ΜΕΡΟΣ IV ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Κ.Ε.Π.Ε.Υ.
Άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

10.-(1) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σε υφιστάμενη ή υπό ίδρυση αιτήτρια εταιρεία, που στη συνέχεια για τους σκοπούς των άρθρων 10, 11, 12 και 13, θα αναφέρεται ως «η αιτήτρια», για την παροχή από αυτή ως Κ.Ε.Π.Ε.Υ., επενδυτικών και παρεπομένων υπηρεσιών, που απαριθμούνται στην άδεια, υπό την προϋπόθεση ότι ο σκοπός της αιτήτριας είναι σύμφωνος με το Νόμο και εγκρίνεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων του παρόντος άρθρου, και εφόσον η αιτήτρια διαθέτει κατάλληλους για τη χρηστή διαχείριση της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. μετόχους και την απαραίτητη οργάνωση, στελέχωση, τεχνική, καθώς και οικονομική υποδομή, ούτως ώστε να είναι σε θέση να παρέχει τις υπηρεσίες της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της κεφαλαιαγοράς, ιδίως δε εάν-

(α) Διαθέτει ή, βάσει του επιχειρησιακού της σχεδίου προκύπτει ότι θα είναι σε θέση να διαθέτει κατά την έναρξη και καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της, και αναλαμβάνει να διατηρεί, επί συνεχούς βάσεως, ανάλογα με τις επενδυτικές υπηρεσίες που αιτείται να παρέχει, το ελάχιστο μετοχικό, καθώς και τα καθαρά και εποπτικά ίδια κεφάλαια που απαιτούνται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο·

(β) διαθέτει ή βάσει του επιχειρησιακού της σχεδίου προκύπτει ότι θα είναι σε θέση να διαθέτει κατά την έναρξη και καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της, τουλάχιστο δύο έμπειρα και αξιόπιστα πρόσωπα που τη διευθύνουν, τα οποία είναι ικανά για την άσκηση των καθηκόντων τους·

(γ) διαθέτει ή, βάσει του επιχειρησιακού της σχεδίου προκύπτει ότι θα είναι σε θέση να διαθέτει κατά την έναρξη και καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της την απαιτούμενη οργάνωση, τα οικονομικά και τα τεχνικά μέσα καθώς και το κατάλληλο προσωπικό σε σχέση με τις εργασίες που θα διεξάγει·

(δ) οι μέτοχοι, οι οποίοι διαθέτουν ειδική συμμετοχή σ' αυτή και εν γένει οι μέτοχοι, οι οποίοι δύνανται να επηρεάζουν τη διαμόρφωση της διοίκησης και την επιχειρηματική πολιτική της αιτήτριας, είναι κατάλληλοι για τη διασφάλιση της χρηστής και συνετής διαχείρισης της.

(2) Τηρουμένων όσων ορίζονται στο εδάφιο (1), για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει, ιδίως, την επάρκεια της οργάνωσης και της οργανωτικής δομής της αιτήτριας και των τεχνικών και οικονομικών της μέσων, την αξιοπιστία, την πείρα, την επαγγελματική ικανότητα και το ήθος των προσώπων, που πρόκειται να την διοικήσουν, καθώς και την καταλληλότητα των μετόχων, οι οποίοι διαθέτουν ειδική συμμετοχή στην αιτήτρια για τη διασφάλιση της χρηστής και συνετής διαχείρισής της.

(3) Ως προς την οργάνωση και την οργανωτική δομή της αιτήτριας και τα τεχνικά της μέσα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξετάζει, ιδίως, εάν η αιτήτρια διαθέτει ή, βάσει του επιχειρησιακού της σχεδίου προκύπτει ότι θα είναι σε θέση να διαθέτει κατά την έναρξη και καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της-

(α) Ορθολογική διοικητική και τεχνικοοικονομική οργάνωση, κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου και ασφαλείας στον τομέα της ηλεκτρονικής επεξεργασίας των δεδομένων, αποτελεσματικούς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, που περιλαμβάνουν κανόνες για τις πράξεις που διενεργούν τα όργανα και οι υπάλληλοι της εταιρείας και σύστημα λογιστικής καταχώρισης των διενεργούμενων συναλλαγών, ώστε να καθίσταται δυνατός ο έλεγχος των στοιχείων που εκδίδει και τηρεί για μία επταετία τουλάχιστον η αιτήτρια ως προς τις διενεργούμενες από αυτή συναλλαγές, όπως ιδίως ορίζεται στο άρθρο 36 του παρόντος Νόμου, και της τήρησης από αυτή κανόνων προληπτικής εποπτείας ·

(β) οργάνωση και μηχανισμούς, οι οποίοι διασφαλίζουν την προστασία των χρηματοοικονομικών μέσων και των κεφαλαίων που ανήκουν σε επενδυτές·

(γ) διάρθρωση και οργάνωση, που ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο βλάβης των συμφερόντων των πελατών της αιτήτριας από τυχόν σύγκρουση συμφερόντων, είτε μεταξύ αυτών και της αιτήτριας, είτε μεταξύ των ίδιων των πελατών.

