ΜΕΡΟΣ III ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
Δημόσιες Αρχές

31.—(1) Τηρουμένων των εδαφίων (2) και (3) πιο κάτω οι κρατικές αρχές, οι αρχές τοπικής διοίκησης και οι άλλοι οργανισμοί δημόσιου δικαίου δε θεωρούνται υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα για τις πράξεις ή συναλλαγές που ενεργούν κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας, έστω και αν εισπράττουν τέλη, συνεισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις σε σχέση με αυτές τις πράξεις ή συναλλαγές.

(2) Ο Έφορος δύναται να θεωρήσει οποιαδήποτε κρατική αρχή, αρχή τοπικής διοίκησης ή οργανισμό δημόσιου δικαίου ως υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο αν οι συναλλαγές τέτοιας αρχής ή οργανισμού μπορούν να δημιουργήσουν κίνδυνο στρέβλωσης των όρων του ανταγωνισμού.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι κρατικές αρχές, οι αρχές τοπικής διοίκησης και οι άλλοι οργανισμοί δημόσιου δικαίου θεωρούνται υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα σε σχέση με τις συναλλαγές που περιγράφονται στο Ένατο Παράρτημα, εκτός αν είναι αμελητέες.

(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να τροποποιεί το Ένατο Παράρτημα προσθέτοντας ή αφαιρώντας από αυτό οποιαδήποτε περιγραφή ή τροποποιώντας οποιαδήποτε περιγραφή που εκάστοτε προσδιορίζεται σε αυτό.

Συγκροτήματα εταιρειών

32.—(1) Όταν δυνάμει των επόμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου οποιαδήποτε νομικά πρόσωπα θεωρούνται ως μέλη συγκροτήματος, οποιαδήποτε επιχείρηση που ασκείται από μέλος του συγκροτήματος θεωρείται ότι ασκείται από το αντιπροσωπεύον μέλος, και—

(α) Οποιαδήποτε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών από ένα μέλος του συγκροτήματος σε άλλο μέλος του συγκροτήματος αγνοείται˙ και

(β) οποιαδήποτε συναλλαγή που είναι συναλλαγή στην οποία η παράγραφος (α) πιο πάνω δεν εφαρμόζεται και είναι παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών από ή προς μέλος του συγκροτήματος θεωρείται ως συναλλαγή από ή προς το αντιπροσωπεύον μέλος- και

(γ) οποιοσδήποτε Φ.Π.Α. που καταβλήθηκε ή που είναι καταβλητέος από μέλος του συγκροτήματος επί της απόκτησης αγαθών από άλλο κράτος μέλος ή επί της εισαγωγής αγαθών από τόπο εκτός των κρατών μελών θεωρείται ότι καταβλήθηκε ή ότι είναι καταβλητέος από το αντιπροσωπεύον μέλος και τα αγαθά θεωρούνται -

(i) στην περίπτωση αγαθών που αποκτώνται από άλλο κράτος  μέλος, για σκοπούς του άρθρου 49(6)∙ και

(ii) στην περίπτωση αγαθών που εισάγονται από τόπο εκτός των κρατών μελών, για εκείνους τους σκοπούς και τους σκοπούς του άρθρου 29,

ότι αποκτήθηκαν ή, ανάλογα με την περίπτωση, εισήχθηκαν από το αντιπροσωπεύον μέλος.

και όλα τα μέλη του συγκροτήματος είναι από κοινού και κεχωρισμένως υπεύθυνα για την καταβολή οποιουδήποτε Φ.Π.Α. οφειλόμενου από το αντιπροσωπεύον μέλος.

(2) Η παράγραφος (α) του εδαφίου (1) πιο πάνω δεν εφαρμόζεται σε σχέση με οποιαδήποτε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών από ένα μέλος σε άλλο εκτός αν τόσο το πρόσωπο που πραγματοποιεί τη συναλλαγή όσο και το πρόσωπο προς το οποίο πραγματοποιείται η συναλλαγή συνεχίζουν να είναι μέλη του εν λόγω συγκροτήματος—

(α) Στην περίπτωση παράδοσης αγαθών τα οποία πρόκειται να μεταφερθούν σε εκτέλεση της παράδοσης, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο μεταγενέστερο της μεταφοράς-

(β) στην περίπτωση οποιασδήποτε άλλης παράδοσης αγαθών, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο ύστερα από εκείνο κατά το οποίο τα αγαθά είχαν καταστεί διαθέσιμα, σε εκτέλεση της παράδοσης, στο πρόσωπο προς το οποίο πραγματοποιείται η παράδοση- ή

(γ) στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο ύστερα από την εκτέλεση των υπηρεσιών.

(3) Οποιοιδήποτε κανονισμοί εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 8(5) ή (6) δύναται να προβλέπουν ότι οποιαδήποτε αγαθά ή υπηρεσίες τα οποία, αν και τα μέλη του συγκροτήματος ήταν ένα πρόσωπο, θα θεωρούνταν δυνάμει εκείνου του άρθρου ότι παραδόθηκαν ή παρασχέθηκαν προς και από εκείνο το πρόσωπο, θεωρούνται ότι παραδίδονται ή παρέχονται προς και από το αντιπροσωπεύον μέλος και αυτοί δύνανται να προβλέπουν για αυτό το σκοπό ότι αντιπροσωπεύον μέλος θεωρείται ως πρόσωπο τέτοιας περιγραφής όπως δύναται να καθορίζεται δυνάμει των κανονισμών και αυτοί δύνανται να προβλέπουν για αυτό το σκοπό ότι αντιπροσωπεύον μέλος θεωρείται ως πρόσωπο τέτοιας περιγραφής όπως δύναται να καθορίζεται δυνάμει των κανονισμών.

(4)(α) Δύο ή περισσότερα νομικά πρόσωπα δύνανται να θεωρούνται μέλη συγκροτήματος αν συνδέονται στενά από χρηματοδοτικούς, οικονομικούς και οργανωτικούς δεσμούς και καθένα από αυτά έχει συσταθεί στη Δημοκρατία.

(β) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -

(i) «χρηματοδοτικοί δεσμοί» υφίστανται όταν -

(ια) ένα από τα νομικά πρόσωπα ελέγχει καθένα από τα άλλα∙

(ιβ) ένα πρόσωπο, είτε νομικό είτε φυσικό, ελέγχει όλα αυτά∙

(ιγ) δύο ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχείρηση ως συνεταιρισμός ελέγχουν όλα αυτά.

(ii) «οικονομικοί δεσμοί» υφίστανται όταν η κύρια οικονομική δραστηριότητα των μελών του συγκροτήματος είναι ομοειδής ή οι οικονομικές δραστηριότητες των μελών του συγκροτήματος είναι συμπληρωματικές ή αλληλοεξαρτώμενες ή ένα μέλος της ομάδας πραγματοποιεί οικονομικές δραστηριότητες, οι οποίες στο σύνολό τους ή σε σημαντικό βαθμό είναι προς όφελος των υπολοίπων μελών· και

(iii) «οργανωτικοί δεσμοί» υφίστανται όταν υπάρχει κοινή διοικητική διάρθρωση του συγκροτήματος, έστω και μερικώς.

(5) Όταν υποβάλλεται αίτηση στον Έφορο σε σχέση με δύο ή περισσότερα νομικά πρόσωπα ικανά να θεωρηθούν ως μέλη συγκροτήματος, τότε, θεωρούνται ως τέτοια από την έναρξη μιας καθορισμένης φορολογικής περιόδου, και ένα από αυτά είναι το αντιπροσωπεύον μέλος, εκτός αν ο Έφορος απορρίψει την αίτηση για σκοπούς προστασίας των δημόσιων εσόδων.

(6) Όταν οποιαδήποτε νομικά πρόσωπα θεωρούνται ως μέλη συγκροτήματος και υποβάλλεται σχετική αίτηση στον Έφορο, τότε, από την έναρξη μιας καθορισμένης φορολογικής περιόδου—

(α) Ένα ακόμη νομικό πρόσωπο υποψήφιο να θεωρηθεί ως τέτοιο περιλαμβάνεται ανάμεσα στα πρόσωπα που θεωρούνται ως μέλη του συγκροτήματος˙ ή

(β) ένα νομικό πρόσωπο παύει να περιλαμβάνεται ανάμεσα στα πρόσωπα που θεωρούνται ως μέλη του συγκροτήματος˙ ή

(γ) το αντιπροσωπεύον μέλος αντικαθίσταται από άλλο μέλος του συγκροτήματος˙ ή

(δ) τα νομικά πρόσωπα δε θεωρούνται πλέον ως μέλη συγκροτήματος, εκτός αν ο Έφορος απορρίψει την αίτηση δυνάμει του εδαφίου (7) πιο κάτω.

(7) Αν ο Έφορος το κρίνει απαραίτητο για την προστασία των δημόσιων εσόδων, δύναται—

(α) Να απορρίψει οποιαδήποτε αίτηση υποβάλλεται για το σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο (α) ή (γ) του εδαφίου (6) πιο πάνω˙ ή

(β) να απορρίψει οποιαδήποτε αίτηση υποβάλλεται για το σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο (β) ή (δ) του εν λόγω εδαφίου σε περίπτωση που κρίνει ότι δεν εμπίπτει στο εδάφιο (8) πιο κάτω.

(8) Όταν νομικό πρόσωπο θεωρείται ως μέλος συγκροτήματος που ελέγχεται από άλλο πρόσωπο και ο Έφορος κρίνει ότι έπαυσε να ελέγχεται τοιουτοτρόπως, με γνωστοποίηση που επιδίδεται σε εκείνο το πρόσωπο τερματίζει τη συμπερίληψή του στο συγκρότημα από την ημερομηνία που καθορίζει στη γνωστοποίηση.

