10. Στο παρόν Κεφάλαιο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά-
«διαδικασία απαλλαγής οφειλών» σε σχέση με χρεώστη, σημαίνει τη διαδικασία η οποία ξεκινά με την υποβολή γραπτής αίτησης από το χρεώστη σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), του άρθρου 12 και η οποία λήγει όταν-
(α) η αίτηση του χρεώστη για Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών αποσύρεται, θεωρείται αποσυρθείσα ή απορρίπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου· ή
(β) το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών εκδίδεται ή ακυρώνεται από το δικαστήριο,σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου·
«Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών» σημαίνει διάταγμα το οποίο εκδίδεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου·
«επιλέξιμο χρέος», σε σχέση με χρεώστη, σημαίνει οποιαδήποτε χρέη ύψους, συνολικά μέχρι είκοσι πέντε χιλιάδες ευρώ (€25.000), πλην εξαιρετέων ή εξασφαλισμένωνστο βαθμό της εξασφάλισης χρεών, και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
(α) Χρέος πιστωτικής κάρτας·
(β) παρατράβηγμα ή ανεξασφάλιστο δάνειο από πιστωτικό ίδρυμα ή άλλη οντότητα που εποπτεύεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·
(γ) χρέος για την πληρωμή ενός ή περισσοτέρων λογαριασμών σε σχέση με επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ή τηλέφωνο·
(δ) εξαιρέσιμα χρέη το ύψος των οποίων είναι μικρότερο του δέκα τοις εκατόν (10%) του συνόλου των επιλέξιμων χρεών, ανεξάρτητα από συναίνεση του πιστωτή· και
(ε) εξαιρέσιμα χρέη που είναι επιτρεπτά χρέη:
«επιτρεπτό χρέος» σημαίνει εξαιρέσιμο χρέος σε σχέση με το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 15·
«ημερομηνία αίτησης» σημαίνει την ημερομηνία κατά την οποία υποβάλλεται αίτηση για Δάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16·
«καθορισμένα επιλέξιμα χρέη» ερμηνεύονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 17·
«καθορισμένος πιστωτής» ερμηνεύεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (ii), της παραγράφου (γ) του άρθρου 17, και οποιαδήποτε αναφορά σε καθορισμένο πιστωτή, περιλαμβάνει αναφορά σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος του χρέους·
«καθορισμένος χρεώστης» σημαίνει πρόσωπο που αποτελεί το υποκείμενο Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών·
«χρέος» σε σχέση με χρεώστη σημαίνει χρέος για εκκαθαρισμένο ποσό το οποίο, κατά την ημερομηνία αίτησης, έχει καταστεί πληρωτέο.
11.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, χρεώστης είναι επιλέξιμος για έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, εάν η αίτηση για την έκδοση τέτοιου διατάγματος γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 και ικανοποιούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, χρεώστης δεν είναι επιλέξιμος για έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, εκτός εάν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης-
(α) έχει μηνιαίο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), διακόσια ευρώ (€200) ή λιγότερο·
(β) διαθέτει περιουσιακά στοιχεία, που υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), αξίας χιλίων ευρώ (€1.000) ή λιγότερο·
(γ) έχει τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία·
(δ) είναι, λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5), αφερέγγυος και είναι πολύ πιθανό να εξακολουθήσει να είναι αφερέγγυος μέσα σε διάστημα ενός (1) έτους από την ημερομηνία αίτησης·
(ε) κατά την περίοδο των δύο (2) προηγούμενων ετών που λήγουν κατά την ημερομηνία της αίτησης δεν έχει-
(i) διενεργήσει συναλλαγή με οποιοδήποτε πρόσωπο σε αξία χαμηλότερη της πραγματικής, και η οποία έχει συμβάλει ουσιαστικά στην αδυναμία του να πληρώσει τα χρέη του, εξαιρουμένων των χρεών προς το πρόσωπο με το οποίο ο οφειλέτης εισήλθε σε συναλλαγή η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 91· ή/και
(ii) δώσει προτίμηση σε πρόσωπο που είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του διαθέσιμου ποσού του χρεώστη, για την πληρωμή των χρεών του, εξαιρουμένου του χρέους που οφείλεται προς το πρόσωπο που έλαβε την προνομιακή μεταχείριση, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 92.
(3) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (2)-
(α) «καθαρό διαθέσιμο εισόδημα» σημαίνει το διαθέσιμο στο χρεώστη εισόδημα, το οποίο αποκτάται ή προκύπτει από πηγές τόσο εντός όσο και εκτός της Δημοκρατίας και το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, αφού αφαιρεθούν τα ποσά που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του παρόντος εδαφίου.
(β) Κατά τον υπολογισμό του καθαρού διαθέσιμου εισοδήματος του χρεώστη λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
(i) Ο μισθός ή τα ημερομίσθια του·
(ii) κοινωνικές παροχές που λαμβάνει, εκτός από τυχόν επίδομα τέκνου·
(iii) εισόδημα από σύνταξη·
(iv) συνεισφορές από ταάλλα μέλη του νοικοκυριού· και
(v) κάθε άλλο εισόδημα που είναι διαθέσιμο σε αυτόν· και
(γ) τα ακόλουθα, όπου αυτά εφαρμόζονται σε σχέση με χρεώστη, αφαιρούνται από το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (β):
(i) Λογικά έξοδα διαβίωσης·
(ii) φόρος εισοδήματος πληρωτέος από το χρεώστη·
(iii) εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων πληρωτέες από το χρεώστη·
(iv) πληρωμές που γίνονται από το χρεώστη αναφορικά με εξαιρετέο χρέος·
(v) πληρωμές που γίνονται από το χρεώστη αναφορικά με εξαιρέσιμα χρέη τα οποία δεν εμπίπτουν στην έννοια του επιλέξιμου χρέους ή δεν είναι επιτρεπτά χρέη·
(vi) άλλες εισφορές και επιβαρύνσεις επί του εισοδήματος του συγκεκριμένου χρεώστη, όπως δυνατό να καθοριστούν.
(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), κατά τον υπολογισμό των περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη-
(α) η αξία ενός περιουσιακού στοιχείου είναι αυτή της αγοραίας αξίας του, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποθήκη, επιβάρυνση ή άλλη εξασφάλιση στην οποία υπόκειται· και
(β) τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνουν-
(i) καταθέσεις·
(ii) με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (γ), οχήματα·
(iii) μετοχές·
(iv) περιουσία (κινητή και ακίνητη)· και
(γ) τα στοιχεία που δεν λαμβάνονται υπόψη είναι-
(i) βιβλία, εργαλεία και άλλα αντικείμενα εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται από το χρεώστη και είναι λογικά αναγκαία για την απασχόληση ή επιχείρηση του συνολικής αξίας που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000)·
(ii) ένα όχημα, αξίας μέχρι τεσσάρων χιλιάδων ευρώ (€4.000), όταν τούτο είναι εύλογα αναγκαίο, ώστε ο χρεώστης να φέρει σε πέρας τις καθημερινές δραστηριότητές του:
(iii) οικιακές συσκευές και συσκευές που είναι λογικά αναγκαίες για τη διατήρηση ενός ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου για το χρεώστη και τα μέλη της οικογένειάς του·
(iv) όταν ο χρεώστης ή μέλος της οικογένειας του παρακολουθούν μαθήματα δημοτικής, μέσης, ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης, τα βιβλία, υλικά και άλλα είδη εξοπλισμού που είναι λογικά αναγκαία στο χρεώστη ή τους εξαρτωμένους του, ανάλογα με την περίπτωση, για να συμμετέχει και να ολοκληρώσει αυτά τα μαθήματα· και
(v) υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (9), κάθε συμφέρον ή δικαίωμα του χρεώστη που υφίσταται σε σχετική σύνταξη.
(5) Για τους σκοπούς της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2), οι παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι-
(α) οι τρέχουσες υποχρεώσεις του χρεώστη·
(β) οι πιθανές και μελλοντικές υποχρεώσεις του χρεώστη, και, στο βαθμό που μπορεί να διαπιστωθεί, η χρονική στιγμή κατά την οποία οι εν λόγω υποχρεώσεις θα καταστούν πληρωτέες·
(γ) τα υφιστάμενα και μελλοντικά/αναμενόμενα περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα του χρεώστη· και
(δ) οι κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8.
(6) Ο χρεώστης δεν είναι επιλέξιμος για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, όταν-
(α) έχει προηγουμένως χαρακτηριστεί ως καθορισμένος χρεώστης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου·
(β) έχει υποβάλει αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγματος, δυνάμει των διατάξεων του Κεφαλαίου 2, του Τρίτου Μέρους, μέσα σε περίοδο δώδεκα (12) μηνών που λήγει κατά την ημερομηνία αίτησης·
(γ) κατά την ημερομηνία αίτησης είναι μέρος σε Προσωπικό Διακανονισμό Αφερεγγυότητας ο οποίος είναι σε ισχύ·
(δ) έχει επιτυχώς συμπληρώσει Προσωπικό Διακανονισμό Αφερεγγυότητας μέσα σε περίοδο πέντε (5) ετών, κατά την ημερομηνία αίτησης που υποβάλλεται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου·
(ε) υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (7), ο χρεώστης ή πιστωτής, έχει υποβάλει αίτηση για πτώχευση του χρεώστη η οποία δεν εκδικάστηκε πριν από την ημερομηνία αίτησης·
(στ) πριν από την ημερομηνία αίτησης, ο χρεώστης έχει κηρυχθεί ως πτωχεύσας και δεν αποκαταστάθηκε ή το διάταγμα πτώχευσης δεν ακυρώθηκε·
(ζ) κατά την ημερομηνία αίτησης, ο χρεώστης είναι αποκατασταθέντας πτωχεύσας, δυνάμει των διατάξεων του περί Πτώχευσης Νόμου και υπόκειται σε διάταγμα που εκδόθηκε από δικαστήριο, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 52 του περί Πτώχευσης Νόμου· ή
(η) κατά την ημερομηνία αίτησης, βρίσκεται σε εφαρμογή, συμβιβασμός ή σχέδιο διευθέτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του περί Πτώχευσης Νόμου· ή
(θ) είναι αποκατασταθής πτωχεύσας δυνάμει των διατάξεων του περί Πτώχευσης Νόμου, για περίοδο μικρότερη των πέντε (5) ετών κατά την ημερομηνία αίτησης που υποβάλλεται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου.
(7) Οι διατάξεις της παραγράφου (ε), του εδαφίου (6), δεν εφαρμόζονται όταν η αίτηση πτώχευσης-
(α) δεν έχει οριστεί για ακρόαση πριν από την ημερομηνία κατά την οποία η αίτηση για το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών αποφασίζεται, δυνάμει του άρθρου 16·
(β) έχει ορισθεί για ακρόαση, αλλά η υπόθεση έχει αποσυρθεί πριν την ημερομηνία κατά την οποία αποφασίζεται η αίτηση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16·
(γ) έχει ορισθεί για ακρόαση αλλά το δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία για έκδοση διατάγματος κήρυξης σε πτώχευση, καθότι o χρεώστης απέδειξε ότι είναι σε θέση να υποβάλει Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(8) Όπου εφαρμόζεται το παρόν εδάφιο και ο χρεώστης έχει συμφέρον ή δικαίωμα σε σχετική σύνταξη η οποία, σε περίπτωση που ο χρεώστης προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια ή ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα επιλογής, οδηγεί στην παραλαβή από το χρεώστη ή με την υποβολή αίτησης από το πρόσωπο που διαχειρίζεται τη σχετική σύνταξη, ο χρεώστης παραλαμβάνει-
(α) εισόδημα, ή
(β) χρηματικό ποσό άλλο από εισόδημα,
θεωρείται ότι ο χρεώστης έχει παραλάβει αυτό το εισόδημα ή το χρηματικό ποσό.
(9) Οι διατάξεις του εδαφίου (8) εφαρμόζονται όταν ο χρεώστης-
(α) δικαιούται κατά την ημερομηνία της αίτησης·
(β) εδικαιούτο οποιαδήποτε στιγμή πριν από την ημερομηνία της αίτησης· ή
(γ) θα δικαιούται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία της αίτησης,
να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια ή να ασκήσει δικαίωμα επιλογής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (8):
12.-(1) Χρεώστης, ο οποίος επιθυμεί να γίνει καθορισμένος χρεώστης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, συμπληρώνει αίτηση σε έντυπο της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας, για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, στην οποία αποκαλύπτει όλα τα οικονομικά του στοιχεία, και η οποία περιλαμβάνει-
(α) τέτοιες πληροφορίες, σε σχέση με:
(i) Τους πιστωτές του·
(ii) τα χρέη και άλλες υποχρεώσεις του·
(iii) τα περιουσιακά του στοιχεία·
(iv) τα έσοδα και δαπάνες του ως καθορίζονται από την Κατάσταση Περιουσιακών Οικονομικών Στοιχείων·
(v) τυχόν εγγυητές που παρείχαν εγγυήσεις για τα χρέη του χρεώστη·
(β) τις προσπάθειες που έγιναν από τον ίδιο για εναλλακτική διευθέτηση αποπληρωμής των χρεών του προς τους πιστωτές του· και
(γ) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία επιθυμεί να παραθέσει στην αίτησή του.
(2) Η αίτηση που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδαφίου (1), υποβάλλεται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση του χρεώστη-
(α) με την οποία επιβεβαιώνει ότι τα στοιχεία που υπέβαλε είναι αληθή, ακριβή και πλήρη· και
(β) στην οποία να αναφέρει, εξ όσων ο ίδιος καλύτερα γνωρίζει, κατά πόσον υπάρχει οποιαδήποτε απόφαση ή διάταγμα δικαστηρίου σε ισχύ εναντίον του, τα οποία σχετίζονται με χρέος το οποίο είναι επιλέξιμο, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου.
(3) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας βάσει των πληροφοριών και των στοιχείων της αίτησης, παρέχει στο χρεώστη τις ακόλουθες πληροφορίες-
(α) κατά πόσο ο χρεώστης πληροί εκ πρώτης όψεως τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11·
(β) τις συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από τη μη εφαρμογή των υποχρεώσεων του που απορρέουν από την υποβολή αίτησης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 13 καθώς και τις συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αρνητικών συνεπειών για το χρεώστη, στην περίπτωση που καταστεί καθορισμένος χρεώστης·
(4) Σε περίπτωση που ο χρεώστης, μετά την προβλεπόμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), ενημέρωση επιθυμεί να συνεχίσει με τη διαδικασία έκδοσης Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, επιβεβαιώνει το γεγονός αυτό γραπτώς στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(5) Ο χρεώστης, το συντομότερο δυνατό μετά την επιβεβαίωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του εδαφίου (4), παραχωρεί την γραπτή συγκατάθεσή του στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για να-
(i) διεξάγει έρευνα, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (8)· και
(ii) ζητήσει πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του χρεώστη, στο βαθμό που απαιτείται για τέτοια έρευνα.
(6) Χρεώστης που συμμετέχει στη διαδικασία του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, έχει ανά πάσα στιγμή την υποχρέωση να ενεργεί καλή τη πίστει και να συνεργάζεται πλήρως στη διαδικασία.
(7) Χρεώστης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6) καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο από το οποίο απαιτούνται πληροφορίες αναφορικά με το χρεώστη, έχει υποχρέωση να-
(α) αποκαλύπτουν πλήρως και έντιμα στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, έσοδα και υποχρεώσεις, καθώς και όλες τις άλλες περιστάσεις του χρεώστη που έχουν σχέση με την εν λόγω διαδικασία·
(β) συμμορφώνονται με κάθε εύλογη απαίτηση της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας για την παροχή βοήθειας, εγγράφων και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων και οποιουδήποτε χρέους, φορολογίας, εργασίας, επιχείρησης, κοινωνικής παροχής ή άλλων οικονομικών στοιχείων, αναγκαίων για την εφαρμογή της διαδικασίας στην περίπτωση του χρεώστη ή την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας.
(8) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας διεξάγει τέτοιες έρευνες, όπως αυτή κρίνει σκόπιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, για να επιβεβαιώσει την αξία του χρέους ή άλλης υποχρέωσης που γνωστοποιείται από το χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(9) Σε περίπτωση που πιστωτής ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο λαμβάνει γραπτώς αίτημα από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, για παροχή πληροφοριών και δεν παράσχει τέτοιες πληροφορίες, γραπτώς εντός είκοσι μίας (21) ημερών από τη λήψη τέτοιου αιτήματος, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δικαιούται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6), να θεωρήσει ότι η αξία του χρέους ή της υποχρέωσης είναι εκείνη που γνωστοποιείται από το χρεώστη.
(10) Σε περίπτωση που ο χρεώστης παραλείπει να προσκομίσει τις απαιτούμενες πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όπως η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να επιτρέψει, η αίτηση θεωρείται ως αποσυρθείσα.
(11) Σε περίπτωση που ο χρεώστης αποβιώσει μετά την υποβολή της, δυνάμει του παρόντος άρθρου, αίτησής του, ο διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος χρεώστη δύναται να συνεχίσει την προώθηση της αίτησης αυτής για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών.
13.-(1) Χρεώστης, ο οποίος υποβάλλει αίτηση έκδοσης Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12, ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το συντομότερο δυνατόν εάν αντιληφθεί-
(α) οποιοδήποτε λάθος ή παράλειψη στις πληροφορίες που δόθηκαν ή που συνοδεύουν την αίτηση·
(β) οποιαδήποτε ουσιώδη μεταβολή των συνθηκών του μεταξύ της ημερομηνίας αίτησης και της ημερομηνίας κατά την οποία η αίτηση εξετάζεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, και η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει την επιλεξιμότητα του χρεώστη για την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών.
(2) Αίτηση που υποβάλλεται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να αποσυρθεί, ανά πάσα στιγμή πριν από την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16, μετά από γραπτό αίτημα του χρεώστη προς την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
14.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), κατά την αξιολόγηση της αίτησης για έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που συνοδεύουν την αίτηση του χρεώστη δυνάμει των διατάξεων του άρθρού 12, προβαίνει σε έρευνες τις οποίες θεωρεί αναγκαίες, για να ικανοποιηθεί ότι, ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (3) έως (5) του παρόντος άρθρου, για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να υποθέσει ότι o χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11, εφόσον η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, συνοδεύεται από όλα τα απαιτούμενα από το εν λόγω άρθρο έγγραφα, και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δεν έχει κανένα λόγο να πιστεύει ότι οι πληροφορίες που παρέχονται προς υποστήριξη της αίτησης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχονται, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 13, είναι ελλιπείς ή ανακριβείς.
(3) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να πραγματοποιεί τέτοιες έρευνες τις οποίες κρίνει κατάλληλες για να επαληθεύσει την πληρότητα ή την ακρίβεια οποιουδήποτε θέματος που αναφέρεται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του χρεώστη, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις, τα έσοδα ή τις δαπάνες του.
(4) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (3), τα θέματα για τα οποία η Υπηρεσία αφερεγγυότητας δύναται να πραγματοποιεί έρευνα, περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
(α) Στοιχεία που σχετίζονται με τραπεζικούς λογαριασμούς, μετοχές ή άλλους λογαριασμούς που τηρούνται, αποκλειστικά ή από κοινού, από ή προς όφελος του χρεώστη με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό·
(β) στοιχεία σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και της αξίας των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων·
(γ) στοιχεία αναφορικά με υποχρεώσεις του χρεώστη·
(δ) στοιχεία αναφορικά με την απασχόληση και το εισόδημα του χρεώστη·
(ε) στοιχεία αναφορικά με πληρωμές που λαμβάνονται από το χρεώστη από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, από άλλες δημόσιες υπηρεσίες, από τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή/και οποιαδήποτε άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, και κατά πόσον οι πληρωμές αυτές πραγματοποιούνται προς το χρεώστη, υπό την ιδιότητά του ως αντιπροσώπου άλλου προσώπου·
(στ) στοιχεία αναφορικά με φόρους ή επιβαρύνσεις που επιβάλλονται από οποιοδήποτε Νόμο ή δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου που καταβάλλονται ή οφείλονται από το χρεώστη, είτε εντός είτε εκτός της Δημοκρατίας και οποιεσδήποτε επιστροφές σε σχέση με τέτοιους φόρους και τέλη που δυνατό να οφείλονται στο χρεώστη.
(5) Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θα ερμηνεύεται ως να απαιτείται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας να κάνει έρευνα σε κάθε περίπτωση.
(6) Πρόσωπο που λαμβάνει αίτημα υποβολής στοιχείων από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, στο πλαίσιο διεξαγωγής έρευνας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οφείλει να παράσχει τα στοιχεία που του ζητούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 12.
(7) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου και ειδικότερα του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, πληροφορίες σε σχέση με χρεώστη που κατέχονται από κρατικές υπηρεσίες, όπως μεταξύ άλλων, τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, το Τμήμα Φορολογίας καθώς και αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μπορούν να υποβληθούν στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και τέτοια επεξεργασία θεωρείται νόμιμη.
15.-(1) Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών σε σχέση με οποιοδήποτε εξαιρέσιμο χρέος το οποίο δεν εμπίπτει στην έννοια του επιλέξιμου χρέους, δύναται να εκδίδεται μόνο όταν ο ενδιαφερόμενος πιστωτής συναινεί, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου για την έκδοση τέτοιου διατάγματος και σε τέτοια περίπτωση το εξαιρέσιμο χρέος καθίσταται επιτρεπτό χρέος.
(2) Σε περίπτωση που χρεώστης επιθυμεί όπως αίτηση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12, για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών καλύπτει εξαιρέσιμο χρέος, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση, το γεγονός αυτό στον ενδιαφερόμενο πιστωτή, μαζί με-
(α) τέτοιες πληροφορίες για τις υποθέσεις του χρεώστη (συμπεριλαμβανομένων των πιστωτών του, τα χρέη, υποχρεώσεις, έσοδα και τα περιουσιακά του στοιχεία)· και
(β) γραπτό αίτημα όπως ο πιστωτής επιβεβαιώσει εγγράφως, κατά πόσο συναινεί, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, στην έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών σε σχέση με το εν λόγω χρέος.
(3) Ο πιστωτής, οφείλει να συμμορφωθεί με την απαίτηση η οποία προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β), του εδαφίου (2), εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης, δυνάμει των διατάξεων του εν λόγω εδαφίου.
(4) Σε περίπτωση που πιστωτής δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του εδαφίου (3), τεκμαίρεται ότι αυτός έχει συναινέσει στην έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλής σε σχέση με το συγκεκριμένο χρέος.
16.-(1) Σε περίπτωση που η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, μετά τη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, αξιολόγηση της αίτησης-
(α) είναι ικανοποιημένη ότιη αίτηση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12, έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου:
(i) Εκδίδει βεβαίωση ότι η αίτηση έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου· και
(ii) σε περίπτωση που τα συνολικά χρέη του χρεώστη υπερβαίνουν τις είκοσι πέντε χιλιάδες ευρώ (€25,000), καθορίζει με βεβαίωσή της, τον κατ 'αναλογία διαμοιρασμό του επιλέξιμου χρέους, μεταξύ των σχετικών πιστωτών του χρεώστη·
(iii) σε περίπτωση που στα επιλέξιμα χρέη, περιλαμβάνονται εξαιρέσιμα χρέη, το σύνολο των οποίων υπερβαίνει το δέκα τοις εκατόν (10%) του συνόλου των επιλέξιμων χρεών, που διαγράφονται χωρίς τη συγκατάθεση του πιστωτή σύμφωνα με τις διατάξεις του ορισμού «επιλέξιμο χρέος» του άρθρου 10, καθορίζει τον κατ' αναλογία διαμοιρασμό του δέκα τοις εκατόν (10%) τέτοιων εξαιρέσιμων χρεών, μεταξύ των σχετικών πιστωτών του χρεώστη·
(iv) ειδοποιεί το χρεώστη για την έκδοση της βεβαίωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i) και όπου αυτό εφαρμόζεται των βεβαιώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπαραγράφων (ii)· και
(v) εφόσον εξουσιοδοτηθεί γραπτώς από το χρεώστη, όπως τον εκπροσωπήσει ενώπιον του δικαστηρίου κατά τη διαδικασία έκδοσης του εν λόγω διατάγματος, καταχωρεί αίτηση στο δικαστήριο για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών συνοδευόμενη από τη βεβαίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i), και όπου αυτό εφαρμόζεται από τη βεβαίωση σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπαραγράφων (ii) και (iii), αντίγραφο της αίτησης που υποβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 12 και των δικαιολογητικών εγγράφων, εξαιρουμένης της γραπτής συγκατάθεσης του χρεώστη, που παραχωρείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (i) και (ii) του εδαφίου (5) του άρθρου 12·
(vi) σε περίπτωση που ο χρεώστης επιθυμεί να εκπροσωπηθεί ενώπιον του δικαστηρίου για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών από δικηγόρο, παραδίδει στον δικηγόρο του χρεώστη, τη βεβαίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου της υποπαραγράφου (i) και όπου αυτό εφαρμόζεται, τις βεβαιώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπαραγράφων (ii) και (iii) και όλες τις σχετικές με την αίτηση του χρεώστη πληροφορίες.
(β) εάν δεν είναι ικανοποιημένη ότι η αίτηση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12 έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, απορρίπτει την αίτηση και ειδοποιεί το χρεώστη επί τούτου.
