141. (1) Οι σύμβουλοι μεριμνούν ώστε να τηρούνται λογιστικά βιβλία και αρχεία, τα οποία κρίνονται αναγκαία για την κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και τα οποία να επεξηγούν ορθώς όλες τις συναλλαγές και επιτρέπουν τον καθορισμό της οικονομικής θέσης της εταιρείας με εύλογη ακρίβεια σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή και περιλαμβάνουν υποστηρικτικά έγγραφα (περιλαμβανομένων συμβολαίων και τιμολογίων), τα οποία απεικονίζουν-
(α) όλα τα χρηματικά ποσά, τα οποία εισπράττονται και δαπανώνται, καθώς και τα ζητήματα για τα οποία πραγματοποιείται η αντίστοιχη είσπραξη και η αντίστοιχη δαπάνη.
(β) όλες τις πωλήσεις και τις αγορές και οποιεσδήποτε συναλλαγές.
(γ) τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις της εταιρείας.
(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1), θεωρείται ότι δεν τηρούνται κατάλληλα λογιστικά βιβλία και αρχεία, αν τα τηρούμενα βιβλία και αρχεία δεν είναι επαρκή για την παρουσίαση αληθινής και δίκαιης εικόνας των υποθέσεων της εταιρείας, όπως και την εξήγηση των συναλλαγών της.
(3) Τα λογιστικά βιβλία και αρχεία φυλάγονται για περίοδο έξι (6) ετών μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους, στο οποίο αναφέρονται, στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας ή σε τέτοιο άλλο τόπο όπως οι διευθυντές θεώρησαν ορθό και είναι πάντοτε ανοικτά για επιθεώρηση από τους διευθυντές:
(4) Αν σύμβουλος εταιρείας παραλείπει να λάβει τα εύλογα μέτρα για συμμόρφωση με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές:
141Α -(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:
(α) «εταιρείες μικρού μεγέθους» είναι οι εταιρείες οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού δεν υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
(i) σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €4.000.000 (τέσσερα εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών €8.000.000 (οκτώ εκατομμύρια ευρώ), και
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 50.
(β) «εταιρείες μεσαίου μεγέθους» είναι οι εταιρείες, πλην των εταιρειών μικρού μεγέθους, οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού δεν υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
(i) σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €20.000.000 (είκοσι εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: €40.000.000 (σαράντα εκατομμύρια ευρώ), και
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 250.
(γ) «εταιρείες μεγάλου μεγέθους» είναι οι εταιρείες οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
(i) σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €20.000.000 (είκοσι εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: €40.000.000 (σαράντα εκατομμύρια ευρώ), και
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 250.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:
(α) Ο όρος «συγκροτήματα μικρού μεγέθους» σημαίνει συγκροτήματα εταιρειών που αποτελούνται από μητρικές και θυγατρικές εταιρείες προς υπαγωγή σε ενοποίηση, και τα οποία, ενοποιημένα, δεν υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της μητρικής εταιρείας:
(i) Σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €4.000.000 (τέσσερα εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών €8.000.000 (οκτώ εκατομμύρια ευρώ), και
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 50.
(β) Ο όρος «συγκροτήματα μεσαίου μεγέθους» σημαίνει συγκροτήματα εταιρειών, πλην αυτών του μικρού μεγέθους, που αποτελούνται από μητρικές και θυγατρικές εταιρείες προς υπαγωγή σε ενοποίηση, και τα οποία, ενοποιημένα, δεν υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της μητρικής εταιρείας:
(i) Σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €20.000.000 (είκοσι εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών €40.000.000 (σαράντα εκατομμύρια ευρώ), και
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 250.
(γ) Ο όρος «συγκροτήματα μεγάλου μεγέθους» σημαίνει συγκροτήματα εταιρειών που αποτελούνται από μητρικές και θυγατρικές εταιρείες προς υπαγωγή σε ενοποίηση, και τα οποία, ενοποιημένα, υπερβαίνουν τα όρια τουλάχιστον των δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της μητρικής εταιρείας:
(i) Σύνολο ισολογισμού (συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού): €20.000.000 (είκοσι εκατομμύρια ευρώ),
(ii) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών €40.000.000 (σαράντα εκατομμύρια ευρώ),
(iii) μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της χρήσης: 250.
(3) Κατά τον υπολογισμό των ορίων που αναφέρονται στο εδάφιο (2), επιτρέπεται να μην πραγματοποιούνται τα ακόλουθα:
(α) Συμψηφισμός των λογιστικών αξιών των μετοχών ή μεριδίων στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση με το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων αυτών, το οποίο αναλογεί στις μετοχές ή τα μερίδια· και
(β) απαλειφή κατά την ενοποίηση των ακόλουθων στοιχείων:
(i) υποχρεώσεις και απαιτήσεις μεταξύ των εταιρειών,
(ii) έσοδα και έξοδα που προέρχονται από συναλλαγές μεταξύ των εταιρειών, και
(iii) κέρδη και ζημίες που προκύπτουν από συναλλαγή μεταξύ των εταιρειών, εφόσον αυτά περιέχονται στη λογιστική αξία των στοιχείων του ενεργητικού:
(4) Όταν ένα συγκρότημα εταιρειών, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει τα όρια των δύο από τα τρία κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο (2), επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις, το γεγονός αυτό συνεπάγεται την εφαρμογή των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
142. (1)(α) Οι σύμβουλοι μεριμνούν ώστε να καταρτίζεται για κάθε εταιρεία ένα πλήρες σύνολο οικονομικών καταστάσεων, ως το σύνολο αυτό ορίζεται στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
(β) Κάθε εταιρεία, η οποία έχει θυγατρικές, ενοποιεί τις οικονομικές καταστάσεις της με τις καταστάσεις των θυγατρικών της ως ορίζεται στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, οι δε κατά τον τρόπο αυτό ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζονται ενώπιον της μητρικής εταιρείας σε γενική συνέλευση.
(γ) Πέραν των επιβαλλομένων από τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης πληροφοριών, στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, και κατά προτίμηση στις σημειώσεις, παρουσιάζεται και πληροφόρηση σχετικά με:
(i) τα απαιτούμενα από τα άρθρα 183 έως 189 στοιχεία,
(ii) το μέσο όρο απασχοληθέντος προσωπικού κατά τη διάρκεια της χρήσης, ενώ δημοσιοποιείται χωριστά ο μέσος όρος των απασχοληθέντων στις αναλογικά ενοποιημένες εταιρείες.
(γA) Πέραν των προβλεπομένων στην παράγραφο (γ) πιο πάνω, για εταιρείες μεσαίου και μεγάλου μεγέθους, όπως αυτές ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 141Α, και για οντότητες δημόσιου συμφέροντος, στις οικονομικές καταστάσεις, και, ανάλογα με την περίπτωση, στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, γνωστοποιείται επίσης πληροφόρηση σε σχέση με τα ακόλουθα θέματα:
(i) Αν δεν αναγράφονται χωριστά στα αποτελέσματα χρήσης, τις δαπάνες προσωπικού κατά τη χρήση, αναλυτικά κατά τις εξής κατηγορίες: μισθοί, ημερομίσθια, κοινωνικές επιβαρύνσεις και συντάξεις,
(ii) την επωνυμία και την έδρα της εταιρείας, η οποία καταρτίζει τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του μέγιστου συνόλου εταιρειών του οποίου η εταιρεία αποτελεί μέρος ως θυγατρική εταιρεία, και τον τόπο όπου μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκείνες τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις υπό την προϋπόθεση ότι αυτές είναι διαθέσιμες,
(iii) την επωνυμία και την έδρα της εταιρείας η οποία καταρτίζει τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του μικρότερου συνόλου εταιρειών, μέρος του οποίου αποτελεί η εταιρεία ως θυγατρική εταιρεία, και η οποία περιλαμβάνεται επίσης στο σύνολο των εταιρειών της υποπαραγράφου (ii) πιο πάνω·
(iv) την μη χρηματοοικονομική κατάσταση ή την ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 151Α ή 151Β, αντίστοιχα.
