ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Γενικές αρχές και κριτήρια που διέπουν τα συστήματα χορήγησης άδειας κατά την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης των παρόχων

10.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, η πρόσβαση σε δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών και η άσκησή τους από παρόχους εγκατεστημένους στη Δημοκρατία, μπορεί να εξαρτάται από συστήματα χορήγησης άδειας μόνο εφόσον αυτά πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) δεν εισάγουν διακρίσεις εις βάρος του παρόχου της υπηρεσίας·

(β) δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος κατά την έννοια του παρόντος Νόμου·

(γ) ο επιδιωκόμενος στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί με λιγότερο περιοριστικό μέτρο, ιδίως επειδή οι εκ των υστέρων έλεγχοι θα λάμβαναν χώρα με πολύ μεγαλύτερη καθυστέρηση για να είναι πραγματικά αποτελεσματικοί.

(2) Τα συστήματα χορήγησης άδειας βασίζονται πάνω σε κριτήρια τα οποία-

(α) δεν εισάγουν διακρίσεις∙

(β) δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος∙

(γ) είναι αναλογικά προς τον προαναφερόμενο στόχο δημόσιου συμφέροντος∙

(δ) είναι σαφή και δεν επιδέχονται αμφισβήτηση∙

(ε) είναι αντικειμενικά∙

(στ) έχουν δημοσιοποιηθεί εκ των προτέρων∙ και

(ζ) είναι διαφανή και προσβάσιμα.

(3) Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας για νέα εγκατάσταση δεν αλληλοεπικαλύπτονται με απαιτήσεις και ελέγχους που είναι ισοδύναμοι, ή κατ’ ουσία συγκρίσιμοι ως προς τον σκοπό τους, στους οποίους ήδη υπόκεινται οι πάροχοι των υπηρεσιών στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος και για το σκοπό αυτό επικουρούνται από τον πάροχο των υπηρεσιών και τα σημεία επαφής του άρθρου 31 , τα οποία παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες.

(4) Εκτός εάν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν την έκδοση ιδιαίτερης άδειας για κάθε επιμέρους εγκατάσταση ή τον περιορισμό της άδειας σε ορισμένο τμήμα της επικράτειας της Δημοκρατίας, η άδεια επιτρέπει στους παρόχους πρόσβαση στη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή τους επιτρέπει να την ασκήσουν σε ολόκληρη την επικράτεια της Δημοκρατίας, μεταξύ άλλων, με την ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων, θυγατρικών εταιρειών ή γραφείων.

(5) Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν την άδεια από τη στιγμή που ολοκληρώνεται η δέουσα εξέταση των προϋποθέσεων χορήγησης άδειας και διαπιστώνουν ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται.

Διάρκεια της άδειας

11.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 12, η άδεια που χορηγείται στον πάροχο υπηρεσιών δεν έχει περιορισμένη διάρκεια, εκτός εάν σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε ειδικού νόμου-

(α) η άδεια ανανεώνεται αυτόματα ή εξαρτάται αποκλειστικά από τη διαρκή τήρηση των απαιτήσεων∙

(β) επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος περιορίζει τον αριθμό των διαθέσιμων αδειών∙ ή

(γ) η περιορισμένη διάρκεια δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος.

(2) Το εδάφιο (1) δεν αφορά τη μέγιστη προθεσμία εντός της οποίας ο πάροχος των υπηρεσιών οφείλει να αρχίσει πραγματικά τη δραστηριότητά του μετά τη χορήγηση της άδειας.

(3) Ο πάροχος υπηρεσιών ενημερώνει το ΕΚΕ το οποίο ενημερώνει άμεσα την αρμόδια αρχή, σχετικά με τις ακόλουθες αλλαγές:

(α) Την ίδρυση θυγατρικών εταιρειών, των οποίων οι δραστηριότητες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος χορήγησης άδειας∙

(β) αλλαγές της κατάστασής του, που έχουν ως συνέπεια να μην πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας.

(4) Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα των αρμοδίων αρχών να ανακαλούν τις άδειες σύμφωνα με τις διατάξεις του σχετικού νόμου, όταν παύσουν πλέον να ισχύουν οι προϋποθέσεις χορήγησης των αδειών.

(5) Πάροχοι που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους που προκύπτουν από το παρόν άρθρο υπόκεινται σε διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή, το οποίο είναι ανάλογο με τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης και το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)για κάθε παράβαση.