(2) Σε περίπτωση που το δικαστήριο λαμβάνει την αίτηση που προβλέπεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), εξετάζει την αίτηση και τα δικαιολογητικά έγγραφα που την συνοδεύουν και με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3)-
(α) εάν ικανοποιηθεί ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), του άρθρου 11 πληρούνται, εκδίδει Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών σε σχέση με τα χρέη που αναφέρονται στην αίτηση που υποβάλλεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12, για τα οποία έχει ικανοποιηθεί ότι αποτελούν επιλέξιμα χρέη (στο εξής «καθορισμένα επιλέξιμα χρέη»)· ή
(β) εάν δεν ικανοποιηθεί ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11, πληρούνται, δεν εκδίδει το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών και απορρίπτει την αίτηση.
(3) Σε περίπτωση που το δικαστήριο, κρίνει ότι απαιτούνται περαιτέρω πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία για να καταλήξει σε απόφαση, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), δύναται να ορίσει την αίτηση για ακρόαση και κοινοποιεί το γεγονός αυτό στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και στον συγκεκριμένο χρεώστη.
(4) Ακρόαση, δυνάμει των διατάξεων του εδάφιου (3), διεξάγεται δημόσια, εκτός εάν το αρμόδιο δικαστήριο κρίνει απαραίτητο όπως αυτή διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών.
(5) Ο πρωτοκολλητής του δικαστηρίου ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, όπου το δικαστήριο-
(α) εκδίδει Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου 2·
(β) απορρίπτει την αίτηση, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2)· ή
(γ) αποφασίζει να πραγματοποιήσει ακρόαση, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3).
(6) Κατά την εξέταση της αίτησης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο, δύναται να μεταχειρίζεται βεβαίωση που εκδίδεται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ως αποδεικτικό στοιχείο των θεμάτων που πιστοποιούνται σε αυτό.
17.Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, το οποίο εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16, καθορίζει-
(α) το χρεώστη ο οποίος αποτελεί υποκείμενο του διατάγματος («καθορισμένος χρεώστης»)·
(β) τα χρέη («καθορισμένα επιλέξιμα χρέη») που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 16, για τα οποία το διάταγμα έχει εκδοθεί· και
(γ) σε σχέση με το κάθε καθορισμένο επιλέξιμο χρέος:
(i) Την αξία του χρέους κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12·
(ii) τον κάθε καθορισμένο πιστωτή στον οποίο οφείλεται το κάθε καθορισμένο επιλέξιμο χρέος· και
(iii) τυχόν εγγυητές των καθορισμένων επιλέξιμων χρεών του χρεώστη.
18.-(1) Με την παραλαβή της ειδοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 16, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το συντομότερο δυνατό-
(α) αποστέλλει την ειδοποίηση που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), στον καθορισμένο χρεώστη·
(β) αποστέλλει την ειδοποίηση, που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), σε κάθε καθορισμένο πιστωτή·
(γ) αποστέλλει ειδοποίηση έκδοσης του διατάγματος σε κάθε εγγυητή των καθορισμένων επιλέξιμων χρεών του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, η οποία συνοδεύεται από αντίγραφο του διατάγματος· και
(δ) συμμορφώνεται με τις διατάξεις του εδάφιου (4).
(2) Η ειδοποίηση που αποστέλλεται στον καθορισμένο χρεώστη, ως προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), συνοδεύεται από αντίγραφο του διατάγματος.
(3) Η ειδοποίηση που αποστέλλεται στον καθορισμένο πιστωτή ως προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), συνοδεύεται από-
(α) αντίγραφο του διατάγματος·
(β) δήλωση στην οποία παρατίθενται τα καθορισμένα επιλέξιμα χρέη ή τα χρέη σε σχέση με τα οποία ο εν λόγω πιστωτής είναι καθορισμένος πιστωτής· και
(γ) δήλωση στην οποία παρατίθεται το δικαίωμα ένστασης του πιστωτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, εναντίον της συμπερίληψης στο Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, καθορισμένων επιλέξιμων χρεών, που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β)·
(δ) αντίγραφο της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του χρεώστη η οποία συμπληρώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.
(4) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας καταχωρεί στο Μητρώο Διαταγμάτων Απαλλαγής Οφειλών-
(α) την ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών·
(β) το όνομα και τη διεύθυνση του σχετικού καθορισμένου χρεώστη· και
(γ) οποιεσδήποτε άλλες λεπτομέρειες οι οποίες προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β), του εδαφίου (3), του άρθρου 85.
19.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθορισμένος πιστωτής δεν δύναται, μετά την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών να-
(α) αρχίσει οποιεσδήποτε νομικές ή δικαστικές διαδικασίες εναντίον του χρεώστη ή οποιουδήποτε εγγυητή του, ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του χρεώστη, αναφορικά με τέτοια χρέη·
(β) προβαίνει σε οποιεσδήποτε ενέργειες για την προώθηση νομικών ή δικαστικών διαδικασιών που έχουν ήδη ξεκινήσει εναντίον του χρεώστη ή οποιουδήποτε εγγυητή του ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του χρεώστη, αναφορικά με τέτοια χρέη·
(γ) προβαίνει σε οποιεσδήποτε ενέργειες για την εξασφάλιση πληρωμών για καθορισμένα επιλέξιμα χρέη, από το χρεώστη ή οποιοδήποτε εγγυητή του ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του χρεώστη·
(δ) προβαίνει σε οποιεσδήποτε ενέργειες για την εκτέλεση δικαστικού διατάγματος ή απόφασης εναντίον του χρεώστη ή οποιουδήποτε εγγυητή του ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του χρεώστη·
(ε) προβαίνει σε οποιεσδήποτε ενέργειες για ανάκτηση αγαθών στην κατοχή ή υπό τη φύλαξη του χρεώστη, εκτός εάν η κυριότητα των αγαθών ανήκει στον καθορισμένο πιστωτή·
(στ) επικοινωνεί με τον καθορισμένο χρεώστη οποιονδήποτε εγγυητή ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του χρεώστη, για σκοπούς αποπληρωμής καθορισμένου επιλέξιμου χρέους, εκτός εάν η επικοινωνία γίνεται κατόπιν σχετικού αιτήματος του χρεώστη·
(στ) τερματίσει ή τροποποιήσει συμφωνία ή να απαιτήσει καταβολή πληρωμής σύμφωνα με τις πρόνοιες της εν λόγω συμφωνίας που έχει συναφθεί με καθορισμένο χρεώστη, εξαιρουμένης οποιασδήποτε συμφωνίας εξασφάλισης, βασιζόμενος μόνο στο γεγονός ότι ο χρεώστης είναι αφερέγγυος ή ότι το σχετικό Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών είναι σε ισχύ·
(η) προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια εναντίον εγγυητή ο οποίος έχει εγγυηθεί καθορισμένο επιλέξιμο χρέος του χρεώστη, λόγω του ότι έγινε αίτηση για έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών ή εκδόθηκε Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών.
(2) Καθορισμένος πιστωτής δεν δύναται μετά την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών σε σχέση με καθορισμένο επιλέξιμο χρέος, να αιτηθεί ή να προχωρήσει με-
(α) αίτηση έκδοσης διατάγματος πτώχευσης· ή
(β) επίδοση οποιασδήποτε ειδοποίησης, δυνάμει των διατάξεων του περί Πτώχευσης Νόμου.
(3) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20, και, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), μετά την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, καμία διαδικασία, εκτέλεση απόφασης ή διατάγματος ή άλλη νομική ή δικαστική διαδικασία σε σχέση με καθορισμένο επιλέξιμο χρέος, δεν ξεκινά ή συνεχίζεται εναντίον του καθορισμένου χρεώστη ή της περιουσίας του:
(4) Μετά την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, οι πληροφορίες που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 18, παραμένουν καταχωρημένες στο Μητρώο Διαταγμάτων Απαλλαγής Οφειλών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 85, για μέγιστη διάρκεια ενός (1) έτους, από την έκδοση του διατάγματος.
20.-(1) Καθορισμένος πιστωτής δύναται οποτεδήποτε μετά την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών και, εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από την έκδοση τέτοιου διατάγματος από το δικαστήριο, να υποβάλει ένσταση στο αρμόδιο δικαστήριο, αναφορικά με τη συμπερίληψη σαν καθορισμένου χρέους, χρέους για το οποίο είναι καθορισμένος πιστωτής.
(2) Ένσταση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1)-
(α) υποβάλλεται με την καταχώρηση της ειδοποίησης της ένστασης στο αρμόδιο δικαστήριο, η οποία επιδίδεται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και τον καθορισμένο χρεώστη· και
(β) δυνατό να βασίζεται μόνο σε έναν από τους λόγους που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(3) Οι λόγοι της ειδοποίησης υποβολής ένστασης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), μπορούν να είναι μόνο οι εξής-
(α) ο καθορισμένος χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας, που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11, όταν υπέβαλε την αίτηση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12·
(β) ισχύουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα, τα οποία προκαλούν ή έχουν προκαλέσει σημαντική ζημιά στον καθορισμένο πιστωτή:
(i) Υπάρχει ουσιώδης ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, ή στις άλλες πληροφορίες που παρέχονται, ή στα έγγραφα που προσκομίζονται από τον καθορισμένο χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12·
(ii) ο καθορισμένος χρεώστης έχει κηρυχθεί πτωχεύσας χωρίς το διάταγμα του δικαστηρίου να έχει ακυρωθεί ή να έχει αποκατασταθεί ο χρεώστης·
(iii) ο καθορισμένος χρεώστης, μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, και εντός ενός έτους από την έκδοσή του, διέπραξε αδίκημα, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(iv) οι διαδικασίες, που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, δεν τηρήθηκαν·
(ν) ο καθορισμένος χρεώστης, διά των ενεργειών του, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών που λήγει κατά την ημερομηνία αίτησης που υποβάλλεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 121 έχει τακτοποιήσει τις οικονομικές του υποθέσεις με τρόπο που αποσκοπεί κυρίως στο να καταστεί επιλέξιμος για την έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών.
(4) Η ακρόαση, της δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ειδοποίησης ένστασης, πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό.
(5) Μετά την ακρόαση ένστασης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο δύναται να την απορρίψει ή να κάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα-
(α) να ακυρώσει το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών·
(β) να εκδώσει διάταγμα για την τροποποίηση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, με το οποίο να αφαιρεί το καθορισμένο χρέος, που αποτέλεσε το αντικείμενο της ένστασης, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1)· ή
(γ) να διατάξει κάθε άλλο μέτρο που κρίνει σκόπιμο:
(6) Σε περίπτωση που το δικαστήριο εκδώσει απόφαση, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου-
(α) ο Πρωτοκολλητής του δικαστηρίου ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και τον καθορισμένο χρεώστη για την εν λόγω απόφαση· και
(β) η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, με την παραλαβή της ειδοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) ενημερώνει τους καθορισμένους πιστωτές καθώς επίσης και οποιοδήποτε εγγυητή καθορισμένου επιλέξιμου χρέους του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, για την απόφαση.
21.-(1) Σε περίπτωση που το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών ακυρωθεί, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 20, ο καθορισμένος χρεώστης, εκτός εάν το δικαστήριο διατάξει διαφορετικά και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), θα είναι υπεύθυνος στο ακέραιο για-
(α) όλα τα καθορισμένα χρέη που περιλαμβάνονται στο Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών· και
(β) όλες τις συσσωρευμένες καθυστερήσεις, τις χρεώσεις και τους τόκους που δημιουργήθηκαν από την ημερομηνία έκδοσης του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών μέχρι την ημερομηνία ακύρωσής του σε σχέση με τα εν λόγω καθορισμένα χρέη.
(2) Όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1)-
(α) κατά τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία προβλέπεται σε νόμο, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου, η περίοδος κατά την οποία το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών βρισκόταν σε ισχύ πριν την ακύρωσή του, δεν υπολογίζεται·
(β) υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η περίοδος ισχύος δικαστικής απόφασης εναντίον του χρεώστη αναφορικά με καθορισμένο επιλέξιμο χρέος το οποίο καλύπτεται από Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, σύμφωνα με τον Κανονισμό 8, της Διάταξης 40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, επεκτείνεται για όσο χρόνο βρισκόταν σε ισχύ το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, πριν την ακύρωσή του.
(3) Σε περίπτωση που Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών ακυρώνεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 20, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, εντός τριών (3) μηνών διαγράφει από το Μητρώο Διαταγμάτων Απαλλαγής Οφειλών όλες τις πληροφορίες που καταγράφηκαν σε αυτό όσον αφορά το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών.
22.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20, με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών ο καθορισμένος χρεώστης και οποιοσδήποτε εγγυητής καθορισμένου επιλέξιμου χρέους του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, απαλλάσσονται από το καθορισμένο επιλέξιμο χρέος, καθώς και από όλες τις συσσωρευμένες καθυστερήσεις, τις χρεώσεις και τους τόκους που δημιουργήθηκαν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης του χρεώστη, δυνάμει του άρθρου 12 για έκδοση Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, μέχρι την ημερομηνία έκδοσης του Διατάγματος από το Δικαστήριο, τα οποία καθίστανται πληρωτέα σε σχέση με τα εν λόγω καθορισμένα χρέη.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20, με την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, καθορισμένος χρεώστης απαλλάσσεται, από οποιαδήποτε υποχρέωση η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα εγγύησης ή άλλης ανεξασφάλιστης υποχρέωσης που ο χρεώστης έδωσε σε σχέση με υποχρέωση τρίτου, νοουμένου ότι τέτοια υποχρέωση δεν δημιουργεί χρέος για ποσό το οποίο καθίσταται απαιτητό πριν ή κατά την έναρξη της ισχύος του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών.
(3) Σε περίπτωση που ο καθορισμένος χρεώστης απαλλαγεί από το καθορισμένο επιλέξιμο χρέος δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, μετά την πάροδο ενός έτους από την έκδοση του Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών,-
(α) διαγράφει από το Μητρώο Διαταγμάτων Απαλλαγής Οφειλών όλες τις πληροφορίες που καταχωρήθηκαν σε αυτό, όσον αφορά το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών· και
(β) αποστέλλει ειδοποίηση στους καθορισμένους πιστωτές και τους εγγυητές καθορισμένων επιλέξιμων χρεών του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, ενημερώνοντάς τους για την εν λόγω διαγραφή.
(4) Η απαλλαγή καθορισμένου χρεώστη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), απαλλάσσει επίσης οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο από οποιαδήποτε υποχρέωση υπό τη μορφή εγγύησης, για τα καθορισμένα επιλέξιμα χρέη του καθορισμένου χρεώστη.
23. Χρεώστης ο οποιος επιθυμεί να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπλήρώμής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, οφείλει πριν να υποβάλει πρόταση για τέτοιο σχέδιο στους πιστωτές του, να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου.
24.-(1) Χρεώστης για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 23, υποβάλλει σε σύμβουλο αφερεγγυότητας της επιλογής του, ένορκη δήλωση στην οποία αποκαλύπτει όλα τα οικονομικά του στοιχεία και υποθέσεις, η οποία περιλαμβάνει-
(α) πληροφορίες, σε σχέση με -
(i) τους πιστωτές του·
(ii) τα χρέη και άλλες υποχρεώσεις του, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε τυχόν υπερχρεώσεων που κατά την άποψή του παράνομα επιβλήθηκαν από τους πιστωτές του·
(iii) τα περιουσιακά του στοιχεία·
(iv) τυχόν εγγυήσεις που έχουν δοθεί από το χρεώστη σε σχέση με το χρέος άλλου προσώπου, καθώς και όλες τις σχετικές πληροφορίες σε σχέση με εγγυήσεις που έχουν δοθεί από άλλα πρόσωπα σε σχέση με τα δικά του χρέη, περιλαμβανομένων των ονομάτων των εγγυητών· και
(β) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες ή στοιχεία του ζητηθούν από το σύμβουλο αφερεγγυότητας.
(2) Μετά την παραλαβή των στοιχείων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας πραγματοποιεί συνάντηση με το χρεώστη και-
(α) τον συμβουλεύει γραπτώς, βάσει των πληροφοριών που έχουν αποκαλυφθεί, αναφορικά με τις επιλογές του για αντιμετώπιση των οικονομικών του δυσκολιών και ειδικότερα κατά πόσο ικανοποιεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο παρόν Κεφάλαιο για να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής· και
(β) του παρέχει-
(i) πληροφορίες σχετικά με την προβλεπόμενη διαδικασία και τις γενικότερες συνέπειες, περιλαμβανομένων των πιθανών εξόδων, από τη συμμετοχή του ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(ii) γραπτές πληροφορίες αναφορικά με την καταβολή των προβλεπόμενων εξόδων και άλλες προϋποθέσεις που διέπουν το διορισμό του προσωπικού σύμβουλου αφερεγγυότητας, σε περίπτωση που αυτός διοριστεί, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), καθώς και για το συνολικό κόστος χειρισμού της περίπτωσής του από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας και τις παραμέτρους που δυνατό να επηρεάσουν το εν λόγω κόστος σε κάθε στάδιο της διαδικασίας·
(iii) γραπτές πληροφορίες αναφορικά με το συμβατικό δικαίωμα του συμβούλου αφερεγγυότητας σε περίπτωση διορισμού του, να απαιτήσει τα έξοδά του για τις παρεχόμενες υπηρεσίες·
(iv) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες ή στοιχεία, κρίνει απαραίτητα ο σύμβουλος αφερεγγυότητας.
(3) Σε περίπτωση που ο χρεώστης, μετά τη συνάντήση που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), επιθυμεί να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, επιβεβαιώνει γραπτώς το διορισμό του συμβούλου αφερεγγυότητας, για να ενεργεί εκ μέρους του ως σύμβουλος αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου και υπογράφει σχετική συμφωνία εκπροσώπησης με το σύμβουλο αφερεγγυότητας, στην οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εκπροσώπησης, περιλαμβανομένων των εξόδων παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Κανονισμών του 2015.
(4) Με την παραχώρηση της βεβαίωσης και την υπογραφή της συμφωνίας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), o σύμβουλος αφερεγγυότητας-
(α) επιβεβαιώνει γραπτώς στο χρεώστη ότι συγκατατίθεται στο διορισμό του ως συμβούλου αφερεγγυότητας του· και
(β) ειδοποιεί γραπτώς την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας σχετικά με τον διορισμό του.
(5) Σε περίπτωση που διορίζεται σύμβουλος αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), ο διορισμός του βρίσκεται σε ισχύ και ο χρεώστης δεν δύναται να διορίσει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ως σύμβουλο αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του εν λόγω εδαφίου, μέχρι-
(α) τον τερματισμό του διορισμού του σύμβουλου αφερεγγυότητας από το χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25·
(β) την παραίτηση του συμβούλου αφερέγγυότητας, δυνάμει των διάτάξεων του άρθρου 26· ή
(γ) την αντικατάσταση τομ συμβούλου αφερεγγυότητας όταν, για λόγους υγείας ή άλλους λόγους δεν είναι πλέον σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντά του ή δεν είναι πλέον εξουσιοδοτημένος να ασκεί καθήκοντα συμβούλου αφερεγγυότητας σε σχέση με το χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 27.
25.-(1) Χρεώστης, ο οποίος έχει διορίσει σύμβουλο αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 24, δύναται να τερματίσει τον εν λόγω διορισμό, όταν κατά την κρίση του ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ενεργεί κακόπιστα σε σχέση με την αίτησή του ή υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων του συμβούλου αφερεγγυότητας με αυτά του ίδιου, παραδίδοντας γραπτή ειδοποίηση στο σύμβουλο αφερεγγυότητας, με την οποία καθορίζεται η ημερομηνία τερματισμού και παρατίθενται οι λόγοι τερματισμού του διορισμού του.
(2) Χρεώστης ο οποίος τερματίζει το διορισμό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για τον τερματισμό μόλις αυτό καταστεί πρακτικά εφικτό.
(3) Χρεώστης, ο οποίος έχει τερματίσει το διορισμό του συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διορίζει νέο σύμβουλο αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτη, το συντομότερο δυνατό και ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για το διορισμό αντικαταστάτη συμβούλου αφερεγγυότητας.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ο οποίος διορίστηκε ως αντικαταστάτης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), ενημερώνει το συντομότερο δυνατό τους καθορισμένους πιστωτές του χρεώστη για το γεγονός αυτό, όταν η αντικατάστασή του πραγματοποιήθηκε μετά την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39.
(5) Σε περίπτωση που διορίζεται σύμβουλος αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτης, δύνάμει των διατάξέων του έδαφίου (3) -
(α) ο διορισμός του δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε ενεργειών ή πράξεων έγιναν, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, από τον αρχικό σύμβουλο αφερεγγυότητας·
(β) προστατευτικό διάταγμα ή Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που είναι σε ισχύ σε σχέση με το χρεώστη, παραμένει σε ισχύ.
26.-(1) Σύμβουλος αφερεγγυότητας, ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 24, δύναται να παραιτηθεί με την επίδοση γραπτής ειδοποίησης στο χρεώστη, στην οποία καθορίζεται η ημερομηνία τερματισμού των υπηρεσιών του και η οποία δεν μπορεί να απέχει λιγότερο από ένα μήνα από την ημέρα που παραδίδεται η ειδοποίηση.
(2) Σύμβουλος αφερεγγυότητας ο οποίος παραιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ειδοποιεί σχετικά την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας το συντομότερο δυνατό.
(3) Χρεώστης, ο οποίος λαμβάνει ειδοποίηση παραίτησης από το σύμβουλο αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), διορίζει άμεσα νέο σύμβουλο αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτη και ενημερώνει το συντομότερο δυνατό την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για το διορισμό του εν λόγω αντικαταστάτη.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας που διορίστηκε ως αντικαταστάτης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), ειδοποιεί το συντομότερο δυνατό τους πιστωτές για την αντικατάσταση του συμβούλου αφερεγγυότητας, όταν η αντικατάστασή του παραγματοποιήθηκε μετά την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39.
(5) Σε περίπτωση που έχει διοριστεί σύμβουλος αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)-
(α) ο διορισμός του δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε ενεργειών ή πράξεων έγιναν, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, από τον αρχικό σύμβουλο αφερεγγυότητας·
(β) προστατευτικό διάταγμα ή Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, που είναι σε ισχύ σε σχέση με το χρεώστη, παραμένει σε ισχύ.
27.-(1) Σεπερίπτωση που σύμβουλος αφερεγγυότητας, ο οποίος διορίζεται, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 24-
(α) πεθαίνει·
(β) καθίσταται ανίκανος λόγω ασθένειας ή άλλου λόγου να ασκεί τα καθήκοντα του ως σύμβουλος αφερεγγυότητας· ή
(γ) δεν είναι πλέον εξουσιοδοτημένος να εκτελεί τα καθήκοντα του συμβούλου αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου,
ο χρεώστης μόλις λάβει γνώση του εν λόγω γεγονότος, διορίζει άμεσα νέο σύμβουλο αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτη.
(2) Σύμβουλος αφερεγγυότητας που διορίζεται από το χρεώστη ως αντικαταστάτης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ειδοποιεί το συντομότερο δυνατό τους καθορισμένους πιστωτές του χρεώστη για το γεγονός της αντικατάστασης του συμβούλου αφερεγγυότητας, όταν η αντικατάσταση αυτού πραγματοποιήθηκε μετά την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 39.
(3) Σε περίπτωση που έχει διοριστεί σύμβουλος αφερεγγυότητας ως αντικαταστάτης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2)-
(α) ο διορισμός του δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε ενεργειών ή πράξεων έγιναν, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, από τον αρχικό σύμβουλο αφερεγγυότητας·
(β) προστατευτικό διάταγμα ή Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, που είναι σε ισχύ σε σχέση με το χρεώστη, παραμένει σε ισχύ.
28.-(1) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας αμέσως μετά το διορισμό του, εξετάζει τις δηλώσεις του χρεώστη που υποβάλλονται, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 24 και βοηθά το χρεώστη να συμπληρώσει την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Κατά τη συμπλήρωση της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο χρεώστης έχει υποχρέωση σε πλήρη και έντιμη αποκάλυψη των οικονομικών του στοιχείων και υποθέσεων και σε επιβεβαίωση ότι εξ όσων ο ίδιος γνωρίζει ή πιστεύει, η Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων είναι αληθής, ακριβής και πλήρης:
(3) Κατά τη συμπλήρωση ή/και επιβεβαίωση της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), o σύμβουλος αφερεγγυότητας εφόσον εξουσιοδοτηθεί γραπτώς από το χρεωστη, έχει προσβαση σε οποιαδήποτε στοιχεία εχει ήδη υποβάλει ο χρεώστης σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα κατά την εφαρμογή των διαδικασιών που καθορίζονται στον Κώδικα Συμπεριφοράς, ο οποίος είναι προσαρτημένος στην Οδηγία Διαχείρισης Καθυστερήσεων, όπου αυτό εφαρμόζεται, καθώς και να απαιτήσει την προσκόμιση οποιωνδήποτε επιπλέον στοιχείων.
29.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), όταν χρεώστης έχει συμφέρον ή δικαίωμα κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, το εν λόγω συμφέρον ή δικαίωμα για σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, αντιμετωπίζεται ως περιουσιακό στοιχείο του χρεώστη, μόνο σε περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω συμφέρον ή δικαίωμα έχει ως αποτέλεσμα ο χρεώστης να λάβει πριν ή κατά τη διάρκεια της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής οποιοδήποτε ποσό, είτε εφάπαξ είτε υπό την μορφή σειράς πληρωμών.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν αναιρούν την υποχρέωση του χρεώστη που υποβάλλει αίτηση για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος, να προβεί στην αποκάλυψη οποιουδήποτε συμφέροντος ή δικαιώματός του, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, όταν συμπληρώνει την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «συμφέρον ή δικαίωμα» περιλαμβάνει συμφέρον ή δικαίωμα που απορρέει από σχετική σύνταξη ή από οποιοδήποτε ασφαλιστικό συμβόλαιο ή ταμείο πλεονασμού ή οποιαδήποτε αποζημίωση για παράνομο τερματισμό απασχόλησης ή οποιαδήποτε άλλη σύμβαση δυνατό να παρέχει εισόδημα ή οποιοδήποτε χρηματικό ποσό στο χρεώστη.