(γΒ) Εκτός από τις πληροφορίες που προβλέπονται στις παραγράφους (γ) και (γΑ) πιο πάνω, για εταιρείες μεγάλου μεγέθους, όπως αυτές ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 141Α, και για οντότητες δημόσιου συμφέροντος, στις σημειώσεις στις οικονομικές καταστάσεις, και, ανάλογα με την περίπτωση, στις σημειώσεις στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, γνωστοποιείται πληροφόρηση σε σχέση με τις συνολικές αμοιβές που χρεώθηκαν κατά το οικονομικό έτος από κάθε νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, και τις συνολικές αμοιβές που χρεώθηκαν από κάθε νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο για άλλες υπηρεσίες εξακρίβωσης, για υπηρεσίες φορολογικών συμβουλών και για λοιπές μη ελεγκτικές υπηρεσίες.
(δ) Τα συγκροτήματα μικρού μεγέθους και τα συγκροτήματα μεσαίου μεγέθους εξαιρούνται από την υποχρέωση ετοιμασίας ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, εκτός αν κάποια συνδεδεμένη εταιρεία είναι οντότητα δημοσίου συμφέροντος ή η ετοιμασία των ενοποιημένων οικονομικών τους καταστάσεων διέπεται από άλλη νομοθεσία.
(ε) [Διαγράφηκε].
(στ) Συγκροτήματα εταιρειών των οποίων οι τελικές ιθύνουσες ή μητρικές εταιρείες δημοσιεύουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις με βάση Γενικά Παραδεκτές Λογιστικές Αρχές εξαιρούνται από την υποχρέωση ετοιμασίας ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων.
(2)(α) Οι οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζονται το αργότερο δεκαοκτώ μήνες μετά τη σύσταση της εταιρείας και στη συνέχεια τουλάχιστον μία φορά ανά ημερολογιακό έτος και παραδίδονται για καταχώριση στον έφορο εταιρειών το αργότερο δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της.
(β) Σε περίπτωση που δεν συμπίπτουν οι ημερομηνίες καταρτίσεως των οικονομικών καταστάσεων της μητρικής και της θυγατρικής ή των θυγατρικών, πρέπει να γίνονται οι προσαρμογές που ορίζονται από τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
(γ) Επιτρέπεται η κατάρτιση και παρουσίαση περιοδικών καταστάσεων, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται όλες οι σχετικές προβλέψεις των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
(3) Κατά τον καταρτισμό των οικονομικών καταστάσεων─
(α) Στο «αποθεματικό» δεν περιλαμβάνονται τα ποσά που αποσβέστηκαν ή κατακρατήθηκαν για απόσβεση ή για τη δημιουργία προβλέψεων.
(β) στο «κεφαλαιουχικό αποθεματικό» δεν περιλαμβάνεται οποιοδήποτε ποσό θεωρήθηκε ως ελεύθερο για διανομή.
(βΑ) Όπου εμφανίζονται έξοδα ανάπτυξης ή έξοδα ίδρυσης στο "Ενεργητικό" στον ισολογισμό, και τα έξοδα αυτά δεν έχουν αποσβεσθεί εντελώς, δεν μπορεί να γίνει καμία διανομή κερδών, εκτός εάν το ύψος των αποθεματικών που επιτρέπεται να διανεμηθούν και τα μεταφερόμενα αποτελέσματα "εις νέον" είναι τουλάχιστον ίσα με το υπόλοιπο των εξόδων ανάπτυξης και των εξόδων ίδρυσης.
(γ) κάθε αποθεματικό εκτός του κεφαλαιουχικού αποθεματικού θεωρείται «εισοδηματικό αποθεματικό»·
(δ) αναφορά σε «πρόβλεψη» γίνεται αποδίδοντας στον όρο αυτό την έννοια που του αποδίδεται στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
(4)(α) Οι σύμβουλοι κάθε εταιρείας έχουν συλλογικά το καθήκον έναντί της να μεριμνούν ότι οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και, ανάλογα με την περίπτωση, οι ετήσιες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις συντάσσονται και δημοσιεύονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
(β) Άνευ επηρεασμού της συλλογικής αστικής ευθύνης των συμβούλων έναντι της εταιρείας η οποία υπάρχει σε περίπτωση παραβίασης του καθήκοντος που αναφέρεται στην παράγραφο (α), αν σύμβουλος εταιρείας παραλείπει να λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για συμμόρφωση με το καθήκον που αναφέρεται στην παράγραφο (α), διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές:
142Α(1) Οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 142 πρέπει να δίδουν αληθινή και δίκαιη εικόνα των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων, της οικονομικής κατάστασης και των κερδών ή ζημιών του συνόλου των εταιρειών που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση.
(2) Εταιρεία η οποία έχει μόνο θυγατρικές εταιρείες εξαιρείται από τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 142, νοουμένου ότι όλες οι θυγατρικές εταιρείες δεν είναι, τόσο μεμονωμένα όσο και στο σύνολο τους, σημαντικές για τους σκοπούς του εδαφίου (1).
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), οι οικονομικές καταστάσεις θυγατρικής εταιρείας δύνανται να εξαιρεθούν από την υποχρέωση της μητρικής εταιρείας της να τις περιλάβει, δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 142, στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις εάν η θυγατρική εταιρεία αυτή δεν είναι σημαντική έτσι ώστε να επηρεάζει την αληθινή και τη δίκαιη εικόνα των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων, της οικονομικής κατάστασης και των κερδών ή ζημιών των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων αυτών.
(4) Οι οικονομικές καταστάσεις δύο ή περισσοτέρων εταιρειών για τις οποίες εφαρμόζεται η εξαίρεση των διατάξεων του εδαφίου (3), πρέπει να συμπεριληφθούν στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 142, εάν στο σύνολό τους οι εταιρείες αυτές είναι σημαντικές έτσι ώστε να επηρεάζουν την αληθινή και τη δίκαιη εικόνα των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων, της οικονομικής κατάστασης και των κερδών ή ζημιών των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων.
(5) [Διαγράφηκε].
143.-(1) Οι οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζουν μία αληθινή και δίκαιη εικόνα της εταιρείας (η οποία στο εξής θα καλείται «αληθινή και δίκαιη εικόνα»).
(2) Η παρουσίαση αληθινής και δίκαιης εικόνας επιτυγχάνεται μέσω της πιστής εφαρμογής των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική για όλες τις εταιρείες.
(3) Όπου η τήρηση των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης δεν είναι κατά την γνώμη των συμβούλων επαρκής για την παρουσίαση μίας αληθινής και δίκαιης εικόνας, πρέπει να δοθεί συμπληρωματική πληροφόρηση στις σημειώσεις.
(4) Αν οι οικονομικές καταστάσεις που παρουσιάσθηκαν ή δημοσιοποιήθηκαν δεν παρουσιάζουν μία αληθινή και δίκαιη εικόνα, θεωρείται ότι υπάρχει παραβίαση του παρόντος άρθρου. Σε τούτο δεν μπορεί να αντιταχθεί ότι κάθε ξεχωριστή πράξη η οποία ετελέσθη προς συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ήταν, αυτή καθ΄εαυτή, νόμιμη, ή ότι δεν υπήρξε υπαιτιότητα ως προς το τελικό αποτέλεσμα της μη παρουσιάσεως αληθινής και δίκαιης εικόνας.
(5) Αν σύμβουλος εταιρείας παραλείπει να λάβει όλα τα εύλογα μέτρα, ώστε να υπάρξει συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και προς άλλες απαιτήσεις του παρόντος Νόμου για τα θέματα που πρέπει να εκτίθενται στις οικονομικές καταστάσεις, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές.».
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- ΚΕΦ.113
- 167(I)/2003
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- ΚΕΦ.113
- 167(I)/2003
148.-(1) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), εταιρεία λογίζεται θυγατρική άλλης αν, αλλά μόνο αν,-
(α) η άλλη εταιρεία είτε-
(i) είναι μέλος της και ελέγχει τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της ή
(ii) κατέχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου σε αυτήν· ή
(iii) είναι μέλος της και ελέγχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μελών της δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με άλλα μέλη της.