(4) Με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, είναι δυνατόν να διευκρινίζονται και να εξειδικεύονται τα κριτήρια των εδαφίων (1), (2) και (3), λαμβανομένου υπόψη του είδους των επενδυτικών και παρεπομένων υπηρεσιών που θα παρέχει ή αιτήτρια, να ρυθμίζονται θέματα διαδικασίας χορήγησης και έναρξης ισχύος της άδειας λειτουργίας και να τίθενται κανόνες εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας, που θα υποχρεούνται να τηρούν οι Κ.Ε.Π.Ε.Υ καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους:

Νοείται, ότι με τις Οδηγίες αυτές δύνανται να εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για λειτουργούσες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου χρηματιστηριακές επιχειρήσεις που υποβάλλουν αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ και να καθορίζονται ειδικοί κανόνες για τη ρευστότητα και την κεφαλαιακή επάρκεια, που θα πρέπει να διαθέτουν οι εταιρείες αυτές κατά το χρόνο χορήγησης της άδειας λειτουργίας και να τηρούν κατά τους πρώτους μήνες λειτουργίας τους ως Κ.Ε.Π.Ε.Υ, προκειμένου να τους χορηγηθεί άδεια λειτουργίας.

(5) Η αίτηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. προσδιορίζει τις επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες, ως προς τις οποίες ζητείται η άδεια, και συνοδεύεται από-

(α) Επιχειρησιακό σχέδιο, το οποίο περιλαμβάνει πλήρες πρόγραμμα των δραστηριοτήτων της αιτήτριας, με ανάλυση του είδους των επενδυτικών και παρεπομένων υπηρεσιών που αυτή θα παρέχει και της οργανωτικής της δομής, παράθεση του σχετικού προγραμματισμού για την προβλεπόμενη διαμόρφωση των οικονομικών μεγεθών της για τις δύο πρώτες οικονομικές χρήσεις και τα ονόματα δύο τουλάχιστον έμπειρων και αξιόπιστων προσώπων, που θα διευθύνουν την αιτήτρια·

(β) προκαταρκτικό καταστατικό ή σχέδιο καταστατικού της αιτήτριας, όπως αυτό αναμένεται να διαμορφωθεί μετά τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ.·

(γ) αντίγραφο ποινικού μητρώου, πιστοποιητικά περί μη πτωχεύσεως και βιογραφικό σημείωμα των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των διευθυντικών στελεχών της αιτήτριας και των μετόχων, που κατέχουν ειδική συμμετοχή στην αιτήτρια, καθώς και απαντήσεις των προσώπων αυτών επί του ερωτηματολογίου, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς·

(δ) σχέδιο εσωτερικού κανονισμού της αιτήτριας, που περιλαμβάνει ιδίως τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων, καθώς και τα ειδικά μέτρα που η αιτήτρια έχει υιοθετήσει, ώστε το σχέδιο αυτό να ανταποκρίνεται στους κανόνες προληπτικής εποπτείας και επαγγελματικής συμπεριφοράς των Ε.Π.Ε.Υ., και σχέδιο των λοιπών απαραιτήτων ειδικών εσωτερικών κανονισμών, αναλόγως των επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών που προτίθεται να παρέχει η αιτήτρια·

(ε) σχέδιο οργανογράμματος της αιτήτριας·

(στ) περιγραφή μηχανογραφικού συστήματος και ηλεκτρονικού εξοπλισμού·

(ζ) σχέδιο κανονισμού σύμφωνα με παραδεχτές και εφικτές διαδικασίες, για την πρόληψη της συγκάλυψης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες.

