Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Φυλακών Νόμος του 1996.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«ανοιχτή φυλακή» σημαίνει τη δυνάμει του άρθρου 5 καθιδρυόμενη ανοιχτή φυλακή·

«αστυνομικά κρατητήρια» σημαίνει κτίρια και υποστατικά τα οποία καθιδρύονται και εγκρίνονται ως αστυνομικά κρατητήρια δυνάμει του άρθρου 4·

«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή Φυλακών και περιλαμβάνει το Λειτουργό που τον αναπληρώνει·

«Δικαστήριο» σημαίνει αρμόδιο Δικαστήριο·

«Επιτροπή» σημαίνει τη δυνάμει του άρθρου 21, καθιδρυόμενη Επιτροπή Κέντρου Καθοδήγησης Εξωιδρυματικής Απασχόλησης και Αποκατάστασης Κρατουμένων·

«ιατρικός λειτουργός» σημαίνει τον ιατρικό λειτουργό ο οποίος ορίζεται από το Υπουργείο Υγείας, για να υπηρετεί στις Φυλακές·

«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·

«κατ’ οίκον περιορισμός» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 21Β μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού·

«Κέντρο» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 6 καθιδρυόμενο Κέντρο Καθοδήγησης και Εξωιδρυματικής Απασχόλησης Καταδίκων·

«Συμβούλιο» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 22 καθιδρυόμενο Συμβούλιο Φυλακών·

«Συμβούλιο Αποφυλάκισης» σημαίνει το ανεξάρτητο Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία που καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 14·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως·

«φυλακές» σημαίνει κτίρια και υποστατικά τα οποία καθιδρύονται και εγκρίνονται ως Φυλακές δυνάμει του άρθρου 3.

Εγκαθίδρυση Φυλακών

3. Καθιδρύονται στη Δημοκρατία ως φυλακές κτίρια και υποστατικά, τα οποία εγκρίνονται από τον Υπουργό με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με σκοπό την κράτηση καταδίκων ή άλλων προσώπων κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου ή άλλης νόμιμης εξου σιοδότησης.

Αστυνομικά κρατητήρια

4.—(1) Καθιδρύονται στη Δημοκρατία ως αστυνομικά κρατητήρια κτίρια και υποστατικά, τα οποία εγκρίνονται από τον Υπουργό με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με σκοπό την κράτηση προσώπων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο, την εποπτεία και την ευθύνη του Αρχηγού της Αστυνομίας.

(2) Στα αστυνομικά κρατητήρια δύνανται, κατόπιν επιθυμίας του ίδιου του ενδιαφερομένου και κατόπιν αποφάσεως του Δικαστηρίου, να κρατούνται επίσης υπόδικοι ή κρατούμενοι για επιβολή ποινής ή άτομα που καταδικάζονται σε ποινή φυλάκισης για χρέη ή για την οφειλή χρηματικής ποινής, δικαστικών εξόδων ή αποζημιώσεων ή άλλα πρόσωπα, για περίοδο μέχρι δεκαπέντε ημέρες, νοουμένου ότι η ποινή φυλάκισης που τους επιβάλλεται ή η εξουσιοδότηση για την κράτησή τους στις Φυλακές δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες.

Ανοιχτή Φυλακή

5. Καθιδρύεται ως ανοιχτή φυλακή ειδικός χώρος κράτησης καταδίκων εκτός του αυστηρά φρουρούμενου χώρου των Φυλακών, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού, αποτελεί μέρος των φυλακών και βρίσκεται υπό τη διεύθυνση του Διευθυντή.

Κέντρο Καθοδήγησης, και Εξωιδρυματικής Απασχόλησης Καταδίκων

6.—(1) Καθιδρύεται Κέντρο Καθοδήγησης και Εξωιδρυματικής Απασχόλησης Καταδίκων για την ένταξη σε αυτό καταδίκων οι οποίοι κρατούνται στην Ανοιχτή Φυλακή και οι οποίοι επιλέγονται για απασχόληση, ή για παρακολούθηση μαθημάτων σε σχολές δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκτός των Φυλακών, οι οποίες καθορίζονται με κανονισμούς.

(2) Το Κέντρο αποτελεί ειδικό χώρο κράτησης των καταδίκων αυτών, εκτός του αυστηρά φρουρούμενου χώρου των Φυλακών και εκτός του χώρου της Ανοιχτής Φυλακής, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού και αποτελεί μέρος των Φυλακών. Το Κέντρο βρίσκεται υπό τη διεύθυνση του Διευθυντή.

Βασικές αρχές κράτησης

7.—(1) Απαγορεύεται κάθε δυσμενής διάκριση σε βάρος οποιουδήποτε κρατουμένου ένεκα της φυλής, του χρώματος, του φύλου, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων του, της εθνικής ή κοινω νικής του καταγωγής ή τάξης, της περιουσίας, του τόπου γέννησης του ή οποιουδήποτε άλλου λόγου.

(2) Η υποβολή κρατουμένου σε οποιαδήποτε ιατρικά ή επιστημονικά πειράματα απαγορεύεται.

(3) Η στέρηση της ελευθερίας του κρατουμένου λαμβάνει χώρα υπό συνθήκες που διασφαλίζουν το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

(4) Η εκπαίδευση, η επαγγελματική εξάσκηση και η μεταχείριση των κρατουμένων σκοπό έχουν να τους ενθαρρύνουν και να τους βοηθήσουν να διάγουν έντιμο βίο και να γίνουν χρήσιμα άτομα. Για το σκοπό αυτό χρησιμο ποιούνται στις Φυλακές όλα τα αρμόζοντα και διαθέσιμα θεραπευτικά, εκπαι δευτικά, πνευματικά και άλλα μέσα, των οποίων η εφαρμογή επιδιώκεται ανάλογα με τις ατομικές ανάγκες κάθε κρατουμένου.

(5) Σε περίπτωση παράνομης ενέργειας σε βάρος κρατουμένου ή προσβολής με οποιοδήποτε τρόπο των δικαιωμάτων του, ο κρατούμενος έχει το δικαίωμα να προσφύγει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση στο Διευθυντή ή

στο Συμβούλιο των Φυλακών ή στο Δικαστήριο ή σε οποιαδήποτε άλλη Αρμόδια Αρχή, ανάλογα με την περίπτωση.

Ένταλμα για την παραλαβή κρατουμένου

8. Κανένας δεν εισάγεται στις Φυλακές ως κρατούμενος παρά μόνο κατόπιν δικαστικού εντάλματος ή άλλης νόμιμης εξουσιοδότησης.

Απόλυση κρατουμένου

9.—(1) Κανένας κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης δεν απολύεται από τις Φυλακές πριν από την έκτιση της ποινής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εκτός από την περίπτωση που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του Άρθρου 53 του Συντάγματος ή οποιοδήποτε άλλο ισχύοντα νόμο.

(2) Η απόλυση κρατουμένου λαμβάνει χώρα όχι αργότερα από το μεσημέρι της τελευταίας ημέρας της ποινής φυλάκισης.

(3) Αν η ημέρα της απόλυσης είναι Σάββατο ή Κυριακή ή επίσημη αργία, η απόλυση γίνεται την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα.

(4) Η απόλυση κρατουμένου για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού γίνεται αμέσως μετά που ο κρατούμενος καταβάλει στις αρχές των φυλακών το ποσό ή τα ποσά για τα οποία υπάρχουν διατάγματα φυλάκισής του ή εφόσον τα εν λόγω διατάγματα έχουν ανασταλεί ή αποσυρθεί.

Κράτηση μετά την εκπνοή της ποινής φυλάκισης

10. Κανένας κρατούμενος δεν κρατείται στις Φυλακές μετά την εκπνοή της ποινής φυλάκισης, η οποία του έχει επιβληθεί από το Δικαστήριο:

Νοείται ότι, σε περίπτωση αλλοδαπού κρατουμένου που απολύεται με οποιοδήποτε τρόπο και που μετά την απόλυση του επίκειται η απέλαση του από τη Δημοκρατία, ο Διευθυντής έχει την εξουσία ύστερα από αίτησή του να εγκρίνει τη συνέχιση της κράτησης του στις φυλακές, μέχρις ότου διευθετηθεί από τις αρμόδιες αρχές η αναχώρησή του από τη Δημοκρατία.

Ένταλμα φυλάκισης, κράτησης ή απόλυσης

11. Το ένταλμα φυλάκισης, κράτησης ή απόλυσης θεωρείται επαρκής εξου σιοδότηση για το Διευθυντή για την παραλαβή, την κράτηση ή την απόλυση οποιουδήποτε κρατουμένου ανάλογα με την περίπτωση.

Μείωση της ποινής λόγω καλής διαγωγής και εργατικότητας

12.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης εξασφαλίζει μείωση της ποινής του, αν επιδείξει καλή διαγωγή και εργατικότητα, εκτός αν του έχει επιβληθεί η ποινή της διά βίου φυλάκισης.

(2) Η ποινή του κρατουμένου μειώνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή και η μείωση υπολογίζεται σύμφωνα με τον Πίνακα που εκτίθεται στο Παράρτημα Α, ανάλογα με τον αριθμό των προηγούμενων περιόδων ποινής φυλάκισης με τις οποίες αυτός βαρύνεται. Για κάθε μήνα φυλάκισης, όπως εκτίθεται στην πρώτη στήλη του Πίνακα, η ποινή μειώνεται κατά την αντίστοιχη περίοδο που εκτίθεται στη δεύτερη στήλη, ανάλογα με την περί πτωση:

Νοείται ότι η μείωση αυτή υπολογίζεται σωρευτικά πάνω στο σύνολο της ποινής του κρατουμένου, εφαρμοζομένων των μειώσεων που εκτίθενται στη δεύτερη στήλη για κάθε περίοδο φυλάκισης που εκτίθεται στην πρώτη στήλη, μέσα στα όρια της οποίας εμπίπτει το αντίστοιχο μέρος της ποινής του κρατουμένου.

(3) Σε περίπτωση που κρατούμενος καταδικάζεται να εκτίσει ποινή φυλά κισης μετά τη λήξη άλλης ποινής, ,το σύνολο των δύο ποινών, λογίζεται μία καταδίκη για σκοπούς υπολογισμού της μείωσης της ποινής την οποία ο κρατούμενος μπορεί να εξασφαλίζει λόγω εργατικότητας και καλής διαγωγής.

(4) Σε περίπτωση που ποινή φυλάκισης συντρέχει κατά ένα μέρος της με άλλη ποινή και ταυτόχρονα υπερκαλύπτει την ποινή αυτή, η ποινή με τη μεγα λύτερη διάρκεια υπερισχύει της άλλης.

(5) Η απόφαση για τη μείωση της ποινής, όπως και η έκταση της μείωσης αυτής για κάθε κρατούμενο, δε λαμβάνεται, παρά μόνο όταν ο κρατούμενος εκτίσει ολόκληρο το μέρος της ποινής για το οποίο δε δύναται να εξασφα λίσει περαιτέρω μείωση της ποινής, δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Κρατούμενοι για χρηματικά ποσά

13.—(1) Πρόσωπο που φυλακίζεται για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού θεωρείται κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης.

(2) Όταν ποινή φυλάκισης για αδίκημα ακολουθείται αμέσως από ποινή φυλάκισης για άλλο αδίκημα ή για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού και η ποινή αυτή δε συντρέχει με οποιαδήποτε άλλη ποινή φυλάκισης, η επόμενη ποινή φυλάκισης αρχίζει από τη λήξη της προηγούμενης ποινής φυλάκισης.