(β) η εταιρεία που αναφέρθηκε πρώτα είναι θυγατρική οποιασδήποτε εταιρείας η οποία είναι θυγατρική εκείνης της άλλης.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η σύνθεση διοικητικού συμβουλίου εταιρείας λογίζεται ως ελεγχόμενη από άλλη εταιρεία αν, αλλά μόνο αν, εκείνη η άλλη εταιρεία δύναται, με την άσκηση κάποιας εξουσίας που δύναται να ασκηθεί από αυτή χωρίς τη συγκατάθεση ή τη συναίνεση οποιουδήποτε άλλου προσώπου, να διορίζει ή να παύει όλους που κατέχουν όλες τις θέσεις ή την πλειοψηφία των θέσεων των συμβούλων αλλά για τους σκοπούς της διάταξης αυτής η άλλη εκείνη εταιρεία λογίζεται ότι έχει εξουσία διορισμού σε θέση συμβούλου σχετικά με την οποία εκπληρώνεται οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους όρους, δηλαδή-
(α) ότι πρόσωπο δεν δύναται να διοριστεί σε αυτή χωρίς την άσκηση από την άλλη εκείνη εταιρεία προς όφελος του εξουσίας τέτοιας όπως προαναφέρθηκε ή
(β) ο διορισμός σε αυτό προσώπου είναι αναγκαίο επακόλουθο του διορισμού του ως συμβούλου της άλλης εκείνης εταιρείας ή
(γ) η θέση συμβούλου κατέχεται από την ίδια την άλλη εκείνη εταιρεία ή από θυγατρική της.
(3) Κατά τον προσδιορισμό του κατά πόσο εταιρεία είναι θυγατρική άλλης-
(α) οποιεσδήποτε μετοχές που κατέχονται ή εξουσία που δύναται να ασκηθεί από την άλλη εταιρεία υπό εμπιστευματική ιδιότητα δεν λογίζονται ότι κατέχονται ή δύναται να ασκηθεί από αυτή
(β) με την επιφύλαξη των δύο επόμενων παραγράφων, οποιεσδήποτε μετοχές που κατέχονται ή εξουσία που δύναται να ασκηθεί-
(i) από οποιοδήποτε πρόσωπο ως εντολοδόχου της άλλης εταιρείας (εκτός όταν η άλλη εταιρεία ενδιαφέρεται μόνο με εμπιστευματική ιδιότητα) ή
(ii) από, ή από εντολοδόχο για, θυγατρική της άλλης εταιρείας, που δεν είναι θυγατρική που ενδιαφέρεται μόνο με εμπιστευματική ιδιότητα,
λογίζονται ότι κατέχονται ή ότι δύναται να ασκηθεί από την άλλη εταιρεία.
(γ) οποιεσδήποτε μετοχές που κατέχονται ή εξουσία που δύναται να ασκηθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει των διατάξεων οποιωνδήποτε χρεωστικών ομολόγων της πρώτα αναφερόμενης εταιρείας ή οποιουδήποτε εγγράφου που δημιουργεί εμπίστευμα για την ασφάλεια έκδοσης τέτοιων χρεωστικών ομολόγων δεν λαμβάνονται υπόψη
(δ) οποιεσδήποτε μετοχές κατέχονται ή εξουσία που δύναται να ασκηθεί από, ή από εντολοδόχο για την άλλη εταιρεία ή την θυγατρική της, που δεν κατέχονται ή δεν δύναται να ασκηθεί όπως στην παράγραφο (γ) αναφέρεται, δεν λογίζονται ότι κατέχονται ή δύναται να ασκηθεί από την άλλη εταιρεία, αν η συνηθισμένη πορεία των εργασιών της άλλης εταιρείας ή της θυγατρικής της, ανάλογα με την περίπτωση, περιλαμβάνει το δανεισμό χρημάτων και οι μετοχές κατέχονται ή η εξουσία ασκείται όπως προαναφέρθηκε με μορφή ασφάλειας μόνο για τους σκοπούς συναλλαγής που συνάπτεται κατά τη συνηθισμένη πορεία εκείνων των εργασιών.
(4) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, εταιρεία λογίζεται μητρική άλλης εταιρείας μόνο αν η άλλη εταιρεία είναι θυγατρική της.
(5) Στο άρθρο αυτό η έκφραση “εταιρεία” περιλαμβάνει οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο και η έκφραση “συνηθισμένο μετοχικό κεφάλαιο” σχετικά με εταιρεία, σημαίνει, το εκδομένο της μετοχικό κεφάλαιο που δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε μέρος του, που ούτε σχετικά με μερίσματα ούτε σχετικά με κεφάλαιο, συνεπάγεται οποιοδήποτε δικαίωμα συμμετοχής πέρα από ένα ορισμένο ποσό, σε διανομή.
149.-(1) Οι οικονομικές καταστάσεις εταιρείας υπογράφεται εκ μέρους του συμβουλίου από δύο συμβούλους της εταιρείας, ή αν υπάρχει ένας μόνο σύμβουλος, από εκείνο το σύμβουλο.
(2) Σε περίπτωση τραπεζικής εταιρείας που γράφτηκε μετά την 1η Ιουλίου 1922 ο ισολογισμός πρέπει να υπογράφεται από τον γραμματέα διαχειριστή, αν υπάρχει, και όταν υπάρχουν περισσότεροι από τρεις σύμβουλοι της εταιρείας από τρεις τουλάχιστον από αυτούς τους συμβούλους, και όταν δεν υπάρχουν περισσότεροι από τρεις σύμβουλοι από όλους τους συμβούλους.
(3) Αν αντίγραφο των οικονομικών καταστάσεων που δεν υπογράφτηκε όπως προνοείται από το εδάφιο αυτό, εκδοθεί, κυκλοφορήσει ή δημοσιευτεί, η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της εταιρείας που ευθύνεται για την παράλειψη υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες.
150. -(1)(α) Οι οικονομικές καταστάσεις πρέπει, ανδημοσιοποιούνται εξ ολοκλήρου, να δημοσιοποιούνται στη μορφή εκείνη που έγινε αντικείμενο εκθέσεως ελέγχου ή επισκόπησης από τον ελεγκτή και να συνοδεύονται από το πλήρες κείμενο της εκθέσεώς του. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να παρουσιάζονται όλες οι παρατηρήσεις, επιφυλάξεις και αρνήσεις εκφράσεως γνώμης ή συμπεράσματος που εξέφρασε ο ελεγκτής.
(β) Αν οι οικονομικές καταστάσεις δε δημοσιοποιούνται εξ ολοκλήρου, πρέπει να -
(i) σημειώνεται ότι η δημοσίευση είναι συνοπτική·
(ii) αναφέρεται ο τόπος, στον οποίο έχουν κατατεθεί οι λογαριασμοί και στην περίπτωση που δεν έχουν ακόμα κατατεθεί αυτό πρέπει να αναγράφεται στη δημοσίευση· και
(iii) γνωστοποιείται η γνώμη ή το συμπέρασμα των ελεγκτών, καθώς και οποιεσδήποτε παραπομπές που χρήζουν προσοχής, χωρίς η έκθεση ελέγχου ή επισκόπησης των ελεγκτών να συνοδεύει τη δημοσίευση.
(γ) Σε κάθε περίπτωση, οι οικονομικές καταστάσειςδημοσιοποιούνται όχι χωριστά, αλλά ως ενιαίοσύνολο.
(2) Η έκδοση, κυκλοφορία ή δημοσίευση των ως άνω καταστάσεων κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1), συνιστά ποινικό αδίκημα και η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της που ευθύνεται για την παράλειψη σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
151-(1)(α) Στις οικονομικές καταστάσεις και στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις επισυνάπτεται έκθεση διαχείρισης και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης αντίστοιχα, σχετικά με την κατάσταση και την προβλεπόμενη εξέλιξη των υποθέσεων της εταιρείας ή του συγκροτήματος.
(β) τα συγκροτήματα μικρού μεγέθους και τα συγκροτήματα μεσαίου μεγέθους εξαιρούνται από την υποχρέωση ετοιμασίας ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (α), εκτός αν κάποια συνδεδεμένη εταιρεία είναι οντότητα δημοσίου συμφέροντος.
(γ) η έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει μια πραγματική απεικόνιση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, καθώς και μια περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει.
(δ) η απεικόνιση που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) δίνει μια ισορροπημένη και ολοκληρωμένη ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, η οποία αντιστοιχεί προς το μέγεθός της και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της.
(ε)(i) στο βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης της εταιρείας, των επιδόσεών της ή της θέσης της, η ανάλυση που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) πιο πάνω, περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς, όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα,
(ii) στο πλαίσιο της ανάλυσης αυτής, η έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.
