1. Ο περί Ρυθμίσεως της Άσκησης του Επαγγέλματος των Οπτικών Νόμος του 1992 και ο περί Ρυθμίσεως της Άσκησης του Επαγγέλματος των Οπτικών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2001 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Ρυθμίσεως της Άσκησης του Επαγγέλματος των Οπτικών Νόμοι του 1992 και 2001.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο-
“εγγεγραμμένος οπτικός” σημαίνει οπτικό ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Οπτικών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
“εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός” σημαίνει τεχνικό οπτικό ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
“ειδικός οφθαλμίατρος” σημαίνει πρακτήρα ιατρό ο οποίος δικαιούται να θεωρείται ειδικός οφθαλμίατρος δυνάμει των διατάξεων του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου·
“επαγγελματικός τίτλος” σημαίνει τον επαγγελματικό τίτλο στην τεχνική οπτική ή στην οπτομετρία που έχει χορηγηθεί από κράτος μέλος.
“κατάστημα οπτικών ειδών” σημαίνει κατάστημα το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την επεξεργασία, κατασκευή και διάθεση οπτικών ειδών και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
“κράτος μέλος” σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
“Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών” σημαίνει το συμβούλιο που ιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 3 του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
“οπτικό είδος” σημαίνει κάθε αντικείμενο το οποίο προορίζεται για τη διόρθωση ή ανακούφιση ελαττώματος της όρασης και περιλαμβάνει και φακούς επαφής·
“οπτικός” σημαίνει πρόσωπο το οποίο ασχολείται με οπτικομετρήσεις, καθώς και με την επεξεργασία, κατασκευή, εφαρμογή και διάθεση οπτικών ειδών και κατέχει τα προσόντα τα οποία απαιτούνται από το άρθρο 7 αυτού του Νόμου·
“οπτικομέτρηση” σημαίνει την εξέταση της όρασης για τη διαπίστωση διαθλαστικών ανωμαλιών·
“Συμβούλιο” σημαίνει το Συμβούλιο Οπτικών το οποίο καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3 αυτού του Νόμου·
“τεχνικός οπτικός” σημαίνει πρόσωπο το οποίο ασχολείται με την επεξεργασία, κατασκευή, εφαρμογή και διάθεση οπτικών ειδών·
“τίτλος στην οπτομετρία” σημαίνει πτυχίο πανεπιστημίου ή άλλο ισότιμο προσόν που αποκτάται κατόπιν τριετούς τουλάχιστο φοίτησης στην οπτομετρία·
“τίτλος στην τεχνική οπτική” σημαίνει δίπλωμα ανώτερης ή ανώτατης σχολής ή άλλο ισότιμο προσόν που αποκτάται κατόπιν διετούς τουλάχιστο φοίτησης στην τεχνική οπτική·
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Υγείας.
3.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου καθιδρύεται Συμβούλιο Οπτικών το οποίο είναι αρμόδιο για την εγγραφή οπτικών και τεχνικών οπτικών καθώς και για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας καταστημάτων οπτικών ειδών και ασκεί οποιεσδήποτε άλλες εξουσίες και αρμοδιότητες χορηγούνται σ’ αυτό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Το Συμβούλιο σύγκειται από τα ακόλουθα πρόσωπα:
(α) Τρία μέλη της δημόσιας υπηρεσίας από τα οποία το ένα είναι ειδικός οφθαλμίατρος,
(β) δύο οπτικούς που δεν είναι μέλη της δημόσιας υπηρεσίας και κατέχουν τα προσόντα για να εγγραφούν στο Μητρώο Οπτικών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου,
(γ) έναν ειδικό οφθαλμίατρο που δεν είναι μέλος της δημόσιας υπηρεσίας,
(δ) έναν τεχνικό οπτικό που δεν είναι μέλος της δημόσιας υπηρεσίας και κατέχει τα προσόντα για να εγγραφεί στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου.
(2Α) Για την πρώτη συγκρότηση του Συμβουλίου, τα κατά τις παραγράφους (β) και (δ) του εδαφίου (2) διοριζόμενα μέλη του, επιλέγονται μεταξύ των οπτικών και τεχνικών οπτικών που ασκούν το επάγγελμα του οπτικού ή τεχνικού οπτικού για πέντε τουλάχιστο χρόνια πριν από την 6η Μαρτίου 1992:
(3) Τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Υπουργού, για χρονική περίοδο η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει τον πρόεδρο του Συμβουλίου.
(5) Σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του προέδρου, καθήκοντα προέδρου ασκεί ένα από τα μέλη το οποίο ορίζεται για το σκοπό αυτό από τα παρόντα κατά τη συνεδρία μέλη.
(6) Ο πρόεδρος συγκαλεί και προεδρεύει των συνεδριάσεων του Συμβουλίου και υπογράφει τα πρακτικά.
(7) Ο πρόεδρος και τέσσερα άλλα μέλη αποτελούν απαρτία.
(8) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία, σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνεδρίασης έχει τη νικώσα ψήφο.
(9) Το Συμβούλιο ρυθμίζει το ίδιο τα της εσωτερικής λειτουργίας του και τη διαδικασία η οποία ακολουθείται κατά τις συνεδριάσεις του.
(10) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται από τη χηρεία θέσης μέλους του, εφόσο ο αριθμός των μελών τα οποία έχουν εναπομείνει δεν είναι μικρότερος των τριών.
- 16(I)/1992
- 17(I)/2001
- 96(I)/2012
4.-(1) Κανένας δε δύναται να ασκεί το επάγγελμα του οπτικού εκτός αν είναι εγγεγραμμένος οπτικός:
Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση ειδικού οφθαλμίατρου αναφορικά με τις οπτικομετρήσεις.
(2) Κανένας δε δύναται να ασκεί το επάγγελμα του τεχνικού οπτικού, εκτός αν είναι εγγεγραμμένος οπτικός ή εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός.
5.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η επεξεργασία, κατασκευή και διάθεση οπτικών ειδών γίνεται μόνο από καταστήματα οπτικών ειδών τα οποία ιδρύονται και λειτουργούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Κανένα κατάστημα οπτικών ειδών δε δύναται να λειτουργεί εκτός αν είναι εφοδιασμένο με άδεια η οποία χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και μόνο σύμφωνα με τους όρους που διαλαμβάνονται σ’ αυτή.
(3) Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών το Συμβούλιο πρέπει να ικανοποιηθεί ότι-
(α) Το κατάστημα για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση θα εγκατασταθεί και θα λειτουργεί σε ανεξάρτητο και αυτοτελές οίκημα,
(β) πληρούνται οι άλλες προϋποθέσεις οι οποίες καθορίζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών οι οποίοι εκδόθηκαν δυνάμει αυτού.
(4) Η αίτηση η οποία υποβάλλεται για άδεια λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών γίνεται κατά τον καθορισμένο τύπο.
(5) Η άδεια λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών δύναται να ανακληθεί για έναν από τους ακόλουθους λόγους:
(α) Όταν αυτή λήφθηκε με δόλο ή ψευδείς παραστάσεις ύστερα από απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος ή λόγω μη πλήρωσης οποιουδήποτε από τους όρους από τους οποίους χορηγήθηκε,
(β) λόγω συχνής παράβασης από τον κάτοχο της, των όρων οι οποίοι περιλήφθηκαν σ’ αυτή ή των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών, οι οποίοι εκδόθηκαν δυνάμει αυτού.
(6) Τα καταστήματα οπτικών ειδών, ιδρύονται και διευθύνονται μόνο από εγγεγραμμένους οπτικούς ή εγγεγραμμένους τεχνικούς οπτικούς.
(7) Η άδεια λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών είναι προσωπική και αμεταβίβαστη:
Νοείται ότι, σε περίπτωση θανάτου του κατόχου της, οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος επιτρέπεται να συνεχίσουν τη λειτουργία του καταστήματος αναθέτοντας τη διεύθυνση του σε εγγεγραμμένο οπτικό ή σε εγγεγραμμένο τεχνικό οπτικό.
(8) Η άδεια λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών χορηγείται για συγκεκριμένο οίκημα.
(9) Σε κάθε κατάστημα οπτικών ειδών αναρτάται πινακίδα σε εμφανές σημείο η οποία αναγράφει τον αριθμό της άδειας του καταστήματος, το ονοματεπώνυμο του διευθυντή και το Μητρώο στο οποίο αυτός είναι γραμμένος.
6.-(1) Το Συμβούλιο τηρεί τα Μητρώα που αναφέρονται πιο κάτω:
(α) Μητρώο Οπτικών στο οποίο καταχωρούνται τα ονόματα και οι διευθύνσεις των εγγεγραμμένων οπτικών.
(β) Μητρώο Τεχνικών Οπτικών στο οποίο καταχωρούνται τα ονόματα και οι διευθύνσεις των εγγεγραμμένων τεχνικών οπτικών.
(γ) Μητρώο Καταστημάτων Οπτικών Ειδών στο οποίο καταχωρούνται τα καταστήματα οπτικών ειδών στα οποία χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και τα ονόματα και οι διευθύνσεις των ιδιοκτητών και διευθυντών τους.
(2) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μεριμνά ώστε τα Μητρώα να τηρούνται κατά τον προσήκοντα τρόπο και αντίγραφο τους να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το Φεβρουάριο κάθε χρόνου.
6Α.-(1) Κάθε εγγεγραμμένος οπτικός και κάθε εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός προβαίνει κάθε έτος σε ανανέωση της εγγραφής του στο οικείο Μητρώο που τηρείται από το Συμβούλιο, καταβάλλοντας το καθορισμένο τέλος.
(2) Για σκοπούς ετήσιας ανανέωσης της εγγραφής οπτικού ή τεχνικού οπτικού στο οικείο Μητρώο, το Συμβούλιο πρέπει να ικανοποιείται ότι κάθε εγγεγραμμένος οπτικός και κάθε εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός έχει παρακολουθήσει κατά τα δύο προηγούμενα έτη οποιοδήποτε από τα σεμινάρια που διοργανώνονται από το Συμβούλιο Οπτικών ή από τα σεμινάρια της ειδικότητας που διοργανώνονται από οποιοδήποτε φορέα με έγκριση του Συμβουλίου:
(3) Κάθε εγγεγραμμένος οπτικός και κάθε εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός που διατηρεί άδεια λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών προβαίνει κάθε έτος σε ανανέωση της άδειας λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών, καταβάλλοντας το καθορισμένο τέλος.
7.-(1) Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Οπτικών αν ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι-
(α) Είναι Πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας ή υπήκοος κράτους μέλους ή κατά την υποβολή της αίτησης του είναι σύζυγος ή τέκνο πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας που έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο,
(β) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του,
(γ) κατέχει πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου που εκδίδεται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του περί Αστυνομίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, που βεβαιώνει ότι ο αιτητής δεν έχει καταδικαστεί για αδικήματα με βάση τον παρόντα Νόμο,
(δ) είναι κάτοχος τίτλου στην οπτομετρία που-
(i) είναι αναγνωρισμένος στο κράτος μέλος απόκτησής του, στο οποίο είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο το επάγγελμα του οπτικού και στο οποίο έχει το δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος, ή
(ii) είναι αναγνωρισμένος από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών, στην περίπτωση που αποκτήθηκε σε τρίτη χώρα ή σε κράτος μέλος στο οποίο δεν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο το επάγγελμα του οπτικού,
(ε) έχει ενός τουλάχιστο χρόνου πρακτική πείρα την οποία απέκτησε μετά την απόκτηση των προσόντων τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του παρόντος εδαφίου:
(2) Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών, αν ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι-
(α) Κατέχει τα προσόντα τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου,
(β) είναι κάτοχος τίτλου στην τεχνική οπτική που-
(i) είναι αναγνωρισμένος στο κράτος μέλος απόκτησής του, στο οποίο είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο το επάγγελμα του τεχνικού οπτικού και στο οποίο έχει το δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος, ή
(ii) είναι αναγνωρισμένος από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών, στην περίπτωση που αποκτήθηκε σε τρίτη χώρα ή σε κράτος μέλος στο οποίο δεν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο το επάγγελμα του τεχνικού οπτικού,
(γ) έχει ενός τουλάχιστο χρόνου πρακτική πείρα την οποία απέκτησε σε κατάστημα οπτικών ειδών μετά την απόκτηση των προσόντων τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου.
- 16(I)/1992
- 17(I)/2001
- 210(I)/2004
- 76(I)/2013
- 77(I)/2013
7Α. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 7, οπτικός ή τεχνικός οπτικός, υπήκοος άλλου κράτους μέλους, δύναται να ασκεί το επάγγελμα του οπτικού και του τεχνικού οπτικού μόνιμα στη Δημοκρατία, ανάλογα με την περίπτωση, εφόσον συμμορφώνεται με τις διατάξεις των εδαφίων (2) μέχρι (5) και των άρθρων 14 και 17 του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται,
(2) Για την άσκηση του επαγγέλματος του οπτικού ή του τεχνικού οπτικού στη Δημοκρατία, απαιτείται η εγγραφή στο Μητρώο Οπτικών ή στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών, αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 8.
(3) Για την εγγραφή στο Μητρώο Οπτικών ή στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών που προβλέπεται στο εδάφιο (2), υποβάλλεται σχετική αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 8, η οποία συνοδεύεται από τα ακόλουθα:
(α) Πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου ή αντίστοιχου πιστοποιητικού, που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του αιτητή, και πιστοποιητικό που πιστοποιεί ότι δεν έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε αδίκημα με βάση οποιοδήποτε νόμο που ρυθμίζει το επάγγελμα του οπτικού ή του τεχνικού οπτικού στο κράτος μέλος καταγωγής του, το οποίο εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του:
(β) πιστοποιητικό εγγραφής σε μητρώο οπτικών ή τεχνικών οπτικών ή άλλο αντίστοιχο μητρώο που τηρείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή βεβαίωση επάρκειας ή τίτλο εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και βεβαίωση ότι ο οπτικός ή τεχνικός οπτικός εξακολουθεί να ασκεί το επάγγελμά του και δεν έχει ανασταλεί ή ακυρωθεί η άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος για οποιοδήποτε λόγο.
(4) Τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο εδάφιο (3) δεν πρέπει να έχουν εκδοθεί πέραν των τριών μηνών πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
(5) Ο οπτικός ή τεχνικός οπτικός, υπήκοος κράτους μέλους, που ασκεί το επάγγελμα στη Δημοκρατία με τον επαγγελματικό τίτλο καταγωγής, ασκεί τις ίδιες δραστηριότητες με τον οπτικό ή τεχνικό οπτικό, ανάλογα με την περίπτωση, που φέρει τον επαγγελματικό τίτλο της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού και του παρόντος Νόμου και/ή των κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτούς και υπάγεται στις εκάστοτε διατάξεις του βασικού παρόντος Νόμου και/ή των κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν και αφορούν, μεταξύ άλλων, πειθαρχικά παραπτώματα, τέλη ή/και χορηγήματα.
7Β.-(1) Οπτικός ή τεχνικός οπτικός, υπήκοος άλλου κράτους μέλους, ο οποίος είναι εγκατεστημένος και ασκεί νόμιμα το επάγγελμά του σε άλλο κράτος μέλος, δύναται να παρέχει προσωρινά υπηρεσίες οπτικού ή τεχνικού οπτικού στη Δημοκρατία, χωρίς την υποχρέωση κατοχής του πιστοποιητικού εγγραφής που προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 8.