Διορισμός Συμβουλίου Αποφυλάκισης επ’ Αδεία

14. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει για περίοδο τριών ετών Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ’ Αδεία αποτελούμενο από πέντε μέλη όπως καθορίζεται στο εδάφιο (2), με καθήκον και εξουσία να εξετάζει και να αποφασίζει, με τον τρόπο και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, επί αιτημάτων κρατουμένων σύμφωνα με τα άρθρα 14Α και 14Β, για την υπό όρους αποφυλάκισή τους επ’ αδεία για συνέχιση της έκτισης της ποινής τους για το εναπομένον μέρος αυτής εκτός των Φυλακών και να ασκεί κάθε άλλη εξουσία που του παρέχεται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2)  Ως μέλη του Συμβουλίου Αποφυλάκισης διορίζονται δυνάμει του εδαφίου (1) άτομα εγνωσμένου κύρους και ήθους από τα οποία ένα μέλος είναι πρώην δικαστής με πολυετή πείρα στο ποινικό δίκαιο, ένα μέλος είναι νομικός και τα υπόλοιπα τρία μέλη κατέχουν προσόντα σε σχετικές με το θέμα ειδικότητες, όπως η Δικανική Ψυχιατρική, η Δικανική Ψυχολογία, η Ψυχιατρική, η Ψυχολογία, η Εγκληματολογία, η Κοινωνιολογία και η ειδικότητα του Κοινωνικού Λειτουργού.

(3)  Ένα από τα μέλη διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο ως πρόεδρος του Συμβουλίου Αποφυλάκισης και ένα άλλο από τα μέλη εκλέγεται από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης ως αντιπρόεδρός του.

(4) Πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους, ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δίδουν διαβεβαίωση ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι θα εκτελούν πιστά τα καθήκοντά τους.

Δικαίωμα κρατουμένων υποβολής αιτήματος για επ’ αδεία αποφυλάκιση, εξουσία του Συμβουλίου να εξετάζει αιτήματα και να θέτει όρους και περιορισμούς

14Α(1) Κρατούμενος που έχει εκτίσει το ήμισυ της ποινής φυλάκισής του η οποία υπερβαίνει τα δύο έτη ή που καταδικάστηκε σε ποινή ισόβιας φυλάκισης και έχει εκτίσει τουλάχιστον δώδεκα έτη της ποινής, δικαιούται να υποβάλει απευθείας στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης γραπτό αίτημα για την υπό όρους αποφυλάκισή του επ’ αδεία, για συνέχιση της έκτισης της ποινής του για το εναπομένον μέρος αυτής εκτός των Φυλακών:

Νοείται ότι, το αναφερόμενο στο παρόν εδάφιο γραπτό αίτημα δύναται να υποβληθεί στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης μέχρι και έξι (6) μήνες πριν από την έκτιση του ημίσεος της ποινής φυλάκισης του κρατουμένου.

(2) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης εξετάζει, κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, τα αιτήματα κρατουμένων που υποβάλλονται σ’ αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και του άρθρου 14Β και δύναται να αποφασίζει την υπό όρους αποφυλάκιση των κρατουμένων επ’ αδεία, για συνέχιση της έκτισης της ποινής ή των ποινών τους για το εναπομένον μέρος αυτής ή αυτών εκτός των Φυλακών ή να απορρίπτει τα αιτήματα.

(3) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες και τα στοιχεία που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 14Η, αποφασίζει τους όρους και τους περιορισμούς που υπό τις περιστάσεις θεωρεί σκόπιμο να θέσει για την αποφυλάκιση κρατουμένου επ’ αδεία και δύναται να θέτει ως όρο ότι ο κρατούμενος κατά την έκτιση ολόκληρου ή οποιουδήποτε μέρους του εναπομένοντος μέρους της ποινής εκτός των Φυλακών, θα τελεί υπό την επίβλεψη και εποπτεία προσώπου όπως αναφέρεται στην απόφαση.

(4) Χωρίς βλάβη στην εξουσία του Συμβουλίου Αποφυλάκισης να αποφασίζει δυνάμει του εδαφίου (3) τους όρους και περιορισμούς που υπό τις περιστάσεις θεωρεί σκόπιμο να θέτει σε κάθε περίπτωση, οι εν λόγω όροι και περιορισμοί δύνανται, για σκοπούς μείωσης του κινδύνου υποτροπής του κρατουμένου, να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων -

(α) απαγόρευση, για καθορισμένο στην απόφαση χρόνο, στη διαμονή, στην εργασία, στην επίσκεψη ή στη διακίνηση του κρατουμένου σε χώρους, τόπους, κτίρια, ή σε εγκαταστάσεις τους ή σε επαρχίες ή άλλα μέρη που προσδιορίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης,

(β) απαγόρευση επαφής του κρατουμένου με οποιοδήποτε τρόπο, για καθορισμένο στην απόφαση χρόνο, με συγκεκριμένο πρόσωπο ή πρόσωπα ή με πρόσωπα συγκεκριμένης ηλικίας, επαγγέλματος ή κατηγορίας,

(γ) τήρηση δέσμευσης που αναλήφθηκε από τον κρατούμενο να υποβληθεί, εντός καθορισμένης στην απόφαση προθεσμίας, σε θεραπεία για απεξάρτησή του από ναρκωτικά, ή για απεξάρτηση ή κατάχρηση αλκοόλης ή θεραπεία από άλλη κατάσταση  εξάρτησής του που έκδηλα σχετίζεται με  τη διάπραξη ποινικά κολάσιμων πράξεων,

(δ) ανάληψη δέσμευσης από τον κρατούμενο εξεύρεσης, εντός καθορισμένης στην απόφαση προθεσμίας, εργασίας ή απασχόλησης, ή/και παρακολούθησης από αυτόν επιμορφωτικού ή εκπαιδευτικού προγράμματος ή προγράμματος επαγγελματικής αποκατάστασης:

Νοείται ότι η τήρηση από τον κρατούμενο των εκάστοτε όρων ή περιορισμών που θέτει το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δυνάμει του παρόντος εδαφίου και του εδαφίου (3) για την αποφυλάκισή του επ’ αδεία όπως και οποιωνδήποτε πρόσθετων ή τροποποιηθέντων όρων ή περιορισμών δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 14Ε επιτηρείται από το κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου πρόσωπο υπό του οποίου την επίβλεψη και εποπτεία τελεί ο κρατούμενος, το οποίο κατά περιόδους ενημερώνει γραπτώς το Συμβούλιο Αποφυλάκισης σε σχέση με την τήρησή τους και με την ένταξη του κρατουμένου στην κοινωνία.

(5)  Για τους σκοπούς υποβολής αιτήματος για υπό όρους αποφυλάκιση επ’ αδεία δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και του άρθρου 14Β το ήμισυ της ποινής φυλάκισης που ο κρατούμενος πρέπει να έχει εκτίσει για να δικαιούται να υποβάλει αίτημα, είναι το ήμισυ της ποινής που του επέβαλε το Δικαστήριο:

Νοείται ότι κατά τον υπολογισμό του ημίσεος της ποινής που επέβαλε το Δικαστήριο στον κρατούμενο λαμβάνεται υπόψη η μείωση της ποινής που έχει εξασφαλίσει και αναμένεται να εξασφαλίσει επί του συνόλου της ποινής λόγω επίδειξης καλής διαγωγής και εργατικότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, καθώς και η μείωση ή αναστολή ή μετατροπή της ποινής που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 4 του Άρθρου 53 του Συντάγματος.

(6)  Η δυνάμει του παρόντος Νόμου αποφυλάκιση κρατουμένων επ’ αδεία για συνέχιση της έκτισης της ποινής τους για το εναπομένον μέρος αυτής εκτός των Φυλακών αφορά τον τρόπο εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε από το Δικαστήριο ως η ποινή τυχόν να έχει μειωθεί ή μετατραπεί δυνάμει του Άρθρου 53.4 του Συντάγματος και για τους σκοπούς των άρθρων 14 μέχρι και 14Ν το εναπομένον μέρος της ποινής φυλάκισης που  έχει να συνεχίσει να εκτίει κρατούμενος εκτός των φυλακών είναι το εναπομένον μέρος της ποινής που του επιβλήθηκε από το Δικαστήριο ως τυχόν να έχει μειωθεί ή μετατραπεί δυνάμει του Άρθρου 53.4 του Συντάγματος.

(7) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης, αμέσως μετά την παραλαβή του γραπτού αιτήματος κρατουμένου για την υπό όρους αποφυλάκισή του επ’ αδεία, ενημερώνει γραπτώς τον κρατούμενο για την παραλαβή του.

Διατάξεις σε σχέση με διαδοχικές και συντρέχουσες ποινές

14Β(1) Αίτημα για επ’ αδεία αποφυλάκιση όπως προβλέπεται στο άρθρο 14Α δικαιούται επίσης να υποβάλει-

(α) κρατούμενος που έχει εκτίσει τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη φυλάκισης από ποινές ισόβιας φυλάκισής του που τρέχουν διαδοχικά,

(β) κρατούμενος που έχει εκτίσει το ήμισυ της συνολικής διάρκειας ποινών του που τρέχουν διαδοχικά, άλλες από τις αναφερόμενες στην παράγραφο (α) ή που, σε περίπτωση που η  μεγαλύτερη ποινή από ποινές του που τρέχουν διαδοχικά είναι η ποινή των ισοβίων, έχει εκτίσει τουλάχιστο δεκαπέντε έτη φυλάκισης,

(γ) κρατούμενος που έχει εκτίσει το ήμισυ ποινών φυλάκισής του που συντρέχουν ή που έχει εκτίσει το ήμισυ της μεγαλύτερης σε διάρκεια ποινής από ποινές του που συντρέχουν μόνο μερικώς ώστε η μεγαλύτερη σε διάρκεια ποινή να υπερκαλύπτει την άλλη ή τις άλλες ποινές ή που, σε περίπτωση που η εν λόγω μεγαλύτερη ποινή είναι η ποινή των ισοβίων, αυτός έχει εκτίσει τουλάχιστον δεκαπέντε έτη αυτής.

(2) Κρατούμενος που έχει εκτίσει, είτε εντός είτε εκτός των Φυλακών ποινές του που τρέχουν διαδοχικά ή τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ποινή από ποινές που συντρέχουν μόνο μερικώς και έχει να εκτίσει ακόμα οποιαδήποτε άλλη ή άλλες ποινές είτε αυτές συντρέχουν είτε όχι με άλλες, δικαιούται σε σχέση με κάθε ποινή ή συντρέχουσες ποινές να υποβάλλει αίτημα για επ’ αδεία αποφυλάκισή του, αφού εκτίσει το δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου απαιτούμενο μέρος της ποινής ή των ποινών για τις οποίες υποβάλλει το αίτημα.

(3) Κρατούμενος που έχει εκτίσει επ’ αδεία εκτός των Φυλακών ποινές του που τρέχουν διαδοχικά ή που συντρέχουν μόνο μερικώς, και έχει να εκτίσει ακόμα οποιαδήποτε άλλη ή άλλες ποινές είτε αυτές συντρέχουν ή όχι με άλλες, επανέρχεται στις Φυλακές για έκτισή τους και σε κάθε περίπτωση που ο κρατούμενος ακολούθως αποφυλακίζεται κατόπιν αιτήματος δυνάμει του εδαφίου (2) και εκτίει επ’ αδεία το εναπομένον μέρος οποιασδήποτε ποινής ή ποινών του, επανέρχεται στις Φυλακές μέχρις ότου εκτίσει όλες τις  ποινές που έχει να εκτίσει.