(9) Αίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου σε σχέση με οποιαδήποτε νομικά πρόσωπα υποβάλλεται από ένα από εκείνα τα πρόσωπα ή από το πρόσωπο που τα ελέγχει και υποβάλλεται σε χρόνο όχι λιγότερο από 90 μέρες πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της έγκρισής της, ή σε τέτοιο μεταγενέστερο χρόνο που μπορεί να επιτρέψει ο Έφορος.

(10) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, νομικό πρόσωπο λογίζεται ότι ελέγχει άλλο νομικό πρόσωπο αν έχει νομική εξουσία να ελέγχει τις δραστηριότητες εκείνου του προσώπου ή αν είναι μητρική εταιρεία εκείνου του προσώπου κατά την έννοια του άρθρου 148 του περί Εταιρειών Νόμου˙ και φυσικό πρόσωπο ή φυσικά πρόσωπα λογίζονται ότι ελέγχουν νομικό πρόσωπο αν το φυσικό ή τα φυσικά πρόσωπα σε περίπτωση που ήταν εταιρεία, θα ήταν η μητρική εταιρεία του νομικού προσώπου κατά την έννοια του εν λόγω Νόμου.

Επιχείρηση που ασκείται με τμήματα

33. (1) Η εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου νομικού προσώπου που ασκεί επιχείρηση με χωριστά τμήματα μπορεί, αν το επιθυμεί το νομικό πρόσωπο και το κρίνει κατάλληλο ο Έφορος, να είναι στο όνομα εκείνων των τμημάτων.

(2)  Η αναφορά στο παρόν άρθρο σε επιχείρηση περιλαμβάνει αναφορές σε οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες στα πλαίσια ή για προώθηση των οποίων οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο αποκτά αγαθά από άλλο κράτος μέλος.

Συνεταιρισμοί

34.—(1)  Η εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου προσώπων -

(α) που ασκούν επιχείρηση ως συνεταιρισμός∙ ή

(β) που ασκούν οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες ως συνεταιρισμός στα πλαίσια ή για προώθηση των οποίων αποκτούν αγαθά από άλλο κράτος μέλος,

μπορεί να γίνει στην επωνυμία του οίκου και δεν λαμβάνεται υπόψη οποιαδήποτε αλλαγή στο συνεταιρισμό όταν καθορίζεται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, κατά πόσο αγαθά παραδίδονται ή υπηρεσίες παρέχονται προς ή από τα εν λόγω πρόσωπα ή αποκτώνται από τα εν λόγω πρόσωπα από άλλο κράτος μέλος.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 38 του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου (δικαιώματα προσώπων που συναλλάσσονται με οίκο εναντίον προσώπων που εμφανίζονται ως μέλη του οίκου), μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία ειδοποιείται ο Έφορος για αλλαγή στο συνεταιρισμό πρόσωπο που έπαυσε να είναι μέλος του συνεταιρισμού θεωρείται ότι συνεχίζει να είναι συνέταιρος για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και, ιδιαίτερα, για τους σκοπούς οποιασδήποτε ευθύνης γιά την καταβολή Φ.Π.Α. επί παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών από το συνεταιρισμό.

(3) Όταν πρόσωπο παύει να είναι μέλος συνεταιρισμού κατά τη διάρκεια καθορισμένης φορολογικής περιόδου (ή θεωρείται ότι ενεργεί έτσι δυνάμει του εδαφίου (2) πιο πάνω)οποιαδήποτε γνωστοποίηση, είτε βεβαίωση φόρου είτε άλλη, η οποία επιδίδεται στο συνεταιρισμό και σχετίζεται με εκείνη την περίοδο, ή με οποιοδήποτε θέμα που προκύπτει από εκείνη την περίοδο ή με οποιαδήποτε προηγούμενη περίοδο κατά τη διάρκεια του όλου ή μέρους της οποίας ήταν μέλος του συνεταιρισμού θεωρείται ότι επιδίδεται και σε αυτό.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 19 του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου (ειδοποίηση σε συνέταιρο που εκτελεί εργασίες του συνεταιρισμού συνιστά ειδοποίηση στον οίκο) οποιαδήποτε γνωστοποίηση, είτε βεβαίωση φόρου είτε άλλη, η οποία απευθύνεται σε συνεταιρισμό με την επωνυμία με την οποία είναι εγγεγραμμένος δυνάμει του εδαφίου (1) πιο πάνω και επιδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι επιδίδεται στο συνεταιρισμό και, αναλόγως, όταν εφαρμόζεται το εδάφιο (3) πιο πάνω, ότι επιδίδεται επίσης στον πρώην συνέταιρο.

(5) Τα εδάφια (1) και (3) πιο πάνω δεν επηρεάζουν την έκταση κατά την οποία, δυνάμει του άρθρου 9 του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου, συνέταιρος έχει ευθύνη καταβολής του Φ.Π.Α. του οφειλόμενου από τον οίκο˙ αλλά όταν πρόσωπο είναι συνέταιρος σε οίκο κατά τη διάρκεια μόνο μέρους της καθορισμένης φορολογικής περιόδου, η ευθύνη του για την καταβολή Φ.Π.Α. επί της παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών από τον οίκο κατά τη διάρκεια εκείνης της φορολογικής περιόδου ή επί της απόκτησης κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου οποιωνδήποτε αγαθών από τον οίκο από άλλο κράτος μέλος είναι σε τέτοια αναλογία της ευθύνης του οίκου, όσο αυτή μπορεί να είναι δίκαιη.

Επιχείρηση που ασκείται από ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα, προσωπικούς αντιπροσώπους κ.λ.π

35.—(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν από ποια πρόσωπα διενεργείται οτιδήποτε απαιτείται από ή με βάση τον παρόντα Νόμο να διενεργηθεί από πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση όταν η επιχείρηση ασκείται από συνεταιρισμό ή από λέσχη ή από άλλη ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα και οι υποθέσεις της οποίας διευθύνονται από τα μέλη ή από επιτροπή ή επιτροπές των μελών της.

(2) Η εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου οποιασδήποτε τέτοιας λέσχης ή άλλης ένωσης προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μπορεί να είναι στο όνομα της λέσχης ή της ένωσης προσώπων˙ και όταν καθορίζεται κατά πόσο αγαθά παραδίδονται ή υπηρεσίες παρέχονται προς ή από τέτοια λέσχη ή ένωση προσώπων ή κατά πόσο αγαθά αποκτώνται από τέτοια λέσχη ή ένωση προσώπων από άλλο κράτος μέλος, δε λαμβάνεται υπόψη οποιαδήποτε αλλαγή στα μέλη της.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν ότι πρόσωπα που ασκούν την επιχείρηση υποκειμένου στο φόρο προσώπου που έχει αποβιώσει ή κηρυχθεί σε πτώχευση ή του οποίου η ιδιοκτησία τέθηκε υπό μεσεγγύηση ή που έχει κηρυχθεί ανίκανο να διαχειρίζεται την περιουσία του θεωρούνται για περιορισμένο χρόνο ως υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα, και ότι εξασφαλίζεται η συνέχεια στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου σε περιπτώσεις που πρόσωπα θεωρούνται ως τέτοια.

(4) Σε σχέση με εταιρεία που είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, η αναφορά του εδαφίου (3) πιο πάνω σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που έχει κηρυχθεί σε πτώχευση ή του οποίου η περιουσία τέθηκε υπό μεσεγγύηση ή που έχει κηρυχθεί ανίκανο, ερμηνεύεται ως αναφορά σε εταιρεία για την οποία διορίστηκε παραλήπτης ή διαχειριστής ή η οποία τέθηκε υπό εκκαθάριση.

(5) Αναφορές στο παρόν άρθρο σε επιχείρηση περιλαμβάνει αναφορές σε οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες στα πλαίσια ή για προώθηση των οποίων οποιαδήποτε λέσχη ή οποιαδήποτε ένωση προσώπων ή άλλο πρόσωπο χωρίς νομική προσωπικότητα αποκτά αγαθά από άλλο κράτος μέλος.

Αντιπρόσωποι κ.λ.π

36.—(1)  Όταν-

(α)  αγαθά αποκτώνται από άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που δεν είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ενεργεί σε σχέση με την απόκτηση, και ακολούθως παραδίδει τα αγαθά ως αντιπρόσωπος του προσώπου από το οποίο αποκτήθηκαν∙ ή

(β) αγαθά εισάγονται από τόπο εκτός των κρατών μελών από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που τα παραδίδει ως αντιπρόσωπος προσώπου που δεν είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο,

τότε, αν το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ενεργεί σε σχέση με την παράδοση στο δικό του όνομα, τα αγαθά θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι αποκτώνται και παραδίδονται ή, ανάλογα με την περίπτωση, εισάγονται και παραδίδονται από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ως αντιπρσωπευόμενο.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) πιο πάνω πρόσωπο που δε διαμένει στη Δημοκρατία και του οποίου η έδρα ή η κύρια έδρα της επιχείρησης είναι εκτός της Δημοκρατίας μπορεί να θεωρείται ότι δεν είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο αν ως αποτέλεσμα του εδαφίου (1) πιο πάνω δεν απαιτείται να εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α. δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Όταν, στην περίπτωση οποιασδήποτε παράδοσης αγαθών για την οποία δεν εφαρμόζεται το εδάφιο (1) πιο πάνω, αγαθά παραδίδονται μέσω αντιπροσώπου που ενεργεί στο δικό του όνομα, η παράδοση θεωρείται τόσο ως παράδοση προς τον αντιπρόσωπο όσο και ως παράδοση από τον αντιπρόσωπο.