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία οι μέτοχοι της αιτήτριας που κατέχουν ειδική συμμετοχή είναι νομικά πρόσωπα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτεί την υποβολή των στοιχείων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5) και από τα φυσικά πρόσωπα που τα διοικούν, καθώς και από τους μετόχους με ειδική συμμετοχή, φθάνοντας μέχρι φυσικών προσώπων:

Νοείται ότι, όταν αυτό είναι απαραίτητο για να κριθεί η καταλληλότητα των προσώπων που ελέγχουν την αιτήτρια, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτεί την υποβολή των πιο πάνω στοιχείων και από άλλους μετόχους.

(7) Προκειμένου να κρίνει τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με Οδηγίες της να εξειδικεύει τα στοιχεία που υποβάλλονται δυνάμει του εδαφίου (5) και να απαιτεί την υποβολή και άλλων στοιχείων.

(8) Στην άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., αναγράφεται το όνομα και ο σκοπός της αιτήτριας, οι κύριοι μέτοχοι της, τα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου, τα δύο υπεύθυνα για τη διοίκηση της πρόσωπα, οι επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες, τις οποίες θα επιτρέπεται να παρέχει η Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η ημερομηνία χορήγησης της άδειας, οι τυχόν όροι, υπό τους οποίους αυτή χορηγείται και κάθε άλλο στοιχείο, που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει απαραίτητο.

(9) Δεν εκδίδεται άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. για παροχή μόνο παρεπόμενων επενδυτικών υπηρεσιών.

(10)(α) Προκειμένου να χορηγήσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σε αιτήτρια, η οποία –

(i) είναι θυγατρική Ε.Π.Ε.Υ. ή τράπεζας, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος· ή

(ii) είναι θυγατρική της μητρικής Ε.Π.Ε.Υ. ή τράπεζας που έχει λάβει άδεια σε άλλο κράτος μέλος· ή

(iii) ελέγχεται από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ελέγχει Ε.Π.Ε.Υ. ή τράπεζα, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος,

η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητά τη γνώμη των αρμοδίων εποπτικών αρχών του κράτους που χορήγησε τη σχετική άδεια λειτουργίας και ανταλλάσσει τις απαιτούμενες πληροφορίες μαζί τους αναφορικά με την αίτηση.

(β) Προκειμένου να χορηγήσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σε αιτήτρια, η οποία –

(i) είναι θυγατρική τράπεζας ή ασφαλιστικής επιχείρησης με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος· ή

(ii) είναι θυγατρική της μητρικής τράπεζας ή ασφαλιστικής επιχείρησης με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος· ή

(iii) ελέγχεται από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει τράπεζα ή ασφαλιστική επιχείρηση με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος,

η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητά τη γνώμη της αρμόδιας εποπτικής αρχής του οικείου κράτους μέλους, η οποία είναι υπεύθυνη για την εποπτεία τραπεζών ή ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

(γ) Οι αρμόδιες εποπτικές αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) διαβουλεύονται μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά την αξιολόγηση της καταλληλότητας των μετόχων και την εντιμότητα και ικανότητα των διευθυντικών στελεχών που συμμετέχουν στη διοίκηση άλλης επιχείρησης του ιδίου ομίλου, ενώ ανταλλάσσουν οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά με την καταλληλότητα των μετόχων και την εντιμότητα και ικανότητα των διευθυντικών στελεχών, όταν πρόκειται για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, καθώς και για τον έλεγχο της εφαρμογής των όρων λειτουργίας.

(11) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. μόνον εάν δεν υπάρχουν στενοί δεσμοί, κατά την έννοια του Τετάρτου Παραρτήματος, μεταξύ της αιτήτριας και άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου, ικανοί να παρεμποδίσουν την αποτελεσματική άσκηση της εποπτείας της.

(12) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δε χορηγεί άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. όταν η αιτήτρια έχει στενούς δεσμούς, κατά την έννοια του Τετάρτου Παραρτήματος, με φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που υπάγεται ή διέπεται από το δίκαιο τρίτης χώρας, της οποίας η νομοθεσία, όπως εφαρμόζεται, παρεμποδίζει την αποτελεσματική άσκηση της εποπτείας.

(13) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οφείλει όπως εντός έξι μηνών από την υποβολή αίτησης δεόντως συμπληρωμένης για χορήγηση άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., λάβει απόφαση για χορήγηση άδειας ή απόρριψη της αίτησης.