30.-(1) Με τη συμπλήρωση της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, στη βάση των πληροφοριών που του αποκαλύφθηκαν από το χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συμβουλεύει το χρεώστη για τα ακόλουθα-
(α) τις επιλογές που έχει στη διάθεσή του για την αντιμετώπιση των οικονομικων του δυσκολιών καθώς και τις συνέπειές τους, περιλαμβανομένων των ακόλουθων επιλογών:
(i) Να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(ii) να διαπραγματευτεί με τον ή τους πιστωτές του με σκοπό την αναδιάρθρωση του χρέους που του/τους οφείλεται, είτε ως μέρος διαδικασίας διαχείρισης καθυστερήσεων βάσει της Οδηγίας Διαχείρισης Καθυστερήσεων ή άλλως πως·
(iii) να υποβάλει αίτηση για Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών·
(iv) να υποβάλει αίτηση πτώχευσης·
(β) το κατά πόσο πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35, για να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(γ) τις συνέπειες οποιασδήποτε επιλογής του σε τυχόν εγγυητές του.
(2) Οι συμβουλές που δίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) πρέπει να βασίζονται-
(α) στην οικονομική και άλλη κατάσταση του χρεώστη όπως προκύπτει από την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων·
(β) στο κατά πόσο ο χρεώστης θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις που σχετίζονται με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής σε συνεχή βάση και εδικότερα λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητας του χρεώστη για αποπληρωμή, κατά το χρόνο και μετά το χρόνο κατά τον οποίο δίνεται η συμβουλή·
(γ) στη φύση και την έκταση των χρεών που οφείλονται από το χρεώστη στους πιστωτές του και σε περίπτωση εξασφαλισμένων χρεών, όπου αυτό εφαρμόζεται, τη φύση της εξασφάλισης·
(δ) στην πολυπλοκότητα της περίπτωσης του χρεώστη·
(ε) στην πιθανότητα, κατά την άποψη του συμβούλου αφερεγγυότητας, διαμόρφωσης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής με όρους οι οποίοι θα παρείχαν για το χρεώστη και την πλειοψηφία των πιστωτών του, μια αποδεκτή εναλλακτική πρόταση σε σχέση με την περίπτωση πτώχευσης του χρεώστη, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου·
(στ) στη φύση και την έκταση ανεξασφάλιστων χρεών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, τα οποία εξασφαλίζονται από απλή υπόσχεση εκπλήρωσης, η οποία εφαρμόζεται εναντίον οποιουδήποτε προσώπου, αλλά ο πιστωτής δεν αποκτά εμπράγματο δικαίωμα επί των χρεών αυτών·
(3) Κατά την παροχή συμβουλών προς το χρεώστη, δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), αναφορικά με την καταλληλότητα συμμετοχής του σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας λαμβάνει υπόψη του-
(α) κατά πόσο ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για να συμμετέχει σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(β) την αξία άνεξασφάλιστων χρεών του χρεωστη συγκρινόμενα με την αξία των εξασφαλισμένων χρεών του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας παρέχει τις συμβουλές του στο χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, γραπτώς και τις αιτιολογεί πλήρως.
(5) Σε περίπτωση που σύμφωνα με τη συμβουλή του σύμβουλου αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ο χρεώστης δεν θα πρέπει να υποβάλει πρόταση για ή να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής,ο διορισμός του εν λόγω συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 24 τερματίζεται:
31. Χρεώστης, ο οποίος μετά την παροχή συμβουλής, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 30, αποφασίζει να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δίνει οδηγίες γραπτώς στον σύμβουλο αφερεγγυότητας για να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
32. Με την παραλαβή των οδηγιών του χρεώστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 31, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας προβαίνει σε γραπτή δήλωση με την οποία επιβεβαιώνει ότι έχει την άποψη ότι-
(α) η Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, εξ όσων ο ίδιος δύναται να γνωρίζει, έχει δεόντως συμπληρωθεί από το χρεωστη·
(β) ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35 για υποβολή πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(γ) έχοντας λάβει υπόψη την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, όπως αυτή συμπληρώθηκε από το χρεώστη, είναι πολύ πιθανό να εξακολουθήσει να είναι αφερέγγυος μέσα σε περίοδο πέντε (5) ετών από την ημερομηνία της δήλωσής του·
(δ) λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες του χρεώστη, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, κρίνεται σκόπιμο όπως ο χρεώστης υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, εφόσον υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών.
33.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος νόμου, χρεώστης ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35, δύναται να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προς τους πιστωτές του, σε σχέση με την αποπληρωμή, ή την αναδιάρθρωση των χρεών του.
(2) Η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής γίνεται εκ μέρους του χρεώστη από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
(3) Σε περίπτωση που δύο ή περισσότεροι χρεώστες είναι συνοφειλέτες σε όλα τα χρέη που θα καλύπτονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, και ικανοποιούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35, οι εν λόγω χρεώστες μπορούν να υποβάλουν κοινή πρόταση για Προσωπικό ΣΧέδιο Αποπληρωμής, και, εκτός όπου προβλέπεται διαφορετικά, οποιαδήποτε αναφορά στο παρόν Μέρος σε «χρεώστη» θα ερμηνεύεται ως αναφορά σε τέτοιους κοινούς χρεώστες:
(4) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (3), χρεώστης δύναται να υποβάλλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, στη βάση του ότι αυτό θα τυγχάνει κοινής διαχείρισης από σύμβουλο αφερεγγυότητας, με ένα ή περισσότερα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής, νοουμένου ότι, κατά την άποψη του συμβούλου αφερεγγυότητας-
(α) τα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής μπορούν εύλογα να τυγχάνουν κοινής διαχείρισης λόγω της οικονομικής σχέσης των σχετικών χρεωστών·
(β) οι όροι του κάθε Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που θα τυγχάνει κοινής διαχείρισης με άλλα, καθορίζουν με ικανοποιητική λεπτομέρεια πως θα λειτουργήσει η εν λόγω κοινή διαχείριση, περιλαμβανομένων:
(i) Της μεταχείρισης κοινών και προσωπικών περιουσιακών στοιχείων και της μεταχείρισης των κοινών και προσωπικών χρεών·
(ii) του κατά πόσο, η έγκριση ενός Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής εξαρτάται από την έγκριση οποιουδήποτε άλλου Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(iii) τις συνέπειες της αποτυχίας ή του πρόωρου τερματισμού ενός Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής επί οποιουδήποτε άλλου Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, και ειδικότερα, κατά πόσο αποτελεί προυπόθεση, για να θεωρηθεί ως επιτυχημένο το κάθε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, τα άλλα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής να ολοκληρωθούν με επιτυχία·
(iv) όπου λαμβάνεται κοινή πληρωμή από δύο ή περισσότερους χρεώστες, ο τρόπος με τον οποίο η εν λόγω πληρωμή θα κατανεμηθεί μεταξύ των πιστωτών κάτω από το κάθε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(5) Η διαχείριση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής από κοινού με ένα ή περισσότερα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), γίνεται χωρίς επηρεασμό της εφαρμογής των υπόλοιπων διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου σε κάθε ένα από τα Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής.
(6) Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν δύναται να εμπεριέχει οποιοδήποτε όρο που να απαλλάσσει το χρεώστη από εξαιρετέο χρέος ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να επηρεάσει τέτοιο χρέος.
34. Χρεώστης δύναται να συμμετέχει ως καθορισμένος χρεώστης, κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής μόνο μία (1) φορά σε περίοδο είκοσι (20) ετών.
35.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του παρόντος Κεφαλαίου, χρεώστης είναι επιλέξιμος για να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, εάν πληροίτα ακόλουθα κριτήρια -
(α) έχει τη συνήθη του διαμονή στη Δημοκρατία:
(β) είναι αφερέγγυος·
(γ) υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, σύμφωνα με την δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 32·
(δ) έχει συμπληρώσει την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων και υπέβαλε ένορκη δήλωση με την οποία επιβεβαιώνει ότι η κατάσταση των περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων, εσόδων και εξόδων του είναι ακριβής και πλήρης·
(ε) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας του χρεώστη έχει συμπληρώσει τη γραπτή δήλωση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ), του άρθρου 32, σε σχέση με το χρεώστη·
(στ) Ο χρεώστης έχει συγκατατεθεί σε ετπβεβαίωση των οικονομικών του στοιχείων από το Σύμβουλο Αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28·
(ζ) ο χρεώστης δεν είναι:
(i) Πτωχεύσας ο οποίος δεν αποκαταστάθηκε·
(ii) πτωχεύσας που αποκαταστάθηκε και υπόκειται σε διάταγμα για πληρωμή μισθού ή αποδοχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 52 του περί Πτώχευσης Νόμου.
(η) ο χρεώστης:
(i) Δεν υπήρξε καθορισμένος χρεώστης σε προστατευτικό διάταγμα κατά τη διάρκεια περιόδου δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(ii) δεν έχει απαλλαγεί από τα χρέη του δυνάμει Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών, κατά τη διάρκεια περιόδου τριών (3) ετών πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(iii) δεν έχει αποκατασταθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, κατά τη διάρκεια περιόδου πέντε (5) ετών, πριν από την ημερομηνία υποβολής αίτησης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(2) [Διαγράφηκε].
(3) Χρεώστης δεν είναι επιλέξιμος για υποβολή πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής όταν συντρέχουν οι περιπτώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 91 και 92 του παρόντος Νόμου.
36.-(1) Χρέος προς τη Δημοκρατία ή τις αρχές τοπικής διοίκησης, όπως αυτό ερμηνεύεται στο εδάφιο (2), συμπεριλαμβάνεται σε πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1), ο όρος «χρέος προς τη Δημοκρατία ή τις αρχές τοπικής διοίκησης» σημαίνει-
(α) Oποιαδήποτε χρηματοοικονομική υποχρέωση του χρεώστη που προκύπτει από φόρο, τέλος ή άλλη χρέωση παρόμοιας φύσης ή δικαιώματα οφειλόμενα ή καταβλητέα στη Δημοκρατία∙
(β) οποιοδήποτε ποσό καταβλητέο από τον χρεώστη δυνάμει των διατάξεων του περί Δήμων Νόμου και οποιωνδήποτε δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών∙
(γ) οποιοδήποτε ποσό καταβλητέο από τον χρεώστη δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινοτήτων Νόμου και οποιωνδήποτε δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών.
(3) [Καταργήθηκε].
(4) [Καταργήθηκε].
(5) [Καταργήθηκε].
(6) [Καταργήθηκε].
37.-(1) Σύμβουλος αφερεγγυότητας ο οποίος με οδηγίες του χρεώστη δυνάμει του άρθρου 31, προτίθεται να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό ΣχέδιοΑποπληρωμής,καταχωρεί αίτηση στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, εκ μέρους του χρεώστη, για την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού.
(2) Η αίτηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1), υποβάλλεται σε έντυπο της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας και συνοδεύεται από τέτοιο τέλος (αν υπάρχει) που δυνατό να καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6, καθώς και με τα ακόλουθα έγγραφα:
(α) τη δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 32·
(β) έγγραφο το οποίο υπογράφεται από το χρεώστη στο οποίο επιβεβαιώνεται ότι ικανοποιεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας τα οποία καθορίζονται στο άρθρο 35·
(γ) τη δήλωση του χρεώστη που αναφέρεται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 35 όπου αυτό εφαρμόζεται·
(δ) την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων·
(ε) κατάσταση των πιστωτών του χρεώστη και των σχετικών χρεών του, στην οποία καθορίζεται σε σχέση με τον κάθε ένα πιστωτή-
(i) το ποσό κάθε χρέους που οφείλεται στον κάθε πιστωτή·
(ii) κατά πόσο, αναφορικά με το εν λόγω χρέος, ο πιστωτής είναι εξασφαλισμένος πιστωτής και εάν ναι, τη φύση της εξασφάλισης·
(iii) εάν, σε σχέση με κάθε χρέος υπάρχει εγγύηση, και εάν ναι, την έκταση της εν λόγω εγγύησης·
(iv) τη φύση και την έκταση ανεξασφάλιστων χρεών· και
(v) κάθε άλλη πληροφορία που δυνατόνα καθορίζεται.
(στ) Τη γραπτή συναίνεση του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, για-
(i) αποκάλυψη των δεδομένων του στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας·
(ii) την επεξεργασία των δεδομένων του από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας· και
(iii) αποκάλυψη, από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, στους πιστωτές του χρεώστη, των προσωπικών δεδομένων του εν λόγω χρεώστη, στο βαθμό που απαιτείται από τη διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που προβλέπεται στο παρόν Κεφάλαιο· και
(ζ) τη γραπτή συναίνεση του χρεώστη για τη διεξαγωγή έρευνας από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 38.
(3) Αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύναται να αποσυρθεί σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 39 από το χρεώστη ή από το σύμβουλο αφερεγγυότητας εάν κριθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ότι ο χρεώστης δεν πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στο άρθρο 35 ή ότι ο χρεώστης έχει διαπράξει οποιοδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
(4) Σε περίπτωση που σύμβουλος αφερεγγυότητας διαπιστώσει οποιαδήποτε ανακρίβεια ή παράλειψη σε αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου ή σε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που συνοδεύει την εν λόγω αίτηση, ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας το συντομότερο δυνατό και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας λαμβάνει υπόψη της την εν λόγω ενημέρωση κατά τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης.
38.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησης που υποβάλλεται από σύμβουλο αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 37, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να απαιτεί οποιεσδήποτε επιπρόσθετες, σχετικές με την αίτηση,πληροφορίες από το χρεώστη ή τον σύμβουλο αφερεγγυότητας και να αναβάλλει την περαιτέρω εξέταση της αίτησης μέχρι την προσκόμιση των εν λόγω πληροφοριών.
(2) Σε περίπτωση που ο χρεώστης ή ο σύμβουλος αφερεγγυότητας παραλείπουν να προσκομίσουν τις απαιτούμενες πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δυνάμει του εδαφίου (1), εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημέρα που λαμβάνουν την ειδοποίηση από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όπως η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να επιτρέψει, η αίτηση θεωρείται ως αποσυρθείσα.
(3) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), κατά την εξέταση της αίτησης, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να προβαίνει σε έρευνα για να ικανοποιηθεί-
(α) Ότι ο σύμβουλος αφερεγγυότητας είναι πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας·
(β) λαμβάνοντας υπόψη τα έγγραφα τα οποία είναι απαραίτητο να συνοδεύουν την αίτηση στο δικαστήριο για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος -
(i) ότι ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που καθορίζονται στο άρθρο 35· και
(ii) η αίτηση έχει σοβαρή βάση και/ή δε συνιστά προσπάθεια παρεμπόδισης των προσπαθειών των πιστωτών να ανακτήσουν τα χρέη που τους οφείλονται.
(4) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (5) έως (7), για τους σκοπούς του εδαφίου (3), η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δικαιούται να θεωρεί ότι ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για Προσωπικό Σχέδιο Αποττληρωμής που καθορίζονται στο άρθρο 35, εάν τα έγγραφα που απαιτείται όπως υποβληθούν στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας έχουν πράγματι υποβληθεί και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δεν έχει λόγο να πιστεύει ότι οι πληροφορίες που έχουν δοθεί με ή προς υποστήριξη της αίτησης για την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού είναι ελλιπείς ή/και ανακριβείς.
(5) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να προβαίνει σε οποιεσδήποτε απαραίτητες έρευνες για να εξακριβώσει την πληρότητα ή την ακρίβεια οποιουδήποτε θέματος αναφέρεται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων ή σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις, τα έσοδα ή τις δαπάνες του χρεώστη.
(6) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (5), τα θέματα για τα οποία η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας μπορεί να προβεί σε έρευνα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα-
(α) στοιχεία που αφορούν τους τραπεζικούς λογαριασμούς, μετοχές ή άλλους λογαριασμρύς που τηρούνται αποκλειστικά ή από κοινού, από ή προς όφελος του χρεώστη σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό·
(β) στοιχεία που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη και την αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων·
(γ) στοιχεία που αφορούν τις υποχρεώσεις του χρεώστη·
(δ) παροχές που λαμβάνει ο χρεώστης από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή από άλλη Υπηρεσία της Δημοκρατίας ή από άλλους οργανισμούς της Δημοκρατίας και κατά πόσο τέτοιες παροχές λαμβάνονται εκ μέρους οποιουδήποτε άλλου προσώπου·
(ε) στοιχεία που αφορούν φόρους ή επιβαρύνσεις που καταβλήθηκαν ή κατέχονται από το χρεώστη δυνάμει οποιουδήποτε Νόμου της Δημοκρατίας είτε εντός ή εκτός της Δημοκρατίας και οποιεσδήποτε επιστροφές σε σχέση με τέτοιους φόρους ή επιβαρύνσεις οι οποίες δυνατό να οφείλονται στο χρεώστη·
(7) Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν θα ερμηνεύεται ως να απαιτούσε από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας να προβεί σε τέτοια έρευνα σε κάθε περίπτωση.
(8) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει ειδοποίηση για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου, έχει υποχρέωση να παρέχει τις πληροφορίες που του ζητούνται το συντομότερο δυνατό.
(9) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου ή Κανονισμών για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πληροφορίες που κατέχονται ή διατηρούνται από οποιαδήποτε κρατική υπηρεσία ή αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σε σχέση με το χρεώστη, παραχωρούνται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας εφόσον αυτό τους ζητηθεί.
39.-(1) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας μετά από την εξέταση της αίτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38, όταν-
(α) είναι ικανοποιημένη ότι η αίτηση είναι ορθά συμπληρωμένη και πλήρης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37·
(i) εκδίδει σχετικό προστατευτικό πιστοποιητικό που το βεβαιώνει· και
(ii) καταχωρεί μονομερή αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η οποία συνοδεύεται από το προστατευτικό πιστοποιητικό που προβλέπεται στην υποπαραγράφο (i) μαζί με αντίγραφο όλων των σχετικών εγγράφων που υποβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 37 και γραπτή εξουσιοδότηση του χρεώστη προς την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας όπως τον εκπροσωπήσει ενώπιον του δικαστηρίου κατά τη διαδικασία έκδοσης του εν λόγω Διατάγματος:
(iii) ειδοποιεί τον σύμβουλο αφερεγγυότητας για την εν λόγω καταχώριση:
(β) δεν είναι ικανοποιημένη ότι η αίτηση είναι σε τάξη, ειδοποιεί το σύμβουλο αφερεγγυότητας σχετικά και τάσσει προθεσμία είκοσι μίας (21) ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης για να της υποβληθεί είτε αναθεωρημένη αίτηση είτε επιβεβαίωση από το σύμβουλο αφερεγγυότητας, ότι, μετά από ενημέρωση και διαβούλευση με το χρεώστη, η αίτηση έχει αποσυρθεί.
(2) Το δικαστήριο παραλαμβάνει τη μονομερή αίτηση της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας ή του χρεώστη για έκδοση προστατευτικού διατάγματος, εξετάζει την αίτηση και τα έγγραφα που τη συνοδεύουν και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) ενεργεί ως ακολούθως:
(α) Εάν ικανοποιηθεί ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 35 πληρούνται και ότι οι άλλες προϋποθέσεις που σχετίζονται με την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού πληρούνται, εκδίδει προστατευτικό διάταγμα·
(β) εάν δεν ικανοποιηθεί ότι πληρούνται τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο (α), δεν εκδίδει η προστατευτικό διάταγμα.
(3) Όταν το δικαστήριο κρίνει ότι απαιτούνται περαιτέρω πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία για να καταλήξει στην απόφασή του δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), δύναται να ορίζει την αίτηση αυτή για ακρόαση και ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το χρεώστη και το σύμβουλο αφερεγγυότητας.
(4) Ακρόαση δυνάμει των διατάξεων του εδάφιου (3) διεξάγεται δημόσια, εκτός εάν το αρμόδιο δικαστήριο κρίνει απαραίτητο όπως διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών.
(5) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (6), (7) και (7Α) του παρόντος άρθρου, των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 59 και των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 72, το προστατευτικό διάταγμα ισχύει για περίοδο ενενήντα πέντε (95) ημερών από την ημέρα έκδοσής του.
(6) Όταν εκδίδεται προστατευτικό διάταγμα δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), το δικαστήριο δύναται μετά από αίτηση του συμβούλου αφερεγγυότητας, να παρατείνει την περίοδο του προστατευτικού διατάγματος για επιπρόσθετο χρόνο που δεν θα ξεπερνά τις σαράντα (40) μέρες, όταν-
(α) Ο χρεώστης και ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, ικανοποιούν το δικαστήριο ότι ενήργησαν καλή τη πίστει και εντός εύλογου χρόνου· και
(β) το δικαστήριο ικανοποιείται ότι υπάρχει προοπτική, η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής να εγκριθεί από τους πιστωτές και το σχέδιο να ολοκληρωθεί με επιτυχία από το χρεωστη.
(7) Όταν προστατευτικό διάταγμα έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), ή παρατείνεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (6), το δικαστήριο δύναται μετά από αίτηση του συμβούλου αφερεγγυότητας να παρατείνει την περίοδο ισχύος του προστατευτικού διατάγματος για περαιτέρω περίοδο που να μην ξεπερνά τις σαράντα (40) μέρες, όταν —
(α) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας έχει διοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 25 μέχρι 27, ανάλογα με την περίπτωση· και
(β) το δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί ότι η παράταση είναι αναγκαία για να μπορέσει ο σύμβουλος αφερεγγυότητας να εκτελέσει τα καθήκοντα του δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου.
(7Α) Σε περίπτωση που προστατευτικό διάταγμα έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) ή έχει παραταθεί δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (6) και (7) και έχει λήξει, το δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του συμβούλου αφερεγγυότητας, να παρατείνει περαιτέρω ή να ανανεώσει, αντίστοιχα, την περίοδο ισχύος του προστατευτικού διατάγματος, για όσο χρόνο κρίνει εύλογο, όταν λόγω έκτακτων ειδικών συνθηκών και περιστάσεων καθίσταται αδύνατη η συνέχιση των διαδικασιών, οι οποίες προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, σχετικά με προσωπικά σχέδια αποπληρωμής.
(8) Η ακρόαση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (7) διεξάγεται το ταχύτερο.
(9) Η περίοδος ισχύος του προστατευτικού διατάγματος δύναται να ανανεωθεί δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (6) και (7), μόνο μία φορά.
(10) Ο Πρωτοκολλητής του δικαστηρίου ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το χρεώστη, τον σύμβουλο αφερεγγυότητας καθώς και το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας όταν το δικαστήριο-
(α) εκδίδει το προστατευτικό διάταγμα ή παρατείνει την περίοδο ισχύος προστατευτικού διατάγματος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ανάλογα με την περίπτωση·
(β) δεν εκδίδει το προστατευτικό διάταγμα ή δεν παρατείνει τη διάρκεια ισχύος προστατευτικού διατάγματος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ανάλογα με την περίπτωση· ή
(γ) αποφασίζει να πραγματοποιήσει την ακρόαση που προβλέπεται στο εδάφιο (3).
(11) Σε περίπτωση που εκδίδεται προστατευτικό διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας-
(α) Καταχωρίζει στο Μητρώο Προστατευτικών Διαταγμάτων, επιπροσθέτως οποιωνδήποτε άλλων λεπτομερειών δυνατό να καθοριστούν δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 85, τα ακόλουθα:
(i) Το όνομα και τη διεύθυνση του χρεώστη και την ημερομηνία έκδοσης του προστατευτικού διατάγματος.
(ii) Όπου αυτό εφαρμόζεται -
(Ι) Οποιαδήποτε παράταση της ισχύος του προστατευτικού διατάγματος εγκρίνεται από το δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου· και
(ΙΙ) την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 41, καθώς και τον πιστωτή σε σχέση με τον οποίο έχει εκδοθεί τέτοιο διάταγμα· και
(iii) την ημερομηνία κατά την οποία έχει τεθεί σε ισχύ το προστατευτικό διάταγμα.
(β) Εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το προστατευτικό διάταγμα παύει να ισχύει δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, διαγράφει από το Μητρώο Προστατευτικών Διαταγμάτων όλες τις πληροφορίες που καταχωρήθηκαν σε σχέση με το προστατευτικό διάταγμα.
(12) Με την παραλαβή ειδοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (10) για την απόφαση του δικαστηρίου, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας την επιδίδει σε κάθε ένα από τους καθορισμένους πιστωτές και καταβάλλει όλες τις εύλογες προσπάθειες για να επιδόσει σε όλους τους γνωστούς εγγυητές του χρεώστη και σε περίπτωση απόφασης με την οποία εκδίδεται το προστατευτικό διάταγμα, η επίδοση από το σύμβουλο αφερεγγυότητας συνοδεύεται από δήλωσή του αναφορικά με-
(α) Την πρόθεση του χρεώστη να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(β) τις συνέπειες και τα αποτελέσμμτα του προστατευτικού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 40· και
(Υ) το δικαίωμα του καθορισμένου πιστωτή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 41 να υποβάλει αίτηση παραμερισμού του προστατευτικού διατάγματος, ενώπιον του δικαστηρίου.