(4) Όταν υπηρεσίες παρέχονται μέσω αντιπροσώπου που ενεργεί στο δικό του όνομα η παροχή θεωρείται τόσο ως παροχή προς τον αντιπρόσωπο όσο και ως παροχή από τον αντιπρόσωπο.

Αντιπρόσωποι Φ.Π.Α

37.—(1) Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο—

(α) Είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή, χωρίς να είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, είναι πρόσωπο που πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές ή που αποκτά αγαθά στο εσωτερικό της Δημοκρατίας από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη˙

(β) δεν έχει οποιαδήποτε επιχειρηματική εγκατάσταση ή άλλη μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία˙

(βα)  είναι εγκατεστημένο σε χώρα ή έδαφος σε σχέση με το οποίο ο Έφορος κρίνει ότι οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (1Α) ικανοποιούνται∙ και

(γ) στην περίπτωση φυσικού προσώπου, δεν έχει το συνηθισμένο τόπο διαμονής του στη Δημοκρατία,

τότε ο Έφορος μπορεί να δώσει εντολή σε εκείνο το πρόσωπο να διορίσει άλλο πρόσωπο (που στον παρόντα Νόμο αναφέρεται ως "αντιπρόσωπος Φ.Π.Α.") να ενεργεί εκ μέρους του σε σχέση με το Φ.Π.Α.

(1Α) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1)(βα) είναι -

(α) η χώρα ή το έδαφος δεν είναι κράτος μέλος ούτε μέρος κράτους μέλους∙ και

(β) δεν υπάρχει διάταξη για αμοιβαία συνδρομή μεταξύ της Δημοκρατίας και της χώρας ή του εδάφους παρόμοια σε αντικείμενο στην βοήθεια που προνοείται μεταξύ της Δημοκρατίας και κάθε ενός κράτους μέλους από τις διατάξεις αμοιβαίας συνδρομής.

(1Β) Στο εδάφιο (1Α) «διατάξεις αμοιβαίας συνδρομής» σημαίνει -

(α) τις σχετικές διατάξεις του περί Αμοιβαίας Συνδρομής για Είσπραξη Απαιτήσεων σχετικών με Δασμούς και Φόρους Νόμου του 2004, και

(β) οι σχετικές διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 218/92.

(2) Με τη συμφωνία του Εφόρου, οποιοδήποτε πρόσωπο από το οποίο δεν έχει απαιτηθεί να διορίσει αντιπρόσωπο Φ.Π.Α. δυνάμει του εδαφίου (1) πιο πάνω μπορεί να διορίσει τέτοιο αντιπρόσωπο αν είναι πρόσωπο σε σχέση με το οποίο οι όροι που καθορίζονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) εκείνου του εδαφίου ικανοποιούνται.

(2Α) Στον παρόντα Νόμο «αντιπρόσωπος Φ.Π.Α.» σημαίνει πρόσωπο που διορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2).

(3) Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο διορίζεται δυνάμει του παρόντος άρθρου αντιπρόσωπος Φ.Π.Α. άλλου ("του αντιπροσωπευομένου"), τότε, τηρουμένων των εδαφίων (4) μέχρι (6) πιο κάτω, ο αντιπρόσωπος Φ.Π.Α.—

(α) Δικαιούται να ενεργεί εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, οποιουδήποτε άλλου νόμου μεταγενέστερου που σχετίζεται με το Φ.Π.Α. ή οποιασδήποτε δευτερογενούς νομοθεσίας θεσπίζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε μεταγενέστερου νόμου˙

(β) τηρουμένων τέτοιων Κανονισμών που το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει, διασφαλίζει (ενεργώντας εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου όταν πρέπει) τη συμμόρφωση του αντιπροσωπευομένου και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων και ευθυνών που έχει ο αντιπροσωπευόμενος δυνάμει του παρόντος Νόμου, οποιουδήποτε άλλου τέτοιου νόμου και οποιασδήποτε δευτερογενούς νομοθεσίας˙ και

(γ) είναι προσωπικά υπεύθυνος σε σχέση με—

(i) οποιαδήποτε παράλειψη να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση ή εκπλήρωση τέτοιων υποχρεώσεων ή ευθυνών από τον αντιπροσωπευόμενο˙ και

(ii) οτιδήποτε που πραγματοποιείται για σκοπούς που συνδέονται με ενέργειες εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου, ωσάν οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες που επιβάλλονται στον αντιπροσωπευόμενο να επιβάλλονταν από κοινού και κεχωρισμένως στον αντιπρόσωπο Φ.Π.Α. και στον αντιπροσωπευόμενο.

(4) Αντιπρόσωπος Φ.Π.Α. δεν έχει ευθύνη δυνάμει του εδαφίου (3) πιο πάνω να εγγραφεί ο ίδιος δυνάμει του παρόντος Νόμου, αλλά Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται—

(α) Να απαιτούν την εγγραφή των ονομάτων των αντιπροσώπων Φ.Π.Α. έναντι των ονομάτων των αντιπροσωπευομένων σε οποιοδήποτε μητρώο που τηρείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου˙ και

(β) να καθιστούν καθήκον του αντιπροσώπου Φ.Π.Α., για τους σκοπούς εγγραφής, να ειδοποιεί τον Έφορο, μέσα σε τέτοια περίοδο που μπορεί να καθορίζεται, ότι ο διορισμός του άρχισε να ισχύει ή έπαυσε να ισχύει.

(5) Αντιπρόσωπος Φ.Π.Α. δεν είναι ένοχος οποιουδήποτε αδικήματος δυνάμει του εδαφίου (3) πιο πάνω εκτός εάν και στην έκταση στην οποία—

(α) Έχει συναινέσει ή συγκατανεύσει στη διάπραξη του αδικήματος από τον αντιπροσωπευόμενο˙

(β) η διάπραξη του αδικήματος από τον αντιπροσωπευόμενο αποδίδεται σε οποιαδήποτε αμέλεια του αντιπροσώπου Φ.Π.Α.˙ ή

(γ) το αδίκημα συνίσταται σε παράβαση από τον αντιπρόσωπο Φ.Π.Α. υποχρέωσης η οποία, δυνάμει του εδαφίου (3), επιβάλλεται τόσο στον αντιπρόσωπο Φ.Π.Α. όσο και στον αντιπροσωπευόμενο.

(6) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν τον τρόπο και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες πρόσωπο διορίζεται, ή θεωρείται ότι έχει παύσει να είναι, αντιπρόσωπος Φ.Π.Α. άλλου προσώπου˙ και Κανονισμοί δυνάμει του παρόντος εδαφίου μπορούν να περιλαμβάνουν διατάξεις που το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει σκόπιμες για τους σκοπούς του εδαφίου (4) πιο πάνω σε σχέση με την καταχώρηση ή διαγραφή οποιωνδήποτε στοιχείων σε οποιοδήποτε μητρώο.

(7) Όταν πρόσωπο παραλείπει να διορίσει αντιπρόσωπο Φ.Π.Α. σύμφωνα με οποιαδήποτε εντολή δυνάμει του εδαφίου (1) πιο πάνω, ο Έφορος δύναται να απαιτήσει από αυτό να παράσχει εγγύηση, ή περαιτέρω εγγύηση, την οποία κρίνει κατάλληλη για την καταβολή οποιουδήποτε Φ.Π.Α. που είναι ή που μπορεί να καταστεί καταβλητέος από αυτό.

(8) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου πρόσωπο δε θεωρείται ότι έχει λάβει εντολή να διορίσει αντιπρόσωπο Φ.Π.Α., ή ότι έχει απαιτηθεί από αυτό να παράσχει εγγύηση, δυνάμει του εδαφίου (7) πιο πάνω, εκτός αν ο Έφορος-

(α) Έχει επιδώσει γνωστοποίηση της εντολής ή απαίτησης στο πρόσωπο αυτό˙ ή

(β) έχει λάβει όλα τα άλλα μέτρα που κρίνει εύλογα για να φέρει σε γνώση του την εντολή ή απαίτηση.

Μεταβίβαση δρώσας οικονομικής μονάδας

38.—(1) Όταν επιχείρηση που ασκείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μεταβιβάζεται σε άλλο πρόσωπο ως δρώσα οικονομική μονάδα, τότε—

(α) Για το σκοπό καθορισμού κατά πόσο ο εκδοχεύς είναι υπόχρεος να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου θεωρείται ότι έχει ασκήσει την επιχείρηση τόσο πριν όσο και μετά τη μεταβίβαση και συναλλαγές από το μεταβιβάζοντα τυγχάνουν ανάλογου χειρισμού˙ και

(β) οποιαδήποτε αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση τα οποία δυνάμει της παραγράφου 5 του Δέκατου Παραρτήματος, απαιτείται να διατηρούνται για οποιαδήποτε περίοδο μετά τη μεταβίβαση, διατηρούνται από τον εκδοχέα αντί από το μεταβιβάζοντα, εκτός αν ο Έφορος, ύστερα από αίτηση του μεταβιβάζοντος, δώσει διαφορετικές εντολές.

(2) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1) πιο πάνω, Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν τη συνέχεια στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου σε περιπτώσεις που επιχείρηση που ασκείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μεταβιβάζεται σε άλλο πρόσωπο ως δρώσα οικονομική μονάδα και ο εκδοχέας εγγράφεται στο Μητρώο Φ.Π.Α. δυνάμει του παρόντος Νόμου σε αντικατάσταση του μεταβιβάζοντος.