(14) Τυχόν απόρριψη της αίτησης για χορήγηση άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

(15) Η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. αναγράφει στα έντυπά της, καθώς και σε κάθε δημοσίευση ή ανακοίνωση, τον αριθμό άδειας λειτουργίας της και αναρτά την άδεια λειτουργίας της σε περίοπτη θέση στα κεντρικά της γραφεία, καθώς και σε οποιοδήποτε υποκατάστημά της και επιπλέον οφείλει να διαθέτει ειδική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, σε διεύθυνση την οποία γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στην οποία ιστοσελίδα αναγράφει τον αριθμό άδειας λειτουργίας της, το περιεχόμενο της άδειας λειτουργίας της, τυχόν τροποποιήσεις του, τους γενικούς όρους συναλλαγών καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με Οδηγίες της.

(16) Για την επέκταση της άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σε άλλες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. υποβάλλει σχετική αίτηση και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει σχετικώς, κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Ειδικές διατάξεις για την άδεια λειτουργίας σε υπό ίδρυση Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

11.-(1) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης για άδεια λειτουργίας από υπό ίδρυση εταιρεία, τις σχετικές αιτήσεις και έγγραφα, κατά το άρθρο 10, υποβάλλουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τα ιδρυτικά μέλη της αιτήτριας.

(2) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτεί την κατάθεση ολοκλήρου του αρχικού κεφαλαίου της υπό ίδρυση αιτήτριας σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό πριν χορηγήσει την άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

(3) Άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. χορηγούμενη σε υπό ίδρυση αιτήτρια παύει να υπάρχει εάν η αιτήτρια δεν συσταθεί νόμιμα εντός της προθεσμίας που τάσσει η απόφαση, η οποία δε δύναται να υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

(4) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ζητά από τα ιδρυτικά μέλη της υπό ίδρυση αιτήτριας τα έγγραφα και στοιχεία, τα οποία θεωρεί απαραίτητα για να διαβεβαιωθεί η σοβαρότητα της ιδρυτικής προσπάθειας, ιδίως δε, να απαιτήσει την καταβολή από τα ιδρυτικά μέλη χρηματικού ποσού μέχρι του ημίσεως (1/ 2) του κεφαλαίου της υπό σύσταση εταιρείας σε τραπεζικό λογαριασμό, το οποίο θα παραμείνει δεσμευμένο στο λογαριασμό αυτό, μέχρι τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. ή την απόρριψη της σχετικής αίτησης.

(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, ο Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης δεν εγγράφει υπό ίδρυση αιτήτρια, εάν δεν της έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και εάν δεν έχει καταβληθεί, με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό, ολόκληρο το κεφάλαιο της αιτήτριας.

Καταβολή δικαιωμάτων

12.-(1) Για την εξέταση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αίτησης για παροχή άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. και για την τροποποίηση αυτής, καθώς και αίτησης για τη χορήγηση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιασδήποτε αδείας ή εγκρίσεως, που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, καταβάλλονται, με την υποβολή της σχετικής αίτησης, τα δικαιώματα, που προβλέπονται στο Μέρος I του Έκτου Παραρτήματος.

(2) Τα δικαιώματα, που ορίζονται στο Μέρος II του Έκτου Παραρτήματος, καταβάλλει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που προβαίνει σε γνωστοποίηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στην οποία υποχρεούται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εφόσον το περιεχόμενο της γνωστοποίησης αυτής τίθεται υπό την έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία με Οδηγίες της δύναται να εξειδικεύει τις γνωστοποιήσεις για τις οποίες οφείλονται δικαιώματα κατά το παρόν εδάφιο.

(3) Τα δικαιώματα, που καταβάλλονται δυνάμει των εδαφίων (1) και (2) λογίζονται στα έσοδα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Ενημέρωση Ευρωπαϊκής Επιτροπής

13. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κάθε άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. που παρέχει σε αιτήτρια, η οποία είναι άμεσα ή έμμεσα θυγατρική μιας ή περισσότερων μητρικών επιχειρήσεων που διέπονται από το δίκαιο τρίτης χώρας, καθώς και για τις περιπτώσεις στις οποίες μία από αυτές τις μητρικές επιχειρήσεις αποκτά συμμετοχή σε Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία με τον τρόπο αυτό, καθίσταται θυγατρική της:

Νοείται ότι, η κοινοποίηση διευκρινίζει και τη διάρθρωση του ομίλου επιχειρήσεων της εν λόγω μητρικής ή μητρικών επιχειρήσεων.

