί αντικείμενο έρευνας δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή παρέχει στην Επιτροπή ή σε ερευνόντα λειτουργό της ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει στην Επιτροπή ή σε ερευνόντα λειτουργό της πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που ζητείται κατά την άσκηση εξουσιών τις οποίες χορηγεί ο παρών Νόμος,

και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.

(12) Σε περίπωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (11) -

(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται βάσει του εδαφίου (10), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη·

(β) αναφορικά με την παροχή ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, δήλωσης, αρχείου, βιβλίου, λογαριασμού ή άλλου εγγράφου επαγγελματικής δραστηριότητας, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, τη δήλωση, το αρχείο, το βιβλίο, το λογαριασμό ή έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι ήταν ψευδές, ελλιπές, ανακριβές ή παραπλανητικό.

Επί τόπου έρευνες άλλων χώρων

32.-(1) Δεν επιτρέπεται η διενέργεια ελέγχου σε οποιοδήποτε χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο άλλο από αυτό που προβλέπεται στο άρθρο 31 ή σε κατοικίες, εκτός κατόπιν έκδοσης δεόντως αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος.

(2) Η Επιτροπή δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση εντάλματος, με το οποίο να διατάσσεται η διενέργεια ελέγχου εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι εκεί φυλάσσονται αρχεία, λογαριασμοί, βιβλία, άλλα έγγραφα επαγγελματικής δραστηριότητας ή άλλα στοιχεία που συνδέονται με την διερεύνηση της υπόθεσης.

(3) Το Δικαστήριο εκδίδει ένταλμα που επιτρέπει στην Επιτροπή να ασκεί, τηρουμένων των αναλογιών, τις εξουσίες που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 31, κατά τη διενέργεια ελέγχου σε κατοικίες και σε οποιοδήποτε άλλο χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο. Το ως άνω ένταλμα εκδίδεται εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) δικαιολογείται από τα γεγονότα.

(4) Η διαδικασία υποβολής και εκδίκασης της αίτησης διέπεται από διαδικαστικό κανονισμό τον οποίο εκδίδει το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά μέχρις ότου εκδοθεί τέτοιος κανονισμός, η αίτηση πρέπει να υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση εξουσιοδοτημένου λειτουργού.

(5) Κάθε ένταλμα έρευνας φέρει την υπογραφή του δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα έκδοσης, καθώς επίσης και βεβαίωση του δικαστή ότι έχει εύλογα ικανοποιηθεί για την ανάγκη έκδοσης του εν λόγω εντάλματος.

(6) Τα εδάφια (2), (4), (5), (6), (9) και (10) του άρθρου 31 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στις περιπτώσεις διενέργειας ελέγχου δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Εξουσία προς διεξαγωγή ερευνών σε κλάδους της οικονομίας ή τύπους συμφωνιών

32Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 30, 30Α και 31, η Επιτροπή δύναται, όταν η πορεία των εμπορικών συναλλαγών, η δυσκαμψία των τιμών ή άλλες περιστάσεις δημιουργούν υπόνοιες για πιθανό περιορισμό ή στρέβλωση του ανταγωνισμού στη Δημοκρατία, να διεξάγει έρευνα σε συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας ή σε συγκεκριμένους τύπους συμφωνιών σε διάφορους κλάδους.

(2) Η Επιτροπή δύναται να ζητεί τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των άρθρων 3 και/ή 6 και/ή των Άρθρων 101 ΣΛΕΕ και/ή 102 ΣΛΕΕ, καθώς επίσης και να διενεργεί κάθε αναγκαίο προς τούτο έλεγχο. Η Επιτροπή δύναται, ιδίως, να ζητήσει από τις επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων να της καταστήσουν γνωστή οποιαδήποτε συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική.

(3) Η Επιτροπή δύναται να δημοσιεύει έκθεση για τα αποτελέσματα της έρευνάς της σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας ή συγκεκριμένους τύπους συμφωνιών σε διάφορους κλάδους.

(4) Η Επιτροπή δύναται να χρησιμοποιεί τα στοιχεία, τα οποία προκύπτουν από την έρευνα, σε υποθέσεις διερεύνησης πιθανών παραβάσεων των άρθρων 3 και/ή 6 και/ή των Άρθρων 101 ΣΛΕΕ και/ή 102 ΣΛΕΕ.

Υποχρέωση προς εχεμύθεια για την προστασία επιχειρηματικών απορρήτων και πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης

33.-(1) Ο Πρόεδρος, τα άλλα μέλη και τα αναπληρωματικά της Επιτροπής, τα πρόσωπα τα οποία εργάζονται υπό την εποπτεία της Επιτροπής, οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας και άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση, ένεκα της θέσης τους ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, επιχειρηματικών απορρήτων και πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης, έχουν υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλουν να μην κοινοποιούν και/ή δημοσιοποιούν αυτές, εκτός κατά την έκταση όπου επιβάλλεται-

(α) για να αποδειχθεί μια παράβαση των άρθρων 3 και/ή 6 του παρόντος Νόμου και/ ή των ΄Αρθρων 81 ΕΚ και/ ή 82 ΕΚ.

(β) προς εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Την αυτή υποχρέωση προς εχεμύθεια έχει και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των πληροφοριών αυτών κατ’ εφαρμογήν του παρόντος Νόμου κατά τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο διαδικασίες.

(3) Χωρίς επηρεασμό του άρθρου 38, παράβαση της κατά το άρθρο αυτό υποχρέωσης προς εχεμύθεια συνιστά, προκειμένου περί δημόσιων υπαλλήλων, βαρύ πειθαρχικό αδίκημα τιμωρούμενο κατά τις οικείες πειθαρχικές διατάξεις.

(4) Καμία διάταξη του παρόντος Νόμου δεν εμποδίζει την κοινοποίηση και/ή δημοσιοποίηση πληροφοριών για σκοπούς εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού.