ΜΕΡΟΣ VII ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αποκλεισμός συνεταιρισμού και εταιρειών

104. Δεν θα εκδίδεται διάταγμα πτώχευσης εναντίον νομικού προσώπου ή εναντίον συνεταιρισμού ή συνδέσμου ή εταιρείας που εγγράφεται με βάση τον περί Εταιρειών Νόμο.

Εφαρμογή σε ετερόρρυθμους συνεταιρισμούς

105. Τηρουμένων των τροποποιήσεων οι οποίες δυνατό να γίνουν από γενικούς κανονισμούς με βάση το Νόμο αυτό, οι διατάξεις του Νόμου αυτού εφαρμόζονται σε ετερόρρυθμους συνεταιρισμούς κατά τον ίδιο τρόπο ωσάν οι ετερόρρυθμοι συνεταιρισμοί ήταν συνηθισμένοι συνεταιρισμοί και, όταν όλοι οι γενικοί συνέταιροι ετερόρρυθμου συνεταιρισμού κηρυχτούν σε πτώχευση, το ενεργητικό του ετερόρρυθμου συνεταιρισμού περιέρχεται στο διαχειριστή.

Ποιος δύναται να κηρυχτεί σε πτώχευση

106. Οποιοσδήποτε χρεώστης, είτε έμπορος είτε όχι εναντίον του οποίου δύναται να ληφθεί νομική διαδικασία στην Κύπρο για την ανάκτηση χρέους υπόκειται σε πτώχευση όπως προβλέπεται στο Νόμο αυτό:

Νοείται πάντοτε ότι κανένας χρεώστης, ο οποίος δεν είναι έμπορος ή γεωργός κατά το χρόνο έναρξης του Νόμου αυτού, δεν θα κηρυχτεί σε πτώχευση αναφορικά με χρέος που προέκυψε πριν από την έναρξη του Νόμου αυτού ή χρέους που προέκυψε πριν από και ανανεώθηκε μετά την έναρξη του Νόμου αυτού, ή ως αποτέλεσμα της διαδικασίας που νόμιμα λήφθηκε για την ανάκτηση τέτοιου χρέους.

Διαχείριση σε πτώχευση περιουσίας προσώπου που πέθανε αφερέγγυο

107.-(1) Πιστωτής αποθανόντα πτωχεύσαντα του οποίου το χρέος θα ήταν επαρκές να στηρίξει αίτηση πτώχευσης εναντίον τέτοιου πτωχεύσαντα αν αυτός ζούσε, δύναται να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση κατά τον καθορισμένο τύπο και να ζητά διάταγμα για τη διαχείριση της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα σύμφωνα με τον περί Πτώχευσης Νόμο.

(2) Με την επίδοση της καθορισμένης ειδοποίησης στον εκτελεστή του αποθανόντα πτωχεύσαντα ή, αν δεν υπάρχει εκτελεστής, στο διαχειριστή της περιουσίας του, το Δικαστήριο δύναται, κατά τον καθορισμένο τρόπο, και με την απόδειξη του χρέους που οφείλεται στον αιτητή, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ότι η περιουσία θα είναι επαρκής για την πληρωμή των χρεών που οφείλονται από τον αποθανόντα, να εκδώσει διάταγμα για τη διαχείριση σε πτώχευση της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα, ή δύναται με την απόδειξη αιτίας γι’ αυτό να απορρίψει τέτοια αίτηση με έξοδα ή χωρίς έξοδα.

(3) Με την έκδοση διατάγματος διαχείρισης της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα, η περιουσία του πτωχεύσαντα θα περιέρχεται στον επίσημο παραλήπτη του Δικαστηρίου, ως διαχειριστής αυτής και ο οποίος αμέσως θα προχωρεί να εκκαθαρίζει και διανέμει την περιουσία σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού.

(4) Με τις τροποποιήσεις που αναφέρονται παρακάτω, όλες οι διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του Νόμου αυτού, αναφερόμενες στη διαχείριση της περιουσίας του πτωχεύσαντα, εφαρμόζονται, κατά την έκταση που δύνανται να εφαρμοστούν, στην περίπτωση διατάγματος διαχείρισης με βάση το άρθρο αυτό κατά τον ίδιο τρόπο όπως σε διάταγμα κήρυξης της πτώχευσης που εκδίδεται με βάση το Νόμο αυτό:

(5) Νοείται πάντοτε ότι καμιά διάταξη στο άρθρο αυτό δεν αλλοιώνει το διάταγμα εκκαθάρισης των χρεών αποθανόντα προσώπου βάσει των διατάξεων του περί Διαχειρίσεως των Περιουσιών Νόμου.

(6) Κατά τη διαχείριση της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα με βάση διάταγμα διαχείρισης, ο επίσημος παραλήπτης λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε αξίωση που προβάλλεται από τον εκτελεστή της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα, προς πληρωμή της κατάλληλης δαπάνης που υπέστηκε για την κηδεία και διαχείριση της περιουσίας του πτωχεύσαντα και τέτοιες απαιτήσεις θεωρούνται ως χρέος προτεραιότητας βάσει του διατάγματος και, ανεξάρτητα από οτιδήποτε περιλαμβάνεται στις διατάξεις του Νόμου αυτού για το αντίθετο αναφορικά με την προτεραιότητα άλλων χρεών πρέπει να πληρωθεί στο ακέραιο από την περιουσία του πτωχεύσαντα, κατά προτεραιότητα όλων των άλλων χρεών.

(7) Αν κατά τη διαχείριση της περιουσίας του πτωχεύσαντα, παραμένει οποιοδήποτε πλεόνασμα στα χέρια του επίσημου παραλήπτη μετά την πλήρη εξόφληση όλων των χρεών που οφείλονται από τον πτωχεύσαντα, μαζί με τα έξοδα της διαχείρισης και τόκους όπως προβλέπεται από το Νόμο αυτό σε περίπτωση πτώχευσης, τέτοιο πλεόνασμα πρέπει να πληρωθεί στον εκτελεστή ή διαχειριστή της περιουσίας του αποθανόντα πτωχεύσαντα, ή τύχει μεταχείρισης κατά τέτοιο άλλο τρόπο που δυνατό να καθοριστεί.

(8) Ειδοποίηση υποβολής αίτησης βάσει του άρθρου αυτού θεωρείται, στην περίπτωση διατάγματος για διαχείριση το οποίο εκδίδεται με βάση την αίτηση, ως ισοδύναμο με ειδοποίηση πράξης πτώχευσης, και οποιαδήποτε μεταβίβαση, διάθεση, επιβάρυνση, παράδοση, σύμβαση, ή πληρωμή που έγινε, η οποία αφορά ή επηρεάζει την περιουσία η οποία θα τύχει διαχείρισης βάση του διατάγματος και οποιαδήποτε εκτέλεση ή κατάσχεση εναντίον της περιουσίας που αναφέρθηκε ή μέρους αυτής, μετά την επίδοση ειδοποίησης τέτοιας αίτησης, είναι άκυρη έναντι του επίσημου παραλήπτη. Εκτός όπως αναφέρθηκε πιο πάνω καμιά διάταξη στο άρθρο αυτό δεν καθιστά άκυρη πληρωμή που έγινε ή πράξη ή πράγμα που τελέστηκε ή που έγινε υποφερτό καλή τη πίστει πριν από την έκδοση του διατάγματος διαχείρισης.

Εξουσία έκδοσης γενικών κανονισμών

108. Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει, ανακαλεί και αλλοιώνει γενικούς κανονισμούς που κατατίθενται ακολούθως στη Βουλή των Αντιπροσώπων σύμφωνα με τους περί Καταθέσεως στη Βουλή των Αντιπροσώπων των Κανονισμών που Εκδίδονται με Εξουσιοδότηση Νόμου, Νόμους του 1989 έως 1992 για την εφαρμογή των σκοπών του Νόμου αυτού και για τον καθορισμό των τελών, δικαιωμάτων και ποσοστών τα οποία επιβάλλονται ή εισπράττονται αναφορικά με διοικητικής φύσεως διαδικασίες του παρόντος Νόμου.

Χρήση ηλεκτρονικών μέσων

108Α. Χρεώστης, πιστωτής, ιδιώτης διαχειριστής πτώχευσης και το Τμήμα Αφερεγγυότητας, δύναται να εκτελούν τις ακόλουθες ενέργειες με ηλεκτρονικά μέσα:

(α) Την υποβολή πρότασης για συμβιβασμό ή σχέδιου διευθέτησης·

(β) κοινοποιήσεις προς τους πιστωτές·

(γ) επαλήθευση χρέους.

Τέλη, δικαιώματα, κλπ., του επίσημου παραλήπτη

109.-(1) Τα τέλη, δικαιώματα και ποσοστά του επίσημου παραλήπτη που καθορίζονται όπως προβλέπεται στο άρθρο 108 του Νόμου αυτού και όλα τα άλλα έξοδα ή δαπάνες του επίσημου παραλήπτη εισπράσσονται από τον επίσημο παραλήπτη από την περιουσία του πτωχεύσαντα και καταβάλλονται στο τμήμα του Γενικού Λογιστή. Τέτοια τέλη, δικαιώματα, ποσοστά και άλλα έξοδα ή δαπάνες πληρώνονται προνομιακά όπως προβλέπεται στο άρθρο 36 του Νόμου αυτού.

(2) Όλες οι αναγκαίες δαπάνες που διενεργήθηκαν από τον επίσημο παραλήπτη όταν ενεργούσε βάσει του Νόμου αυτού (το ποσό των οποίων διευθετείται από το Δικαστήριο) πληρώνονται από την περιουσία, αν είναι επαρκής, διαφορετικά πρέπει να πληρωθούν από τον αιτούντα πιστωτή και θα δύναται να ανακτηθούν με βάση πιστοποιητικό του πρωτοκολλητή του ποσού το οποίο επετράπηκε από το Δικαστήριο:

Νοείται ότι θα είναι νόμιμο για τον Κυβερνήτη να χαρίζει ολόκληρο ή μέρος των εξόδων που είναι πληρωτέα από τον αιτούντα πιστωτή βάσει του άρθρου αυτού.

Η Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας συνιστά απόδειξη

110.-(1) Αντίγραφο της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας που περιέχει οποιαδήποτε ειδοποίηση που καταχωρήθηκε σε αυτή σύμφωνα με το Νόμο αυτό αποτελεί απόδειξη των γεγονότων που εκτίθενται στην ειδοποίηση.

(2) Η προσαγωγή αντιγράφου της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας που περιέχει ειδοποίηση διατάγματος πτώχευσης, ή διατάγματος το οποίο κηρύσσει πτωχεύσαντα σε πτώχευση, αποτελεί αποκλειστική μαρτυρία σε όλες τις διαδικασίες του διατάγματος το οποίο εκδόθηκε δεόντως και της ημερομηνίας του διατάγματος.

Μαρτυρία διαδικασίας σε συνελεύσεις πιστωτών

111.-(1) Πρακτικά διαδικασίας σε συνέλευση πιστωτών βάσει του Νόμου αυτού, υπογραμμένα στην ίδια ή την αμέσως επόμενη συνέλευση, από πρόσωπο το οποίο περιγράφεται ή το οποίο φαίνεται ότι είναι πρόεδρος της συνέλευσης στην οποία το πρακτικό υπογράφτηκε, λαμβάνεται ως μαρτυρία χωρίς περαιτέρω απόδειξη.

(2) Μέχρις ότου αποδειχτεί το αντίθετο, κάθε συνέλευση πιστωτών σχετικά με τη διαδικασία στην οποία υπογράφτηκε πρακτικό με αυτό τον τρόπο θα θεωρείται ότι συγκλήθηκε και συνήλθε δεόντως και όλες οι αποφάσεις που λήφθησαν ή διαδικασία που διεξάχθηκε σε αυτή θεωρούνται ότι λήφθηκαν ή διεξάχθηκαν κατά τον κανονικό τρόπο.

Μαρτυρία διαδικασίας πτώχευσης

112. Αίτηση ή αντίγραφο αίτησης πτώχευσης, διάταγμα ή πιστοποιητικό ή αντίγραφο διατάγματος ή πιστοποιητικό το οποίο εκδόθηκε από Δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία πτώχευσης, οποιοδήποτε έγγραφο ή αντίγραφο εγγράφου, ένορκης δήλωσης, ή εγγράφου το οποίο έγινε ή χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια πτωχευτικής διαδικασίας ή άλλης διαδικασίας βάσει του Νόμου αυτού θα δύναται να ληφθεί ως μαρτυρία σε όλες τις νομικές διαδικασίες, αν φανεί ότι σφραγίστηκε με τη σφραγίδα Δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία πτώχευσης ή φέρεται να υπογράφτηκε από δικαστή του Δικαστηρίου αυτού ή πιστοποιείται ως αληθές αντίγραφο από Πρωτοκολητή του Δικαστηρίου αυτού.

Λήψη όρκου σε ένορκες δηλώσεις

113. Τηρουμένων των γενικών κανονισμών ένορκη δήλωση που θα χρησιμοποιηθεί σε διαδικασίες πτώχευσης δύναται να γίνει ενώπιον τέτοιων προσώπων τα οποία εξουσιοδοτούνται να επάγουν όρκους σε αστικές διαδικασίες ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Θάνατος πτωχεύσαντα ή μάρτυρα

114. Σε περίπτωση θανάτου πτωχεύσαντα ή πτωχεύσασας ή των συζύγων αυτών ή μάρτυρα του οποίου η μαρτυρία λήφθηκε από Δικαστήριο σε διαδικασία βάσει του Νόμου αυτού, η κατάθεση του προσώπου που πέθανε, η οποία φέρεται να σφραγίστηκε με τη σφραγίδα του Δικαστηρίου ή αντίγραφο αυτής το οποίο φέρεται να σφραγίστηκε με τον τρόπο αυτό θα γίνεται δεκτή ως απόδειξη των ζητημάτων που κατατίθενται σε αυτή.

Διάθεση αζήτητων κεφαλαίων και μερισμάτων

115.-(1) Όταν ο διαχειριστής έχει υπό τον έλεγχο του οποιοδήποτε αζήτητο μέρισμα το οποίο παρέμεινε αζήτητο για περισσότερο από έξι μήνες, ή όταν, μετά την έκδοση μερίσματος, ο διαχειριστής έχει στα χέρια του ή υπό τον έλεγχο του αζήτητο ή αδιανέμητο χρηματικό ποσό το οποίο προκύπτει από την περιουσία του πτωχεύσαντα, πρέπει αμέσως να το πληρώσει στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου, ο οποίος θα μεταφέρει αυτό σε λογαριασμό που θα ονομάζεται “λογαριασμός πτωχευτικών περιουσιών”. Η απόδειξη του Πρωτοκολλητή για τα χρήματα που πληρώθηκαν με τον τρόπο αυτό θα είναι επαρκής για να απαλλάξει το διαχειριστή αναφορικά με αυτά.

(2) Ο διαχειριστής, ανεξάρτητα αν εξασφάλισε την απαλλαγή του ή όχι, δύναται να κληθεί από το Δικαστήριο να λογοδοτήσει για οποιαδήποτε αζήτητα χρηματικά ποσά ή μερίσματα και σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης προς τις εντολές του Δικαστηρίου δύναται να τύχει μεταχείρισης όπως στην περίπτωση περιφρόνησης Δικαστηρίου.

(3) Πρόσωπο που αξιώνει ότι δικαιούται σε χρήματα που καταβλήθηκαν στο Λογαριασμό Πτωχευτικών Περιουσιών δύναται, εντός πέντε ετών από την ημερομηνία που τα χρήματα καταβλήθηκαν στο λογαριασμό, να απευθυνθεί στον Πρωτοκολλητή για πληρωμή σε αυτόν των χρημάτων που αξιώνει και ο Πρωτοκολλητής αν ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο που προβάλλει αξίωση έχει δικαίωμα, εκδίδει ένταλμα πληρωμής στο πρόσωπο αυτό για το οφειλόμενο ποσό. Πρόσωπο που δεν ικανοποιείται από απόφαση του Πρωτοκολλητή δύναται να υποβάλει έφεση στο Δικαστήριο.

(4) Αφού παραμείνουν αζήτητα χρήματα στο Λογαριασμό Πτωχευτικών Περιουσιών για περίοδο πέντε ετών, ο Πρωτοκολλητής καταβάλλει τα χρήματα στο Γενικό Λογιστή για να χρησιμοποιηθούν από τη Δημοκρατία και όλες οι αξιώσεις επί των χρημάτων αυτών εμποδίζονται.

Τιμωρία δολίων πτωχευσάντων

116. Πρόσωπο το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση ή σχετικά με την περιουσία του οποίου εκδόθηκε διάταγμα πτώχευσης, σε καθεμιά από τις παρακάτω περιπτώσεις, θεωρείται ένοχο ποινικού αδικήματος και με την καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη:

(α) αν, εξ όσων καλύτερα γνωρίζει και πιστεύει, δεν αποκαλύπτει στο διαχειριστή πλήρως και αληθώς όλη την περιουσία του κινητή και ακίνητη και πως και σε ποιο και για ποιο αντάλλαγμα και πότε διέθεσε οποιοδήποτε μέρος αυτής και ποια ποσά εξόδευε ετήσια για τις προσωπικές του δαπάνες και τις συνήθεις δαπάνες της οικογένειας του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(β) αν δεν παραδώσει στο διαχειριστή, ή όπως ο διαχειριστής διατάξει, κάθε μέρος της κινητής και ακίνητης περιουσίας του που βρίσκεται υπό τη φύλαξη του ή υπό τον έλεγχο του και η οποία από το νόμο συνιστά ενεργητικά που δύνανται να διανεμηθούν μεταξύ των πιστωτών του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(γ) αν δεν παραδώσει στο διαχειριστή, ή όπως ήθελε αυτός διατάξει, όλα τα βιβλία, έγγραφα, χαρτιά και γραπτά που βρίσκονται υπό τη φύλαξη του ή τον έλεγχο του τα οποία αφορούν την περιουσία του ή τις υποθέσεις του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(δ) αν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον αυτού, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης, αποκρύπτει, καταστρέφει, περικόπτει ή παραποιεί ή συνεργεί στην απόκρυψη, καταστροφή, περικοπή ή παραποίηση οποιουδήποτε βιβλίου ή εγγράφου που επηρεάζει ή αφορά την περιουσία ή τις υποθέσεις αυτού εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι αυτός δεν είχε πρόθεση απόκρυψης της έκθεσης κατάστασης της περιουσίας και προκαταρκτικής κατάθεσης του πτωχεύσαντα ή του πτωχεύσαντα ή διαφορετικά πρόθεση καταδολίευσης·

(ε) αν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον αυτού, παρεμποδίζει την προσαγωγή οποιουδήποτε βιβλίου, εγγράφου, χαρτιού ή γραπτού που επηρεάζει ή αφορά την περιουσία ή τις υποθέσεις του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση απόκρυψης της έκθεσης κατάστασης της περιουσίας και προκαταρκτικής κατάθεσης του πτωχεύσαντα ή πτωχεύσαντα ή διαφορετικά πρόθεση καταδολίευσης·

(στ) αν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης, προβαίνει ή συνεργεί στη διενέργεια ψευδής καταχώρησης σε βιβλίο ή έγγραφο που επηρεάζει ή σχετίζεται με την περιουσία του ή τις υποθέσεις του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση απόκρυψης της έκθεση κατάστασης της περιουσίας και προκαταρκτική κατάθεση του πτωχεύσαντα ή πτωχεύσαντα ή διαφορετικά πρόθεση καταδολίευσης·

(ζ) αν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης, δόλια αποξενώνει, αλλοιώνει ή προβαίνει σε παράλειψη ή συνεργεί στη δόλια αποξένωση, αλλοίωση ή παράλειψη σε έγγραφο που επηρεάζει ή αφορά περιουσία ή τις περιουσιακές του υποθέσεις·

(η) αν προβαίνει σε οποιαδήποτε ουσιαστική παράλειψη σε κατάσταση που επηρεάζει ή σχετίζεται με την περιουσία του ή τις περιουσιακές του υποθέσεις, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(θ) αν, μετά την υποβολή αίτησης από ή εναντίον του, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή αίτησης, αποκρύπτει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του ή οποιοδήποτε χρέος που οφείλεται σε αυτόν ή από αυτόν, ή διαθέτει μέρος των αγαθών του ή της περιουσίας του έναντι ανταλλάγματος το οποίο είναι ουσιαστικά χαμηλότερο σε αξία από τη συνηθισμένη αγοραία αξία τέτοιων αγαθών ή περιουσίας, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(ι) αν, μετά την υποβολή αίτησης από ή εναντίον του, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή τέτοιας αίτησης, δολίως μετακινεί οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του·

(ια) αν, γνωρίζει ή πιστεύει ότι προβλήθηκε αξίωση για ψευδές χρέος ή επαλήθευση από πρόσωπο με βάση την πτώχευση παραλείπει για περίοδο ενός μηνός από την ημερομηνία που περιήλθε σε γνώση του ή σε πίστη του να γνωστοποιήσει στο διαχειριστή το ζήτημα·

(ιβ) αν, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή σε συνέλευση των πιστωτών του εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή τέτοιας αίτησης, αποπειράται να υποβάλει λογαριασμό για οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του με εικονικές ζημιές ή δαπάνες·

(ιγ) αν, εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή μετά την υποβολή τέτοιας αίτησης και πριν από την έκδοση διατάγματος πτώχευσης, αυτός, με ψευδή παράσταση ή άλλη απάτη, εξασφάλισε περιουσία με πίστωση και δεν επλήρωσε για αυτή·

(ιδ) αν, εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή μετά την υποβολή τέτοιας αίτησης και πριν από την έκδοση διατάγματος πτώχευσης, εξασφαλίζει, με ψευδή παράσταση ότι διεξάγει εργασίες και, αν είναι έμπορος, ότι συναλλάσσεται με το συνηθισμένο τρόπο εμπορίου, οποιαδήποτε περιουσία με πίστωση και δεν επλήρωσε για αυτήν, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(ιε) αν, εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή μετά την υποβολή τέτοιας αίτησης και πριν από την έκδοση διατάγματος πτώχευσης, ενεχυριάζει, επιβαρύνει, υποθηκεύει ή διαθέτει διαφορετικά παρά με το συνηθισμένο τρόπο εμπορίου οποιαδήποτε περιουσία την οποία εξασφάλισε με πίστωση και δεν επλήρωσε για αυτήν, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(ιστ) αν, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως προ της υποβολής τέτοιας αίτησης, προέβηκε σε δωρεά, πώληση, παράδοση, μεταβίβαση, υποθήκευση ή επιβάρυνση επί της περιουσίας του, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(ιζ) αν είναι ένοχος ψευδής παράστασης ή άλλης πλάνης με το σκοπό την εξασφάλιση της συναίνεσης των πιστωτών του ή οποιουδήποτε από αυτούς σε συμφωνία σχετιζόμενη με την έκθεση κατάστασης της περιουσίας και προκαταρκτική κατάθεση του πτωχεύσαντα ή πτωχεύσαντα ή με την πτώχευση·

(ιη) αν, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, εγκαταλείπει ή αποπειράται να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης·

(ιθ) αν, εφόσο γνωρίζει την αφερεγγυότητα του, επιτρέψει ή ανεχθεί όπως ολόκληρο ή ουσιαστικά ολόκληρο το ενεργητικό του κατασχεθεί από πιστωτή ή πιστωτές, ή χρησιμοποιηθεί προς όφελος πιστωτή ή πιστωτών προς βλάβη και με πρόθεση καταδολίευσης άλλων πιστωτών.

Για το σκοπό του άρθρου αυτού, ή έκφραση “διαχειριστής” σημαίνει τον επίσημο παραλήπτη της περιουσίας του πτωχεύσαντα ή διαχειριστή που διαχειρίζεται την περιουσία του προς όφελος των πιστωτών του.

Εξασφάλιση πίστωσης από πτωχεύσαντες που δεν αποκαταστάθηκαν

117. Όταν πτωχεύσας που δεν αποκαταστάθηκε-

(α) είτε μόνος είτε από κοινού με άλλο πρόσωπο εξασφαλίζει πίστωση στην έκταση των εξακοσίων πενήντα ευρώ ή πέραν των εξακοσίων πενήντα ευρώ (€650) από πρόσωπο χωρίς να πληροφορήσει το πρόσωπο εκείνο ότι είναι πτωχεύσας που δεν αποκαταστάθηκε ή

(β) επιδίδεται σε εμπόριο ή διεξάγει εργασίες με άλλο όνομα από εκείνο με βάση το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση χωρίς να αποκαλύψει σε όλα τα πρόσωπα με τα οποία συναλλάσσεται επαγγελματικά το όνομα με βάση το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση,

είναι ένοχος αδικήματος και με καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

Απάτες από πτωχεύσαντες

118. Αν πρόσωπο το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση ή αναφορικά με την περιουσία του οποίου εκδόθηκε διάταγμα πτώχευσης:

(α) με την ανάληψη χρέους ή υποχρέωσης, εξασφάλισε πίστωση βάσει ψευδών παραστάσεων ή με άλλη απάτη

(β) με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών του ή οποιουδήποτε από αυτούς διενήργησε ή προκάλεσε τη διενέργεια δωρεάς, παράδοσης ή μεταβίβασης ή επιβάρυνσης επί της περιουσίας του

(γ) με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών του απέκρυψε ή μετακίνησε οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του από ή εντός δύο μηνών πριν από την ημερομηνία οποιασδήποτε απόφασης ή διατάγματος για πληρωμή χρημάτων που εξασφαλίστηκε εναντίον του και η οποία απόφαση ή διάταγμα παραμένουν ανικανοποίητα,

είναι ένοχο αδικήματος και με την καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.

Τιμωρία προσώπων που μετακινούν, κλπ., περιουσία πτωχεύσαντα

119. Αν πρόσωπο, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον πτωχεύσαντα, ή εντός δώδεκα μηνών αμέσως πριν από την υποβολή τέτοιας αίτησης, μετακινεί ή αποκρύπτει ή προκαλεί τη μετακίνηση ή απόκρυψη ή λαμβάνει είτε για δικό του όφελος ή προς όφελος του πτωχεύσαντα αυτού ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, μέρος της περιουσίας τέτοιου πτωχεύσαντα η οποία έπρεπε από το νόμο να διανεμηθεί μεταξύ των πιστωτών του, τέτοιο πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος και με καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης.

Ψευδείς αξιώσεις, δηλώσεις, κλπ. εναντίον πτωχεύσαντα

120. Αν πιστωτής ή πρόσωπο το οποίο αξιώνει ως πιστωτής σε πτωχευτική διαδικασία εσκεμμένα και με πρόθεση καταδολίευσης προβαίνει σε ψευδή αξίωση, ή επαλήθευση, δήλωση ή κατάσταση λογαριασμού η οποία είναι αναληθής σε ουσιαστική λεπτομέρεια είναι ένοχο αδικήματος και με καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Τιμωρία διαχειριστή για απόκρυψη, κλπ., περιουσιακών υποθέσεων του πτωχεύσαντα

121. Οποιοσδήποτε είναι διαχειριστής όταν, σε αναφορά ή κατάσταση αναφερόμενη στις περιουσιακές υποθέσεις προσώπου το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση, εσκεμμένα προβαίνει σε ουσιώδη παράλειψη ή απόκρυψη ή κατακρατεί πληροφορία ή ζήτημα το οποίο τείνει στο να αποδείξει την αληθή κατάσταση των περιουσιακών υποθέσεων τέτοιου προσώπου ή τις περιστάσεις της πτώχευσης, ή ο οποίος με οποιοδήποτε τρόπο παρέχει βοήθεια σε οποιοδήποτε πρόσωπο να διαπράξει οποιοδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στο Νόμο αυτό, τότε σε κάθε τέτοια περίπτωση ο διαχειριστής αυτός είναι ένοχος αδικήματος και με καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

Παράλειψη τήρησης κατάλληλων λογαριασμών από πτωχεύσαντα

122.-(1) Αν πρόσωπο κηρύχτηκε σε πτώχευση ή προέβηκε σε συμβιβασμό ή διευθέτηση με τους πιστωτές του, είναι ένοχο αδικήματος, αν, κατά τη διάρκεια ή μέρος των δύο ετών αμέσως πριν από την ημερομηνία της υποβολής της αίτησης πτώχευσης ενώ επιδίδετο σε εμπόριο ή διεξήγαγε εργασίες, δεν τηρούσε τα κατάλληλα βιβλία λογαριασμού στη διάρκεια των δύο ετών ή μέρους αυτών όπως αναφέρθηκε πιο πάνω και, αν επιδιδόταν έτσι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, μετέπειτα, ενώ εξακολουθεί να επιδίδεται με τον τρόπο αυτό μέχρι της ημερομηνίας του διατάγματος πτώχευσης, ή δεν είχε προφυλάξει τα βιβλία λογαριασμού που ετηρούντο με τον τρόπο αυτό:

Νοείται ότι πρόσωπο το οποίο δεν ετηρούσε ή δεν προφύλαξε τέτοια βιβλία λογαριασμού δεν καταδικάζεται για αδίκημα βάσει του άρθρου αυτού αν οι μη ασφαλισμένες υποχρεώσεις του κατά την ημερομηνία του διατάγματος πτώχευσης δεν υπερέβαιναν τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000), ή αν αποδείξει ότι υπό τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες εμπορευόταν ή διεξήγαγε εργασίες η παράλειψη ήταν έντιμη και δικαιολογημένη.

(2) Πρόσωπο το οποίο βρίσκεται ένοχο αδικήματος βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη:

Νοείται πάντοτε ότι δεν εγείρεται δίωξη εναντίον προσώπου βάσει του άρθρου αυτού εκτός κατόπι διατάγματος του Δικαστηρίου.

(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, πρόσωπο δεν θα θεωρείται ότι τηρούσε τα κατάλληλα βιβλία λογαριασμού αν δεν τηρούσε τέτοια βιβλία ή λογαριασμούς τα οποία είναι αναγκαία να εκθέτουν ή επεξηγούν τις συναλλαγές του και την οικονομική του θέση στο εμπόριο, τις εργασίες ή το επάγγελμα του, περιλαμβανόμενου βιβλίου ή βιβλίων που περιέχουν ημερήσιες καταχωρήσεις με επαρκείς λεπτομέρειες όλων των μετρητών που εισπράσσονται και μετρητών που πληρώνονται και, όταν το εμπόριο ή εργασία περιλαμβάνει συναλλαγές αγαθών, επίσης λογαριασμούς όλων των αγαθών που πωλήθηκαν περιλαμβανόμενης λεπτομερής περιγραφής όλων των αγαθών που πωλήθηκαν και αγοράστηκαν είτε τοις μετρητοίς είτε με πίστωση, ώστε να καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός της ταυτότητας των αγαθών αυτών, και επίσης λεπτομέρειες του ονόματος και διεύθυνσης του προμηθευτή ή αγοραστή τέτοιων αγαθών ως και καταστάσεις ετήσιων απογραφών που δείχνουν τη βάση πάνω στην οποία διεξάχθηκαν τέτοιες απογραφές:

Νοείται ότι πρόσωπο που ασκεί λιανικό εμπόριο στο οποίο καταχώρηση λεπτομερειών όπως απαιτείται πιο πάνω, θα προκαλούσε ταλαιπωρία ή θα ήταν αντίθετη προς τα συνήθη εμπορικά έθιμα, τότε και σε τέτοιες περιπτώσεις η παράλειψη θα θεωρείται δικαιολογημένη.

(4) Κατά την εφαρμογή στα πιο πάνω αναφερθέντα βιβλία, οι παράγραφοι (δ), (στ) και (ζ) του άρθρου 116 του Νόμου αυτού (που αφορούν στην καταστροφή, περικοπή, παραποίηση και άλλη δόλια συναλλαγή στα βιβλία και έγγραφα), θα ισχύουν ωσάν η έκφραση “δύο έτη αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης” αντικαθίσταντο από το χρόνο  που αναφέρεται στις παραγράφους εκείνες ως ο χρόνος πριν από την υποβολή εντός του οποίου οι πράξεις ή παραλείψεις που καθορίζονται στις παραγράφους εκείνες συνιστά αδίκημα.

Ο πτωχεύσας είναι ένοχος αν επιδίδεται σε τυχερά παιγνίδια

123.-(1) Πρόσωπο που κηρύχτηκε σε πτώχευση, είναι ένοχο αδικήματος και με την καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, αν ενώ επιδιδόταν σε εμπόριο ή διεξήγαγε εργασίες και ενώ εκρεμούσαν κατά την ημερομηνία του διατάγματος πτώχευσης χρέη τα οποία συνάφθηκαν στην πορεία και για τους σκοπούς του εμπορίου ή των εργασιών.

(α) εντός δύο ετών πριν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης, συνέβαλε ουσιαστικά ή αύξησε την έκταση της αφερεγγυότητας του με το να επιδίδεται σε τυχερά παιγνίδια ή βεβιασμένες ριψοκίνδυνες κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και τέτοια τυχερά παιγνίδια ή κερδοσκοπικές επιχειρήσεις δεν συνδέονται με την άσκηση από αυτόν της εμπορίας του ή των εργασιών του ή

(β) μεταξύ της ημερομηνίας της υποβολής της αίτησης και της ημερομηνίας του διατάγματος πτώχευσης απώλεσε οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του εξαιτίας των τυχερών παιγνιδιών ή βεβιασμένων και ριψοκίνδυνων κερδοσκοπικών επιχειρήσεων όπως αναφέρθηκε πιο πάνω ή

(γ) όταν ενώ κλήθηκε από τον επίσημο παραλήπτη ή το διαχειριστή οποτεδήποτε ή κατά τη διάρκεια της δημόσιας εξέτασης από το Δικαστήριο, να λογοδοτήσει για την απώλεια ουσιαστικού μέρους της περιουσίας του που συνέβηκε εντός της περιόδου ενός έτους προ της αμέσως προηγούμενης της ημερομηνίας της υποβολής της αίτησης πτώχευσης, παρέλειψε να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τον τρόπο που συνέβηκε η απώλεια:

Νοείται ότι, για να αποφασιστεί για τους σκοπούς του άρθρου αυτού κατά πόσο επιχείρηση είναι βεβιασμένη και ριψοκίνδυνη λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάσταση του κατηγορουμένου κατά το χρόνο που επιδόθηκε στις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις.