(2) Για την παροχή υπηρεσιών δυνάμει του εδαφίου (1), ο ενδιαφερόμενος οφείλει να προσκομίσει στο Συμβούλιο, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών στη Δημοκρατία, τα ακόλουθα:
(α) Βεβαίωση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του που να αποδεικνύει ότι είναι εγκατεστημένος και ασκεί νόμιμα το επάγγελμα του οπτικού ή του τεχνικού οπτικού στο κράτος αυτό.
(β) τις ακόλουθες πληροφορίες σε σχέση με τις υπηρεσίες που προτίθεται να προσφέρει στη Δημοκρατία:
(i) Τη διεύθυνση του χώρου στον οποίο θα παρέχει τις υπηρεσίες αυτές·
(ii) την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει την παροχή των υπηρεσιών αυτών·
(iii) το είδος των υπηρεσιών που θα παρέχει:
(3) Το Συμβούλιο τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρίζονται οι οπτικοί και οι τεχνικοί οπτικοί που παρέχουν υπηρεσίες δυνάμει του εδαφίου (1).
8.-(1) Οπτικός ή τεχνικός οπτικός ο οποίος επιθυμεί να εγγραφεί στο Μητρώο Οπτικών ή στο Μητρώο Τεχνικών Οπτικών, ανάλογα με την περίπτωση, υποβάλλει αίτηση στο Συμβούλιο, κατά τον καθορισμένο από το Συμβούλιο τύπο, εφόσον πληρούνται οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 7 και του εδαφίου (3) του άρθρου 7Α και η αίτηση συνοδεύεται από τα πιστοποιητικά που προβλέπονται στις προαναφερόμενες διατάξεις.
(2) Το Συμβούλιο εξετάζει και αποφασίζει για την αίτηση η οποία υποβλήθηκε μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της.
(3) Το Συμβούλιο εγγράφει στο οικείο Μητρώο κάθε αιτητή ο οποίος κατέχει τα προσόντα τα οποία καθορίζονται από το άρθρο 7 και με την καταβολή του νενομισμένου τέλους εγγραφής εκδίδει σ’ αυτόν πιστοποιητικό εγγραφής κατά τον καθορισμένο τύπο.
9.-(1) Το όνομα οπτικού ή τεχνικού οπτικού διαγράφεται από το οικείο Μητρώο σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν το Συμβούλιο πλανήθηκε αναφορικά με την ύπαρξη προσόντων τα οποία απαιτούνται από το άρθρο 7 ή το άρθρο 7Α του παρόντος Νόμου.
(β) Λόγω επιβολής της ποινής της διαγραφής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου.
(γ) Λόγω θανάτου.
(2) Σε περίπτωση διαγραφής οπτικού ή τεχνικού οπτικού από το οικείο Μητρώο για το λόγο ο οποίος αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), αυτός μπορεί να ζητήσει την επανεγγραφή του στο Μητρώο μετά από πάροδο πέντε τουλάχιστο χρόνων από τη διαγραφή του. Το Συμβούλιο εξετάζει την αίτηση και αποφασίζει σχετικά με αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 8.
(3) Σε περίπτωση που οπτικός ή τεχνικός οπτικός διαγραφεί από το οικείο Μητρώο για το λόγο ο οποίος αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), αυτός δύναται να ζητήσει την επανεγγραφή του στο Μητρώο μετά πάροδο ενός τουλάχιστο χρόνου από τη διαγραφή. Το Συμβούλιο εξετάζει την αίτηση και αποφασίζει σχετικά με αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 8.
