ΜΕΡΟΣ IVA ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΞΕΤΑΣΤΗ
Εξουσία του Δικαστηρίου για διορισμό εξεταστή

202Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο κρίνει ότι -

(α) Εταιρεία τελεί σε αφερεγγυότητα ή υφίσταται πιθανότητα αφερεγγυότητας, και

(β) δεν έχει εγκριθεί και δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οποιοδήποτε ψήφισμα αναφορικά με εκκαθάριση της εταιρείας, και

(γ) κανένα διάταγμα δεν έχει εκδοθεί για την εκκαθάριση της εταιρείας,

δύναται, κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται ενώπιόν του, να διορίσει εξεταστή στην εταιρεία για σκοπούς εξέτασης της κατάστασης των υποθέσεων της εταιρείας και την εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων σε σχέση με την εταιρεία, όπως δύναται να επιβάλλεται από ή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο μόνο εφόσον ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης αυτής ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, μία εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της, αν  -

(α) είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της κατά το χρόνο που αυτά καθίστανται πληρωτέα,

(β) η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της είναι χαμηλότερη από το ποσό των υποχρεώσεων της, λαμβάνοντας υπόψη τις ενδεχόμενες και μελλοντικές υποχρεώσεις της, ή

(γ) εφαρμόζονται ως προς αυτήν οι διατάξεις του άρθρου 212.

(4) Το Δικαστήριο, κατά τη λήψη της απόφασης κατά πόσο να εκδώσει διάταγμα σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δύναται να λάβει υπόψη κατά πόσο η εταιρεία έχει ζητήσει από τους πιστωτές της σημαντικές παρατάσεις χρόνου για την πληρωμή των χρεών της, από όπου εύλογα δύναται να συναχθεί ότι υφίσταται πιθανότητα αφερεγγυότητας· το Δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη επίσης κατά πόσο η εταιρεία έχει χρησιμοποιήσει την διαδικασία αναδιάρθρωσης που προβλέπεται στις εκάστοτε σε ισχύ της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δυνάμει του άρθρου 41 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.

(5) Δεν δύναται να διοριστεί εξεταστής σε οποιαδήποτε πιστωτικά ιδρύματα στα οποία εφαρμόζεται ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος και σε οποιεσδήποτε ασφαλιστικές επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται ο περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμος.

Αίτηση για προστασία από το Δικαστηρίο

202Β.-(1) Αίτηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202Α δύναται να υποβληθεί από -

(α) την εταιρεία, ή

(β) πιστωτή ή ενδεχόμενο ή μελλοντικό πιστωτή, συμπεριλαμβανομένου εργοδοτούμενου της εταιρείας,  ή

(γ) μέλη της εταιρείας που κατέχουν, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 202Α, όχι λιγότερο από το ένα δέκατο του καταβληθέντος κεφαλαίου της εταιρείας που, κατά το χρόνο εκείνο, φέρει δικαίωμα ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας, ή

(δ) εγγυητή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων της εταιρείας, ή

(ε) από όλα τα πιο πάνω μέρη, μαζί ή ξεχωριστά.

(2) Αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α -

(α) προτείνει πρόσωπο για να διοριστεί ως εξεταστής, και

(β) υποστηρίζεται από τέτοια μαρτυρία, που δεικνύει ότι ο αιτητής έχει βάσιμο λόγο να αιτηθεί τον διορισμό εξεταστή,

(γ) περιλαμβάνει, όταν αυτή υποβάλλεται από την εταιρεία, κατάσταση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεών της, στην έκταση που είναι γνωστά σε αυτή, όπως υφίστανται κατά ημερομηνία όχι ενωρίτερη από δεκατέσσερις (14) ημέρες πριν από την υποβολή της αίτησης, και

(δ) περιλαμβάνει πληροφορίες κατά πόσο έχει προηγουμένως υποβληθεί αίτηση για διορισμό εξεταστή ή/και έχει διοριστεί εξεταστής στην εταιρεία.

(3) Επιπροσθέτως των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (5), αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α συνοδεύεται από έκθεση σε σχέση με την εταιρεία, η οποία ετοιμάζεται από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα, ο οποίος είναι είτε ο ελεγκτής της εταιρείας είτε πρόσωπο το οποίο έχει τα προσόντα να διοριστεί ως ελεγκτής εταιρείας ή ως εξεταστής της εταιρείας.

(4) Η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αξιωματούχων της εταιρείας,

(β) τα ονόματα οποιωνδήποτε άλλων σχετιζόμενων νομικών προσώπων, των οποίων σύμβουλοι της εταιρείας είναι επίσης σύμβουλοι,

(γ) δήλωση υποθέσεων της εταιρείας που δεικνύει, στο βαθμό που είναι ευλόγως δυνατό, λεπτομέρειες των στοιχειών του ενεργητικού και των υποχρεώσεων της εταιρείας, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων και μελλοντικών υποχρεώσεων κατά την τελευταία ημερομηνία που είναι πρακτικά δυνατόν, τα ονόματα και τις διευθύνσεις των πιστωτών της, τις εξασφαλίσεις που κατέχονται από αυτούς, αντίστοιχα, και τις ημερομηνίες κατά τις οποίες δόθηκαν οι εξασφαλίσεις, αντίστοιχα, καθώς και τα ονόματα των εγγυητών της:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, «εξασφάλιση» σημαίνει οποιαδήποτε υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση,

(δ) τη γνώμη του, κατά πόσο οποιοδήποτε έλλειμμα που παρουσιάζεται μεταξύ των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων της εταιρείας υπολογίστηκε ικανοποιητικά και αν όχι, κατά πόσον υπάρχει μαρτυρία αναφορικά με εξαφάνιση περιουσίας ή περιουσιών ή στοιχείων ενεργητικού που συσσωρεύονται σε ουσιαστικά ποσά ή αξίες τα οποία δεν λογίζονται ικανοποιητικά,

(ε) τη γνώμη του κατά πόσο η εταιρεία και ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της επιχείρησής της, έχει εύλογη προοπτική επιβίωσης ως δρώσα οικονομική μονάδα (going concern) και δήλωση των προϋποθέσεων που θεωρεί ως απαραίτητες για να διασφαλιστεί η επιβίωσή της είτε αναφορικά με την εσωτερική διεύθυνση και τις διαδικασίες ελέγχου της εταιρείας, είτε άλλως πως,

(στ) τη γνώμη του κατά πόσο η διαμόρφωση, αποδοχή και επιβεβαίωση προτάσεων για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού θα προσέφερε εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern),

(ζ) τη γνώμη του κατά πόσο μία προσπάθεια συνέχισης ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης πιθανόν να είναι πιο επωφελής στα μέλη ως σύνολο και στους πιστωτές ως σύνολο παρά η εκκαθάριση της εταιρείας,

(η) συστάσεις αναφορικά με τη διαδικασία που εκείνος πιστεύει ότι πρέπει να ακολουθηθεί αναφορικά με την εταιρεία, περιλαμβανομένων, αν δικαιολογείται, προσχεδίων προτάσεων για συμβιβασμό ή σχεδίου διακανονισμού,

(θ) τη γνώμη του κατά πόσο τα γεγονότα που αποκαλύπτονται δικαιολογούν περαιτέρω διερεύνηση έχοντας υπόψη τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 311,

(ι) λεπτομέρειες της έκτασης της χρηματοδότησης που απαιτείται για να δυνηθεί η εταιρεία να συνεχίσει τις εργασίες της κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας καθώς και των πηγών της χρηματοδότησης,

(ια) τις συστάσεις του κατά πόσο υποχρεώσεις που προέκυψαν πριν από την υποβολή της αίτησης πρέπει να πληρωθούν,

(ιβ) τη γνώμη του κατά πόσο η εργασία του εξεταστή θα βοηθηθεί από οδηγίες του Δικαστηρίου σε σχέση με τον ρόλο ή την ιδιότητα μέλους οποιασδήποτε επιτροπής πιστωτών που αναφέρεται στο άρθρο 202ΚΒ, και

(ιγ) οποιαδήποτε άλλα θέματα θεωρεί ο ίδιος ότι είναι σχετικά.

(5) Αίτηση, η οποία υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α συνοδεύεται από -

(α) συγκατάθεση υπογεγραμμένη από τον εξεταστή· και

(β) αντίγραφα των προτάσεων για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού σε σχέση με τις υποθέσεις της εταιρείας, αν τέτοιες προτάσεις έχουν ετοιμαστεί, για υποβολή σε ενδιαφερόμενα μέρη για την έγκρισή τους.

(6) Το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να μην προχωρήσει σε ακρόαση σε σχέση με αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α, η οποία υποβάλλεται από ενδεχόμενο ή μελλοντικό πιστωτή μέχρις ότου καταβληθεί εξασφάλιση για τα έξοδα, η οποία κρίνεται εύλογη από το Δικαστήριο.

(7) Το Δικαστήριο δεν προχωρεί σε ακρόαση σε σχέση με αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α, αν υπάρχει διορισμένος παραλήπτης για την εταιρεία που αφορά η αίτηση και ο παραλήπτης αυτός ήταν διορισμένος για συνεχή περίοδο τουλάχιστον τριάντα (30) ημερών πριν από την υποβολή της αίτησης:

Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισμένος παραλήπτης στην εταιρεία που αφορά η αίτηση και ο παραλήπτης αυτός διορίστηκε εντός περιόδου τριών (3) μηνών που προηγείται της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015, το παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται και τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 202Ι.

(8) Κατά την ακρόαση αίτησης, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το Δικαστήριο δύναται να εγκρίνει, απορρίψει την αίτηση ή να αναβάλει την ακρόαση, υπό όρους ή χωρίς όρους ή να, προβεί σε έκδοση προσωρινού διατάγματος ή οποιουδήποτε άλλου διατάγματος θεωρεί πρέπον.

(9) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (8), προσωρινό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο δύναται να περιορίσει την άσκηση εξουσιών των συμβούλων ή της εταιρείας, λαμβανομένων υπόψη των θεμάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 202ΙΔ. 

(10) Χωρίς επηρεασμό των εδαφίων (8) ή (9) ή μετά από την υποβολή αίτησης, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αιτήσεως προς αυτό, να διορίσει εξεταστή στην εταιρεία επί , προσωρινής βάσεως.

(11) Αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α δεν δύναται να υποβληθεί κατά τη διάρκεια περιόδου δώδεκα (12) μηνών που άρχεται από την ημερομηνία τερματισμού του διορισμού του εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΘ, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι νέα γεγονότα ή συνθήκες δικαιολογούν τέτοια αίτηση.

Προσωρινή προστασία από το Δικαστήριο εκκρεμούσης της έκθεσης

202Γ.-(1) Σε περίπτωση που αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι -

(α) λόγω περιστάσεων εκτός του ελέγχου του αιτητή, η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα δεν είναι διαθέσιμη εγκαίρως για να συνοδεύσει την αίτηση, και

(β) ο αιτητής δεν θα μπορούσε εύλογα να προβλέψει τις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α),

το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και να θέσει την εταιρεία για την οποία γίνεται αίτηση υπό την προστασία του Δικαστηρίου για περίοδο που το Δικαστήριο θεωρεί κατάλληλη, με σκοπό να επιτραπεί η υποβολή της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα:

Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισμένος παραλήπτης σε σχέση με ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας κατά το χρόνο υποβολής αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 202Α, αναφορικά με την εταιρεία, αυτό δεν αποτελεί από μόνο του, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, περιστάσεις εκτός του ελέγχου του αιτητή.

(2) Η περίοδος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) λήγει όχι αργότερα από τη δέκατη πέμπτη ημέρα που ακολουθεί την έκδοση του εν λόγω διατάγματος ή σε περίπτωση που η δέκατη πέμπτη ημέρα συμπίπτει με Σάββατο, Κυριακή ή δημόσια αργία, την πρώτη ημέρα που ακολουθεί το Σάββατο, την Κυριακή ή τη δημόσια αργία, ανάλογα.

(3) Σε περίπτωση που η αίτηση υποβληθεί από οποιοδήποτε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 202Β και εκδοθεί διάταγμα αναφορικά με την εν λόγω εταιρεία, σύμφωνα με το εδάφιο (1), οι σύμβουλοι της εταιρείας συνεργάζονται για την προετοιμασία της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, ιδιαίτερα αναφορικά με τα θέματα που προβλέπονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 202Β.

(4) Σε περίπτωση που οι σύμβουλοι της εταιρείας παραλείψουν να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του εδαφίου (3), το πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση ή ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος, το οποίο να απαιτεί από τους συμβούλους να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες προς συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3).

(5) Σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα υποβληθεί στο Δικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), το Δικαστήριο προχωρεί με την εξέταση της αίτησης μαζί με την έκθεση ως εάν αυτές να υποβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202Α.

(6) Άνευ επηρεασμού της δυνατότητας υποβολής οποιασδήποτε περαιτέρω αίτησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202Α, σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα δεν υποβληθεί στο Δικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), τότε κατά τη λήξη της περιόδου αυτής, η εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(7) Oπoιεσδήπoτε υποχρεώσεις που προκύπτουν έναντι της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας που καθορίζεται από διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο πιστοποιητικού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 202ΙΕ.

Δικαίωμα ακρόασης

202Δ. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (8) του άρθρου, 202Β, το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα, το οποίο απορρίπτει την αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α ή διάταγμα, το οποίο διορίζει εξεταστή σε εταιρεία, χωρίς να έχει προηγουμένως δοθεί στην εταιρεία ή σε κάθε πιστωτή της εταιρείας, ο οποίος έχει εκφράσει στο Δικαστήριο την επιθυμία να ακουστεί επί του θέματος, η ευκαιρία να ακουστεί.

Διαθεσιμότητα έκθεσης ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα

202Ε.-(1) Ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας παρέχει αντίγραφο της έκθεσης που ετοιμάστηκε από τον ίδιο, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 202Β, στην εταιρεία για την οποία έγινε αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α ή σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος, κατόπιν σχετικής έγγραφης αίτησης που υποβάλλεται προς αυτόν.

(2) Το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης, να δώσει οδηγίες με τις οποίες να δύναται να απαλειφθούν από το αντίγραφο της έκθεσης οποιεσδήποτε πληροφορίες, η συμπερίληψη των οποίων είναι πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς την επιβίωση της εταιρείας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

Σχετιζόμενες εταιρείες

202ΣΤ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν το Δικαστήριο διορίζει εξεταστή σε εταιρεία, δύναται κατά τον ίδιο χρόνο ή μετέπειτα, να εκδώσει διάταγμα το οποίο -

(α) διορίζει τον εξεταστή να είναι εξεταστής για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου σε σχετιζόμενη εταιρεία, ή

(β) παραχωρεί στον εξεταστή, σε σχέση με την εταιρεία αυτή, όλες ή μερικές από τις εξουσίες ή τα καθήκοντα που του παρέχονται σε σχέση με την προαναφερόμενη εταιρεία.

(2) Το Δικαστήριο κατά την εξέταση της αίτησης για την έκδοση διατάγματος, σύμφωνα με το εδάφιο (1), λαμβάνει υπόψη κατά πόσο η έκδοση του διατάγματος ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση της εταιρείας ή της σχετιζόμενης εταιρείας ή και των δύο και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern), και σε καμία περίπτωση δεν εκδίδει τέτοιο διάταγμα αν δεν ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της σχετιζόμενης εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(3) Μία σχετιζόμενη εταιρεία, στην οποία διορίζεται εξεταστής, θεωρείται ότι τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου για την περίοδο που άρχεται από την έκδοση διατάγματος σύμφωνα με το παρόν άρθρο και συνεχίζει για την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία με την οποία σχετίζεται τελεί υπό προστασία.

(4) Σε περίπτωση που εξεταστής είναι διορισμένος σε δύο ή περισσότερες σχετιζόμενες εταιρείες, έχει τις ίδιες εξουσίες και καθήκοντα σε σχέση με κάθε εταιρεία, ως χωριστή οντότητα, εκτός αν το Δικαστήριο εκδώσει διαφορετικές οδηγίες.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, μία εταιρεία σχετίζεται με άλλη εταιρεία, αν -

(α) αυτή η άλλη εταιρεία είναι η μητρική της εταιρεία ή θυγατρική της, ή

(β) πέραν του ενός δευτέρου της ονομαστικής αξίας του συνηθισμένου μετοχικού κεφαλαίου της όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 148, κατέχεται από την άλλη εταιρεία και εταιρείες που σχετίζονται με εκείνην την άλλη εταιρεία είτε άμεσα είτε έμμεσα, αλλά με άλλο τρόπο παρά με εμπιστευματική ιδιότητα, ή

(γ) πέραν του ενός δευτέρου της ονομαστικής αξίας τoυ συνηθισμένου μετοχικού κεφαλαίου όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 148, της κάθε μίας κατέχεται από μέλη της άλλης, είτε άμεσα είτε έμμεσα, αλλά με άλλο τρόπο παρά με εμπιστευματική ιδιότητα, ή

(δ) αυτή η άλλη εταιρεία ή εταιρεία ή εταιρείες που σχετίζονται με εκείνην την άλλη εταιρεία ή αυτή ή άλλη εταιρεία μαζί με εταιρεία ή εταιρείες που σχετίζονται με αυτή δικαιούνται να ασκήσουν ή να ελέγξουν την άσκηση πέραν του ενός δευτέρου των δικαιωμάτων ψήφου κατ' οποιαδήποτε γενική συνέλευση της εταιρείας, ή

(ε) οι εργασίες των εταιρειών διεκπεραιώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε οι ξεχωριστές εργασίες της κάθε εταιρείας ή ουσιαστικό μέρος αυτής δε διακρίνεται εύκολα, ή

(στ) υπάρχει άλλη εταιρεία, με την οποία σχετίζονται και οι δύο εταιρείες,

και «σχετιζόμενη εταιρεία» έχει αντίστοιχη έννοια.