(3) Κανονισμοί δυνάμει του εδαφίου (2) πιο πάνω δύνανται, ιδιαίτερα, να προβλέπουν—

(α) Ότι οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα δυνάμει του παρόντος Νόμου (εξαιρουμένου του άρθρου 45) του μεταβιβάζοντος καθίστανται, σε τέτοια έκταση που μπορεί να καθορίζουν οι Κανονισμοί, υποχρεώσεις και καθήκοντα του εκδοχέα˙ και

(β) ότι οποιοδήποτε δικαίωμα καθενός από αυτούς σε επιστροφή ή έκπτωση σε σχέση με Φ.Π.Α. ικανοποιείται με επιστροφή του φόρου ή με παραχώρηση της έκπτωσης στον άλλο˙ αλλά ουδεμία τέτοια διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο (α) ή (β) του παρόντος εδαφίου ισχύει σε σχέση με οποιοδήποτε μεταβιβάζοντα και εκδοχέα εκτός αν έχει υποβληθεί αίτηση από αυτούς δυνάμει των Κανονισμών.

Ακίνητη ιδιοκτησία

39.—(1) Αναφορικά με συναλλαγές που αφορούν ακίνητη ιδιοκτησία ισχύουν οι διατάξεις του Όγδοου Παραρτήματος.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να τροποποιεί το Όγδοο Παράρτημα.

Σχέδια περιθωρίου κέρδους

40.—(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν σε σχέση με οποιαδήποτε περιγραφή παραδόσεων για τις οποίες εφαρμόζεται το παρόν άρθρο που μπορεί να καθορίζεται στους Κανονισμούς, ότι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δικαιούται να επιλέξει, όταν πραγματοποιεί παραδόσεις εκείνης της περιγραφής, να επιβάλλεται Φ.Π.Α. επί του περιθωρίου κέρδους επί των παραδόσεων, αντί επί της αξίας τους.

(2) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις ακόλουθες παραδόσεις, δηλαδή—

(α) Παραδόσεις έργων τέχνης, αρχαιοτήτων ή αντικειμένων συλλογών˙

(β) παραδόσεις μηχανοκίνητων οχημάτων-

(γ) παραδόσεις μεταχειρισμένων αγαθών˙ και

(δ) οποιαδήποτε παράδοση αγαθών μέσω προσώπου που ενεργεί ως αντιπρόσωπος αλλά στο δικό του όνομα, σε σχέση με την παράδοση.

(3) Επιλογή για τους σκοπούς των Κανονισμών δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να ασκηθεί, και μπορεί να αποσυρθεί, με τρόπο που μπορεί να απαιτείται από τους Κανονισμούς.

(4) Τηρουμένου του εδαφίου (7) πιο κάτω, το περιθώριο κέρδους επί παράδοσης στην οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο λογίζεται, για τους σκοπούς των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ότι είναι ίσο προς το ποσό (αν υπάρχει) κατά το οποίο η τιμή στην οποία παραδίδει τα εν λόγω αγαθά το πρόσωπο που πραγματοποιεί την παράδοση υπερβαίνει την τιμή στην οποία τα απέκτησε.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η τιμή στην οποία πρόσωπο έχει αποκτήσει οποιαδήποτε αγαθά και η τιμή στην οποία τα παραδίδει, υπολογίζονται η καθεμιά σύμφωνα με διατάξεις των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου˙ και τέτοιοι Κανονισμοί μπορούν, ιδιαίτερα, να προβλέπουν την έκταση κατά την οποία οποιοσδήποτε Φ.Π.Α. που επιβάλλεται επί παράδοσης ή εισαγωγής οποιωνδήποτε αγαθών θεωρείται ότι περιλαμβάνεται στην τιμή στην οποία εκείνα τα αγαθά έχουν αποκτηθεί ή παραδίδονται.

(6) Κανονισμοί δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να προβλέπουν ότι η αντιπαροχή για οποιεσδήποτε υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε σχέση με παράδοση αγαθών από πρόσωπο που ενεργεί ως αντιπρόσωπος, αλλά στο δικό του όνομα, αναφορικά με την παράδοση των αγαθών, θεωρείται για τους σκοπούς οποιωνδήποτε τέτοιων κανονισμών ως ποσό που λαμβάνεται υπόψη όταν υπολογίζεται το περιθώριο κέρδους επί της παράδοσης των αγαθών αντί να υπαχθεί χωριστά στο Φ.Π.Α. η αξία των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν.

(7) Κανονισμοί δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να προβλέπουν ότι το συνολικό περιθώριο κέρδους επί όλων των αγαθών συγκεκριμένης περιγραφής που παραδίδονται από ένα πρόσωπο σε οποιαδήποτε καθορισμένη φορολογική περίοδο υπολογίζεται—

(α) Αθροίζοντας όλες τις τιμές στις οποίες το πρόσωπο αυτό απέκτησε τα αγαθά της εν λόγω περιγραφής σε εκείνη την περίοδο μαζί με οποιοδήποτε ποσό που μεταφέρθηκε στην ίδια την περίοδο σύμφωνα με την παράγραφο (δ) πιο κάτω˙

(β) αθροίζοντας όλες τις τιμές στις οποίες παραδίδει αγαθά εκείνης της περιγραφής σε εκείνη την περίοδο˙

(γ) θεωρώντας ότι το συνολικό περιθώριο κέρδους επί αγαθών που παραδόθηκαν σε εκείνη την περίοδο είναι ίσο προς το ποσό (αν υπάρχει) κατά το οποίο το άθροισμα που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (β) πιο πάνω υπερβαίνει το άθροισμα που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (α) πιο πάνω˙ και

(δ) θεωρώντας ότι οποιοδήποτε ποσό κατά το οποίο, για εκείνη την περίοδο, το άθροισμα που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (α) πιο πάνω υπερβαίνει το άθροισμα που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (β) πιο πάνω ως ποσό που μεταφέρεται στην επόμενη καθορισμένη φορολογική περίοδο για να περιληφθεί, για την περίοδο στην οποία μεταφέρεται, σε οποιοδήποτε άθροισμα που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (α) πιο πάνω.

(8) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν—

(α) Να προβλέπουν διαφορετικά για διαφορετικές περιπτώσεις˙ και

(β) να προβλέπουν ότι ο Έφορος μπορεί να δίνει γενικές ή ειδικές εντολές σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα στο οποίο αφορούν οι Κανονισμοί.

Οργανωτές τουριστικών επιχειρήσεων

41.—(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν διαφορετικό τρόπο απόδοσης του φόρου σε σχέση με οργανωτές τουριστικών περιηγήσεων ή σε σχέση με συναλλαγές που μπορεί να καθορίζονται από ή με βάση τους

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) πιο πάνω, Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν να προβλέπουν-

(α) Ότι δύο ή περισσότερες παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών από οργανωτή τουριστικών περιηγήσεων θεωρούνται ως ενιαία παροχή υπηρεσιών˙

(β) ότι η αξία της ενιαίας παροχής εξακριβώνεται, με τρόπο που καθορίζεται από ή με βάση τους Κανονισμούς, με αναφορά στη διαφορά μεταξύ των ποσών που πληρώθηκαν ή είναι πληρωτέα προς και των ποσών που πληρώθηκαν ή είναι πληρωτέα από τον οργανωτή τουριστικών περιηγήσεων˙

(γ) ότι οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο εξαιρείται από την εφαρμογή του άρθρου 32˙

(δ) το χρόνο που θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα η παροχή.

(3) Στο παρόν άρθρο "οργανωτής τουριστικών περιηγήσεων" περιλαμβάνει πρακτορείο ταξιδιών που ενεργεί ως αντιπροσωπευόμενος και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που παρέχει προς όφελος επιβατών υπηρεσίες του είδους που συνήθως παρέχονται από οργανωτές τουριστικών περιηγήσεων και πρακτορεία ταξιδιών.

Ειδικό καθεστώς αγροτών

42.—(1)(α) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου, πρόσωπα που ασκούν επιχείρηση η οποία αφορά μία ή περισσότερες οριζόμενες δραστηριότητες και δεν είναι υπόχρεα να εγγραφούν με βάση την υποπαράγραφο (1) της παραγράφου (1) του Μέρους Ι του Πρώτου Παραρτήματος,  δε  θεωρούνται   υποκείμενα   στο  φόρο πρόσωπα για τις πράξεις ή συναλλαγές που ενεργούν στα πλαίσια τέτοιων δραστηριοτήτων αλλά μπορούν να υπαχθούν στο ειδικό καθεστώς αγροτών και δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση για επιστροφή ποσού Φ.Π.Α., ίσο προς το φόρο εισροών τους, ωσάν να ήταν υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, πρόσωπο που ασκεί οριζόμενη δραστηριότητα και δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί σύμφωνα με την υποπαράγραφο (1) της παραγράφου (1) του Μέρους Ι του Πρώτου Παραρτήματος, μπορεί  να καταστεί  υποκείμενο στο  φόρο πρόσωπο, αν ζητήσει γραπτώς από τον Έφορο να εγγραφεί εθελοντικά στο Μητρώο Φ.Π.Α. σε σχέση με τέτοια δραστηριότητα.

(β) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου, πρόσωπα που ασκούν επιχείρηση η οποία αφορά μία ή περισσότερες οριζόμενες δραστηριότητες και είναι υπόχρεα να εγγραφούν με βάση τις διατάξεις της υποπαραγράφου (1) της παραγράφου (1) του Μέρους Ι του Πρώτου Παραρτήματος, θεωρούνται υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα για τις πράξεις ή συναλλαγές που ενεργούν στα πλαίσια τέτοιων δραστηριοτήτων, όταν πληρούνται οι διατάξεις του Μέρους Ι του Πρώτου Παραρτήματος, αλλά μπορούν, αν το επιλέξουν, να υποβάλουν αίτηση για επιστροφή ποσού Φ.Π.Α., ίσο προς το φόρο εισροών τους και να υπαχθούν στο ειδικό καθεστώς αγροτών, αντί να εγγραφούν στο Μητρώο Φ.Π.Α.