(2) Δεν λαμβάνεται ποινική δίωξη εναντίον προσώπου με βάση το άρθρο αυτό εκτός κατόπι διατάγματος  του Δικαστηρίου.

Πτωχεύσας που φυγοδικεί με περιουσία

124. Αν  πρόσωπο το οποίο κηρύχτηκε σε πτώχευση, μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, ή εντός έξι μηνών πρίν από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης, εγκαταλείπει την Κύπρο ή αποπειράται να εγκαταλείψει την Κύπρο και συναποκομίζει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας του που ανέρχεται στο ποσό των χιλίων ευρώ (€1.000) ή μεγαλύτερο, η οποία έπρεπε να διανεμηθεί μεταξύ των πιστωτών του, είναι ένοχο (εκτός αν αποδείξει ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης) αδικήματος και με την καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

Δίωξη αδικημάτων

125. Αν, κατά τη διάρκεια οποιωνδήποτε διαδικασιών που λήφθηκαν με βάση αίτηση πτώχευσης ή κατόπι παραστάσεων του επίσημου παραλήπτη, ή οποιουδήποτε πιστωτή, φανεί στο Δικαστήριο ότι υπάρχει λόγος για υπόνοια ότι πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος βάσει του Νόμου αυτού, το Δικαστήριο, αν φανεί σε αυτό ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ότι ο πτωχεύσας θα καταδικαστεί και ότι οι περιστάσεις είναι τέτοιες ώστε να καθιστούν επιθυμητή την δίωξη τέτοιου προσώπου, θα διατάσσει τη δίωξη του προσώπου αυτού ανάλογα και σε τέτοια περίπτωση δύναται να διατάξει όπως το πρόσωπο που θα διωχθεί τεθεί υπό κράτηση, αν είναι παρόν, ή, αν δεν είναι παρόν, δύναται να εκδώσει ένταλμα σύλληψης και κράτησης του μέχρις ότου το πρόσωπο αυτό προσαχθεί ενώπιον Δικαστή ώστε να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο.

Ποινική ευθύνη μετά από αποκατάσταση ή συμβιβασμό

126. Όταν πτωχεύσας είναι ένοχος ποινικού αδικήματος, δεν θα εξαιρεθεί από το να διωχθεί ποινικά εξαιτίας του ότι εξασφάλισε την αποκατάσταση του ή ότι έγινε αποδεκτός συμβιβασμός ή εγκρίθηκε σχέδιο διευθέτησης.

Μη συνυπολογισμός περιόδου πτώχευσης στο χρόνο παραγραφής

127. Η χρονική περίοδος κατά την οποία πρόσωπο τελεί υπό πτώχευση δεν συνυπολογίζεται κατά τον καθορισμό της προδιαγραφόμενης περιόδου παραγραφής δυνάμει των διατάξεων του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου.

Μεταβατικές Διατάξεις

128. Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, ισχύουν οι ακόλουθες μεταβατικές διατάξεις:

(α) Οποιαδήποτε διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος παραλαβής εναντίον χρεώστη, η οποία άρχισε αλλά δεν έχει συμπληρωθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, συνεχίζεται ως διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος πτώχευσης δυνάμει του παρόντος Νόμου, χωρίς οποιαδήποτε τροποποίηση των σχετικών δικογράφων·

(β) οποιοδήποτε διάταγμα παραλαβής έχει εκδοθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, δύναται να τροποποιηθεί από το Δικαστήριο, μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου, ώστε να αποτελεί πλέον διάταγμα πτώχευσης δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδώσει Διαδικαστικούς Κανονισμούς για σκοπούς σύντμησης της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης που προνοείται στην παρούσα παράγραφο:

Νοείται περαιτέρω ότι, η ημερομηνία έκδοσης του τροποποιηθέντος ως ανωτέρω αρχικού διατάγματος παραλαβής θα λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς υπολογισμού των προθεσμιών για αυτοδίκαιη αποκατάσταση του πτωχεύσαντα δυνάμει του άρθρου 27Α, ως εάν να επρόκειτο για την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού διατάγματος πτώχευσης, εκτός εάν υποβληθεί ένσταση από οποιοδήποτε πιστωτή·

(γ) οποιαδήποτε διαδικασία πτώχευσης έχει αρχίσει με διάταγμα πτώχευσης που έχει εκδοθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, συνεχίζεται και διεκπεραιώνεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.