(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εταιρεία» περιλαμβάνει οποιαδήποτε οντότητα, η οποία δύναται να υποβληθεί σε εκκαθάριση κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο.

Άρνηση Δικαστηρίου ακρόασης αίτησης υπό προϋποθέσεις

202Ζ. Το Δικαστήριο δύναται να αρνηθεί ακρόαση αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α ή, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να αρνηθεί τη συνέχιση ακρόασης τέτοιας αίτησης, αν κρίνει ότι κατά την ετοιμασία ή υποβολή της αίτησης ή κατά την ετοιμασία της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, ο αιτητής ή ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας -

(α) έχει παραλείψει να αποκαλύψει οποιεσδήποτε πληροφορίες που είναι διαθέσιμες σε αυτόν, οι οποίες είναι ουσιώδεις για την άσκηση από το Δικαστήριο των εξουσιών του σύμφωνα με τον Νόμο αυτό, ή

(β) δεν ενήργησε με καλή πίστη.

Αποτελέσματα αίτησης για διορισμό εξεταστή επί πιστωτών και άλλων

202Η.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 202Γ κατά την περίοδο που άρχισε από την ημερομηνία υποβολής αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 202Α και τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 202IΘ, και τελειώνει κατά τη λήξη περιόδου τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία εκείνη ή κατά την απόσυρση ή απόρριψη της αίτησης, οποιοδήποτε γεγονός επέλθει πρώτο, η εταιρεία θεωρείται ότι τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(2) Για όσο χρόνο μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

(α) Δεν δύνανται να αρχίσουν εναντίον της εταιρείας οποιεσδήποτε διαδικασίες εκκαθάρισης, ούτε να εγκριθεί ψήφισμα για εκκαθάριση σε σχέση με την εταιρεία εκείνη και οποιοδήποτε ψήφισμα που εγκρίνεται κατά τον τρόπο αυτό δεν έχει αποτέλεσμα,

(β) δεν διορίζεται παραλήπτης επί οποιουδήποτε μέρους της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας ή αν έχει διοριστεί παραλήπτης πριν από την υποβολή αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 202Α, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 202Ι, τέτοιος παραλήπτης μπορεί να συνεχίσει να ενεργεί ως παραλήπτης,

(γ) καμία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν θα λαμβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειμένων της εταιρείας, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(δ) σε περίπτωση που οποιαδήποτε αξίωση εναντίον της εταιρείας εξασφαλίζεται με υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας, των αντικειμένων ή του εισοδήματος της εταιρείας, καμία ενέργεια δεν μπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(ε) δεν δύναται να ληφθούν οποιαδήποτε μέτρα για την ανάκτηση αγαθών που ευρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας σύμφωνα με οποιαδήποτε συμφωνία ενοικιαγοράς, παρά μόνο με τη συγκατάθεση του εξεταστή,

(στ) σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου, Κανονισμού ή άλλης ρύθμισης, οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από την εταιρεία είναι υπεύθυνο να καταβάλει όλα ή οποιοδήποτε μέρος των χρεών της εταιρείας -

(ί) καμία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν λαμβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειμένων του προσώπου αυτού αναφορικά με τα χρέη της εταιρείας, και

(ii) καμία διαδικασία οποιουδήποτε είδους δεν δύναται να κινηθεί εναντίον του προσώπου αυτού αναφορικά με τα χρέη της εταιρείας,

(ίίί) όταν οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του προσώπου αυτού εξασφαλίζεται με υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας, των αντικειμένων ή του εισοδήματος της εταιρείας, καμία ενέργεια δεν μπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(ζ) κανένα διάταγμα για θεραπεία δεν δύναται να εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 202 έναντι της εταιρείας αναφορικά με παράπονα όσον αφορά τη διεξαγωγή των υποθέσεων της εταιρείας ή την άσκηση των εξουσιών των συμβούλων πριν από την υποβολή της αίτησης,

(η) οποιαδήποτε χρονική περίοδος κατά την οποία μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν υπολογίζεται κατά τον καθορισμό της προδιαγραφόμενης περιόδου σύμφωνα με τον περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμο,

(θ) κατά τον καθορισμό της περιόδου των έξι (6) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 301, δεν προσμετράται οποιαδήποτε χρονική περίοδος, κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), καμία άλλη διαδικασία εναντίον της εταιρείας δεν δύναται να αρχίσει, παρά μόνο με την άδεια του Δικαστηρίου και τηρουμένων των όρων που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα, όπως κρίνει ορθό, αναφορικά με οποιεσδήποτε διαδικασίες που ήδη υφίστανται, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής των διαδικασιών αυτών.

(3Α) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε αξιώσεις που αφορούν υποχρεώσεις οι οποίες ρυθμίζονται, τηρουμένων των αναλογιών, από τις παραγράφους (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 300.

(4) Παράπονα αναφορικά με τη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας ενώ τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν αποτελούν βάση για την έκδοση διατάγματος για θεραπεία σύμφωνα με το άρθρο 202.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), το Δικαστήριο δύναται, είτε μετά από αίτημα οποιουδήποτε από τα πρόσωπα που καθορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 202Β ή του εξεταστή είτε αυτεπάγγελτα, να παρατείνει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) αρχική περίοδο, εφόσον ικανοποιείται το Δικαστήριο ότι-

(α) εκκρεμεί διαδικασία εξέτασης προτάσεων για συμβιβασμό ή σχεδίου διακανονισμού από τα μέλη ή πιστωτές της εταιρείας και έχει καταγραφεί πρόοδος στις διαπραγματεύσεις·

(β) η παράταση της περιόδου κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν πλήττει αδικαιολόγητα τα δικαιώματα ή συμφέροντα οποιουδήποτε θιγόμενου μέρους·

(γ) έχει διοριστεί εξεταστής ο οποίος δεν είναι σε θέση να υποβάλει έκθεση στο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΘ εντός της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) αρχικής περιόδου, και δύναται να υποβάλει έκθεση εάν η περίοδος αυτή παραταθεί:

Νοείται ότι, σε τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο δύναται να παρατείνει την εν λόγω χρονική περίοδο για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις εξήντα (60) ημέρες, ώστε να καταστεί δυνατή η υποβολή της έκθεσης από τον εξεταστή· ή

(δ) έχει διοριστεί εξεταστής ο οποίος έχει υποβάλει έκθεση στο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΘ και το Δικαστήριο θεωρεί πως απαιτείται παράταση για τέτοιο χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο, ώστε να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΕ.

(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (5) και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7), η συνολική διάρκεια της περιόδου κατά την οποία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν δύναται να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.

(7) Σε περίπτωση κατά την οποία το κέντρο των κυρίων συμφερόντων της εταιρείας έχει μεταφερθεί από άλλο κράτος μέλος εντός του τριμήνου που προηγήθηκε της υποβολής αίτησης με βάση το άρθρο 202Α, η συνολική διάρκεια της περιόδου κατά την οποία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν δύναται να υπερβαίνει τους τέσσερις (4) μήνες.

Περιορισμός σε πληρωμές χρεών που προϋπήρχαν της αίτησης

202Θ.-(1) Καμία πληρωμή δεν δύναται να πραγματοποιηθεί από εταιρεία κατά την περίοδο κατά την οποία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου προς ικανοποίηση ή εξόφληση ολόκληρης ή μέρους υποχρέωσης που δημιουργήθηκε εναντίον της εταιρείας πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης σε σχέση με αυτή, εκτός αν -

(α) η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα περιέχει σύσταση όπως ολόκληρη ή, ανάλογα με την περίπτωση, μέρος της υποχρέωσης αυτής εξοφληθεί ή ικανοποιηθεί, ή

(β) ο εξεταστής εξουσιοδοτήσει τέτοια πληρωμή.

(2) Το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν σχετικής αίτησης προς αυτό από τον εξεταστή ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος, να εξουσιοδοτήσει την εξόφληση ή ικανοποίηση, εξ ολοκλήρου ή μερικώς, από τη σχετική εταιρεία, υποχρέωσης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), αν ικανοποιηθεί ότι παράλειψη εξόφλησης ή ικανοποίησης, εξ ολοκλήρου ή μερικώς, εκείνης της υποχρέωσης, μειώνει ουσιαστικά την προοπτική επιβίωσης της εταιρείας εξ ολοκλήρου ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης αυτής ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(3) Πιστωτές οι οποίοι επηρεάζονται από τις διατάξεις του άρθρου 202Η δεν δύναται να αρνηθούν την εκπλήρωση ή να καταγγείλουν ή να καταστήσουν υποχρεώσεις εκπλήρωσης πρόωρα ληξιπρόθεσμες ή με άλλον τρόπο να τροποποιήσουν ουσιώδεις εκτελεστικές συμβάσεις κατά τρόπον επιζήμιο για την εταιρεία όταν πρόκειται για χρέη που γεννήθηκαν πριν από την περίοδο προστασίας με αποκλειστικό λόγο ότι δεν εξοφλήθηκαν από την εταιρεία, νοουμένου ότι πληρώνονται για οποιεσδήποτε δαπάνες που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του άρθρου 202ΛΒ, δαπάνες που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας από ουσιώδεις εκτελεστικές συμβάσεις θεωρούνται ως δαπάνες οι οποίες δεόντως δημιουργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΕ.

(4) Πιστωτές οι οποίοι επηρεάζονται από τις διατάξεις του άρθρου 202Η δεν δύναται να αρνηθούν την εκπλήρωση ή να καταγγείλουν ή να καταστήσουν υποχρεώσεις εκπλήρωσης πρόωρα ληξιπρόθεσμες ή με άλλον τρόπο να τροποποιήσουν εκκρεμείς συμβάσεις κατά τρόπον επιζήμιο για την εταιρεία δυνάμει συμβατικών ρητρών οι οποίες προβλέπουν τέτοια μέτρα αποκλειστικά και μόνο λόγω-

(α) της υποβολής αίτησης για διορισμό εξεταστή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202Α·

(β) της έκδοσης διατάγματος για προσωρινή προστασία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202Γ·

(γ) της έκδοσης διατάγματος για διορισμό εξεταστή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202Β· ή

(δ) της θέσης της εταιρείας υπό την προστασία του Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202Η.

Αποτελέσματα του διατάγματος διορισμού εξεταστή επί παραλήπτη ή προσωρινού εκκαθαριστή

202Ι.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 202Β, σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης σε σχέση με εταιρεία υπάρχει διορισμένος παραλήπτης για ολόκληρο ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης εκείνης της εταιρείας, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα θεωρεί πρέπον συμπεριλαμβανομένου διατάγματος, το οποίο να διατάσσει όπως -

(α) ο παραλήπτης παύσει να ενεργεί ως παραλήπτης από ημερομηνία την οποία θα καθορίσει το Δικαστήριο,

(β) ο παραλήπτης, από ημερομηνία που θα καθορίσει το Δικαστήριο, ενεργεί ως παραλήπτης μόνο αναφορικά με ορισμένα στοιχεία ενεργητικού που καθορίζονται από το Δικαστήριο,

(γ) ο παραλήπτης με οδηγίες του Δικαστηρίου παραδώσει στον εξεταστή όλα τα βιβλία, έγγραφα και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την περιουσία ή επιχείρηση της εταιρείας ή οποιοδήποτε μέρος αυτών, τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή και στον έλεγχό του, εντός περιόδου που καθορίζει το ίδιο,

(δ) ο παραλήπτης με οδηγίες του Δικαστηρίου δώσει στον εξεταστή πλήρεις λεπτομέρειες όλων των συναλλαγών του αναφορικά με την περιουσία και την επιχείρηση της εταιρείας.

(2) Σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης σε σχέση με εταιρεία υπάρχει διορισμένος προσωρινός εκκαθαριστής για την εταιρεία, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα θεωρεί πρέπον, συμπεριλαμβανομένου διατάγματος, το οποίο να διατάσσει όπως -

(α) ο προσωρινός εκκαθαριστής διοριστεί ως εξεταστής της εταιρείας,

(β) διοριστεί άλλο πρόσωπο ως εξεταστής της εταιρείας,

(γ) ο προσωρινός εκκαθαριστής παύσει να ενεργεί ως προσωρινός εκκαθαριστής από ημερομηνία την οποία καθορίζει το Δικαστήριο,

(δ) ο προσωρινός εκκαθαριστής παραδώσει στον εξεταστή όλα τα βιβλία, έγγραφα και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την περιουσία ή επιχείρηση της εταιρείας ή οποιοδήποτε μέρος αυτών, τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή και στον έλεγχό του, εντός περιόδου που καθορίζεται από το ίδιο,

(ε) ο προσωρινός εκκαθαριστής δώσει στον εξεταστή πλήρεις λεπτομέρειες όλων των συναλλαγών του αναφορικά με την περιουσία και την επιχείρηση της εταιρείας.

(3) Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1) ή της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2), μόνον εφόσον ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(4) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή (2), δύναται να συμπεριλάβει σε αυτό τέτοιους όρους και να προβεί στην έκδοση τέτοιων άλλων διαταγμάτων, όπως θεωρεί πρέπον. 

(5) Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α, σε ημερομηνία μεταγενέστερη από την υποβολή αίτησης για την εκκαθάριση της εταιρείας αυτής, αλλά πριν από το διορισμό προσωρινού εκκαθαριστή ή την έκδοση διατάγματος για την εκκαθάρισή της, οι δύο αιτήσεις τυγχάνουν ακρόασης από κοινού.

Μη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 89 του βασικού νόμου επί παραληπτών κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις

202ΙΑ.-(1) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (1) του άρθρου 202Ι, το Δικαστήριο κατά την υποβολή σχετικής αίτησης δύναται σε σχέση με παραλήπτη ο οποίος είναι διορισμένος για ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης εταιρείας, να εκδώσει διάταγμα, το οποίο να προβλέπει ότι οι διατάξεις του άρθρου 89 δεν εφαρμόζονται αναφορικά με πληρωμές που έγιναν από τον παραλήπτη από τα στοιχεία ενεργητικού που περιήλθαν σε αυτόν ως παραλήπτη, αν -

(α) (ί) έχει διοριστεί εξεταστής για την εταιρεία, ή

(ίί) δεν έχει διοριστεί εξεταστής για την εταιρεία αλλά κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου τέτοιος διορισμός δύναται ακόμη να λάβει χώρα, και

(β) η έκδοση του διατάγματος κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(2) Διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν εκδίδεται χωρίς να δίνεται σε κάθε πιστωτή η ευκαιρία να ακουστεί:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «πιστωτής» σημαίνει πιστωτή, του οποίου τα χρέη που οφείλονται από την εταιρεία είναι χρέη τα οποία σε περίπτωση διορισμού παραλήπτη ή σε περίπτωση εκκαθάρισης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 89 και 300, αντίστοιχα, απαιτούνται να πληρωθούν κατά προτεραιότητα έναντι των άλλων χρεών.

Εξουσίες εξεταστή

202ΙΒ.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου που σχετίζονται με τα δικαιώματα και τις εξουσίες ελεγκτή εταιρείας, την παροχή πληροφοριών και τη συνεργασία με τον ελεγκτή, τυγχάνουν εφαρμογής κατ' αναλογίαν και σε εξεταστή.

(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου που σχετίζονται με την ειδοποίηση γενικών συνελεύσεων, ο εξεταστής έχει την εξουσία να συγκαλεί, καθορίζει την ημερήσια διάταξη και προεδρεύει σε συνεδριάσεις του συμβουλίου και σε γενικές συνελεύσεις της εταιρείας στην οποία διορίστηκε, να προβαίνει σε προτάσεις ή ψηφίσματα και να δίνει αναφορές σε αυτές τις συνελεύσεις.

(3) Ο εξεταστής δικαιούται να λαμβάνει εύλογη ειδοποίηση για να παραστεί και να ακουστεί σε όλες τις συνεδριάσεις του συμβουλίου της εταιρείας και σε όλες τις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας, στην οποία διορίστηκε.

(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), «εύλογη ειδοποίηση» θεωρείται ότι περιλαμβάνει και περιγραφή των εργασιών που λαμβάνουν χώρα σε οποιαδήποτε τέτοια συνεδρίαση ή συνέλευση. 

(5)(α) Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, σε περίπτωση που περιέρχεται σε γνώση του οποιαδήποτε γενόμενη ή προτεινόμενη πράξη, παράλειψη, συμπεριφορά, απόφαση ή σύμβαση από ή εκ μέρους:

(i) της εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί,

(ίί) των αξιωματούχων, εργοδοτουμένων, μελών ή πιστωτών αυτής, ή

(ίίί) οποιουδήποτε άλλου προσώπου,

αναφορικά με το εισόδημα, στοιχεία ενεργητικού ή υποχρεώσεις της εταιρείας, που κατά τη γνώμη του εξεταστή είναι ή πιθανόν να είναι εις βάρος της εταιρείας ή οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους.

(β) Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει οποιαδήποτε αναγκαία μέτρα για να σταματήσει, προλάβει ή επανορθώσει τα αποτελέσματα τέτοιας πράξης, παράλειψης, συμπεριφοράς, απόφασης ή σύμβασης, τηρουμένων των δικαιωμάτων των μερών που αποκτούν συμφέρον, καλόπιστα και με αντιπαροχή που έχει αξία, σε τέτοιο εισόδημα, στοιχεία ενεργητικού ή υποχρεώσεις.