(4) Κατά τον υπολογισμό του ημίσεος της συνολικής διάρκειας των ποινών που τρέχουν διαδοχικά ή συντρέχουν, για σκοπούς των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) και του εδαφίου (2) λαμβάνεται υπόψη η μείωση της συνολικής διάρκειας των ποινών του κρατουμένου που τρέχουν διαδοχικά ή της  μεγαλύτερης σε διάρκεια ποινής από τις ποινές που συντρέχουν, που ο κρατούμενος έχει εξασφαλίσει και αναμένεται να εξασφαλίσει επί του συνόλου των ποινών ή της ποινής, ανάλογα με την περίπτωση, λόγω επίδειξης καλής διαγωγής και εργατικότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, καθώς και η μείωση ή αναστολή ή μετατροπή της ποινής που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 4 του Άρθρου 53 του Συντάγματος.

Απόρριψη αιτημάτων κρατουμένων που δεν πληρούν προϋποθέσεις, εκ νέου αιτήματα, επίδοση αποφάσεων

14Γ(1) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης απορρίπτει χωρίς εξέταση επί της ουσίας, οποιοδήποτε αίτημα για υπό όρους αποφυλάκιση επ’ αδεία για το οποίο εξακριβώνει ότι υποβλήθηκε πριν παρέλθει ο απαιτούμενος για την υποβολή αιτήματος χρόνος κατά τα διαλαμβανόμενα στο παρόντα Νόμο. Κρατούμενος του οποίου απορρίπτεται αίτημα δυνάμει του παρόντος εδαφίου δεν κωλύεται να υποβάλει  εκ νέου αίτημα προκειμένου να εξεταστεί αυτό επί της ουσίας σε περίπτωση που  ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του παρόντος Νόμου για το χρόνο  υποβολής του αιτήματος.

(2) Κρατούμενος του οποίου το Συμβούλιο Αποφυλάκισης  απορρίπτει αίτημα κατόπιν εξέτασης αυτού επί της ουσίας δε δύναται να υποβάλει εκ νέου αίτημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε σχέση με την ίδια ή τις ίδιες ποινές, παρά μόνο αν έχει παρέλθει τουλάχιστον ένα έτος από την ημερομηνία της απόρριψης του αιτήματος από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης.  Σε σχέση με την έκτιση της ποινής των ισοβίων ή της φυλάκισης πέραν των δεκαπέντε ετών δε  δύναται να υποβάλλεται εκ νέου αίτημα παρά μόνο αν έχουν παρέλθει τουλάχιστον δύο έτη από την ημερομηνία της απόρριψης του αιτήματος από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης.

(3) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης επιδίδει στον κρατούμενο την απόφασή του επί του αιτήματος που υπέβαλε, μετά δε την εν λόγω επίδοση η απόφαση παύει να είναι εμπιστευτική και επιδίδεται επίσης στο Διευθυντή. Σε περίπτωση απόφασης για επ’ αδεία αποφυλάκιση η απόφαση διαβιβάζεται επίσης για ενημέρωση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

 

Εκτέλεση από το Διευθυντή αποφάσεων του Συμβουλίου για επ’ αδεία αποφυλάκιση

14Δ. Απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης για υπό όρους αποφυλάκιση κρατουμένου επ’ αδεία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση στο Διευθυντή να επιτρέψει στον κρατούμενο να εξέλθει των Φυλακών και να συνεχίσει  να εκτίει την ποινή ή τις ποινές του για το εναπομένον μέρος αυτής ή αυτών εκτός των Φυλακών ενόσω τηρεί τους εκάστοτε τεθέντες από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης όρους και περιορισμούς της επ’ αδεία αποφυλάκισής του και ενόσω συνεχίζει να ισχύει η άδεια για αποφυλάκιση και έκτιση του εναπομένοντος μέρους της ποινής ή ποινών του εκτός των Φυλακών, ο δε Διευθυντής εκτελεί άμεσα την επιδοθείσα σ’ αυτόν απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης.

Τροποποίηση όρων, και περιορισμών, υποχρέωση σε συμμόρφωση

14Ε(1) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης   δύναται οποτεδήποτε για εύλογους λόγους με νεότερη απόφαση του, είτε κατόπιν αιτήματος του κατάδικου είτε αυτεπάγγελτα ή κατόπιν γραπτής ενημέρωσης δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 14Α από το πρόσωπο υπό του οποίου  την επίβλεψη και εποπτεία τελεί ο κρατούμενος, να ακυρώσει ή να τροποποιήσει οποιοδήποτε όρο ή περιορισμό τέθηκε με απόφασή του για επ’ αδεία αποφυλάκιση δυνάμει του παρόντος Νόμου ή να θέσει πρόσθετους όρους ή περιορισμούς και σε τέτοια περίπτωση ενημερώνει γραπτώς το Διευθυντή και τον κατάδικο στην τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, για την εν λόγω απόφασή του:

Νοείται ότι το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δύναται δυνάμει του παρόντος εδαφίου να ακυρώσει τυχόν όρο που έθεσε για επίβλεψη ή εποπτεία του κρατουμένου δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 14Α, ή να μειώσει ή αυξήσει την περίοδο επίβλεψης ή εποπτείας ή να θέσει ως όρο,  αν δεν το είχε ήδη  πράξει, ότι κατά την έκτιση του εναπομείναντος μέρους της ποινής του κρατουμένου εκτός των Φυλακών ή οποιοδήποτε μέρος αυτού, ο κρατούμενος θα τελεί υπό επίβλεψη και εποπτεία κατά τα διαλαμβανόμενα στο υπό αναφορά εδάφιο:

Νοείται περαιτέρω ότι αυστηρότεροι ή πρόσθετοι όροι ή περιορισμοί δύνανται να τεθούν μόνο αφού το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δώσει ευκαιρία στον κατάδικο να ακουστεί σχετικά και στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι περί προφορικών συνεντεύξεων διατάξεις του άρθρου 14Θ.

(2)  Κατάδικος που εκτίει το εναπομένον μέρος ποινής φυλάκισής του εκτός των Φυλακών κατόπιν απόφασης του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δυνάμει του παρόντος Νόμου, οφείλει να  συμμορφώνεται με τους εκάστοτε όρους και περιορισμούς της επ’ αδεία αποφυλάκισής του.

Ανάκληση απόφασης του Συμβουλίου, αυτόματη άρση της ισχύος άδειας αποφυλάκισης, κλήση στον κρατούμενο να επανέλθει στις Φυλακές

14ΣΤ(1) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δύναται οποτεδήποτε με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του την οποία επιδίδει στο Διευθυντή, να ανακαλέσει προηγούμενη απόφασή του για υπό όρους αποφυλάκιση καταδίκου επ’ αδεία σε περίπτωση που ικανοποιείται, αφού δώσει στον κατάδικο ευκαιρία να ακουστεί σχετικά, ότι αυτός παρέλειψε να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε εκάστοτε σε ισχύ όρο ή περιορισμό που τέθηκε από το Συμβούλιο γα την εν λόγω αποφυλάκιση:

Νοείται ότι για το δικαίωμα του κατάδικου να ακουστεί, δυνάμει του παρόντος εδαφίου, εφαρμόζονται οι περί προφορικών συνεντεύξεων διατάξεις του άρθρου 14Θ.

(2) Σε περίπτωση ανάκλησης δυνάμει του εδαφίου (1) παύει να ισχύει η σχετική απόφαση και άδεια για αποφυλάκιση και έκτιση του εναπομένοντος μέρους  της ποινής του κρατουμένου εκτός των Φυλακών και ο Διευθυντής επιδίδει την απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης στον κατάδικο στην τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού καλώντας τον να επανέλθει για τη συνέχιση της έκτισης της ποινής του στις Φυλακές.

(3) Κάθε απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης για επ’ αδεία αποφυλάκιση κρατουμένου δυνάμει του παρόντος Νόμου και έκτιση του εναπομένοντος μέρους της ποινής του εκτός των Φυλακών παύει αυτόματα να ισχύει σε περίπτωση που ο κρατούμενος διαπράττει οποιοδήποτε νέο αδίκημα για το οποίο καταδικάζεται  σε ποινή φυλάκισης ενόσω εκτίει το εναπομένον μέρος της ποινής του εκτός των Φυλακών.

(4) Σε περίπτωση που απόφαση και άδεια για αποφυλάκιση και έκτιση του εναπομένοντος μέρους της ποινής ή ποινών κρατουμένου εκτός των Φυλακών παύει αυτόματα να ισχύει δυνάμει του εδαφίου (3), ο Διευθυντής επιδίδει κλήση στον κατάδικο στη τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, να επανέλθει για τη συνέχιση της έκτισης της ποινής ή ποινών του στις Φυλακές.

(5) Κατάδικος που μετά την έκτιση ποινής ή ποινών του επ’ αδεία δεν επανέρχεται στις Φυλακές για να εκτίσει άλλη  ποινή ή ποινές του ή  για τον οποίο παύει να ισχύει άδεια κατόπιν ανάκλησης κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (1) ή αυτόματα κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) και που ενώ  καλείται από το Διευθυντή να επανέλθει στις Φυλακές δεν το πράττει, θεωρείται ότι απουσιάζει από τις φυλακές χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση και θεωρείται δραπέτης από νόμιμη κράτηση, υπόκειται δε σε σύλληψη και εφόσον συλληφθεί οδηγείται στις Φυλακές χωρίς έκδοση νέου εντάλματος σύλληψης.

Συνέχιση της έκτισης της ποινής στις Φυλακές μετά που παύει να ισχύει η επ’ αδεία αποφυλάκιση

14Ζ(1) Η περίοδος από την ημερομηνία που κρατούμενος αρχίζει να εκτίει το εναπομένον μέρος της  ποινής ή των ποινών του εκτός των Φυλακών επ’ αδεία, μέχρι την ημερομηνία που τυχόν παύει να είναι σε ισχύ η επ’ αδεία αποφυλάκισή του είτε κατόπιν ανάκλησης είτε αυτόματα δυνάμει του άρθρου 14ΣΤ, υπολογίζεται στο χρόνο έκτισης της εν λόγω ποινής ή ποινών.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κρατούμενος που επανέρχεται και συνεχίζει την έκτιση της ποινής ή των ποινών του στις Φυλακές μετά από ανάκληση της επ’ αδεία αποφυλάκισής του από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης ή μετά που παύει αυτόματα να ισχύει αυτή δυνάμει του άρθρου 14ΣΤ, δεν κωλύεται από του να υποβάλει ακολούθως εκ νέου αίτημα δυνάμει του παρόντος Νόμου για επ’ αδεία αποφυλάκισή του σε σχέση με την ίδια ή ίδιες ποινές, ή σε σχέση με άλλη ποινή που έχει να εκτίσει, περιλαμβανομένης εκείνης που δυνατόν να του επιβλήθηκε για αδίκημα που διέπραξε ενόσω βρισκόταν επ ’αδεία εκτός των Φυλακών:

Νοείται ότι δεν δύναται να υποβληθεί εκ νέου αίτημα για επ’ αδεία αποφυλάκιση δυνάμει του παρόντος εδαφίου παρά μόνο αν έχει παρέλθει τουλάχιστον ένα έτος από την ημερομηνία που ο κρατούμενος επανέρχεται στις φυλακές και σε περίπτωση που υποβάλλεται προτού παρέλθει ο εν λόγω χρόνος το Συμβούλιο Αποφυλάκισης το  απορρίπτει χωρίς εξέταση επί της ουσίας.

