3.(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει σε διάστημα ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, ανεξάρτητη επταμελή Αρχή αποτελούμενη από τον Πρόεδρο και έξι (6) μέλη, ως Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, οι αρμοδιότητες της οποίας καθορίζονται στον παρόντα Νόμο.
(2) Ως Πρόεδρος της Αρχής διορίζεται ανεξάρτητο πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και εντιμότητας, κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου στους κλάδους των νομικών ή των οικονομικών ή του εμπορίου και εγνωσμένης πείρας στους κλάδους αυτούς.
(3) Ως μέλη της Αρχής διορίζονται -
(α) ένας εκπρόσωπος του -
(i) Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας,
(ii) Υπουργείου Οικονομικών,
(iii) Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, και
(β) τρεις ιδιώτες εγνωσμένου κύρους και εντιμότητας με εξειδικευμένες γνώσεις συνακόλουθες με τις αρμοδιότητες της Αρχής.
4. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής απαγορεύεται να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχής.
5. Η θητεία του Προέδρου και των μελών της Αρχής είναι τριετής και δυνατό να ανανεώνεται για δεύτερη συνεχόμενη τριετία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
6. Οι όροι υπηρεσίας και η αντιμισθία του Προέδρου της Αρχής καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
7. Η θέση του Προέδρου της Αρχής χηρεύει σε περίπτωση -
(α) θανάτου του, ή
(β) γραπτής παραίτησής του προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ή
(γ) που κηρύσσεται έκπτωτος από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου.
8. Το Υπουργικό Συμβούλιο κηρύσσει έκπτωτο τον Πρόεδρο ή μέλος της Αρχής, όταν ο Πρόεδρος ή το μέλος:
(α) κηρυχθεί σε πτώχευση, ή έλθει σε συμβιβασμό με τους πιστωτές του, κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους, ή
(β) κηρυχθεί διανοητικά ανίκανος, κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους ή
(γ) καταδικασθεί για οποιοδήποτε σχετικό αδίκημα, ή
(δ) αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του, λόγω φυσικής αναπηρίας ή ασθένειας ή
(ε) αποκτήσει οικονομικό ή άλλο συμφέρον που δυνατό να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του και δεν υποβάλει την παραίτηση του, ή
(στ) καταχραστεί τη θέση του, με αποτέλεσμα τυχόν συνέχιση της θητείας του να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον και δεν υποβάλει την παραίτηση του, ή
(ζ) κατόπιν εισήγησης της Αρχής, σε περίπτωση αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και ιδιαίτερα ύστερα από αδικαιολόγητη απουσία από τις συνεδρίες της Αρχής για τρεις συνεχείς φορές.
9. Η Αρχή διαθέτει γραφείο και προσωπικό και ετοιμάζει το πρώτο τρίμηνο έκαστου έτους ετήσιο προϋπολογισμό για το επόμενο έτος και τον υποβάλλει, μέσω του Υπουργού, στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση:
10.(1) Ο Πρόεδρος προΐσταται της Αρχής, συγκαλεί συνεδρίες και υπογράφει τα πρακτικά και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
(2) Ο Πρόεδρος μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχή και εκπροσωπεί την Αρχή ενώπιον δικαστικών ή άλλων αρχών.
(3) Ο Πρόεδρος συγκαλεί σε συνεδρία την Αρχή όποτε κρίνει τούτο σκόπιμο, τουλάχιστον όμως μια φορά κάθε μήνα και, σε περίπτωση που ζητηθεί γραπτώς από δύο (2) τουλάχιστον ΅έλη της Αρχής, τα οποία καθορίζουν συγχρόνως και τα προς συζήτηση θέματα, συγκαλεί συνεδρία το συντομότερο δυνατό.
(4) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται προς όλα τα ΅έλη της Αρχής επτά (7) τουλάχιστον ημέρες πριν από την καθορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία:
(5) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται μαζί ΅ε την πρόσκληση σε συνεδρία:
(6) Η Αρχή βρίσκεται σε απαρτία όταν στη συνεδρία παρίσταται ο Πρόεδρος και τουλάχιστον τρία (3) από τα ΅έλη της Αρχής.
(7) Οι αποφάσεις της Αρχής λαμβάνονται με πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
(8) Κατά την εξέταση αιτήσεων υποβαλλομένων με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Αρχή δύναται, όποτε κρίνει τούτο σκόπιμο, να καλέσει τον αιτητή να παρίσταται αυτοπροσώπως και/ ή με δικηγόρο.