Διαρκείς υποχρεώσεις της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. κατά τη λειτουργία της

14.-(1) Κάθε Κ.Ε.Π.Ε.Υ. υποχρεούται να τηρεί καθόλη τη διάρκεια λειτουργίας της άρτια οργάνωση και στελέχωση, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών υποχρεώσεων, που πηγάζουν από τις διατάξεις των άρθρων 32 έως 42, και να πληροί όλες εν γένει τις προϋποθέσεις, από τις οποίες εξαρτάται κατά νόμο η χορήγηση άδειας λειτουργίας, ιδίως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 περιλαμβανομένων και των υποχρεώσεων που τίθενται με Οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου (10).

(2) Η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. πρέπει να διαθέτει πάντοτε τουλάχιστο δύο έμπειρα και αξιόπιστα πρόσωπα που τη διευθύνουν.

(3) Τα εποπτικά ίδια κεφάλαια Κ.Ε.Π.Ε.Υ., που παρέχει μόνον τις επενδυτικές υπηρεσίες είτε της παραγράφου 1, είτε της παραγράφου 3 ή και των δύο αυτών παραγράφων του Μέρους I του Πρώτου Παραρτήματος δεν επιτρέπεται να μειωθούν ποτέ κάτω από το ποσό των εκατό χιλιάδων λιρών (ΛΚ 100.000):

Νοείται ότι, η εν λόγω Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δε δικαιούται να παρέχει επενδυτική υπηρεσία που περιλαμβάνεται στις παραγράφους 2 και 4 του Μέρους I του Πρώτου Παραρτήματος.

(4) Τα εποπτικά ίδια κεφάλαια Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία παρέχει μία τουλάχιστον από τις επενδυτικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στις παραγράφους 2 και 4 του Μέρους I του Πρώτου Παραρτήματος δεν επιτρέπεται να μειωθούν ποτέ κάτω από το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων λιρών (ΛΚ 500.000).

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, είτε αναστέλλει την άδεια λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 16 ή τάσσει στην Κ.Ε.Π.Ε.Υ. προθεσμία έως δύο μηνών για την αύξηση των κεφαλαίων της, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας, προχωρεί σε αναστολή της άδειας λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

Εποπτεία της καλής στελέχωσης και οργάνωσης της Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

15.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Νόμου, που επιβάλλουν αυστηρότερους όρους και διαδικασίες, οποιαδήποτε σκοπούμενη μεταβολή ως προς τα στοιχεία που υποβάλλονται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προς χορήγηση άδειας λειτουργίας, όπως αυτά εκάστοτε διαμορφώνονται κατά τη λειτουργία της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., ιδίως σ' ότι αφορά τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, τους αξιωματούχους και τους ανώτερους λειτουργούς της, το οργανόγραμμα, το επιχειρησιακό σχέδιο, τον εσωτερικό κανονισμό και τους άλλους κανονισμούς που περιέχουν διαδικασίες οργάνωσης και λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., αναλόγως των παρεχόμενων από αυτή υπηρεσιών και του κανονισμού που περιέχει τις διαδικασίες για την πρόληψη της συγκάλυψης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες, ανακοινώνεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τουλάχιστο δέκα ημέρες πριν επέλθει η μεταβολή.

(2) Εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι οι επικείμενες μεταβολές δύνανται να θίξουν την αξιοπιστία της διοίκησης ή την οργάνωση και εν γένει την καλή λειτουργία της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. ή την εύρυθμη λειτουργία της κεφαλαιαγοράς ή τα συμφέροντα των επενδυτών, με αιτιολογημένη απόφασή της απαγορεύει την επέλευση των μεταβολών αυτών ή την εξαρτά από όρους:

Νοείται ότι, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να εξαρτά τη συνέχιση της λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., στην οποία επήλθαν μεταβολές κατά την έννοια του εδαφίου (1), από όρους που θέτει προς αποκατάσταση των προϋποθέσεων λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

(3) Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., οι αξιωματούχοι, καθώς και οι ανώτεροι λειτουργοί της, υποχρεούνται να γνωστοποιούν εγγράφως, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κάθε νέο σημαντικό στοιχείο που επέρχεται ως προς το πρόσωπο τους, το οποίο θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση για την αξιοπιστία τους και την ικανότητα διαχείρισης της Κ.Ε.Π.Ε.Υ.:

Νοείται ότι, την ίδια υποχρέωση έχει και η Κ.Ε.Π.Ε.Υ., εφόσον γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει τα σχετικά στοιχεία.

(4) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με Οδηγίες της δύναται να εξειδικεύει τα στοιχεία, που πρέπει να υποβάλλονται σ' αυτή κατά το παρόν άρθρο και να ρυθμίζει κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.