(3) Κρατούμενος που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 12 και επανέρχεται και συνεχίζει την έκτιση της  ποινής ή των ποινών του στις Φυλακές μετά από ανάκληση απόφασης του Συμβουλίου Αποφυλάκισης ή μετά που παύει αυτόματα να ισχύει αυτή δυνάμει του άρθρου 14ΣΤ, δεν δικαιούται στα δυνάμει του εν λόγω άρθρου ωφελήματα παρά μόνο μετά από παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία που επανέρχεται στις Φυλακές και νοουμένου ότι κατά τη διάρκεια αυτού επιδεικνύει εργατικότητα και καλή διαγωγή.

Εξέταση αιτημάτων για επ’ αδεία αποφυλάκιση

14Η(1)  Για τη λήψη απόφασης σε αίτημα κρατουμένου για την υπό όρους αποφυλάκισή του επ’ αδεία και για τους όρους και περιορισμούς που είναι σκόπιμο να τεθούν, το Συμβούλιο Αποφυλάκισης εξετάζει, λαμβάνει δεόντως υπόψη, και συνεκτιμά σε κάθε περίπτωση τους ακόλουθους παράγοντες:

(α) Το βαθμό επικινδυνότητας του κρατουμένου και τις πιθανότητες υποτροπής του·

(β) τη διασφάλιση της προστασίας της κοινωνίας διά της πρόληψης αδικημάτων όπως εκείνα για τα οποία ο κρατούμενος εκτίει την ποινή ή ανάλογα με την περίπτωση, τις συντρέχουσες ή διαδοχικές ποινές των οποίων το εναπομένον μέρος επιζητεί με το αίτημα του να εκτίσει εκτός των Φυλακών·

(γ) τυχόν προσωπικές, οικογενειακές ή και άλλες συνθήκες που δυνατόν να συνηγορούν σε υπό όρους αποφυλάκιση του κρατουμένου επ’ αδεία, χωρίς αυτό να αντιστρατεύεται την προστασία της κοινωνίας:

Νοείται ότι ο παράγοντας της διασφάλισης της προστασίας της κοινωνίας διά της πρόληψης αδικημάτων, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα αναφορικά με αιτήματα κρατουμένων που εκτίουν ποινή ή ποινές ισόβιας φυλάκισης ή πολυετείς ποινές φυλάκισης για τη διάπραξη αδικημάτων με την άσκηση βίας.

(2) Προκειμένου να συνεκτιμήσει τους παράγοντες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), το Συμβούλιο Αποφυλάκισης εξετάζει σε κάθε περίπτωση κρατουμένου, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

(α) Το είδος του αδικήματος για το οποίο ο κρατούμενος εκτίει την ποινή φυλάκισης  της οποίας το εναπομένον μέρος επιζητεί με το αίτημά του να εκτίσει εκτός των Φυλακών·

(β) την ποινή της οποίας το εναπομένον μέρος ο κρατούμενος επιζητεί με το αίτημά του να εκτίσει εκτός των Φυλακών·

(γ) σε περίπτωση που το αίτημα του κρατουμένου αφορά έκτιση εκτός των Φυλακών του εναπομένοντος μέρους ποινών οι οποίες συντρέχουν ή τρέχουν διαδοχικά, εξετάζεται επίσης το είδος όλων των αδικημάτων για τα οποία επιβλήθηκαν οι συντρέχουσες ή διαδοχικές ποινές, όπως και όλες οι ποινές που επιβλήθηκαν για τα εν λόγω αδικήματα·

(δ) τα γραπτά σχόλια του Δικαστηρίου κατά την επιβολή της ποινής ή των ποινών που αναφέρονται στη παραγράφους (β) και (γ)·

(ε) το ποινικό μητρώο του κρατουμένου·

(στ) τις προηγούμενες ευκαιρίες που τυχόν δόθηκαν στον κρατούμενο από Δικαστήριο και ή τη διεύθυνση των Φυλακών για αποτροπή υποτροπής του·

(ζ) τις προθέσεις και τα σχέδια του κρατουμένου για επιτυχή και νομοταγή ένταξή του στη κοινωνία·

(η) κατά πόσο ο κρατούμενος έχει καταβάλει θετικές και πετυχημένες προσπάθειες για λύση του προβλήματος ή των προβλημάτων που τον οδήγησαν στη διάπραξη του αδικήματος ή αδικημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (γ)·

(θ) τη συμπεριφορά του κρατουμένου προς το προσωπικό των Φυλακών και  την αντιμετώπισή του στο θέμα τήρησης των πειθαρχικών κανόνων των Φυλακών·

(ι)κατά πόσο κρίνεται επί του παρόντος αναγκαία η κράτηση του κρατουμένου στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας των Φυλακών·

(ια)κατά πόσο ο κρατούμενος έχει έμπρακτα μετανοήσει για την εγκληματική του συμπεριφορά και κατά πόσο έχει συνειδητοποιήσει τις συνέπειες της εγκληματικής του συμπεριφοράς για το θύμα ή τα θύματα και τους συγγενείς τους·

(ιβ)κατά πόσο ο κρατούμενος έχει επίγνωση των δικών του προβλημάτων ή και αντιλήψεων που οδήγησαν στη διάπραξη του αδικήματος ή αδικημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (γ) και κατά πόσο έχει έμπρακτα συμβάλει στη σημαντική μείωση του κινδύνου επανάληψής τους·

(ιγ)την έκθεση του δικανικού ψυχίατρου των Φυλακών, ιδίως όπου υπάρχει ιστορικό σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων·

(ιδ)τη συμπεριφορά του κρατουμένου όταν τυχόν τοποθετήθηκε από τη διεύθυνση των Φυλακών σε θέση εμπιστοσύνης·

(ιε)τις τυχόν βάσιμες πληροφορίες από τη διεύθυνση των Φυλακών ή την Αστυνομία που δημιουργούν εύλογη υπόνοια ότι με την επ’ αδεία αποφυλάκισή του ο κρατούμενος σχεδιάζει κακόβουλες πράξεις εναντίον του θύματος ή της οικογένειας ή φίλων του θύματος·

(ιστ)την όλη συμπεριφορά του κρατουμένου κατά την περίοδο που προηγουμένως είχε εκτίσει μέρος της ποινής ή των ποινών του ή μέρος άλλης ποινής ή ποινών εκτός των Φυλακών δυνάμει απόφασης του Συμβουλίου Αποφυλάκισης για επ’ αδεία αποφυλάκισή του·

(ιζ)το δείκτη επικινδυνότητας του κρατουμένου.

Εξασφάλιση πληροφοριών, συνεντεύξεις κρατουμένων

14Θ (1) Για τους σκοπούς του άρθρου 14Η, το Συμβούλιο Αποφυλάκισης έχει εξουσία και καθήκον, σε κάθε περίπτωση κρατουμένου-

(α) να εξασφαλίζει όλο το αναγκαίο γραπτό πληροφοριακό υλικό τόσο από τη διεύθυνση των Φυλακών όσο και από άλλες υπηρεσίες, περιλαμβανομένων εκθέσεων από τις πιο κάτω υπηρεσίες με εισηγήσεις τους προς το Συμβούλιο Αποφυλάκισης-

(i) τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,

(ii) την Αστυνομία,

(iii) τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας,

(iv) τη διεύθυνση των Φυλακών,

(β) να καλεί τον κρατούμενο σε προφορική συνέντευξη και-

(i) να ακούει τον κρατούμενο και τους τυχόν δικούς του ειδικούς, μάρτυρες και δικηγόρους,

(ii) να αποδέχεται και να εξετάζει οποιοδήποτε γραπτό πληροφοριακό υλικό και στοιχεία που δυνατόν να υποβάλει ο κρατούμενος για στήριξη των δικών του θέσεων,

(iii) να επιτρέπει στον κρατούμενο ή και το δικηγόρο του να επιθεωρεί πριν την προφορική συνέντευξη οποιοδήποτε γραπτό πληροφοριακό υλικό που έχει εξασφαλίσει το Συμβούλιο Αποφυλάκισης σε σχέση με το αίτημά του, και όπου το ζητά ο κρατούμενος, να θέτει στη διάθεσή του κατά τη συνέντευξη, για υποβολή ερωτήσεων από τον ίδιο ή τον δικηγόρο του, τα άτομα από τα οποία έχει εξασφαλιστεί το υλικό.

(2) Για τις συνεντεύξεις κρατουμένων τηρούνται πρακτικά τα οποία αφού εγκριθούν από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης, επικυρώνονται από αυτό και υπογράφονται από τον πρόεδρό του.

Αποφάσεις και συνεδρίες του Συμβουλίου Αποφυλάκισης

14Ι (1) Αποφάσεις του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δυνάμει του παρόντος Νόμου, λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας επικρατεί η ψήφος του προέδρου.  Για τον υπολογισμό της πλειοψηφίας λαμβάνονται υπόψη τα παρόντα μέλη.

(2)  Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Αποφυλάκισης είναι γραπτές και αιτιολογημένες και σε περίπτωση απόφασης για επ’ αδεία αποφυλάκιση κρατουμένου αυτή περιλαμβάνει:

(α) τους όρους και περιορισμούς που το Συμβούλιο Αποφυλάκισης θέτει για την αποφυλάκιση,

(β) τη δυνατότητα του Συμβουλίου Αποφυλάκισης να τους ακυρώνει ή τροποποιεί ή να θέτει πρόσθετους όρους ή και περιορισμούς,

(γ) τη δυνατότητα του Συμβουλίου Αποφυλάκισης να ανακαλέσει την απόφαση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους όρους και περιορισμούς και ότι σε τέτοια περίπτωση ο κατάδικος υποχρεούται να επανέλθει στις φυλακές κατόπιν κλήσης του Διευθυντή, και

(δ) την υποχρέωση του κατάδικου να επανέλθει στις φυλακές κατόπιν κλήσης του Διευθυντή σε περίπτωση που διαπράττει νέο αδίκημα και καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης γι’ αυτό ή σε περίπτωση που έχει να εκτίσει και άλλη ποινή στις Φυλακές.

(3)  Σε σχέση με τις συνεδρίες του Συμβουλίου Αποφυλάκισης εφαρμόζονται οι πιο κάτω διατάξεις:

(α) Στις συνεδρίες του Συμβουλίου Αποφυλάκισης τηρούνται πρακτικά, τα οποία αφού εγκριθούν από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης, υπογράφονται από τον πρόεδρό του.

(β) Οι συνεδρίες συγκαλούνται από το πρόεδρο του Συμβουλίου Αποφυλάκισης, ο οποίος καθορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, προεδρεύει των συνεδριάσεων και καθοδηγεί τις εργασίες του.

(γ) Απαρτία υπάρχει όταν παρευρίσκεται η πλειοψηφία του συνόλου των μελών του Συμβουλίου Αποφυλάκισης.

(δ) Ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου αντικαθιστά τον πρόεδρο και ασκεί όλες τις εξουσίες αυτού σε περίπτωση κωλύματός του.

(4) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δυνάμει του παρόντος Νόμου δύνανται να προσβληθούν από τον κρατούμενο στο Ανώτατο Δικαστήριο με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Παύση, παραίτηση κ.λπ. των μελών του Συμβουλίου Αποφυλάκισης

14Κ(1) Κανένα μέλος του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δεν δύναται να παυθεί πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου για την οποία έχει διοριστεί, παρά μόνο από το Υπουργικό Συμβούλιο και μόνο για οποιονδήποτε από τους πιο κάτω ειδικούς λόγους:

(α)Πνευματική ή σωματική ανικανότητα ή αναπηρία ή οποιαδήποτε άλλη ασθένεια που καθιστά το μέλος του Συμβουλίου Αποφυλάκισης ανίκανο να εκπληρώσει επαρκώς τα καθήκοντά του για το υπόλοιπο της θητείας του ή μη συμμετοχή του στις εργασίες του Συμβουλίου Αποφυλάκισης για μακρά χρονική περίοδο λόγω ασθενείας.