10.-(1) Κανένας δεν μπορεί να διενεργεί κατ’ επάγγελμα οπτικομετρήσεις εκτός αν είναι ειδικός οφθαλμίατρος ή εγγεγραμμένος οπτικός.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων των επόμενων εδαφίων η επεξεργασία, κατασκευή ή διάθεση οπτικών ειδών γίνεται μόνο από εγγεγραμμένους οπτικούς ή εγγεγραμμένους τεχνικούς οπτικούς κατόπιν συνταγής ειδικού οφθαλμίατρου ή οδηγιών εγγεγραμμένου οπτικού.
(3) Η διάθεση φακών επαφής γίνεται μόνο από εγγεγραμμένους οπτικούς.
(4) Η εφαρμογή φακών επαφής γίνεται μόνο από ειδικούς οφθαλμίατρους ή εγγεγραμμένους οπτικούς κατόπιν συνταγής ειδικού οφθαλμίατρου.
11.-(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί το επάγγελμα του οπτικού ή του τεχνικού οπτικού ή παρουσιάζεται με οποιοδήποτε τρόπο ως οπτικός ή τεχνικός οπτικός, χωρίς να είναι εγγεγραμμένο στο οικείο Μητρώο το οποίο τηρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες λίρες ή και στις δύο ποινές.
(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο επεξεργάζεται ή κατασκευάζει ή διαθέτει οπτικά είδη ή ιδρύει ή διευθύνει ή λειτουργεί κατάστημα οπτικών ειδών κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών οι οποίοι εκδόθηκαν δυνάμει αυτού είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες ή και στις δύο ποινές.
(3) Όταν αδίκημα που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου διαπράττεται από νομικό πρόσωπο με τη συναίνεση ή ανοχή ή αμέλεια οποιουδήποτε διευθυντή ή συμβούλου ή γραμματέα ή υπαλλήλου του, αυτός είναι ένοχος του αδικήματος μαζί με το νομικό πρόσωπο που υπόκειται στην ίδια ποινή.
12.-(1) Συνιστάται Πειθαρχικό Συμβούλιο για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας επί εγγεγραμμένων οπτικών και τεχνικών οπτικών.
(2) Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από τα ακόλουθα πρόσωπα:
(α) Έναν εγγεγραμμένο οπτικό ο οποίος ασκεί το επάγγελμα για δεκαπέντε τουλάχιστο χρόνια, ως Πρόεδρο,
(β) τέσσερα μέλη από τα οποία τα δύο είναι εγγεγραμμένοι οπτικοί και τα δύο εγγεγραμμένοι τεχνικοί οπτικοί.
(3) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζονται από τον Υπουργό.
(4) Η θητεία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής.
(5) Ο πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή το μέλος το οποίο ασκεί καθήκοντα προέδρου και δύο άλλα μέλη αποτελούν απαρτία.
(6) Οι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνεδρίασης έχει τη νικώσα ψήφο.
13. Εγγεγραμμένος οπτικός ή εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη-
(α) Αν καταδικασθεί από Δικαστήριο για αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα,
(β) αν, κατά την κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, επέδειξε κατά την άσκηση του επαγγέλματος του επονείδιστη διαγωγή ή διαγωγή ασυμβίβαστη προς το επάγγελμα του οπτικού,
(γ) αν παραβεί τις υποχρεώσεις οι οποίες επιβάλλονται σ’ αυτόν από τον παρόντα Νόμο ή τους Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει αυτού.
14.-(1) Αν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ότι εγγεγραμμένος οπτικός ή εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο παραπέμπει την καταγγελία στον Υπουργό, ο οποίος ορίζει το ταχύτερο, λειτουργό του Υπουργείου του (ο οποίος αναφέρεται στο παρόν άρθρο ως “ο ερευνών λειτουργός”) για να διεξαγάγει έρευνα.
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας έχει την εξουσία να ακούει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή να παίρνει γραπτώς καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(3) Ο εγγεγραμμένος οπτικός ή εγγεγραμμένος τεχνικός οπτικός ο οποίος έχει καταγγελθεί δικαιούται να γνωρίζει την εναντίον του υπόθεση και παρέχεται σ’ αυτόν η ευκαιρία να ακουστεί.