Ανάκληση και αναστολή άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

16.-(1) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., σε περίπτωση κατά την οποία-

(α) Η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν άρχισε να λειτουργεί εντός περιόδου έξι μηνών από τη χορήγηση σ' αυτή της άδειας λειτουργίας·

(β) η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. αιτείται γραπτώς την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ή έχει παύσει να παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες για περίοδο τουλάχιστο τριών μηνών

(γ) διαπιστωθεί ότι η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. εξασφάλισε τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας της βάσει ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ή με οποιοδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο, ή εάν η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δε συμμορφωθεί προς τους όρους της άδειας λειτουργίας της·

(δ) η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 10, καθώς και εν γένει τις προϋποθέσεις λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σύμφωνα με το άρθρο 14·

(ε) τα εποπτικά ίδια κεφάλαια της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. είναι μικρότερα του κατά τον παρόντα Νόμο απαιτούμενου ποσού, καθώς και όπου η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν τηρεί τις διατάξεις του Μέρους Χ για την επάρκεια των ίδιων κεφαλαίων και των κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του Μέρους Χ εκδιδομένων Οδηγιών

(στ) η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. έχει υποπέσει σε σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων του Μέρους VII, του Μέρους VIII και του Μέρους XIII:

Νοείται ότι, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με Οδηγίες της δύναται να εξειδικεύει τους όρους, υπό τους οποίους ανακαλείται η άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σύμφωνα με τις παραγράφους (γ), (δ), (ε) και (στ).:

Νοείται περαιτέρω, ότι η ανάκληση της άδειας λειτουργίας παράγει έννομες συνέπειες μόνο για το μέλλον.

(2) Στις περιπτώσεις των παραγράφων (δ), (ε) και (στ) του εδαφίου (1), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, σταθμίζοντας τη βαρύτητα των παραβάσεων και αφού τάξει στην Κ.Ε.Π.Ε.Υ. σύντομη προθεσμία τουλάχιστο πέντε εργάσιμων ημερών για να απαντήσει επί των πιθανολογούμενων παραβάσεων, αντί να ανακαλέσει οριστικά την άδεια λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., να αναστείλει την άδειά της, εν όλο ή εν μέρει, ως προς συγκεκριμένες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, και να τάξει στην Κ.Ε.Π.Ε.Υ. εύλογη προθεσμία, που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησης της αναστολής της άδειας, προς συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με Οδηγίες της δύναται να εξειδικεύει τους όρους, υπό τους οποίους αναστέλλεται η άδεια λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ.:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση αναστολής της άδειας λειτουργίας, η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν επιτρέπεται να παρέχει εκείνες τις επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες, ως προς τις οποίες της ανεστάλη η άδεια.

(3) Η αναστολή της άδειας λειτουργίας εν όλω ή εν μέρει, ως προς συγκεκριμένες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, σύμφωνα με το εδάφιο (2), επιβάλλεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και σε κάθε άλλη περίπτωση που η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. θέτει σοβαρά σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της κεφαλαιαγοράς ή τα συμφέροντα των επενδυτών.

(4) Μετά την πάροδο της προθεσμίας, όπως ορίζεται δυνάμει του εδαφίου (2), και κατόπιν προηγούμενης ακρόασης η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλεί οριστικά την άδεια λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. ή την άδεια παροχής συγκεκριμένων επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών, εφόσον η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. δεν έχει συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της νομοθεσίας και τις σχετικές υποδείξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

(5) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να αναστείλει, κατόπιν προηγούμενης ακρόασης, για την οποία τάσσεται προθεσμία δύο ωρών, μέχρι τρεις εργάσιμες ημέρες τη λειτουργία Κ.Ε.Π.Ε.Υ. εν όλω, και μέχρι έξι εργάσιμες ημέρες εν μέρει, εφόσον υφίστανται σοβαρές υπόνοιες για σημαντικές παραβάσεις εκ μέρους της Κ.Ε.Π.Ε.Υ. διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς, ή συναφούς νομοθεσίας, και εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πιστεύει εύλογα ότι, από τη συνέχιση της λειτουργίας της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., προκύπτει άμεσος κίνδυνος για τα συμφέροντα των επενδυτών ή την ομαλή λειτουργία της κεφαλαιαγοράς.