(β)συστηματική απουσία ή αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

(2) Οποιοδήποτε μέλος του Συμβουλίου Αποφυλάκισης παύει να είναι μέλος αυτού, αν υποβάλει γραπτώς προς το Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτησή του, η οποία δεν υπόκειται σε ανάκληση και επενεργεί αμέσως, χωρίς να απαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Σε περίπτωση παύσης ή παραίτησης του προέδρου του Συμβουλίου Αποφυλάκισης δυνάμει των εδαφίων (1) και (2), το Υπουργικό Συμβούλιο προβαίνει άμεσα σε διορισμό άλλου προσώπου ως προέδρου του Συμβουλίου Αποφυλάκισης για την εναπομείνασα θητεία αυτού.

(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να παρατείνει τη θητεία των μελών του Συμβουλίου Αποφυλάκισης μέχρι τρεις μήνες μόνο σε περίπτωση που αυτό κρίνεται αναγκαίο για την ολοκλήρωση διαδικασιών που άρχισαν δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(5) Στα μέλη του Συμβουλίου Αποφυλάκισης καταβάλλεται αποζημίωση όπως αυτή καθορίζεται κατά καιρούς από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Απασχόληση προσωπικού του Συμβουλίου Αποφυλάκισης

14Λ(1) Το Συμβούλιο απασχολεί δικό του προσωπικό, το οποίο  περιλαμβάνεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό κάτω από το Κεφάλαιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

(2) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης δύναται να μισθώνει τις υπηρεσίες ειδικών που κρίνονται αναγκαίες για εκτέλεση των, δυνάμει του παρόντος Νόμου, καθηκόντων και εξουσιών του.

Ετήσιες εκθέσεις του Συμβουλίου Αποφυλάκισης

14Μ(1). Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Υπουργικό Συμβούλιο για τις δραστηριότητές του δυνάμει του παρόντος Νόμου,  με παρατηρήσεις και εισηγήσεις, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε ονόματα κρατουμένων ή δεδομένα από τα οποία εύλογα μπορεί να αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους.

(2) Το Συμβούλιο Αποφυλάκισης κοινοποιεί την ετήσια έκθεση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και τον Αρχηγό Αστυνομίας.

Πεδίον εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 14 έως και 14Μ

14Ν. Οι διατάξεις των άρθρων 14 έως και 14Μ του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται και για κρατουμένους που εκτίουν ήδη ποινή φυλάκισης κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Φυλακών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2009.

Μεταφορά κρατουμένου εκτός των Φυλακών

15. Ο Διευθυντής έχει στις ακόλουθες περιπτώσεις την εξουσία να επιτρέπει τη μεταφορά κρατουμένου με κατάλληλη συνοδεία, εκτός των Φυλακών:

(α) Για την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη σε νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική ή ιατρείο με τη σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου ιατρικού λειτουργού, εκτός αν πρόκειται για περιστατικό επείγουσας φύσης, οπότε η μεταφορά του δύναται να επιτραπεί από το Διευθυντή ή τον επί καθήκοντι αξιωματικό των Φυλακών,

(β) για να παραστεί στην κηδεία στενού συγγενούς του,

(γ) για να επισκεφθεί σοβαρά ασθενούντα στενό συγγενή του,

(δ) για να τελέσει το γάμο ή τους αρραβώνες του,

(ε) για να παραστεί στο γάμο ή τους αρραβώνες ή τη γέννηση ή τη βάπτιση τέκνου του,

(στ) για να παραστεί στο γάμο αδελφού ή αδελφής εγγονού ή εγγονής του,

(ζ) για να παραστεί ενώπιον δικαστηρίου ως διάδικος ή μάρτυρας,

(η) για να συμμετάσχει σε αθλητικές, καλλιτεχνικές, ψυχαγωγικές και άλλες εκδηλώσεις που οργανώνονται ή προγραμματίζονται ή διευθε τούνται από το Διευθυντή,

(θ) χωρίς να επηρεάζονται οι εξουσίες του Διευθυντή δυνάμει του άρθρου 15, για λόγους δημόσιου συμφέροντος έπειτα από αίτηση του Αρχηγού της Αστυνομίας προς τον Υπουργό και παροχή γραπτής εξουσιοδότησης του Υπουργού προς το Διευθυντή.

Άδεια εξόδου από τις Φυλακές

16.—(1) Κρατούμενος ο οποίος δεν έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης διά βίου και έχει εκτίσει τουλάχιστο το ένα τρίτο της ποινής του, δύναται να ζητήσει με γραπτή αίτηση του προς το Διευθυντή να του παρασχεθεί άδεια εξόδου από τις Φυλακές, με ή χωρίς συνοδεία, για εύλογους σοβαρούς οικογενειακούς, προσωπικούς ή επαγγελματικούς λόγους ή για οποιοδήποτε ειδικό σκοπό που αποβλέπει στην ενίσχυση των δεσμών του κρατουμένου με την οικογένειά του και το κοινωνικό του περιβάλλον ή στην επαγγελματική του αποκατάσταση μετά την αποφυλάκισή του.

(2) Κρατούμενος ο οποίος έχει καταδικαστεί στην ποινή της ισόβιας φυλάκισης και έχει εκτίσει τουλάχιστο δέκα χρόνια φυλάκισης, δύναται να ζητήσει με γραπτή αίτησή του προς το Διευθυντή να του παρασχεθεί άδεια εξόδου από τις φυλακές με συνοδεία, για εύλογους σοβαρούς οικογενειακούς ή προσωπικούς λόγους ή για οποιοδήποτε σκοπό που αποβλέπει στην ενίσχυση των δεσμών του κρατουμένου με την οικογένειά του και το κοινωνικό του περιβάλλον.

(3) Οι αιτήσεις προς το Διευθυντή για παραχώρηση αδειών εξόδου εξετάζονται και αποφασίζονται από την Επιτροπή Κατάταξης η οποία καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 21Α του παρόντος Νόμου.

Απόδραση ή απουσία χωρίς άδεια

17.—(1) Σε περίπτωση απόδρασης του κρατουμένου ή απουσίας του από τις Φυλακές χωρίς την άδεια του Διευθυντή, η περίοδος της απουσίας του δεν υπολογίζεται στο χρόνο έκτισης της ποινής του.

(2) Κρατούμενος ο οποίος απουσιάζει από τις Φυλακές χωρίς την άδεια του Διευθυντή θεωρείται δραπέτης από νόμιμη κράτηση και υπόκειται σε σύλληψη. Εφόσον συλληφθεί, οδηγείται στις Φυλακές χωρίς την έκδοση νέου εντάλματος σύλληψης.

(3) Κατάδικος ο οποίος εκτίει μέρος της ποινής του με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού και-

(α) Εσκεμμένα καταστρέφει το σύστημα δέκτη ή την ηλεκτρονική συσκευή που εφαρμόστηκε στο άκρο του ή

(β) παραβιάζει τα καθορισμένα επιτρεπτά όρια διακίνησής του κατά τις ώρες και μέρες που καθορίζονται στην  απόφαση της Επιτροπής Κατάταξης, χωρίς την άδεια του Διευθυντή ή κατά παράβαση των όρων που αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής Κατάταξης,

και δεν ανταποκριθεί εντός δέκα (10) λεπτών από την υποβολή της ενδεδειγμένης κλήσης ή δεν ακολουθήσει τις οδηγίες του υπεύθυνου αξιωματικού για την εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου, θεωρείται δραπέτης από νόμιμη κράτηση και υπόκειται σε σύλληψη και εφόσον συλληφθεί οδηγείται στις Φυλακές χωρίς την έκδοση νέου εντάλματος σύλληψης.

Διεύθυνση Φυλακών

18. Ο Διευθυντής προΐσταται όλων των υπηρεσιών των Φυλακών και υπό την εποπτεία του Υπουργού είναι υπεύθυνος για τον έλεγχο, την επίβλεψη και γενικά τη διοίκηση των Φυλακών.

Εξουσίες και καθήκοντα του Διευθυντή

19.—(1) Ο Διευθυντής είναι υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία των φυλακών και αρμόδιος για την εκδίκαση και επιβολή ποινών για πειθαρχικά παραπτώματα που διαπράττονται από τους κρατουμένους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονι σμών.

(2) Ο Διευθυντής είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια στις φυλακές, μεριμνά για την τήρηση της πειθαρχίας και της τάξης, ορίζει τα καθήκοντα του προσω πικού, είναι αρμόδιος για την ενεργοποίηση της διαδικασίας εκδίκασης των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττονται από μέλη του προσωπικού των Φυλακών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανο νισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, κατευθύνει τον τρόπο μεταχείρισης των κρατουμένων και εκδίδει για τους σκοπούς αυτούς, καθώς και για κάθε άλλη δραστηριότητα στις Φυλακές, τις απαιτούμενες διαταγές και οδηγίες.

(3) Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, περιλαμβανομένης της ανταρσίας, της σύρραξης ή της ομαδικής ανυπακοής στους κανόνες λειτουργίας των Φυλακών, ο Διευθυντής προβαίνει στις, κατά την κρίση του, απαιτούμενες ενέργειες και λαμβάνει τα μέτρα τα οποία θεωρεί αναγκαία, υποβάλλοντας συγχρόνως έκθεση στον Υπουργό.

(4) Ο Διευθυντής έχει την εξουσία με έγγραφο που υπογράφεται από αυτόν να εκχωρεί ορισμένες από τις πιο πάνω εξουσίες ή τα καθήκοντα που έχει δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιοδήποτε Λειτουργό ή Λειτουργούς των Φυλακών.

(5) Ο Διευθυντής έχει την εξουσία να ορίζει Υποδεκανείς μόνιμους Δεσμοφύλακες που κατέχουν τα αναγκαία για προαγωγή στη θέση Αρχιδεσμοφύλακα προσόντα για την εκτέλεση αυξημένων καθηκόντων. Ο αριθμός των Υποδεκανέων και το μηνιαίο επίδομα που καταβάλλεται σ' αυτούς, καθορίζο νται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και από τον Υπουργό Οικονομικών.

(6) Ο Διευθυντής έχει την εξουσία με την έγκριση του Υπουργού να προσ λαμβάνει δεσμοφύλακες σε έκτακτη βάση, τηρουμένων των διατάξεων του εκάστοτε ισχύοντος, περί προσλήψεως Εκτάκτων Υπαλλήλων (Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμου.

(7) Σε περίπτωση απουσίας του Διευθυντή για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις είκοσι μία ημέρες αυτός αναπληρώνεται από τον αρχαιότερο Λειτουργό των Φυλακών.

Εξουσία του Διευθυντή Φυλακών να ζητά παράδοση δείγματος ούρων από κρατούμενο

19Α(1)  Ο Διευθυντής Φυλακών έχει εξουσία να ζητήσει παράδοση δείγματος ούρων από κρατούμενο, με σκοπό τη διαπίστωση χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου, τοξικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών.

(2) Σε περίπτωση που ο Διευθυντής φυλακών ζητήσει την παράδοση δείγματος ούρων από κρατούμενο, δυνάμει του πιο πάνω εδαφίου (1) τυγχάνουν εφαρμογής τα ακόλουθα:

(α) O λειτουργός Φυλακών στον οποίο ο Διευθυντής ήθελε αναθέσει την αρμοδιότητα για λήψη του δείγματος  ενημερώνει τον κρατούμενο ότι:

(i) έχει ζητηθεί η παράδοση δείγματος ούρων από τον ίδιο, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.