(13) Επιπροσθέτως όσων αναφέρονται στο εδάφιο (12), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, αμέσως μετά την παραλαβή της ειδοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (10), προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες διαδικασίες για εγγραφή του προστατευτικού διατάγματος στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
(14) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (5), (6) και (7) του παρόντος άρθρου, προστατευτικό διάταγμα σε ισχύ κατά την ημερομηνία κατά την οποία εγκρίνεται η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 60, διατηρείται σε ισχύ μέχρι να λήξει η ισχύς του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 59.
(15) Προστατευτικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου -
(α) Καθορίζει —
(i) το όνομα του χρεώστη που υπόκειται σε αυτό,
(ii) τα καθορισμένα χρέη που καλύπτονται από αυτό· και
(iii) το όνομα του κάθε καθορισμένου πιστωτή στον οποίο οφείλεται το κάθε καθορισμένο χρέος,
και
(β) περιέχει κάθε άλλη πληροφορία που δυνατό να καθοριστεί.
(16) Κατά την εξέταση αίτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο δύναται να μεταχειρίζεται το προστατευτικό πιστοποιητικό που εκδίδεται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ως αποδεικτικό στοιχείο αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα πιστοποιείται από αυτό.
(17) Σε περίπτωση κατά την οποία η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας αποφασίσει όπως διορίσει δικηγόρο για να την εκπροσωπήσει στο δικαστήριο, οφείλει να διασφαλίζει ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων του εν λόγω δικηγόρου με αυτά του χρεώστη, ιδιαίτερα αναφορικά με την ύπαρξη οποιουδήποτε άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος δυνατό να έχει ο εν λόγω δικηγόρος σε σχέση με καθορισμένο πιστωτή.
40.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (3), (4) και (5), καθορισμένος πιστωτής στον οποίο έχει επιδοθεί προστατευτικό διάταγμα, δεν μπορεί ενόσω το εν λόγω διάταγμα βρίσκεται σε ισχύ, σε σχέση με καθορισμένο χρέος να-
(α) Κινήσει οποιεσδήποτε νομικές ή δικαστικές διαδικασίες·
(β) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για να προωθήσει οποιεσδήποτε νομικές ή δικαστικές διαδικασίες εκκρεμούν·
(γ) να προβεί σε οποιεσδήποτε ένέργείές για να εξασφαλίσει ή να ανακτήσει το χρέος·
(δ) να λάβει μέτρα εκτέλεσης ή επιβολής δικαστικής απόφασης ή διατάγματος δικαστηρίου κατά του χρεώστη·
(ε) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για ενεργοποίηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την εξασφάλισή του σε σχέση με το καθορισμένο χρέος·
(στ) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για ανάκτηση αγαθών που βρίσκονται υπό κατοχή ή φύλαξη χρεώστη, ανεξάρτητα από το αν η κυριότητα των εν λόγω αγαθών ανήκει στον καθορισμένο πιστωτή·
(ζ) να επικοινωνήσει με το χρεώστη αναφορικά με την αποπληρωμή του καθορισμένου χρέους, εκτός και εάν αυτό γίνεται μετά από αίτημα του χρεώστη·
(η) αναφορικά με οποιαδήποτε συμφωνία έχει με το χρεώστη, περιλαμβανομένης συμφωνίας εξασφάλισης εκ μόνου του λόγου ότι ο χρεώστης είναι αφερέγγυος ή ότι το προστατευτικό διάταγμα έχει εκδοθεί, να τερματίσει ή τροποποιήσει την εν λόγω συμφωνία.
(2) Ενόσω το προστατευτικό διάταγμα βρίσκεται σε ισχύ, καμία αίτηση πτώχευσης σε σχέση με το χρεώστη-
(α) δύναται να καταχωριστεί από καθορισμένο πιστωτή που εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (1) αναφορικά με καθορισμένο χρέος.
(β) δύναται να προωθηθεί, σε περίπτωση που η αίτηση έχει ήδη υποβληθεί από τέτοιο καθορισμένο πιστωτή σε σχέση με καθορισμένο χρέος.
(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), ενόσω το προστατευτικό διάταγμα βρίσκεται σε ισχύ καμία άλλη διαδικασία και κανένα μέτρο εκτέλεσης ή άλλη νομική δικαστική διαδικασία σε σχέση με καθορισμένο χρέος δύναται να αρχίσει ή να συνεχιστεί από καθορισμένο πιστωτή που εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (1), εκτός εάν δοθεί άδεια από το δικαστήριο και υπό την επιφύλαξη οποιουδήποτε διατάγματος του δικαστηρίου για αναστολή τέτοιων διαδικασιών, λήψη μέτρων εκτέλεσης ή άλλων μέτρων επιβολής, για τέτοια περίοδο όπως καθορίζεται στο διάταγμα του δικαστηρίου, εκκρεμούσης της διαδικασίας έγκρισης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(4) Ενόσω βρίσκεται σε ισχύ προστατευτικό διάταγμα δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, καμία ενέργεια από τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) μέχρι (3) δύναται να ληφθεί από καθορισμένο πιστωτή, σε σχέση με πρόσωπο το οποίο είναι συνοφειλέτης του χρεώστη, αναφορικά με χρέος προς τον καθορισμένο πιστωτή.
(5) Κατά τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία αναφέρεται στα εδάφια (1) ή (3), περιλαμβανομένου οποιουδήποτε χρόνου παραγραφής καθορίζεται στον περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, η περίοδος κατά την οποία βρίσκεται σε ισχύ προστατευτικό διάταγμα δεν υπολογίζεται.
(6) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η περίοδος ισχύος δικαστικής απόφασης εναντίον χρεώστη αναφορικά με καθορισμένο χρέος, σύμφωνα με τον Κανονισμό 8 της Διάταξης 40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, επεκτείνεται για όσο χρόνο βρίσκεται σε ισχύ Προστατευτικό Διάταγμα.
(7) Προστατευτικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παροντος αρθρου εφαρμόζεται και σε σχέση με κάθε εγγυητή οποιουδήποτε καθορισμένου χρέους του χρεωστη.
41.-(1) Καθορισμένος πιστωτής, ο οποίος θίγεται από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δύναται, εντός δεκατεσσέρων (14) ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης έκδοσης του διατάγματος, να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος σε σχέση με τον ίδιο.
(2) Αίτηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δυνατό να βασίζεται στους πιο κάτω λόγους:
(α) ο χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 35 όταν η αίτηση δυνάμει του άρθρου 39 υποβλήθηκε εκ μέρους του.
(β) ισχύουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα, τα οποία προκαλούν ή έχουν προκαλέσει σημαντική ζημιά στον καθορισμένο πιστωτή:
(i) υπάρχει ουσιώδης ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων ή στις άλλες πληροφορίες που παρέχονται ή στα έγγραφα που προσκομίζονται από το χρεώστη ή για λογαριασμό του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28·
(ii) ο χρεώστης παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 63·
(iii) ο χρεώστης έχει κηρυχθεί πτωχεύσας χωρίς το διάταγμα του δικαστηρίου να έχει ακυρωθεί ή να έχει αποκατασταθεί ο χρεώστης·
(iv) ο χρεωστης μετά την έναρξη ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής διέπραξε αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(v) οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παρόν Κεφάλαιο για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δεν τηρήθηκαν·
(vi) Ο χρεώστης διά των ενεργειών του κακόπιστα ή εκ προθέσεως, εντός περιόδου έξι (6) μηνών, η οττοία λήγει κατά την ημερομηνία της αίτησης έκδοσης προστατευτικού διατάγματος έχει τακτοποιήσει τις οικονομικές του υποθέσεις κατά τρόπο που αποσκοπεί κυρίως στο να καταστεί επιλέξιμος για την έκδοση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(3) Καθορισμένος πιστωτής ο οποίος καταχωρεί αίτηση δυνάμει του εδαφίου (1), την επιδίδει στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και στο σύμβουλο αφερεγγυότητας καθώς και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με οδηγίες του δικαστηρίου.
(4) Κατά την εξέταση αίτησης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο δεν εκδίδει το ζητούμενο διάταγμα παραμερισμού του προστατευτικού διατάγματος σε σχέση με το συγκεκριμένο καθορισμένο πιστωτή εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι —
(α) Η μη έκδοση του διατάγματος θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον καθορισμένο πιστωτή, η οποία δεν θα επροκαλείτο με οποιοδήποτε άλλο τρόπο· και
(β) κανένας άλλος καθορισμένος πιστωτής στον οποίο έχει επιδοθεί το διάταγμα δεν θα επηρεαστεί δυσμενώς σε περίπτωση έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος.
(5) Τα έξοδα αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, επιδικάζονται στη βάση της αρχής ότι ο κάθε διάδικος αναλαμβάνει τα έξοδά του, εκτός και εάν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η εφαρμογή της εν λόγω αρχής, θα οδηγούσε σε σοβαρή αδικία σε οποιοδήποτε από τα μέρη τέτοιας αίτησης, και διατάζει διαφορετικά.
(6) Όταν το δικαστήριο εκδίδει διάταγμα παραμερισμού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εκτός και εάν κρίνει ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να μην το πράξει, διατάσσει τον καθορισμένο πιστωτή που καταχώρισε την αίτηση, να κατέχει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό ή άλλα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη τα οποία ανακτήθηκαν στο πλαίσιο της αίτησης, ως εμπίστευμα προς όφελος των άλλων πιστωτών οι οποίοι περιλαμβάνονται στο προστατευτικό διάταγμα, μέχρι την έκδοση νέων οδηγιών του δικαστηρίου.
(7) Η ακρόαση της αίτησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) γίνεται το συντομότερο δυνατόν.
42.-(1) Μετά την έκδοση προστατευτικού διατάγματος, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:
(α) Δίνει γραπτή ειδοποίηση στους καθορισμένους πιστωτές και στους εγγυητές του ενδιαφερόμενου χρεώστη ότι διορίστηκε ως σύμβουλος αφερεγγυότητας από το χρεώστη για την υποβολή μίας ή περισσότερων προτάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου κατά τη διάρκεια ισχύος του προστατευτικού διατάγματος, για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και τέτοια ειδοποίηση συνοδεύεται με την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του χρεώστη:
(β) καλεί τους καθορισμένους πιστωτές-
(i) να επαληθεύσουν τα οφειλόμενα σε αυτούς χρέη από το χρεώστη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43·
(ii) να του υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν τα χρέη του χρεώστη στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45.
43.-(1) Καθορισμένος πιστωτής επαληθεύει το οφειλόμενο σε αυτόν χρέος το αργότερο εντός τριάντα πέντε (35) ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), του άρθρου 42 από το σύμβουλο αφερεγγυότητας:
(2) Χρέος, επαληθεύεται με την αποστολή μέσω διπλοσυστημένης επιστολής στο σύμβουλο αφερεγγυότητας, ένορκης δήλωσης πιστωτή που επιβεβαιώνει το χρέος και ως ημερομηνία παραλαβής της επαλήθευσης, θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ή αντιπρόσωπός του υπογράφει την ειδοποίηση παραλαβής.
(3) Η ένορκη δήλωση του εδαφίου (2) δύναται να γίνει είτε από τον ίδιο τον καθορισμένο πιστωτή ή από κάποιο άλλο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από ή για λογαριασμό του εν λόγω πιστωτή και σε τέτοια περίπτωση ο ενόρκως δηλών, αναφέρει ρητά την προς τούτο εξουσιοδότησή του και την πηγή της πληροφόρησής του.
(4) Η ένορκη δήλωση καθορισμένου πιστωτή, περιλαμβάνει λεπτομέρειες αναφορικά με, ή/και συνοδεύεται από κατάσταση λογαριασμού που αποδεικνύει τις λεπτομέρειες του χρέους ή/και τις αποδείξεις πληρωμών, εάν υπάρχουν, κατά την ημερομηνία της ένορκης δήλωσης και, όπου εφαρμόζεται, τα ονόματα όλων των εγγυητών που έχουν ευθύνη σε σχέση με χρέος του χρεώστη και την έκταση της ευθύνης που προκύπτει από την εγγύηση, κατά την ημερομηνία της υποβολής της ένορκης δήλωσης:
(5) Η ένορκη δήλωση καθορισμένου πιστωτή περιλαμβάνει πληροφορίες αναφορικά με το κατά πόσο ο πιστωτής είναι ή δεν είναι εξασφαλισμένος πιστωτής και σε περίπτωση εξασφαλισμένου πιστωτή περιλαμβάνει την εκτίμηση της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44:
(6) Τα έξοδα επαλήθευσης του οφειλόμενου στον καθορισμένο πιστωτή χρέους, περιλαμβανομένων των εξόδων της εξασφάλισης οποιωνδήποτε εγγράφων ή μαρτυρίας που απαιτείται από το σύμβουλο αφερεγγυότητας επιβαρύνουν τον πιστωτή, εκτός εάν το δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.
(7) Εντός ευλόγου χρόνου και πριν τη συνέλευση πιστωτών, κάθε καθορισμένος πιστωτής που κατέθεσε επαλήθευση των οφειλομένων σε αυτόν χρεών, έχει δικαίωμα να ενημερώνεται και να εξετάζει τις επαληθεύσεις χρεών οποιωνδήποτε άλλων πιστωτών και κάθε εγγυητής που περιλαμβάνεται στην επαλήθευση χρέους δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4), έχει δικαίωμα να ενημερώνεται και να εξετάζει τις επαληθεύσεις χρεών των πιστωτών και για το σκοπό αυτό ο σύμβουλος αφερεγγυότητας οφείλει να παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες.
(8) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας εξετάζει κάθε επαλήθευση και τους λόγους του χρέους και το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών από την παραλαβή της επαλήθευσης χρέους από τον πιστωτή, αφότου διαβουλευτεί και με το χρεώστη είτε αποδέχεται, είτε απορρίπτει εν όλω ή εν μέρει την εν λόγω επαλήθευση είτε απαιτεί περαιτέρω μαρτυρία προς υποστήριξή της και κοινοποιεί την απόφασή του γραπτώς στους πιστωτές:
(9) Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ του συμβούλου αφερεγγυότητας και οποιουδήποτε καθορισμένου πιστωτή ή όπου αυτό εφαρμόζεται, οποιουδήποτε εγγυητή, αναφορικά με την επαλήθευση οποιουδήποτε χρέους, αρμόδιο να αποφασίσει είναι το δικαστήριο, μετά από αίτηση είτε του συμβούλου αφερεγγυότητας είτε του σχετικού πιστωτή, είτε όπου αυτό εφαρμόζεται, οποιουδήποτε εγγυητή που καταχωρείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών το αργότερο από την απόφαση του συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (8).
(10) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου καταχωρίζεται αίτηση δυνάμει του εδαφίου (9), επιλαμβάνεται της υπόθεσης το συντομότερο δυνατό και αποφασίζει κατά πόσο θα επικυρώσει ή θα ακυρώσει την απόφαση του συμβούλου αφερεγγυότητας ή κατά πόσο θα διαφοροποιήσει την απόφαση του συμβούλου αφερεγγυότητας ως προς την επαλήθευση χρέους και η απόφαση του δικαστηρίου θεωρείται δεσμευτική και τελεσίδικη.
(11) Επαλήθευση καθορισμένου πιστωτή δύναται καθ' οιονδήποτε χρόνο και μέχρι να τεθεί σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, με τη σύμφωνη γνώμη του συμβούλου αφερεγγυότητας να αποσυρθεί ή να διαφοροποιηθεί σε σχέση με το ποσό που απαιτείται και σε περίπτωση που ο σύμβουλος αφερεγγυότητας δεν συμφωνεί σε τέτοια μεταβολή ή διαγραφή, αρμόδιο να αποφασίσει είναι το δικαστήριο μετά από αίτηση του πιστωτή, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσις Νόμου και του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου.
(12) Η καταχώριση αιτήσεων δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (9) μέχρι (11) του παρόντος άρθρου για έγκριση ή απόρριψη της επαλήθευσης χρέους από το δικαστήριο δεν αναστέλλει κατά τα άλλα τη διαδικασία έγκρισης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(13) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (14), καθορισμένος πιστωτής ο οποίος δεν συμμορφώνεται με απαίτηση του συμβούλου αφερεγγυότητας για επαλήθευση του χρέους του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου, δεν δικαιούται να —
(α) ψηφίσει στη συνέλευση πιστωτών· ή
(β) να έχει μερίδιο σε οποιαδήποτε κατανομή που μπορεί να γίνει στο πλαίσιο του σχετικού Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(14) Όταν καθορισμένος πιστωτής στον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (13), επαληθεύει τελικά το χρέος του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι διατάξεις του εδαφίου (13) παύουν να εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό όμως οποιωνδήποτε πράξεων ή ενεργειών έγιναν κατά την περίοδο που οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονταν.
44.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου, είναι η αγοραία αξία της εν λόγω περιουσίας, η οποία καθορίζεται σε συμφωνία μεταξύ του συμβούλου αφερεγγυότητας εκ μέρους του χρεώστη του σχετικού εξασφαλισμένου καθορισμένου πιστωτή και οποιοδήποτε εγγυητή, όπου αυτό εφαρμόζεται, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου.
(2) Εξασφαλισμένος καθορισμένος πιστωτής εντός είκοσι (20) ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης του συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 42, υποβάλλει στο σύμβουλο αφερεγγυότητας προκαταρκτική εκτίμηση της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση.
(3) Το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την ημέρα υποβολής της προκαταρτικής εκτίμησης από τον πιστωτή δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας εκ μέρους του χρεώστη και όπου αυτό εφαρμόζεται ο εγγυητής είτε-
(α) συμφωνούν μεταξύ τους και με τον καθορισμένο πιστωτή ως προς την αγοραία αξία της περιουσίας και σε τέτοια περίπτωση η εν λόγω εκτίμηση είναι δεσμευτική για όλους· είτε
(β) διορίζουν ανεξάρτητο εκτιμητή· είτε
(Υ) αποτείνονται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για να διορίσει η ίδια ανεξάρτητο εκτιμητή.
(4) Ανεξάρτητος εκτιμητής, ο οποίος διορίζεται είτε δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β), είτε δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3), καθορίζει το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από το διορισμό του, την αγοραία αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση και η εκτίμηση που γίνεται από τον εν λόγω εκτιμητή θα είναι δεσμευτική για το χρεώστη, τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, τον εξασφαλισμένο πιστωτή και όπου αυτό εφαρμόζεται, τον εγγυητή.
(5) Τα έξοδα της εκτίμησης που γίνεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4), καταβάλλονται κατ' αναλογίαν από τον εξασφαλισμένο καθορισμένο πιστωτή, το συμβουλο αφερεγγυότητας εκ μέρους του χρεώστη και όπου αυτό εφαρμόζεται, τον εγγυητή:
(6) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου-
«εκτιμητής» σημαίνει αδειούχο εκτιμητή, ο οποίος είναι εγγεγραμμένο μέλος στο Μητρώο Μελών του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου δυνάμει των διατάξεων του περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου.
«αγοραία αξία» σημαίνει το ποσό, το οποίο η περιουσία αναμένεται να αποφέρει εάν διατίθετο στην ελεύθερη αγορά από πωλητή που ενεργεί εκούσια, σε αγοραστή που ενεργεί εκούσια.
45.-(1) Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στα άρθρα 43 και 44, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας καλεί τους καθορισμένους πιστωτές να υποβάλουν, το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών, τυχόν παρατηρήσεις στο σύμβουλο αφερεγγυότητας, αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο τα χρέη του χρεώστη θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ως μέρος Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, τις οποίες ο σύμβουλος αφερεγγυότητας μελετά μαζί με οποιεσδήποτε παρατηρήσεις υποβλήθηκαν από καθορισμένο πιστωτή σε σχέση με προηγούμενες προτάσεις διευθέτησης για τον καθορισμένο χρεώστη.
(2) Μετά τη διαδικασία που προβλέπεται στο εδάφιο (1), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας υποβάλλει προς του πιστωτές μία ή περισσότερες προτάσεις για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής είτε κατά την ίδια, είτε σε διαφορετικές ημέρες κατά τη διάρκεια ισχύος του προστατευτικού διατάγματος για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής σε σχέση με τα καθορισμένα χρέη και ενημερώνει σε σχέση με την υποβολή τέτοιας πρότασης όλους τους εγγυητές που περιλαμβάνονται στη επαλήθευση χρέους δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 43.
46.-(1) Τηρουμένων των υποχρεωτικών προυποθέσεων του εδαφίου (2), οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής είναι αυτοί που συμφωνούνται με το χρεώστη και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων τουπαρόντος Κεφαλαίου εγκρίνονται από τους καθορισμένους πιστωτές του χρεώστη σε ψηφοφορία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
(2) οι υποχρεωτικές προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες:
(α) Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής πρέπει να καθορίζει με σαφήνεια τα εξασφαλισμένα και τα μη εξασφαλισμένα χρέη·
(β) η μέγιστη διάρκεια του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής είναι εξήντα μήνες και δύναται να παραταθεί για περαιτέρω περίοδο που δεν μπορεί να ξεπερνά τους δώδεκα (12) μήνες μόνο υπό τις περιστάσεις που ρητά καθορίζονται στους όρους και προϋποθέσεις του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(γ) όταν ο χρεώστης συμμορφώνεται με όλες του τις υποχρεώσεις που καθορίζονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, κατά τη λήξη του εν λόγω σχεδίου δεν απαλλάσσεται από τα εξασφαλισμένα χρέη του που καλύπτονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και συνεχίζει να υπέχει υποχρέωσης προς εξόφληση των εν λόγω χρεών σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της αρχικής σύμβασης δανείου, εκτός εάν και στο βαθμό που προβλέπεται διαφορετικά από το ίδιο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε αυτό·
(δ) οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής Προσωπικού πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα να θέσουν τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία αυτοί θα ευρίσκονταν, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, εξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών, εκτός εάν ληφθεί η συγκατάθεση του πιστωτή για την επίτευξη διαφορετικού αποτελέσματος:
(ε) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν απαιτεί από το χρεώστη να πωλεί οποιαδήποτε βιβλία, εργαλεία και άλλα αντικείμενα εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται από το χρεώστη και τα οποία λογικά είναι αναγκαία για την απασχόληση ή επιχείρηση του, εκτός εάν ο χρεώστης συναινεί ρητά στην εν λόγω πώληση·
(στ) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν περιέχει όρους οι οποίοι να απαιτούν από το χρεώστη να κάνει πληρωμές τέτοιου ύψους ώστε ο χρεώστης να μην έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδημα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης για τον εαυτό του και για τα μέλη της οικογένειάς του, εκτός εάν ο χρεώστης συναινεί ρητά·
(ζ) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει —
(i) πληρωμές για την κάλυψη των δαπανών και εξόδων του συμβούλου αφερεγγυότητας που σχετίζονται με τα θέματα που αναφέρονται στον Τίτλο Ι του παρόντος Κεφαλαίου και στη συνεχή διαχείριση του Σχεδίου, σύμφωνα με τους περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Κανονισμούς του 2015.
(ii) την πληρωμή των πάσης φύσεως φορολογικών υποχρεώσεων που προκύπτουν για το χρεώστη, αναφορικά με οποιεσδήποτε ενέργειες στις οποίες αυτός προέβη, κατά τη διάρκεια και στο πλαίσιο διαχείρισης του Σχεδίου· και ότι-
(I) τέτοιες φορολογικές υποχρεώσεις του χρεώστη πληρώνονται κατά προτεραιότητα σε σχέση με οποιεσδήποτε άλλες πληρωμές σε καθορισμένους πιστωτές· και
(ΙΙ) οποιαδήποτε παράλειψη του χρεώστη να συμμορφωθεί με τους όρους του Σχεδίου αναφορικά με τέτοιες υποχρεώσεις συνιστά παράβαση του Σχεδίου η οποία δίνει δικαίωμα στον Έφορο Φορολογίας να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 36 να αποδεχθεί τον συμβιβασμό που περιλαμβάνεται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, όπου αυτό εφαρμόζεται·
(iii) υποδεικνύει το ενδεχόμενο ύψος των τελών, εξόδων και δαπανών που πραγματοποιηθούν ή όταν αυτό δεν είναι εφικτό, τη βάση επί της οποίας τέτοια τέλη, έξοδα και δαπάνες υπολογίζονται· και
(iv) προσδιορίζει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα τα οποία καταβάλλουν τέτοια τέλη, έξοδα και δαπάνες και τον τρόπο με τον οποίο καταβλήθηκαν ή θα καταβληθούν.
(η) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει τον τρόπο με τον οποίο τα χρέη του χρεώστη θα αντιμετωπίζονται σε περίπτωση θανάτου ή διανοητικής ανικανότητάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας·
(θ) υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 50, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής διασφαλίζει ότι ο χρεώστης δεν διαθέτει όλα του τα δικαιώματα επί της κύριας κατοικίας του, περιλαμβανομένης της κατοχής τέτοιας κατοικίας·
(ι) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει οι περιστάσεις και συνθήκες του χρεώστη αναθεωρούνται από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας σε τακτά χρονικά διαστήματα, τα οποία καθορίζονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, και τα οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερα των δώδεκα (12) μηνών, κατά τη διάρκεια της περιόδου που το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής είναι σε ισχύ:
(κ) Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει ότι η αναθεώρηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), περιλαμβάνει την ετοιμασία από το χρεώστη νέας Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων για την περίοδο υπό αναθεώρηση, αντίγραφο της οποίας συνοδευόμενο από δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας ως προς το κατά πόσο θεωρεί με βάση τα γεγονότα και δεδομένα που είναι σε γνώση του την εν λόγω κατάσταση πλήρη και ακριβή, θα αποστέλλεται από το σύμβουλο αφερεγγυότητας σε κάθε καθορισμένο πιστωτή.