(6) Η επιβολή του μέτρου του εδαφίου (5) στην ίδια Κ.Ε.Π.Ε.Υ. επιτρέπεται μόνον άπαξ ανά διετία.

(7) Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. παύει πάραυτα να παρέχει επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες ή, κατά περίπτωση, να παρέχει εκείνες τις υπηρεσίες, η άδεια παροχής των οποίων ανεκλήθη.

(8) Η Κ.Ε.Π.Ε.Υ., της οποίας η άδεια λειτουργίας ανεκλήθη εν όλω ή εν μέρει, οφείλει να τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις υπηρεσίες που δεν επιτρέπεται πλέον να παρέχει, εντός περιόδου τριών μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης σ' αυτή της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

(9) Σε περίπτωση ανάκλησης εν γένει της άδειας λειτουργίας Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να υποβάλλει αίτηση στο Δικαστήριο για εκκαθάριση και για το διορισμό εκκαθαριστή ή προσωρινού εκκαθαριστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου.

Ίδρυση υποκαταστήματος Κ.Ε.Π.Ε.Υ. στη Δημοκρατία

17.-(1) Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία προτίθεται να ιδρύσει υποκατάστημα στην επικράτεια της Δημοκρατίας, γνωστοποιεί την πρόθεσή της αυτή προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αναγράφοντας-

(i) Τη διεύθυνση του υποκαταστήματος·

(ii) τα πρόσωπα, που θα διευθύνουν το υποκατάστημα·

(iii) το επιχειρησιακό σχέδιο του υποκαταστήματος, στο οποίο θα περιγράφονται, μεταξύ άλλων, το είδος των εργασιών που προτίθεται να ασκήσει το υποκατάστημα, καθώς και η οργανωτική του δομή.

(2) Εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ικανοποιητική τη διοικητική οργάνωση και τη χρηματοπιστωτική κατάσταση της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., εντός χρονικού διαστήματος δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής της γνωστοποιήσεως του εδαφίου (1), ανακοινώνει την απόφασή της στην Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με βάση τα στοιχεία, που της υποβάλλει η Κ.Ε.Π.Ε.Υ., και αφού λάβει υπόψη της την εν γένει οργάνωση, χρηματοοικονομική κατάσταση και τεχνικοοικονομική υποδομή της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., κρίνει ότι η ίδρυση υποκαταστήματος θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των επενδυτών, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση, με την οποία απαγορεύει την ίδρυση του υποκαταστήματος.

(4) Σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής του περιεχομένου της ανακοινώσεως των υποπαραγράφων (i) (ii) και (iii) του εδαφίου (1), η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. γνωστοποιεί την πρόθεσή της για τις μεταβολές αυτές στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν λάβουν χώρα οι μεταβολές αυτές.

(5) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαγορεύσει την επέλευση των αναφερομένων στο εδάφιο (4) μεταβολών, κατ' ανάλογη εφαρμογή του εδαφίου (3), οπότε και γνωστοποιεί την αιτιολογημένη άρνησή της στην Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία δε θα δικαιούται να επιφέρει τις σκοπούμενες μεταβολές.

Συνεργασία με Ε.Δ.Ε.Κ.Α.

18.-(1) Η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. ανακοινώνει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιαδήποτε συνεργασία ή διακοπή συνεργασίας της με Ε.Δ.Ε.Κ.Α.

(2) Για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς, της σύννομης λειτουργίας των Κ.Ε.Π.Ε.Υ. και των Ε.Δ.Ε.Κ.Α., καθώς και των συμφερόντων των επενδυτών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με Οδηγίες της δύναται να ορίζει τα μέτρα, τα οποία οφείλει να λαμβάνει η Κ.Ε.Π.Ε.Υ. κατά τη συνεργασία της με Ε.Δ.Ε.Κ.Α., τις ειδικές υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν οι Κ.Ε.Π.Ε.Υ. κατά την συνεργασία αυτή με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς, της νόμιμης λειτουργίας των εταιρειών, περιλαμβανομένης της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και των συμφερόντων των επενδυτών, καθώς και κάθε θέμα που αφορά τη συνεργασία Κ.Ε.Π.Ε.Υ. με Ε.Δ.Ε.Κ.Α.

Παροχή υπηρεσιών μέσω αντιπροσώπου

19.-(1) Κ.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία προτίθεται να παρέχει επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες μέσω αντιπροσώπου, κατά την έννοια του εδαφίου (3) του άρθρου 3, υποχρεούται να γνωστοποιεί την πρόθεσή της αυτή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τουλάχιστον ένα μήνα προτού αρχίσει η δραστηριοποίηση του αντιπροσώπου, καθώς και να υποβάλει γραπτή δήλωση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την πλήρη ανάληψη της ευθύνης από τις πράξεις ή παραλείψεις του αντιπροσώπου.