11. Οι αρμοδιότητες της Αρχής είναι -
(α) η σύνταξη Κανονισμών οι οποίοι υποβάλλονται στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω του αρμόδιου Υπουργού και κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων·
(β) η σύνταξη και έκδοση κανονισμών και οδηγιών για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου·
(γ) η έκδοση οδηγιών προς τους αδειούχους αποδέκτες Κλάσης Α ή Β και εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους και κατόχους άδειας υποστατικού, για την εφαρμογή προληπτικών μέτρων για την παρεμπόδιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σύμφωνα με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο, σε συνεργασία με τη Συμβουλευτική Αρχή Καταπολέμησης Αδικημάτων Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, η οποία προβλέπεται στον εν λόγω Νόμο:
(δ) η διενέργεια των κατάλληλων ελέγχων και γενικά η εποπτεία των κατόχων άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και άδειας υποστατικού, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι συμμορφώνονται με τους όρους της αντίστοιχης άδειας τους, τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών καθώς και με τους κανονισμούς και οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει των παραγράφων (β) και (γ)·
(ε) η εξέταση αιτήσεων για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και άδεια υποστατικού και η έκδοση αντίστοιχων αδειών, σύμφωνα με τα Μέρη ΙΙΙ και ΙV·
(στ) η διενέργεια ελέγχων σε μη αδειούχα υποστατικά, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διωκτικές αρχές και η εξασφάλιση σχετικών δικαστικών διαταγμάτων για το κλείσιμο των υποστατικών, στα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι διεξάγεται παράνομο στοίχημα, όπως προβλέπεται στα άρθρα 78, 79, 81, 82 και 83·
(ζ) ο καθορισμός της διαδικασίας υποβολής και εξέτασης παραπόνων προς την Αρχή ή αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο·
(η) η συνεργασία και συζήτηση με τις εθνικές διοργανώτριες αρχές και τους διεθνείς οργανισμούς, αναφορικά με θέματα ρύθμισης του στοιχήματος·
(θ) η συνεργασία και συζήτηση με διεθνείς οργανισμούς για θέματα που αφορούν στην προστασία νεαρών προσώπων και ευάλωτων ομάδων από το στοίχημα και η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και προστασίας·
(ι) η συνεργασία και διάλογος με τους διάφορους οργανισμούς και κρατικές υπηρεσίες, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας σύστασης συμβουλευτικών επιτροπών.
(ια) η τοποθέτηση πάνω σε θέματα συμμόρφωσης προς το Νόμο και η γνωστοποίηση της θέσης της Αρχής στους ενδιαφερόμενους αδειούχους αποδέκτες·
(ιβ) η σύνταξη και διατήρηση κώδικα πρακτικής σε σχέση με τη διαφήμιση διεξαγωγής στοιχημάτων το αργότερο εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου·
(ιγ) η εκτίμηση των αποτελεσμάτων του φορολογικού καθεστώτος αναφορικά με το στοίχημα και διαμόρφωση σχετικών εισηγήσεων.
(ιδ) η διαμόρφωση εισηγήσεων αναφορικά με αναγκαίες τροποποιήσεις της υφιστάμενης νομοθεσίας σχετικά με το στοίχημα και συναφείς τομείς·
(ιε) η εκπόνηση μελετών σε τακτά χρονικά διαστήματα, η διαβούλευση με τον πολίτη για την επίδραση του στοιχήματος σε νεαρά πρόσωπα, και ευάλωτες ομάδες και του κοινού και η επάλληλη υποβολή εισηγήσεων προς τις αρμόδιες Υπηρεσίες για τη λήψη μέτρων για την προστασία νεαρών προσώπων και ευάλωτων ομάδων και του κοινού·
(ιστ) η υποχρέωση καταρτισμού εντός δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, Κανονισμών σχετικά με μηχανισμούς προστασίας των νεαρών ατόμων και παθολογικών παικτών.
(ιζ) η παρακολούθηση των εξελίξεων όσον αφορά το παράνομο στοίχημα, η εκπόνηση στατιστικών μελετών και η ετοιμασία εισηγήσεων για την πάταξή του∙
(ιη) η ενημέρωση των παροχέων διαδικτυακών υπηρεσιών (Internet Service Providers) με ηλεκτρονικό τρόπο για κάθε διεύθυνση ιστοσελίδας διαδικτύου (URL Uniform Resource Locator) μέσω της οποίας προσφέρονται υπηρεσίες στοιχήματος που δεν καλύπτονται από άδεια αποδέκτη Κλάσης Β ή/και υπηρεσίες που απαγορεύονται στον παρόντα Νόμο∙ και
(ιθ) η είσπραξη της εισφοράς που καταβάλλεται από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VIII.