(στ) η έκθεση διαχείρισης παρέχει επίσης πληροφόρηση σχετικά με τα ακόλουθα:
(i) οποιαδήποτε αλλαγή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους στη φύση των εργασιών της εταιρείας ή των θυγατρικών της εταιρείας ή στις τάξεις των εργασιών που η εταιρεία έχει συμφέρον, είτε ως μέλος άλλης εταιρείας ή διαφορετικά και ιδίως σε οποιαδήποτε εξαγορά ή συγχώνευση που πραγματοποιήθηκε ή σκοπείται, είτε ενεργητική είτε παθητική,
(ii) την προβλεπόμενη εξέλιξη της εταιρείας,
(iii) τις δραστηριότητες στον τομέα έρευνας και ανάπτυξης,
(iv) την ύπαρξη υποκαταστημάτων της εταιρείας,
(v) σε σχέση με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων από την εταιρεία και εφόσον είναι ουσιαστικής σημασίας για την εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής κατάστασης και του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης:
(αα) τους στόχους και τις πολιτικές της εταιρείας όσον αφορά τη διαχείριση του χρηματοοικονομικού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για την αντιστάθμιση κάθε σημαντικού τύπου προβλεπόμενης συναλλαγής για την οποία εφαρμόζεται λογιστική αντιστάθμισης. και
(ββ) την έκθεση της εταιρείας στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών, στον πιστωτικό κίνδυνο, στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο ταμειακών ροών,
(vi) οποιαδήποτε αλλαγή στο μετοχικό κεφάλαιο,
(vii) σε περίπτωση απόκτησης ιδίων μετοχών όπως προβλέπεται στο άρθρο 57Α, τις ακόλουθες πληροφορίες:
(αα) τους λόγους των αγορών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της χρήσης.
(ββ) τον αριθμό και την ονομαστική αξία ή σε περίπτωση έλλειψης ονομαστικής αξίας, τη λογιστική αξία των μετοχών, που αποκτήθηκαν και μεταβιβάσθηκαν κατά τη διάρκεια της χρήσης, καθώς και το τμήμα του καλυφθέντος κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν.
(γγ) σε περίπτωση κτήσης ή μεταβίβασης για μια τιμή, το αντάλλαγμα για τις μετοχές. και
(δδ) τον αριθμό και την ονομαστική αξία, ή σε περίπτωση έλλειψης ονομαστικής αξίας, τη λογιστική αξία όλων των μετοχών που αποκτήθηκαν και κατέχονται από την εταιρεία και το τμήμα του καλυφθέντος κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν,
(viii) οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή στη σύνθεση, την κατανομή των αρμοδιοτήτων, ή την αποζημίωση του διοικητικού συμβουλίου,
(ix) κάθε σημαντικό γεγονός που συνέβη μετά τη λήξη της χρήσεως.
(ζ) σε κάθε περίπτωση, η έκθεση διαχείρισης συνοδεύεται από αιτιολογημένη εισήγηση σχετικά με τη διάθεση των κερδών, την απορρόφηση των ζημιών και τη δημιουργία προβλέψεων.
(η) οι εταιρείες μικρού μεγέθους, όπως αυτές ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 141Α, των οποίων οι τίτλοι δεν είναι εισηγμένοι για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά κράτους μέλους και οι οποίες δεν είναι υποχρεωμένες με βάση τον παρόντα Νόμο να υποβάλλουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, εξαιρούνται από την υποχρέωση να καταρτίζουν έκθεση διαχείρισης, νοουμένου ότι οι πληροφορίες που απαιτούνται από την υποπαράγραφο (vii) της παραγράφου (στ) πιο πάνω σχετικά με την απόκτηση ιδίων μετοχών περιλαμβάνονται στις σημειώσεις στις οικονομικές καταστάσεις.
(θ) οι εταιρείες μεσαίου μεγέθους, όπως αυτές ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 141Α των οποίων οι τίτλοι δεν είναι εισηγμένοι για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά κράτους μέλους και οι οποίες δεν είναι υποχρεωμένες με βάση τον παρόντα Νόμο να υποβάλλουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, εξαιρούνται από την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο (ε) όσον αφορά τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση.
(ι) στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης αναφέρονται, τουλάχιστον, οι πληροφορίες που απαιτούνται από τις παραγράφους (β) μέχρι (θ) του παρόντος εδαφίου, λαμβανομένων υπόψη των αναγκαίων προσαρμογών που υπαγορεύονται από τις ιδιομορφίες της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης σε σχέση με την έκθεση διαχείρισης, κατά τρόπο που να διευκολύνει την εκτίμηση της θέσης του συνόλου των εταιρειών που συμπεριλαμβάνονται στην ενοποίηση.
(κ) για τους σκοπούς της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης, όσον αφορά τις αποκτηθείσες μετοχές ή μερίδια, περιλαμβάνεται ο αριθμός και η ονομαστική αξία, ή ελλείψει ονομαστικής αξίας, η εσωτερική λογιστική αξία του συνόλου των μετοχών ή μεριδίων της μητρικής εταιρείας που κατέχονται από την ίδια μητρική εταιρεία, από θυγατρικές της εταιρείες ή από πρόσωπο που ενεργεί επ' ονόματί του αλλά για λογαριασμό οποιασδήποτε από τις εταιρείες αυτές. Η παροχή αυτών των πληροφοριών δύναται να γίνει στο προσάρτημα των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων.
(2)(α) Εταιρείες που οι κινητές αξίες τους είναι δεκτές προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά οποιουδήποτε κράτους μέλους, περιλαμβάνουν στην έκθεση διαχείρισης που συντάσσουν και δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης. Η δήλωση αυτή συμπεριλαμβάνεται ως ειδικό τμήμα της έκθεσης διαχείρισης και περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα πληροφοριακά στοιχεία:
(i) παραπομπή στα ακόλουθα, κατά περίπτωση:
(αα) στον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης, στον οποίο υπόκειται η εταιρεία, υποδεικνύοντας επίσης τον τόπο στον οποίο διατίθενται στο κοινό τα σχετικά κείμενα.
(ββ) στον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης, τον οποίο η εταιρεία ενδέχεται να έχει οικειοθελώς αποφασίσει να εφαρμόζει, υποδεικνύοντας επίσης τον τόπο στον οποίο διατίθενται στο κοινό τα σχετικά κείμενα.
(γγ) σε κάθε σχετική πληροφορία για τις πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζονται πέρα από τις απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας ή της νομοθεσίας κράτους μέλους που αφορά τον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης στον οποίο υπόκειται η εταιρεία ή που έχει οικειοθελώς αποφασίσει να εφαρμόζει, δημοσιοποιώντας επίσης στοιχεία για τις πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζει η εταιρεία,
(ii) εάν μια εταιρεία, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή τη νομοθεσία κράτους μέλους που αφορά τον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης στον οποίο υπόκειται η εταιρεία ή που έχει οικειοθελώς αποφασίσει να εφαρμόζει, αποκλίνει από τον κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης των σημείων (αα) ή (ββ) της υποπαραγράφου (i), παραθέτει τα μέρη του κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης από τα οποία αποκλίνει και αιτιολόγηση αυτής της επιλογής της,
(iii) εάν μια εταιρεία αποφασίσει να μην εφαρμόσει καμία από τις διατάξεις εταιρικής διακυβέρνησης που αναφέρονται στα σημεία (αα) ή (ββ) της υποπαραγράφου (i) εξηγεί τους λόγους της επιλογής της,
(iv) περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων της εταιρείας σε σχέση με τη διαδικασία σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων,
(v) εάν το σύνολο ή ένα μέρος των τίτλων της εταιρείας είναι εισηγμένο για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, δημοσιεύει αναλυτικές πληροφορίες ως προς τα εξής:
(αα) τις σημαντικές άμεσες ή έμμεσες συμμετοχές (συμπεριλαμβανομένων εμμέσων συμμετοχών μέσω πυραμιδικών διαρθρώσεων ή αλληλοσυμμετοχής)∙
(ββ) τους κατόχους κάθε είδους τίτλων που παρέχουν ειδικά δικαιώματα ελέγχου και περιγραφή των εν λόγω δικαιωμάτων∙
(γγ) τους κάθε είδους περιορισμούς στο δικαίωμα ψήφου, όπως τους περιορισμούς των δικαιωμάτων ψήφου σε κατόχους δεδομένου ποσοστού ή αριθμού ψήφων, τις προθεσμίες άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου, ή συστήματα στα οποία, με τη συνεργασία της εταιρείας, τα χρηματοπιστωτικά δικαιώματα που απορρέουν από τίτλους διαχωρίζονται από την κατοχή των τίτλων∙
(δδ) τους κανόνες όσον αφορά το διορισμό και την αντικατάσταση μελών του συμβουλίου, καθώς και όσον αφορά την τροποποίηση του καταστατικού,
(vi) τη σύνθεση και τον τρόπο λειτουργίας των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων και των επιτροπών τους,
(vii) περιγραφή της πολιτικής σχετικά με την πολυμορφία που εφαρμόζεται για το συμβούλιο της εταιρείας όσον αφορά πτυχές σε σχέση, ιδίως, με την ηλικία, το φύλο ή το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό ιστορικό των μελών, με τους στόχους της εν λόγω πολιτικής για την πολυμορφία, τον τρόπο εφαρμογής της και τα αποτελέσματα κατά την περίοδο αναφοράς:
(β) Οι απαιτούμενες από την παράγραφο (α) πληροφορίες μπορούν να παρέχονται ως εξής:
(i) σε χωριστή έκθεση που δημοσιεύεται μαζί με την έκθεση διαχείρισης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, ή
(ii) σε έγγραφο που διατίθεται για το κοινό στην ιστοσελίδα της εταιρείας και στο οποίο γίνεται σχετική αναφορά στην έκθεση διαχείρισης.