(ii) σε περίπτωση που ο κρατούμενος αρνηθεί να δώσει δείγμα ούρων, ο Διευθυντής Φυλακών, μπορεί να προχωρήσει στη λήψη πειθαρχικών μέτρων εναντίον του.

(β) Ο λειτουργός Φυλακών ζητά από τον κρατούμενο πρόσφατο και ανόθευτο δείγμα ούρων.

(γ) Ο λειτουργός Φυλακών  ο οποίος ζητά δείγμα ούρων θα πρέπει να προβεί στις αναγκαίες διευθετήσεις για το σκοπό αυτό και να δώσει στον κρατούμενο οδηγίες ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε αλλοίωση στο δείγμα.

(δ) Ο κρατούμενος  από τον οποίο ζητείται δείγμα ούρων μπορεί να κρατηθεί μακρυά από τους άλλους κρατούμενους για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τη μια ώρα ώστε να γίνουν οι απαραίτητες διευθετήσεις για την παράδοση του δείγματος.

(ε) Σε περίπτωση που ο κρατούμενος δεν μπορεί να δώσει  δείγμα  ούρων μέσα στο χρονικό διάστημα της μιας ώρας μπορεί να κρατηθεί σε ειδικό χώρο που καθορίζει ο Διευθυντής Φυλακών και του παρέχεται μικρή ποσότητα νερού. Η διαδικασία αυτή σε καμιά περίπτωση δε θα υπερβαίνει τις πέντε (5) ώρες.

(στ) Σε περίπτωση που ο κρατούμενος μετά από παρέλευση τεσσάρων (4) ωρών δεν παραδίδει δείγμα ούρων ή αρνείται να λάβει  νερό, ενημερώνεται ότι διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα.

(ζ) Η διαδικασία παράδοσης δείγματος ούρων από κρατούμενο θα πρέπει να γίνεται υπό συνθήκες που να διασφαλίζεται ο σεβασμός του ατόμου και να ανατίθεται σε λειτουργό Φυλακών  του ιδίου φύλου.

(η) Σε περίπτωση που ο κρατούμενος αρνηθεί ή παραλείψει να παραδώσει δείγμα ούρων, σύμφωνα με την οδηγία του Διευθυντή ή σε περίπτωση που ο κρατούμενος παραδίδει νοθευμένο δείγμα ούρων διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα.

(θ) Η χρήση ή κατοχή ή παραλαβή ή απόπειρα παραλαβής ελεγχόμενου φαρμάκου, τοξικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών από κρατούμενο εκτός από ποινικό αδίκημα συνιστά και πειθαρχικό παράπτωμα.

(3) (α)  Για τη χρήση ή κατοχή ή παραλαβή ή  απόπειρα παραλαβής ελεγχόμενου φαρμάκου, τοξικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών εφαρμόζονται οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 7 όπως καθορίζονται στη δεύτερη στήλη του Παραρτήματος Β των περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών.

(β) Για την άρνηση ή παράλειψη παράδοσης δείγματος ούρων για εντοπισμό ελεγχόμενου φαρμάκου, τοξικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών, καθώς και για την παράδοση νοθευμένου δείγματος ούρων εφαρμόζονται οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 6 όπως καθορίζονται στη δεύτερη στήλη του Παραρτήματος Γ των περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών.

Καθήκοντα και υποχρεώσεις Προσω πικού Φυλακών

20. Τα μέλη του προσωπικού των Φυλακών, εκτός από την πιστή εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης την οποία κατέχουν και των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς, οφείλουν να εφαρμόζουν τις οδηγίες και τις διαταγές που εκδίδονται από το Διευθυντή μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών του αναφορικά με την εκτέλεση των καθηκόντων τους, την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των Φυλακών, τη διατήρηση της τάξης και της πειθαρχίας στις Φυλακές και την αποτελεσματική εφαρμογή των νόμων και των κανονισμών.

Επιτροπή Κέντρου Καθοδήγησης Εξωιδρυματικής Απασχόλησης και Αποκατάστασης Κρατουμένων

21. Καθιδρύεται Επιτροπή Κέντρου Καθοδήγησης, Εξωιδρυματικής Απασχόλησης και Αποκατάστασης Κρατουμένων, η οποία απαρτίζεται από το Διευθυντή ως Πρόεδρο, τους Λειτουργούς των Φυλακών και άλλα μέλη τα οποία ορίζει ο Υπουργός, με σκοπό-

(α) Να επιλέγει τους κρατουμένους οι οποίοι κρίνονται κατάλληλοι για ένταξη στο Κέντρο,

(β) να μεριμνά για την ομαλή επανένταξη των κρατουμένων που απολύο νται στην κοινωνία και ειδικότερα για την εξασφάλιση σε αυτούς εργασίας, διαμονής, ειδών ένδυσης, επαρκών μέσων μετάβασης στον προορισμό τους και μικρών χρηματικών ποσών για την αντιμετώ πιση των πρώτων βασικών αναγκών τους αμέσως μετά την αποφυλά κισή τους.

Επιτροπή Κατάταξης

21Α.-(1) Ιδρύεται Επιτροπή Κατάταξης η οποία αποτελείται από το Διευθυντή, τους Λειτουργούς Φυλακών, το Δάσκαλο των Φυλακών, τον Κοινωνικό Λειτουργό και τον Ψυχολόγο των Φυλακών.

(2) Η Επιτροπή Κατάταξης είναι αρμόδια για την αξιολόγηση των κρατουμένων, την τοποθέτησή τους στην ανάλογη πτέρυγα διαμονής, την ανάθεση σ' αυτούς της κατάλληλης εργασίας, την ένταξη  κρατουμένων  στην Ανοιχτή  Φυλακή, την εφαρμογή του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού,  την παροχή  σ' αυτούς αδειών εξόδου και γενικά για την υποβοήθηση του Διευθυντή στη διαμόρφωση και εφαρμογή της όλης μεταχείρισης των κρατουμένων.

(3) Η Επιτροπή Κατάταξης βρίσκεται σε απαρτία όταν παρευρίσκονται τουλάχιστο πέντε μέλη της.

Έκτιση μέρους ποινής με κατ’ οίκον περιορισμό

21Β. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Κατάταξης δύναται να επιτρέψει σε  κατάδικο που-

(α) Καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης μεγαλύτερη των δώδεκα (12) μηνών και μικρότερη των πέντε (5) ετών και έχει εκτίσει τουλάχιστο το ήμισυ της ποινής του, για αδίκημα άλλο από τα αδικήματα που απαριθμούνται στον Πίνακα του Παραρτήματος Β, και ο οποίος είναι ενταγμένος στο Κέντρο για περίοδο τουλάχιστο ενός (1) μηνός προηγουμένως, να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, με τέτοιους όρους και για τόσο χρονικό διάστημα μέσα στην εν λόγω περίοδο, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης. ή

(α1) καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης μικρότερη των δώδεκα (12) μηνών και έχει εκτίσει τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της ποινής του, για αδίκημα άλλο από τα αδικήματα που απαριθμούνται στον Πίνακα του Παραρτήματος Β, να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού με τέτοιους όρους και για τόσο χρονικό διάστημα όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης· ή

(β) βρίσκεται στην ανοικτή φυλακή και έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά, μετά από απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, με τέτοιους όρους, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης για τη χρονική περίοδο που απαιτείται για την συνέχιση και ολοκλήρωση του προγράμματος απεξάρτησής του. ή

(γ) βρίσκεται στην ανοικτή φυλακή και στον οποίο έχει παραχωρηθεί άδεια χωρίς συνοδεία ή εκπαιδευτική άδεια, να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, με τέτοιους όρους, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης, για την χρονική περίοδο που διαρκεί η άδεια του. ή

(δ) βρίσκεται στην ανοικτή φυλακή και είναι ηλικίας 70 χρονών και άνω και έχει καταδικαστεί για αδίκημα άλλο από τα αδικήματα που απαριθμούνται στον Πίνακα του Παραρτήματος Β να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, με τέτοιους όρους, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης. ή

(ε) είναι βαριά ασθενής ή κλινήρης, να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ’ αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, με τέτοιους όρους, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης, για όση χρονική περίοδο κρίνεται αναγκαίο βάσει της κατάστασης της υγείας του, η οποία βεβαιώνεται μετά από γνωμάτευση Ιατροσυμβουλίου και τη σύμφωνη Γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα:

Νοείται ότι ο κατάδικος, ο οποίος επιλέγεται και αποδέχεται έκτιση μέρους της ποινής του με κατ’ οίκον περιορισμό, θεωρείται ότι τελεί κατά πάντα χρόνο υπό καθεστώς φυλάκισης.

(2)(α) Προς διασφάλιση της μη απομάκρυνσης κατάδικου, στον οποίο επιτρέπεται κατ’ οίκον περιορισμός δυνάμει του εδαφίου (1) από χώρο που έχει καθορισθεί από την Επιτροπή Κατάταξης, εφαρμόζεται σε ένα από τα άκρα του κατάδικου ειδική ηλεκτρονική συσκευή, και γίνεται εγκατάσταση συστήματος δέκτη τόσο στην οικία του όσο και στο χώρο εργασίας του, με τη σύμφωνη γνώμη του εργοδότη, ή στο χώρο της σχολής δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θα φοιτά, ή στο χώρο που διεξάγεται το πρόγραμμα απεξάρτησής του από τα ναρκωτικά, ιδιαίτερα όταν ο χώρος διαμονής βρίσκεται σε άλλη επαρχία από το χώρο εργασίας ή τη σχολή που θα φοιτά, ή το χώρο όπου διεξάγεται ή απεξάρτησή του, με τα οποία καθίσταται δυνατή η επιβεβαίωση της παρουσίας του εν λόγω κατάδικου μέσα στους καθορισμένους χώρους.

(β) Σε περίπτωση που ο κατάδικος παραβιάζει τα καθορισμένα επιτρεπτά όρια διακίνησής του, κατά τις αναφερόμενες στην απόφαση της Επιτροπής Κατάταξης ημέρες και ώρες, το σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης και προειδοποίησης ενεργοποιεί συναγερμό.

(γ) Σε περίπτωση που ο κατάδικος προβαίνει στην καταστροφή της ηλεκτρονικής συσκευής που εφαρμόζεται στο άκρο του ή παραβιάζει τα καθορισμένα επιτρεπτά όρια διακίνησης ή άλλους όρους που καθορίζονται στην απόφαση της Επιτροπής Κατάταξης, ο πλησιέστερος Αστυνομικός Σταθμός της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται ο κατάδικος διενεργεί άμεσο έλεγχο και προβαίνει στις ανάλογες ενέργειες μετά από συνεννόηση  με τον υπεύθυνο αξιωματικό για την εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου.

(3) Ο Διευθυντής δύναται, ανάλογα με τις τεχνικές και άλλες δυνατότητες που παρέχονται για την εφαρμογή του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού, να ενημερώνει γραπτώς τους καταδίκους, οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο Κέντρο,  ότι οι κατάδικοι εκείνοι, των οποίων το υπόλοιπο της πραγματικής ποινής, κατά την ημέρα υποβολής της αίτησής τους, δεν είναι μεγαλύτερο των δεκαοκτώ (18) μηνών, δύνανται να υποβάλουν αίτηση για να τους επιτραπεί η εφαρμογή του  εν λόγω μέτρου:

Νοείται ότι η ενημέρωση του Διευθυντή προς τους καταδίκους πρέπει να είναι πλήρης, έτσι ώστε να καλύπτει τον τρόπο λειτουργίας του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού και, μετά την ενημέρωση οι κατάδικοι εφόσον κατανοήσουν τη λειτουργία του, υπογράφουν ότι έχουν κατανοήσει το περιεχόμενο της ενημέρωσης που τους έγινε.