(λ) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει για τον τρόπο διαχείρισης της εξασφάλισης που κατέχεται από εξασφαλισμένο καθορισμένο πιστωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 48 μέχρι 51.
(μ) Οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής καθορίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες ο σύμβουλος αφερεγγυότητας υποχρεούται να προτείνει τροποποίησή του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64.
(3) Η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δύναται να εκδίδει Κώδικα Πρακτικής για σκοπούς κατεύθυνσης ως προς την εφαρμογή οποιωνδήποτε από τα θέματα που αναφέρονται στο εδάφιο (2).
(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3), κατά τον υπολογισμό του κατά πόσο ο χρεώστης θα έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδημα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης γι' αυτόν και για τα μέλη της οικογένειας του, στο πλαίσιο του Προσωπηκού Σχεδίου Αποπληρωμής, θα λαμβάνονται υπόψη οι κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8.
47.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να ενσωματώσει μία ή περισσότερες επιλογές από αυτές που καθορίζονται στο εδάφιο (2), σε σχέση με πληρωμές στους πιστωτές.
(2) Οι όροι της πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να συμπεριλάβουν ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους πληρωμής-
(α) ένα κατ' αποκοπήν ποσό πληρωμής προς τους καθορισμένους πιστωτές είτε από τους ίδιους πόρους του χρεώστη, είτε από τους πόρους άλλων προσώπων·
(β) συμφωνία πληρωμής με τους καθορισμένους πιστωτές·
(γ) μεταβίβαση συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη προς τους καθορισμένους πιστωτές γενικά ή σε συγκεκριμένο καθορισμένο πιστωτή·
(δ) πώληση καθορισμένων περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη από τον ίδιο υπό την εποπτεία του σύμβουλου αφερεγγυότητας ή από το σύμβουλο αφερεγγυότητας εκ μέρους του χρεώστη κατόπιν σχετικής γραπτής εξουσιοδότησης του χρεώστη, και την καταβολή των εσόδων από τέτοια πώληση προς τους καθορισμένους πιστωτές· ή
(ε) σε σχέση με εξασφαλισμένα χρέη, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 48 μέχρι 51, σχέδιο για τη μεταχείριση των εξασφαλίσεων και την ικανοποίηση ή την αναδιάρθρωση του εξασφαλισμένου χρέους.
(3) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, το Σχέδιο προβλέπει οι πληρωμές σε πιστωτές της ίδιας κατηγορίας να γίνονται κατ' αναλογίαν (pari passu) και όπου προβλέπεται διαφορετικά, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θα διευκρινίζει τους λόγους για τους οποίους γίνεται διαφορετική πρόβλεψη.
(4) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, όταν το σχέδιο προβλέπει για πληρωμές σε καθορισμένο πιστωτή ο οποίος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 36, οι οποίες είναι ψηλότερες από τις πληρωμές που ο εν λόγω πιστωτής θα ελάμβανε σε περίπτωση που τέτοιες πληρωμές θα γίνονταν κατ'αναλογία (pari passu), τα τέλη, έξοδα και δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 46, θα καταβάλλονται από τον εν λόγω καθορισμένο πιστωτή κατ' αναλογία των πληρωμών που του καταβλήθηκαν.
(5) Η πληρωμή των χρημάτων ή η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής μπορούν να παρασχεθούν από εγγύηση ή εξασφάλιση που δίδεται από το χρεώστη ή από εγγύηση που δίνεται από πρόσωπο άλλο από το χρεώστη και το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να περιλαμβάνει πληρωμές από τρίτα πρόσωπα.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι όροι και προϋποθέσεις Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνατό να περιλαμβάνουν πρόνοιες σχετικές με πληρωμές άλλες από αυτές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
48.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 42 μέχρι 51, οι όροι και προϋποθέσεις του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δύναται να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο τέτοια εξασφάλιση θα τύχει μεταχείρισης, και η οποία μπορεί να περιλαμβάνει-
(α) την πώληση ή οποιαδήποτε άλλη διάθεση της περιουσίας ή ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο της εξασφάλισης·
(β) την παράδοση της εξασφάλισης στο χρεώστη· ή
(γ) τη διατήρηση της εξασφάλισης από τον εξασφαλισμένο καθορισμένο πιστωτή.
(2) Παράλειψη του εξασφαλισμένου πιστωτή να προσκομίσει εκτίμηση της αξίας της εξασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44, δεν εμποδίζει το σύμβουλο αφερεγγυότητας να διαμορφώσει την πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(3) Όταν το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει την πώληση ή άλλη διάθεση ακινήτου το οποίο είναι το αντικείμενο της εξασφάλισης εξασφαλισμένου χρέους, και η ρευστοποιήσιμη αξία τέτοιας περιουσίας είναι μικρότερη του ποσού που οφείλεται σε σχέση με το εξασφαλισμένο χρέος, το υπόλοιπο που οφείλεται στον εξασφαλισμένο θα διαμοιραστεί σε ίσες αναλογίες σε μη εξασφαλισμένα χρέη που καλύπτονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και θα διαγράφεται μαζί με αυτά, με την ολοκλήρωση των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(4) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας των διατάξεων του άρθρου 47, ή των εδαφίων (1) μέχρι (3) του παρόντος άρθρου και τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 49 μέχρι 51, Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να περιλαμβάνει ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους όρους σε σχέση με εξασφαλισμένα χρέη-
(α) ότι ο χρεώστης καταβάλλει τόκους και μόνο μέρος του αρχικού κεφαλαίου του εξασφαλισμένου χρέους για καθορισμένη περίοδο που δεν θα ξεπερνά την διάρκεια της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(β) ότι ο χρεώστης καταβάλλει μόνο τόκους για το εξασφαλισμένο χρέος για καθορισμένο χρονικό διάστημα που δεν θα ξεπερνά τη διάρκεια της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(γ) ότι η περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας το εξασφαλισμένο χρέος θα έπρεπε να πληρώνεται ή ο χρόνος ή οι χρόνοι κατά τους οποίους το εξασφαλισμένο χρέος θα έπρεπε να αποπληρωθεί, θα παρατείνεται για καθορισμένη χρονική περίοδο·
(δ) ότι οι πληρωμές του εξασφαλισμένου χρέους που θα έπρεπε να γίνονται από το χρεώστη δυνατό να αναβάλλονται για καθορισμένη περίοδο η οποία δεν θα ξεπερνά τη διάρκεια ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής
(ε) ότι η βάση του επιτοκίου που σχετίζεται με το εξασφαλισμένο χρέος μπορεί να αλλάξει σε σταθερό, μεταβλητό ή με ένα περιθώριο πάνω ή κάτω από το επιτόκιο αναφοράς·
(στ) ότι το αρχικό κεφάλαιο που οφείλεται στο εξασφαλισμένο χρέος μειώνεται, νοουμένου ότι ο εξασφαλισμένος καθορισμένος πιστωτής λαμβάνει μερίδιο στην καθαρή αξία της περιουσίας που αποτελεί το αντικείμενο της εξασφάλισης·
(ζ) ότι το αρχικό κεφάλαιο που οφείλεται σε σχέση με εξασφαλισμένο χρέος μειώνεται, υπό την προυπόθεση ότι σε περίπτωση που η περιουσία που αποτελεί το αντικείμενο της εξασφάλισης πωληθεί στη συνέχεια για ποσό μεγαλύτερο από την αξία που έχει εκτιμηθεί για σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, η εξασφάλιση του εξασφαλισμένου καθορισμένου πιστωτή θα συνεχίσει να καλύπτει αυτό το μέρος της διαφοράς μεταξύ της αποδιδόμενης αξίας της περιουσίας και του ποσού για το οποίο πωλήθηκε η περιουσία, όπως καθορίζεται από τους όρους του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(η) ότι οι υφιστάμενες καθυστερημένες πληρωμές κατά την έναρξη ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και οι πληρωμές που καθίστανται απαιτητές για καθορισμένη περίοδο στη συνέχεια, θα προστίθενται στο αρχικό κεφάλαιο του εξασφαλισμένου χρέους· και
(θ) ότι το αρχικό κεφάλαιο που οφείλεται σε σχέση με το εξασφαλισμένο χρέος, μειώνεται για καθορισμένο ποσό.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου και του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, πιστωτής ο οποίος έχει προχωρήσει σε εγγραφή δικαστικής απόφασης θεωρείται εξασφαλισμένος πιστωτής για τους σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, μόνο εάν τέτοια εγγραφή έλαβε χώρα πριν την ημερομηνία έκδοσης του προστατευτικού διατάγματος.
(6) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 49, όταν το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής περιλαμβάνει όρους οι οποίοι προβλέπουν μείωση του ύψους του ποσού του δανείου, συμπεριλαμβανομένου του ποσού του αρχικού δανείου, των τόκων και των καθυστερούμενων πληρωμών, το οποίο ποσό είναι εξασφαλισμένο με εξασφάλιση κατά την ημερομηνία έκδοσης του προστατευτικού διατάγματος, τότε στους όρους του Σχεδίου, εκτός εάν ο σχετικός εξασφαλισμένος πιστωτής συναινεί για το αντίθετο, περιλαμβάνεται πρόνοια ότι το ποσό της μείωσης-
(α) είναι στην ίδια κατηγορία, και θα υποχωρήσει σε ίση αναλογία με τα μη εξασφαλισμένα χρέη που καλύπτονται από το εν λόγω Σχέδιο· και
(β) διαγράφεται μαζί με εκείνα τα μη εξασφαλισμένα χρέη κατά τη συμπλήρωση των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο Σχέδιο.
49.-(1) Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, το οποίο προνοεί την πώληση ή άλλη διάθεση περιουσίας που αποτελεί το αντικείμενο εξασφάλισης, εκτός εάν ο σχετικός εξασφαλισμένος καθορισμένος πιστωτής συναινεί διαφορετικά, θα περιλαμβάνει όρο ο οποίος προνοεί ότι, το ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον εξασφαλισμένο πιστωτή θα ισοδυναμεί τουλάχιστον με -
(α) την αγοραία αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44· ή
(β) το ποσό του χρέους, συμπεριλαμβανομένου του ποσού του αρχικού δανείου, των τόκων και των καθυστερούμενων πληρωμών, που είναι εξασφαλισμένο με εξασφάλιση κατά την ημέρα που εκδόθηκε το προστατευτικό διάταγμα, οποιοδήποτε είναι μικρότερο.
(2) Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο περιλαμβάνει όρους που προνοούν για -
(α) κατακράτηση από εξασφαλισμένο πιστωτή της εξασφάλισης που κατέχει ο εξασφαλισμένος πιστωτής· και
(β) τη μείωση του αρχικού κεφαλαίου που οφείλεται για το εξασφαλισμένο χρέος που οφείλεται στον εξασφαλισμένο καθορισμένο πιστωτή σε καθορισμένο ποσό,
δεν θα πρέπει, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος εξασφαλισμένος πιστωτής συναινεί διαφορετικά, να προσδιορίζει το ύψος του μειωμένου αρχικού κεφαλαίου που αναφέρεται στην παράγραφο (β) σε ποσό μικρότερο από την αγοραία αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44.
(3) Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο περιλαμβάνει όρους που αφορούν -
(α) Κατακράτηση από εξασφαλισμένο πιστωτή της εξασφάλισης που κατέχει ο εξασφαλισμένος πιστωτής· και
(β) τη μείωση του αρχικού κεφαλαίου που οφείλεται για το εξασφαλισμένο χρέος που οφείλεται στον εξασφαλισμένο πιστωτή σε καθορισμένο ποσό, θα πρέπει, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος εξασφαλισμένος πιστωτής συναινεί διαφορετικά, να περιλαμβάνει επίσης όρους που προνοούν ότι οποιαδήποτε τέτοια μείωση του αρχικού ποσού, υπόκειται στον όρο ότι, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (4) μέχρι (13), όπου η περιουσία που αποτελεί το αντικείμενο της εξασφάλισης πωλείται ή διατίθεται με άλλο τρόπο για ποσό ή σε αξία μεγαλύτερη της αξίας που εκτιμήθηκε η περιουσία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44, ο χρεώστης θα καταβάλει στον εξασφαλισμένο πιστωτή επιπρόσθετο ποσό του μειωμένου αρχικού κεφαλαίου όπως υπολογίζεται δυνάμει του εδαφίου (4) ή τέτοιο μεγαλύτερο ποσό όπως καθορίζεται στους όρους του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(4) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (5) μέχρι (13), το επιπρόσθετο ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (3) θα είναι το μικρότερο από-
(α) το σύνολο της διαφοράς μεταξύ της αξίας της περιουσίας που πωλήθηκε ή άλλως πως διατέθηκε και της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44· και
(β) το ποσό της μείωσης του αρχικού κεφαλαίου που οφείλεται σε σχέση με το εξασφαλισμένο χρέος δυνάμει του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3).
(5) Για τους σκοπούς του εδαφίου (4), οποιοδήποτε τμήμα της αύξησης της αξίας της περιουσίας οφείλεται σε σημαντικές βελτιώσεις που έγιναν στην περιουσία, ή σε άλλα μέτρα που λήφθηκαν και τα οποία έχουν συμβάλει ουσιωδώς στην αύξηση της αξίας της περιουσίας επί της οποίας το χρέος είναι εξασφαλισμένο και οι οποίες έγιναν μετά την εκτίμηση της εξασφάλισης για τους σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, δεν θα λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του επιπρόσθετου ποσού που θα πληρωθεί από το χρεώστη.
(6) Το εδάφιο (5) δεν θα εφαρμόζεται, εκτός εάν ο εξασφαλισμένος καθορισμένος πιστωτής δώσει τη γραπτή συγκατάθεσή του για τις βελτιώσεις ή τα άλλα σχετικά μέτρα, η οποία συγκατάθεση από τον πιστωτή δεν θα πρέπει να μην δίδεται αδικαιολόγητα.
(7) Για τους σκοπούς του εδαφίου (4), οποιαδήποτε πληρωμή ή μεταφορά περιουσιακών στοιχείων στον εξασφαλισμένο πιστωτή σύμφωνα με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, η οποία είναι αποτέλεσμα μείωσης του αρχικού κεφαλαίου που οφείλεται σε σχέση με το εξασφαλισμένο χρέος, θα αφαιρείται από το επιπρόσθετο ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (3).
(8) Για τους σκοπούς του εδαφίου (4), τα έξοδα και οι δαπάνες που βαραίνουν το χρεώστη σε σχέση με την πώληση ή τη διάθεση της περιουσίας, στο βαθμό που τέτοια έξοδα και δαπάνες είναι του τύπου και του ύψους που φυσιολογικά καταβάλλονται από τον πωλητή ακινήτου τέτοιας φύσης, αφαιρούνται από την αξία που αποδίδεται στην περιουσία για τέτοια πώληση ή διάθεση.
(9) Η υποχρέωση καταβολής πληρωμής επιπρόσθετου ποσού που απορρέει από το παρόν άρθρο, δεν εφαρμόζεται όταν η αξία της περιουσίας κατά την πώλησή της, είναι μικρότερη από το ποσό του εξασφαλισμένου με την εν λόγω εξασφάλιση χρέους, άλλο από το επιπρόσθετο ποσό που εξασφαλίζεται δυνάμει του εδαφίου (10), αμέσως πριν τέτοια πώληση ή άλλη διάθεση της περιουσίας.
(10) Οποιοδήποτε επιπρόσθετο ποσό πληρώνεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, θα θεωρείται εξασφαλισμένο με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια προτεραιότητα, όπως το αρχικό κεφάλαιο που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3).
(11) Η υποχρέωση για καταβολή πληρωμής επιπρόσθετου ποσού δυνάμει του παρόντος άρθρου, παύει να υφίσταται—
(α) κατά τη λήξη της περιόδου των δέκα (10) χρόνων που αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής τίθεται σε ισχύ· ή
(β) την ημέρα κατά την οποία ο χρεώστης έχει προγραμματισθεί όπως, ή του επιτρέπεται να, απαλλαγεί πλήρως από το εξασφαλισμένο από την εξασφάλιση ποσό, ή τέτοια μεταγενέστερη μέρα που δυνατό να καθοριστεί ως τέτοια στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, και απαλλάσσεται των χρεών του,
οποιαδήποτε επέρχεται νωρίτερα.
(12) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά δυνάμει του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, όπου περιουσία σε σχέση με την οποία εφαρμόζεται το εδάφιο (3), αποτελεί αντικείμενο εξασφάλισης που κατέχεται από περισσότερους από ένα εξασφαλισμένους πιστωτές-
(α) τυχόν πρόσθετα ποσά που καταβάλλονται δυνάμει του παρόντος άρθρου στους εξασφαλισμένους πιστωτές, θα καταβάλλονται κατά σειρά προτεραιότητας της εξασφάλισης που κατέχεται από τον κάθε εξασφαλισμένο πιστωτή· και
(β) σε περίπτωση που η εξασφάλιση που κατέχεται από εξασφαλισμένο πιστωτή δεν είναι πρώτη σε σειρά προτεραιότητας, η υποχρέωση καταβολής επιπρόσθετου ποσού στον πιστωτή που απορρέει από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ισχύει μόνο και στο βαθμό που το ύψος τέτοιου επιπρόσθετου ποσού που καταβάλλεται σε εξασφαλισμένους πιστωτές που κατέχουν εξασφάλιση που είναι πιο ψηλά στη σειρά προτεραιότητας από το σχετικό εξασφαλισμένο πιστωτή, είναι μικρότερη από το επιπρόσθετο ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4).
(13) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3)-
(α) χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εν λόγω εδαφίου, η διάθεση από το χρεώστη της περιουσίας που αποτελεί αντικείμενο της εξασφάλισης και που κατέχεται από εξασφαλισμένο πιστωτή, περιλαμβάνει την εθελοντική συνεισφορά από το χρεώστη της εξασφάλισης επί της περιουσίας σε οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από τον εξασφαλισμένο πιστωτή, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε τέτοιας συνεισφοράς εξασφάλισης σε σχέση με την κοινώς γνωστή ως αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου εξασφαλισμένου χρέους· και
(β) Ο χρεώστης δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι διαθέτει την περιουσία η οποία αποτελεί αντικείμενο της εξασφάλισης που κατέχεται από εξασφαλισμένο πιστωτή, όπου ο χρεώστης εκμισθώνει ή παραχωρεί την περιουσία σε οποιοδήποτε πρόσωπο για περίοδο μικρότερη των δεκαπέντε (15) χρόνων.
50.-(1) Κατά τη διαμόρφωση πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας όταν αυτό είναι λογικάεφικτό και λαμβάνοντας υπόψη τα ζητήματα που αναφέρονται στο εδάφιο(2), διαμορφώνει την πρόταση υπό όρους που δεν απαιτούν από το χρεώστη να-
(α) διαθέσει οποιοδήποτε δικαίωμα ή συμφέρον του, ή
(β) παύσει να κατέχει, το σύνολο ή μέρος της κύριας κατοικίας του, και ο σύμβουλος αφερεγγυότητας θα πρέπει να εξετάσει όλες τις κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις.
(2) Τα ζητήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) αφορούν-
(α) τα έξοδα που ενδέχεται να πραγματοποιηθούν από το χρεώστη διατηρώντας την κυριότητα ή κατοχή της κύριας κατοικίας του, συμπεριλαμβανομένου ενοικίου από πληρωμές ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, πληρωμές ασφαλειών, φόρων και άλλων χρεώσεων σε σχέση με την ιδιοκτησία και έξοδα συντήρησης·
(β) το εισόδημα και την περιουσιακή κατάσταση του χρεώστη, όπως αποκαλύπτεται από την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων· και
(γ) τη δυνατότητα άλλων προσώπων που διαμένουν με το χρεώστη στην κύρια κατοικία να συμβάλουν στα έξοδα που αναφέρονται στο εδάφιο (2)· και
(δ) τις εύλογες ανάγκες στέγασης του χρεώστη και των μελών της οικογένειας του και λαμβάνοντας υπόψη τις εν λόγω ανάγκες, το κόστος οποιασδήποτε εναλλακτικής στέγασης, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που αναγκαστικά θα προκύψουν για διασφάλιση τέτοια στέγασης.
(3)Όταν-
(α) ο χρεώστης επιβεβαιώνει γραπτώς στον προσωπικό σύμβουλο αφερεγγυότητας ότι δεν επιθυμεί να διατηρήσει την κυριότητα ή κατοχή της κύριας κατοικίας του, ή
(β) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, έχει την άποψη, αφού συζήτησε το θέμα με το χρεώστη, ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα θέματα που αναφέρονται στο εδάφιο (2), το κόστος της συνέχισης της διατήρησης ή/και διαμονής του χρεώστη στην κύρια κατοικία του είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με την παρούσα οικονομική του κατάσταση, και, αποτρέπει την κατάρτιση βιώσιμου Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας δεν οφείλει να διατυπώσει την πρόταση για το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής υπό όρους που επιτρέπουν στο χρεώστη να συνεχίσει να διατηρεί την κυριότητα ή/και την κατοχή της κύριας κατοικίας του.
(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), η σύμβαση ενοικίασης της κύριας κατοικίας του χρεώστη, δεν θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως διάθεση της περιουσίας του χρεώστη, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου οικείου νόμου.
51.-(1) Όταν ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ετοιμάσει πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, και ο χρεώστης συμφωνεί με την εν λόγω πρόταση και τη σύγκληση συνέλευσης πιστωτών, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας συγκαλεί συνέλευση καθορισμένων πιστωτών του χρεώστη για να εξετάσουν την εν λόγω πρόταση, στην οποία συνέλευση δύναται να παρευρίσκεται ή/και παρακολουθεί και ο χρεώστης:
(1Α)(α) H συνέλευση των πιστωτών, η οποία συγκαλείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να διεξάγεται με τηλεδιάσκεψη, χωρίς τη φυσική παρουσία των πιστωτών ή/και με συνδυασμό της φυσικής παρουσίας και της τηλεδιάσκεψης:
(β) Η συνέλευση των πιστωτών θεωρείται ότι έχει διεξαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, εκεί όπου ευρίσκεται ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, ο οποίος έχει συγκαλέσει αυτήν και τήρησε τα πρακτικά της σχετικής συνέλευσης ή σε οποιοδήποτε άλλο τόπο ήθελε συμφωνηθεί και καθοριστεί εκ των προτέρων μεταξύ των πιστωτών ή των αντιπροσώπων τους και του συμβούλου αφερεγγυότητας.
(γ) Η διαδικασία ψηφοφορίας γίνεται με κοινοποίηση των ψήφων των πιστωτών στο σύμβουλο αφερεγγυότητας, τηλεφωνικώς ή με ηλεκτρονικό μήνυμα ή μέσω τηλεομοιότυπου, ο οποίος ενημερώνει ανάλογα τους υπόλοιπους πιστωτές.
(δ) Ο διορισμός αντιπροσώπων των πιστωτών για την ψηφοφορία στη συνέλευση κοινοποιείται στο σύμβουλο αφερεγγυότητας με ηλεκτρονικό μήνυμα ή με τηλεομοιότυπο, τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν την προγραμματισμένη συνέλευση των πιστωτών.
(ε) Σε περίπτωση που κατά τη συνέλευση, ένας ή περισσότεροι πιστωτές, δεν ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου τους, θεωρείται ότι εγκρίνουν την πρόταση για προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής.
(στ) Η χρήση τηλεφωνικών ή ηλεκτρονικών μέσων δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του παρόντος εδαφίου, δύναται να υπόκειται μόνο σε τέτοιες προϋποθέσεις και περιορισμούς, οι οποίοι διασφαλίζουν την ταυτότητα των συμμετεχόντων στη συνέλευση και την ασφαλή τηλεφωνική ή ηλεκτρονική επικοινωνία, στην έκταση που τέτοιες προϋποθέσεις και περιορισμοί είναι ανάλογοι για την επίτευξη των σκοπών της συνέλευσης.
(2) Όταν συγκαλεί δυνάμει του παρόντος άρθρου συνέλευση πιστωτών, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, εφαρμόζει επίσης οποιεσδήποτε διαδικασίες δυνατό να καθοριστούν δυνάμει των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 56, και σε κάθε περίπτωση -
(α) κοινοποιεί σε κάθε πιστωτή καθορισμένου χρέους που καλύπτεται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) ημέρες πριν, γραπτή ειδοποίηση για τη συνέλευση, στην οποία καθορίζεται η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος της συνέλευσης·
(β) διασφαλίζει ότι η κοινοποίηση της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου συνοδεύεται από αντίγραφα όλων των εγγράφων που καθορίζονται στο άρθρο 52·
(γ) καταχωρεί αντίγραφο κάθε ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (α) του παρόντος εδαφίου και των εγγράφων που καθορίζονται στο άρθρο 52, στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(3) Σε περίπτωση που η συνέλευση πιστωτών δεν πραγματοποιείται πριν από τη λήξη του προστατευτικού διατάγματος, η διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής θεωρείται ότι έχει τερματιστεί.