(γ) στη χωριστή έκθεση ή στο έγγραφο που αναφέρονται αντιστοίχως στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (β) μπορεί να περιέχεται αναφορά στην έκθεση διαχείρισης στην οποία διατίθενται τα απαιτούμενα από την υποπαράγραφο (v) της παραγράφου (α) πληροφοριακά στοιχεία στη συγκεκριμένη έκθεση διαχείρισης.
(δ) ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο διατυπώνουν γνώμη, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 152Α, για τα πληροφοριακά στοιχεία που καταρτίζονται σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στις διατάξεις των υποπαραγράφων (iv) και (v) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου και εξετάζουν αν έχουν παρασχεθεί τα πληροφοριακά στοιχεία που αναφέρονται στις διατάξεις των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii), (vi) και (vii) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου.
(ε) εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii), (vi) και (vii) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, οι εταιρείες που έχουν εκδώσει κινητές αξίες, εκτός μετοχών, οι οποίες είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, εκτός αν οι εταιρείες αυτές έχουν εκδώσει μετοχές που είναι δεκτές προς διαπραγμάτευση σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου. και
(στ) Για τους σκοπούς της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης, όσον αφορά τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων, η δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης αναφέρει τα βασικά χαρακτηριστικά των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων για το σύνολο των εταιρειών που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση.
(ζ) Η υποπαράγραφος (vii) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζεται σε μικρού και μεσαίου μεγέθους εταιρείες.
(3)(α) Όταν η έκθεση διαχείρισης, και, ανάλογα με την περίπτωση, η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, δημοσιοποιείται εξ ολοκλήρου, δημοσιοποιείται στη μορφή εκείνη που συνόδευε τις οικονομικές καταστάσεις που έγιναν αντικείμενο εκθέσεως από τον ελεγκτή, και συνοδεύεται από το πλήρες κείμενο της έκθεσης ελέγχου ή επισκόπησης του ελεγκτή. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να παρουσιάζονται όλες οι παρατηρήσεις, επιφυλάξεις και αρνήσεις έκφρασης γνώμης ή συμπεράσματος, που τυχόν εξέφρασε ο ελεγκτής.
(β) όταν η έκθεση διαχείρισης, και, ανάλογα με την περίπτωση, η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, δημοσιοποιείται κατά αποσπασματικό τρόπο, δεν συνοδεύεται από την πλήρη έκθεση ελέγχου ή επισκόπησης του ελεγκτή, αλλά μόνο από τις παρατηρήσεις, επιφυλάξεις και αρνήσεις έκφρασης γνώμης ή συμπεράσματος του.
(γ) η έκδοση, κυκλοφορία ή δημοσίευση οποιουδήποτε αντίγραφου της έκθεσης διαχείρισης, και, ανάλογα με την περίπτωση, η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, χωρίς να τηρηθούν οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου συνιστά ποινικό αδίκημα και η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της που ευθύνεται για την παράλειψη, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα €855 (οκτακόσια πενήντα πέντε ευρώ).
(δ) στις περιπτώσεις που εκτός από την έκθεση διαχείρισης απαιτείται και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, οι δύο εκθέσεις μπορούν να παρουσιάζονται υπό μορφή ενιαίας έκθεσης.
(4)(α) Οι σύμβουλοι κάθε εταιρείας έχουν συλλογικά το καθήκον έναντί της να εξασφαλίζουν ότι:
(i) οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, η έκθεση διαχείρισης, η δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης όταν παρέχεται χωριστά και η χωριστή έκθεση η οποία αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Α του βασικού νόμου, και
(ii) οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, οι ενοποιημένες εκθέσεις διαχείρισης, η ενοποιημένη δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης όταν παρέχεται χωριστά και η χωριστή έκθεση η οποία αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Β έχουν καταρτιστεί και δημοσιοποιηθεί ή κοινοποιηθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και του περί των Προϋποθέσεων Διαφάνειας (Κινητές Αξίες προς Διαπραγμάτευση σε Ρυθμιζόμενη Αγορά) Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Οδηγιών,
(iii) η αιτιολογημένη γνώμη των συμβούλων της εταιρείας ή του συγκροτήματος όπως εφαρμόζεται, η οποία αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 151Α ή στις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 151Β, ανάλογα με την περίπτωση, συντάσσεται και δημοσιεύεται ή κοινοποιείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου σε όλους τους μετόχους.
(β) άνευ επηρεασμού της συλλογικής αστικής ευθύνης των συμβούλων έναντι της εταιρείας η οποία υπάρχει σε περίπτωση παραβίασης του καθήκοντος που αναφέρεται στην παράγραφο (α), αν σύμβουλος εταιρείας παραλείπει να λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για συμμόρφωση με το καθήκον που αναφέρεται στην παράγραφο (α), διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις €17.000 (δεκαεπτά χιλιάδες ευρώ) ή και στις δύο αυτές ποινές:
151Α.-(1) Οι εταιρείες μεγάλου μεγέθους που είναι οντότητες δημόσιου συμφέροντος, οι οποίες κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους, υπερβαίνουν το μέσο αριθμό των πεντακοσίων(500) εργαζομένων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, στην έκθεση διαχείρισης συμπεριλαμβάνουν κατάσταση αναφορικά με μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες.
(2) Η κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαμβάνει, στο βαθμό που απαιτείται, πληροφορίες για την κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων, της θέσης και του αντίκτυπου των δραστηριοτήτων τους, σε σχέση, τουλάχιστον, με περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εργασιακά θέματα, το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την καταπολέμηση της διαφθοράς και με θέματα σχετικά με τη δωροδοκία, όπου συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
(α) Σύντομη περιγραφή του επιχειρηματικού μοντέλου της εταιρείας∙
(β) περιγραφή των πολιτικών που εφαρμόζει η εταιρεία σε σχέση με τα εν λόγω θέματα, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζει∙
(γ) περιγραφή των αποτελεσμάτων των εν λόγω πολιτικών∙
(δ) περιγραφή των κυριοτέρων κινδύνων που αφορούν τα εν λόγω θέματα και που συνδέονται με τις δραστηριότητες της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση και ανάλογα των επιχειρηματικών σχέσεων της, των προϊόντων της ή των υπηρεσιών της τα οποία είναι πιθανόν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στους εν λόγω τομείς και ο τρόπος με τον οποίο η εταιρεία διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους.
(ε) περιγραφή των μη χρηματοοικονομικών βασικών δεικτών επιδόσεων που σχετίζονται με τον συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων.
(3) Σε περίπτωση που η εταιρεία που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν ασκεί πολιτικές σε σχέση μ’ ένα ή περισσότερα από τα θέματα που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (2), παρέχει στη μη χρηματοοικονομική κατάσταση σαφή και αιτιολογημένη εξήγηση για την απουσία των εν λόγω πολιτικών.
(4) Η μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα αντίστοιχα ποσά που αναγράφονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.
(5) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι εταιρείες, που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1), μπορούν να μην περιλαμβάνουν στη μη χρηματοοικονομική κατάσταση πληροφορίες σχετικές με επικείμενες εξελίξεις ή θέματα υπό διαπραγμάτευση, όταν κατά την αιτιολογημένη γνώμη των συμβούλων που ενεργούν εντός των αρμοδιοτήτων τους και που υπέχουν συλλογική ευθύνη της εν λόγω γνώμης, η δημοσιοποίηση ή κοινοποίηση, ανάλογα με την περίπτωση, αυτών των πληροφοριών θα έβλαπτε σοβαρά την εμπορική θέση της εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι η παράλειψη αυτή δεν εμποδίζει την ορθή και ισορροπημένη κατανόηση της εξέλιξης των επιδόσεων, της θέσης και του αντικτύπου των δραστηριοτήτων της εταιρείας.