(6) Εκτός όπου προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 202ΚΑ και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (7), καμιά διάταξη του παρόντος άρθρου δεν δίνει το δικαίωμα στον εξεταστή να αποκηρύξει σύμβαση, στην οποία η εταιρεία είναι συμβαλλόμενο μέρος πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τέθηκε υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(7) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΑ, πρόνοια που αναφέρεται στο εδάφιο (8) δεν είναι δεσμευτική για την εταιρεία κατά οποιοδήποτε χρόνο μετά την επίδοση ειδοποίησης σύμφωνα με το παρόν εδάφιο και πριν από τη λήξη της περιόδου κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, αν ο εξεταστής κρίνει ότι αν εφαρμοζόταν τέτοια πρόνοια πιθανόν να επηρεαζόταν δυσμενώς η επιβίωση της εταιρεiας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going cncern) και επιδίδει ειδοποίηση στο άλλο μέρος ή σε μέρη της συμφωνίας στην οποία περιέχεται η πρόνοια, πληροφορώντας τα αναφορικά με τη γνώμη του.

(8) Οποιαδήποτε αναφορά στον όρο «πρόνοια» στο εδάφιο (7), σημαίνει πρόνοια σε συμφωνία, στην οποία η εταιρεία είναι συμβαλλόμενο μέρος και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κατά οποιοδήποτε χρόνο, συμπεριλαμβανομένου χρόνου πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, η οποία προβλέπει ότι η εταιρεία δεν ή μόνο υπό ορισμένες συνθήκες δεν -

(α) δανείζεται χρήματα ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εξασφαλίζει πίστωση από οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από το εν λόγω πρόσωπο ή πρόσωπα, ή

(β) δημιουργεί ή επιτρέπει τη διατήρηση οποιασδήποτε υποθήκης, επιβάρυνσης, δικαιώματος επίσχεσης ή άλλης επιβάρυνσης ή ενέχυρου επί ολοκλήρου ή οποιουδήποτε μέρους της περιουσίας ή επιχείρησης της εταιρείας.

(9) Ο εξεταστής δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο για τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος προκύπτει κατά τη διάρκεια του διορισμού του ή αναφορικά με την άσκηση, σε σχέση με την εταιρεία, όλων ή οποιωνδήποτε από τις εξουσίες, τις οποίες το Δικαστήριο δύναται να ασκήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, κατόπιν αίτησης προς αυτό από οποιοδήποτε μέλος, συνεισφορέα, πιστωτή ή σύμβουλο εταιρείας.

(10) Ο εξεταστής, μετά από σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου, έχει την εξουσία να εξακριβώσει και να συνάψει συμφωνία αναφορικά με αξιώσεις εναντίον της εταιρείας, στην οποία έχει διοριστεί.

Παρουσίαση εγγράφων και μαρτυρίας

202ΙΓ.-(1) Όλοι οι αξιωματούχοι και αντιπρόσωποι της εταιρείας ή σχετιζόμενης εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής έχουν καθήκον -

(α) να παρουσιάσουν στον εξεταστή όλα τα βιβλία και έγγραφά της ή όλα τα βιβλία και έγγραφα που αφορούν την εταιρεία και τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή τους ή κάτω από τον έλεγχο τους·

(β) να παρουσιάζονται ενώπιον του εξεταστή όποτε τους ζητηθεί από τον εξεταστή· και

(γ) να παρέχουν με άλλο τρόπο στον εξεταστή κάθε βοήθεια σε σχέση με τις λειτουργίες του εξεταστή, την οποία εύλογα δύνανται να παράσχουν.

(2) Αν ο εξεταστής θεωρήσει ότι πρόσωπο άλλο από αξιωματούχο ή αντιπρόσωπο οποιασδήποτε προαναφερόμενης εταιρείας κατέχει ή δύναται να κατέχει οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά με τις υποθέσεις της εταιρείας, ο εξεταστής δύναται να ζητήσει όπως το πρόσωπο αυτό -

(α) παρουσιάζει στον εξεταστή όλα τα βιβλία ή έγγραφα που ευρίσκονται στην κατοχή του ή κάτω από τον έλεγχό του που σχετίζονται με την εταιρεία,

(β) παρουσιάζεται ενώπιον του εξεταστή,

(γ) παρέχει στον εξεταστή όλη τη βοήθεια σε σχέση με τις λειτουργίες του εξεταστή, την οποία εύλογα δύναται να παράσχει,

και είναι καθήκον του προσώπου αυτού να συμμορφώνεται με αυτή την απαίτηση.

(3) Αν ο εξεταστής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι σύμβουλος ή πρώην σύμβουλος οποιασδήποτε τέτοιας εταιρείας διατηρεί ή διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό οποιασδήποτε περιγραφής είτε μόνος είτε από κοινού με άλλο πρόσωπο και είτε εντός της Δημοκρατίας είτε αλλού, στον οποίο κατατέθηκαν ή αποσύρθηκαν -

(α) οποιαδήποτε χρήματα, τα οποία προήλθαν από ή χρησιμοποιήθηκαν για την χρηματοδότηση οποιασδήποτε συναλλαγής, διακανονισμού ή συμφωνίας λεπτομέρειες των οποίων δεν έχουν αποκαλυφθεί στους λογαριασμούς οποιασδήποτε εταιρείας για οποιοδήποτε οικονομικό έτος όπως απαιτείται από τον νόμο, ή

(β) οποιαδήποτε χρήματα, τα οποία με οποιοδήποτε τρόπο συνδέονται με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ή σειρά πράξεων ή παραλείψεων που από πλευράς εκείνου του συμβούλου αποτελούν κακή διαγωγή, είτε δόλια είτε όχι, προς εκείνη την εταιρεία ή τα μέλη της,

ο εξεταστής δύναται να ζητήσει από το σύμβουλο να του παρουσιάσει όλα τα έγγραφα που ευρίσκονται στην κατοχή ή κάτω από τον έλεγχο του συμβούλου, τα οποία σχετίζονται με εκείνο τον τραπεζικό λογαριασμό:

Νοείται ότι, για σκοπούς του παρόντος εδαφίου «τραπεζικός λογαριασμός» συμπεριλαμβάνει λογαριασμό με οποιοδήποτε πρόσωπο, με τον οποίο καταθέσεις χρημάτων δύναται να έχουν εξαιρεθεί από τον ορισμό του όρου «κατάθεση» δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 3 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου.

(4) Ο εξεταστής δύναται να εξετάσει, είτε προφορικά είτε στη βάση γραπτού ερωτηματολογίου, τους αξιωματούχους και αντιπροσώπους της εταιρείας ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (2), σε σχέση με τις υποθέσεις της εταιρείας:

Νοείται ότι, ο εξεταστής δύναται να καταγράψει τις απαντήσεις τέτοιου προσώπου και να απαιτήσει όπως το εν λόγω πρόσωπο υπογράψει το έγγραφο στο οποίο καταχωρήθηκαν οι απαντήσεις του από τον εξεταστή.

(5) Αν οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος της εταιρείας ή άλλο πρόσωπο -

(α) αρνείται να παρουσιάσει στον εξεταστή οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο, το οποίο είναι καθήκον του να παρουσιάσει σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ή

(β) αρνείται να παρουσιαστεί ενώπιον του εξεταστή όταν αυτό του ζητηθεί, ή

(γ) αρνείται να απαντήσει οποιαδήποτε ερώτηση που του τίθεται από τον εξεταστή αναφορικά με τις υποθέσεις της εταιρείας,

ο εξεταστής δύναται να επιβεβαιώσει, με την υπογραφή του, την άρνηση στο Δικαστήριο και το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αυτού, να εξετάσει την υπόθεση και αφού ακούσει είτε οποιουσδήποτε μάρτυρες, οι οποίοι δύναται να παρουσιαστούν εναντίον ή υπέρ του λόγω αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή άλλου προσώπου, είτε οποιαδήποτε δήλωση, η οποία δύναται να γίνει προς υπεράσπιση, δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα ή δώσει οποιεσδήποτε οδηγίες, ως θεωρεί πρέπον:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, ο όρος «αντιπρόσωπος» σε σχέση με εταιρεία έχει την ίδια έννοια που έχει στο άρθρο 313.

(6) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (5), το Δικαστήριο δύναται, μετά από ακρόαση σύμφωνα με το εδάφιο (5), να δώσει οδηγίες -

(α) στο σχετικό πρόσωπο να παρουσιαστεί ή να παρουσιαστεί εκ νέου ενώπιον του εξεταστή ή να παρουσιάσει συγκεκριμένα βιβλία ή έγγραφα ή να απαντήσει συγκεκριμένες ερωτήσεις που του υποβάλλονται από τον εξεταστή, ή

(β) ότι το σχετικό πρόσωπο δεν υποχρεούται να παρουσιάσει συγκεκριμένο βιβλίο ή έγγραφο ή να απαντήσει συγκεκριμένη ερώτηση που του υποβάλλεται από τον εξεταστή.

Περαιτέρω εξουσίες του Δικαστηρίου

202IΔ.-(1) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει, κατόπιν αίτησης από τον εξεταστή, ότι, έχοντας υπόψη τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2), είναι δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας, δύναται να εκδώσει διάταγμα όπως όλες ή οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητες ή εξουσίες που έχουν δοθεί ή ασκούνται από τους συμβούλους είτε δυνάμει του ιδρυτικού εγγράφου ή καταστατικού της εταιρείας είτε από νόμο ή διαφορετικά, εκτελούνται ή ασκούνται μόνον από τον εξεταστή.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη -

(α) ότι οι υποθέσεις της εταιρείας διεξάγονται ή δύναται να διεξαχθούν με τρόπο που υπολογίζεται να ή είναι πιθανόν να επηρεάζουν δυσμενώς τα συμφέροντα της εταιρείας ή των εργοδοτουμένων της ή των πιστωτών της ως σύνολο, ή

(β) ότι για σκοπούς διατήρησης των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας ή για τη διασφάλιση των συμφερόντων της εταιρείας ή των εργοδοτουμένων ή των πιστωτών της ως σύνολο, είναι σκόπιμο η διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας από τους συμβούλους ή τη διεύθυνση ή η άσκηση των εξουσιών των συμβούλων ή της διεύθυνσης περιοριστεί ή ρυθμιστεί με οποιοδήποτε συγκεκριμένο τρόπο, ή

(γ) ότι η εταιρεία ή οι σύμβουλοι της έχουν αποφασίσει ότι θα πρέπει να ζητηθεί τέτοιο διάταγμα, ή

(δ) οποιοδήποτε άλλο θέμα σε σχέση με την εταιρεία το οποίο θεωρείται σχετικό από το Δικαστήριο.

(3) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να συμπεριλάβει σε αυτό τέτοιους όρους και να προβεί στην έκδοση τέτοιων άλλων διαταγμάτων, όπως θεωρεί πρέπον.

(4) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας των εδαφίων (1) και (3), διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να προβλέπει ότι ο εξεταστής έχει όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες που θα είχε αν ήταν εκκαθαριστής που διορίστηκε από το Δικαστήριο αναφορικά με την εταιρεία.

Προστασία συναλλαγών και χρηματοδοτήσεων

202ΙΕ.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3) και ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 301, σε περίπτωση κατά την οποία εκδίδεται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διάταγμα για την εκκαθάριση της εταιρείας ή διάταγμα διορισμού παραλήπτη, οι συναλλαγές και/ή δαπάνες που είναι εύλογες και άμεσα αναγκαίες για τη διαπραγμάτευση σχεδίου διακανονισμού δεν κηρύσσονται άκυρες, ακυρώσιμες ή ανενεργές για τον λόγο ότι οι συναλλαγές αυτές είναι επιβλαβείς για το γενικό σύνολο των πιστωτών και θεωρούνται, για τους σκοπούς του άρθρου 202ΛΒ, ως δαπάνες οι οποίες δεόντως δημιουργήθηκαν.

(2) Στις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) συναλλαγές και/ή δαπάνες περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

(α) Η καταβολή αμοιβών και δαπανών για τη διαπραγμάτευση, έγκριση ή επικύρωση των προτάσεων συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού·

(β) η καταβολή αμοιβών και δαπανών για τη λήψη επαγγελματικής συμβουλής σε στενή σχέση με την προβλεπόμενη στο παρόν Μέρος διαδικασία αναδιάρθρωσης·

(γ) η καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών εργοδοτουμένων·

(δ) κάθε πληρωμή ή εκταμίευση η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της συνήθους δραστηριότητας της επιχείρησης, εκτός των αναφερομένων στις παραγράφους (α), (β) και (γ)· και

(ε) οι υποχρεώσεις που πιστοποιούνται από τον εξεταστή κατά τον χρόνο που προκύπτουν, ως δαπάνες που προκύπτουν κάτω από περιστάσεις υπό τις οποίες διαφορετικά κατά τη γνώμη του εξεταστή, η επιβίωση της εταιρείας ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern) κατά την περίοδο προστασίας θα επηρεαζόταν δυσμενώς σε μεγάλο βαθμό.

(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 301, σε περίπτωση έκδοσης, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διατάγματος για την εκκαθάριση της εταιρείας ή διατάγματος διορισμού παραλήπτη, οι δικαιοπραξίες χορήγησης νέας χρηματοδότησης και προσωρινής χρηματοδότησης δεν κηρύσσονται άκυρες, ακυρώσιμες ή ανενεργές.

(4) Σε περίπτωση χορήγησης νέας και/ή προσωρινής χρηματο-δότησης σύμφωνα με το εδάφιο (3), ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε αντίθετων διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι πάροχοι της εν λόγω χρηματοδότησης δεν υπέχουν αστική, διοικητική ή ποινική ευθύνη, με την αιτιολογία ότι η εν λόγω χρηματοδότηση είναι επιζήμια για το γενικό σύνολο των πιστωτών.

(5) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) εφαρμόζονται μόνο-

(α) σε νέα χρηματοδότηση, εφόσον αυτή προβλέπεται από προτάσεις που επιβεβαιώθηκαν από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΕ· και

(β) σε προσωρινή χρηματοδότηση, εφόσον αυτή εγκρίθηκε εκ των προτέρων από επιτροπή πιστωτών.

Εξουσία χειρισμού επιβαρυμένης περιουσίας

202ΙΣΤ-(1) Σε περίπτωση που, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι η διάθεση με ή χωρίς άλλα στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, η οποία, όταν δημιουργήθηκε ήταν κυμαινόμενη επιβάρυνση και η άσκηση από τον εξεταστή των εξουσιών του σε σχέση με την περιουσία αυτή ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της εταιρείας ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern), το Δικαστήριο δύναται με διάταγμα να εξουσιοδοτήσει τον εξεταστή να διαθέσει την περιουσία ή να ασκήσει τις εξουσίες του αναφορικά με αυτήν, ανάλογα με την περίπτωση, ως εάν αυτή μη υπόκειτο στην εξασφάλιση.

(2) Σε περίπτωση που, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι η διάθεση με ή χωρίς άλλα στοιχεία ενεργητικού-

(α) οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας που υπόκειται σε εξασφάλιση άλλη από εξασφάλιση στην οποία εφαρμόζεται το εδάφιο (1), ή

(β) οποιωνδήποτε αγαθών που ευρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας κάτω από συμφωνία ενοικιαγοράς,

ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της εταιρείας ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern), το Δικαστήριο δύναται με διάταγμα να εξουσιοδοτήσει τον εξεταστή να διαθέσει την περιουσία ως εάν να μην ήταν υποκείμενη στην εξασφάλιση ή να διαθέσει τα αγαθά ως εάν όλα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας κάτω από τη συμφωνία της ενοικιαγοράς να περιήλθαν στην εταιρεία.

(3) Σε περίπτωση που περιουσία διατίθεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο κάτοχος της εξασφάλισης έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά με οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας, η οποία άμεσα ή έμμεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατέθηκε όπως θα είχε σε σχέση με την περιουσία υπό εξασφάλιση.

(4) Αποτελεί όρο διατάγματος που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) ότι -

(α) το καθαρό προϊόν της διάθεσης, και

(β) σε περίπτωση που το προϊόν αυτό είναι λιγότερο από το ποσό το οποίο δύναται να καθοριστεί από το Δικαστήριο ως το καθαρό ποσό που θα απέφερε η πώληση της περιουσίας ή των αγαθών στην ελεύθερη αγορά από πρόθυμο πωλητή, τα ποσά τα οποία δύναται να απαιτούνται για να καλύψουν τη διαφορά,

θα χρησιμοποιούνται προς εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται από την εξασφάλιση ή τα οποία είναι πληρωτέα κάτω από τη συμφωνία ενοικιαγοράς.

(5) Σε περίπτωση που όρος που επιβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) σχετίζεται με δύο ή περισσότερες εξασφαλίσεις, ο όρος αυτός απαιτεί όπως το καθαρό προϊόν της διάθεσης και όπου εφαρμόζεται η παράγραφος (β) του εδαφίου (4) τα ποσά που αναφέρονται σε αυτή, χρησιμοποιούνται έναντι των ποσών που εξασφαλίζονται από εκείνες τις εξασφαλίσεις κατά σειρά προτεραιότητας.

(6) Αντίγραφο διατάγματος, το οποίο εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2) σε σχέση με εξασφάλιση παραδίδεται από τον εξεταστή στον έφορο εταιρειών εντός επτά (7) ημερών από την έκδοση διατάγματος. 

(7) Σε περίπτωση που ο εξεταστής, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείψει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (6), είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).

(8) Οποιαδήποτε αναφορά στο παρόν άρθρο σε «συμφωνία ενοικιαγοράς» περιλαμβάνει και συμφωνία αγοράς υπό όρους, συμφωνία παρακράτησης κυριότητας και συμφωνία για την ενεχυρίαση εμπορευμάτων η οποία δύναται να ισχύει πέραν των τριών (3) μηνών.

Ειδοποίηση διορισμού εξεταστή

202IΖ.-(1) Σε. περίπτωση υποβολής αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 202Α, παραδίδεται από τον αιτητή σχετική ειδοποίηση στον έφορο εταιρειών και σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος εντός (3) ημερών.