(2) Πρόσωπα που ασκούν οριζόμενη δραστηριότητα και παραδίδουν προϊόντα παραγωγής τους από δικό τους κατάστημα, καθώς και αυτοί που πραγματοποιούν εξαγωγές σε τόπο εκτός των κρατών μελών ή παραδόσεις προϊόντων παραγωγής τους προς άλλο κράτος μέλος, θεωρούνται ότι ασκούν δύο οικονομικές δραστηριότητες και ότι πραγματοποιούν παράδοση προϊόντων από την οριζόμενη δραστηριότητα στην εμπορική δραστηριότητα.

(3) Στο παρόν άρθρο "οριζόμενες δραστηριότητες" σημαίνει δραστηριότητες ασκούμενες από αγρότη που μπορεί να ορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(4) Πρόσωπα τα οποία υπάγονται στο ειδικό καθεστώτος αγροτών με βάση το εδάφιο (1) εγγράφονται στο Μητρώο του Ειδικού Καθεστώτος Αγροτών του Φ.Π.Α. το οποίο τηρείται από τον ΄Εφορο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, πρόσωπα τα οποία εγγράφονται στο Μητρώο του Ειδικού Καθεστώτος Αγροτών του Φ.Π.Α. δεν δύνανται να εγγράφονται και στο Μητρώο Φ.Π.Α. και αντίθετα.

(5)(α) Η επιστροφή Φ.Π.Α. ενεργείται από τον Έφορο με   καταβολή   στο   πρόσωπο    που   ασκεί    οριζόμενη δραστηριότητα ποσού, το οποίο προκύπτει με την εφαρμογή κατ΄ αποκοπή συντελεστή 5% στην αξία των παραδόσεων των αγροτικών προϊόντων και παροχής των αγροτικών υπηρεσιών από το πρόσωπο που ασκεί οριζόμενη δραστηριότητα, οι οποίες προκύπτουν από την άσκηση μίας ή περισσοτέρων οριζομένων δραστηριοτήτων.  Ο ΄Εφορος κοινοποιεί στην Επιτροπή τον συντελεστή ή συντελεστές πριν τεθούν σε εφαρμογή:

Νοείται ότι, ως αξία της παράδοσης των αγροτικών προϊόντων ή της παροχής των αγροτικών υπηρεσιών, λαμβάνεται αυτή που προκύπτει από τα τιμολόγια, που εκδίδει το πρόσωπο που ασκεί οριζόμενη δραστηριότητα.

(β) σε περίπτωση παράδοσης αγροτικών προϊόντων από διαμεσολαβητές που είναι υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα, για λογαριασμό προσώπων που ασκούν οριζόμενες δραστηριότητες, η παραπάνω αξία λαμβάνεται χωρίς φόρο και προμήθεια.

(6) Οι διατάξεις του εδαφίου (5) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση παράδοσης αγροτικών προϊόντων ή παροχής αγροτικών υπηρεσιών σε άλλα πρόσωπα που έχουν ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή σε μη υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα.

(7)(α) Οι διατάξεις των άρθρων 6, 19, 20, 21 και 43 δεν εφαρμόζονται για τα πρόσωπα που έχουν ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών.

(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 46 και 47.

(8) Δεν εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς αγροτών πρόσωπα που ασκούν οικονομική δραστηριότητα που αφορά μία ή περισσότερες οριζόμενες δραστηριότητες και τα οποία:

(α) Ασκούν τις οριζόμενες δραστηριότητες με τη μορφή οποιουδήποτε νομικού προσώπου·

(β) πωλούν αγροτικά προϊόντα παραγωγής τους, ύστερα από επεξεργασία που μπορεί να προσδώσει σε αυτά χαρακτήρα βιομηχανικών ή βιοτεχνικών προϊόντων·

(γ) ασκούν παράλληλα και άλλη οικονομική δραστηριότητα για τις οποίες θεωρούνται υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα.

(9)(α) Πρόσωπα που έχουν ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών μπορούν να μετατάσσονται από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο καθεστώς των υποκείμενων στο φόρο προσώπων και αντίστροφα, μετά από υποβολή ειδοποίησης στον Έφορο, τις πρώτες τριάντα ημέρες κάθε έτους.

(β) Η μετάταξη ισχύει από την έναρξη του έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η ειδοποίηση και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο πενταετίας, εφόσον μετατάσσεται στο καθεστώς υποκείμενου στο φόρο προσώπου.

(γ) Αν κατά τη διάρκεια του έτους συντρέξει μία από τις προϋποθέσεις του εδαφίου (8), τα πρόσωπα που έχουν ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών, από το επόμενο έτος στερούνται του δικαιώματος επιστροφής Φ.Π.Α. που προβλέπουν οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (5).

(10) Στην περίπτωση μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο καθεστώς των υποκείμενων στο φόρο προσώπων, τα μετατασσόμενα πρόσωπα δικαιούνται να εκπέσουν, στην πρώτη φορολογική τους δήλωση τον φόρο με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί:

(α) Τα αποθέματα των πρώτων υλών της οριζόμενης δραστηριότητας. Προς τούτο, το μετατασσόμενο πρόσωπο οφείλει, κατά την ημερομηνία της μετάταξης, να προβεί σε ακριβή απογραφή των αποθεμάτων αυτών·

(β) τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της οριζόμενης δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου, από την ημερομηνία απόκτησης τους.

(11) Σε περίπτωση μετάταξης από το καθεστώς των υποκείμενων στο φόρο προσώπων στο ειδικό καθεστώς αγροτών, τα μετατασσόμενα πρόσωπα έχουν υποχρέωση να καταβάλουν στην τελική τους φορολογική δήλωση, τον φόρο με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί και εκπέσει:

(α) Τα αποθέματα πρώτων υλών της οριζόμενης δραστηριότητας.   Προς  τούτο,  το  μετατασ-σόμενο πρόσωπο οφείλει, κατά την ημερομηνία της μετάταξης, να προβεί σε ακριβή απογραφή των αποθεμάτων αυτών·

(β) τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της οριζόμενης δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου, από την ημερομηνία απόκτησης τους.

(12) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που να καθορίζουν:

(α) Τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο υποβάλλεται αίτηση για ένταξη ή ακύρωση της ένταξης ή παραμονής στο ειδικό καθεστώς αγροτών ή ειδοποίηση για μετάταξη από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο καθεστώς των υποκείμενων στο φόρο προσώπων και αντίστροφα·

(β) τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση για επιστροφή Φ.Π.Α., καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται για υποστήριξη της·

(γ) τους όρους και τις προϋποθέσεις για επιστροφή Φ.Π.Α., στα πρόσωπα που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς αγροτών·

(δ) την υποχρέωση εγγεγραμμένου υποκειμένου στο φόρο προσώπου να ετοιμάζει έγγραφο για τον εαυτό του, το οποίο υπέχει θέση του τιμολογίου που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5), αναφορικά με παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο πρόσωπο αυτό, από πρόσωπο που έχει ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αγροτών και αφορούν οριζόμενες δραστηριότητες·

(ε) την ρύθμιση οποιωνδήποτε θεμάτων αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του ειδικού καθεστώτος αγροτών.

Ειδικό καθεστώς επενδυτικού χρυσού

42Α-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Έβδομου Παραρτήματος του βασικού νόμου, αποτελεί εξαιρούμενη πράξη:

(α) Η παράδοση, απόκτηση από άλλο κράτος μέλος και εισαγωγή επενδυτικού χρυσού συμπεριλαμβανομένου του επενδυτικού χρυσού για τον οποίο υπάρχουν πιστοποιητικά κατ΄ είδος ή κατά γένος ή που αποτελεί αντικείμενο συναλλαγής μεταξύ λογαριασμών σε χρυσό, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, δανείων χρυσού και συμβάσεις ανταλλαγών (swaps), με δικαίωμα κυριότητας ή απαίτησης επενδυτικού χρυσού, καθώς και για τις συναλλαγές επενδυτικού χρυσού με προθεσμιακές συμβάσεις (futures) και απλές προθεσμιακές συμβάσεις (forward contracts) οι οποίες προκαλούν αλλαγή κυριότητας ή απαίτησης όσον αφορά επενδυτικό χρυσό.

(β) οι υπηρεσίες διαμεσολαβητών (μεσιτών), οι οποίοι ενεργούν στο όνομα και για λογαριασμό άλλου προσώπου, όταν διαμεσολαβούν για την παράδοση επενδυτικού χρυσού στον εντολέα τους.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου <επενδυτικός χρυσός> σημαίνει:

(α) Χρυσός σε μορφή ράβδου ή πλάκας, βάρους αποδεκτού από τις αγορές πολύτιμων μετάλλων, καθαρότητας ίσης ή μεγαλύτερης από 995 χιλιοστών, ανεξάρτητα αν αντιπροσωπεύεται ή μη από τίτλους.  Δεν εμπίπτουν στο καθεστώς του παρόντος άρθρου οι ράβδοι και πλάκες βάρους μέχρι και ενός (1) γραμμαρίου.

(β)(i) Χρυσά νομίσματα τα οποία είναι καθαρότητας τουλάχιστον εννιακόσιων (900) χιλιοστών, έχουν κοπεί μετά το έτος 1800, αποτελούν ή έχουν αποτελέσει νόμιμο χρήμα στη χώρα προέλευσης τους, και πωλούνται σε κανονικές συνθήκες σε τιμή η οποία δεν υπερβαίνει την κανονική αξία του χρυσού που περιέχεται στα νομίσματα σε ποσοστό περισσότερο από ογδόντα τοις εκατό (80%).