Επιλογή μεταξύ περισσοτέρων υποψηφίων

12.-(1) Σε περίπτωση που ο αριθμός των διαθέσιμων αδειών για συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι περιορισμένος, λόγω της σπανιότητας των διαθέσιμων φυσικών πόρων ή τεχνικών δυνατοτήτων, οι αρμόδιες αρχές εφαρμόζουν διαδικασία επιλογής μεταξύ των δυνητικών υποψηφίων, η οποία προβλέπει όλες τις εγγυήσεις αμεροληψίας και διαφάνειας, και ιδίως την κατάλληλη δημοσιοποίηση της έναρξης, της διεξαγωγής της και της ολοκλήρωσης της διαδικασίας σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους της Δημοκρατίας.

(2) Στις περιπτώσεις του εδαφίου (1), η άδεια χορηγείται για την καθορισμένη στην άδεια περιορισμένη χρονική περίοδο και δεν μπορεί να ανανεώνεται αυτόματα ούτε να προβλέπει κάποιο άλλο πλεονέκτημα για τον πάροχο υπηρεσιών η άδεια του οποίου μόλις έληξε ή για όσους έχουν ιδιαίτερους δεσμούς με αυτόν.

(3) Με την επιφύλαξη του διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού και των διατάξεων του άρθρου 10, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη, κατά τη θέσπιση των κανόνων για τη διαδικασία επιλογής, θέματα δημόσιας υγείας, στόχους κοινωνικής πολιτικής, την υγεία και την ασφάλεια των μισθωτών ή των αυτοαπασχολουμένων, την προστασία του περιβάλλοντος, τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και άλλους επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας

13.- (1) Οι διαδικασίες και οι διατυπώσεις χορήγησης άδειας είναι σαφείς, δημοσιοποιούνται εκ των προτέρων και παρέχουν στους αιτούντες την εγγύηση ότι οι αιτήσεις τους θα εξεταστούν αντικειμενικά και αδέκαστα.

(2) Οι διαδικασίες και οι διατυπώσεις χορήγησης άδειας δεν αποτρέπουν ούτε περιπλέκουν και ούτε καθυστερούν αδικαιολόγητα την παροχή της υπηρεσίας, είναι εύκολα προσβάσιμες, τα δε τέλη που ενδέχεται να βαρύνουν τους αιτούντες είναι εύλογα και ανάλογα του κόστους των διαδικασιών χορήγησης άδειας και δεν υπερβαίνουν το κόστος των διαδικασιών αυτών.

(3) Οι διαδικασίες και οι διατυπώσεις χορήγησης άδειας παρέχουν στους αιτούντες την εγγύηση ότι οι αιτήσεις τους θα εξεταστούν χωρίς καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας τριών μηνών, η οποία αρχίζει από τη χρονική στιγμή της υποβολής όλων των απαιτούμενων εγγράφων, εκτός εάν ειδικός νόμος προβλέπει διαφορετική προθεσμία. Η προθεσμία μπορεί να παραταθεί μόνο μία φορά, από την αρμόδια αρχή, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μετά από δέουσα αιτιολόγηση της αρμόδιας αρχής η οποία κοινοποιείται στον αιτούντα πριν την εκπνοή της αρχικής προθεσμίας:

Νοείται ότι σε περίπτωση που ειδικός νόμος ή κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει ειδικού νόμου προβλέπουν διαφορετική προθεσμία από την προθεσμία των τριών μηνών που αναφέρεται πιο πάνω, η εν λόγω προθεσμία θα πρέπει εν πάση περιπτώσει να διασφαλίζει στους αιτούντες ότι οι αιτήσεις τους θα εξετάζονται χωρίς καθυστέρηση.

(4) Σε περίπτωση που δεν υπάρξει απάντηση της αρμόδιας αρχής εντός της προθεσμίας που προβλέπεται ή παρατείνεται σύμφωνα με το εδάφιο (3), η άδεια θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί:

Νοείται ότι μπορεί οποιοσδήποτε άλλος ειδικός νόμος να προβλέπει διαφορετικό από το πιο πάνω αναφερόμενο καθεστώς, όταν αυτό δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των θεμιτών συμφερόντων τρίτων.