(2) Εντός είκοσι μίας (21) ημερών από το διορισμό του εξεταστή, ο εξεταστής μεριμνά για τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της ειδοποίησης του διορισμού του και της ημερομηνίας του διορισμού.

(3) Εντός τριών (3) ημερών από τον διορισμό του, ο εξεταστής παραδίδει στον έφορο εταιρειών και στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, αντίγραφο του διατάγματος διορισμού του· ο έφορος εταιρειών τηρεί δημόσιο μητρώο που αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, όπου καταγράφονται οι εταιρείες για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση για διορισμό εξεταστή ή/και για τις οποίες έχει διοριστεί εξεταστής.

(4) Σε περίπτωση που εταιρεία τελεί, δυνάμει του άρθρου 202Η, υπό την προστασία του Δικαστηρίου, κάθε τιμολόγιο, παραγγελία για αγαθά ή εμπορική επιστολή που εκδίδεται από η εκ μέρους της εταιρείας, εφόσον είναι έγγραφο επί του οποίου εμφανίζεται το όνομα της εταιρείας, φέρει αμέσως μετά από την αναφορά του ονόματος αυτού τη φράση «υπό ΕΞΕΤΑΣΗ σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου».

(5) Η ιστοσελίδα εταιρείας η οποία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου και οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μήνυμα που αποστέλλεται σε τρίτο πρόσωπο από ή εκ μέρους της εν λόγω εταιρείας επί του οποίου εμφανίζεται το όνομα της εταιρείας, αναγράφει αμέσως μετά από την αναφορά του ονόματος αυτού, τη φράση «υπό ΕΞΕΤΑΣΗ, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου» και η δήλωση αυτή βρίσκεται σε εμφανές και εύκολα προσιτό σημείο της ιστοσελίδας.

(6) Η αναφορά στο εδάφιο (5) σε «τρίτο πρόσωπο σημαίνει πρόσωπο» άλλο από -

(α) αξιωματούχο ή εργοδοτούμενο της εν λόγω εταιρείας, ή

(β) μητρική εταιρεία ή θυγατρική της εταιρείας ή αξιωματούχο ή εργοδοτούμενο εκείνης της μητρικής ή θυγατρικής εταιρείας.

(7) Πρόσωπο, το οποίο παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) ή (4), είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).

(8) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του εδαφίoυ (5) αναφορικά με την ιστοσελίδα της εταιρείας, η σχετική εταιρεία και οποιοσδήποτε αξιωματούχος αυτής που δεν συμμορφώνεται, είναι ένοχοι αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης τους, υπόκεινται σε πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).

(9) Αν η εταιρεία ή οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους της παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (5) αναφορικά με το ηλεκτρονικό μήνυμα, τότε -

(α) σε κάθε περίπτωση, η εταιρεία και οποιοσδήποτε αξιωματούχος αυτής που παραλείπει να συμμορφωθεί· και

(β) αν η παράλειψη αφορά πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους της εταιρείας, το πρόσωπο εκείνο,

είναι ένοχοι αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης τους, υπόκεινται σε πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000).

Γενικές διατάξεις αναφορικά με εξεταστές

202IΗ.-(1) Το Δικαστήριο δύναται να παύσει τον εξεταστή, εφόσον κρίνει αυτό αναγκαίο.

(2) Σε περίπτωση που εξεταστής παραιτηθεί ή αν για οποιοδήποτε λόγο η θέση του εξεταστή κενωθεί, το Δικαστήριο δύναται, με διάταγμα, να πληρώσει την κενή θέση.

(3) Αίτηση για διάταγμα που γίνεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2) δύναται να γίνει από -

(α) οποιαδήποτε επιτροπή πιστωτών που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΒ, ή

(β) την εταιρεία, ή

(γ) οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος.

(4) Ο εξεταστής περιγράφεται ως «ο εξεταστής» της συγκεκριμένης εταιρείας, αναφορικά με την οποία έχει διοριστεί και όχι με το προσωπικό του όνομα.

(5) Οι πράξεις ενός εξεταστή είναι έγκυρες, ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε ελαττωμάτων τα οποία δυνατό να αποκαλυφθούν μετέπειτα αναφορικά με το διορισμό ή τα προσόντα αυτού.

(6) Ένας εξεταστής είναι προσωπικά υπεύθυνος για οποιαδήποτε σύμβαση την οποία συνάπτει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του είτε συνάπτει τη σύμβαση αυτή στο όνομα της εταιρείας είτε κάτω από το όνομά του ως εξεταστής ή άλλως πως, εκτός αν η σύμβαση προβλέπει ότι δεν είναι προσωπικά υπεύθυνος για τη σύμβαση αυτή, και δικαιούται, αναφορικά με την ευθύνη αυτή, σε αποζημίωση από τα στοιχεία ενεργητικού:

Νοείται ότι, καμία διάταξη του παρόντος εδαφίου δεν δύναται να ερμηνεύεται ότι περιορίζει οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης που θα είχε ο εξεταστής ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου ή ότι περιορίζει οποιαδήποτε ευθύνη που πηγάζει από συμβάσεις που συνήφθηκαν χωρίς εξουσιοδότηση ή ότι παρέχει οποιοδήποτε δικαίωμα σε αποζημίωση σχετικά με εκείνη την ευθύνη.

(7) Εταιρεία, στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής ή ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο για διευκρίνιση οποιασδήποτε ερώτησης που προκύπτει από την εκτέλεση των καθηκόντων του εξεταστή ή άλλως πως.

Έκθεση εξεταστή

202ΙΘ.-(1) Ο εξεταστής -

(α) όσο πιο σύντομα είναι δυνατόν μετά από το διορισμό του, διαμορφώνει προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού, σε σχέση με την υπό εξέταση εταιρεία,

(β) άνευ επηρεασμού οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, διεκπεραιώνει τέτοια άλλα καθήκοντα, τα οποία δύναται να καθορίσει το Δικαστήριο.

(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αναφορικά με την ειδοποίηση για γενικές συνελεύσεις, αλλά τηρουμένης ειδοποίησης τουλάχιστον τριών (3) ημερών σε κάθε περίπτωση, ο εξεταστής συγκαλεί και προεδρεύει σε τέτοιες συνελεύσεις των μελών και των πιστωτών όπως κρίνει αυτός σκόπιμο για τους σκοπούς του άρθρου 202ΚΔ και προβαίνει σε έκθεση στο Δικαστήριο, εντός εξήντα (60) ημερών από τον διορισμό του ή εντός τέτοιας μεγαλύτερης περιόδου, όπως το Δικαστήριο δύναται να επιτρέψει.

(3) Η έκθεση υποβάλλεται στο Δικαστήριο εντός της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) του άρθρου 202Η περιόδου ή εντός οποιασδήποτε παράτασης αυτής δοθεί από το Δικαστήριο σύμφωνα με το εδάφιο (5) του ιδίου άρθρου.

(4) [Διαγράφηκε].

(5) Ο εξεταστής παρέχει αντίγραφο της έκθεσής του σύμφωνα με το παρόν άρθρο -

(α) στην υπό εξέταση εταιρεία κατά την ίδια ημέρα που μεριμνά να παραδοθεί η έκθεση αυτή στο Δικαστήριο,

(β) σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος, κατόπιν σχετικής έγγραφης αίτησης σε αυτόν.

(6) Το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν σχετικής αίτησης, να δώσει οδηγίες με τις οποίες να δύναται να απαλειφθούν από την παροχή αντιγράφου της έκθεσης, οποιεσδήποτε πληροφορίες, η συμπερίληψη των οποίων πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς την επιβίωση της εταιρείας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern).

(7) Σε περίπτωση που ο εξεταστής δεν μπορεί να προβεί σε συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη και οποιαδήποτε άλλα σχετιζόμενα πρόσωπα αναφορικά με το θέμα ή τη διαμόρφωση προτάσεων για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού σε σχέση με την υπό εξέταση εταιρεία, δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο για την παροχή οδηγιών σε σχέση με το θέμα αυτό και το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν τέτοιας αίτησης, να εκδώσει τέτοιες οδηγίες ή τέτοιο διάταγμα, συμπεριλαμβανομένου διατάγματος για την εκκαθάριση της εταιρείας, αν το κρίνει δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας.

Περιεχόμενο έκθεσης του εξεταστή

202Κ. Η έκθεση του εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΘ περιλαμβάνει -

(α) τις προτάσεις που τέθηκαν ενώπιον των απαιτούμενων συνελεύσεων,

(β)  οποιεσδήποτε  διαφοροποιήσεις  των  προτάσεων  που  υιοθετήθηκαν  σε  οποιεσδήποτε από τις συνελεύσεις,

(γ) το αποτέλεσμα κάθε μίας από τις απαιτούμενες συνελεύσεις,

(δ) τη σύσταση της επιτροπής πιστωτών, αν υπάρχει,

(ε) δήλωση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων και μελλοντικών υποχρεώσεων της εταιρείας, κατά την ημερομηνία της έκθεσης αυτής,

(στ) κατάλογο των πιστωτών της εταιρείας, το ποσό που οφείλεται στον κάθε πιστωτή, τη φύση και την αξία οποιασδήποτε εξασφάλισης που κατέχεται από οποιοδήποτε πιστωτή και τη σειρά προτεραιότητας οποιουδήποτε πιστωτή σύμφωνα με το άρθρο 300 ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του νόμου,

(ζ) κατάλογο των αξιωματούχων της εταιρείας,

(η) τις συστάσεις του,

(θ) απόδειξη δημοσιεύσεων που έγιναν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΛΓ,

(ι) απόδειξη ειδοποιήσεων που καταχωρήθηκαν στον έφορο εταιρειών,

(ια) οποιαδήποτε άλλα θέματα, τα οποία ο εξεταστής κρίνει κατάλληλα ή για τα οποία δίνει οδηγίες το Δικαστήριο.

Αποκήρυξη συμβάσεων

202ΚΑ.-(1) Σε περίπτωση που πρόκειται να διαμορφωθούν προτάσεις συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού αναφορικά με εταιρεία, η εταιρεία δύναται μετά από έγκριση του Δικαστηρίου, να επιβεβαιώνει ή να αποκηρύσσει οποιαδήποτε σύμβαση, σύμφωνα με την οποία κάποιο στοιχείο εκτέλεσης, εκτός από την πληρωμή, παραμένει να εκτελεστεί τόσο από την εταιρεία όσο και από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο υφίσταται απώλεια ή ζημία ως αποτέλεσμα αυτής της αποκήρυξης παραμένει ως μη εξασφαλισμένος πιστωτής για το ποσό αυτής της απώλειας ή ζημίας.

(3) Για σκοπούς διευκόλυνσης της διαμόρφωσης, εξέτασης ή επιβεβαίωσης συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού, το Δικαστήριο δύναται να προβεί σε ακρόαση και να εκδώσει διάταγμα, με το οποίο να καθορίζει το ποσό αυτής της απώλειας ή ζημίας και το ποσό, το οποίο καθορίζεται με τον τρόπο αυτό, οφείλεται από την εταιρεία στον πιστωτή ως εξ αποφάσεως χρέος.

(4) Σε περίπτωση που ο εξεταστής δεν είναι μέρος της αίτησης προς το Δικαστήριο για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η εταιρεία επιδίδει ειδοποίηση αυτής της αίτησης στον εξεταστή και ο εξεταστής δύναται να παρουσιαστεί για να ακουστεί κατά την ακρόαση οποιασδήποτε τέτοιας αίτησης.

(5) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο εγκρίνει την επιβεβαίωση ή την αποκήρυξη σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δύναται να εκδώσει ταυτόχρονα τέτοια διατάγματα, όπως σχετικά θεωρεί πρέπον, συμπεριλαμβανομένων διαταγμάτων αναφορικά με ειδοποίηση σε οποιοδήποτε μέρος επηρεάζεται από την επιβεβαίωση ή αποκήρυξη ή δήλωση των δικαιωμάτων οποιουδήποτε μέρους που επηρεάζεται από την επιβεβαίωση ή αποκήρυξη.

Διορισμός επιτροπής πιστωτών

202ΚΒ.-(1) Ο εξεταστής δύναται να διορίσει επιτροπή πιστωτών και το Δικαστήριο, κατόπιν σχετικής αίτησης, διατάσσει τον εξεταστή όπως διορίσει επιτροπή πιστωτών για να τον βοηθήσει κατά τη διεκπεραίωση των καθηκόντων του.

(2) Εκτός όπου διατάσσεται διαφορετικά από το Δικαστήριο, επιτροπή, η οποία διορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), αποτελείται από όχι περισσότερα από πέντε (5) μέλη και περιλαμβάνει τους κατόχους των τριών (3) μεγαλυτέρων μη εξασφαλισμένων αξιώσεων ή τους δεόντως διορισμένους αντιπροσώπους τους, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να συμμετέχουν.

(3) Ο εξεταστής παρέχει στην επιτροπή αντίγραφα οποιωνδήποτε προτάσεων συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού, η οποία δύναται να εκφράσει γνώμη επί των προτάσεων εκ μέρους της ίδιας ή εκ μέρους των πιστωτών ή τάξεων πιστωτών που αντιπροσωπεύονται από αυτήν.

(4) Κατά το συντομότερο πρακτικά δυνατόν, μετά τον διορισμό επιτροπής σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο εξεταστής συνεδριάζει με την επιτροπή για να διεξαγάγει οποιεσδήποτε εργασίες που δύνανται να είναι αναγκαίες.

Προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού

202ΚΓ.-(1) Οι προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο-

(α) αναφέρουν την επωνυμία και αριθμό εγγραφής της εταιρείας·

(β) αναφέρουν τα θιγόμενα μέρη είτε ονομαστικά είτε με περιγραφή τάξεων πιστωτών και μελών και τις αξιώσεις ή τα συμφέροντα των εν λόγω μερών που καλύπτονται από το σχέδιο διακανονισμού·

(γ) κατά περίπτωση, αναφέρουν τις τάξεις στις οποίες ομαδοποιούνται τα θιγόμενα μέρη για τους σκοπούς της έγκρισης του σχεδίου διακανονισμού και τις αντίστοιχες αξίες των αξιώσεων και των συμφερόντων της κάθε τάξης·

(δ) κατά περίπτωση, αναφέρουν τα μέρη είτε ονομαστικά είτε με περιγραφή τάξεων πιστωτών τα οποία δεν θίγονται από το σχέδιο διακανονισμού, με περιγραφή των λόγων για τους οποίους προτείνεται να μη θιγούν τα εν λόγω μέρη·

(ε) αναφέρουν το ονοματεπώνυμο και διεύθυνση επικοινωνίας του εξεταστή·

(στ) αναφέρουν τους όρους των προτάσεων για συμβιβασμό ή το σχέδιο διακανονισμού, περιλαμβανομένων ιδίως-

(i) τυχόν προτεινόμενων μέτρων αναδιάρθρωσης·

(ii) της προτεινόμενης διάρκειας προτεινομένων μέτρων αναδιάρθρωσης, ανάλογα με την περίπτωση·

(iii) των τρόπων ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων·

(iv) ενδεχομένως, των γενικότερων συνεπειών όσον αφορά την απασχόληση, περιλαμβανομένων  απολύσεων, μερικής ανεργίας ή παρόμοιων συνεπειών· και

(v) κάθε νέας χρηματοδότησης η οποία αναμένεται στο πλαίσιο του σχεδίου διακανονισμού και του σκεπτικού της αναγκαιότητας της νέας χρηματοδότησης για την εφαρμογή του συγκεκριμένου σχεδίου·

(ζ) παρέχουν ίση μεταχείριση για κάθε αξίωση ή συμφέρον συγκεκριμένης τάξης, εκτός εάν ο κάτοχος της συγκεκριμένης αξίωσης ή συμφέροντος συμφωνήσει να δεχθεί λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση·

(η) προβλέπουν για την εφαρμογή των προτάσεων·

(θ) ορίζουν οποιεσδήποτε αλλαγές απαιτείται να γίνουν στο ιδρυτικό και καταστατικό έγγραφο της εταιρείας είτε αναφορικά με τη διαχείριση ή διοίκηση της εταιρείας είτε διαφορετικά, εάν ο εξεταστής το θεωρήσει αναγκαίο ή επιθυμητό·

(ι) δύναται να περιλαμβάνουν την ελεγχόμενη πλήρη ή μερική μετατροπή σε μετρητά των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας, ελεύθερα από δικαιώματα επίσχεσης και άλλες επιβαρύνσεις που άπτονται του προϊόντος πώλησης ή διαφορετικά, όπως δύναται να καθορίσει το Δικαστήριο, την αναδιάρθρωση μακροπρόθεσμων χρεών της εταιρείας, τη μετατροπή βραχυπρόθεσμων χρεών σε μακροπρόθεσμα χρέη ή αξίες, τρόπους διαχείρισης συμβάσεων χωρίς καθορισμένους όρους, τρόπους επίλυσης διαφορών και τέτοια άλλα θέματα, τα οποία θεωρεί κατάλληλα ο εξεταστής·

(ια) παρέχουν κατάλληλες εναλλακτικές επιλογές, ώστε η εταιρεία να μην χρειαστεί να διαθέσει ή να παύσει να χρησιμοποιεί ως κύριο χώρο στέγασης την επαγγελματική της στέγη, λαμβάνοντας υπόψη τα έξοδα που πιθανόν να υποστεί η εταιρεία εάν συνεχίσει να χρησιμοποιεί την επαγγελματική στέγη, την δήλωση των υποθέσεων της εταιρείας και την ικανότητα οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους να συνεισφέρει στα έξοδα, στην έκταση που είναι ευλόγως πρακτικά δυνατόν, νοουμένου ότι ο πρωταρχικός στόχος της επιβίωσης της εταιρείας ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern) δεν υπονομεύεται και με σκοπό την προστασία της επαγγελματικής στέγης της εταιρείας:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, «επαγγελματική στέγη» σημαίνει υποστατικό, το οποίο χρησιμοποιείται από την εταιρεία ως κύριος χώρος στέγασης και διεξαγωγής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της επιχείρησης της και το οποίο είναι απαραίτητο για την συνέχιση της λειτουργίας αυτής.