(ii) Τα νομίσματα που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (i) περιλαμβάνονται σε κατάλογο που δημοσιεύεται στο τεύχος Γ της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από την 1η Δεκεμβρίου κάθε έτους και ισχύει για το επόμενο ημερολογιακό έτος· τα νομίσματα που περιλαμβάνονται στον δημοσιευμένο κατάλογο θεωρούνται ότι πληρούν τα κριτήρια της υποπαραγράφου (i) σε όλη τη διάρκεια του έτους για το οποίο δημοσιεύεται ο κατάλογος.

(iii) Ένα νόμισμα μπορεί να απαλλάσσεται έστω και αν δεν αναφέρεται στον κατάλογο, εφόσον πληροί καθαυτό τα κριτήρια για την απαλλαγή που θεσπίζονται στην υποπαράγραφο (i):

Νοείται ότι, τα νομίσματα αυτά δε θεωρούνται ότι πωλούνται για νομισματικούς συλλεκτικούς σκοπούς.

(3) Ο ΄Εφορος ενημερώνει την Επιτροπή πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους για τα νομίσματα τα οποία πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο (2) και αποτελούν αντικείμενο εμπορίας στη Δημοκρατία.

(4) (α) Υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα που παράγουν επενδυτικό χρυσό ή μετατρέπουν κάθε είδους χρυσό σε επενδυτικό χρυσό όπως αυτός ορίζεται στο εδάφιο (2) πιο πάνω, μπορούν να επιλέξουν να καταστήσουν φορολογητέες τις παραδόσεις επενδυτικού χρυσού σε άλλα υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα με προϋποθέσεις που μπορεί να καθορίζονται με γνωστοποίηση του Εφόρου Φ.Π.Α., η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(β) Πρόσωπα που διαμεσολαβούν για την πραγματοποίηση των συναλλαγών που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου 1 και ενεργούν στο όνομα και για λογαριασμό του εντολέα, έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν να καταστήσουν φορολογητέες τις παροχές υπηρεσιών τους κατά το μέρος που αφορούν τις πράξεις αυτές και εφόσον αντίστοιχα ο εντολέας επέλεξε να καταστήσει φορολογητέες τις πράξεις για τις οποίες διαμεσολαβούν.

(5)  Ο ΄Εφορος ενημερώνει την Επιτροπή για τον τρόπο εφαρμογής των επιλογών που αναφέρονται στο εδάφιο (4).

(6) (α) Υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα που πραγματοποιούν τις εξαιρούμενες πράξεις που αναφέρονται στη παράγραφο (α) του εδαφίου (1) δεν δύνανται να εκπίπτουν  φόρο εισροών εκτός:

(i) φόρο εισροών με τον οποίο επιβαρύνονται στα πλαίσια παράδοσης επενδυτικού χρυσού σε αυτά από πρόσωπα τα οποία έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής να φορολογούν τις παραδόσεις επενδυτικού χρυσού σύμφωνα με το εδάφιο 4,

(ii) φόρο εισροών με τον οποίο επιβαρύνονται στα πλαίσια παράδοσης ή απόκτησης από άλλο κράτος μέλος ή εισαγωγής άλλου είδους χρυσού από επενδυτικό χρυσό, ο οποίος στη συνέχεια μετατράπηκε σε επενδυτικό χρυσό από  το ίδιο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή από άλλο πρόσωπο για λογαριασμό του,

(iii) φόρο εισροών με τον οποίο επιβαρύνονται στα πλαίσια λήψης υπηρεσιών που συνίστανται στη μεταβολή του σχήματος, του βάρους ή της καθαρότητας του χρυσού συμπεριλαμβανομένου και του επενδυτικού χρυσού.

(β) Υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα που παράγουν επενδυτικό χρυσό ή μετατρέπουν κάθε είδος χρυσού σε επενδυτικό χρυσό, έχουν δικαίωμα να εκπίπτουν τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα από αυτά φόρο εισροών που αφορά παραδόσεις ή αποκτήσεις από άλλο κράτος μέλος ή εισαγωγές αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που συνδέονται με την παραγωγή ή μετατροπή του εν λόγω χρυσού ως αν η μεταγενέστερη παράδοση του χρυσού που εξαιρείται με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ήταν φορολογητέα.

(γ) Υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα που πραγματοποιούν πράξεις που περιγράφονται στο εδάφιο 1, πέραν των υποχρεώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου και συγκεκριμένα αυτών που αναφέρονται στο Δέκατο Παράρτημα και στους Κανονισμούς που εκδίδονται με βάση το Νόμο, οφείλουν επιπρόσθετα, για όλες τις πωλήσεις επενδυτικού χρυσού να τηρούν αρχείο και να εκδίδουν  τιμολόγια,  αντίγραφα  των οποίων να φυλάττουν για επτά έτη και στα οποία πρέπει απαραίτητα να αναγράφονται εκτός των άλλων, το πλήρες ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του αγοραστή, η ποσότητα και το είδος του επενδυτικού χρυσού.  Ειδικά στην περίπτωση πωλήσεων χρυσών νομισμάτων που πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο (β)  του εδαφίου  (2),  τα  υποκείμενα  στο φόρο πρόσωπα οφείλουν να υποβάλλουν στον Έφορο Φ.Π.Α. κατάλογο με τα χρυσά νομίσματα που αποτέλεσαν αντικείμενο των πράξεων τους κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους ή μέρους του έτους ανάλογα με την περίπτωση, στο οποίο να αναφέρεται η τελευταία τιμή που επιτεύχθηκε πριν την 1η Απριλίου του επόμενου έτους.

(δ) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Κανονισμούς να ρυθμίζει θέματα που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Έκδοση Κανονισμών σε σχέση με το ειδικό καθεστώς για υπηρεσίες που παρέχονται από μη εγκατεστημένα εντός της Κοινότητας υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα

42B.-(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπουν τη δημιουργία ειδικού καθεστώτος για υπηρεσίες που παρέχονται από μη εγκατεστημένα εντός της Κοινότητας υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να-

(α) επιτρέπουν σε μη εγκατεστημένο εντός της Κοινότητας υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο να επιλέξει να χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς για υπηρεσίες που παρέχονται σε μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο, το οποίο είναι εγκατεστημένο ή έχει τον τόπο κατοικίας του ή της συνήθους διαμονής του σε κράτος μέλος∙

(β) καθορίζουν τον τρόπο έναρξης ή παύσης χρησιμοποίησης του ειδικού καθεστώτος για υπηρεσίες που παρέχονται από μη εγκατεστημένα εντός της Κοινότητας υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα∙

(γ) καθορίζουν τις υποχρεώσεις του μη εγκατεστημένου εντός της Κοινότητας υποκείμενου στον φόρο προσώπου για απόδοση λογαριασμού και καταβολή Φ.Π.Α. για υπηρεσίες που παρέχει, αναφορικά με περιόδους, σε χρόνο και κατά τρόπο όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς∙

(δ) επιτρέπουν στον Έφορο τη διαβίβαση στοιχείων που αφορούν στην απόδοση Φ.Π.Α., σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (γ), σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή έχει τον τόπο κατοικίας του ή έχει τη συνήθη διαμονή του ο μη υποκείμενος στον φόρο λήπτης των υπηρεσιών∙ και

(ε) ρυθμίζουν οποιαδήποτε θέματα αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του ειδικού καθεστώτος για υπηρεσίες που παρέχονται από μη εγκατεστημένα εντός της Κοινότητας υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα.

Ανακεφαλαιωτικός Πίνακας

42Γ.-(1)  Στο παρόν άρθρο -

«εγγεγραμμένο σε άλλο κράτος μέλος» σημαίνει εγγεγραμμένο σύμφωνα με τα μέτρα που υιοθετούνται από την αρμόδια αρχή σε άλλο κράτος μέλος για τους σκοπούς του κοινού συστήματος Φ.Π.Α. και «εγγεγραμμένο» ερμηνεύεται ανάλογα·

«Πίνακας» σημαίνει τον Ανακεφαλαιωτικό πίνακα, τον οποίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο υποχρεούται να υποβάλλει σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3)·

«τρίμηνο» [Διαγράφηκε]

(2) Κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο το οποίο κατά τη διάρκεια ενός μηνός έχει πραγματοποιήσει παράδοση αγαθών ή/και παροχή υπηρεσιών σε πρόσωπο που είναι ή ήταν εγγεγραμμένο σε άλλο κράτος µέλος υποβάλλει στον Έφορο, σε σχέση µε τον εν λόγω μήνα, όχι αργότερα από τη δέκατη πέμπτη ημέρα μετά το τέλος του μήνα µε τον οποίο σχετίζεται, ανακεφαλαιωτικό πίνακα στον οποίο περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

(α) Τα εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη πρόσωπα στα οποία παρέδωσε αγαθά σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10˙

(β) τα εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη πρόσωπα στα οποία παρέδωσε αγαθά που είχε αποκτήσει στο πλαίσιο των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων των αγαθών σύμφωνα με το άρθρο 12E˙ και

(γ)τα εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη πρόσωπα στα οποία παρείχε υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 10A εκτός των υπηρεσιών που απαλλάσσονται από την καταβολή ΦΠΑ στο κράτος μέλος στο οποίο είναι φορολογητέα η πράξη, για τις οποίες ο λήπτης των υπηρεσιών είναι υπόχρεος για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11.