52.-(1) Τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 51 είναι τα ακόλουθα:
(α) Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του Χρεώστη·
(β) όροι της πρότασης ή των προτάσεων για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(γ) δηλώσεις του συμβούλου αφερεγγυότητας από τις οποίες να προκύπτει ότι -
(i) διορίστηκε από το χρεώστη να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας σε σχέση με τη διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, και ότι αυτός αποδέχθηκε να ενεργεί με τον εν λόγω τρόπο και ότι ο ίδιος αποτελεί πρόσωπο το οποίο δύναται δυνάμει του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου του 2015 να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας·
(ii) έχει συμβουλεύσει το χρεώστη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30, αναφορικά με τις επιλογές του για τη διαχείριση των οικονομικών του δυσκολιών·
(iii) δε γνωρίζει ή δεν έχει λόγους να πιστεύει ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του χρεώστη, δεν είναι ορθές, πλήρεις και ακριβείς·
(iv) έχει την άποψη ότι -
(I) ο χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 35, για να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(II) η πρόταση Αποπληρωμής συμμορφώνεται με τις υποχρεωτικές προυποθέσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 46 του παρόντος Νόμου· και
(III) η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν περιλαμβάνει οποιουσδήποτε όρους οι οποίοι απαλλάσσουν ή μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την απαλλαγή του χρεώστη από οποιαδήποτε εξαιρέσιμα ή εξαιρετέα, εκτός επιτρεπόμενων χρεών, ή με οποιοιδήποτε άλλο τρόπο επηρεάζουν τέτοια χρέη·
(δ) Την έκθεση του συμβούλου αφερεγγυότητας, η οποία να περιγράφει-
(i) το αποτέλεσμα για τους πιστωτές, και λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών περιστάσεων του χρεώστη, κατά πόσο η πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα ήταν, εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου· και
(ii) κατά πόσο, κατά την κρίση του, ο χρεώστης δύναται εύλογα να θεωρηθεί ή μη, ότι θα είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τους όρους της πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(2) Σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση του χρεώστη έχει αλλάξει ουσιωδώς κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ της συμπλήρωσης της Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων που ετοιμάζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28 και την ειδοποίηση για τη σύγκληση της συνέλευσης πιστωτών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 51-
(α) ο χρεώστης ενημερώνει το σύμβουλο αφερεγγυότητας για το γεγονός αυτό και για τη φύση τέτοιας αλλαγής· και
(β) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, σε περίπτωση που κρίνει ότι η αλλαγή επιβάλλει τη συμπλήρωση νέας Κατάστασης Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, υποβοηθά το χρεώστη να συμπληρώσει τέτοια νέα Κατάσταση, και όπου προκύπτουν αυτές οι περιστάσεις, οποιαδήποτε αναφορά στο παρόν άρθρο σε Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων θα ερμηνεύεται ως αναφορά στη νέα Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων.
(3) Σε περίπτωση που συμπληρώνεται νέα Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων δυνάμει του εδαφίου (2), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας καταθέτει αντίγραφό της στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
53.-(1) Ψηφοφορία που πραγματοποιείται σε συνέλευση πιστωτών κατά την εξέταση πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, τις διατάξεις του άρθρου 55 και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 56.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (1), τα δικαιώματα ψήφου που ασκούνται από πιστωτή σε συνέλευση πιστωτών για τη ψήφιση πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, θα είναι ανάλογα με το ποσό του χρέους που οφείλεται από το χρεώστη στον κάθε πιστωτή κατά την ημέρα κατά την οποία έχει εκδοθεί προστατευτικό διάταγμα.
(3) Σε περίπτωση εξασφαλισμένου χρέους, όταν-
(α) η αγοραία αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση όπως αυτή υπολογίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 44, είναι μικρότερη του ποσού του εξασφαλισμένου χρέους που οφείλεται στον καθορισμένο πιστωτή κατά την ημέρα κατά την οποία εκδόθηκε το προστατευτικό διάταγμα· και
(β) η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει για ολόκληρο ή μέρος (σχετική μερίδα) αυτού του εξασφαλισμένου χρέους, όπως-
(i)είναι της ίδιας τάξης και μειώνεται κατά την ίδια αναλογία σε σχέση με τα μη εξασφαλισμένα χρέη που καλύπτονται από το διακανονισμό· και
(ii) υπάρχει απαλλαγή μαζί με τα μηεξασφαλισμένα χρέη κατά τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο διακανονισμό·
η σχετική μερίδα, για τους σκοπούς του άρθρου 55 και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 56, θα θεωρείται ως μη εξασφαλισμένο χρέος και ο σχετικός πιστωτής μπορεί να ψηφίσει σε σχέση με τη σχετική μερίδα του εν λόγω χρέους ως μη εξασφαλισμένος πιστωτής.
(4) Σε περίπτωση που εξασφαλισμένος πιστωτής συναινεί εγγράφως στη συμπερίληψη όρων στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που προνοούν για την παράδοση στο χρεώστη της εξασφάλισής του με την έναρξη της ισχύος του Σχεδίου, ο εν λόγω πιστωτής θα θεωρείται μη εξασφαλισμένος πιστωτής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, του άρθρου 55 και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 56 και θα έχει δικαίωμα ψήφου σε συνέλευση πιστωτών ως μη εξασφαλισμένος πιστωτής.
(5) Πιστωτής, ο οποίος είναι συνδεδεμένο πρόσωπο σε σχέση με χρεώστη δε δύναται να ψηφίσει υπέρ της πρότασης για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής σε συνέλευση πιστωτών, αλλά δύναται να ψηφίσει κατά τέτοιας πρότασης.
(6) Σε περίπτωση που μόνο ένας πιστωτής έχει δικαιώματα ψήφου σε συνέλευση πιστωτών για ένα ή περισσότερα χρέη, η απαίτηση για σύγκληση συνέλευσης πιστωτών θεωρείται ότι ικανοποιείται όταν ο σχετικός πιστωτής ενημερώσει γραπτώς το σύμβουλο αφερεγγυότητας κατά πόσο εγκρίνει ή μη την πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(7) Υπό την επιφύλαξη οποιωνδήποτε Κανονισμών εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 56, μόνο το πρόσωπο που κατά την κρίση του συμβούλου αφερεγγυότητας είναι ο ιδιοκτήτης τους χρέους, ή οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, δικαιούνται να λαμβάνουν ειδοποιήσεις που απαιτούνται όπως αποσταλούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου ή έχουν δικαιώματα ψήφου σε συνέλευση πιστωτών.
(8) Σε περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν ασκήσει τα δικαιώματα ψήφου του, η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θεωρείται εγκεκριμένη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(9) Σε περίπτωση που κατά την ψηφοφορία σε συνέλευση πιστωτών που εξετάζει την πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, η πρόταση δεν υπερψηφιστεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), η διαδικασία για την έγκριση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής τερματίζεται και το προστατευτικό διάταγμα που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 39, παύει να έχει ισχύ.
(10) Σε περίπτωση που η διαδικασία έγκρισης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής τερματίζεται δυνάμει του εδαφίου (9), ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
54.-(1) Συνέλευση πιστωτών που συγκαλείται σύμφωνα με τις διατάξειςτου άρθρου 51, εξετάζει την πρόταση ή τις προτάσεις για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), ψηφίζει σε σχέση με την πρόταση ή τις προτάσεις.
(2) Συνέλευση πιστωτών που συγκαλείται από το σύμβουλο αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 51, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πραγματοποιείται σύμφωνα με οποιουσδήποτε Κανονισμούς εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 56.
(3) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων γου εδαφίου (4), οποιαδήποτε πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δύναται, πριν αυτή τεθεί σε ψηφοφορία, να υπόκειται σε τροπολογίες, όταν αυτές είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε ασάφειας ή για τη διόρθωση οποιουδήποτε λάθους στην πρόταση, όταν-
(α) η τροπολογία έχει προταθεί από πιστωτή ή τον προσωπικό σύμβουλο αφερεγγυότητας· και
(β) ο χρεώστης δίνει την έγγραφη συναίνεσή του σε τέτοια τροποποίηση.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας δύναται, όταν πιστεύει ότι είναι προς το συμφέρον εξασφάλισης της συγκατάθεσης των πιστωτών στη συνέλευση, να διακόψει τη συνέλευση, και με τη γραπτή συγκατάθεση του χρεώστη να ετοιμάσει τροποποιημένη πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής:
Νοείται ότι, δεν επιτρέπεται πέραν της μιας αναβολής της συνεδρίας της συνέλευσης πιστωτών.
(5) Όταν ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ετοιμάζει τροποποιημένη πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4)-
(α) ειδοποιεί το χρεώστη αναφορικά με τη μέρα, τον τόπο και την ώρα κατά την οποία θα συνεχίσει η συνέλευση των πιστωτών που είχε διακοπεί·
(β) τουλάχιστον επτά ημέρες πριν την ημέρα κατά την οποία θα συνεχιστεί η διακοπείσα συνάντηση, εκτός και εάν όλοι οι πιστωτές συμφωνούν εγγράφως να λάβουν συντομότερη ειδοποίηση, ειδοποιεί κάθε πιστωτή αναφορικά με την ημέρα, την ώρα και τον τόπο στον οποίο θα πραγματοποιηθεί η διακοπείσα συνάντηση·
(γ) διασφαλίζει ότι οι ειδοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του παρόντος εδαφίου συνοδεύονται από αντίγραφο της τροποποιημένης πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(δ) αποστέλλει αντίγραφο της ειδοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, και αντίγραφο της τροποποιημένης πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(6) Διακοπή της συνέλευσης για σκοπούς ετοιμασίας τροποποιημένης πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει του εδαφίου (4), δύναται να πραγματοποιείται μόνο μία φορά κατά τη διάρκεια της ισχύος προστατευτικού διατάγματος, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε περιόδου παράτασης τέτοιου διατάγματος.
55.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θεωρείται ότι εγκρίθηκε σε συνέλευση πιστωτών που πραγματοποιείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντοςΚεφαλαίου, όταν-
(α) πιστωτές που εκπροσωπούν όχι περισσότερο του τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) του συνολικού ποσού των χρεών του χρεώστη που οφείλεται στους πιστωτές που συμμετέχουν στη συνέλευση και στην ψηφοφορία, ψήφισαν εναντίον της πρότασης· και
(β) πιστωτές που εκπροσωπούν ποσοστό όχι μεγαλύτερο του πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας των εξασφαλισμένων χρεών που οφείλονται στους πιστωτές, και οι οποίοι-
(i) έχουν δικαίωμα ψήφου· και
(ii) έχουν ασκήσει το δικαίωμα ψήφου τους στη συνέλευση ως εξασφαλισμένοι πιστωτές, ψήφισαν εναντίον της πρότασης· και
(γ) πιστωτές που εκπροσωπούν ποσοστό όχι μεγαλύτερο του πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού των μη εξασφαλισμένων χρεών των πιστωτών και οι οποίοι-
(i) έχουν δικαίωμα ψήφου·και
(ii) έχουν ασκήσει το δικαίωμα ψήφου τους στη συνέλευση ως μη εξασφαλισμένοι πιστωτές, ψήφισαν εναντίον της πρότασης,
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) ως αξία των εξασφαλισμένων χρεών θεωρείται-
(α) η αγοραία αξία της σχετικής εξασφάλισης που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44· ή
(β) το ποσό του εξασφαλισμένου χρέους κατά την ημέρα έκδοσης του προστατευτικού διατάγματος, οποιοδήποτε είναι μικρότερο.
56.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από εισήγηση του Υπουργού, δύναται να εκδίδει Κανονισμούς οι οποίοι ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες αναφορικά με τις συνελεύσεις πιστωτών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου και άνευ επηρεασμού της γενικότητας των διατάξεων του παρόντος εδαφίου, τέτοιοι Κανονισμοί δύναται να καθορίζουν-
(α) την πραγματοποίηση συνέλευσης υπό περιστάσεις κατά τις οποίες οι πιστωτές δεν είναι όλοι παρόντες στο ίδιο μέρος·
(β) τις διαδικασίες ψηφοφορίας περιλαμβανομένηςτης κοινοποίησης των ψήφων των πιστωτών στον προσωπικό σύμβουλο αφερεγγυότητας μέσω τηλεφώνου ή ηλεκτρονικά· και
(γ) το διορισμό αντιπροσώπων για τη ψηφοφορία σε τέτοιες συναντήσεις:
(2) Ο τόπος συνέλευσης των πιστωτών βρίσκεται στη Δημοκρατία.
(3) Η προθεσμία ειδοποίησης για τις συνελεύσεις πιστωτών δυνατό να μην ισχύσει ή να συντέμνεται εφόσον οι πιστωτές παραιτούνται του δικαιώματος τους να επικαλεστούν τις διατάξεις του Νόμου σε σχέση με την ταχθείσα προθεσμία ή συγκατατίθενται στη σύντμησή της γραπτώς.
57.-(1) Όταν Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εγκρίνεται σε συνέλευση πιστωτών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, το συντομότερο δυνατό μετά την ολοκλήρωση της συνέλευσης, κοινοποιεί την έγκρισή του στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και σε κάθε σχετικό πιστωτή, συνοδευόμενη από-
(α) πιστοποιητικό με τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας των πιστωτών κατά τη διεξαχθείσα συνέλευσή τους, στο οποίο καταγράφονται οι αναλογίες των σχετικών κατηγοριών των ψήφων των όσων συμμετείχαν στη συνέλευση και που να δηλώνει ότι η πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής έχει εγκριθεί από την απαιτούμενη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 55, πλειοψηφία των πιστωτών-
(β) αντίγραφο της εγκεκριμένης πρότασης για το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής· και
(γ) δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας αναφορικά με την άποψή του ως προς το κατά πόσο-
(i) χρεώστης ικανοποιεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35, ώστε να καταστεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(ii) η εγκεκριμένη πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής συμμορφώνεται με τις υποχρεωτικές προϋποθέσεις που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 46· και
(iii) η εγκεκριμένη πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, δεν περιλαμβάνει οποιουσδήποτε όρους που θα απάλλασσαν το χρεώστη από οποιοδήποτε εξαιρετέο, άλλο από επιτρεπόμενο χρέος ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο επηρεάζει τέτοιο χρέος.
(2) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, επιπροσθέτως των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1), αποστέλλει ειδοποίηση σε κάθε καθορισμένο πιστωτή καθώς και σε κάθε εγγυητή που αναφέρεται στην επαλήθευση χρεών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 43, με την οποία τους ενημερώνει ότι έχει δικαίωμα υποβολής ένστασης στο να τεθεί σε ισχύ το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής με την καταχώρηση ειδοποίησης ένστασης στο αρμόδιο δικαστήριο, κατά της αίτησης για έγκριση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που καταχωρείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 58 από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, εντός προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο αυτό.
(3) Καθορισμένος πιστωτής ή εγγυητής, ο οποίος καταχωρεί ένσταση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), επιδίδει την ειδοποίηση ένστασης-
(α) στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας· και
(β) στο σύμβουλο αφερεγγυότητας· και
(γ) στο χρεώστη.
58.-(1) Με την παραλαβή της κοινοποίησης και των συνοδευτικών εγγράφων από το σύμβουλο αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 57, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας-
(α) υποβάλλει στο δικαστήριο, αίτηση για επικύρωση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής συνοδευόμενη από την κοινοποίηση έγκρισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), μαζί με όλα τα συνοδευτικά έγγραφα που καθορίζονται στο άρθρο 57· και
(β) καταχωρεί την έγκριση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής από τη συνέλευση πιστωτών, στο Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής:
(2) Σε περίπτωση που η κοινοποίησητου συμβούλου αφερεγγυότητας αναφορικά με την έγκριση του Σχεδίου από τη συνέλευση πιστωτών, παραλαμβάνεται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας πριν τη λήξη της ισχύος του προστατευτικού διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 39, το προστατευτικό διάταγμα διατηρείται σε ισχύ μέχρι την έναρξη της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής ή μέχρι τυχόν ενστάσεις που καταχωρούνται στο δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 57 αποφασιστούν από το δικαστήριο.
59.-(1) οι λόγοι για τους οποίους δύναται να υποβληθεί ένσταση πιστωτή στο να τεθεί σε ισχύ το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής είναι αυτοί πουκαθορίζονται στο άρθρο 65.
(2) Η ακρόαση ένστασης που καταχωρείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), του άρθρου 57, θα γίνεται το συντομότερο δυνατό.
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), του άρθρου 60, όταν το δικαστήριο αποδέχεται την ένσταση του πιστωτή κατά της αίτησης για επικύρωση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, η αίτηση για το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απορρίπτεται και το προστατευτικό διάταγμα που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39, παύει να έχει οποιαδήποτε ισχύ.
60.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία -
(α) καμία ένσταση δεν καταχωρείται από οποιοδήποτε καθορισμένο πιστωτή ή εγγυητή ενώπιον του δικαστηρίου εντός είκοσι μίας (21) ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης δυνάμει του άρθρου 57, ή
(β) καταχωρείται ένσταση ενώπιον του δικαστηρίου και αυτή απορρίπτεται,
το δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο θα επικυρώσει ή μη το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Για σκοπούς εξέτασης της επικύρωσης ή μη του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, το δικαστήριο εξετάζει αντίγραφο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής το οποίο υποβάλλεται σε αυτό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 58, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου-
(α) επικυρώνει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εάν ικανοποιηθεί ότι-
(i) τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 35 ικανοποιούνται·
(ii) υπήρξε συμμόρφωση με τις υποχρεωτικές προϋποθέσεις των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 46·
(iii) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν περιλαμβάνει οποιουσδήποτε όρους που θα απάλλασσαν το χρεώστη από οποιοδήποτε εξαιρετέο χρέος ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο επηρεάζουν τέτοιο χρέος και
(iv) η απαραίτητη πλειοψηφία των πιστωτών έχει εγκρίνει την πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(β) Δεν επικυρώνει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εάν δεν ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου.
(3) Σε περίπτωση που το δικαστήριο για σκοπούς λήψης απόφασης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), απαιτεί περαιτέρω πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία, δύναται-
(α) να ζητήσει από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας να τα προσκομίσει και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας προσκομίζει τις απαιτούμενες πληροφορίες στο δικαστήριο και στο σύμβουλο αφερεγγυότητας, ή
(β) να ορίσει την υπόθεση για ακρόαση στην οποία καλεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το σύμβουλο αφερεγγυότητας και το χρεώστη να παραστούν.
(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), το δικαστήριο δύναται να αποδεχθεί-
(α) το πιστοποιητικό του συμβούλου αφερεγγυότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 57, ως απόδειξη ότι η απαιτούμενη πλειοψηφία των πιστωτών έχει εγκρίνει την πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής· και
(β) τη δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (γ), του εδαφίου (1), του άρθρου 57, ως απόδειξη αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα αναφέρεται στο εδάφιο (2) και το οποίο αποτελεί αντικείμενο της κατάστασης.
(5) Ο πρωτοκολλητής του δικαστηρίου κοινοποιεί στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, στο σύμβουλο αφερεγγυότητας και στο χρεώστη την απόφαση του δικαστηρίου με την οποία-
(α) επικυρώνει ή δεν επικυρώνει την έναρξη της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ή
(β) αποφασίζει να διατάξει τη διεξαγωγή ακρόασης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(6) Με την παραλαβή κοινοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5), σύμφωνα με την οποία το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εγκρίνεται και τίθεται σε ισχύ, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας καταχωρεί το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής στο Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής.
(7) Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής τίθεται σε ισχύ με την επικύρωση του από το δικαστήριο.
(8) Με την παραλαβή κοινοποίησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5), ότι το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απορρίφθηκε από το δικαστήριο, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ενημερώνει το σύμβουλο αφερεγγυότητας και το χρεώστη σχετικά.
(9) Σε περίπτωση που ένσταση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 57, υποβάλλεται λόγω μη έκδοσης απόφασης δικαστηρίου ως προς την επαλήθευση των χρεών κατά την ψήφιση του προσωπικού σχεδίου αποπληρωμής από τη συνέλευση πιστωτών, εκεί και όπου αυτό εφαρμόζεται, το δικαστήριο δύναται να μην απορρίψει την αίτηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 59 και να δώσει οδηγίες για την τροποποίηση του προσωπικού σχεδίου αποπληρωμής, αφού ληφθεί υπόψη η τελεσίδικη απόφαση του δικαστηρίου επί της επαλήθευσης:
(10) Το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία έγκρισης του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, δύναται με την απόφασή του να ρυθμίζει επίσης οποιοδήποτε θέμα εκκρεμεί αναφορικά με οποιαδήποτε έξοδα καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας επαλήθευσης χρεών ή οποιασδήποτε άλλης ενδιάμεσης διαδικασίας.
61.-(1) Με την επικύρωση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής από το δικαστήριο, το Σχέδιο τίθεται σε ισχύ και η εν λόγω ισχύς διατηρείται σύμφωνα με τους όρους που περιλαμβάνονται στο ίδιο το Σχέδιο, μέχρι:
(α) Την ολοκλήρωσή του, σύμφωνα με τους όρους του ή τους όρους οποιασδήποτε τροποποίησής του· ή
(β) τον τερματισμό του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
(2) Ενόσω το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής βρίσκεται σε ισχύ, τα ακόλουθα μέρη θα είναι μέρη στο Σχέδιο, και θα δεσμεύονται από τους όρους του, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 67:
(α) Ο χρεώστης· και
(β) σε σχέση με κάθε καθορισμένο χρέος, ο σχετικός καθορισμένος πιστωτής.
(3) Ενόσω το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής βρίσκεται σε ισχύ, καθορισμένος πιστωτής που δεσμεύεται από αυτό δεν δικαιούται σε σχέση με καθορισμένο χρέος:
(α) Να ξεκινήσει οποιεσδήποτε νομικές ή δικαστικές διαδικασίες εναντίον του χρεώστη·
(β) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για τη συνέχιση νομικών ή διαδικαστικών διαδικασιών που εκκρεμούν εναντίον του χρεώστη·
(γ) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για να εξασφαλίσει ή να ανακτήσει αποπληρωμή του χρέους·
(δ) να προβεί στη λήψη μέτρων εκτέλεσης ή άλλως πως επιβολής δικαστικής απόφασης ή δικαστικού διατάγματος εναντίον του χρεώστη·
(ε) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την εξασφάλιση που κατέχει·
(στ) να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες για την ανάκτηση αγαθών που βρίσκονται στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο του χρεώστη, εκτός εάν η κυριότητα επί των εν λόγω αγαθών ανήκει στον πιστωτή·
(ζ) να επικοινωνήσει με το χρεώστη, αναφορικά με την αποπληρωμή καθορισμένου χρέους εκτός και εάν τέτοια αποπληρωμή γίνεται μετά από αίτημα του χρεώστη·
(η) σε σχέση με οποιαδήποτε συμφωνία με το χρεώστη, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε συμφωνίας εξασφάλισης, η οποία συνάπτεται εκ μόνου του λόγου ότι ο χρεώστης είναι αφερέγγυος ή ότι βρίσκεται σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής-
(i) να τερματίσει ή να τροποποιήσει την εν λόγω συμφωνία· ή
(ii) να απαιτήσει επίσπευση της αποπληρωμής του χρέους δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας.
(4) Ενόσω βρίσκεται σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, πιστωτής δεν δικαιούται να προβεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες δυνάμει του περί Πτώχευσης Νόμου για την κήρυξη του χρεώστη σε πτώχευση, αναφορικά με καθορισμένο χρέος.
(5) Ενόσω βρίσκεται σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και πιστωτής του εν λόγω χρεώστη καταχώρισε αίτηση κήρυξης σε πτώχευση του χρεώστη δυνάμει του περί Πτώχευσης Νόμου, αναφορικά με οποιοδήποτε καθορισμένο χρέος, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, τέτοια αίτηση απορρίπτεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(6) οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) εμποδίζουν οποιοδήποτε πιστωτή από του να προβαίνει σε οποιεσδήποτε ενέργειες που αναφέρονται στα εν λόγω εδάφια, αναφορικά με οποιοδήποτε συνοφειλέτη του χρεώστη σε σχέση με καθορισμένο χρέος.
(7) Κατά τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία, καθορίζεται προθεσμία παραγραφής δυνάμει οποιουδήποτε Νόμου, περιλαμβανομένου του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου, η περίοδος κατά την οποία το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής βρίσκεται σε ισχύ δεν υπολογίζεται.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η περίοδος ισχύος δικαστικής απόφασης εναντίον χρεώστη αναφορικά με καθορισμένο χρέος, σύμφωνα με τον Κανονισμό 8, της Διάταξης 40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, επεκτείνεται για όσο χρόνο βρίσκεται σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
62.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής εφαρμόζεται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους που περιλαμβάνονται σε αυτό και οι σχετικοί χρεώστες και πιστωτές οφείλουν να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τα όσα διαλαμβάνονται στο Σχέδιο.
(2) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, πληρωμές που καταβάλλονται στους καθορισμένους πιστωτές σύμφωνα με τους όρους του Σχεδίου, θα γίνονται από το χρεώστη μέσω του συμβούλου αφερεγγυότητας.
(3) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας μεταβιβάζει τις πληρωμές και στη συμφμνημένη αναλογία σε κάθε ένα από τους καθορισμένους πιστωτές, έγκαιρα.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας διατηρεί τακτική επαφή με το χρεώστη και ζητά από αυτόν τέτοια πληροφόρηση και διενεργεί τέτοιες αναθεωρήσεις που είναι απαραίτητες κατά καιρούς και, σε κάθε περίπτωση, διενεργεί τουλάχιστον μία αναθεώρηση για κάθε περίοδο δώδεκα (12) μηνών.
(5) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας επιβλέπει την εφαρμογή του Σχεδίου και εκεί και όπου ο χρεώστης παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του ή είναι φανερό ότι ενδέχεται να τις παραβεί, συζητά το θέμα με το χρεώστη.
(6) Σε περίπτωση που υπάρχει ουσιαστική αλλαγή στην κατάσταση του χρεώστη κατά την έννοια των διατάξεων του εδαφίου (12) του άρθρου 64, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας παραχωρεί πληροφορίες στο χρεώστη αναφορικά με το δικαίωμα ή την υποχρέωσή του, ανάλογα με την περίπτωση, να ξεκινήσει διαδικασία για τροποποίηση του Σχεδίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64.