(2) Σε κάθε αντίγραφο των προτάσεων πoυ υποβάλλονται στις συνελεύσεις των μελών και των πιστωτών σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΔ, επισυνάπτεται κατάσταση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων της εταιρείας, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων και μελλοντικών υποχρεώσεων, κατά τον χρόνο των προτάσεων, περιλαμβανομένης της αξίας του ενεργητικού, καθώς και περιγραφή της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας και της θέσης των εργοδοτουμένων και περιγραφή των αιτίων και της έκτασης των δυσχερειών του της εταιρείας.

(2Α) Αναφορικά με τον διαχωρισμό των θιγομένων μερών σε τάξεις πιστωτών και μελών, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

(α) Τα θιγόμενα μέρη διαχωρίζονται σε χωριστές τάξεις που αντικατοπτρίζουν επαρκώς κοινά συμφέροντα βάσει επαληθεύσιμων κριτηρίων·

(β) οι πιστωτές εμπραγμάτως ασφαλισμένων και μη ασφαλισμένων αξιώσεων αντιμετωπίζονται ως χωριστές τάξεις· και

(γ) η κατηγοριοποίηση διενεργείται κατά τρόπο που δίνει έμφαση στην προστασία των ευάλωτων πιστωτών, περιλαμβανομένων των μικρών προμηθευτών.

(3) Σε κάθε αντίγραφο των προτάσεων επισυνάπτεται και περιγραφή του υπολογιζόμενου οικονομικού αποτελέσματος σε περίπτωση υποθετικής εκκαθάρισης της εταιρείας για κάθε τάξη μελών και πιστωτών.

(4) Το Δικαστήριο, αν το θεωρεί πρέπον, δύναται να δώσει οδηγίες όπως οι προτάσεις περιλαμβάνουν οποιεσδήποτε άλλες πρόνοιες.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 202ΚΕ και 202ΚΣΤ, η αξίωση πιστωτή εναντίον της εταιρείας παραβλάπτεται αν λάβει μικρότερη πληρωμή αναφορικά με την αξίωση του παρά το πλήρες ποσό που οφείλεται αναφορικά με την αξίωση κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για το διορισμό του εξεταστή.

(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 202ΚΕ και 202ΚΣΤ, το συμφέρον μέλους της εταιρείας σε εταιρεία παραβλάπτεται, αν -

(α) μειωθεί η ονομαστική αξία των μετοχών του στην εταιρεία,

(β) στην περίπτωση που δικαιούται πάγιο μέρισμα αναφορικά με τις μετοχές του στην εταιρεία, μειωθεί το ποσό του μερίσματος αυτού,

(γ) στερείται όλα ή οποιοδήποτε μέρος των δικαιωμάτων που του αναλογούν λόγω των μετοχών του στην εταιρεία,

(δ) μειωθεί το ποσοστιαίο συμφέρον του στο συνολικό εκδοθέν κεφάλαιο της εταιρείας, ή

(ε) στερείται των μετοχών του στην εταιρεία.

Εξέταση των προτάσεων από τα μέλη και τους πιστωτές

202ΚΔ.-(1) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε συνέλευση των μελών ή των πιστωτών ή οποιασδήποτε τάξης μελών ή πιστωτών που συγκαλείται για την εξέταση προτάσεων για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού και δεν εξουσιοδοτεί μέλη ή πιστωτές ή οποιαδήποτε τάξη μελών ή πιστωτών να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια αναφορικά με τις εν λόγω προτάσεις κατά τη διάρκεια τέτοιας συνέλευσης, εκτός όπου ρητά προβλέπεται από το παρόν άρθρο.

(1Α) Σε συνέλευση μελών ή πιστωτών ή οποιωνδήποτε τάξεων μελών ή πιστωτών η οποία συγκαλείται για εξέταση προτάσεων για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού δύναται να παρίστανται και να ψηφίζουν μόνο θιγόμενα μέρη.

(2) Σε συνέλευση, στην οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο, δύναται να υποβληθούν διαφοροποιήσεις σε προτάσεις αλλά αυτές δύναται να γίνουν αποδεκτές μόνο με την έγκριση του εξεταστή.

(2Α) Ανεξαρτήτως του προσώπου που υπέβαλε αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 202Α, σε συνέλευση στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, η εταιρεία δύναται να υποβάλει προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού διαφορετικό από οποιεσδήποτε προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού έχουν υποβληθεί από τον εξεταστή.

(3) Προτάσεις θεωρούνται ότι έχουν γίνει αποδεκτές από συνέλευση θιγόμενων πιστωτών ή τάξης θιγόμενων πιστωτών ή θιγόμενων μελών ή τάξης θιγόμενων μελών όταν η πλειοψηφία σε αξία των συνολικών αξιώσεων ή σε αξία των συνολικών συμφερόντων αντίστοιχα σε κάθε τάξη έχει ψηφίσει, είτε προσωπικά είτε μέσω αντιπροσώπου, υπέρ της έγκρισης των προτάσεων.

(4) Στην περίπτωση θιγόμενου μέρους που απέχει από την ψηφοφορία ή που με άλλο τρόπο παραλείπει να ψηφίσει αναφορικά με τις προτάσεις, κατ' ουδένα τρόπο το εδάφιο (3) δύναται να ερμηνευθεί ως να επέτρεπε αυτή η αποχή ή παράλειψη να θεωρηθεί ως ψήφος αυτού του προσώπου εναντίον των προτάσεων.

(5) (α) Σε περίπτωση που κυβερνητική αρχή είναι πιστωτής της εταιρείας, η αρχή αυτή δικαιούται να αποδέχεται προτάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ανεξαρτήτως -

(ί) του ότι οποιαδήποτε αξίωση τέτοιας αρχής ως πιστωτή παραβλάπτεται από τις προτάσεις, ή

(ίi) οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας.

(β) Στο παρόν εδάφιο, «κυβερνητική αρχή» σημαίνει το Κράτος, την Κυβέρνηση ή τον Έφορο Φορολογίας ή οποιαδήποτε δημοτική ή τοπική αρχή στη Δημοκρατία.

(6) Οι διατάξεις του άρθρου 138 εφαρμόζονται σε οποιοδήποτε ψήφισμα, στο οποίο σχετίζεται το εδάφιο (4), το οποίο εγκρίνεται σε οποιαδήποτε εξ αναβολής συνέλευση. 

(7) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) μέχρι (5) του άρθρου 199 εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν σε συνελεύσεις που λαμβάνουν χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(8) Κάθε ειδοποίηση με την οποία συγκαλείται συνέλευση, αποστέλλεται σε θιγόμενο μέρος και συνοδεύεται από δήλωση, η οποία εξηγεί το αποτέλεσμα του συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού και συγκεκριμένα δηλώνει οποιαδήποτε ουσιαστικά 
συμφέροντα των συμβούλων της εταιρείας είτε ως σύμβουλοι είτε ως μέλη είτε ως πιστωτές της εταιρείας ή διαφορετικά και το αποτέλεσμα σε αυτά του συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού στην έκταση που είναι διαφορετικό από την επίδραση σε παρόμοια συμφέροντα άλλων προσώπων.

Επιβεβαίωση προτάσεων

202ΚΕ.-(1) Αφού παραληφθεί η έκθεση του εξεταστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΙΘ από το Δικαστήριο, αυτή εξετάζεται το συντομότερο δυνατόν, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσεις Νόμου και του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου.

(2) Τα ακόλουθα πρόσωπα δύναται να εμφανιστούν και να ακουστούν σε ακρόαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδάφιου (1) -

(α) η εταιρεία,

(β) ο εξεταστής,

(γ) οποιοδήποτε θιγόμενο μέρος,

(δ) οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του άρθρου 202ΚΣΤ, το Δικαστήριο δύναται, αν το κρίνει πρέπον, να επιβεβαιώσει ή να επιβεβαιώσει με διαφοροποιήσεις ή να αρνηθεί να επιβεβαιώσει τις προτάσεις κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1):

Νοείται ότι, το Δικαστήριο κατά τη λήψη απόφασης κατά πόσο θα επιβεβαιώσει ή θα επιβεβαιώσει με διαφοροποιήσεις ή θα αρνηθεί τις προτάσεις, δύναται να λάβει υπόψη κατά πόσο οι προτάσεις είναι δίκαιες και σύμφωνες με τις αρχές της επιείκειας, τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τη διάσωση θέσεων εργασίας, την εύλογη προοπτική αποτροπής της αφερεγγυότητας της εταιρείας ή εξασφάλισης της βιωσιμότητας της επιχείρησης και κατά πόσο οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση θιγομένων μερών σε τάξεις έγινε σύμφωνα με τους κανόνες του εδαφίου (2Α) του άρθρου 202ΚΓ.

(4) Το Δικαστήριο δεν επιβεβαιώνει οποιεσδήποτε προτάσεις παρά μόνο, αν

(α) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4Α) κάθε τάξη θιγόμενων μερών έχει αποδεχθεί τις προτάσεις σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 202ΚΔ· και

(β) το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι-

(i) οι πιστωτές με επαρκώς κοινά συμφέροντα στην ίδια τάξη τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης, ανάλογα με την αξίωσή τους·

(ii) οι προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού έχουν κοινοποιηθεί σε όλα τα θιγόμενα μέρη·

(iii) εάν υπάρχουν διαφωνούντες πιστωτές, το σχέδιο διακανονισμού πληροί το κριτήριο του συμφέροντος των πιστωτών·

(iv) κάθε νέα χρηματοδότηση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή των προτάσεων συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού και δεν βλάπτει αδικαιολόγητα τα συμφέροντα των πιστωτών·

(v) κάθε νέα χρηματοδότηση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή των προτάσεων συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού και δεν βλάπτει αδικαιολόγητα τα συμφέροντα των πιστωτών·

και σε καμία περίπτωση δεν επιβεβαιώνει οποιεσδήποτε προτάσεις, εάν ο μοναδικός ή πρώτιστος σκοπός τους είναι η αποφυγή πληρωμής οφειλόμενου φόρου.

(4Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (4), το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν πρότασης της εταιρείας ή με την συναίνεση της εταιρείας, να επιβεβαιώσει προτάσεις που δεν έχουν τύχει αποδοχής από κάθε τάξη θιγόμενων μερών, εφόσον πληρούνται σωρευτικά τα ακόλουθα:

(α) Οι προϋποθέσεις της πρώτης επιφύλαξης του εδαφίου (3) και της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) ικανοποιούνται·

(β) οι προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού έχουν εγκριθεί-

(i) από την πλειοψηφία των τάξεων των θιγομένων μερών με δικαίωμα ψήφου, υπό τον όρο ότι τουλάχιστον μία από τις τάξεις αυτές είναι τάξη εξασφαλισμένων πιστωτών ή έχει προτεραιότητα έναντι της τάξης των μη εξασφαλισμένων πιστωτών· ή

(ii) σε περίπτωση κατά την οποία δεν ικανοποιείται η προβλεπόμενη στην υποπαράγραφο (i) προϋπόθεση από τουλάχιστον μία τάξη θιγομένων μερών με δικαίωμα ψήφου, εκτός από τάξη μελών ή εκτός από οποιαδήποτε άλλη τάξη η οποία, βάσει αποτίμησης της εταιρείας ως δρώσας οικονομικής μονάδας (going concern), δεν θα λάμβανε οποιαδήποτε πληρωμή ή δεν θα διατηρούσε οποιοδήποτε συμφέρον, ή, δύναται ευλόγως να συναχθεί ότι δεν θα λάμβανε πληρωμή ή δεν θα διατηρούσε συμφέρον, σε περίπτωση εφαρμογής της συνήθους κατάταξης των αξιώσεων σε εκκαθάριση σύμφωνα με το άρθρο 300·

(γ) οι προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού διασφαλίζουν ότι οι διαφωνούσες τάξεις θιγόμενων πιστωτών με δικαίωμα ψήφου τυγχάνουν τουλάχιστον εξίσου ευνοϊκής μεταχείρισης σε σύγκριση με οποιανδήποτε άλλη τάξη της ίδιας κατάταξης προτεραιότητας και ευνοϊκότερης σε σχέση με κάθε τάξη ελάσσονος κατάταξης προτεραιότητας· και

(δ) καμία τάξη θιγόμενων μερών δεν δύναται, στο πλαίσιο των προτάσεων συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού, να λάβει ή να διατηρήσει επιπλέον του πλήρους ποσού των αξιώσεων ή των δικαιωμάτων της.

(5) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (4), το Δικαστήριο δεν επιβεβαιώνει οποιεσδήποτε προτάσεις αναφορικά με εταιρεία, στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής σύμφωνα με το άρθρο 202ΣΤ αν οι προτάσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα να παραβλάπτονται τα συμφέροντα των πιστωτών της εταιρείας με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοηθούν τα συμφέροντα των πιστωτών ή των μελών οποιασδήποτε εταιρείας, με την οποία σχετίζεται η εταιρεία, στην οποία εκείνος ο εξεταστής έχει διοριστεί ως εξεταστής σύμφωνα με το άρθρο 202Α ή αναλόγως της περίπτωσης, με το άρθρο 202ΣΤ.

(6) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο επιβεβαιώνει προτάσεις, με ή χωρίς διαφοροποιήσεις, οι προτάσεις είναι δεσμευτικές για όλα τα μέλη ή τάξη ή τάξεις μελών, ανάλογα με την περίπτωση, που επηρεάζονται από την πρόταση, καθώς και για την εταιρεία. 

(7) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο επιβεβαιώνει προτάσεις, με ή χωρίς διαφοροποιήσεις, οι προτάσεις, ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, είναι δεσμευτικές για όλους τους πιστωτές ή τάξη ή τάξεις πιστωτώv, ανάλογα με την περίπτωση, που επηρεάζονται από την πρόταση αναφορικά με οποιαδήποτε αξίωση ή αξιώσεις έναντι της εταιρείας και για οποιοδήποτε πρόσωπο πέραν της εταιρείας, το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου, ενέχει ευθύνη για όλα ή οποιοδήποτε μέρος των χρεών της εταιρείας.

(8) Οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις, προσθήκες ή διαγραφές στο ιδρυτικό έγγραφο και καταστατικό της εταιρείας που προσδιορίζονται στις προτάσεις, μετά από την επιβεβαίωση των προτάσεων από το Δικαστήριο και ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται από την ημερομηνία που καθορίζεται από το Δικαστήριο.

(9) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο επιβεβαιώνει προτάσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να εκδώσει τέτοια διατάγματα για την εφαρμογή της απόφασής του ως θεωρεί πρέπον.

(10) Συμβιβασμός ή σχέδιο διακανονισμού, για το οποίο έχουν επιβεβαιωθεί προτάσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία που καθορίζεται από το Δικαστήριο και η ημερομηνία αυτή δεν είναι αργότερη από τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία της επιβεβαίωσής τους.

(11) Κατά την επιβεβαίωση προτάσεων, αντίγραφο οποιουδήποτε διατάγματος που εκδόθηκε από το Δικαστήριο σύμφωνα με το παρόν άρθρο παραδίδεται από τον εξεταστή ή από οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο το Δικαστήριο δίνει οδηγίες, στον έφορο εταιρειών για εγγραφή.

(12) Σε περίπτωση που -

(α) το Δικαστήριο αρνείται να επιβεβαιώσει προτάσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ή

(β) η έκθεση εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΘ καταλήγει ότι, κατόπιν των απαιτούμενων συνελεύσεων των πιστωτών εταιρείας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί συμφωνία επί συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού,

το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας, να εκδώσει διάταγμα για την εκκαθάριση της εταιρείας, ή οποιοδήποτε άλλο διάταγμα ως θεωρεί πρέπον:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα για εκκαθάριση της εταιρείας σύμφωνα με το παρόν εδάφιο αποκλειστικά για το λόγο ότι οι προτάσεις δεν επιβεβαιώθηκαν ή δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί συμφωνία επί συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού.

(13) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (4) ή οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, καμία διάταξη στον Νόμο αυτό δεν εμποδίζει ούτε τον εξεταστή να συμπεριλάβει σε έκθεσή του, σύμφωνα με το άρθρο 202ΙΘ, προτάσεις οι οποίες δεν παραβλάπτουν τα συμφέροντα μελών ή πιστωτών της εταιρείας, ούτε το Δικαστήριο να επιβεβαιώσει οποιεσδήποτε τέτοιες προτάσεις.

Ένσταση εναντίον επιβεβαίωσης των προτάσεων από το Δικαστήριο

202ΚΣΤ.-(1) Κατά την ακρόαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΕ, θιγόμενο μέρος, δύναται να φέρει ένσταση στην επιβεβαίωσή τους από το από το Δικαστήριο, βάσει οποιουδήποτε από τους πιο κάτω λόγους:

(α) Ότι υπήρξε κάποια ουσιαστική παρατυπία κατά ή σε σχέση με την συνέλευση στην οποία εφαρμόζεται το άρθρο 202ΚΔ,

(β) ότι η αποδοχή των προτάσεων από τη συνέλευση εξασφαλίστηκε με ακατάλληλα μέσα,

(γ) ότι οι προτάσεις προτάθηκαν για ακατάλληλο σκοπό,

(δ) ότι οι προτάσεις επηρεάζουν με άδικο τρόπο τα συμφέροντα αυτού που ενίσταται,

(ε) ότι το κριτήριο του συμφέροντος των πιστωτών δεν ικανοποιείται·

(στ) ότι η προϋπόθεση της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (4Α) του άρθρου 202ΚΕ δεν ικανοποιείται.