(2) Η δήλωση του εδαφίου (1) δημοσιοποιείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και καταχωρείται στην ιστοσελίδα της Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

(3) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με Οδηγίες της να ορίζει το ελάχιστο περιεχόμενο της συμβάσεως μεταξύ του αντιπροσώπου και της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ευθύνη της Κ.Ε.Π.Ε.Υ., τις δηλώσεις και γνωστοποιήσεις, στις οποίες πρέπει να προβαίνει η Ε.Π.Ε.Υ. στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, και οποιοδήποτε άλλο σχετικό ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.

(4) Ο αντιπρόσωπος Κ.Ε.Π.Ε.Υ. πρέπει να έχει επιτύχει στις εξετάσεις, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 32, που αφορούν τη δραστηριότητα που θα δύναται να ασκεί.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αντιπρόσωπος είναι νομικό πρόσωπο, οφείλει να εργοδοτεί τουλάχιστον ένα φυσικό πρόσωπο, που πληροί την προϋπόθεση του εδαφίου (4):

Νοείται ότι, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο απαγορεύεται να παρέχει οποιεσδήποτε επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε άλλη Ε.Π.Ε.Υ., άλλο αντιπρόσωπο ή Ε.Δ.Ε.Κ.Α.

(6) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εποπτεύει την τήρηση από τους αντιπροσώπους των Κ.Ε.Π.Ε.Υ. των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δικαιούμενη να τους ελέγχει, είτε η ίδια, είτε μέσω εγκεκριμένων ελεγκτών που η ίδια ορίζει, όπως ελέγχει και τις Κ.Ε.Π.Ε.Υ.:

Νοείται ότι οι αντιπρόσωποι υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τα βιβλία και στοιχεία τους, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που απαιτείται για τη διενέργεια του ελέγχου, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων κανονιστικών πράξεων.

(7) Οι Κ.Ε.Π.Ε.Υ. υποβάλλουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πίνακα των αντιπροσώπων τους και των καταστημάτων, από τα οποία οι τελευταίοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους, και γνωστοποιούν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάθε μεταβολή ως προς τα υποβληθέντα σ' αυτή στοιχεία.

(8) Οι διατάξεις του Μέρους VIII για την επαγγελματική συμπεριφορά των Ε.Π.Ε.Υ. έχουν άμεση εφαρμογή και στους αντιπροσώπους των Κ.Ε.Π.Ε.Υ., οι οποίοι οφείλουν να τις τηρούν όπως και οι Κ.Ε.Π.Ε.Υ.

(9) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 42, αντιπρόσωπος Κ.Ε.Π.Ε.Υ., ο οποίος παραβαίνει τις διατάξεις του Μέρους VIII, καθώς και τις αναφερόμενες στους αντιπροσώπους Κ.Ε.Π.Ε.Υ. διατάξεις του παρόντος Νόμου διαπράττει διοικητική παράβαση, η οποία τιμωρείται, δυνάμει της παραγράφου (η) του εδαφίου (4) του άρθρου 64.

Υποβολή οικονομικών στοιχείων στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς

20.-(1) Κάθε Κ.Ε.Π.Ε.Υ. οφείλει να υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ετήσια έκθεση ανά διαχειριστική χρήση, ελεγμένη από ανεξάρτητους και εγκεκριμένους ελεγκτές, εξαμηνιαία έκθεση για τους πρώτους έξι μήνες της διαχειριστικής χρήσης και τριμηνιαίες εκθέσεις.

(2) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) εκθέσεις υποβάλλονται στην Επιτροπή εντός-

(i) έξι μηνών, για την ετήσια έκθεση·

(ii) τριών μηνών, για την εξαμηνιαία έκθεση· και

(iii) εντός ενός μηνός, για την τριμηνιαία έκθεση,

από το τέλος της περιόδου, στην οποία αναφέρονται.

(3) Ο τύπος των εκθέσεων ορίζεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και, ειδικά σε ό,τι αφορά την ετήσια έκθεση, αυτή περιέχει αναλυτικό ισολογισμό, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης και κατάσταση ταμειακής ροής, που ετοιμάζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων και της έκθεσης των ελεγκτών.