(6) Για την ετοιμασία των πληροφοριών που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (2), οι εταιρείες που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) μπορούν να βασίζονται σε εθνικά πλαίσια, πλαίσια βασισμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνή πλαίσια, υπό την προϋπόθεση ότι διευκρινίζουν σε ποια πλαίσια βασίστηκαν.
(7) Εταιρείες που εκπληρώνουν την υποχρέωση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), θεωρούνται ότι έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση που αφορά την ανάλυση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών που προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 151.
(8) Θυγατρική εταιρεία, απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις διατάξεις του εδαφίου (1), εάν η εν λόγω εταιρεία περιλαμβάνεται στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή στη χωριστή έκθεση διαχείρισης άλλης εταιρείας, η οποία συντάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 151 και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(9) Σε περίπτωση που εταιρεία που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) καταρτίζει χωριστή έκθεση που αντιστοιχεί στο ίδιο οικονομικό έτος, είτε βασίζεται είτε όχι σε εθνικά πλαίσια, πλαίσια βασισμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνή πλαίσια και καλύπτει τις πληροφορίες της μη χρηματοοικονομικής κατάστασης που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (2), απαλλάσσεται από την υποχρέωση κατάρτισης της μη χρηματοοικονομικής κατάστασης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), νοουμένου ότι η χωριστή αυτή έκθεση:
(α) Δημοσιεύεται μαζί με την έκθεση διαχείρισης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 έως 122 και 152. ή
(β) δημοσιοποιείται, εντός έξι (6) μηνών, μετά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, στον ιστότοπο της εταιρείας και αναφέρεται στην έκθεση διαχείρισης:
(10) Σε εταιρείες που καταρτίζουν χωριστή έκθεση όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του εδαφίου (7).
(11) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο εξετάζει εάν έχει υποβληθεί η μη χρηματοοικονομική κατάσταση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) ή η χωριστή έκθεση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (9).
(12) Ο έφορος εταιρειών καταχωρεί τη μη χρηματοοικονομική κατάσταση ή τη χωριστή έκθεση χωρίς να ασκεί οποιοδήποτε έλεγχο.
151Β.-(1) Οντότητες δημοσίου συμφέροντος που είναι μητρικές εταιρείες μεγάλου συγκροτήματος, το οποίο κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού του σε ενοποιημένη βάση υπερβαίνει το μέσο αριθμό των πεντακόσιων (500) εργαζομένων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης συμπεριλαμβάνουν κατάσταση αναφορικά με μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες.
(2) Η κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) περιλαμβάνει, στο βαθμό που απαιτείται, πληροφορίες για την κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων, της θέσης και του αντικτύπου των δραστηριοτήτων τους, σε σχέση, τουλάχιστον, με περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εργασιακά θέματα, το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την καταπολέμηση της διαφθοράς και με θέματα σχετικά με τη δωροδοκία, όπου συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
(α) Σύντομη περιγραφή του επιχειρηματικού μοντέλου του συγκροτήματος∙
(β) περιγραφή των πολιτικών που εφαρμόζει το συγκρότημα σε σχέση με τα εν λόγω θέματα, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζει∙
(γ) περιγραφή των αποτελεσμάτων των εν λόγω πολιτικών∙
(δ) περιγραφή των κυριοτέρων κινδύνων που αφορούν τα εν λόγω θέματα και που συνδέονται με τις δραστηριότητες του συγκροτήματος, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση και αναλογικά, των επιχειρηματικών σχέσεων του, των προϊόντων του ή των υπηρεσιών του τα οποία είναι πιθανόν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στους εν λόγω τομείς και ο τρόπος με τον οποίο το συγκρότημα διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους∙
(ε) περιγραφή των μη χρηματοοικονομικών βασικών δεικτών επιδόσεων που σχετίζονται με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων.
(3) Σε περίπτωση που το ένα συγκρότημα που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) δεν ασκεί πολιτικές σε σχέση μ’ ένα ή περισσότερα από τα θέματα που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (2), παρέχει στην ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση σαφή και αιτιολογημένη εξήγηση για την απουσία των εν λόγω πολιτικών.
(4) Η ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα αντίστοιχα ποσά που αναγράφονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις.
(5) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το συγκρότημα που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), μπορεί να μην περιλάβει στις ενοποιημένες μη χρηματοοικονομικές καταστάσεις πληροφορίες σχετικές με επικείμενες εξελίξεις ή θέματα υπό διαπραγμάτευση, όταν κατά την αιτιολογημένη γνώμη των συμβούλων, οι οποίοι ενεργούν εντός των αρμοδιοτήτων τους και υπέχουν συλλογική ευθύνη της εν λόγω γνώμης, η δημοσιοποίηση ή κοινοποίηση, ανάλογα με την περίπτωση, των πληροφοριών αυτών θα έβλαπτε σοβαρά την εμπορική θέση του συγκροτήματος, υπό την προϋπόθεση ότι η παράλειψη αυτή δεν εμποδίζει την ορθή και ισορροπημένη κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων, της θέσης και του αντικτύπου των δραστηριοτήτων του συγκροτήματος.
(6) Για την ετοιμασία των πληροφοριών που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1), η μητρική εταιρεία μπορεί να βασίζεται σε εθνικά πλαίσια, πλαίσια βασισμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνή πλαίσια, υπό την προϋπόθεση ότι η μητρική εταιρεία διευκρινίζει σε ποια πλαίσια βασίστηκε.
(7) Μητρική εταιρεία που εκπληρώνει την υποχρέωση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει την υποχρέωση που αφορά την ανάλυση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών που προβλέπεται στις διατάξεις της υποπαραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 151.
(8) Μητρική εταιρεία που είναι επίσης θυγατρική εταιρεία απαλλάσσεται από την υποχρέωση που ορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), εφόσον η απαλλασσόμενη μητρική εταιρεία περιλαμβάνεται στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης ή στη χωριστή έκθεση διαχείρισης άλλης εταιρείας, η οποία συντάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 151 και του παρόντος άρθρου.
(9) Σε περίπτωση που μια μητρική εταιρεία καταρτίζει χωριστή έκθεση που αντιστοιχεί στο ίδιο οικονομικό έτος και αναφέρεται στο σύνολο του συγκροτήματος, είτε βασίζεται είτε όχι σε εθνικά πλαίσια, πλαίσια βασισμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνή πλαίσια και καλύπτει τις πληροφορίες που απαιτούνται για την ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2), απαλλάσσεται από την υποχρέωση κατάρτισης της ενοποιημένης μη χρηματοοικονομικής κατάστασης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), υπό τον όρο ότι αυτή η χωριστή έκθεση:
(α) Δημοσιεύεται μαζί με την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 έως 122 και 152∙ ή
(β) δημοσιοποιείται εντός έξι (6) μηνών, μετά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, στον ιστότοπο της μητρικής εταιρείας και αναφέρεται στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης:
(10) Σε μητρικές εταιρείες που καταρτίζουν χωριστή έκθεση όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του εδαφίου (7).
(11) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο εξετάζει εάν έχει υποβληθεί η ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) ή η χωριστή έκθεση όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (9).
(12) Ο έφορος εταιρειών καταχωρεί την ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση ή την χωριστή έκθεση χωρίς να ασκεί οποιοδήποτε έλεγχο.
152.-(1) Οι σύμβουλοι παρουσιάζουν στην εταιρεία σε γενική συνέλευση –
(α) το σύνολο των οικονομικών καταστάσεων και, ανάλογα με την περίπτωση, των ενοποιημένων οικονομικών κατ αστάσεων.
(β) την έκθεση διαχείρισης και, ανάλογα με την περίπτωση, την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης.
(γ) συνημμένη στα ανωτέρω, την έκθεση ελέγχου ή επισκόπησης των ελεγκτών, όπου αυτή απαιτείται από τον Νόμο:
(2) Αντίγραφο των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι διαθέσιμο τουλάχιστον είκοσι μία μέρες πριν από την ημερομηνία της γενικής συνέλευσης. Τέτοιο αντίγραφο δικαιούται να ζητήσει και να λάβει από την εταιρεία, χωρίς πληρωμή, είτε σε ηλεκτρονική είτε σε έντυπη μορφή:
(i) κάθε μέλος της εταιρείας, ανεξάρτητα αν αυτό δικαιούται να λαμβάνει ειδοποιήσεις γενικών συνελεύσεων της εταιρείας.