(1Α) Το Δικαστήριο δύναται να λάβει απόφαση σχετικά με την αποτίμηση της επιχείρησης της εταιρείας μόνον σε περίπτωση ένστασης κατά σχεδίου διακανονισμού από διαφωνούν θιγόμενο μέρος με βάση προβλεπόμενους στις παραγράφους (ε) και/ή (στ) του εδαφίου (1) λόγους.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο ψήφισε υπέρ της αποδοχής των προτάσεων δύναται να φέρει ένσταση στην επιβεβαίωσή τους από το Δικαστήριο μόνο για τους πιο κάτω λόγους -

(α) ότι η αποδοχή αυτή εξασφαλίστηκε με ακατάλληλα μέσα, ή

(β) ότι αφού ψήφισε υπέρ της αποδοχής των προτάσεων, έλαβε γνώση ότι οι προτάσεις παρουσιάστηκαν για ακατάλληλο σκοπό.

(3) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο επικυρώνει ένσταση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το Δικαστήριο δύναται vα εκδώσει, τέτοιο διάταγμα, ως θεωρεί πρέπον, συμπεριλαμβανομένου διατάγματος παραμερισμού της απόφασης οποιασδήποτε συνέλευσης και επανασύγκλησης οποιασδήποτε συνέλευσης.

Διατάξεις αναφορικά με εγγυήσεις και εκτίμηση της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση

202ΚΖ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 202Η και, ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Συμβάσεων Νόμου και του περί της Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου, σε σχέση με την ευθύνη οποιουδήποτε εγγυητή ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις.

(2) Σε περίπτωση που ο εγγυητής είναι-

(α) εταιρεία ή άλλο νομικό πρόσωπο·

(β) φυσικό πρόσωπο, το οποίο, κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης εγγύησης είχε ή ανέλαβε ευθύνη, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης εγγύησης, για ποσό που υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000),

εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του παρόντος άρθρου.

(3) (α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (6) του άρθρου 202ΚΕ, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) και εκτός όπου προβλέπεται το αντίθετο σε σύμβαση μεταξύ του εγγυητή και του προσώπου, έναντι, του οποίου ο εγγυητής έχει ευθύνη σε σχέση με το χρέος (στο παρόν εδάφιο αναφερόμενος ως («ο πιστωτής»), η ευθύνη αυτή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι το χρέος υπόκειται σε συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού, το οποίο έχει τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το εδάφιο (9) του άρθρου 202ΚΕ.

(β) Σε περίπτωση που ο εγγυητής είναι εταιρεία στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν τυγχάνουν εφαρμογής.

(γ) Σε περίπτωση που ο πιστωτής προτίθεται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση, τότε -

(i) ο πιστωτής -

(I) εάν έχει δοθεί ειδοποίηση δεκατεσσάρων (14) ή περισσότερων ημερών για συνέλευση σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΔ για εξέταση των προτάσεων, τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) ημέρες πριν την ημέρα που θα πραγματοποιηθεί τέτοια συνέλευση ή

(II) εάν έχει δοθεί ειδοποίηση λιγότερη από δεκατέσσερις (14) ημέρες για τέτοια συνέλευση, όχι αργότερα από σαράντα οκτώ (48) ώρες μετά που ο πιστωτής θα λάβει την ειδοποίηση για τέτοια συνέλευση,

επιδίδει ειδοποίηση στον εγγυητή, η οποία περιλαμβάνει γραπτή προσφορά από τον πιστωτή για μεταφορά οποιωνδήποτε δικαιωμάτων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 202ΚΔ, στο βαθμό που συνδέονται με το χρέος, για να ψηφίσει αναφορικά με τις προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού σε σχέση με την εταιρεία,

(ίί) εάν η εν λόγω προσφορά γίνει αποδεκτή από τον εγγυητή και εάν ο εγγυητής προσκομίσει στον εξεταστή, κατά τη σχετική συνέλευση, αντίγραφο της προσφοράς και πληροφορήσει τον εξεταστή ότι την έχει αποδεχτεί, τότε ο εγγυητής εξουσιοδοτείται όπως ασκήσει τα εν λόγω δικαιώματα του πιστωτή, χωρίς να υπάρχει ανάγκη για οποιαδήποτε εκχώρηση ή την εκτέλεση οποιουδήποτε άλλου εγγράφου,

(ίίi) εάv o πιστωτής παραλείψει να προβεί στην προσφορά σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ii), τότε, τηρουμένων των διατάξεων της υποπαραγράφου (ίν) ο πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση,

(ίν) η υποπαράγραφος (ίίi) δεν εφαρμόζεται εάν συμβιβασμός ή σχέδιο διακανονισμού σε σχέση με την εταιρεία δεν τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με το εδάφιο (9) του άρθρου 202ΚΕ και ο πιστωτής έχει λάβει την άδεια του Δικαστηρίου να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση:

Νοείται ότι, ούτε η εν λόγω μεταφορά, ούτε οποιαδήποτε ψήφος που ασκεί ο εγγυητής με βάση την εν λόγω μεταφορά, επηρεάζει το δικαίωμα του πιστωτή να φέρει ένσταση στις προτάσεις σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΣΤ.

(4) (α) Το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται σε περίπτωση που ο εγγυητής προβεί σε πληρωμή προς τον πιστωτή, αναφορικά με την ευθύνη, μετά τη λήξη της περιόδου προστασίας.

(β) Σε περίπτωση που εφαρμόζεται το παρόν εδάφιο, οποιοδήποτε ποσό, εάν δεν έχει γίνει πληρωμή κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), θα ήταν πληρωτέο στον πιστωτή αναφορικά με το χρέος σύμφωνα με συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού, το οποίο έχει τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το εδάφιο (9) του άρθρου 202ΚΕ σε σχέση με την εταιρεία, γίνεται και είναι πληρωτέο στον εγγυητή σύμφωνα με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις ως ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού προνοεί ότι θα ήταν πληρωτέο στον πιστωτή.

(5) Στις περιπτώσεις που ο εγγυητής είναι φυσικό πρόσωπο άλλο από αυτό που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (6) έως (22) του παρόντος άρθρου.

(6) (α) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «δήλωση κατάστασης εγγυητών» σημαίνει δήλωση πιστωτή, στην οποία περιλαμβάνονται τα ονόματα όλων των εγγυητών που έχουν ευθύνη σε σχέση με χρέος της εταιρείας και την έκταση της ευθύνης που προκύπτει από την εγγύηση, σύμφωνα με τη σύμβαση εγγύησης, κατά την ημερομηνία της δήλωσης κατάστασης εγγυητών.

(β) Σε περίπτωση εξασφαλισμένου πιστωτή, η δήλωση κατάστασης εγγυητών περιλαμβάνει επιπλέον όλες τις πληροφορίες αναφορικά με -

(ί)  την εκτίμηση της αγοραίας αξίας της  περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση,  η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τη  διαδικασία του εδαφίου (23) του παρόντος  άρθρου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η περιουσία, η οποία υπόκειται σε περισσότερες από μία εξασφαλίσεις, η αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση, για τους σκοπούς της δήλωσης κατάστασης εγγυητών κάθε εξασφαλισμένου πιστωτή, θα είναι η αξία την οποία ο εν λόγω εξασφαλισμένος πιστωτής αναμένει να λάβει από τη διάθεση της εν λόγω περιουσίας, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη σειρά προτεραιότητας των δικαιωμάτων των άλλων εξασφαλισμένων πιστωτών, για τους οποίους η εν λόγω περιουσία υπόκειται σε εξασφάλιση, όπως αυτή  καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως  Νόμου·

(ίί) το ποσό του οφειλόμενου χρέους της εταιρείας προς το συγκεκριμένο εξασφαλισμένο πιστωτή κατά την ημερομηνία δήλωσης κατάστασης εγγυητών (στο παρόν άρθρο αναφερόμενο ως «οφειλόμενο χρέος»).

(7) (α) Πιστωτής υποβάλλει δήλωση κατάστασης εγγυητών μέσω διπλοσυστημένης επιστολής ή την επιδίδει στον εξεταστή εντός τριάντα πέντε (35) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του διορισμού του εξεταστή στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας· μετά από δεόντως αιτιολογημένο αίτημα πιστωτή, η προθεσμία των τριάντα πέντε (35) ημερών δύναται να παραταθεί από τον εξεταστή, ο οποίος, εάν είναι απαραίτητο, υποβάλλει αίτηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΙΘ του παρόντος Νόμου για παράταση της περιόδου προστασίας.

(β) Ο πιστωτής οφείλει όπως υποβάλει ή επιδώσει τη δήλωση κατάστασης εγγυητών εντός της προθεσμίας που καθορίζεται και σε περίπτωση που ο πιστωτής δεν υποβάλει ή επιδώσει τη δήλωση κατάστασης εγγυητών εντός της καθορισμένης προθεσμίας, δεν δικαιούται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση.

(γ) Ο εξεταστής εξετάζει άμεσα τη δήλωση κατάστασης εγγυητών και το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών αποδέχεται ή απορρίπτει γραπτώς τη δήλωση κατάστασης εγγυητών· αν ο εξεταστής απορρίψει τη δήλωση κατάστασης εγγυητών, αναφέρει γραπτώς προς τον πιστωτή τους λόγους της απόρριψης.

(δ) Ο πιστωτής ενημερώνει τους εγγυητές αναφορικά με τη δήλωση κατάστασης εγγυητών και την αποδοχή ή απόρριψη από τον εξεταστή δυνάμει της παραγράφου (γ) του παρόντος εδαφίου:

Νοείται ότι, η ενημέρωση δεν αποτελεί ειδοποίηση για καταβολή πληρωμών εκ μέρους του εγγυητή και δεν επηρεάζει το δικαίωμα οποιουδήποτε πιστωτή, εγγυητή ή της εταιρείας να εμφανιστεί και να ακουστεί στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 202ΚΕ.

(8) Σε περίπτωση που η αξία της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, σύμφωνα με τη δήλωση κατάστασης εγγυητών, ισούται ή ξεπερνά την αξία του οφειλόμενου χρέους, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντiον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση, όταν τεθεί σε ισχύ ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού σύμφωνα με το εδάφιο (10) του άρθρου 202ΚΕ.

(9) Σε περίπτωση που η αξία της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, σύμφωνα με τη δήλωση κατάστασης εγγυητών, είναι χαμηλότερη της αξίας του οφειλόμενου χρέους της εταιρείας, κατά την ημερομηνία της δήλωσης κατάστασης εγγυητών, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση για ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους, όπως αυτά περιλαμβάνονται στη δήλωση κατάστασης εγγυητών.

(10) (α) Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (9), το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αξίας της περιουσίας, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους κατατάσσεται ως μη εξασφαλισμένο χρέος για σκοπούς συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού και ο σχετικός πιστωτής λαμβάνει τυχόν πληρωμές ως μη εξασφαλισμένος πιστωτής, κατ' αναλογία (pari passu) με άλλους μη εξασφαλισμένους πιστωτές.

(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου -(α) του παρόντος εδαφίου, σε περίπτωση που περιουσία της εταιρείας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση διατεθεί και το καθαρό ποσό της διάθεσης είναι μεγαλύτερο από το ποσό της εκτιμημένης αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, τότε ο εξασφαλισμένος πιστωτής δικαιούται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση μόνο για το ποσό της διαφοράς μεταξύ του καθαρού ποσού της διάθεσης και του οφειλόμενου χρέους:

Νοείται ότι, το ποσό της διαφοράς μεταξύ του καθαρού ποσού της διάθεσης και του οφειλόμενου χρέους κατατάσσεται ως μη εξασφαλισμένο χρέος για σκοπούς του συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού και ο σχετικός πιστωτής λαμβάνει τυχόν πληρωμές ως μη εξασφαλισμένος πιστωτής, κατ' αναλογία (pari passu) με άλλους μη εξασφαλισμένους πιστωτές:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που ο εγγυητής κατέβαλε οποιεσδήποτε πληρωμές, για το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας της εν λόγω περιουσίας και του οφειλόμενου χρέους, πριν τη διάθεση της σχετικής περιουσίας και το καθαρό ποσό που προέκυψε τελικά από τέτοια διάθεση είναι μεγαλύτερο από την αγοραία αξία της περιουσίας, τότε ο εξασφαλισμένος πιστωτής οφείλει να επιστρέψει στον εγγυητή οποιοδήποτε ποσό που αυτός κατέβαλε, το οποίο υπερβαίνει τη διαφορά μεταξύ του ποσού που προκύπτει τελικά από το καθαρό ποσό της διάθεσης της περιουσίας και του οφειλόμενου χρέους.

(11) Τυχόν καταμερισμός υποχρεώσεων από τον πιστωτή μεταξύ των εγγυητών, των οποίων τα ονόματα περιλαμβάνονται στη δήλωση κατάστασης εγγυητών, γίνεται κατ' εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, της αρχής της διαφάνειας και σύμφωνα με τις αρχές της επιείκειας.

(12) (α) Οι εγγυητές δύναται να καταβάλλουν ποσά μηνιαίως σε σχέση με την ευθύνη τους,του απορρέει από εγγύηση, και κανένας εγγυητής δεν καταβάλλει ποσό, το οποίο ξεπερνά το ποσό που απομένει μετά από αφαίρεση από το μηνιαίο εισόδημα τους, του συνόλου των-

(ί) λογικών εξόδων διαβίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου του 2015· και

(ίί) το σύνολο των μηνιαίων δόσεων που ο ίδιος ο εγγυητής υποχρεούται να καταβάλλει σε σχέση με τις δικές του υποχρεώσεις όταν τεθεί σε ισχύ ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού.

(β) Στις περιπτώσεις που εγγυητές καταβάλλουν ποσά μηνιαίως σε σχέση με την ευθύνη τους που απορρέει από τη σχετική εγγύηση, η συνολική χρονική διάρκεια των μηνιαίων δόσεων θα είναι η ίδια όπως καθορίστηκε στην αρχική σύμβαση μεταξύ της εταιρείας και του πιστωτή, εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά και το επιτόκιο δεν θα είναι μεγαλύτερο από εκείνο που προβλέπεται στην εν λόγω αρχική σύμβαση.

(13) Οι διατάξεις του εδαφίου (12) έχουν εφαρμογή μόνο σε σχέση με συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού το οποίο καταρτίζεται για σκοπούς αναδιάρθρωσης χρεών για τα οποία συνήφθησαν συμβάσεις εγγύησης μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2018 και εφαρμόζονται καθ᾽ όλη τη διάρκεια της περιόδου καταβολής των καθορισμένων μηνιαίων δόσεων η οποία άρχισε κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015.

(14) Το σύνολο των οποιωνδήποτε εφάπαξ ποσών και της καθαρής παρούσας αξίας σειράς πληρωμών που καταβάλλονται από εγγυητή καθώς και τυχόν πληρωμών που καταβάλλονται από την εταιρεία για μη εξασφαλισμένα χρέη στα πλαίσια συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού, δεν δύναται να ξεπερνά το ποσό:

(α) της διαφοράς μεταξύ της αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους, σε περίπτωση που το ποσό της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση είναι χαμηλότερο του ποσού του οφειλόμενου χρέους, εάν πρόκειται για εξασφαλισμένο πιστωτή, ή

(β) το συνολικό χρέος στη δήλωση κατάστασης εγγυητών, εάν πρόκειται για μη εξασφαλισμένο πιστωτή:

Νοείται ότι, σε περίπτωση καταβολής από τον εγγυητή εφάπαξ ποσού, λαμβάνονται υπόψη οι οποιεσδήποτε πληρωμές καταβλήθηκαν από την εταιρεία προς τον πιστωτή δυνάμει του συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού.

(15) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, καμία αγωγή που αφορά εγγύηση σε σχέση με χρέος δεν εγείρεται από πιστωτή εναντίον εγγυητή μετά την περίοδο δύο ετών από την ημέρα κατά την οποία τίθεται σε ισχύ ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού.

(16) Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε εγγυητής κατέβαλε ολόκληρο το ποσό, το οποίο προκύπτει ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του εδαφίου (9) του παρόντος άρθρου, σε πιστωτή, δυνάμει του παρόντος άρθρου, τέτοιος εγγυητής, με την καταβολή τέτοιας πληρωμής καθίσταται μη εξασφαλισμένος πιστωτής, ως προς το ποσό που αντιστοιχεί στην εν λόγω πληρωμή και έχει όλα τα δικαιώματα μη εξασφαλισμένου πιστωτή έναντι της εταιρείας και οι απαιτήσεις του έχουν την ίδια προτεραιότητα με αυτές των άλλων μη εξασφαλισμένων πιστωτών. 

(17) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, καμία αγωγή από εγγυητή εναντίον της εταιρείας ή οποιουδήποτε άλλου συνεγγυητή σε σχέση με χρέος δεν εγείρεται μετά την περίοδο τριών (3) ετών από την ημερομηνία καταβολής πληρωμής από τον εγγυητή στον πιστωτή αναφορικά με χρέος της εταιρείας.

(18) Κάθε εγγυητής που περιλαμβάνεται σε δήλωση κατάστασης εγγυητών τηρείται ενήμερος από τον εξεταστή αναφορικά με τη δυνατότητα της εταιρείας να αποπληρώνει τα χρέη της.