(4) Σε κάθε περίπτωση υποβολής αίτησης, ο υπεύθυνος αξιωματικός για την εφαρμογή του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού, μεριμνά για την ετοιμασία και υποβολή στην Επιτροπή Κατάταξης, έκθεσης αξιολόγησης αναφορικά με την ομαλή εφαρμογή του εν λόγω μέτρου για τον συγκεκριμένο κατάδικο.

(5) Κατά την ετοιμασία της έκθεσής του δυνάμει του εδαφίου (4), ο υπεύθυνος αξιωματικός λαμβάνει υπόψη του, μεταξύ άλλων -

(α) κατά πόσο, με την εφαρμογή του μέτρου σε σχέση με συγκεκριμένο κατάδικο, δημιουργείται κίνδυνος διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή της ασφάλειας του κοινού·

(β) τις τυχόν επιπτώσεις στο θύμα ή την οικογένεια του θύματος του αδικήματος, για το οποίο καταδικάσθηκε ο συγκεκριμένος κατάδικος·

(γ) τις τυχόν επιπτώσεις στο πρόσωπο ή στα πρόσωπα, με τα οποία ο συγκεκριμένος κατάδικος προτίθεται να διαμένει·

(δ) κατά πόσον, υπό το φως της μέχρι τούδε συμπεριφοράς, διαγωγής και εργατικότητας  του συγκεκριμένου καταδίκου στις φυλακές ή της διάπραξης από τον ίδιο προηγούμενων αδικημάτων, ο εν λόγω κατάδικος αναμένεται να συμμορφωθεί με τους όρους του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού·

(ε) κατά πόσον ο συγκεκριμένος κατάδικος διαθέτει κατάλληλο χώρο διαμονής ή ο εργοδότης του διαθέτει κατάλληλο χώρο εργασίας ή ο χώρος εγκατάστασης της αναγνωρισμένης σχολής δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην οποία πρόκειται να φοιτήσει ο κατάδικος, ή ο χώρος στον οποίο πρόκειται να διεξαχθεί το πρόγραμμα απεξάρτησης του κατάδικου ή ο χώρος στον οποίο πρόκειται να διεξαχθεί το πρόγραμμα απεξάρτησης του κατάδικου, πληροί τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τους αναγκαίους όρους ασφάλειας που κάθε φορά απαιτούνται για την εφαρμογή του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού  και την αξιοπρεπή διαβίωση ή παραμονή του κατάδικου στο περιβάλλον παραμονής του·

(στ) τις παραστάσεις, ανάγκες, προσωπικές περιστάσεις και επιθυμίες του συγκεκριμένου  καταδίκου:

Νοείται ότι, ο υπεύθυνος αξιωματικός δύναται, εάν κρίνει τούτο αναγκαίο, να ζητά για οποιοδήποτε από τα πιο πάνω από (α) έως και (στ) θέματα, έκθεση από τον Κοινωνικό Λειτουργό ή και τον Ψυχολόγο των Φυλακών και υποχρεούται να ζητά τις εν λόγω εκθέσεις, εάν στο χώρο που θα διαμένει ο κατάδικος διαμένουν και ανήλικοι.

(6) Μετά την ετοιμασία και υποβολή της έκθεσης δυνάμει των εδαφίων (4) και (5), η Επιτροπή Κατάταξης, εκδίδει  αιτιολογημένη απόφαση και, σε περίπτωση έγκρισης για έκτιση μέρους της ποινής με το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού, καθορίζει τη διάρκεια και τους όρους της, κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1):

Νοείται ότι, πριν από την έκδοση απόφασης για την εφαρμογή του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού, απαιτείται η γραπτή πλήρης ενημέρωση από το Διευθυντή για τον τρόπο λειτουργίας του εν λόγω μέτρου και η γραπτή συγκατάθεση κάθε ενήλικου προσώπου ή του κηδεμόνα ανήλικου προσώπου που διαμένει στον καθορισμένο από την Επιτροπή Κατάταξης χώρο, στον οποίο ο κατάδικος πρόκειται να περιορισθεί, καθώς και η εκ μέρους του συγκατατιθέμενου προσώπου πλήρης κατανόηση και γραπτή αποδοχή των όρων εφαρμογής του μέτρου, στο βαθμό που το αφορούν.

(7) Σε περίπτωση θετικής απόφασης της Επιτροπής Κατάταξης, ο κατάδικος ενημερώνεται αμέσως για την ημερομηνία έναρξης, τη χρονική διάρκεια και τους όρους με τους οποίους εγκρίνεται το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού και δηλώνει εγγράφως την αποδοχή του μέτρου:

Νοείται ότι, ανάλογης ενημέρωσης τυγχάνει και κάθε ενήλικο πρόσωπο που διαμένει στον καθορισμένο από την Επιτροπή Κατάταξης χώρο.

(8) Κατά την εφαρμογή του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού, ο κατάδικος υπόκειται σε διακριτική επιτήρηση εκ μέρους του Διευθυντή, έτσι ώστε να μην προσβάλλονται τα ευαίσθητα δεδομένα του τα οποία προστατεύονται από τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμο.

(9) Η Επιτροπή Κατάταξης δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο, με εισήγηση του Διευθυντή  ή με αίτηση του καταδίκου ή οποιουδήποτε ατόμου διαμένει μαζί του, να τροποποιεί τους όρους της έγκρισης, ώστε αυτοί να προσαρμόζονται στις προσωπικές συνθήκες και τα δεδομένα της διαμονής του:

Νοείται ότι η εφαρμογή του μέτρου του  κατ’ οίκον περιορισμού δύναται να ανασταλεί προσωρινά από το Διευθυντή, εάν ο ίδιος κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος ή λόγοι ασφάλειας ή παραβιάσθηκε οποιοσδήποτε όρος ή εξέλιπε οποιαδήποτε προϋπόθεση της έγκρισης και, σε τέτοια περίπτωση, εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών, ο Διευθυντής συγκαλεί την Επιτροπή Κατάταξης, η οποία, αφού ακούσει τους λόγους της προσωρινής αναστολής, αποφασίζει αιτιολογημένα κατά πόσο θα συνεχισθεί η εφαρμογή του μέτρου ή θα ανακληθεί οριστικά η απόφαση:

Νοείται περαιτέρω, ότι, εάν κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού, διαπραχθεί από τον κατάδικο πειθαρχικό παράπτωμα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (1) του Κανονισμού 160 των περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των υπό αναφορά Κανονισμών, στο βαθμό που οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται σε σχέση με τους όρους και τη λειτουργία του μέτρου.

(10)  Τυχόν οριστική ανάκληση, της απόφασης για έγκριση  του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού από την Επιτροπή Κατάταξης, αποκλείει αυτόματα τον κατάδικο από τη δυνατότητα μελλοντικής παραχώρησης έγκρισης κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

(11) Η αιτιολογημένη απόφαση για ανάκληση της έγκρισης του μέτρου του κατ΄ οίκον περιορισμού γνωστοποιείται στον κατάδικο κατά την επανεισδοχή του στις φυλακές.

Συμβούλιο Φυλακών

22. Καθιδρύεται Συμβούλιο Φυλακών, το οποίο θα μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία των Φυλακών σε σχέση με την εφαρμογή του Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

Σύνθεση Συμβουλίου Φυλακών

23.(1) Το Συμβούλιο Φυλακών διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του στην οποία καθορίζει τον αριθμό και τη θητεία των μελών του Συμβουλίου.

(2) Πρόεδρος του Συμβουλίου Φυλακών διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (1) ο εκάστοτε Έπαρχος Λευκωσίας.

(3) Μέλη του Συμβουλίου Φυλακών διορίζονται πρόσωπα εγνωσμένου κύρους που έχουν γνώση ή εμπειρία στα ζητήματα που αφορούν στις εξουσίες του Συμβουλίου και τα οποία δεν έχουν οποιαδήποτε διοικητική, θεσμική ή άλλη σχέση με τις Φυλακές και δεν έχουν ή δεν θα αποκτήσουν οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο οικονομικό ή άλλο συμφέρον ή όφελος από την άσκηση των καθηκόντων της θέσης του μέλους.

(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να τερματίσει τη θητεία οποιουδή ποτε μέλους του Συμβουλίου, όποτε κρίνει αυτό σκόπιμο ή αναγκαίο.

Συνεδριάσεις Συμβουλίου Φυλακών

24.—(1) Ο Πρόεδρος συγκαλεί τις συνεδρίες του Συμβουλίου και προεδρεύει αυτών. Σε περίπτωση απουσίας του, τα μέλη που παρευρίσκονται εκλέγουν μεταξύ τους τον Πρόεδρο της συνεδρίας.

(2) Το Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, όταν παρευρίσκονται πέντε τουλάχιστο μέλη.

(3) Το Συμβούλιο συνεδριάζει στις φυλακές μία τουλάχιστο φορά κάθε τρεις μήνες ή σε συχνότερα διαστήματα, αν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου κρίνει αυτό αναγκαίο.

(4) Το Συμβούλιο Φυλακών τηρεί πρακτικά των συνεδριάσεων τα οποία υποβάλλονται στον Υπουργό για ενημέρωσή του.

Αρμοδιότητες Συμβουλίου Φυλακών

25. Το Συμβούλιο-

(α) Ακούει και διερευνά οποιαδήποτε αίτηση ή παράπονο το οποίο υποβάλλεται σε αυτό από κρατουμένους και, αν το θεωρεί αναγκαίο, διαβιβάζει το παράπονο μαζί με τις παρατηρήσεις του στον Υπουργό και το Διευθυντή.

(β) Εξετάζει την κατάσταση των κτιρίων των φυλακών και υποβάλλει έκθεση στον Υπουργό αναφορικά με οποιεσδήποτε επιδιορθώσεις, προσθήκες ή μετατροπές θεωρεί αναγκαίες.,

(γ) Διερευνά τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας των κρατουμένων.

(δ) Εξετάζει αν τα εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά προγράμματα, η απασχόληση, η επαγγελματική εκπαίδευση και η εν γένει αγωγή που παρέχεται στους κρατουμένους είναι επαρκής και κατάλληλη.

(ε) Υποβάλλει στον Υπουργό και το Διευθυντή είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν οδηγιών του Υπουργού εκθέσεις και απόψεις, όσον αφορά θέματα και γεγονότα.

(στ) Συνεργάζεται με το Διευθυντή σε θέματα που αφορούν την ευημερία των κρατουμένων, όπως και σε θέματα στα οποία η βοήθεια και η συμβολή του Διευθυντή δυνατό να είναι χρήσιμη για το Συμβούλιο.

(ζ) Γνωστοποιεί στο Διευθυντή τις παρατηρήσεις και τις εισηγήσεις του αναφορικά με τις συνθήκες των φυλακών, καθώς και οποιοδήποτε άλλο θέμα θεωρεί αναγκαίο.

(η) Μεριμνά ώστε οποιαδήποτε υπερβασία, σε σχέση με τη μεταχείριση των κρατουμένων, περιέρχεται σε γνώση του να γνωστοποιείται στον Υπουργό και το Διευθυντή.