(2Α) Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2), κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των υποκείμενων στο φόρο προσώπων για τα οποία προορίζονται τα αγαθά τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος, σύμφωνα με τις προϋποθέ-σεις που προβλέπονται στους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Μετακινήσεις Αγαθών για Απόθεμα στη Διάθεση Συγκεκριμένου Αποκτώντος) Κανονισμούς του 2020, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή όσον αφορά τις πληροφορίες που έχει υποβάλει ήδη.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) και (4), υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που δεν πραγματοποίησε οποιεσδήποτε παραδόσεις αγαθών ή/και παροχές υπηρεσιών σε εγγεγραμμένα πρόσωπα σε άλλα κράτη μέλη σε οποιοδήποτε μήνα αλλά είχε υποχρέωση να υποβάλει Πίνακα αναφορικά με το αμέσως προηγούμενο μήνα, οφείλει να υποβάλει Πίνακα δηλώνοντας ότι δεν έχει πραγματοποιήσεις τέτοιες παραδόσεις αναφορικά με το εν λόγω μήνα, εκτός αν -

(α)  ο Έφορος ικανοποιείται ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έπαυσε την πραγματοποίηση παραδόσεων αγαθών ή/και παροχών υπηρεσιών σε πρόσωπα εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη ή

(β) το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ειδοποιήσει γραπτώς τον Έφορο ότι τερματίζει την πραγματοποίηση παραδόσεων αγαθών ή/και παροχών υπηρεσιών σε πρόσωπα εγγεγραμμένα σε άλλα κράτη μέλη.

και η υποχρέωση υποβολής Πίνακα παύει να υφίσταται από το μήνα που έπεται του μήνα εντός του οποίου το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο πραγματοποίησε την τελευταία παράδοση αγαθών ή/και παροχή υπηρεσιών σε πρόσωπο εγγεγραμμένο σε άλλο κράτος μέλος.

(4) Στην περίπτωση που υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο διαπιστώσει ότι οποιοσδήποτε Πίνακας που υπέβαλε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδάφιου (2) του παρόντος άρθρου περιέχει ελλείψεις ή και ανακρίβειες στις πληροφορίες των παραγράφων (α) έως (γ) του εν λόγω εδαφίου, τότε οφείλει εντός ενός (1) μηνός από το τέλος του μήνα στο οποίο αφορά εκείνος ο Πίνακας, να υποβάλει διορθωτικό έντυπο που καθορίζεται με Γνωστοποίηση του Εφόρου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(5) Ο Πίνακας υποβάλλεται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, τα οποία καθορίζονται με Γνωστοποίηση του Εφόρου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, για σκοπούς του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε πολιτικής ή ποινικής διαδικασίας, ο κωδικός αριθμός, ο οποίος χορηγείται από τον Έφορο στο πρόσωπο που υποβάλλει τον Πίνακα με ηλεκτρονικά μέσα, θεωρείται ότι υπέχει θέση της χειρόγραφης υπογραφής που θα έφερε ο Πίνακας αν δεν υποβαλλόταν με ηλεκτρονικά μέσα και το πρόσωπο που υποβάλλει τον Πίνακα θεωρείται ότι έχει γνώση και του περιεχομένου του.

(6)  Ο Έφορος δύναται να εκδίδει Γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και γενικά για τον καθορισμό κάθε ζητήματος, το οποίο, δυνάμει του παρόντος άρθρου χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.

Ειδικό καθεστώς αστικών ταξί

42Δ.- (1)  Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

“αστικό ταξί” σημαίνει μηχανοκίνητο όχημα δημόσιας χρήσης αναφορικά με το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί δυνάμει των προνοιών του εκάστοτε ισχύοντος περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου·

“Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

“σχετική δραστηριότητα” σημαίνει άσκηση επιχείρησης που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών και των συνοδευόμενων αποσκευών τους με αστικό ταξί·

(2)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Πρώτου Παραρτήματος του βασικού νόμου και ιδιαίτερα αυτών που αφορούν την υποχρέωση εγγραφής, πρόσωπα που αποκλειστικά ασκούν τη σχετική δραστηριότητα υποχρεούνται να ενταχθούν στο ειδικό καθεστώς  αστικών ταξί και οφείλουν να καταβάλλουν στον Έφορο ένα ετήσιο κατ’ αποκοπή ποσό Φ.Π.Α. για κάθε άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί που κατέχουν:

Νοείται ότι, πρόσωπο που ασκεί τη σχετική δραστηριότητα, μπορεί να επιλέξει να καταστεί υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο αν ζητήσει γραπτώς από τον Έφορο να εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α. σε σχέση με τέτοια δραστηριότητα:

Νοείται περαιτέρω ότι, πρόσωπο που ασκεί σχετική δραστηριότητα και είναι ενταγμένο στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί ή έχει επιλέξει να καταστεί υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, μπορεί να ενσωματώσει στο ταξίμετρο του αστικού ταξί που έχει υποχρέωση να λειτουργεί, το Φ.Π.Α. με τον εκάστοτε εν ισχύι συντελεστή Φ.Π.Α. όπως αυτός καθορίζεται ή προκύπτει από σχετικές διατάξεις του βασικού νόμου.

(3)  Πρόσωπο το οποίο υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί με βάση το εδάφιο (2) πιο πάνω εγγράφεται στο Μητρώο του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί το οποίο τηρείται από τον Έφορο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι πρόσωπο που εγγράφεται στο Μητρώο του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί δε δύνανται να εγγράφεται και στο Μητρώο Φ.Π.Α. και αντιστρόφως.

(4)(α)Το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α., το οποίο οφείλει να καταβάλλει στον Έφορο πρόσωπο που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, προσδιορίζεται σε £300 (τριακόσιες λίρες Κύπρου) για κάθε άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί που κατέχει.

(β) Το κατ’ αποκοπήν αυτό ποσό Φ.Π.Α. προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη μακροοικονομικά και στατιστικά στοιχεία του κλάδου οικονομικής δραστηριότητας των αστικών ταξί, τις εισροές της δραστηριότητας και του αντίστοιχου Φ.Π.Α. που τις επιβαρύνει και τις εκροές της δραστηριότητας και του αντίστοιχου Φ.Π.Α. που αναλογεί.

(γ) Ο Έφορος κοινοποιεί στην Επιτροπή το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται για το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί και διαβουλεύεται με την Επιτροπή αναφορικά με αυτό.

(δ) Σε περίπτωση που χορηγείται άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί κατά τη διάρκεια του έτους, το κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. υπολογίζεται και καταβάλλεται για όσα δωδέκατα αντιστοιχούν στους μήνες κυκλοφορίας του αστικού ταξί:

Νοείται ότι ως ημερομηνία χορήγησης της άδειας οδικής χρήσης λαμβάνεται η πρώτη μέρα του μήνα μέσα στον οποίο χορηγείται η άδεια.

(ε) Κατά τη μεταβίβαση της άδειας οδικής χρήσης αστικού ταξί το πρόσωπο που μεταβιβάζει καθώς και το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζεται η άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί ταυτόχρονα και από κοινού οφείλουν να ειδοποιούν ανάλογα τον Έφορο:

Νοείται ότι ως ημερομηνία μεταβίβασης θα λαμβάνεται υπόψη η πρώτη μέρα του μήνα μέσα στον οποίο γίνεται η μεταβίβαση. Ο μεταβιβάζων οφείλει να καταβάλει στον Έφορο όσα δωδέκατα του ετήσιου κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α. αντιστοιχούν στους μήνες μέχρι την ημερομηνία μεταβίβασης και ο εκδοχέας οφείλει να ενταχθεί στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί και να καταβάλλει στον Έφορο όσα δωδέκατα του ετήσιου κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α. αντιστοιχούν στους μήνες  από την ημερομηνία μεταβίβασης.

(5)(α) Οι διατάξεις των άρθρων 6, 19, 20, 21 και 45 του βασικού νόμου δεν εφαρμόζονται για τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. αστικών ταξί.

(β)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 46, 47 και 48 του βασικού νόμου.

(6) Δεν υπάγονται και δεν εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί πρόσωπα που ασκούν σχετικές δραστηριότητες και τα οποία -

(α) Ασκούν παράλληλα οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες και πραγματοποιούν οποιεσδήποτε άλλες φορολογητέες συναλλαγές, ή

(β)  τους έχει χορηγηθεί ή μεταβιβαστεί και είναι κάτοχοι πέραν των δύο (2) αδειών οδικής χρήσης αστικού ταξί:

Νοείται ότι τέτοια πρόσωπα θεωρούνται ως υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα και εγγράφονται στο Μητρώο Φ.Π.Α. σε σχέση με όλες τις δραστηριότητές τους.

(7)(α)  Πρόσωπο που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί μπορεί να μετατάσσεται στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων και αντιστρόφως, μετά την υποβολή ειδοποίησης στον Έφορο τις πρώτες τριάντα μέρες κάθε έτους.

(β) Η μετάταξη ισχύει από την έναρξη του έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η ειδοποίηση και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο πενταετίας από την ημερομηνία της μετάταξης στο καθεστώς υποκειμένου στο φόρο προσώπου.

(γ) Αν κατά τη διάρκεια του έτους συντρέξει μια από τις προϋποθέσεις του εδαφίου (6) η ένταξη του προσώπου στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί ακυρώνεται την τελευταία μέρα του μήνα μέσα στον οποίο έχει συντρέξει η προϋπόθεση και από την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α. του καθεστώτος των υποκειμένων στο φόρο προσώπων.

(8) Στην περίπτωση μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων, τα μετατασσόμενα πρόσωπα δικαιούνται να εκπέσουν στην πρώτη φορολογική τους δήλωση το φόρο εισροών με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της σχετικής δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου από την ημερομηνία απόκτησής τους.

(9) Σε περίπτωση μετάταξης από το καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, τα μετατασσόμενα πρόσωπα έχουν υποχρέωση να καταβάλουν στην τελική τους φορολογική δήλωση το φόρο εισροών, τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί και εκπέσει για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της σχετικής δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου από την ημερομηνία ανάκτησής του.