(5) Για κάθε αίτηση χορήγησης άδειας αποστέλλεται το ταχύτερο βεβαίωση παραλαβής στην οποία καθορίζεται -

(α) η προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) προθεσμία απάντησης∙

(β) τα μέσα έννομης προστασίας που διαθέτει ο αιτητής σε περίπτωση αρνητικής απάντησης της αρμόδιας αρχής·

(γ) ανάλογα με την περίπτωση και όπου αυτό εφαρμόζεται, δήλωση ότι, σε περίπτωση μη απάντησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η άδεια θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί.

(6) Εάν η αίτηση είναι ελλιπής, ο αιτητής ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση σχετικά με την ανάγκη υποβολής συμπληρωματικών εγγράφων καθώς και σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις στην προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) προθεσμία διεκπεραίωσης.

(7) Σε περίπτωση που μια αίτηση απορριφθεί λόγω μη τήρησης των απαιτούμενων διαδικασιών ή διατυπώσεων, ο αιτητής ενημερώνεται το ταχύτερο για την απόρριψή της.

Απαιτήσεις που απαγορεύονται

14. Η πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή η άσκησή της στη Δημοκρατία, απαγορεύεται να εξαρτάται από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

(α) Απαιτήσεις που εισάγουν διακρίσεις και βασίζονται άμεσα ή έμμεσα στην ιθαγένεια ή, όσον αφορά τις επιχειρήσεις, στον τόπο της έδρας τους και ιδίως-

(i) απαιτήσεις αναφορικά με την ιθαγένεια του παρόχου της υπηρεσίας, του προσωπικού του, των προσώπων που κατέχουν εταιρικές μερίδες ή των μελών των διοικητικών και εποπτικών φορέων των παρόχων υπηρεσιών,

(ii) απαιτήσεις αναφορικά με την υποχρέωση του παρόχου των υπηρεσιών, του προσωπικού του, των προσώπων που κατέχουν εταιρικές μερίδες ή των μελών των διοικητικών και εποπτικών φορέων του παρόχου, να κατοικούν στη Δημοκρατία·

(β) την απαγόρευση εγκατάστασης σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή εγγραφής σε μητρώα ή σε επαγγελματικούς φορείς ή συλλόγους σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη·

(γ) περιορισμούς στην ελευθερία επιλογής του παρόχου όσον αφορά την κύρια ή τη δευτερεύουσα εγκατάσταση και ιδίως την απαίτηση ότι ο πάροχος των υπηρεσιών πρέπει να έχει την κύρια εγκατάστασή του στη Δημοκρατία, ή τον περιορισμό της ελευθερίας του παρόχου να επιλέγει τη μορφή της εγκατάστασης, όπως για παράδειγμα την ίδρυση πρακτορείου, ή υποκαταστήματος ή θυγατρικής εταιρείας·

(δ) προϋποθέσεις αμοιβαιότητας με το κράτος μέλος στο οποίο είναι ήδη εγκατεστημένος ο πάροχος, με εξαίρεση εκείνες που προβλέπονται από τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν εκδοθεί στον τομέα της ενέργειας·

(ε) την εφαρμογή κατά περίπτωση οικονομικής δοκιμής, η οποία εξαρτά τη χορήγηση άδειας από την αποδεδειγμένη ύπαρξη οικονομικής ανάγκης ή ζήτησης στην αγορά και αξιολογεί τον πιθανό ή πραγματικό οικονομικό αντίκτυπο της δραστηριότητας ή αξιολογεί κατά πόσον η δραστηριότητα είναι κατάλληλη για τους στόχους που θέτουν τα προγράμματα οικονομικού σχεδιασμού της αρμόδιας αρχής:

Νοείται ότι η απαγόρευση αυτή δεν αφορά απαιτήσεις προγραμματισμού οι οποίες δεν επιδιώκουν οικονομικούς στόχους, αλλά εξυπηρετούν επιτακτικούς λόγους που συνδέονται με το δημόσιο συμφέρον·

(στ) την άμεση ή έμμεση ανάμειξη ανταγωνιστικών φορέων, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής τους σε συμβουλευτικά όργανα, στη χορήγηση της άδειας ή στη λήψη άλλων αποφάσεων των αρμόδιων αρχών, εξαιρουμένων των επαγγελματικών συλλόγων, των επαγγελματικών οργανώσεων ή ενώσεων που ενεργούν ως αρμόδια αρχή:

Νοείται ότι η απαγόρευση αυτή δεν αφορά τη διαβούλευση με όργανα, όπως τα εμπορικά επιμελητήρια ή οι κοινωνικοί εταίροι, για διάφορα θέματα πλην των μεμονωμένων αιτήσεων χορήγησης άδειας, ούτε τη διαβούλευση με το κοινό·