(θ) Διεξάγει μέσα στις φυλακές τις έρευνες ή ανακρίσεις τις οποίες θεωρεί αναγκαίες.

Επισκέψεις και έρευνες μελών του Συμβουλίου Φυλακών

26.—(1) Το Συμβούλιο ή οποιοδήποτε μέλος του έχει το δικαίωμα ελεύθερης εισόδου σε όλα τα τμήματα των φυλακών οποιαδήποτε ώρα το επιθυμεί και ελεύθερης επικοινωνίας με όλους τους κρατουμένους, ενώ δύναται να επισκέπτεται οποιοδήποτε κρατούμενο τη παρουσία λειτουργού των φυλακών. Η παρουσία λειτουργού των φυλακών αποκλειστικό σκοπό έχει την προστασία του μέλους του Συμβουλίου από τυχόν ανεπιθύμητες αντιδράσεις του κρατουμένου που επισκέπτεται ή άλλων κρατουμένων.

(2) Το Συμβούλιο ή το μέλος του που επισκέπτεται τις φυλακές ακούει και διερευνά τα παράπονα που υποβάλλονται σε αυτό από κρατουμένους αναφορικά με τη διατροφή ή τη μεταχείρισή τους, ενώ ιδιαίτερη προσοχή δίδεται στις περιπτώσεις ασθενών ή τιμωρημένων κρατουμένων.

Επιθεώρηση αρχείων

26Α. Το Συμβούλιο Φυλακών ή οποιοδήποτε από τα μέλη του έχει την εξουσία να ζητήσει και να επιθεωρήσει οποιοδήποτε από τα αρχεία των φυλακών.

Καταγγελία προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου

26Β. Αν περιέλθει σε γνώση μέλους του Συμβουλίου Φυλακών οποιοδήποτε θέμα το οποίο επηρεάζει αρνητικά την πειθαρχία στις Φυλακές ή τη διαβίωση ή την υγεία των κρατουμένων, καταγγέλλει αμέσως το γεγονός στον Πρόεδρο του Συμβουλίου.

Μείωση πειθαρχικής ποινής

26Γ.-(1) Το Συμβούλιο Φυλακών μπορεί, ύστερα από έρευνα, να μειώσει ή να ακυρώσει πειθαρχική  ποινή που επιβλήθηκε σε κρατούμενο από το Διευθυντή ή το Πειθαρχικό Συμβούλιο με βάση τον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς, νοουμένου ότι ο κρατούμενος θα υποβάλει γραπτή αίτηση προς το Συμβούλιο το αργότερο μέσα σε είκοσι μία ημέρες από την ημερομηνία επιβολής της πειθαρχικής ποινής και το Συμβούλιο διαπιστώνει ότι-

(α) Η ποινή που επιβλήθηκε στον κρατούμενο είναι μεγαλύτερη από τις ποινές που προβλέπονται στους δυνάμει του παρόντος  Νόμου   εκδιδόμενους   Κανονισμούς  για   το πειθαρχικό  παράπτωμα  για  το  οποίο  τιμωρήθηκε ο κρατούμενος· ή

(β) η ποινή που επιβλήθηκε στον κρατούμενο είναι υπερβολικά αυστηρή σε σχέση με το παράπτωμα στο οποίο περιέπεσε.

(2) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Φυλακών υποβάλλει στον Υπουργό έκθεση, η οποία περιέχει τους λόγους της ακύρωσης ή της μείωσης της πειθαρχικής ποινής.

Εισαγωγή ή Εξαγωγή απαγορευμένων αντικειμένων ή ουσιών

27.—(1) Πρόσωπο το οποίο δεν είναι κρατούμενο και το οποίο εισάγει ή αποπειράται να εισαγάγει στις Φυλακές, ή εξάγει ή αποπειράται να εξαγάγει από τις Φυλακές, οποιοδήποτε απαγορευμένο αντικείμενο ή απαγορευμένη ουσία, διαπράττει αδίκημα, το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης ενός έτους ή με πρόστιμο πεντακόσιων λιρών ή και με τις δύο ποινές, ενώ το εν λόγω αντικείμενο υπόκειται σε κατάσχεση, νοουμένου ότι δεν προβλέπεται μεγαλύτερη ποινή από οποιοδήποτε άλλο νόμο.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, απαγορευμένο αντικείμενο και απαγορευμένη ουσία θεωρείται κάθε αντικείμενο και κάθε ουσία που δεν περιλαμβάνεται στα αντικείμενα ή στις ουσίες που καθορίζονται από οποιο δήποτε κανονισμό που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος Νόμου ως αντικεί μενα ή ουσίες που ο κρατούμενος δικαιούται να έχει στην κατοχή του μέσα στη Φυλακή.

(3) Απόπειρα εισαγωγής ή εξαγωγής στις ή από τις Φυλακές απαγορευ μένου αντικειμένου ή απαγορευμένης ουσίας θεωρείται και η περίπτωση που το πιο πάνω αναφερόμενο πρόσωπο παραδίδει το αντικείμενο ή την ουσία σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εντός ή εκτός των Φυλακών ή τα εναποθέτει σε οποιοδήποτε μέρος εντός ή εκτός των Φυλακών με σκοπό να περιέλθουν στην κατοχή κρατουμένου.

Κανονισμοί

28.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου, καθώς και για τη ρύθμιση ή τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού ή ρύθμισης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί ρυθμίζουν ειδικότερα ή περιέχουν διατάξεις αναφορικά με τα εξής θέματα:

(α) Τα καθήκοντα και τη συμπεριφορά των λειτουργών και του λοιπού προσωπικού των Φυλακών, την υπηρεσία, τη στολή και την εμφάνισή τους, τις άδειες απουσίας τους, την τήρηση της τάξης και της πειθαρχίας μεταξύ αυτών, τον καθορισμό των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττονται απ' αυτούς, του τρόπου εκδίκασής τους, καθώς και των οργάνων εκδίκασης αυτών και την επιβολή ποινών για παράβαση των εν λόγω Κανονισμών·

(β) τις προϋποθέσεις και τους όρους ένταξης των καταδίκων στην Ανοιχτή Φυλακή, τη διάρκεια της παραμονής τους σε αυτή, τους όρους λειτουργίας της, καθώς και οτιδήποτε άλλο αφορά τους κρατουμένους και τις δραστηριότητές τους στο χώρο της Ανοιχτής Φυλακής·

(γ) τη λειτουργία, τις δραστηριότητες, τους όρους ένταξης και τη διάρκεια της παραμονής των καταδίκων στο Κέντρο, τους όρους απασχόλησης ή φοίτησης των καταδίκων εκτός Φυλακών, τη διαχείριση του προϊόντος της εργασίας τους, καθώς και οτιδήποτε αφορά τους κρατουμένους και τις δραστηριότητές τους εντός και εκτός του χώρου του Κέντρου·

(δ) τις συνθήκες κράτησης, τη μεταχείριση, την ευημερία, την εισαγωγή, την παραλαβή και την απόλυση των κρατουμένων, τη φύση και την έκταση της εργασίας που θα εκτελείται απ' αυτούς, την κατάταξή τους ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, τη φύση της καταδίκης ή της ποινής ή της κράτησής τους, τον καθορισμό και την τιμωρία των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττονται από τους κρατουμένους και την τήρηση εν γένει της τάξης και της πειθαρχίας και οποιοδήποτε άλλο θέμα αφορά την ασφάλεια στις Φυλακές·

(ε) τις επισκέψεις στους κρατουμένους, τις προϋποθέσεις, τη διάρκεια και οποιοδήποτε άλλο θέμα αφορά τις άδειες εξόδου κρατουμένων από τις Φυλακές·

(στ) τις προϋποθέσεις, τους όρους και τις διευθετήσεις που μπορούν να γίνουν για την παραχώρηση άδειας για ιδιαίτερη συνάντηση των κρατουμένων με τις συζύγους τους ή αρραβωνιαστικές τους·

(ζ) την ασφαλή φύλαξη χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων ή αντικειμένων των κρατουμένων, καθώς και την αποστολή την παραλαβή, την ανάγνωση, τη χρήση και την κατακράτηση επιστολών ή άλλων μέσων επικοινωνίας που αφορούν τους κρατουμένους.

Κατάργηση

29. Ο περί Πειθαρχίας στις Φυλακές Νόμος και ο περί Μολυσματικών Νόσων (Φυλακισμένοι) Νόμος καταργούνται.

Μεταβατική διάταξη

30. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οι φυλακές οι οποίες λειτουργούν και οι οποίες καθιδρύθηκαν με βάση των περί Πειθαρχίας στις Φυλακές Νόμο συνεχίζουν να θεωρούνται Φυλακές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΙΝΑΚΑΣ

(Άρθρο 12(2))

ΠΙΝΑΚΑΣ

 

 

 

Δεύτερη Στήλη

 

Πρώτη Στήλη

Πρώτη και

Δεύτερη Έκτιση

Ποινής ή

Ποινών

Φυλάκισης

Τρίτη Έκτιση

Ποινής ή

Ποινών

Φυλάκισης

Τέταρτη

Έκτιση

Ποινής ή

Ποινών

Φυλάκισης

ή περισσότερες

Για κάθε μήνα φυλάκισης αν η ποινή είναι μεγαλύτερη από έναν μήνα αλλά όχι μεγαλύτερη από δύο χρόνια:

6 ημέρες

4 ημέρες

2 ημέρες

Για κάθε μήνα φυλάκισης αν η ποινή είναι μεγαλύτερη από δύο χρόνια αλλά όχι μεγαλύτερη από πέντε χρόνια:

8 ημέρες

6 ημέρες

4 ημέρες

Για κάθε μήνα φυλάκισης αν η ποινή είναι μεγαλύτερη από πέντε χρόνια αλλά όχι μεγαλύτερη από οκτώ χρόνια:

10 ημέρες

8 ημέρες

6 ημέρες

Για κάθε μήνα φυλάκισης αν η ποινή είναι μεγαλύτερη από οκτώ χρόνια αλλά όχι μεγαλύτερη από δώδεκα χρόνια:

12 ημέρες

10 ημέρες

8 ημέρες

Για κάθε μήνα φυλάκισης αν η ποινή είναι μεγαλύτερη από δώδεκα χρόνια:

14 ημέρες

12 ημέρες

10 ημέρες.

Για σκοπούς του Παρόντος Πίνακα, Έκτιση Ποινής ή Ποινών σημαίνει Έκτιση Ποινής για ένα ή περισσότερα αδικήματα, η οποία δε διακόπτεται με απόλυση του κρατουμένου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β

(Άρθρο 21Β)

ΠΙΝΑΚΑΣ

Α.  Ποινικά αδικήματα εναντίον των ηθών κατά παράβαση των άρθρων 144, 145, 147, 148, 149, 153, 154, 155, 158, 159, 160, 161, 171, 172 και 174 του Ποινικού Κώδικα.

Β.  Αδικήματα κατά παράβαση των άρθρων 3 και 4  του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου.

Γ.  Αδικήματα κατά παράβαση των άρθρων 5, 6, 7, 8, 10 και 11 του περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου.

Δ.  Αδικήματα κατά παράβαση των άρθρων 6, 7, 8, 9, 10 και 15 του Μέρους ΙΙ του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου.

Σημείωση
6 του Ν. 116(Ι)/2008Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 116(Ι)/2008]

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 116(Ι)/2008] τίθεται σε ισχύ σε ημερομηνία που καθορίζεται με Γνωστοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
3 του Ν. 112(Ι)2018

Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 112(Ι)/2018] δεν επηρεάζουν τη νόμιμη συγκρότηση του απερχόμενου Συμβουλίου Φυλακών.