(4) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεση του στο Συμβούλιο, το οποίο τη διαβιβάζει στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για γνωμοδότηση.
(5) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας συμβουλεύει το Συμβούλιο σχετικά με το αν μπορεί να διατυπωθεί πειθαρχική κατηγορία εναντίον του προσώπου που έχει καταγγελθεί και σε περίπτωση καταφατικής γνωμοδότησης προβαίνει στη διατύπωση της κατηγορίας.
(6) Μόλις ληφθεί η πειθαρχική κατηγορία, η οποία διατυπώθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα, το Συμβούλιο την αποστέλλει στο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
15.-(1) Μέσα σε δύο εβδομάδες από την ημερομηνία λήψης της πειθαρχικής κατηγορίας, το Πειθαρχικό Συμβούλιο μεριμνά, ώστε κλήση κατά τον καθορισμένο τύπο να εκδοθεί και να επιδοθεί στο πρόσωπο που καταγγέλθηκε, σύμφωνα με τον καθορισμένο τρόπο.
(2) Η εκδίκαση της υπόθεσης από το Πειθαρχικό Συμβούλιο διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, όπως και η ακρόαση ποινικής υπόθεσης η οποία εκδικάζεται συνοπτικά:
Νοείται ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει εξουσία να αποδεχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία, έστω και αν αυτή δε θα γινόταν δεκτή σε ποινική διαδικασία.
(3) Το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει εξουσία-
(α) Να καλεί μάρτυρες και να απαιτεί την προσέλευση τους καθώς και την προσέλευση του προσώπου που καταγγέλθηκε, όπως στις ποινικές δίκες οι οποίες διεξάγονται συνοπτικά.
(β) Να απαιτεί την προσαγωγή κάθε εγγράφου το οποίο σχετίζεται με την κατηγορία.
(4) Κάθε απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να υπογράφεται από τον Πρόεδρο του.
16. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αν βρει το πρόσωπο που καταγγέλθηκε ένοχο, μπορεί να επιβάλει σ’ αυτό μία από τις ακόλουθες ποινές:
(α) Διαγραφή του ονόματος του από το οικείο Μητρώο.
(β) Αναστολή άσκησης του επαγγέλματος του οπτικού ή, ανάλογα με την περίπτωση, του τεχνικού οπτικού για χρονική περίοδο την οποία το Πειθαρχικό Συμβούλιο κρίνει πρέπουσα.
(γ) Καταβολή υπό τύπο προστίμου χρηματικού ποσού το οποίο δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
(δ) Προφορική ή γραπτή επίπληξη.
17.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μπορεί ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), οποιοιδήποτε τέτοιοι Κανονισμοί μπορούν να καθορίζουν όλα ή μερικά από τα πιο κάτω:
(α) Οποιοδήποτε ζήτημα ή τέλος το οποίο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου χρήζει ή είναι επιδεκτικό καθορισμού.
(β) Τους απαραίτητους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας καταστήματος οπτικών ειδών και τον τρόπο λειτουργίας των καταστημάτων οπτικών ειδών.
(γ) Τους κανόνες δεοντολογίας για την άσκηση του επαγγέλματος του οπτικού και του τεχνικού οπτικού.
(δ) Τον τύπο των αιτήσεων, αδειών, πιστοποιητικών και άλλων εγγράφων που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(3) Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το παρόν άρθρο κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν ύστερα από εξήντα ημέρες από την κατάθεση τους, η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν προβεί σε τροποποίηση ή ακύρωση τους, οι εν λόγω Κανονισμοί μετά την παρέλευση της πιο πάνω προθεσμίας, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης. Αν η Βουλή των Αντιπροσώπων προβεί σε τροποποίηση τους, οι Κανονισμοί αυτοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπως έχουν τροποποιηθεί, και τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσης τους.
18.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του παρόντος άρθρου, η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 αρχίζει ένα χρόνο μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(3) Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 5 και 10 αρχίζει δύο χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.