(19) Σε περίπτωση που εταιρεία παραλείπει να προβεί σε πληρωμές δυνάμει του συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού, πιστωτής δε δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον του εγγυητή σε σχέση με την εγγύηση, στο βαθμό που το εν λόγω χρέος αποτελεί εξασφαλισμένο χρέος, σύμφωνα με Τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(20) Σε περίπτωση που εταιρεία παραλείπει να προβεί σε πληρωμές δυνάμει του συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού, ο εγγυητής είναι υπεύθυνος για το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αξίας της περιουσίας η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση και του ποσού του οφειλόμενου χρέους, σε περίπτωση που το ποσό της αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση είναι χαμηλότερο του ποσού του οφειλόμενου χρέους, εάν πρόκειται για εξασφαλισμένο πιστωτή, ή το συνολικό χρέος στη δήλωση κατάστασης εγγυητών, εάν πρόκειται για μη εξασφαλισμένο πιστωτή, μη συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ποσών έχουν αποπληρωθεί από την εταιρεία ή τον εγγυητή.

(21) Εάν συμβιβασμός ή σχέδιο διακανονισμού δεν έχει τεθεί σε ισχύ δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202ΚΕ, τότε οι διατάξεις του παρόντος άρθρου παύουν να ισχύουν.

(22) Κάθε εγγυητής καλείται να παρίσταται σε οποιεσδήποτε συνελεύσεις πιστωτών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, με τον ίδιο τρόπο που καλούνται οι πιστωτές και καλείται να υποβάλει παρατηρήσεις επί των προτάσεων συμβιβασμού ή σχεδίου διακανονισμού που διαμορφώνονται από τον εξεταστή.

(23) (α) Εξασφαλισμένος πιστωτής, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του διορισμού του εξεταστή στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, υποβάλλει στον εξεταστή, στην εταιρεία και, όπου εφαρμόζεται, σε εγγυητή προκαταρκτική εκτίμηση της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση.

(β) Το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την ημέρα υποβολής της προκαταρτlκής εκτίμησης από τον πιστωτή δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α), ο εξεταστής, η εταιρεία και, όπου εφαρμόζεται, ο εγγυητής είτε:

(ί) συμφωνούν μεταξύ τους και με τον πιστωτή ως προς την αγοραία αξία της περιουσίας και σε τέτοια περίπτωση η εν λόγω εκτίμηση είναι δεσμευτική για όλους είτε

(ίi) διορίζουν ανεξάρτητο εκτιμητή είτε

(ίίί) αποτείνονται στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας για να διορίσει η ίδια ανεξάρτητο εκτιμητή.

(γ) Ανεξάρτητος εκτιμητής που διορίζεται είτε δυνάμει της υποπαραγράφου (ίi) είτε δυνάμει της υποπαραγράφου (ίίί) της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, καθορίζει, εντός το αργότερο δέκα (10) ημερών από το διορισμό του, την αγοραία αξία της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση και η εκτίμηση που γίνεται από τον εν λόγω εκτιμητή είναι δεσμευτική για την εταιρεία, τον εξεταστή, τον εξασφαλισμένο πιστωτή και, όπου εφαρμόζεται, τον εγγυητή.

(δ) Τα έξοδα της εκτίμησης που γίνεται δυνάμει της παραγράφου (γ), καταβάλλονται κατ' αναλογίαν από τον εξασφαλισμένο πιστωτή, τον εξεταστή εκ μέρους της εταιρείας και, όπου εφαρμόζεται, τον εγγυητή:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο εξεταστής εκ μέρους της εταιρείας ή, όπου εφαρμόζεται, ο εγγυητής, αποδέχεται την προκαταρκτική εκτίμηση της αγοραίας αξίας της περιουσίας που υπόκειται σε εξασφάλιση που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου από τον εξασφαλισμένο πιστωτή εξαιρείται από την υποχρέωση καταβολής εξόδων των εκτιμήσεων:

Νοείται περαιτέρω ότι, τα έξοδα που καταβάλλονται από τον εξεταστή δυνάμει του παρόντος εδαφίου, θεωρούνται ως δαπάνες σύμφωνα με το άρθρο 202ΛΒ του παρόντος Νόμου.

(24) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-

«αγοραία αξία» σημαίνει το ποσό το οποίο η περιουσία θα μπορούσε να αναμένεται ότι θα αποφέρει, εάν διατίθετο στην ελεύθερη αγορά από πωλητή που ενεργεί εκούσια, σε αγοραστή που ενεργεί εκούσια·

«εκτιμητής» σημαίνει αδειούχο εκτιμητή, ο οποίος είναι εγγεγραμμένο μέλος στο Μητρώο Μελών του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου δυνάμει του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου·

«Υπηρεσία Αφερεγγυότητας» σημαίνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ως ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου του 2015.

(25) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πιστωτής δεν δύναται να λάβει δικαστικά ή νομικά ή άλλα μέτρα εναντίον εγγυητή, σε περίπτωση που πληρούνται σωρευτικά οι πιο κάτω προϋποθέσεις:

(α) Ο εγγυητής είναι φυσικό πρόσωπο·

(β) το ισοζύγιο μεταξύ του ενεργητικού και παθητικού της προσωπικής και επαγγελματικής περιουσίας του εγγυητή, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας αυτού, σύμφωνα με την κεφαλαιουχική του κατάσταση δυνάμει του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Νόμου, δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€750.000)· και

(γ) ο εν λόγω εγγυητής:

(ί) κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης εγγύησης είχε ή ανέλαβε ευθύνη, σύμφωνα με τους όρους σύμβασης εγγύησης, για ποσό οφειλής ή υποχρέωσης της εταιρείας που καλύπτεται από συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού που έχει τεθεί σε ισχύ, που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και για το οποίο υπόκειται σε εξασφάλιση η επαγγελματική στέγη της εταιρείας· ή

(ίi) κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου, έχει ευθύνη σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης εγγύησης για υπόλοιπο οφειλής ή υποχρέωσης της εταιρείας, που καλύπτεται από συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού που έχει τεθεί σε ισχύ, το οποίο δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και για το οποίο υπόκειται σε εξασφάλιση η επαγγελματική στέγη της εταιρείας:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου ισχύουν μόνο για οφειλές ή υποχρεώσεις της εταιρείας οι οποίες, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015, αποτελούσαν δάνεια, τα οποία θεωρούνται μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις δυνάμει της εκάστοτε σε Οδηγίας περί του Ορισμού των Μη Εξυπηρετούμενων και των Ρυθμισμένων Χορηγήσεων που εκδίδει η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δυνάμει του άρθρου 41 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου και δεν ισχύει για οφειλές ή υποχρεώσεις της εταιρείας για τις οποίες συνήφθηκαν συμβάσεις εγγύησης μετά την έναρξη της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015.

Διατάξεις αναφορικά με μισθώσεις

202ΚΗ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) και του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε τροποποίησής τους από το Δικαστήριο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 202ΚΕ, δεν μπορούν να περιλαμβάνουν οποιαδήποτε πρόνοια η οποία να προβλέπει ένα ή όλα από τα ακόλουθα:

(α) για μείωση του ποσού οποιουδήποτε ενοικίου ή άλλης περιοδικής πληρωμής που κατακρατείται σύμφωνα με μίσθωση γης, η οποία πρέπει να καταβληθεί μετά την ημερομηνία που ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού τίθεται σε ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 202ΚΕ, ή για την πλήρη διαγραφή του δικαιώματος του εκμισθωτή σε οποιεσδήποτε τέτοιες πληρωμές·

(β) σε περίπτωση παράλειψης που αφορά -

(i) καταβολή ποσού ενοικίου ή οποιασδήποτε περιοδικής πληρωμής που κατακρατείται βάσει συμφωνίας μίσθωσης γης· ή

(ίί) υποχρέωση συμμόρφωσης με οποιαδήποτε άλλη σύμβαση ή με υποχρέωση που πηγάζει από τέτοια μίσθωση, η οποία να πρέπει να καταβληθεί ή με την οποία να πρέπει να υπάρξει συμμόρφωση, μετά την ημερομηνία που προβλέπεται στην παράγραφο (α),

απαίτηση, σύμφωνα με την οποία ο εκμισθωτής δεν θα ασκεί ή θα ασκεί μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις οποιοδήποτε δικαίωμα απορρέει βάσει της μίσθωσης ή από άλλη ρύθμιση ώστε -

(Ι) να ανακτήσει κατοχή της σχετική γης,

(II) να ακυρώσει τη μίσθωση ή να εισέλθει στη γη με άλλο τρόπο,

(III) να ανακτήσει το ποσό τέτοιου ενοικίου ή άλλης πληρωμής ή να απαιτήσει αποζημιώσεις ή άλλη θεραπεία αναφορικά με την παράλειψη να συμμορφωθεί με τέτοια σύμβαση ή υποχρέωση.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού σχετικά με μια εταιρεία ικανοποιούν τον όρο που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ίί) της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 202ΚΕ, εάν οι προτάσεις περιλαμβάνουν πρόνοια η οποία σχετίζεται με μίσθωση ή οποιαδήποτε συμφωνία ενοικίασης σε σχέση με περιουσία εκτός από γη και σύμφωνα με τη γνώμη του Δικαστηρίου -

(α) η αξία της εν λόγω περιουσίας είναι ουσιαστική, και

(β) η εν λόγω πρόνοια έχει παρόμοιο αποτέλεσμα με πρόνοια η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (α) ή (β) του εδαφίου (1).

(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) ή (2) δεν εφαρμόζονται εάν ο εκμισθωτής ή ο ιδιοκτήτης της σχετικής περιουσίας έχει συγκατατεθεί γραπτώς για τη συμπερίληψη της πρόνοιας που αναφέρεται στα εδάφια (1) ή (2) στις προτάσεις για το συμβιβασμό ή το σχέδιο διακανονισμού.

(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), κατά τη λήψη απόφασης κατά πόσον η αξία της σχετικής περιουσίας είναι ουσιαστική, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το χρονικό διάστημα μέχρι τη λήξη της μίσθωσης ή συμφωνίας ενοικίασης.

Παύση προστασίας εταιρείας και τερματισμός διορισμού εξεταστή, καθώς και τερματισμός προστασίας σε εταιρεία που καθυστερεί πληρωμές, ενώ λαμβάνει κρατική χορηγία

202ΚΘ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 202Η, η προστασία που παρέχεται σε εταιρεία σύμφωνα με το άρθρο 202Η παύει -

(α) όταν τεθεί σε ισχύ ο συμβιβασμός ή το σχέδιο διακανονισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή

(β) κατά τέτοια ενωρίτερη ημερομηνία όπως δύναται να καθορίσει το Δικαστήριο.

(1Α) Το Δικαστήριο δύναται να τερματίσει νωρίτερα την περίοδο προστασίας στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Η περίοδος προστασίας δεν υπηρετεί πλέον τον στόχο της υποστήριξης των διαπραγματεύσεων για τις προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού·

(β) κατόπιν αίτησης της εταιρείας ή του εξεταστή·

(γ) σε περίπτωση κατά την οποία ένας ή περισσότεροι πιστωτές ή μία ή περισσότερες κατηγορίες πιστωτών υφίστανται ή θα υφίσταντο αδικαιολόγητη βλάβη λόγω της αναστολής ατομικών διώξεων· ή

(δ) σε περίπτωση κατά την οποία η αναστολή επιφέρει την αφερεγγυότητα πιστωτή.

(2) Σε περίπτωση που εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, ο διορισμός του εξεταστή τερματίζεται κατά την ημερομηνία της παύσης αυτής.

3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ νόμου, σε περίπτωση που εταιρεία η οποία λαμβάνει κρατική χορηγία ως συνεισφορά για μερική κάλυψη των χρεών της παρουσιάσει καθυστέρηση στις πληρωμές της προς οποιονδήποτε πιστωτή για περίοδο τριών (3) μηνών, τερματίζεται οποιαδήποτε προστασία από τους πιστωτές της, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή οποιονδήποτε άλλο νόμο, και υπόκειται σε μέτρα εκτέλεσης από τους πιστωτές για είσπραξη των χρεών της.

(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), εταιρεία θεωρείται ότι παρουσιάζει καθυστέρηση στις πληρωμές της για περίοδο τριών (3) μηνών, σε οποιαδήποτε ημερομηνία, εάν κατά την αρχή της περιόδου των τριών (3) μηνών  η οποία λήγει αμέσως πριν από την εν λόγω ημερομηνία, μία ή περισσότερες πληρωμές σε σχέση με το χρέος καθίστανται απαιτητές από την εταιρεία.

Ανάκληση επιβεβαίωσης

202Λ.-(1) Η εταιρεία ή οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται, εντός εκατόν ογδόντα (180) ημερών μετά την επιβεβαίωση των προτάσεων από το Δικαστήριο, να αποταθεί στο Δικαστήριο για την ανάκληση της επιβεβαίωσης επί τη βάσει ότι εξασφαλίστηκε με δόλο και το Δικαστήριο, αν ικανοποιηθεί περί τούτου, δύναται να ανακαλέσει την επιβεβαίωση κάτω από τέτοιους όρους και προϋποθέσεις, ειδικά όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων μερών που αποκτούν συμφέρον ή περιουσία καλόπιστα και με αντιπαροχή που έχει αξία βασιζόμενα σε εκείνη την επιβεβαίωση, ως θεωρεί πρέπον.

(2) Όσο πιο σύντομα είναι πρακτικά δυνατόν μετά την ανάκληση επιβεβαίωσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, αντίγραφο του διατάγματος που εκδίδεται από το Δικαστήριο παραδίδεται στον έφορο εταιρειών από το πρόσωπο, το οποίο καθορίζεται από το Δικαστήριο.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202ΚΕ υπόκεινται σε έφεση.

Προσόντα εξεταστή

202ΛΑ.-(1) Πρόσωπο δεν έχει τα προσόντα να διοριστεί ως εξεταστής ή να ενεργεί ως εξεταστής εταιρείας αν δεν διαθέτει τα προσόντα να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου του 2015.

(2) Κατά τον διορισμό συμβούλου αφερεγγυότητας ως εξεταστή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 202Β για συγκεκριμένη υπόθεση, περιλαμβανομένων των υποθέσεων με διασυνοριακά στοιχεία, το Δικαστήριο λαμβάνει δεόντως υπόψη την εμπειρία και την εμπειρογνωσία του προτεινόμενου συμβούλου αφερεγγυότητας, ενώ παράλληλα συνυπολογίζονται τα ειδικά χαρακτηριστικά της υπόθεσης.

Έξοδα και αμοιβή εξεταστών

202ΛΒ.-(1) Το Δικαστήριο δύναται από καιρού εις καιρόν να εκδίδει διατάγματα, ως θεωρεί πρέπον, για την πληρωμή των εξόδων και εύλογων δαπανών που δεόντως δημιουργήθηκαν από εξεταστή.

(2) Εκτός αν διατάξει διαφορετικά το Δικαστήριο, τα έξοδα και οι δαπάνες εξεταστή πληρώνονται από τα έσοδα των εργασιών της εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί ο εξεταστής ή από τα έσοδα της ρευστοποίησης των στοιχείων ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένων επενδύσεων:

Νοείται ότι, ο εξεταστής υποχρεούται να υποβάλλει στο Δικαστήριο ενδιάμεσους λογαριασμούς αναφορικά με τα έξοδα κάθε δύο (2) μήνες μετά από τον διορισμό του.

(3) Τα έξοδα και οι δαπάνες εξεταστή που έχουν εγκριθεί ή μειωθεί με διάταγμα του Δικαστηρίου, εκτός των δαπανών που αναφέρονται στο εδάφιο (4), καταβάλλονται πλήρως και πληρώνονται πριν από οποιαδήποτε άλλη αξίωση, εξασφαλισμένη ή μη, κάτω από οποιοδήποτε διαχείριση ή εκκαθάριση της εταιρείας στην οποία διορίστηκε.

(4) Ευθύνες που προκύπτουν έναντι της εταιρείας, στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής, οι οποίες, δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 202ΙΕ, θεωρούνται δαπάνες που δεόντως δημιουργήθηκαν από τον εξεταστή, καταβάλλονται πλήρως και πληρώνονται πριν από οποιαδήποτε άλλη αξίωση, συμπεριλαμβανομένης αξίωσης που εξασφαλίζεται από κυμαινόμενη επιβάρυνση, αλλά μετά από οποιαδήποτε αξίωση που εξασφαλίζεται από υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση πάγιας φύσεως ή ενέχυρο, κάτω από οποιοδήποτε συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού ή κατά οποιαδήποτε διαχείριση ή εκκαθάριση της εταιρείας στην οποία διορίστηκε.

(5) Οποιαδήποτε αναφορά σε «αξίωση», στα εδάφια (3) και (4), θεωρείται ότι περιλαμβάνει αναφορές σε οποιαδήποτε πληρωμή σε εκκαθάριση της εταιρείας αναφορικά με τα έξοδα, χρεώσεις και δαπάνες της εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής οποιουδήποτε εκκαθαριστή.

(6) Τα καθήκοντα ενός εξεταστή δύναται να ασκούνται από τον ίδιο με τη βοήθεια προσώπων που διορίζονται ή εργοδοτούνται από αυτόν για τον σκοπό αυτό, νοουμένου ότι ο εξεταστής, στην έκταση που αυτό είναι εύλογα δυνατόν, χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες του προσωπικού και τις διευκολύνσεις της εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί για να βοηθηθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

(7) Κατά την εξέταση οποιουδήποτε θέματος που αφορά στα έξοδα και στις δαπάνες του εξεταστή, το Δικαστήριο λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6).

(8) Η αμοιβή του εξεταστή καθορίζεται στη βάση των διατάξεων του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Κανονισμών του 2015.