(ii) κάθε κάτοχος χρεωστικών ομολόγων της εταιρείας, ανεξάρτητα αν αυτός δικαιούται ή όχι να λαμβάνει ειδοποιήσεις γενικών συνελεύσεων της εταιρείας.
(iii) όλα τα πρόσωπα, εκτός από τα μέλη ή τους κατόχους χρεωστικών ομολόγων της εταιρείας, που δικαιούνται να λαμβάνουν ειδοποιήσεις γενικών συνελεύσεων της εταιρείας:
Νοείται ότι:
(α) Στην περίπτωση εταιρείας που δεν έχει μετοχικό κεφάλαιο, το εδάφιο αυτό δεν απαιτεί τη διάθεση των προαναφερόμενων εγγράφων σε μέλος της εταιρείας, που δεν δικαιούται να λαμβάνει ειδοποιήσεις γενικών συνελεύσεων ή σε κάτοχο ομολόγων της εταιρείας, που δεν δικαιούται με τον τρόπο αυτό.
(β) κατά την Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η εταιρεία θα έχει διαθέσιμα προς διανομή στους παριστάμενους μετόχους τα έγγραφα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και οφείλει επίσης να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της για τη δημοσίευση των εγγράφων που απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις οποιασδήποτε συναφούς νομοθεσίας, είτε στον ημερήσιο τύπο είτε στην ιστοσελίδα της είτε προς οποιεσδήποτε αρμόδιες εποπτικές αρχές, καθώς και στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, εφόσον η εταιρεία είναι δημόσια εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου.
(3) Μέλος εταιρείας, είτε αυτό δικαιούται να λάβει, σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή, αντίγραφα ισολογισμών της εταιρείας είτε όχι, και κάτοχος χρεωστικών ομολόγων της εταιρείας, είτε αυτός δικαιούται σε αυτό είτε όχι, δικαιούται μετά από αίτηση να λάβει χωρίς πληρωμή αντίγραφο, σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή, του τελευταίου ισολογισμού της εταιρείας, περιλαμβανομένου κάθε αντίγραφου που απαιτείται από το νόμο να επισυνάπτεται σε αυτό, μαζί με αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου ή επισκόπησης των ελεγκτών για τον ισολογισμό, σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή.
(4)(α) Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης με το εδάφιο (1), κάθε σύμβουλος της εταιρείας ο οποίος ευθύνεται για την παράλειψη διαπράττει ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 5.000),
(β) Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης με το εδάφιο (2), η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της που ευθύνεται για την παράλειψη διαπράττει ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 3.000), και
(γ) Σε περίπτωση που, όταν πρόσωπο ζητά οποιοδήποτε έγγραφο που δικαιούται να λάβει σύμφωνα με το εδάφιο (3), γίνεται παράλειψη συμμόρφωσης μέσα σε επτά ημέρες από την υποβολή της απαίτησης, η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της που ευθύνεται για την παράλειψη διαπράττει ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται με πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες (Λ.Κ. 500).
152Α(1)(α) Οι ακόλουθες εταιρείες υποβάλλουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου, τις οικονομικές τους καταστάσεις και, όπου απαιτείται η ετοιμασία τους σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, τις ενοποιημένες οικονομικές τους καταστάσεις σε έλεγχο από έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία:-
(i) κάθε εταιρεία, η οποία υποχρεούται από τον παρόντα Νόμο να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις,
(ii) κάθε οντότητα δημοσίου συμφέροντος,
(iii) κάθε ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης,
(iv) κάθε δημόσια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης.
(β) Οι αναφερόμενες στην παράγραφο (α) εταιρείες υποβάλλουν επίσης στους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία την έκθεση διαχείρισης και, όπου απαιτείται η ετοιμασία της σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης για σκοπούς ελέγχου της συμβατότητάς της με τις υποβληθείσες οικονομικές καταστάσεις.
(γ) Σε σχέση με την έκθεση διαχείρισης και την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία:
(i) διατυπώνουν γνώμη σχετικά με το-
(αα) αν η έκθεση διαχείρισης και η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης αντιστοιχούν στις οικονομικές καταστάσεις και στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, αντίστοιχα, του ίδιου οικονομικού έτους. και
(ββ) αν η έκθεση διαχείρισης και η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες νομικές απαιτήσεις,
(ii) δηλώνουν αν, σύμφωνα με τη γνώση και την κατανόηση της επιχείρησης και του περιβάλλοντός της που αποκτήθηκαν κατά τον έλεγχο ή την επισκόπηση, ο νόμιμος ελεγκτής/οι νόμιμοι ελεγκτές ή το ελεγκτικό γραφείο/τα ελεγκτικά γραφεία έχει/έχουν εντοπίσει ουσιώδεις ανακρίβειες στην έκθεση διαχείρισης και/ή στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης δίνει/δίνουν ενδείξεις σχετικά με τη φύση των ανακριβειών αυτών.
(δ) Οι προβλεπόμενες στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) εταιρείες, αντί του ελέγχου, δύνανται να υποβάλλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο κατά την έννοια του περί Ελεγκτών Νόμου, νοουμένου ότι το καθαρό ύψος κύκλου εργασιών και το σύνολο ισολογισμού τους, ήτοι η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού, δεν υπερβαίνουν τα όρια των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (€200.000) και των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000), αντίστοιχα, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της εταιρείας:
(ε)(i) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (δ), μητρική εταιρεία η οποία υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και θυγατρική εταιρεία της οποίας η μητρική εταιρεία υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις δεν δύνανται να υποβάλλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση.
(ii) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (δ), σε περίπτωση κατά την οποία μητρική εταιρεία δεν υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και η εν λόγω μητρική εταιρεία μαζί με τις θυγατρικές της εταιρείες, σε επίπεδο συγκροτήματος εταιρειών υπερβαίνουν ή δεν παύουν να υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (δ) ποσά κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της μητρικής επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις, τόσο η μητρική εταιρεία όσο και οι θυγατρικές της εταιρείες οι οποίες έχουν συσταθεί με βάση τον παρόντα Νόμο δεν δύνανται να υποβάλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση.
(στ) Για σκοπούς της παραγράφου (ε), κατά τον υπολογισμό των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) δύναται να μην πραγματοποιούνται τα ακόλουθα:
(i) Συμψηφισμός των λογιστικών αξιών των μετοχών ή μεριδίων στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων, που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, με το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων αυτών, το οποίο αναλογεί στις μετοχές ή τα μερίδια· και
(ii) απάλειψη κατά την ενοποίηση των ακόλουθων στοιχείων:
(αα) Υποχρεώσεις και απαιτήσεις μεταξύ των εταιρειών.
(ββ) έσοδα και έξοδα που προέρχονται από συναλλαγές μεταξύ των εταιρειών. και
(γγ) κέρδη και ζημίες που προκύπτουν από συναλλαγή μεταξύ των εταιρειών, εφόσον αυτά περιέχονται στη λογιστική αξία των στοιχείων του ενεργητικού.
(ζ) Από τις διατάξεις των παραγράφων (δ), (ε) και (στ) εξαιρούνται οι εταιρείες οι οποίες υπόκεινται σε ρύθμιση και εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, σε ρύθμιση και εποπτεία από τον Έφορο Ασφαλίσεων και σε ρύθμιση και εποπτεία από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, καθώς και οι εταιρείες οι οποίες αποκτούν ή κατέχουν ειδική συμμετοχή στις υπό αναφορά εποπτευόμενες εταιρείες.
(2) Οικονομικές καταστάσεις, ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, έκθεση διαχείρισης και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, οι οποίες δεν έχουν υποβληθεί σε έλεγχο ή επισκόπηση κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, λογίζονται ως μη δημοσιοποιηθείσες, βάσει του εδαφίου (4) του άρθρου 142.
(3)(α) Οι διατάξεις του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2016 θεωρείται ότι ισχύουν για τις οικονομικές καταστάσεις που λήγουν την 31η Δεκεμβρίου 2016 ή σε οποιαδήποτε άλλη μεταγενέστερη ημερομηνία.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), οι οικονομικές καταστάσεις που έχουν ετοιμαστεί, δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2016 μέχρι και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θεωρούνται έγκυρες και γίνονται αποδεκτές από τον έφορο εταιρειών.