(7) Σε περίπτωση που οι προσωπικές περιστάσεις του χρεώστη έχουν αλλάξει επιβάλλεται η τροποποίηση του Σχεδίου, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για να ξεκινήσει τη διαδικασία τροποποίησης του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64.
(8) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας διαχειρίζεται την περιουσία του χρεώστη σύμφωνα με τα όσα καθορίζονται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, στη βάση ρητής εξουσιοδότησης που παραχωρείται για το σκοπό αυτό από τον καθορισμένο χρεώστη.
(9) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας οφείλει να ανταποκρίνεται έγκαιρα σε αιτήματα για πληροφόρηση αναφορικά με την εφαρμογή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, που υποβάλλονται από-
(α) την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας·
(β) το χρεώστη· και
(γ) τον καθορισμένο πιστωτή.
(10) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας οφείλει να διατηρεί ολοκληρωμένα και ακριβή αρχεία λογαριασμών αναφορικά με ποσά που λαμβάνει από το χρεώστη και ποσά που διανέμει στους καθορισμένους πιστωτές, και τέτοια ποσά, ενόσω βρίσκονται υπό τον έλεγχο και την κατοχή του συμβούλου αφερεγγυότητας, θα διατηρούνται σε λογαριασμό που τηρείται σε αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, ο οποίος λογαριασμός χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την κατάθεση ποσών από το χρεώστη και τη μεταφορά τέτοιων ποσών στους πιστωτές, μετά την αποκοπή οποιωνδήποτε τελών, εξόδων και πληρωμών που καταβάλλονται στον σύμβουλο αφερεγγυότητας, που επιτρέπεται να αποκόπτονται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή σύμφωνα με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
63.-(1) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει σε διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, έχει υποχρέωση να ενεργεί με καλή πίστη και στη συνεργασία του με τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, να προβαίνει σε πλήρη αποκάλυψη, όλων των περιουσιακών στοιχείων, εισοδημάτων και υποχρεώσεων και οποιασδήποτε άλλης κατάστασης η οποία είναι εύλογα πιθανό να επηρεάσει την ικανότητά του να καταβάλει πληρωμές στους πιστωτές του.
(2) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει σε οποιοδήποτε μέρος διαδικασίας ή εφαρμογής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, υποχρεούται να συνεργάζεται πλήρως στη διαδικασία και κατά την εφαρμογή του, και συγκεκριμένα να συμμορφώνεται πλήρως με οποιαδήποτε εύλογη απαίτηση του σύμβουλου αφερεγγυότητας για παροχή βοήθειας, εγγράφων και πληροφοριών απαραίτητων για σκοπούς διαδικασίας και εφαρμογής σε ότι αφορά το χρεώστη ή την εκτέλεση των καθηκόντων του συμβούλου αφερεγγυότητας συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε στοιχείων σε σχέση με χρέη, φορολογία, απασχόληση, επαγγελματικά, κοινωνικά οφελήματα ή άλλα οικονομικά στοιχεία.
(3) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, έχει υποχρέωση να πληροφορεί τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, το συντομότερο δυνατό, για οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή στην κατάστασή του και συγκεκριμένα αναφορικά με οποιαδήποτε αύξηση ή μείωση στα περιουσιακά του στοιχεία, στις υποχρεώσεις ή στα εισοδήματά του, η οποία επηρεάζει ουσιαστικά την ικανότητά του να καταβάλλει πληρωμές ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(4) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δεν λαμβάνει, είτε μόνος του είτε μαζί με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, πίστωση που ξεπερνά το ποσό των εξακοσίων πενήντα ευρώ (€650) συνολικά, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα, χωρίς να πληροφορήσει τέτοιο πρόσωπο ή πρόσωπα ότι είναι χρεώστης ο οποίος συμμετέχει ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(5) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δεν δύναται κατά παράβαση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, να μεταβιβάζει, ενοικιάζει, επιβαρύνει ή άλλως πως να διαθέτει οποιοδήποτε δικαίωμά του σε περιουσία που ξεπερνά προκαθορισμένη αξία, εκτός όπως προνοείται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(6) Ο χρεώστης, πληροφορεί τον σύμβουλο αφερεγγυότητας το συντομότερο πρακτικά δυνατό από τη στιγμή που περιέρχεται στην αντίληψή του οποιαδήποτε ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων.
(7) Χρεώστης, ο οποίος συμμετέχει, ως μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν δύναται να πληρώνει σε καθορισμένο πιστωτή εις βάρος άλλων καθορισμένων πιστωτών, ποσά επιπρόσθετα και πέραν από αυτά που προβλέπονται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, σε σχέση με χρέη τα οποία καλύπτονται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, παραβιάζοντας με αυτό τον τρόπο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
64.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος μέρους, Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να τροποποιηθεί, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Σύμβουλος Αφερεγγυότητας, κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας ή κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), προτείνει τροποποίηση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, εφεξής αναφερόμενη ως «τροποποίηση», όταν:
(α) Φαίνεται στον σύμβουλο αφερεγγυότητας ότι υπάρχει ουσιαστική αλλαγή στην οικονομική κατάσταση του χρεώστη· και
(β) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ικανοποιείται ότι υπάρχει εύλογη προοπτική, για σκοπούς αντιμετώπισης της κατάστασης, η τροποποίηση να εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(3) Χρεώστης ή καθορισμένος πιστωτής, ο οποίος δεσμεύεται από Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να ζητήσει από σύμβουλο αφερεγγυότητας να προτείνει την τροποποίηση του Σχεδίου και τέτοια αίτηση υποβάλλεται-
(α) γραπτώς·
(β) συνοδεύεται από πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που να υποστηρίζουν τον ισχυρισμό ότι υπήρξε ουσιαστική αλλαγή στην οικονομική κατάσταση του χρεώστη· και
(γ) συνοδεύεται από τη γραπτή συγκατάθεση του προσώπου από το οποίο γίνεται η αίτηση για-
(i) τη διεξαγωγή έρευνας από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου και
(ii) αποκάλυψη από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, προσωπικών δεδομένων του προσώπου, στο βαθμό που χρειάζεται για τους σκοπούς της έρευνας.
(4) Ο σύμβουλος αφερεγγυότητας αποφασίζει, εντός προθεσμίας είκοσι μίας (21) ημερών από τη λήψη αιτήματος, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), κατά πόσο οι παράγραφοι (α) και (β) του εδαφίου (2) τυγχάνουν εφαρμογής για τους σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και για το σκοπό αυτό-
(α) δύναται να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες τις οποίες χρειάζεται από το πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την αίτηση· και
(β) δύναται να προβεί σε τέτοια έρευνα την οποία κρίνει απαραίτητη για να καταλήξει σε απόφαση επί της αίτησης.
(5) Για σκοπούς λήψης απόφασης, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) είτε διαφορετικά, κατά πόσον οι παράγραφοι (α) και (β) του εδαφίου (2) τυγχάνουν εφαρμογής στο σχετικό Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, o σύμβουλος αφερεγγυότητας δύναται να ζητήσει από τον σχετικό χρεώστη, όπου αυτό είναι απαραίτητο και με τη βοήθεια του συμβούλου αφερεγγυότητας, να συμπληρώσει νέα Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων.
(6) Σε περίπτωση που ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ικανοποιείται ότι οι παράγραφοι (α) και (β) του εδαφίου (2) τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, χωρίς καθυστέρηση-
(α) απαιτεί από τον σχετικό χρεώστη, και όπου αυτό είναι απαραίτητο με τη βοήθεια του συμβούλου αφερεγγυότητας, να συμπληρώσει νέα Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, εκτός εάν ο χρεώστης έχει ήδη συμπληρώσει τέτοια Κατάσταση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) και οι πληροφορίες που περιέχει τέτοια Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων παραμένουν πλήρης και ακριβείς·
(β) διαμορφώνει πρόταση για την τροποποίηση·
(γ) ζητά την γραπτή συγκατάθεση από το χρεώστη για την τροποποιημένη πρόταση και για τη σύγκληση συνέλευσης πιστωτών για σκοπούς εξέτασης της πρότασης·
(δ) όπου η συγκατάθεση του χρεώστη η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (γ) έχει δοθεί, συγκαλεί τη συνέλευση που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο.
(7) Κατά τη διεξαγωγή συνέλευσης πιστωτών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας-
(α) αποστέλλει σε κάθε πιστωτή γραπτή ειδοποίηση τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) ημέρες πριν τη διεξαγωγή της συνέλευσης, ενημερώνοντας τον για τη διεξαγωγή της συνέλευσης, την ημερομηνία, τη μέρα και την ώρα κατά την οποία αυτή θα πραγματοποιηθεί·
(β) βεβαιώνεται ότι η ειδοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) συνοδεύεται από-
(i) γραπτή πρόταση για τη τροποποίηση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(ii) έκθεση του σύμβουλου αφερεγγυότητας η οποία περιγράφει το αποτέλεσμα για τους πιστωτές και για το χρεώστη σύμφωνα με τους όρους της πρότασης τροποποίησης και αναφέρει κατά πόσο ή μη είναι της άποψης ότι υπάρχει εύλογη προοπτική ο χρεώστης να μπορεί να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, όπως τροποποιείται σύμφωνα με τη πρόταση·
(iii) κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων συμπληρωμένη από το χρεώστη σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (5) ή(6), όπου αυτό εφαρμόζεται· και
(iv) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες λαμβάνονται από τον προσωπικό σύμβουλο αφερεγγυότητας σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τις οποίες αυτός κρίνει ότι είναι σχετικές· και
(γ) καταχωρεί αντίγραφο της ειδοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) συνοδευόμενη από τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο (β), στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(8) Σε περίπτωση που-
(α) κατά τη διεξαγωγή ψηφοφορίας των πιστωτών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, πρόταση τροποποίησης δεν εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 55, ή
(β) το αρμόδιο δικαστήριο αποδέχεται ένσταση πιστωτή για την εφαρμογή της τροποποίησης του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής,
το αρχικό Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θα συνεχίσει να εφαρμόζεται χωρίς επηρεασμό των άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου και χωρίς να υπόκειται σε οποιαδήποτε τροποποίηση.
(9) οι διατάξεις του εδαφίου (8), εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό του δικαιώματος του συμβούλου αφερεγγυότητας να προτείνει οποιαδήποτε άλλη τροποποίηση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(10) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (11), άρνηση του χρεώστη να δώσει τη συγκατάθεσή του, χωρίς αντικειμενική αιτιολόγηση:
(α) Σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6), σε πρόταση για τροποποίηση ή σύγκληση συνέλευσης πιστωτών, ή
(β) σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (30) ή (4) του άρθρου 54,
συνιστά βάση για αίτηση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 68.
(11) Χρεώστης, ο οποίος αρνείται να δώσει τη συγκατάθεσή του σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (10), είναι δικαιολογημένος όταν η πρόταση σε σχέση με την οποία ζητείται η συγκατάθεση θα απαιτούσε από το χρεώστη-
(α) στην περίπτωση που υπήρξε αύξηση στο εισόδημά του, να καταβάλλει επιπρόσθετες πληρωμές οι οποίες υπερβαίνουν το πενήντα τοις εκατό (50%) της αύξησης στο εισόδημά του, μετά από τις ακόλουθες αποκοπές, όπου αυτό εφαρμόζεται-
(i) φόρου εισοδήματος·
(ii) εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων·
(iii) πληρωμές που γίνονται σε σχέση με εξαιρετέα χρέη·
(iv) πληρωμές που γίνονται σε σχέση με εξαιρέσιμα χρέη τα οποία δεν είναι επιτρεπτά χρέη·
(v) τέτοιες άλλες αποκοπές ή χρεώσεις στο εισόδημα οι οποίες δύναται να καθορίζονται· ή
(β) την πληρωμή ποσών τα οποία ξεπερνούν το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας οποιασδήποτε περιουσίας αποκτάται από το χρεώστη μετά την εφαρμογή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής το οποίο προτείνεται να τροποποιηθεί, εκτός εάν η απόκτηση της περιουσίας αναμενόταν υπό τους όρους του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(12) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «ουσιαστική αλλαγή στην κατάσταση του χρεώστη» σημαίνει αλλαγή στην κατάσταση του χρεώστη η οποία επηρεάζει ουσιαστικά την ικανότητα του χρεώστη να καταβάλλει πληρωμές ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και περιλαμβάνει αύξηση ή μείωση των περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων ή εισοδήματος του χρεώστη.
65. Οι λόγοι για τους οποίους Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δύναται να προσβληθεί από πιστωτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 59, περιορίζονται χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου68, στους ακόλουθους:
(α) Ότι ο χρεώστης έχει με τη συμπεριφορά του κατά τα δύο (2) έτη πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, διευθετήσει τις οικονομικές του υποθέσεις με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε να είναι ή να γίνει επιλέξιμος να υποβάλει αίτηση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(β) δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις διαδικαστικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένης της μη ύπαρξης τελεσίδικης απόφασης δικαστηρίου σε σχέση με την επαλήθευση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43, όπου αυτό εφαρμόζεται-
(γ) υπάρχει ουσιαστική ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων, η οποία παραβλάπτει ουσιωδώς τα συμφέροντα του πιστωτή·
(δ) ο χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 35 όταν προτάθηκε το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής·
(ε) ο χρεώστης έχει διαπράξει αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο το οποίο προκαλεί ουσιαστική βλάβη στον πιστωτή·
(στ) ο χρεώστης είχε συναλλαγή με πρόσωπο η οποία έγινε κατά την περίοδο τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση προστατευτικού διατάγματος, η οποία δεν έγινε έναντι αξιόλογης αντιπαροχής και η οποία συνέβαλε ουσιαστικά στην ανικανότητα του χρεώστη να αποπληρώσει τα χρέη του, εξαιρουμένων των χρεών τα οποία οφείλονται στα πρόσωπα με τα οποία ο χρεώστης είχε εισέλθει σε συναλλαγές οι οποίες δεν έγιναν έναντι αξιόλογης αντιπαροχής·
(ζ) ο χρεώστης έδειξε προτίμηση δολίως σε πρόσωπο, τηρουμένων των διατάξεων της οικείας νομοθεσίας, κατά την περίοδο των τριών (3) ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση του προστατευτικού διατάγματος, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του διαθέσιμου ποσού για την πληρωμή των χρεών του, εξαιρουμένων των χρεών που οφείλονται στο πρόσωπο στο οποίο δόθηκε η δόλια προτίμηση.
66.-(1) Σε περίπτωση που σε σχέση με χρεώστη ο οποίος αποτελεί μέρος σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο βρίσκεται σε ισχύ, πιστωτής ή ο σύμβουλος αφερεγγυότητας θεωρεί ότι ο χρεώστης έχει κάνει υπέρμετρες εισφορές σε σχετική σύνταξη, ο πιστωτής ή ο σύμβουλος αφερεγγυότητας δύναται να αιτηθεί στο δικαστήριο την έκδοση διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(2) Αναφορές σε εισφορές από το χρεώστη ερμηνεύονται ως αναφορές σε εισφορές που γίνονται από το χρεώστη κατά τη διάρκεια περιόδου τριών ετών πριν από την ημερομηνία καταχώρισης αίτησης για έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού εκ μέρους του χρεώστη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37.
(3) Σε περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι έχοντας υπόψη τα ζητήματα πού αναφέρονται στο εδάφιο (4), οι εισφορές σε σχετική σύνταξη είναι υπέρμετρες, δύναται να-
(α) διατάξει την πληρωμή τέτοιου μέρους της εισφοράς, αφαιρουμένου οποιουδήποτε φόρου που πρέπει να παρακρατηθεί από το διαχειριστή του συνταξιοδοτικού σχεδίου στον σύμβουλο αφερεγγυότητας, για διανομή στους πιστωτές του χρεώστη· και
(β) να εκδώσει οποιοδήποτε άλλο διάταγμα το δικαστήριο κρίνει κατάλληλο περιλαμβανομένου διατάγματος για τα έξοδα της αίτησης.
(4) Τα ζητήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (3) σε σχέση με εισφορές που γίνονται από το χρεώστη σε σχετική σύνταξη αφορούν τα ακόλουθα:
(α) Κατά πόσο ο χρεώστης διεξάγει πληρωμές στους πιστωτές του σε σχέση με χρέη οφειλόμενα σε τέτοιους πιστωτές εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, κατά ή περί τον χρόνο κατά τον οποίο ο χρεώστης έκανε τη σχετική εισφορά·
(β) κατά πόσο ο χρεώστης ήταν υποχρεωμένος να κάνει την εισφορά ποσού ή ποσοστού του εισοδήματος του ανερχόμενη στο ποσό της πληρωμής η οποία έγινε σύμφωνα με τους όρους απασχόλησής του και σε περίπτωση τέτοιας υποχρέωσης, κατά πόσο ο χρεώστης ή συνδεδεμένο με αυτόν πρόσωπο θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιαστικά τη δημιουργία τέτοιας υποχρέωσης·
(γ) το πόσο της εισφοράς η οποία έγινε, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού των συνολικών εισοδημάτων του χρεώστη κατά το σχετικό φορολογικό έτος κατά το οποίο καταβλήθηκε η εν λόγω εισφορά·
(δ) τα ποσά των εισφορών που έγιναν για κάθε ένα από τα έξι προηγούμενα έτη πριν από την ημερομηνία αίτησης για έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού εκ μέρους του χρεώστη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού των συνολικών εισοδημάτων τα οποία αποτελούν οι σχετικές εισφορές για κάθε ένα από αυτά τα έτη·
(ε) την ηλικία του χρεώστη κατά τις σχετικές χρονικές στιγμές·
(στ) τα ποσοστιαία όρια τα οποία ίσχυαν για το χρεώστη σε σχέση με την απαλλαγή φόρου εισοδήματος αναφορικά με τις εισφορές που έγιναν στη σχετική σύνταξη κατά το κάθε ένα από τα προηγούμενα έξι έτη πριν από την ημερομηνία αίτησης για την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού εκ μέρους του χρέωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37· και
(ζ) την έκταση των σχετικών προνοιών που έγιναν από το χρεώστη σε σχέση με τη σχετική σύνταξη πριν τη διεξαγωγή της σχετικής εισφοράς.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εισφορές οι οποίες υπερβαίνουν το ποσό για το οποίο επιτρέπεται η φοροαπαλλαγή σύμφωνα με την παράγραφο (ii) της επιφύλαξης του εδαφίου (6) του άρθρου 14 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, θεωρούνται υπέρμετρες.
67.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Συμβάσεων Νόμου και του περί Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου, εγγυητής καθορισμένου χρεώστη, τυγχάνει μεταχείρισης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου σε σχέση με εγγυήσεις που έδωσε για χρέη τα οποία καλύπτονται από Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(2) Σε περίπτωση που καθορισμένος πιστωτής δεν υποβάλει ή επιδώσει την επαλήθευση χρέους εντός της καθορισμένης προθεσμίας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 43, δεν δικαιούται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση του εν λόγω χρέους.
(3) Καθορισμένος πιστωτής ενημερώνει τους εγγυητές αναφορικά με την επαλήθευση χρέους και την αποδοχή ή απόρριψη από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας, δυνάμει του άρθρου 43:
(4) Σε περίπτωση που η αγοραία αξία της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, σύμφωνα με την επαλήθευση χρέους, ισούται ή ξεπερνά την αξία του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη προς το συγκεκριμένο εξασφαλισμένο πιστωτή κατά την ημερομηνία της επαλήθευσης χρέους, στο εξής αναφερόμενο στο παρόν άρθρο ως «οφειλόμενο χρέος», ο εξασφαλισμένος πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση του εν λόγω χρέους, όταν τεθεί σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 60 ή το άρθρο 73, ανάλογα με την περίπτωση.
(5) Σε περίπτωση που η αγοραία αξία της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, σύμφωνα με την επαλήθευση χρέους, είναι χαμηλότερη της αξίας του οφειλόμενου χρέους, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση χρέους, για ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη.
(6)(α) Σε περίπτωση εφαρμογής του εδαφίου (5), το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους, κατατάσσεται ως ανεξασφάλιστο χρέος για σκοπούς του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και ο σχετικός πιστωτής λαμβάνει τυχόν πληρωμές ως ανεξασφάλιστος πιστωτής κατ' αναλογία (pari passu) με άλλους ανεξασφάλιστους πιστωτές·
(β) ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), σε περίπτωση που περιουσιακό στοιχείο του χρεώστη που υπόκειται σε εξασφάλιση διατεθεί στο πλαίσιο Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και το καθαρό ποσό της διάθεσης τέτοιας περιουσίας είναι μεγαλύτερο από το ποσό της αγοραίας αξίας της, τότε ο εξασφαλισμένος πιστωτής δικαιούται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον εγγυητή, μόνο αναφορικά με το ποσό της διαφοράς μεταξύ του καθαρού ποσού που προέκυψε από τη διάθεση της εν λόγω περιουσίας και του οφειλόμενου χρέους:
(7) Τυχόν καταμερισμός από τον πιστωτή των υποχρεώσεων των εγγυητών, των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται στην επαλήθευση χρέους, γίνεται κατ' εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, της αρχής της διαφάνειας και σύμφωνα με τις αρχές της επιείκειας.
(8)(α) Οι εγγυητές δύνανται να καταβάλλουν ποσά μηνιαίως σε σχέση με την ευθύνη τους που απορρέει από την εν λόγω εγγύηση και κανένας εγγυητής δεν καταβάλλει ποσό το οποίο ξεπερνά το ποσό που απομένει μετά από αφαίρεση από το μηνιαίο εισόδημα τους, του συνόλου των-
(i) λογικών εξόδων διαβίωσης σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του άρθρου 8· και
(ii) το σύνολο των μηνιαίων δόσεων που ο ίδιος ο εγγυητής υποχρεούται να καταβάλλει σε σχέση με τις δικές του υποχρεώσεις κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(β) ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου, ο πιστωτής δεν εκποιεί την κύρια κατοικία εγγυητή για σκοπούς ικανοποίησης της αξίωσης του εναντίον εγγυητή σε σχέση με την ευθύνη του εγγυητή που προκύπτει από τις υποχρεώσεις του χρεώστη:
(γ) ανεξάρτητα απο τις πρόνοιες οποιουδήποτε άλλου νόμου, σε περίπτωση εξασφάλισης που δημιουργήθηκε με την εγγραφή δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες εκδόθηκαν σε σχέση με ευθύνη του εγγυητή που προκύπτει από τις υποχρεώσεις του χρεώστη, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (β) και ως εκ τούτου ο πιστωτής δεν δύναται να προχωρήσει σε σχέση με την ρευστοποίηση της εξασφάλισης αυτής.
(9) Οι διατάξεις του εδαφίου (8) έχουν εφαρμογή μόνο σε σχέση με Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, τα οποία καταρτίζονται για σκοπούς αναδιάρθρωσης χρεών για τα οποία συνάφθηκαν συμβάσεις εγγύησης μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) (Τροπο-ποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2018 και εφαρμόζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου καταβολής των καθορισμένων μηνιαίων δόσεων η οποία άρχισε κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(10) Το σύνολο των οποιωνδήποτε εφάπαξ ποσών και της καθαρής παρούσας αξίας σειράς πληρωμών που καταβάλλονται από εγγυητή, καθώς και τυχόν πληρωμών που καταβάλλονται από τον καθορισμένο χρεώστη, για ανεξασφάλιστα χρέη προς συγκεκριμένο καθορισμένο πιστωτή στα πλαίσια του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, δεν δύναται να ξεπερνά το ποσό:
(α) Της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας της περιουσίας η οποία υπόκεται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη, κατά την ημερομηνία δήλωσης κατάστασης εγγυητών, σε περίπτωση που το ποσό της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση είναι χαμηλότερο του ποσού του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη κατά την ημερομηνία της δήλωσης κατάστασης εγγυητών, εάν πρόκειται για εξασφαλισμένο πιστωτή, ή
(β) το συνολικό χρέος που προκύπτει από την επαλήθευση χρέους, εάν πρόκειται για ανεξασφάλιστο πιστωτή:
(11) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου, καμία αγωγή που αφορά εγγύηση σε σχέση με καθορισμένο χρέος δεν εγείρεται από καθορισμένο πιστωτή εναντίον εγγυητή, μετά την περίοδο δύο (2) ετών από την ημέρα κατά την οποία τίθεται σε ισχύ το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(12) Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε εγγυητής κατέβαλε ολόκληρο το ποσό που προκύπτει ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του εδαφίου (10), σε πιστωτή δυνάμει του παρόντος άρθρου, τέτοιος εγγυητής, με την καταβολή τέτοιας πληρωμής καθίσταται ανεξασφάλιστος πιστωτής ως προς το ποσό που αντιστοιχεί στην εν λόγω πληρωμή, και έχει όλα τα δικαιώματα ανεξασφάλιστου πιστωτή έναντι του χρεώστη, και οι απαιτήσεις του έχουν την ίδια προτεραιότητα με αυτές των άλλων ανεξασφάλιστων πιστωτών.
(13) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, καμία αγωγή από εγγυητή εναντίον χρεώστη ή οποιουδήποτε άλλου συνεγγυητή σε σχέση με καθορισμένο χρέος δεν εγείρεται μετά την περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία καταβολής πληρωμής από τον εγγυητή στον πιστωτή αναφορικά με χρέος του πιστωτή.