(ζ) την υποχρέωση για σύσταση ή συμμετοχή σε χρηματοοικονομική εγγύηση ή για σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης με πάροχο υπηρεσιών ή με οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι η απαγόρευση αυτή δεν θίγει τη δυνατότητα της αρμόδιας αρχής να απαιτεί ασφάλιση ή χρηματοοικονομικές εγγυήσεις ούτε θίγει απαιτήσεις σχετικές με τη συμμετοχή σε συλλογικό ταμείο αποζημιώσεων, όπως για παράδειγμα για μέλη επαγγελματικών φορέων ή οργανώσεων·

(η) την υποχρέωση προεγγραφής σε μητρώα που τηρούνται εντός της Δημοκρατίας για ορισμένο χρονικό διάστημα ή προηγούμενης άσκησης της δραστηριότητας για ορισμένη χρονική περίοδο εντός της Δημοκρατίας.

Αξιολόγηση απαιτήσεων σε νέες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις

15.-(1) Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε νομοθετικές διατάξεις που διέπουν την παροχή υπηρεσιών για τις οποίες είναι αρμόδιες και οι οποίες διατάξεις θεσπίζονται μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Νόμου, είναι συμβατές με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3).

(2) Οι αρμόδιες αρχές έχουν υποχρέωση να εξετάζουν κατά πόσον οι νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1) εξαρτούν την πρόσβαση στη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκησή της από την τήρηση των ακόλουθων απαιτήσεων που δεν εισάγουν διακρίσεις:

(α) ποσοτικούς ή εδαφικούς περιορισμούς, ιδίως υπό τη μορφή ορίων που καθορίζονται ανάλογα με τον πληθυσμό ή μιας ελάχιστης γεωγραφικής απόστασης μεταξύ παρόχων υπηρεσιών·

(β) απαίτηση που υποχρεώνει τον πάροχο υπηρεσιών να έχει συγκεκριμένη νομική μορφή·

(γ) απαιτήσεις όσον αφορά την κατοχή του κεφαλαίου εταιρείας·

(δ) απαιτήσεις, εκτός εκείνων που αφορούν τα ζητήματα που διέπει ο περί Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμος του 2008 ή όσων προβλέπονται από άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες είναι εναρμονισμένες με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή που προβλέπονται από πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες περιορίζουν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών σε συγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών λόγω της ειδικής φύσης της δραστηριότητας·

(ε) απαγόρευση δημιουργίας περισσότερων από μίας εγκατάστασης στη Δημοκρατία·

(στ) απαιτήσεις για ελάχιστο αριθμό απασχολουμένων·

(ζ) υποχρεωτικές ελάχιστες ή/και ανώτερες τιμές, με τις οποίες οφείλει να συμμορφώνεται ο πάροχος·

(η) απαίτηση που επιβάλλεται σε παρόχους να προσφέρουν, μαζί με τη δική τους υπηρεσία, άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες.

(3) Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν εάν οι απαιτήσεις του εδαφίου (2) που προβλέπονται στις νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1), πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) μη εισαγωγή διακρίσεων, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις δεν πρέπει να εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις, ανάλογα με την ιθαγένεια, ή, όσον αφορά τις επιχειρήσεις, ανάλογα με την έδρα τους·

(β) αναγκαιότητα, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις πρέπει να δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος·

(γ) αναλογικότητα, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις πρέπει να είναι κατάλληλες για να εξασφαλίσουν την υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνουν το όριο που είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου, το ίδιο δε αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτευχθεί με άλλα λιγότερο περιοριστικά μέτρα.

(4) Τα εδάφια (1), (2) και (3) εφαρμόζονται στη νομοθεσία που διέπει τον τομέα των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, μόνο κατά το μέτρο που η εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων δεν παρακωλύει, νομικά ή στην πράξη, την εκτέλεση της συγκεκριμένης αποστολής που έχει ανατεθεί στους παρόχους υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(5) Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή τις νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1) που προβλέπουν απαιτήσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2) καθώς και τις σχετικές αιτιολογήσεις ως προς το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι η κοινοποίηση αυτή δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να θεσπίσουν τις εν λόγω διατάξεις:

Νοείται περαιτέρω ότι η κοινοποίηση εθνικού νομοσχεδίου σύμφωνα με την Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών πληροί, ταυτόχρονα, την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.