(4) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 151Α και στην ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 151Β ή στη χωριστή έκθεση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Α και στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Β.
153.-(1) Κάθε εταιρεία, η οποία υποχρεούται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 152Α να υποβάλλει τις οικονομικές της καταστάσεις και την έκθεση συμβούλων σε ελεγκτή για έλεγχο ή επισκόπηση, διορίζει σε κάθε ετήσια γενική συνέλευση, ελεγκτή ή ελεγκτές και ο διορισμός τους ισχύει από τη λήξη της ετήσιας γενικής συνέλευσης με την οποία διορίστηκαν μέχρι τη λήξη της επόμενης ετήσιας γενικής συνέλευσης.
(2) Σε οποιαδήποτε ετήσια γενική συνέλευση ελεγκτής που αποχωρεί, επαναδιορίζεται, ανεξάρτητα με ποιο τρόπο διορίστηκε, χωρίς έγκριση ψηφίσματος εκτός αν-
(α) δεν κατέχει τα προσόντα για επαναδιορισμό ή
(β) στη συνέλευση εκείνη λήφθηκε απόφαση για διορισμό αντί αυτού άλλου προσώπου ή που προνοεί ρητά ότι αυτός δεν θα επαναδιοριστεί ή
(γ) έδωσε στην εταιρεία γραπτή ειδοποίηση για την απροθυμία του να επαναδιοριστεί:
(3) Όταν σε ετήσια γενική συνέλευση δεν διορίζονται ή δεν επαναδιορίζονται ελεγκτές, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να διορίσει πρόσωπο για την πλήρωση της κενής θέσης.
(4) Η εταιρεία, μέσα σε μια εβδομάδα από τη δυνατή άσκηση της εξουσίας από το Υπουργικό Συμβούλιο βάσει του εδαφίου (3), δίνει ειδοποίηση σε αυτό για το γεγονός, και, αν εταιρεία παραλείψει να δώσει ειδοποίηση όπως προνοείται στο εδάφιο αυτό, η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της εταιρείας που ευθύνεται για την παράλειψη υπόκειται σε πρόστιμο παράλειψης.
(5) Εκτός όπως προβλέπεται πιο κάτω, οι πρώτοι ελεγκτές εταιρείας δύνανται να διοριστούν από τους συμβούλους σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από την πρώτη ετήσια γενική συνέλευση, και οι ελεγκτές που διορίστηκαν με τον τρόπο αυτό κατέχουν τη θέση μέχρι τη λήξη της συνέλευσης εκείνης:
Νοείται ότι-
(α) σε γενική συνέλευση η εταιρεία δύναται να παύει οποιουσδήποτε τέτοιους ελεγκτές και να διορίζει στη θέση τους άλλα πρόσωπα που προτάθηκαν για διορισμό από οποιοδήποτε μέλος της εταιρείας και η ειδοποίηση για την πρόταση της για διορισμό δόθηκε στα μέλη της εταιρείας τουλάχιστο δεκατέσσερις ημέρες πριν από τη συνέλευση και
(β) αν οι σύμβουλοι παραλείψουν να ασκήσουν τις εξουσίες που έχουν σύμφωνα με το εδάφιο αυτό, η εταιρεία σε γενική συνέλευση δύναται να διορίσει τους πρώτους ελεγκτές και οι αναφερόμενες εξουσίες των συμβούλων τερματίζονται.
(6) Οι σύμβουλοι δύνανται να πληρώσουν οποιαδήποτε κενή θέση ελεγκτή που κενώθηκε έκτακτα αλλά όσο χρόνο η κενή αυτή θέση υπάρχει δύναται να ενεργούν ο επιζώντας ή αυτός που συνεχίζει ελεγκτής ή ελεγκτές, αν υπάρχουν.
(7) Η αμοιβή των ελεγκτών εταιρείας-
(α) στην περίπτωση ελεγκτή που διορίστηκε από τους συμβούλους ή το Υπουργικό Συμβούλιο, δύναται να καθοριστεί από τους συμβούλους ή το Υπουργικό Συμβούλιο ανάλογα με την περίπτωση
(β) με την επιφύλαξη της παραγράφου (α) του εδαφίου αυτού, ορίζεται από την εταιρεία σε γενική συνέλευση ή κατά τέτοιο τρόπο που η εταιρεία δυνατό να αποφασίσει σε γενική συνέλευση.
Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, η έκφραση “αμοιβή” λογίζεται ότι περιλαμβάνει οποιαδήποτε ποσά που καταβλήθηκαν από την εταιρεία αναφορικά με τις δαπάνες των ελεγκτών.
(8) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 31, 43 και 44 του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου του 2009.
154.-(1) Ειδική ειδοποίηση απαιτείται για ψήφισμα σε ετήσια γενική συνέλευση εταιρείας που να διορίζει ως ελεγκτή άλλο πρόσωπο από τον ελεγκτή που αποχωρεί ή που να προβλέπει ρητά ότι ο ελεγκτής που αποχωρεί δεν θα επαναδιοριστεί.
(2) Με τη λήψη τέτοιας ειδοποίησης με την οποία προτείνεται τέτοιο ψήφισμα όπως προαναφέρθηκε, η εταιρεία αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση αντίγραφο της στον ελεγκτή που αποχωρεί, αν υπάρχει.
(3) Όταν δίνεται ειδοποίηση τέτοιου προτεινόμενου ψηφίσματος όπως προαναφέρθηκε και ο ελεγκτής που αποχωρεί προχωρεί σε γραπτές παραστάσεις προς την εταιρεία, αναφορικά με το προτεινόμενο ψήφισμα (που δεν υπερβαίνουν λογική έκταση) και ζητά τη γνωστοποίηση τους στα μέλη της εταιρείας, η εταιρεία, εκτός αν οι παραστάσεις ληφθούν από αυτή πολύ αργά για να δυνηθεί η εταιρεία να το κάνει-
(α) σε οποιαδήποτε ειδοποίηση του ψηφίσματος που δόθηκε σε μέλη της εταιρείας, αναφέρει το γεγονός ότι έγιναν οι παραστάσεις και
(β) αποστέλλει αντίγραφο των παραστάσεων σε κάθε μέλος της εταιρείας που αποστέλλεται ειδοποίηση για τη συνέλευση (είτε προηγουμένως είτε μετά τη λήψη των παραστάσεων από την εταιρεία),
και αν αντίγραφο των παραστάσεων δεν στάληκε όπως προαναφέρθηκε γιατί λήφθηκε πολύ αργά από την εταιρεία ή εξαιτίας παράλειψης της εταιρείας, ο ελεγκτής δύναται, χωρίς βλάβη του δικαιώματος του να ακουστεί προφορικά, να απαιτήσει να αναγνωστούν οι παραστάσεις κατά τη συνέλευση:
Νοείται ότι δεν είναι αναγκαία η αποστολή αντιγράφου των παραστάσεων ή η ανάγνωση τους στη συνέλευση αν, στην αίτηση της εταιρείας ή οποιουδήποτε προσώπου που ισχυρίζεται ότι είναι δυσαρεστημένο, το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι γίνεται κατάχρηση των δικαιωμάτων που παραχωρούνται από το άρθρο αυτό για εξασφάλιση άσκοπης δημοσιότητας για δυσφημιστικό θέμα και το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την πληρωμή όλων ή μέρους των εξόδων της εταιρείας σε αίτηση με βάση το άρθρο αυτό να πληρωθούν ολικώς ή μερικώς από τον ελεγκτή, παρά το γεγονός ότι αυτός δεν είναι μέρος στην αίτηση.
(4) Το εδάφιο (3) εφαρμόζεται σε ψήφισμα για την παύση των πρώτων ελεγκτών δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 153, όπως εφαρμόζεται σχετικά με ψήφισμα για μη επαναδιορισμό ελεγκτή που αποχωρεί.
155. Δεν διορίζεται ως ελεγκτής εταιρείας οποιοδήποτε πρόσωπο, παρά μόνο εάν αυτό έχει εξασφαλίσει προηγουμένως άδεια δυνάμει των διατάξεων του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου του 2009.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 41(I)/2009
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 41(I)/2009
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- ΚΕΦ.113
- 167(I)/2003
- 130(I)/2005
- 41(I)/2009
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- ΚΕΦ.113
- 167(I)/2003