(10)(α)  Το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. αποτελεί Φ.Π.Α. οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία από τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. αστικών ταξί και αναφορικά με την ανάκτηση και είσπραξη του ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (4) του Δέκατου Παραρτήματος του βασικού νόμου.

(β)  Κάθε πρόσωπο που καθυστερεί ή παραλείπει να υποβάλει στον Έφορο τα καθορισμένα από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (11) έντυπα του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί μέσα στα καθορισμένα χρονικά πλαίσια, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση πενήντα λιρών (£50) για κάθε μήνα που διαρκεί ή παράλειψη εκτός αν το έντυπο αποτελεί αίτηση για ακύρωση της ένταξης στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, οπόταν, το πρόσωπο αυτό, υπόκειται σε χρηματική  επιβάρυνση  ογδόντα  πέντε ευρώ (€ 85,00) εφάπαξ.

(γ)  Κάθε πρόσωπο που παραλείπει να υποβάλει στον Έφορο το καθορισμένο από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (11) έντυπο καταβολής του κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α. του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί μέσα στα καθορισμένα χρονικά πλαίσια, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση τριάντα λιρών (£30), εκτός αν το έντυπο αποτελεί αίτηση για ακύρωση της ένταξης στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, οπόταν, το πρόσωπο αυτό, υπόκειται σε χρηματική  επιβάρυνση  ογδόντα  πέντε ευρώ (€ 85,00) εφάπαξ.

(δ)  Κάθε πρόσωπο που παραλείπει να καταβάλει στον Έφορο το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. μέσα στα καθορισμένα από  Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (11) χρονικά πλαίσια και τρόπο, υπόκειται σε πρόσθετο φόρο ίσο προς δέκα τοις εκατόν (10%) του οφειλόμενου κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α.

(ε)  Κάθε πρόσωπο που υπόκειται σε πρόσθετο φόρο δυνάμει της παραγράφου (δ) πιο πάνω, καταβάλλει στον Έφορο τόκο προς εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως επί του καταβλητέου κατ’ αποκοπή ποσού Φ.Π.Α. (περιλαμβανομένου και του πρόσθετου φόρου) από την ημέρα που το εν λόγω ποσό κατέστη οφειλόμενο.

(11)Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που να καθορίζουν:

(α) Τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση για την υποχρεωτική ένταξη ή ακύρωση της ένταξης ή παραμονής στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, ή ειδοποίηση για μετάταξη από το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων και αντίστροφα ή για την ταυτόχρονη και από κοινού ειδοποίηση για μεταβίβαση άδειας οδικής χρήσης αστικού ταξί από το πρόσωπο που μεταβιβάζει καθώς και από το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζεται η άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί·

(β) τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο καταβάλλεται το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. από τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί·

(γ) την υποχρέωση προσώπου που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί να εκδίδει απόδειξη Φ.Π.Α·

(δ) τη ρύθμιση οποιωνδήποτε θεμάτων αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. αστικών ταξί.

Καθεστώς ταμειακής λογιστικής

42Ε.(1) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, έχει το δικαίωμα να εφαρμόσει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τις οποίες η ημερομηνία:

(α) απόδοσης για το φόρο εκροών, είναι η ημερομηνία είσπραξης της αντιπαροχής για τη συναλλαγή, είτε αυτή είναι χρηματική, είτε μη χρηματική· και

(β) έκπτωσης για το φόρο εισροών, είναι η ημερομηνία πληρωμής της αντιπαροχής για τη συναλλαγή, είτε αυτή είναι χρηματική, είτε μη χρηματική.

(2) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, έχει δικαίωμα να εφαρμόζει το καθεστώς που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, από την αρχή οποιασδήποτε καθορισμένης φορολογικής περιόδου, αν:

(α) η αξία των συναλλαγών που έχει πραγματοποιήσει τους προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες, που λήγουν κατά την έναρξη της καθορισμένης φορολογικής περιόδου, δεν έχουν υπερβεί τις είκοσι πέντε χιλιάδες ευρώ (€25.000),

(β) έχει υποβάλει στον Έφορο όλες τις φορολογικές δηλώσεις μέχρι και την ημερομηνία που αρχίζει να εφαρμόζει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός της προθεσμίας που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό φόρου έχει δηλώσει σε αυτές ως πληρωτέο,

(γ) έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό φόρου έχει βεβαιωθεί, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και

(δ) δεν έχει καταδικαστεί σε οποιοδήποτε αδίκημα, δυνάμει του άρθρου 46 του παρόντος Νόμου.

(3) Το ειδικό καθεστώς δεν εφαρμόζεται για τις ακόλουθες συναλλαγές:

(α) συναλλαγές για τις οποίες ο Φ.Π.Α. αποδίδεται από το λήπτη,

(β) αγαθά που εισάγονται από τρίτη χώρα ή αποκτώνται από άλλο κράτος μέλος, δυνάμει του άρθρου 12Α του Νόμου,

(γ) συμβάσεις ενοικιαγοράς, συμβάσεις πώλησης με όρους, συμβάσεις πώλησης επί πιστώσει:

Νοείται ότι, το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, υποχρεούται να ενημερώσει γραπτώς τον Έφορο Φ.Π.Α. για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

(4) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, έχει δικαίωμα να παύσει να εφαρμόζει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, από το τέλος οποιασδήποτε καθορισμένης φορολογικής περιόδου.

(5) Ο Έφορος δύναται να παύσει το δικαίωμα υποκειμένου στο φόρο προσώπου να εφαρμόζει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, όταν το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δε συμμορφώνεται με οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή για σκοπούς προστασίας των δημοσίων εσόδων.

(6) Ο Έφορος δύναται με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει περαιτέρω λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Έκδοση κανονισμών σε σχέση με το ειδικό καθεστώς για υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα που πραγματοποιούν εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών, παραδόσεις αγαθών εντός της Δημοκρατίας που πραγματοποιούνται μέσω ηλεκτρονικών διεπαφών και για παροχή υπηρεσιών από υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα εντός της Δημοκρατίας, αλλά μη εγκατεστημένα στο κράτος μέλος κατανάλωσης

42ΣΤ.-(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπουν τη δημιουργία ειδικού καθεστώτος για υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα που πραγματοποιούν εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών, παραδόσεις αγαθών εντός της Δημοκρατίας που πραγματοποιούνται μέσω ηλεκτρονικών διεπαφών που διευκολύνουν τις παραδόσεις αυτές και για παροχή υπηρεσιών από υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα εντός της Δημοκρατίας, αλλά μη εγκατεστημένα στο κράτος μέλος κατανάλωσης.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να-

(α) επιτρέπουν σε υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο που ανήκει στη Δημοκρατία  να επιλέξει να χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς για τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών, παραδόσεις αγαθών εντός της Δημοκρατίας που πραγματοποιούνται μέσω ηλεκτρονικών διεπαφών που διευκολύνουν τις παραδόσεις αυτές και για παροχή υπηρεσιών από υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα εγκατεστημένα εντός της Δημοκρατίας, αλλά μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος κατανάλωσης·

(β) καθορίζουν τον τρόπο έναρξης ή παύσης χρησιμοποίησης του σχετικού ειδικού καθεστώτος·

(γ) καθορίζουν τις υποχρεώσεις του εγκατεστημένου υποκείμενου στον φόρο προσώπου για απόδοση λογαριασμού και καταβολή Φ.Π.Α. για το συγκεκριμένο ειδικό καθεστώς, αναφορικά με περιόδους, σε χρόνο και κατά τρόπο όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς· και

(δ) ρυθμίζουν οποιαδήποτε θέματα αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του σχετικού ειδικού καθεστώτος.

(3) Για τους σκοπούς του σχετικού ειδικού καθεστώτος, όταν υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο διευκολύνει μέσω της χρήσης ηλεκτρονικής διεπαφής, όπως αγοράς, πλατφόρμας, διαδικτυακής πύλης ή παρόμοιων μέσων, την παράδοση αγαθών στη Δημοκρατία από υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο μη εγκατεστημένο εντός της Δημοκρατίας σε μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο, το εν λόγω υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο θεωρείται ότι έχει παραλάβει και παραδώσει τα αγαθά.

Φορολογικός χειρισμός κουπονιών

42Ζ. Ο φορολογικός χειρισμός των κουπονιών διέπεται από το Δέκατο Τέταρτο Παράρτημα.

Ειδικό καθεστώτος για εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες

42Η.-(1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπουν τη δημιουργία ειδικού καθεστώτος για εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να-

(α) επιτρέπουν σε υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο που ανήκει στη Δημοκρατία να επιλέξει να χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς για εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες·

(β) καθορίζουν τον τρόπο έναρξης ή παύσης χρησιμοποίησης του ειδικού καθεστώτος για τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες·

(γ) καθορίζουν τις υποχρεώσεις του εγκατεστημένου υποκείμενου στον φόρο προσώπου για απόδοση λογαριασμού και καταβολή Φ.Π.Α. για τις συναλλαγές του ειδικού αυτού καθεστώτος, αναφορικά με περιόδους, σε χρόνο και κατά τρόπο όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς· και

(δ) ρυθμίζουν οποιαδήποτε θέματα αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του παρόντος ειδικού καθεστώτος.

(3) Για σκοπούς του σχετικού ειδικού καθεστώτος, όταν υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο διευκολύνει μέσω της χρήσης ηλεκτρονικής διεπαφής, όπως αγοράς, πλατφόρμας, διαδικτυακής πύλης ή παρόμοιων μέσων, τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών εισαγόμενων από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες σε δέματα με εσωτερική αξία που δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα ευρώ (€150), το υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο θεωρείται ότι έχει παραλάβει και παραδώσει αυτά τα αγαθά.