Δημοσίευση ειδοποίησης της παράδοσης

202ΛΓ.-(1) Ο εξεταστής ή, ανάλογα με την περίπτωση, τέτοιο άλλο πρόσωπο το οποίο δύναται να διατάξει το Δικαστήριο, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών μετά την παράδοση στον έφορο εταιρειών κάθε διατάγματος που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 202ΚΕ ή 202Λ, μεριμνά για τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της ειδοποίησης της παράδοσης.

(2) Σε περίπτωση που πρόσωπο, ή εάν τέτοιο πρόσωπο είναι εταιρεία, η εταιρεία ή αξιωματούχος της εταιρείας παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500) και σε επιπρόσθετο πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τα πενήντα ευρώ (€50) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.

Ακρόαση διαδικασιών

202ΛΔ. Ολόκληρη ή μέρος οποιασδήποτε διαδικασίας που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο δύναται να τύχει δημόσιας ακρόασης, εκτός αν το Δικαστήριο κρίνει ότι υφίστανται ειδικές συνθήκες που δύναται να επηρεάσουν δυσμενώς το συμφέρον της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα της σχετικής εταιρείας ή των πιστωτών της ως σύνολο.

Ουδέν δικαίωμα επίσχεσης επί βιβλίων, αρχείων της εταιρείας

202ΛΕ. Σε περίπτωση που το Δικαστήριο έχει διορίσει εξεταστή, κανένα πρόσωπο δικαιούται να κατακρατεί έναντι του εξεταστή οποιοδήποτε συμφωνητικό, έγγραφο ή άλλο έντυπο, που ανήκει στην εταιρεία ή τα βιβλία λογαριασμών, αποδείξεις, λογαριασμούς, τιμολόγια ή άλλα έγγραφα παρόμοιας φύσης που σχετίζονται με τους λογαριασμούς ή την εμπορία ή τις συναλλαγές ή τις εργασίες της εταιρείας ή να αξιώσει οποιοδήποτε δικαίωμα επίσχεσης επί αυτών, νοουμένου ότι -

(α) όπου έχει δημιουργηθεί επιβάρυνση ή ενέχυρο από την κατάθεση οποιουδήποτε τέτοιου εγγράφου σε κάποιο πρόσωπο, η παροχή του εγγράφου στον εξεταστή από το πρόσωπο γίνεται άνευ επηρεασμού των δικαιωμάτων του προσώπου σύμφωνα με την επιβάρυνση ή το ενέχυρο, εκτός από το δικαίωμα κατοχής του εγγράφου,

(β) όπου δυνάμει του παρόντος άρθρου εξεταστής κατέχει οποιοδήποτε έγγραφο ή έγγραφα παραλήπτη ή τα οποία παραλήπτης δικαιούται να εξετάσει, ο εξεταστής, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά, διαθέτει τα έγγραφα για επιθεώρηση από τον παραλήπτη σε κάθε εύλογο χρόνο.

Αστική ευθύνη ενδιαφερόμενων προσώπων για δόλιο εμπόριο της εταιρείας

202ΛΣΤ.-(1) Αν κατά την πρόοδο των διαδικασιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διαφανεί ότι οποιοδήποτε πρόσωπο εν γνώσει του συμμετείχε στη διεξαγωγή οποιωνδήποτε εργασιών της εταιρείας με πρόθεση καταδολίευσης πιστωτών της εταιρείας ή πιστωτών οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή για οποιοδήποτε δόλιο σκοπό, το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης του εξεταστή ή οποιουδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα της εταιρείας δύναται αν το κρίνει πρέπον, να αποφασίσει ότι το πρόσωπο αυτό είναι προσωπικά υπεύθυνο χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό ως προς την ευθύνη αναφορικά με όλα ή οποιοδήποτε μέρος των χρεών ή άλλων υποχρεώσεων της εταιρείας όπως δύναται να καθορίσει το Δικαστήριο.

(2) Κατά την ακρόαση αίτησης που πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο αιτητής δύναται να δώσει ο ίδιος μαρτυρία ή να καλέσει μάρτυρες.

(3) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο αναφορικά με το οποίο έχει γίνει δήλωση σύμφωνα με το εδάφιο (1), ενήργησε τίμια και υπεύθυνα σε σχέση με τη διεξαγωγή των υποθέσεων της εταιρείας ή οποιοδήποτε άλλο θέμα ή θέματα επί τη βάσει των οποίων ζητείται να γίνει τέτοια δήλωση, το Δικαστήριο δύναται έχοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, να το απαλλάξει είτε πλήρως είτε μερικώς από προσωπική ευθύνη υπό όρους ως θεωρεί πρέπον.

(4) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο προβαίνει σε οποιαδήποτε τέτοια δήλωση δύναται - 

(α) να εκδώσει περαιτέρω οδηγίες, όπως σχετικά θεωρεί πρέπον και ειδικότερα δύναται να εκδώσει οδηγίες ώστε να κάνει την ευθύνη του προσώπου αυτού, με βάση τη δήλωση, επιβάρυνση πάνω σε κάθε οφειλή ή υποχρέωση που οφείλεται σε αυτό από την εταιρεία ή πάνω σε οποιαδήποτε υποθήκη ή επιβάρυνση ή συμφέροντος πάνω σε υποθήκη ή επιβάρυνση πάνω στα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας που κατέχονται ή βρίσκονται στην εξουσία του ή σε οποιαδήποτε εταιρεία ή πρόσωπο για λογαριασμό του ή οποιουδήποτε προσώπου που αξιώνει ως εκδοχέας από ή μέσω του προσώπου που ευθύνεται ή οποιασδήποτε εταιρείας ή προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του και δύναται να εκδίδει περαιτέρω διατάγματα, τα οποία κρίνει αναγκαία με σκοπό την εκτέλεση οποιασδήποτε επιβάρυνσης που επιβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο αυτό,

(β) να προνοεί ότι ποσά, τα οποία έχουν ανακτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου καταβάλλονται σε πρόσωπο ή τάξη προσώπων για τους σκοπούς και σε ποσά ή αναλογία, καθώς και σε χρόνο ή χρόνους και με αντίστοιχη προτεραιότητα μεταξύ των προσώπων, όπως σχετικά δύναται να καθορίζει η δήλωση.

(5) Το παρόν άρθρο τυγχάνει εφαρμογής ανεξαρτήτως του ότι -

(α) το πρόσωπο, για το οποίο έχει γίνει η δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) δύναται να έχει ποινική ευθύνη αναφορικά με τα θέματα επί τη βάσει των οποίων θα γίνει η δήλωση, ή

(β) οποιοδήποτε θέμα ή θέματα επί τη βάσει των οποίων θα γίνει η δήλωση σύμφωνα με το εδάφιο (1) έχουν λάβει χώρα εκτός της Δημοκρατίας.

(6) Το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται κατά την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου

«εκδοχέας» περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο ή σε όφελος του οποίου, με τις οδηγίες του προσώπου που ευθύνεται, το χρέος, η υποχρέωση, η υποθήκη ή η επιβάρυνση δημιουργήθηκε, εκδόθηκε ή μεταβιβάστηκε ή το συμφέρον δημιουργήθηκε, αλλά δεν περιλαμβάνει εκδοχέα με αντάλλαγμα αξίας, που δεν περιλαμβάνει αντάλλαγμα λόγω γάμου, που δόθηκε με καλή πίστη και χωρίς ειδοποίηση οποιωνδήποτε των θεμάτων, με βάση των οποίων έγινε η δήλωση.

«εταιρεία» περιλαμβάνει οποιοδήποτε σώμα το οποίο δύναται να εκκαθαριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Ποινική ευθύνη προσώπων για δόλιο εμπόριο της εταιρείας

202ΛΖ. Αν οποιοδήποτε πρόσωπο εν γνώσει του λαμβάνει μέρος στη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών της εταιρείας ή των πιστωτών οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή για οποιοδήποτε άλλο δόλιο σκοπό, το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια εξήντα δύο ευρώ (€2.562) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Εξουσία του Δικαστηρίου να διατάξει την επιστροφή στοιχείων ενεργητικού που έχουν μεταβιβαστεί παράτυπα

202ΛΗ.-(1) Σε περίπτωση που κατά την αίτηση εξεταστή εταιρείας δύναται να αποδειχθεί προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι

(α) οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας οποιουδήποτε είδους διατέθηκε, είτε με πώληση, μεταβίβαση, υποθήκη, εξασφάλιση, δάνειο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, είτε με πράξη ή παράλειψη, άμεση ή έμμεση, και

(β) το αποτέλεσμα της διάθεσης αυτής ήταν να διαπραχθεί απάτη επί της εταιρείας, των πιστωτών ή μελών της,

το Δικαστήριο, αν το κρίνει δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας, δύναται να διατάξει οποιοδήποτε πρόσωπο που φαίνεται να έχει τη χρήση, τον έλεγχο ή την κατοχή της περιουσίας αυτής ή του προϊόντος της πώλησης ή ανάπτυξης αυτής, να την παραδώσει ή να καταβάλει τέτοιο ποσό αναφορικά με αυτή στον εξεταστή κάτω από τέτοιους όρους ή προϋποθέσεις, όπως το Δικαστήριο θεωρεί πρέπον.

(2) Το εδάφιο (1) δεν τυγχάνει εφαρμογής σε οποιαδήποτε πώληση, υποθήκη, παράδοση αγαθών, πληρωμή, εκτέλεση ή άλλη πράξη που σχετίζεται με την περιουσία που γίνεται ή έγινε από ή έναντι της εταιρείας στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 301.

(3) Το Δικαστήριο, αποφασίζοντας κατά πόσο είναι δίκαιο και σύμφωνο με τις αρχές της επιείκειας να εκδοθεί διάταγμα σύμφωνα με το παρόν άρθρο, λαμβάνει υπόψη του τα δικαιώματα των προσώπων που καλόπιστα και με αντιπαροχή που έχει αξία απόκτησαν δικαίωμα στην περιουσία που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης.

(4) Για όλο το χρόνο, κατά τον οποίο η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η περίοδος των έξι (6) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 301 αναστέλλεται και οποιαδήποτε εναπομείνουσα χρονική περίοδος αυτής επαναρxίζει από την ημερομηνία κατά την οποία η εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

Διατάξεις αναφορικά με εργοδοτούμενους

202ΛΘ.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους δεν θίγουν τα ακόλουθα δικαιώματα των εργοδοτουμένων:

(α) Το δικαίωμα στην ενημέρωση και διαβούλευση σύμφωνα με τον περί της Θέσπισης Γενικού Πλαισίου Ενημέρωσης και Διαβούλευσης των Εργοδοτουμένων Νόμο και τον περί της Σύστασης Ευρωπαϊκών Συμβουλίων Εργαζομένων Nόμο·

(β) δικαιώματα που προκύπτουν από τον περί Ομαδικών Απολύσεων Νόμο·

(γ) δικαιώματα που προκύπτουν από τον περί της Διατήρησης και Διασφάλισης των Δικαιωμάτων των Εργοδοτουμένων κατά τη Μεταβίβαση Επιχειρήσεων, Εγκαταστάσεων ή Τμημάτων Επιχειρήσεων ή Εγκαταστάσεων Νόμο·

(δ) δικαιώματα που προκύπτουν από τον περί της Προστασίας των Δικαιωμάτων των Εργοδοτουμένων σε Περίπτωση Αφερεγγυότητας του Εργοδότη Νόμο·

(ε) κεκτημένα δικαιώματα επαγγελματικών συντάξεων.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη άλλων δικαιωμάτων εργοδοτουμένων που αφορούν συλλογική διαπραγμάτευση, εργασιακή κινητοποίηση, ενημέρωση, διαβούλευση και συμμετοχή δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία οι προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού περιλαμβάνουν μέτρα που επιφέρουν αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας ή στις συμβατικές σχέσεις με τους εργοδοτούμενους, τα μέτρα αυτά εγκρίνονται από τους εργοδοτούμενους, όταν τέτοια έγκριση προβλέπεται από οποιοδήποτε νόμο.

Χρήση ηλεκτρονικών μέσων

202Μ. Η εταιρεία, οι πιστωτές και ο εξεταστής δύναται να εκτελούν τις ακόλουθες ενέργειες με ηλεκτρονικά μέσα:

(α) Την καταχώρηση και/ή επαλήθευση απαιτήσεων·

(β) την υποβολή προτάσεων για συμβιβασμό ή σχεδίου διακανονισμού·

(γ) τις κοινοποιήσεις προς πιστωτές· και

(δ) τη σύγκληση και διεξαγωγή συνελεύσεων και ψηφοφορία σε συνελεύσεις:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν την δυνατότητα χρήσης ηλεκτρονικών μέσων από οποιοδήποτε πρόσωπο και/ή αρχή βάσει του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού νόμου.

Ερμηνεία

202Ν. Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Μέρους, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά-

“αναδιάρθρωση” σημαίνει μέτρα αναδιάρθρωσης της επιχείρησης της εταιρείας περιλαμβανομένων της μεταβολής της σύνθεσης, των όρων ή της δομής των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της ή οποιουδήποτε άλλου τμήματος της κεφαλαιακής της διάρθρωσης, της πώλησης περιουσιακών στοιχείων ή τμημάτων της επιχείρησης, και, πώληση της επιχείρησης ως δρώσα οικονομική μονάδα, καθώς και οποιεσδήποτε απαραίτητες επιχειρησιακές αλλαγές, ή συνδυασμό αυτών των στοιχείων·

“αφερεγγυότητα” σημαίνει την περίπτωση κατά την οποία εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της με βάση το εδάφιο (3) του άρθρου 202Α και «αφερέγγυα» ερμηνεύεται ανάλογα·

“εκκρεμής σύμβαση” σημαίνει σύμβαση μεταξύ της εταιρείας και ενός ή περισσότερων πιστωτών στο πλαίσιο της οποίας και οι δύο συμβαλλόμενοι δεν έχουν ακόμη εκπληρώσει πλήρως τις συμβατικές υποχρεώσεις τους κατά την υποβολή αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 202Α·

“ενδιαφερόμενο μέρος” σε σχέση με εταιρεία, στην οποία αφορά το εδάφιο (1) του άρθρου 202Α σημαίνει-

(α) πιστωτή της εταιρείας·

(β) μέλος της εταιρείας·

(γ) συνεισφορέα·

(δ) εγγυητή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων της εταιρείας·

(ε) οποιοδήποτε πρόσωπο, η περιουσία του οποίου υπόκειται σε οποιαδήποτε υποθήκη ή επιβάρυνση ή εξασφάλιση για οποιαδήποτε οφειλή ή υποχρέωση της εταιρείας·

“θιγόμενα μέρη” σημαίνει τους πιστωτές, περιλαμβανομένων, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των εργοδοτούμενων ή των τάξεων πιστωτών και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των μελών των οποίων οι αξιώσεις ή συμφέροντα αντιστοίχως παραβλάπονται άμεσα από τις προτάσεις για συμβιβασμό ή σχέδιο διακανονισμού σύμφωνα με τα εδάφια (1), (2) και (2Α) του άρθρου 202ΚΓ, αντίστοιχα·

“κριτήριο του συμφέροντος των πιστωτών” σημαίνει την εξέταση που θεωρείται επιτυχής αν κανείς από τους διαφωνούντες πιστωτές δεν επέλθει, βάσει των προτάσεων συμβιβασμού ή του σχεδίου διακανονισμού, σε χειρότερη θέση από τη θέση στην οποία θα βρισκόταν αν εφαρμοζόταν η συνήθης κατάταξη των προτεραιοτήτων σε εκκαθάριση βάσει του παρόντος Νόμου σε περίπτωση μη επικύρωσης των προτάσεων για συμβιβασμό ή το σχέδιο διακανονισμού·

“νέα χρηματοδότηση” σημαίνει νέα χρηματοδοτική συνδρομή που παρέχεται από υφιστάμενο ή από νέο πιστωτή προκειμένου να εφαρμοσθούν οι προτάσεις συμβιβασμού ή το σχέδιο διακανονισμού και που περιλαμβάνεται στο εν λόγω σχέδιο διακανονισμού·

“περίοδος προστασίας” σημαίνει τη διάρκεια της προστασίας που παρέχεται σε εταιρεία σύμφωνα με το άρθρο 202Η περιλαμβανομένης οποιασδήποτε παράτασης ή ανανέωσης αυτής·

“πιθανότητα αφερεγγυότητας” σημαίνει την περίπτωση που κατά την άποψη των συμβούλων της εταιρείας ή του Δικαστηρίου, είναι εύλογα πιθανόν η εταιρεία να καταστεί αφερέγγυα εντός δώδεκα (12) μηνών·

“προσωρινή χρηματοδότηση” σημαίνει νέα χρηματοδοτική συνδρομή, που παρέχεται από υφιστάμενο ή από νέο πιστωτή, και περιλαμβάνει, κατ' ελάχιστον, χρηματοδοτική συνδρομή κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας που είναι ευλόγως και άμεσα αναγκαία για τη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης της εταιρείας, ή για τη διατήρηση ή την αύξηση της αξίας της·

“προτάσεις συμβιβασμού” και “σχέδιο διακανονισμού” σημαίνει σχέδιο αναδιάρθρωσης που ετοιμάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΓ·

“ουσιώδεις εκτελεστικές συμβάσεις” σημαίνει  συμβάσεις που είναι απαραίτητες για τη συνέχιση της καθημερινής λειτουργίας της επιχείρησης της εταιρείας και περιλαμβάνουν-

(α) συμβάσεις για υπηρεσίες κοινής ωφελείας, περιλαμβανομένων εκείνων που παρέχουν ηλεκτρισμό, τηλεφωνικές υπηρεσίες, νερό και διαδικτυακές υπηρεσίες· και

(β) συμβάσεις για προμήθειες η αναστολή των οποίων θα οδηγούσε σε παύση των δραστηριοτήτων της εταιρείας.