(14) Κάθε εγγυητής που περιλαμβάνεται στην επαλήθευση χρέους που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43, τηρείται ενήμερος από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας αναφορικά με τη δυνατότητα του χρεώστη να αποπληρώνει τα χρέη του.
(15) Σε περίπτωση που χρεώστης παραλείπει να προβεί σε πληρωμές δυνάμει Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που ισχύει δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, ή σε περίπτωση πρόωρου τερματισμού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής κατ' εφαρμογή του άρθρου 70, καθορισμένος πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση του εν λόγω χρέους, στο βαθμό που το εν λόγω χρέος αποτελεί εξασφαλισμένο χρέος, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.
(16) Σε περίπτωση που χρεώστης παραλείπει να προβεί σε πληρωμές δυνάμει Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που ισχύει δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, ή σε περίπτωση πρόωρου τερματισμού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής κατ' εφαρμογή του άρθρου 70, ο εγγυητής θα είναι υπεύθυνος για το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη κατά την ημερομηνία της δήλωσης κατάστασης εγγυητών, σε περίπτωση που το ποσό της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση είναι χαμηλότερο του ποσού του οφειλόμενου χρέους του χρεώστη κατά την ημερομηνία της δήλωσης κατάστασης εγγυητών, εάν πρόκειται για εξασφαλισμένο πιστωτή, ή το συνολικό χρέος που προκύπτει από την επαλήθευση χρέους, εάν πρόκειται για ανεξασφάλιστο πιστωτή, μη συμπεριλαμβανομένου τόκου υπερημερίας λόγω τερματισμού των πληρωμών από το χρεώστη, για την περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και του πρόωρου τερματισμού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και μη συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ποσών έχουν αποπληρωθεί από το χρεώστη ή εγγυτή.
(17) Σε περίπτωση που προστατευτικό διάταγμα εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 39 και έληξε χωρίς να τεθεί σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής ή ανανεώθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 75, αλλά το δικαστήριο δεν εξέδωσε διάταγμα επιβολής Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 72, οι πρόνοιες του παρόντος άρθρου παύουν να ισχύουν.
(18) Κάθε εγγυητής καθορισμένου χρέους καλείται να παρίσταται σε οποιεσδήποτε συγκαλούμενες συνελεύσεις πιστωτών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, με τον ίδιο τρόπο που καλούνται οι πιστωτές και καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σε σχέση με πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που ετοιμάζεται από τον σύμβουλο αφερεγγυότητας.
(19) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «αγοραία αξία» σημαίνει την αξία που προκύπτει μετά από εκτίμηση της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44.
(20) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά μέτρα εναντίον εγγυητή, σε περίπτωση που πληρούνται σωρρευτικά οι πιο κάτω προυποθέσεις:
(α) Το ισοζύγιο μεταξύ του ενεργητικού και παθητικού της προσωπικής και επαγγελματικής περιουσίας του εν λόγω εγγυητή, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας αυτού, σύμφωνα με την κεφαλαιουχική του κατάσταση δυνάμει του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Νόμου, δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)· και
(β) ο εν λόγω εγγυητής:
(i) κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης εγγύησης, είχε ή ανέλαβε ευθύνη, σύμφωνα με τους όρους σύμβασης εγγύησης, για ποσό χρέους το οποίο καλύπτεται από Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και για το οποίο υπόκειται σε εξασφάλιση η κύρια κατοικία του καθορισμένου χρεώστη· ή
(ii) κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, έχει ευθύνη σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης εγγύησης για υπόλοιπο χρέους, το οποίο καλύπτεται από Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που έχει τεθεί σε ισχύ και που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και για το οποίο υπόκειται σε εξασφάλιση η κύρια κατοικία του καθορισμένου χρεώστη:
68.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 65, καθορισμένος πιστωτής ή σύμβουλος αφερεγγυότητας δύνανται, σε σχέση με Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής καθ' οιονδήποτε χρόνο κατά τον οποίο το σχέδιο βρίσκεται σε ισχύ, να αποταθεί στο δικαστήριο και να αιτηθεί τον τερματισμό του, για τους πιο κάτω λόγους:
(α) Ο χρεώστης δεν συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις ή τα καθήκοντά του, τα οποία επιβάλλει η διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(β) ο χρεώστης έχει καταδικαστεί για αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο μετά από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(γ) ο χρεώστης παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του για την καταβολή πληρωμών όπως αυτές προκύπτουν από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής για περίοδο που υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες·
(δ) ο χρεώστης δεν προέβηκε στις απαραίτητες ενέργειες που απαιτούνταν για την εφαρμογή οποιασδήποτε προϋπόθεσης ή όρου του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής·
(ε) ο χρεώστης αρνήθηκε παράλογα να συγκατατεθεί σε τροποποίηση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), ο χρεώστης παραλείπει να καταβάλει τις πληρωμές για περίοδο που υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, όταν:
(α) Στην αρχή της περιόδου των τριών (3) μηνών η οποία λήγει αμέσως πριν από την ημέρα κατά την οποία γίνεται ή αίτηση δυνάμει του εδαφίου (1), δεν έχει καταβληθεί μία ή περισσότερες από τις πληρωμές που προβλέπονται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής· και
(β) σε καμία χρονική στιγμή κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου των πιο πάνω αναφερόμενων τριών (3) μηνών δεν καταβλήθηκαν οποιεσδήποτε πληρωμές.
(3) Κατά την ακρόαση αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (1), το δικαστήριο δύναται-
(α) να απορρίψει την αίτηση·
(β) να τερματίσει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής· ή
(γ) να διατάξει τον σύμβουλο αφερεγγυότητας να ετοιμάσει πρόταση για την τροποποίηση του Σχεδίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 64.
(4) Σε περίπτωση που το δικαστήριο εκδίδει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)-
(α) ο Πρωτοκολλητής του δικαστηρίου κοινοποιεί την απόφαση στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας· και
(β) η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας όταν λάβει γνώση της απόφασης ειδοποιεί το χρεώστη, τον σύμβουλο αφερεγγυότητας και τους καθορισμένους πιστωτές ως προς την απόφαση του δικαστηρίου.
(5) Όταν το δικαστήριο αποφασίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) να τερματίσει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, κατά τη λήψη της ειδοποίησης για τον τερματισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), καταγράφει το γεγονός του τερματισμού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής στο Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής.
(6) Σε περίπτωση που το δικαστήριο αποφασίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) να τερματίσει το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, τα αποτελέσματα που προβλέπονται στο άρθρο 61 του παρόντος Νόμου παύουν να ισχύουν.
69.-(1) Σε περίπτωση που ο χρεώστης παρουσιάσει καθυστέρηση στις πληρωμές του, όπως αυτές προκύπτουν από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, για περίοδο έξι (6) μηνών, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής τεκμαίρεται ότι έχει αποτύχει και τερματίζεται, όταν o σύμβουλος αφερεγγυότητας ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότηταςκαι το χρεώστη για το γεγονός αυτό.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), χρεώστης θεωρείται ότι παρουσιάζει καθυστέρηση στις πληρωμές του για περίοδο έξι (6) μηνών, σε οποιαδήποτε ημερομηνία, εάν-
(α) κατά την αρχή της περιόδου των έξι (6) μηνών, η οποία λήγει αμέσως πριν από την εν λόγω ημερομηνία, μία ή περισσότερες πληρωμές σε σχέση με το χρέος καθίστανται απαιτητές από το χρεώστη σύμφωνα με τους όρους του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής· και
(β) σε καμία χρονική στιγμή κατά τη διάρκεια της εξάμηνης περιόδου δεν ικανοποιήθηκαν οποιεσδήποτε υποχρεώσεις σε σχέση με τέτοιες πληρωμές.
(3) Σε περίπτωση που η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ενημερώνεται για αθέτηση εκπλήρωσης υποχρέωσης πληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), καταγράφει τέτοια αθέτηση εκπλήρωσης του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής στο Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής.
70.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θεωρείται ότι έχει αποτύχει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69 ή έχει τερματιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68, ο χρεώστης θα είναι υπεύθυνος για το ποσό του χρέους ως είχε, αμέσως πριν επικυρωθεί από το δικαστήριο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, μη συμπεριλαμβανομένου τόκου υπερημερίας για την περίοδο μεταξύ της έναρξης της ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και του πρόωρου τερματισμού του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και μη συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ποσών έχουν αποπληρωθεί από το χρεώστη, εκτός εάν-
(α) οι όροι του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής προνοούν διαφορετικά· ή
(β) το δικαστήριο έχει διατάξει διαφορετικά.
(2) Το εδάφιο (1) ισχύει, χωρίς επηρεασμό της εγκυρότητας οποιασδήποτε πράξης ή διάθεσης περιουσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής.
(3) Σε περίπτωση που εφαρμόζεται το εδάφιο (1), η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θα έληγε κανονικά, στην απουσία οποιωνδήποτε λόγων για πρόωρο τερματισμό του, διαγράφει από το Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής όλες τις πληροφορίες οι οποίες καταχωρίσθηκαν σε σχέση με τέτοιο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
71.-(1) Κατά τη λήξη του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής και σε περίπτωση που ο χρεώστης έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τουόπως αυτές προκύπτουν από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, ο σύμβουλος αφερεγγυότητας ειδοποιεί το χρεώστη και τους πιστωτές για τα καθορισμένα χρέη τα οποία αποτελούν το αντικείμενο Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, καθώς και την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(2) Σε περίπτωση που ο χρεώστης έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 46 και των εδαφίων (3) και (5) του άρθρου 48, απαλλάσσεται αναφορικά με οποιοδήποτε ανεξασφάλιστο καθορισμένο χρέος το οποίο καλύπτεται από το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(3) Σε περίπτωση που ο χρεώστης έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, δεν απαλλάσσεται από εξασφαλισμένα χρέη τα οποία καλύπτονται από το σχέδιο, εκτός εάν και στο βαθμό που αυτό προνοείται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, ενώ σε περίπτωση που το σχέδιο δεν προβλέπει την απαλλαγή του χρεώστη, ο χρεώστης συνεχίζει να καταβάλλει πληρωμές αναφορικά με το εξασφαλισμένο χρέος, σύμφωνα με τα όσα καθορίζονται στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής και σε περίπτωση που ουδέν αναφέρεται επί του εν λόγω θέματος, σύμφωνα με την αρχική συμφωνία με τον πιστωτή.
(4) Σε περίπτωση που η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας λαμβάνει την ειδοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), υποχρεούται-
(α) να καταχωρίσει την επιτυχή ολοκλήρωση του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής στο Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής· και
(β) εντός τριών (3) μηνών από τη λήψη ειδοποίησης, να διαγράψει από το Μητρώο Προσωπικών Σχεδίων Αποπληρωμής κάθε πληροφορία που αφορά σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
72.-(1) Σε περίπτωση που Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απορρίφθηκε από τη συνέλευση των πιστωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις μη συναινετικό του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις-
(α) [Διαγράφηκε]·
(β) τουλάχιστον ένας από τους πιστωτές του είναι εξασφαλισμένος πιστωτής, ο οποίος έχει εξασφάλιση επί της κύριας κατοικίας του χρεώστη η οποία βρίσκεται στη Δημοκρατία, η αγοραία αξία της οποίας δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€350.000)· και
(γ) η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του, δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και
(δ) [Διαγράφηκε]·
(ε) ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του, τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν από την αίτηση για έκδοση προστατευτικού διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματός του κατά τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) ή περισσότερο· και
(στ) ο σύμβουλος αφερεγγυότητας έχει υπογράψει δήλωση με την οποία επιβεβαιώνει ότι, έχει την άποψη ότι-
(i) οι πληροφορίες που περιέχονται στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων που ετοιμάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, εξ όσων ο ίδιος γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει, είναι πλήρεις και ακριβείς· και
(ii) χρεώστης πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας των άρθρων 35 και του παρόντος άρθρου για να αιτηθεί στο δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου II παρόντος Τίτλου· και
(iii) ο χρεώστης έχει επιδείξει καλή πίστη ως προς την έγκριση συναινετικού Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής δυνάμει των διατάξεων του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου, αλλά αυτή δεν κατέστη δυνατή· και
(iv) το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απορρίφθηκε από τους πιστωτές έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν οι εν λόγω πιστωτές, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, εξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών· και
(v) τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 74, το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής προβλέπει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του και ποσού για την κάλυψη των λογικών εξόδων διαβίωσης του ιδίου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειάς του, χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση των χρέων του,
ο χρεώστης δύναται να αιτείται μονομερώς στο δικαστήριο την έκδοση διατάγματος, με το οποίο να επιβάλλεται σε όλους τους πιστωτές το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απέρριψαν σε συνέλευσή τους σύμφωνα με τις διάταξεις του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου:
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), τεκμαίρεται ότι οποιαδήποτε μείωση στα εισοδήματα την οποία υπέστη ο χρεώστης από το έτος 2012 και μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου οφείλεται σε γεγονότα ή καταστάσεις εκτός του ελέγχου του χρεώστη και πιο συγκεκριμένα στην οικονομική κρίση, εκτός εάν ο πιστωτής μπορεί να αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι ο λόγος για τον οποίο ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του είναι άλλος από την οικονομική κρίση.
(3) Για τον καθορισμό της αγοραίας αξίας της κύριας κατοικίας για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 44.
(4) Ο χρεώστης μετά την έκδοση διατάγματος δυνάμει του παρόντος άρθρου δίδει ειδοποίηση στους καθορισμένους πιστωτές, τους εγγυητές, τον σύμβουλο αφερεγγυότητας και την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο αναφέρεται στο εδάφιο (4) δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο για ακύρωση του διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία που ειδοποιήθηκε για την έκδοσή του.
73.-(1) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 72 του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις που το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που απορρίφθηκε από τους πιστωτές, θα είχε ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία τέτοιοι πιστωτές θα ευρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, εξαιρουμένων των περιουσιακών στοιχειών που δεν διατίθενται και τηρουμένης της σειράς προτεραιότητας των χρεών:
(2) Για σκοπούς αξιολόγησης ως προς το κατά πόσο το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, το οποίο οι πιστωτές έχουν απορρίψει σε συνέλευσή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου ΙΙ του παρόντος Κεφαλαίου, έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτήν στην οποία αυτοί θα ευρίσκονταν, εάν η περιουσία του χρεώστη εδιατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης Νόμου, το δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη την έκθεση την οποία εκδίδει ο σύμβουλος αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 52, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα ή στοιχεία που το δικαστήριο κρίνει σχετικά.
(3) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου λαμβάνονται υπόψη όλα τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη για σκοπούς ενίσχυσης της δυνατότητας αποπληρωμής των χρεών του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74.
(4) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 72 του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις όπου το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές δεν προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του.
(5) Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για την επιβολή του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σε πιστωτές σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το αποτέλεσμα του οποίου θα είναι αυτό που προνοείται στο άρθρο 61 ή άλλο τέτοιο αποτέλεσμα, το οποίο το δικαστήριο διατάζει και υπό τέτοιους όρους ως το δικαστήριο κρίνει κατάλληλους να επιβάλει.
74.-(1) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3) του άρθρου 73, τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας, σε επιβαλλόμενο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δυνάμει του παρόντος Τίτλου, τυγχάνουν της ακόλουθης μεταχείρισης, επιπρόσθετα από τα όσα προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 73:
(α) Το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν απαιτεί από το χρεώστη να πωλεί βιβλία, εργαλεία και άλλα αντικείμενα εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται από το χρεώστη και είναι λογικά αναγκαία για την απασχόληση ή επιχείρησή του·
(β) τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής απαιτεί όπως τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία πωλούνται και το προϊόν της πώλησης χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των χρεών του χρεώστη στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(i) Όλα τα «άμεσα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία (liquid assets)», επί των οποίων δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις, και για τους σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου «άμεσα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία» περιλαμβάνουν μετρητά, τραπεζικές καταθέσεις προθεσμίας και πρώτης ζήτησης, όπως και άλλα περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων χρηματοοικονομικών μέσων που τυγχάνουν διαπραγμάτευσης δημόσια σε χρηματαγορές και άλλων επενδύσεων, τα οποία είναι άμεσα μετατρέψιμα σε συγκεκριμένο ποσό μετρητών, χωρίς την καταβολή ουσιαστικού προστίμου-
(ii) όλα τα κινητά είδη πολυτελείας, επί των οποίων δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις·
(iii) οποιαδήποτε άλλη κινητή περιουσία, επί της οποίας δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις, συνολικής αξίας πέραν των πενήντα χιλιάδων ευρώ (€50.000)·
(iv) οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία, άλλη από την κύρια κατοικία του χρεώστη, επί της οποίας δεν υπάρχει εξασφάλιση οποιουδήποτε πιστωτή, συνολικής αξίας πέραν των εβδομήντα πέντε χιλιάδων ευρώ (€75.000):
(γ) οποιαδήποτε κινητή ή οποιαδήποτε άλλη ακίνητη ιδιοκτησία εκτός της κύριας κατοικίας, η οποία συνιστά εξασφάλιση σε οποιοδήποτε χρέος του χρεώστη, υπόκειται σε εκποίηση από τον εξασφαλισμένο πιστωτή για την αποπληρωμή του εξασφαλισμένου εκτός εάν ο πιστωτής, πριν την πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος που προβλέπει το άρθρο 72, συγκατατεθεί σε αναδιάρθρωση του σχετικού χρέους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου που αφορούν την αναδιάρθρωση χρέους που αφορά στην κύρια κατοικία, στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(2) Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής πρέπει να προβλέπει την πώληση περιουσιακών στοιχείων, η αξία των οποίων είναι κάτω από το όριο που καθορίζεται στις υποπαραγράφους (iii) ή/και (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), στο βαθμό που είναι απαραίτητο, για να πληροί το εν λόγω Σχέδιο το κριτήριο που καθορίζεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 73.
(3) Η υποχρέωση για πώληση περιουσιακών στοιχείων στη βάση της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) και χρήσης του προϊόντος της πώλησης για την εξυπηρέτηση των χρεών του χρεώστη στο πλαίσιο του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής, ισχύει μόνο στο βαθμό που ο χρεώστης δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει πλήρως τα χρέη του, χωρίς την πώληση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων.
75.-(1) Αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση διατάγματος σύμφωνα με το άρθρο 72 δύναται να συνοδεύεται από αίτηση του χρεώστη για την ανανέωση προστατευτικού διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39, όπου αυτό είναι απαραίτητο.
(2) Προστατευτικό διάταγμα το οποίο ανανεώνεται από το δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (1) επιφέρει τα αποτελέσματα που αναφέρονται στο άρθρο 40 ή δύναται να επιφέρει οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα διατάσσει το δικαστήριο και, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 39, να περιέχει οποιουσδήποτε άλλους όρους και διάρκεια ως το δικαστήριο καθορίζει στο διάταγμά του.
(3) Ο χρεώστης ειδοποιεί την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και τους καθορισμένους πιστωτές καθορισμένων χρεών τα οποία περιέχονται σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής, καθώς και τους εγγυητές, για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος, το οποίο εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
76.-(1) Σε περίπτωση που καθορισμένος πιστωτής θεωρεί ότι αδικείται από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 75, δύναται, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την επίδοση ειδοποίησης για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος, να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος σε σχέση με το συγκεκριμένο πιστωτή.
(2) Καθορισμένος πιστωτής, ο οποίος αιτείται την έκδοση διατάγματος παραμερισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ειδοποιεί το χρεώστη, την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, το σύμβουλο αφερεγγυότητας του χρεώστη και οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο με οδηγίες του δικαστηρίου.
(3) Κατά την εξέταση αίτησης που γίνεται από καθορισμένο πιστωτή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα για παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος, εκτός εάν-
(α) η άρνηση έκδοσης τέτοιου διατάγματος θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημιά στον καθορισμένο πιστωτή, την οποία αυτός δεν θα είχε υποστεί διαφορετικά· και
(β) κανένας άλλος πιστωτής στον οποίο είχε δοθεί ειδοποίηση για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δεν θα επηρεαζόταν δυσμενώς.
(4) Κατά τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία καθορίζεται προθεσμία παραγραφής δυνάμει οποιουδήποτε Νόμου, περιλαμβανομένου του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου, η περίοδος κατά την οποία το προστατευτικό διάταγμα βρίσκεται σε ισχύ δεν υπολογίζεται.
(5) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η περίοδος ισχύος δικαστικής απόφασης εναντίον χρεώστη αναφορικά με καθορισμένο χρέος, σύμφωνα με τον Κανονισμό 8 της Διάταξης 40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, επεκτείνεται για όσο χρόνο βρίσκεται σε ισχύ προστατευτικό διάταγμα.
77. Οι διατάξεις των άρθρων 62 έως 71 εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν σε Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο επιβάλλεται κατόπιν διατάγματος δικαστηρίου, σύμφωνα με τον παρόντα Τίτλο, τηρουμένου του όρου ότι οποιαδήποτε αλλαγή στο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής θα εφαρμόζεται μόνο κατόπιν έκδοσης σχετικού διατάγματος δικαστηρίου.
78.- (1) Χρεώστης, ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35 και ο οποίος ασκεί αποφασιστική επιρροή σε πολύ μικρή επιχείρηση, πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για να εισαχθεί σε διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής για φυσικά πρόσωπα και πολύ μικρές επιχειρήσεις δυνάμει του παρόντος Τίτλου, στο εξής διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής:
Νοείται ότι ο χρεώστης τεκμαίρεται ότι ασκεί αποφασιστική επιρροή, όταν:
(i) κατέχει το μεγαλύτερο μέρος του εκδομένου κεφαλαίου της επιχείρησης· ή
(ii) διαθέτει την πλειονότητα των ψήφων οι οποίες αντιστοιχούν στους τίτλους που έχει εκδώσει η επιχείρηση· ή
(iii) δύναται να διορίζει περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης.
(2) Σε περίπτωση που χρεώστης, αφού λάβει συμβουλές σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 30, κρίνει ότι θα πρέπει να τύχει εφαρμογής η διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής του παρόντος Τίτλου, κατά την ημερομηνία που εκδίδεται το προστατευτικό διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, υποβάλλει αίτηση δυνάμει του άρθρου 202Α του περί Εταιρειών Νόμου για το διορισμό εξεταστή για την πολύ μικρή επιχείρηση και τέτοια αίτηση προτείνει ως εξεταστή για την πολύ μικρή επιχείρηση, το σύμβουλο αφερεγγυότητας ο οποίος είναι διορισμένος δυνάμει του παρόντος Νόμου για την υποβολή πρότασης Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής σε σχέση με το χρεώστη.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 39, σε περίπτωση διαδικασίας Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής, η περίοδος που καθορίζεται στο εν λόγω άρθρο θα είναι εκατόν είκοσι (120) ημέρες από την ημερομηνία έκδοσης του προστατευτικού διατάγματος.
(4) Σε περίπτωση που εκδίδεται προστατευτικό διάταγμα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 39 για περίοδο εκατόν είκοσι (120) ημερών, το δικαστήριο, μετά από αίτηση του συμβούλου αφερεγγυότητας, παρατείνει την περίοδο του προστατευτικού διατάγματος για περαιτέρω περίοδο που δεν υπερβαίνει τις εξήντα (60) ημέρες όταν πληρούνται οι προυποθέσεις των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (6) του άρθρου 39 ή των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (7) του άρθρου 39.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 39 και 75, παράταση του προστατευτικού διατάγματος δυνάμει των εν λόγω άρθρων είναι της ίδιας διάρκειας με αυτήν που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 202ΙΘ του περί Εταιρειών Νόμου.
(6) Κατά τη διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής-
(α) η πρόταση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής πρέπει να έχει εγκριθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 55 ή το δικαστήριο να έχει εκδώσει διάταγμα επιβολής του σχεδίου αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 73· και
(β) η πρόταση για συμβιβασμό ή για σχέδιο αποπληρωμής πρέπει να επιβεβαιωθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΕ του περί Εταιρειών Νόμου.
(7) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i), της παραγράφου (η), του εδαφίου (1) του άρθρου 35, κατά τη διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής όταν η πρόταση για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής δεν εγκρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 του παρόντος Νόμου, ή το δικαστήριο δεν έχει εκδώσει διάταγμα επιβολής του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 73 και οι προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο αποπληρωμής δεν επιβεβαιώνονται σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΕ του περί Εταιρειών Νόμου, ο χρεώστης δύναται να υποβάλει αίτηση για νέο Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής.
(8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «πολύ μικρή επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση που απασχολεί λιγότερα από δέκα πρόσωπα, όπως αυτή ορίζεται στο εδάφιο 3 του άρθρου 2 της Σύστασης της Επιτροπής Επίσημη 2003/361/ΕΚ της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των πολύ εξαιρουμένων των κριτηρίων του εδαφίου 3 του άρθρου 2 της εν λόγω Σύστασης, που αφορούν τον ετήσιο κύκλο εργασιών ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού.
(9) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Τίτλου, οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου σε σχέση με όλα τα θέματα που αφορούν τη διαδικασία Σχεδίου Αποπληρωμής εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν και σε σχέση με τη διαδικασία Συντονισμένου Σχεδίου Αποπληρωμής.
(10) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (9), ο Σύμβουλος Αφερεγγυότητας παρέχει σε κάθε πιστωτή του χρεώστη, πρόσβαση σε προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού που αφορούν την πολύ μικρή επιχείρηση και σε κάθε πιστωτή της πολύ μικρής επιχείρησης, πρόσβαση σε πρότασεις για Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής που αφορούν το χρεώστη.